To Βάπτισμα καθευτό δεν είναι κάτι χωρίς την εφαρμογή των έντολών. Αυτό συμβαίνει γιατί αν ό άνθρωπος, με τό Βάπτισμα, δέχεται τό πλήρωμα της χάρης, αυτό δεν ενεργεί επί αυτού παρά μόνο στό μέτρο πού εφαρμόζει τίς εντολές. Ό 'Άγιος Μάρκος ό 'Ερημίτης γράφει: «Τό γάρ άγιον βάπτισμα, τέλειον μέν έστιν, ου τελειοί δέ τόν μή ποιούντα τάς έντολάς» (ΜΑΡΚΟΣ ερημίτης, Περί Βαπτίσματος, 2)· Σέ άλλο σημείο δέ, προσδιορίζει: «Ή μέν χάρις τοις εν Χριστώ βαπτισθεισι μυστικώς δεδώρηται· ενεργεί δέ κατά άναλογίαν της εργασίας τών εντολών. Και κρυφίως βοηθείν ήμίν ή χάρις ου παύεται, εφ' ήμίν δέ εστι ποιείιτοιεΐν τό αγαθόν κατά δύναμιν»· «ει μή έργασώμεθα τας έντολάς του Θεού, ή δεδομένη ημίν χάρις ούκ αποκαλύπτεται». Κατά παρόμοιο τρόπο οι Άγιοι Κάλλιστος καί Ίγνάτιος Ξανθόπουλοι εξηγούν: «Ό Χριστός τέλειος Θεός ών, τελείαν τοις βαπτισθείσι τήν χάριν τού Αγίου Πνεύματος έδωρήσατο· προσθήκην μέν αρ' ημών ού λαμβάνουσαν· άποκαλυπτομένην δέ ήμίν καί εμφανιζόμενην, κατά άναλογίαν της τών εντολών έργασίας» (ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ και ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΙ, Έκατοντάς πνευματική, 6). Μόνες τους οι εντολές ούτε σώζουν ούτε θεώνουν τόν άνθρωπο· με τη χάρη, τή δωρεά του Θεού σώζεται καί θεώνεται ό πιστός (Έφεσ. 2,8-9). Ταυτόχρονα όμως ή εφαρμογή τους είναι απαραίτητη για τη σωτηρία καί τή θέωση τού άνθρωπου: διότι έτσι ό άνθρωπος είναι δυνατόν νά διατηρήσει τή χάρη πού δέχεται μέ τά μυστήρια. νά τήν αφομοιώσει καί ν' αυξηθεί «έν αυτή , καθώς καί νά τήν ξαναβρεί αν τυχόν έχει απομακρυνθεί άπό τή χάρη.
Η εντολή τού Θεού στον Παράδεισο βοηθούσε τόν Αδάμ νά μή αποκλίνει άπό τήν οδό της θέωσης, στην όποία είχε τοποθετηθεί άπό τό Θεό κατά τή δημιουργία του καί τού έπέτρέπε νά διατηρήσει τή φύση του στην αρχέγονη κατάσταση της. Παρόμοια οι εντολές τού Θεού έχουν ως πρώτη λειτουργία νά βοηθήσουν τόν βαπτισμένο να παραμένει και να διατηρείται στης συνθήκες ζωής τού καινού ανθρώπου καί νά ορυλάσσει τίς δωρεές πού έπέκτησε. Ο Άγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος επισημαίνει ότι «ή τού Θεού χάρις διά της τών εντολών συντηρείται έργασίας» (ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Κεφάλαια διάφορα, 3,56). Ή διατήρηση αυτή τών δωρημάτων γίνεται πάντως αντικειμενικά· όμως γιά νά τήν αναλάβει ό άνθρωπος καί νά ζήσει πραγματικά μέσα στίς δωρεές τού Θεού είναι απαραίτητες ή συγκατάθεσή του, η ελεύθερη συμμετοχή του καί ή εκούσια συνεργασία του· καθώς ό Θεός εάν μας δίνει τή χάρη Του, δέν μας τήν επιβάλλει, δέν πιέζει τή θέληση μας, άλλα σέβεται τήν ελευθερία μας. Επομένως, ή συμμετοχή καί ή συνεργασία τού ανθρώπου είναι δυνατόν νά εκφράζονται μέ τήν έμπρακτη εφαρμογή τών εντολών. Παρατηρεί σχετικά ό Άγιος Πέτρος Δαμασκηνός ότι μέ τίς θείες εντολές τού Χριστού, «φυλάσσεται ή χάρις τού Αγίου Πνεύματος τω βαπτιζομένω, εάν τηρήσαι αύτάς βουληθή» (ΠΕΤΡΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Βιβλίον, Προοίμιον). Οι εντολές, λοιπόν, βοηθούν τόν άνθρωπο, να διατηρεί την πνευματική υγεία πού ξαναβρήκε, τόν αγωνιζόμενο νά παραμένει αμόλυντος άπό κάθε κακό καί νά συνεχίζει στην καινούργια ζωή, όπου εισήλθε. Νά γιατί ό Άγιος Μάρκος ό 'Ερημίτης γράφει: «Όσοι τού λουτρού της παλιγγενεσίας ήξιώθημεν, τά αγαθά έργα, ού δι' άνταπόδοσιν προσφέρομεν, άλλά διά φυλακήν της δοθείσης ήμίν καθαρότητος». Ό ίδιος σέ άλλο σημείο έξηγει: «Διό τοις λαβούσι τήν δύναμιν τών εντολών, ως πιστοίς παραγγέλλει, τού έπαγωνίσασθαι διά τό μή στραφήναι είς τά οπίσω· ούχ ώς διά τούτων έξαλείψαι τήν άμαρτίαν, άλλά μηκέτι εαυτούς έπιστραφήναι εις τά όπίσω» (ΜΑΡΚΟΣ Ερημίτης, Περί Βαπτίσματος, 7). Ό Ψαλμωδός υπογραμμίζει πολλές φορές πώς λειτουργούν προληπτικά οι εντολές: «Ού μή α'ισχυνθώ έν τω έπιβλέπειν έπί πάσας τάς έντολάς σου» (Ψαλμ. 118,6)· «έθεντο αμαρτωλοί παγίδα μοι, καί έκ τών εντολών σου ούκ έπλανήθην» (Ψαλμ. 118,110)· «ειρήνη πολλή τοις άγαπώσι τόν νόμον σου, καί ούκ έστιν αύτοίς σκάνδαλον» (Ψαλμ. 118,165). Γράφει μέ τό ίδιο νόημα ό Άγιος Διάδοχος Φωτικής: «Έάν γάρ μή σχολάση τις τού άεί μεμνήσθαι τού Θεού, καί τών αγίων Αυτού μή παραμέληση εντολών, ούκ άν άκουσίω ή έκουσίω ύποπέση πταίσματι» (ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγος ασκητικός, 100). Επιπλέον δέν πρέπει μέ κανένα τρόπο οι εντολές νά κατανοούνται ώς ύποχρεώσεις, -ακόμη λιγότερο ώς απαγορεύσεις ή ταμπού-, δικανικού τύπου, άλλά περισσότερο ώς δικλείδες ασφαλιστικές πού εμποδίζουν τόν άνθρωπο πού τίς ακολουθεί νά έπιστρέψει στην «αφροσύνη της αμαρτίας»· ό Άγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος μέ μεγάλη διάκριση προτρέπει: «φύλαττε τάς έντολάς τού Θεού, μάλλον δέ σεαυτόν διά τών εντολών φύλαττε τού μή παραβήναί τι τών ένταλθέντων σοι». Ωστόσο, oι εντολές «τιμούν» τήν ονομασία τους: οι στάσεις και οι συμπεριφορές πού ορίζουν, έάν αντιστοιχούν, όπως θά δούμε στό βάθος καί τήν αλήθεια τής ανθρώπινης φύσης, που ανακαινίσθηκε [Σ.τ.μ.: Στον άνθρωπο] μέ τό Βάπτισμα, δέν είναι αυθαίρετες στό μέτρο πού είναι αντίθετες στίς τάσεις τής ξεπεσμένης φύσης καί τού περιβάλλοντός της: «ευρίσκω άρα τόν νόμον τώ θέλοντι έμοί ποιείν το καλόν, ότι εμοί το κακόν παράκειται· συνήδομαι γάρ τώ νόμω τού Θεού κατά τόν έσω άνθρωπον βλέπω δέ έτερον νόμον έν τοις μέλεσί μου άντιστρατευόμενον τώ νοός μου καί αιχμαλωτίζοντας με έν τώ νόμω τής αμαρτίας τώ όντι έν τοις μέλεσί μου» (Ρωμ. 7,21-23).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου