ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΜΕΡΗ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΕΔΩ
- ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)
- ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (2o ΜΕΡΟΣ)
- ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (3o ΜΕΡΟΣ)
- ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (4o ΜΕΡΟΣ)
Με την πίστη (ο άνθρωπος) αντιλαμβάνεται το πραγματικό νόημα της ύπαρξής του. Απελευθερώνεται απο τις ψευδαισθήσεις και τις πλάνες του, που παρήγαγε η άγνοια της ζωής, καθώς και απο το αίσθημα του άτοπου, του παράλογου και της αγωνίας, και μάλιστα της απελπισίας, που μπορούσε να νιώθει ως συνέπεια των παραπάνω. «Τι ούν άν είη λυσιτελέστερον, εις την άτρεπτον ζωήν εισελθείν ή πάλιν τώ αστατούντι και αλλοιουμένω εγκυματούσθαι βίω;», ερωτά σχετικά ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης (Λόγος Κατηχητικός, 39). Βρίσκει στην άτρεπτη ζωή τις αρχέγονες συνθήκες της υγείας του : τήν ειρήνη καί τη σταθερότητα. Καθώς ζούσε στον ενδοιασμό καί τήν αμφιβολία, ό άνθρωπος παρέμενε άσθενης. «[Τώ] διακρινομ[ένω] τη πίστει [Σ.τ.μ. στό διστακτικό καί αμφιβάλλοντα γιά τήν πίστη του] [...] πλεονάζει [...] τό πάθος [Σ.τ.μ. Ή νόσος (la maladie) συμφωνα με τό γαλλικό κείμενο], γράφει ό Άγιος Βαρσανούφιος (Επιστολή 526). Η πίστη βάζει τέλος στις παθολογικές καταστάσεις της αμφιβολίας, της αβεβαιότητας, των δισταγμών καί της αναποφασιστικότητας, πού κάνουν τόν άνθρωπο νά μοιάζει «κλύδωνι θαλάσσης άνεμιζομένω καί ριπιζομένω» (Ίακ. 1,6) και ν΄ αποδεικνύεται «ακατάστατος εν πάσαις ταίς οδοίς αυτού» (Ίακ. 1,8). Όταν είναι δυνατή, βαθιά, πλήρης, άκέραιη, άρτια θεραπεύει την ανθρωπινή ψυχή απο τη διψυχία, τήν αρρώστια πού προσβάλλει όσους έχουν ατελή πίστη· αυτοί παραμένουν διχασμένοι μεταξύ στόχων καί πράξεων, κρατούν την ψυχή μοιρασμένη μεταξύ Θεού καί κόσμου, γιατί τους λείπει ή εφάπαξ, καθολοκληρία και με πλήρη εμπιστοσύνη παράδοση στο Χριστό.
Η πίστη γίνεται ασφαλής οδηγός γιά τόν άνθρωπο καθώς εκτός από τη γνώση του εαυτού του τόν διδάσκει και τη γνώση όλων των πραγμάτων. Τόν υποστηρίζει σε καθετί καί του επιτρέπει σε κάθε περίσταση να φέρεται ορθά , ν αποφεύγει κάθε παρεκτροπή, νά μη φέρεται από τους άνεμους κατά την άδηλη τύχη των άστατων ανθρώπων. «βακτηρία ισχυρά καί λιμήν aσφαλής» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, "Εσχαται ημέραι, ΡG 56,273) χαρακτηρίζεται μ' επιμονή άπό τους Πατέρες. Παρομοιάζεται μέ θώρακα (Α' Θεσ. 5,8), πού προστατεύει τόν άνθρωπο καί τόν ενισχύει. Χάρη σ' αυτήν, είναι δυνατόν νά υπερβαίνει καί τά πιό δύσκολα εμπόδια μέχρι τό σημείο νά μετακινεί βουνά (Ματθ. 17,20-21,1. Α' Κορ. 13,2). Γιά όποιον τή διαθέτει, «ουδέν άδυνατήσει» (Ματθ. 17,20). Γράφει ό Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος: «Έκεί μετεωρίζει τήν ψυχήν τήν ήμετέραν ή πίστις, ουκ άφιείσα ουδενί των παρόντων δεινών ταπεινωθήναι, άνακουφίζουσα τους πόνους τή των μελλόντων έλπίδι», καί συμπληρώνει: «Πάλιν τά της πίστεως λαμπρά δείκνυται, ότι ουδέ τό μέγεθος τής συμφοράς εις άπόγνωσιν αυτόν ένέβαλε». Οι Άγιοι Βαρσανούφιος, Ισαάκ Σύρος, καί Πέτρος Δαμασκηνός υπογραμμίζουν τή δύναμη τής πίστης νά γεννά τήν ελπίδα, ακριβώς όπως καί ό Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Οι δυνάμεις του άνθρωπου διχάστηκαν καί διασκορπίστηκαν μέ τήν αμαρτία. Ή πίστη όμως τίς προσανατολίζει πάλι προς τό Χριστό, σάν προς ενα πόλο μοναδικό· ενώνοντας όλο τό είναι τον άνθρωπου -καί όχι μόνο τήν επιθυμία, τή θέληση καί τό νού του-, στό πρόσωπο του Χριστού, αποκαθιστά τό ενιαίο τής ψυχής καί τήν αναδομεί. Ο άνθρωπος διά τής πίστεως ενώνεται μέ τό Θεό· έτσι όλες οι δυνάμεις του ξαναβρίσκουν έν Αύτώ τό φυσιολογικό σκοπό και τήν υγεία τους, ασκούμενες στην αρμονία και τήν ειρήνη, αναπτυσσόμενες κατά φύση.
Ενώ μέ τήν αμαρτία ήταν νεκρός, μέ τήν πίστη ξαναζεί (προβλ. Ίωάν. 3,15.36· 8,24· 11,25-26· 17,3. Ρωμ. 1,17. Έβρ. 10,38) ζωή δίχως τέλος, τήν αληθινή ζωή, τήν όποία ό Χριστός αποκατέστησε στην ανθρωπότητα [Σ.τ.μ.: Ή ανθρώπινη φύση] καί ή οποία δόθηκε άπό τό Άγιο Πνεύμα. Ή αγωνία του θανάτου παύει λοιπόν νά τόν περισφίγγει καί νά τόν παραλύει. Δέν εΐναι πλέον «ζωντανός νεκρός», άλλα ζει γιά τήν αιωνιότητα. Μέ τήν πίστη, ό παλαιός άνθρωπος δίνει τή θέση του στό νέο, «τόν έκ Θεού γεγεννημένον» (Α' Ίωάν. 5,1).
Ή πίστη αποτελεί γιά τόν άνθρωπο προϋπόθεση καί πύλη τής σωτηρίας: μέσω αυτής συνδέει όλη τήν ύπαρξη του μέ τό σωτηριώδες έργο του Χριστού, ενώνεται μέ τό Πρόσωπό του, ανοίγεται στή χάρη Του καί γίνεται συνεργός της. Έτσι διά τής πίστεως καί κατά τήν αναλογία αύτής ό άρρωστος άνθρωπος λαμβάνει άπό τό Χριστό τή συγχώρηση των αμαρτιών του, τή θεραπεία όλων τών νοσημάτωντου και την πραγματική του ύγεία. Σ' όποιον πιστεύει σ' Αυτόν, ό Χριστός παρέχει τή θεραπεία τών νόσων τόσο της ψυχής όσο καί του σώματος. Γράφει σχετικά ό Άγιος Βαρσανούφιος ότι «Έάν ούν πιστεύση εις τόν έλθόντα καί θεραπεύσαντα πάσαν νόσον καί πάσαν μαλακίαν έν τώ λαώ, δυνατός εστίν, ού μόνον τά σωματικά πάθη ιάσασθαι, άλλα καί τά του έσω άνθρωπου» (ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή, 526).
Αντιλαμβανόμαστε τώρα ότι ή πίστη εμφανίζεται ώς ένας άπό «τους τής υγείας καί σωτηρίας δεσμούς αλύτους», όπως υπογραμμίζει Κλήμης ό Άλεξανδρέας· πολλοί άλλοι Πατέρες επιβεβαιώνουν μέ όχι αμφίσημους όρους τίς θεραπευτικές, λειτουργία καί αξία της. Ό Τερτυλλιανός τή θεωρεί ώς εξαίρετο άντίδοτο. Ό Άγιος Αυγουστίνος έξομολογούμενος τά αμαρτήματα τής προηγούμενης «έν άμαρτίαις» ζωής του, αναγνωρίζει: «Μπόρεσα νά θεραπευτώ, πιστεύοντας» καί σημειώνει ότι ό Θεός ετοίμασε τό φάρμακο τής πίστης και το μοίρασε άφειδώς για τις ασθένειες της γης προσφέροντας μεγάλο καί ισχυρό άποτέλεσμα.
Ωστόσο πρέπει νά γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διάφορες βαθμίδες στην πίστη καί μεγάλη απόσταση μεταξύ αφενός μέν τών πρώτων εκδηλώσεών της αφετέρου δέ τής τελείωσης καί πληρότητας της· απέχει επίσης πολύ ή προσπάθεια να πιστεύσουμε αυτό πού δέ βλέπουμε άπό τό αίσθημα της πλήρους βεβαιότητας· καί ακόμη μεγαλύτερη είναι ή απόσταση μεταξύ τής πρώτης σύνδεσης μέ τό λόγο του Θεού, -όπου βρίσκουμε μιά γνώση εξωτερική καί πολύ μερική-, καί τής θέας του Θεού τήν οποία οι Πατέρες παρομοιάζουν με το πλήρωμα καί τήν τελείωση τής πίστης πού αποκτήθηκε. Μεταξύ αυτών τών δύο άκρων, υπάρχουν όλες οι βαθμίδες τής υπαρξιακής σύνδεσης μέ τό Θεό: αυτές προκύπτουν άπό τήν εφαρμογή τών εντολών, πού αποκαλύπτει επίσης τήν πίστη, καί βεβαίως θεμελιώνει τή μόνη αληθινή πίστη.
Ό πιστός πού εξακολουθεί νά είναι πνευματικά ασθενής έχει πίστη γυμνή, δηλαδή χωρίς τά έργα τών εντολών. Όπως υπογραμμίζει ό Άγιος Μακάριος μιά τέτοια πίστη πράγματικά δέν άρκεί γιά νά λάβουμε άπό τό Θεό τή θεραπεία: «Εάν μή τις έκ του ιδίου θελήματος καί όλης προαιρέσεως έλθη προς τόν Κύριον καί μετά πληροφορίας πίστεως δεηθή, ιάσεως ού τυγχάνει. Διά τί γάρ εκείνοι [Σ.τ.μ. Ό τυφλός καί ή αίμορροούσα γυναίκα, στους οποίους αναφέρεται προηγουμένως ό Άγιοζ Μακάριος] πιστεύσαντες ιώντο ευθέως, ήμείς δέ ούπω διεβλέψαμεν έξ αληθείας καί ούκ ιάθημεν έκ τών κρυφίων παθών; [...] Διά τήν άπιστίαν ημών, διά τήν διχοστασίαν ημών, διά τό μή αγαπάν Αυτόν έξ όλης καρδίας μήτε έξ αληθείας Αύτώ πιστεύειν, ούδέπω τής πνευματικής ιάσεως καί σωτηρίας έτύχομεν. Πιστεύσωμεν ούν αύτώ καί προσέλθωμεν έν άληθεία, ίνα έν τάχει τήν άληθινήν ίασιν έν ήμιν ποίηση» (Μακάριος ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή II), 20,8).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου