Ο ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΝΕΙ ΤΟ ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΟΝ
ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ
ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ
Προβάλλει τὸ κείμενον περὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους τοῦ Ἁγίου, διὰ νὰ ἐμφανίση τοὺς ἀντιπαπικοὺς ὡς ζηλωτὰς καὶ κακοὺς καὶ ἀποσιωπᾶ τὸ ἀντιπαπικὸν ἔργον τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον προκύπτει ὅτι ὁΠαπισμὸς εἶναι αἵρεσις ἐπικίνδυνος διὰ τὴνὈρθόδοξονἘκκλησίαν καὶ τὸἙλληνικὸνἜθνος.
Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης «ἐπεστράτευσεν» ἕνα κείμενον τοῦ Ἁγίου, μὲ τὸ ὁποῖον ζητεῖ νὰ ἐπιδεικνύωμεν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, διὰ νὰ κτυπήση καὶ νὰ συκοφαντήση τὸ «κίνημα» τῶν ἀνθενωτικῶν δυνάμεων, τὰς ὁποίας ἐμφανίζει ὡς ἐμπαθεῖς, διακατεχομένας ἀπὸ μῖσος πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ μὴ ἐχούσας ἀγάπην, ἐνῶ αἱ ἀντιπαπικαὶ –ἀντιοικουμενιστικαὶ δυνάμεις εἶναι γνωστὸν ὅτι ἔχουν πραγματικὴν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ μῖσος πρὸς τὴν αἵρεσιν, ἡ ὁποία καταστρέφει ψυχάς. Μὲ τὴν ἐνέργειάν του αὐτὴν ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκ.Πατριάρχης προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξη ὅτι εὑρίσκεται εἰς τὴν «γραμμὴν» τοῦ Ἁγίου, ἀποσιωπῶν ὅτι ὁ Ἅγιος ἦτο ἀντιπαπικὸς καὶ κατήγγειλλε τὸν Πάπαν καὶ τὸν Παπισμὸν ὡς αἵρεσιν ἐπικίνδυνον διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος. Ὁ «Ο.Τ.» παραθέτει ἀντιπαπικὰ κείμενα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ὡς καὶ κείμενον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ διὰ ἐκείνους, ποὺ θὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τοὺς ὁποίους ὡς αἱρετικοὺς ὀφείλομεν νὰ ἀποφεύγωμεν.
Τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Ἁγίου ἈποστόλουἈνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου ἐξεμεταλλεύθη ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, διὰ νὰ διακηρύξη τὴν προσήλωσίν του εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν μὲ σκοπὸν τὴν ἕνωσιν τῶν «ἐκκλησιῶν». Μόνον ποὺ ἡ διακήρυξις συνωδεύθη μὲ «ἐπιστράτευσιν» κειμένου τοῦ ἀντιπαπικοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ, μὲ τὸ ὁποῖον ἐστράφη ἐναντίον ὅλων τῶν
δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι ἀντιδροῦν εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους καὶ εἰς τὴν ἕνωσιν Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν.
Οὐσιαστικῶς ἐπιστρατεύει τὸ κείμενον αὐτό, διὰ νὰ καταδείξη ὅτι οἱ ἀντιδρῶντες ἔχουν ἐμπάθειαν καὶ μῖσος πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ἐνῶ εἶναι ζηλωταὶ καὶ ὡς τοιοῦτοι εἶναι καταστρεπτικοὶ διὰ τὴν ἰδίαν τήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ ἐπαναλαμβάνουν τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια.
Τὸ κείμενον αὐτὸ εἶναι πράγματι ὑπαρκτὸν καὶ τὸ ἀνέσυρεν ἐκ τῆς «ποιμαντικῆς» τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος τὸ ἀνέγνωσε κατὰ τὴν χειροτονίαν τοῦ νέου Μητροπολίτου Αὐστρίας κ.Ἀρσενίου, παρουσίᾳ ἀντιπροσωπείας τοῦ Βατικανοῦ, ἐπικεφαλῆς τῆς ὁποίας ἦτο ὁ ὑπεύθυνος διὰ τὴν ἑνότητα μετὰ τοῦ Βατικανοῦ Καρδινάλιος Κούρτ Κόχ. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης προέτρεψε τὸν νέον Μητροπολίτην νὰ ἔχη ἀνοικτὰς τὰς ἀγκάλας πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄνθρωποι καλῆς θελήσεως – πίστεως.
Τὸ μήνυμα, τὸ ὁποῖον ἐπέρασεν ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι ὅτι οἱ ἀντιδρώντες εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους δὲν ἔχουν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος προέτασσε τὴν ἀγάπην πρὸς αὐτούς, ἀνεξαρτήτως τοῦ δόγματος ἐν τῇ πίστει. Ὁ οἰκουμενιστὴς Πατριάρχης ὅμως σφάλλει, διότι αἱ ἀνθενωτικαὶ δυνάμεις δὲν ἔχουν μῖσος πρὸς τὰ πρόσωπα τῶν ἑτεροδόξων. Ἀπόδειξις ὅτι δὲν διαδηλώνουν ἐναντίον των, δὲν προβαίνουν εἰς ἐκδηλώσεις ἀποδοκιμασίας καὶ δὲν πολιορκοῦν τοὺς «Ναούς» των ἢ δὲν ἀπαιτοῦν τὸ κλείσιμόν των. Ἀπεναντίας εἰς τὴν πρώην Γιουγκοσλαβίαν καὶ Κροατίαν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Παπικῶν Στέπιναντς, τὸν ὁποῖον οἱ Παπικοὶ ἀνεκήρυξαν ἅγιον, ἐδολοφόνησε, ἐβασάνισε καὶ ἐτραυμάτισε μὲ τὴν μυστικὴν ὑπηρεσίαν, τὴν ὁποίαν ἤλεγχε, 800.000 Ὀρθοδόξους.
Αἱ ἀνθενωτικαὶ δυνάμεις ἔχουν μῖσος πρὸς τὴν αἵρεσιν, διότι αὐτὴ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφὴν χιλιάδας ἢ καὶ ἑκατομμύρια ψυχῶν. Κάτι τὸ ὁποῖον εἶχεν ὑποστηρίξει καὶ ὁ μακαριστὸς Ἁγιορείτης Μοναχὸς Θεόκλητος Διονυσιάτης μὲ ἐπιστολήν του πρὸς Οἰκουμενιστὴν Καθηγητήν, ὑπέρμαχον τῆς γραμμῆς τῶν μακαριστῶν Οἰκουμενιστῶν Πατριαρχῶν Ἀθηναγόρου καὶ Δημητρίου. Αὐτὰ τὰ γνωρίζει ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἀλλὰ καταφεύγει εἰς τὸν χαρακτηρισμὸν «ζηλωταί», διὰ νὰ περάση τὸ μήνυμα εἰς τὴν κοινωνίαν ὅτι αἱ ἀντιπαπικαὶ δυνάμεις εἶναι φανατικαί, ἔχουν μῖσος, στεροῦνται τῆς ἀγάπης καὶ ἐπαναλαμβάνουν τὰ «ἴδια καὶ τὰ ἴδια» ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τοῦ σχίσματος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι ἀναξιόπιστοι καὶ νὰ ἐκφράζουν ἐλαχίστας μειοψηφίας. Ὡς ἐκ τούτου δὲν πρέπει νὰ λαμβάνωνται «ὑπ᾽ ὄψιν» αἱ ἀντιδράσεις των. Ὅταν ὅμως αἱ δυνάμεις αὐταὶ κατήρτισαν καὶ ὑπέγραψαν τὴν «Ὁμολογίαν Πίστεως» ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔντρομος ἔσπευσε νὰ δηλώση ὅτι δὲν προδίδει τὴν Πίστιν, ἐτρομοκράτει τοὺς Σεβ. Μητροπολίτας τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι τὴν ὑπέγραψαν καὶ ἀπελογεῖτο δηλῶν ὅτι τὰς ἀποφάσεις διὰ τὴν πορείαν τῶν διαλόγων δὲν τὰς λαμβάνει μόνος του, ἀλλὰ αὗται εἶναι συλλογικαὶ τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης «ἐπεστράτευσεν» ἐκ τῆς «Ποιμαντικῆς» τὸ κείμενον τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου περὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, διὰ νὰ καταδείξη εἰς τοὺς Παπικούς, οἱ ὁποῖοι παρίσταντο εἰς τὴν θρονικὴν ἑορτὴν ὅτι συστρατεύεται μὲ τὰς ἀποφάσεις τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου (περὶ τὸ 1965), ἡ ὁποία ἀνεκάλυψε τὴν διπλωματίαν τῆς ἀγαπολογίας, διὰ τῆς ὁποίας παραπλανᾶ τοὺς Χριστιανούς. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης ἔθεσεν εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ Παπισμοῦ τὸ κείμενον τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, διὰ νὰ ὑπηρετήση τὴν «διπλωματίαν τῆς ἀγαπολογίας καὶ νὰ συκοφαντήση ὅσους ἀντιδροῦν
εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους, οἱ ὁποῖοι ὡδηγήθησαν εἰς ἀδιέξοδον καὶ
εἰς ναυάγιον. Ὁ διάλογος διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα ἐναυάγησεν εἰς τὴν Βιέννην (πρὶν ἀπὸ μερικοὺς μῆνας) ἀπὸ τὴν ἀδιαλλαξίαν τῶν Παπικῶν εἰς τὰς κακοδοξίας των καὶ εἰς τὰς αἱρέσεις των ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰς πολλὰς καὶ διαφορετικὰς ἀπόψεις τῶν ἐκπροσώπων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὡς πρὸς τὴν θέσιν τοῦ Πάπα ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὴν Ἕνωσιν τῶν «ἐκκλησιῶν».
Μετὰ τὸ ναυάγιον αὐτὸ ὁ Παπισμὸς ἀνεκάλυψε τὸν Κοινωνικὸν καὶ Λαϊκὸν Οἰκουμενισμὸν εἰς μίαν προσπάθειαν νὰ συγκινήση κοινωνικὰς ὁμάδας. Ἤδη καθώρισε τοὺς στόχους, τοὺς ὁποίους ἀπεδέχθη τὸ Φανάριον καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους.
Ἀπεσιώπησε
τὸ ἀντιπαπικὸν στίγμα καὶ
ἔργον τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου
Ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκ.Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἐπιστρατεύων τὸ κείμενον τοῦ Ἁγίον Νεκταρίου περὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους ἠθέλησε: 1ον) Νὰ κτυπήση τὸ ἀνθενωτικὸν μέτωπον καὶ 2ον) Νὰ καταδείξη ὅτι ἀκολουθεῖ τὴν «γραμμὴν» τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἦτο ἀντιπαπικός. Καὶ περὶ τοῦ ἀντιπαπικοῦ στίγματος ἀλλὰ καὶ ἔργου τοῦ Ἁγίου ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲν ἐξεστόμισε λέξιν. Ὁ Ἅγιος ἤλεγξε τὸν Πάπαν διὰ τὸ ἀλάθητον καὶ τὸ ἀναμάρτητον. Ἀπὸ τὸ ἔργον του «Αἱ οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι» ἀνασύρομεν τὸ ἀκόλουθον κείμενον, τὸ ὁποῖον ἐλέγχει τὴν αἵρεσιν τοῦ Πάπα διὰ τὸ ἀλάθητον:
«Μεγάλως ἄρα ἥμαρτεν ὁ Μακαριώτατος Πάπας, κηρύξας ἑαυτὸν ἀλάθητον καὶ ἀναμάρτητον· διότι ἀφήρεσεν τὸν ὡραιότατον κόσμον τῆς Ἐκκλησίας, τὴν τιμιωτέραν ἀρετὴν τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ. Διὰ τῆς ἀποστερήσεως ταύτης ὁ Πάπας ἐξευτελίζει καὶ ἀτιμάζει τὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν· διότι ἀποστερεῖ αὐτῆς τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος τοῦ φωτίζοντος αὐτὴν καὶ ποδηγετοῦντος, ἥν μάλιστα αὐτὸς ὁ Χριστὸς ὑπέσχετο εἰπών· “ὅπου εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, κἀγώ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν”. Δὲν δύναται δὲ ν᾽ ἀρνηθῇ τὴν ἀντίφασιν ταύτην· διότι ἐλέγχεται ὑπ᾽ αὐτῆς, καὶ διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑφίστανται δύο ἀλάθητα καὶ ἀναμάρτητα καὶ συγχρόνως διαφωνοῦντα πρὸς ἄλληλα.
Ἡ ἐκκλησία ἡ καθόλου διαφωνεῖ πρὸς τὸν Πάπαν. Ἑπομένως τὸ ἕτερον αὐτῶν ἀπώλεσε τὸ ἀλάθητον, τοὐτέστιν ἢ ἡ Ἐκκλησία ἢ ὁ Πάπας.
Καὶ ἐὰν ἡ Ἐκκλησία, τότε ὁ Πάπας ἐστὶ τὸ ἀλάθητον, τὸ ἀψευδέστατον στόμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· ἔπαυσε τότε νὰ πραγματοποιῆται ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Χριστοῦ ὅτι ἔσται μεταξὺ τῶν ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ συναθροιζομένων. Ἄρα ἡ πρᾶξις αὕτη ἦν ἀναξία τῷ μεγάλῳ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας Ποντίφηκι, καὶ ὑπέδειξεν οὗτος διὰ τρανῆς μαρτυρίας τὸ λαθητὸν καὶ πρὸς τὴν ἁμαρτίαν ἐπιρρεπὲς τοῦ ἄνθρωπου.
Ὁ σφετερισμὸς τοῦ κόσμου τῆς Ἐκκλησίας οὐ μόνον οὐδεμίαν παρέχει δόξαν, ἀλλ᾽ οὐδὲ τιμὴν αὐτῷ περιάπτει· τοὐναντίον μάλιστα ἀδοξίαν καὶ ψόγον αὐτῷ προσάπτει· διότι τὸν ἀλλότριον οὐδὲν πρᾶγμα κοσμεῖ παρὰ τὸν ἰδιοκτήτην. Σφετερισθεὶς ὁ Πάπας τὸν κόσμον τῆς ἐκκλησίας δὲν ἐγένετο ἐνδοξότερος ἢ πρότερον. Ἡ λαμπρὰ καὶ ἔνδοξος τοῦ ἀλαθήτου ἐσθής, δι᾽ ἧς περιεκόσμησεν ἑαυτόν, δὲν ὑπέδειξεν αὐτὸν λαμπρότερον τοῦ Λέοντος καὶ τῶν λοιπῶν προκατόχων του τῶν ἐστερημένων τῆς τοιαύτης θείας αἴγλης καὶ ἀπεκδεχομένων τὴν ἀλήθειαν ἀπὸ μόνων τῶν Ἱερῶν Συνόδων, ὡς ἀπὸ τοῦ μόνου στόματος τῆς ἀληθείας, ἥν ὤφειλον νὰ ἀκολουθήσωσι καὶ διὰ παντὸς τρόπου νὰ ὑποστηρίξωσι.
Τὸ ἀλάθητον καταργεῖ τὰς Συνόδους, ἀφαιρεῖ ἀπ᾿ αὐτῶν τὴν σημασίαν, τὴν σπουδαιότητα, καὶ τὸ κῦρος, καὶ κηρύττει αὐτὰς ἀναρμοδίους, διασαλεῦον τὴν πρὸς
αὐτὰς πεποίθησιν τῶν πιστῶν. Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα διεσάλευσε τὰ θεμέλια τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας· διότι παρέσχε χώραν εἰς ὑπονοίας περὶ τῆς αὐθεντίας τῶν Συνόδων, καὶ δεύτερον ἐξήρτησε αὐτὴν ἐκ τῆς νοητικῆς καὶ πνευματικῆς ἀναπτύξεως ἑνὸς προσώπου, τοῦ Πάπα· περὶ δὲ τῆς ἀναμαρτησίας ἑκάστου αὐτῶν μᾶς πιστοποιεῖ ἡ Ἱστορία. Διὰ τοῦ ἀλαθήτου ὁ Πάπας οὐδ᾽ ἁγιώτερος ἐγένετο· διότι ὁ τίτλος δὲν ἐπιδρᾷ ἐπὶ τοῦ ἤθους· οὐδὲ ἀπήλλαξεν αὐτὸν τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν· διότι καὶ αὐτὸς ἐν ἀνομίαις συνελήφθη καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησεν αὐτὸν ἡ μήτηρ αὐτοῦ».
Ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Π.Ο.Ε. καὶ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλοπούλου «Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος» σελ. 90–93 ( Ἐκδόσεις «Ο.Τ.») ἀντιγράφομεν τὰ ἀκόλουθα:
«῞Οσον ἀφορᾶ τὸ περίφημο “Πρωτεῖον τοῦ Πάπα”, γράφει εἰρωνικὰ τὰ ἑξῆς·
“Περὶ δὲ τοῦ ᾿Ιωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ τοῦ ἐπιστηθίου φίλου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Παρθένου καὶ Θεολόγου τί πρῶτον καὶ τί ὕστερον νὰ εἴπωμεν; Ποῖον ὕμνον ἢ τίνα ὠδὴν νὰ προσάξωμεν; Τίς ἤκουσέ ποτε ὅσα ἤκουσε ὁ Εὐαγγελιστὴς ᾿Ιωάννης ἐγκώμια;
Καὶ ὅμως, οὗτος διὰ τοῦ Πρωτείου τοῦ Πέτρου καὶ τῆς διαδοχῆς τοῦ ἀξιώματος εἰς τοὺς προνομιούχους διαδόχους αὐτοῦ (Πάπας) εἶναι ἧττον αὐτῶν! Καὶ ὤφειλε νὰ ὑποτάσσηται ζῶν τῷ Λίνῳ, τῷ ᾿Ανικήτῳ καὶ τῷ Κλήμεντι, τοῖς διαδόχοις τοῦ Πέτρου! Εἴπερ ἦσαν τοιοῦτοι, καὶ παρ᾿ αὐτῶν νὰ δέχηται τῶν δογμάτων τὴν ἀλήθειαν”! (“῾Ιερατ. ᾿Εγκόλ.” σελ. 81).
῾Η ἱστορικὴ ἀνάπτυξις τοῦ ζητήματος ἐφανέρωσε καὶ ἐγνώρισεν ἡμῖν τὰ παντοῖα μέσα καὶ τὰς ποικίλας ἐνεργείας τῶν Μακαριωτάτων Παπῶν τῆς Ρωμαϊκῆς ᾿Επισκοπικῆς ῞Εδρας, πρὸς ὑποδούλωσιν καὶ καταδυναστείαν τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Η ἀκάθεκτος φιλαρχία καὶ φιλοδοξία τὰ πάντα ἐμηχανεύετο. Τὰ πάντα ἐσοφίσθησαν, τὰ πάντα ἔδρα σαν, ὅπως ἀναδείξωσι τοὺς Πάπας ἡγεμόνας τῆς ᾿Εκκλησίας, καὶ τυράννους τῆς Οἰκουμένης. ῾Η φιλαρχία αὐ τῶν ὑπερπήδησε πᾶν ὅριον. Τὸ πρόγραμμα κατεστρώθη καὶ ἡ ἐφαρμογὴ αὐτοῦ ἐπεζητεῖτο πάσῃ δυνάμει. Πᾶν τὸ ἀντικείμενον ἔδει νὰ αἴρηται καὶ πᾶν τὸ ἀντιπῖπτον νὰ καθαίρηται. Πᾶν τὸ κωλῦον τὴν τοῦ προγράμματος ἀνάπτυξιν κατεδικάσθη ὡς ἁμαρτία θανάσιμος.
Καὶ αἱ ἀρχαὶ περὶ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης, ἐχαρακτηρίζοντο οὐχὶ ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ ῾Ιεροῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ παπικοῦ προγράμματος.
Αἱ Εὐαγγελικαὶ ἀρεταὶ ἠδύναντο νὰ χαρακτηρισθῶσι ὡς θανάσιμα ἁμαρτήματα προσκρούουσαι τῷ προγράμματι, αἱ δὲ θανάσιμοι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον ἁμαρτίαι ὡς μέγισται δωρεαὶ ὑπηρετοῦσαι τῷ προγράμματι. Τὴν εὐλάβειαν πρὸς τὸν Θεόν ἀντικατέστησε ἡ πρὸς τὸν Πάπαν εὐλάβειαν. ῾Ο δὲ εὐλαβούμενος τὸν Πάπαν ηὐλαβεῖτο καὶ τὰ θεῖα. ῎Αρνησις πρὸς τὸν Πάπαν εὐλαβείας ἦτο πρὸς τὸν Θεὸν ἀνευλάβεια, οὗ ἐπὶ τῆς γῆς ἐτέλει ἀντιπρόσωπος. Ὁ δ᾿ ἀναγνωρίζων τὸν Πάπαν ἐδικαιοῦτο πρὸς σωτηρίαν.
῾Η τοῦ Πάπα ἀναγνώρισις ὑπερεῖχε τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως. ῾Ικανὸν δὲ τοῖς βροτοῖς τοῖς ἀδυνατοῦσιν γνῶναι τὸν Θεόν γιγνώσκειν τὸν ἐπὶ τῆς γῆς αὐτοῦ ἀντιπρόσωπον, κρατοῦντα τὰς κλεῖς τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ λίαν ὀρθῶς. Διότι τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τοῦ Οἰκοδεσπότου, ὅταν ἡ ἁπλῆ τοῦ ἀντιπροσώπου αὐτοῦ γνωριμία εἰσάγει ὑμᾶς εἰς τὸν Παράδεισον; ῞Οταν ὁ ἀντιπρόσωπος κρατῇ τὰς κλεῖς τοῦ Παραδείσου καὶ εἰσάγει τὸν θεράποντά του, τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τῶν θείων ἐντολῶν; Οἱ πρὸς τὰς ἀρχὰς ταύτας ἀνθιστάμενοι προεγράφοντο. ῾Η ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία προεγράφη. ῍Η ἔδει νὰ ὑποταγῇ ἢ νὰ ἐκλείψῃ ὑφισταμένη. ᾿Αλλ᾿ ἡ ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία ἦν ψυχὴ τοῦ ῾Ελληνικοῦ ῎Εθνους. Τότε ἥ τε ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία καὶ τὸ ῾Ελληνικὸν ῎Εθνος ὤφειλον ἢ νὰ ὑποταγῶσιν ἢ νὰ καταστραφῶσιν.
῾Ο πόλεμος ὁ κατὰ τῆς καθόλου ᾿Εκκλησίας ἦτο ἤδη πόλεμος κατὰ τῆς ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας καὶ τοῦ ῾Ελληνικοῦ ῎Εθνους... (“Περὶ τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος”, Τόμ. Α´, σελ. 207 – 208)».
Τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Ἁγίου ἈποστόλουἈνδρέου τοῦ πρωτοκλήτου ἐξεμεταλλεύθη ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, διὰ νὰ διακηρύξη τὴν προσήλωσίν του εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν μὲ σκοπὸν τὴν ἕνωσιν τῶν «ἐκκλησιῶν». Μόνον ποὺ ἡ διακήρυξις συνωδεύθη μὲ «ἐπιστράτευσιν» κειμένου τοῦ ἀντιπαπικοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ, μὲ τὸ ὁποῖον ἐστράφη ἐναντίον ὅλων τῶν
δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι ἀντιδροῦν εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους καὶ εἰς τὴν ἕνωσιν Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν.
Οὐσιαστικῶς ἐπιστρατεύει τὸ κείμενον αὐτό, διὰ νὰ καταδείξη ὅτι οἱ ἀντιδρῶντες ἔχουν ἐμπάθειαν καὶ μῖσος πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ἐνῶ εἶναι ζηλωταὶ καὶ ὡς τοιοῦτοι εἶναι καταστρεπτικοὶ διὰ τὴν ἰδίαν τήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ ἐπαναλαμβάνουν τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια.
Τὸ κείμενον αὐτὸ εἶναι πράγματι ὑπαρκτὸν καὶ τὸ ἀνέσυρεν ἐκ τῆς «ποιμαντικῆς» τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος τὸ ἀνέγνωσε κατὰ τὴν χειροτονίαν τοῦ νέου Μητροπολίτου Αὐστρίας κ.Ἀρσενίου, παρουσίᾳ ἀντιπροσωπείας τοῦ Βατικανοῦ, ἐπικεφαλῆς τῆς ὁποίας ἦτο ὁ ὑπεύθυνος διὰ τὴν ἑνότητα μετὰ τοῦ Βατικανοῦ Καρδινάλιος Κούρτ Κόχ. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης προέτρεψε τὸν νέον Μητροπολίτην νὰ ἔχη ἀνοικτὰς τὰς ἀγκάλας πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄνθρωποι καλῆς θελήσεως – πίστεως.
Τὸ μήνυμα, τὸ ὁποῖον ἐπέρασεν ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι ὅτι οἱ ἀντιδρώντες εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους δὲν ἔχουν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος προέτασσε τὴν ἀγάπην πρὸς αὐτούς, ἀνεξαρτήτως τοῦ δόγματος ἐν τῇ πίστει. Ὁ οἰκουμενιστὴς Πατριάρχης ὅμως σφάλλει, διότι αἱ ἀνθενωτικαὶ δυνάμεις δὲν ἔχουν μῖσος πρὸς τὰ πρόσωπα τῶν ἑτεροδόξων. Ἀπόδειξις ὅτι δὲν διαδηλώνουν ἐναντίον των, δὲν προβαίνουν εἰς ἐκδηλώσεις ἀποδοκιμασίας καὶ δὲν πολιορκοῦν τοὺς «Ναούς» των ἢ δὲν ἀπαιτοῦν τὸ κλείσιμόν των. Ἀπεναντίας εἰς τὴν πρώην Γιουγκοσλαβίαν καὶ Κροατίαν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Παπικῶν Στέπιναντς, τὸν ὁποῖον οἱ Παπικοὶ ἀνεκήρυξαν ἅγιον, ἐδολοφόνησε, ἐβασάνισε καὶ ἐτραυμάτισε μὲ τὴν μυστικὴν ὑπηρεσίαν, τὴν ὁποίαν ἤλεγχε, 800.000 Ὀρθοδόξους.
Αἱ ἀνθενωτικαὶ δυνάμεις ἔχουν μῖσος πρὸς τὴν αἵρεσιν, διότι αὐτὴ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφὴν χιλιάδας ἢ καὶ ἑκατομμύρια ψυχῶν. Κάτι τὸ ὁποῖον εἶχεν ὑποστηρίξει καὶ ὁ μακαριστὸς Ἁγιορείτης Μοναχὸς Θεόκλητος Διονυσιάτης μὲ ἐπιστολήν του πρὸς Οἰκουμενιστὴν Καθηγητήν, ὑπέρμαχον τῆς γραμμῆς τῶν μακαριστῶν Οἰκουμενιστῶν Πατριαρχῶν Ἀθηναγόρου καὶ Δημητρίου. Αὐτὰ τὰ γνωρίζει ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἀλλὰ καταφεύγει εἰς τὸν χαρακτηρισμὸν «ζηλωταί», διὰ νὰ περάση τὸ μήνυμα εἰς τὴν κοινωνίαν ὅτι αἱ ἀντιπαπικαὶ δυνάμεις εἶναι φανατικαί, ἔχουν μῖσος, στεροῦνται τῆς ἀγάπης καὶ ἐπαναλαμβάνουν τὰ «ἴδια καὶ τὰ ἴδια» ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τοῦ σχίσματος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι ἀναξιόπιστοι καὶ νὰ ἐκφράζουν ἐλαχίστας μειοψηφίας. Ὡς ἐκ τούτου δὲν πρέπει νὰ λαμβάνωνται «ὑπ᾽ ὄψιν» αἱ ἀντιδράσεις των. Ὅταν ὅμως αἱ δυνάμεις αὐταὶ κατήρτισαν καὶ ὑπέγραψαν τὴν «Ὁμολογίαν Πίστεως» ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔντρομος ἔσπευσε νὰ δηλώση ὅτι δὲν προδίδει τὴν Πίστιν, ἐτρομοκράτει τοὺς Σεβ. Μητροπολίτας τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι τὴν ὑπέγραψαν καὶ ἀπελογεῖτο δηλῶν ὅτι τὰς ἀποφάσεις διὰ τὴν πορείαν τῶν διαλόγων δὲν τὰς λαμβάνει μόνος του, ἀλλὰ αὗται εἶναι συλλογικαὶ τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης «ἐπεστράτευσεν» ἐκ τῆς «Ποιμαντικῆς» τὸ κείμενον τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου περὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, διὰ νὰ καταδείξη εἰς τοὺς Παπικούς, οἱ ὁποῖοι παρίσταντο εἰς τὴν θρονικὴν ἑορτὴν ὅτι συστρατεύεται μὲ τὰς ἀποφάσεις τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου (περὶ τὸ 1965), ἡ ὁποία ἀνεκάλυψε τὴν διπλωματίαν τῆς ἀγαπολογίας, διὰ τῆς ὁποίας παραπλανᾶ τοὺς Χριστιανούς. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης ἔθεσεν εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ Παπισμοῦ τὸ κείμενον τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, διὰ νὰ ὑπηρετήση τὴν «διπλωματίαν τῆς ἀγαπολογίας καὶ νὰ συκοφαντήση ὅσους ἀντιδροῦν
εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους, οἱ ὁποῖοι ὡδηγήθησαν εἰς ἀδιέξοδον καὶ
εἰς ναυάγιον. Ὁ διάλογος διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα ἐναυάγησεν εἰς τὴν Βιέννην (πρὶν ἀπὸ μερικοὺς μῆνας) ἀπὸ τὴν ἀδιαλλαξίαν τῶν Παπικῶν εἰς τὰς κακοδοξίας των καὶ εἰς τὰς αἱρέσεις των ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰς πολλὰς καὶ διαφορετικὰς ἀπόψεις τῶν ἐκπροσώπων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὡς πρὸς τὴν θέσιν τοῦ Πάπα ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὴν Ἕνωσιν τῶν «ἐκκλησιῶν».
Μετὰ τὸ ναυάγιον αὐτὸ ὁ Παπισμὸς ἀνεκάλυψε τὸν Κοινωνικὸν καὶ Λαϊκὸν Οἰκουμενισμὸν εἰς μίαν προσπάθειαν νὰ συγκινήση κοινωνικὰς ὁμάδας. Ἤδη καθώρισε τοὺς στόχους, τοὺς ὁποίους ἀπεδέχθη τὸ Φανάριον καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους.
Ἀπεσιώπησε
τὸ ἀντιπαπικὸν στίγμα καὶ
ἔργον τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου
«Μεγάλως ἄρα ἥμαρτεν ὁ Μακαριώτατος Πάπας, κηρύξας ἑαυτὸν ἀλάθητον καὶ ἀναμάρτητον· διότι ἀφήρεσεν τὸν ὡραιότατον κόσμον τῆς Ἐκκλησίας, τὴν τιμιωτέραν ἀρετὴν τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ. Διὰ τῆς ἀποστερήσεως ταύτης ὁ Πάπας ἐξευτελίζει καὶ ἀτιμάζει τὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν· διότι ἀποστερεῖ αὐτῆς τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος τοῦ φωτίζοντος αὐτὴν καὶ ποδηγετοῦντος, ἥν μάλιστα αὐτὸς ὁ Χριστὸς ὑπέσχετο εἰπών· “ὅπου εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, κἀγώ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν”. Δὲν δύναται δὲ ν᾽ ἀρνηθῇ τὴν ἀντίφασιν ταύτην· διότι ἐλέγχεται ὑπ᾽ αὐτῆς, καὶ διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑφίστανται δύο ἀλάθητα καὶ ἀναμάρτητα καὶ συγχρόνως διαφωνοῦντα πρὸς ἄλληλα.
Ἡ ἐκκλησία ἡ καθόλου διαφωνεῖ πρὸς τὸν Πάπαν. Ἑπομένως τὸ ἕτερον αὐτῶν ἀπώλεσε τὸ ἀλάθητον, τοὐτέστιν ἢ ἡ Ἐκκλησία ἢ ὁ Πάπας.
Καὶ ἐὰν ἡ Ἐκκλησία, τότε ὁ Πάπας ἐστὶ τὸ ἀλάθητον, τὸ ἀψευδέστατον στόμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· ἔπαυσε τότε νὰ πραγματοποιῆται ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Χριστοῦ ὅτι ἔσται μεταξὺ τῶν ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ συναθροιζομένων. Ἄρα ἡ πρᾶξις αὕτη ἦν ἀναξία τῷ μεγάλῳ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας Ποντίφηκι, καὶ ὑπέδειξεν οὗτος διὰ τρανῆς μαρτυρίας τὸ λαθητὸν καὶ πρὸς τὴν ἁμαρτίαν ἐπιρρεπὲς τοῦ ἄνθρωπου.
Ὁ σφετερισμὸς τοῦ κόσμου τῆς Ἐκκλησίας οὐ μόνον οὐδεμίαν παρέχει δόξαν, ἀλλ᾽ οὐδὲ τιμὴν αὐτῷ περιάπτει· τοὐναντίον μάλιστα ἀδοξίαν καὶ ψόγον αὐτῷ προσάπτει· διότι τὸν ἀλλότριον οὐδὲν πρᾶγμα κοσμεῖ παρὰ τὸν ἰδιοκτήτην. Σφετερισθεὶς ὁ Πάπας τὸν κόσμον τῆς ἐκκλησίας δὲν ἐγένετο ἐνδοξότερος ἢ πρότερον. Ἡ λαμπρὰ καὶ ἔνδοξος τοῦ ἀλαθήτου ἐσθής, δι᾽ ἧς περιεκόσμησεν ἑαυτόν, δὲν ὑπέδειξεν αὐτὸν λαμπρότερον τοῦ Λέοντος καὶ τῶν λοιπῶν προκατόχων του τῶν ἐστερημένων τῆς τοιαύτης θείας αἴγλης καὶ ἀπεκδεχομένων τὴν ἀλήθειαν ἀπὸ μόνων τῶν Ἱερῶν Συνόδων, ὡς ἀπὸ τοῦ μόνου στόματος τῆς ἀληθείας, ἥν ὤφειλον νὰ ἀκολουθήσωσι καὶ διὰ παντὸς τρόπου νὰ ὑποστηρίξωσι.
Τὸ ἀλάθητον καταργεῖ τὰς Συνόδους, ἀφαιρεῖ ἀπ᾿ αὐτῶν τὴν σημασίαν, τὴν σπουδαιότητα, καὶ τὸ κῦρος, καὶ κηρύττει αὐτὰς ἀναρμοδίους, διασαλεῦον τὴν πρὸς
αὐτὰς πεποίθησιν τῶν πιστῶν. Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα διεσάλευσε τὰ θεμέλια τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας· διότι παρέσχε χώραν εἰς ὑπονοίας περὶ τῆς αὐθεντίας τῶν Συνόδων, καὶ δεύτερον ἐξήρτησε αὐτὴν ἐκ τῆς νοητικῆς καὶ πνευματικῆς ἀναπτύξεως ἑνὸς προσώπου, τοῦ Πάπα· περὶ δὲ τῆς ἀναμαρτησίας ἑκάστου αὐτῶν μᾶς πιστοποιεῖ ἡ Ἱστορία. Διὰ τοῦ ἀλαθήτου ὁ Πάπας οὐδ᾽ ἁγιώτερος ἐγένετο· διότι ὁ τίτλος δὲν ἐπιδρᾷ ἐπὶ τοῦ ἤθους· οὐδὲ ἀπήλλαξεν αὐτὸν τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν· διότι καὶ αὐτὸς ἐν ἀνομίαις συνελήφθη καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησεν αὐτὸν ἡ μήτηρ αὐτοῦ».
Αἱ εἰρωνεῖαι τοῦ Ἁγίου
Νεκταρίου διὰ τὸ «Πρωτεῖον»
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ὅμως ἀπεσιώπησε πρὸς χάριν τῆς «ἀγαπολογίας» τοῦ Βατικανοῦ καὶ τῆς «κηρύξεως» τῶν ἀνθενωτικῶν δυνάμεων ὡς δυνάμεων μίσους καὶ ἐμπαθείας πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, τὰς εἰρωνείας τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου πρὸς τὸν Πάπαν διὰ τὸ πρωτεῖον ἀλλὰ καὶ τοὺς κινδύνους ὑποδουλώσεως τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἐκ τῆς πολιτικῆς τῶν Παπῶν, τοὺς ὁποίους (κινδύνους) περιέγραφεν ὁ Ἅγιος Νεκτάριος.Νεκταρίου διὰ τὸ «Πρωτεῖον»
Ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Π.Ο.Ε. καὶ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλοπούλου «Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος» σελ. 90–93 ( Ἐκδόσεις «Ο.Τ.») ἀντιγράφομεν τὰ ἀκόλουθα:
«῞Οσον ἀφορᾶ τὸ περίφημο “Πρωτεῖον τοῦ Πάπα”, γράφει εἰρωνικὰ τὰ ἑξῆς·
“Περὶ δὲ τοῦ ᾿Ιωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ τοῦ ἐπιστηθίου φίλου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Παρθένου καὶ Θεολόγου τί πρῶτον καὶ τί ὕστερον νὰ εἴπωμεν; Ποῖον ὕμνον ἢ τίνα ὠδὴν νὰ προσάξωμεν; Τίς ἤκουσέ ποτε ὅσα ἤκουσε ὁ Εὐαγγελιστὴς ᾿Ιωάννης ἐγκώμια;
Καὶ ὅμως, οὗτος διὰ τοῦ Πρωτείου τοῦ Πέτρου καὶ τῆς διαδοχῆς τοῦ ἀξιώματος εἰς τοὺς προνομιούχους διαδόχους αὐτοῦ (Πάπας) εἶναι ἧττον αὐτῶν! Καὶ ὤφειλε νὰ ὑποτάσσηται ζῶν τῷ Λίνῳ, τῷ ᾿Ανικήτῳ καὶ τῷ Κλήμεντι, τοῖς διαδόχοις τοῦ Πέτρου! Εἴπερ ἦσαν τοιοῦτοι, καὶ παρ᾿ αὐτῶν νὰ δέχηται τῶν δογμάτων τὴν ἀλήθειαν”! (“῾Ιερατ. ᾿Εγκόλ.” σελ. 81).
Οἱ Πάπαι ἀπειλοῦν
τὴν Ἑλληνικὴν Ἐκκλησίαν
καὶ τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος
τὴν Ἑλληνικὴν Ἐκκλησίαν
καὶ τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος
῾Η ἱστορικὴ ἀνάπτυξις τοῦ ζητήματος ἐφανέρωσε καὶ ἐγνώρισεν ἡμῖν τὰ παντοῖα μέσα καὶ τὰς ποικίλας ἐνεργείας τῶν Μακαριωτάτων Παπῶν τῆς Ρωμαϊκῆς ᾿Επισκοπικῆς ῞Εδρας, πρὸς ὑποδούλωσιν καὶ καταδυναστείαν τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Η ἀκάθεκτος φιλαρχία καὶ φιλοδοξία τὰ πάντα ἐμηχανεύετο. Τὰ πάντα ἐσοφίσθησαν, τὰ πάντα ἔδρα σαν, ὅπως ἀναδείξωσι τοὺς Πάπας ἡγεμόνας τῆς ᾿Εκκλησίας, καὶ τυράννους τῆς Οἰκουμένης. ῾Η φιλαρχία αὐ τῶν ὑπερπήδησε πᾶν ὅριον. Τὸ πρόγραμμα κατεστρώθη καὶ ἡ ἐφαρμογὴ αὐτοῦ ἐπεζητεῖτο πάσῃ δυνάμει. Πᾶν τὸ ἀντικείμενον ἔδει νὰ αἴρηται καὶ πᾶν τὸ ἀντιπῖπτον νὰ καθαίρηται. Πᾶν τὸ κωλῦον τὴν τοῦ προγράμματος ἀνάπτυξιν κατεδικάσθη ὡς ἁμαρτία θανάσιμος.
Καὶ αἱ ἀρχαὶ περὶ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης, ἐχαρακτηρίζοντο οὐχὶ ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ ῾Ιεροῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ παπικοῦ προγράμματος.
Αἱ Εὐαγγελικαὶ ἀρεταὶ ἠδύναντο νὰ χαρακτηρισθῶσι ὡς θανάσιμα ἁμαρτήματα προσκρούουσαι τῷ προγράμματι, αἱ δὲ θανάσιμοι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον ἁμαρτίαι ὡς μέγισται δωρεαὶ ὑπηρετοῦσαι τῷ προγράμματι. Τὴν εὐλάβειαν πρὸς τὸν Θεόν ἀντικατέστησε ἡ πρὸς τὸν Πάπαν εὐλάβειαν. ῾Ο δὲ εὐλαβούμενος τὸν Πάπαν ηὐλαβεῖτο καὶ τὰ θεῖα. ῎Αρνησις πρὸς τὸν Πάπαν εὐλαβείας ἦτο πρὸς τὸν Θεὸν ἀνευλάβεια, οὗ ἐπὶ τῆς γῆς ἐτέλει ἀντιπρόσωπος. Ὁ δ᾿ ἀναγνωρίζων τὸν Πάπαν ἐδικαιοῦτο πρὸς σωτηρίαν.
῾Η τοῦ Πάπα ἀναγνώρισις ὑπερεῖχε τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως. ῾Ικανὸν δὲ τοῖς βροτοῖς τοῖς ἀδυνατοῦσιν γνῶναι τὸν Θεόν γιγνώσκειν τὸν ἐπὶ τῆς γῆς αὐτοῦ ἀντιπρόσωπον, κρατοῦντα τὰς κλεῖς τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ λίαν ὀρθῶς. Διότι τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τοῦ Οἰκοδεσπότου, ὅταν ἡ ἁπλῆ τοῦ ἀντιπροσώπου αὐτοῦ γνωριμία εἰσάγει ὑμᾶς εἰς τὸν Παράδεισον; ῞Οταν ὁ ἀντιπρόσωπος κρατῇ τὰς κλεῖς τοῦ Παραδείσου καὶ εἰσάγει τὸν θεράποντά του, τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τῶν θείων ἐντολῶν; Οἱ πρὸς τὰς ἀρχὰς ταύτας ἀνθιστάμενοι προεγράφοντο. ῾Η ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία προεγράφη. ῍Η ἔδει νὰ ὑποταγῇ ἢ νὰ ἐκλείψῃ ὑφισταμένη. ᾿Αλλ᾿ ἡ ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία ἦν ψυχὴ τοῦ ῾Ελληνικοῦ ῎Εθνους. Τότε ἥ τε ῾Ελληνικὴ ᾿Εκκλησία καὶ τὸ ῾Ελληνικὸν ῎Εθνος ὤφειλον ἢ νὰ ὑποταγῶσιν ἢ νὰ καταστραφῶσιν.
῾Ο πόλεμος ὁ κατὰ τῆς καθόλου ᾿Εκκλησίας ἦτο ἤδη πόλεμος κατὰ τῆς ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας καὶ τοῦ ῾Ελληνικοῦ ῎Εθνους... (“Περὶ τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος”, Τόμ. Α´, σελ. 207 – 208)».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου