Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (19ο ΜΕΡΟΣ)


Τό σώμα δεν στερείται των θεραπευτικών αποτελεσμάτων της προσευχής. Πράγματι συμμετέχει σ αυτήν μαζί μέ την ψυχή, της δανείζει τίς δυνάμεις του, υιοθετεί τις στάσεις που αρμόζουν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα, ασκεί τίς διάφορές δυνάμεις του γιά νά τη διευκολύνει· προσεύχεται όμως και τό ίδιο κατά τό μέτρο του καί σύμφωνα μέ τίς δυνατότητες τής ιδιαίτερης φύσης του ειδικότερα μέ τίς μετάνοιες. Κλήμης ό Άλεξανδρεύς παρατηρεί: «Επακολουθεί τη προθυμία του πνεύματος τή νοητή ουσία» (ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΥΣ, Στρωματείς, 7,40,3).  Ή προσευχή συμβάλλει ώστε νά πραγματοποιηθεί ή σύσταση του Αποστόλου Παύλου: «Παρακαλώ υμάς αδελφοί, διά τών οικτιρμών του Θεού, παραστήσαι τά σώματα υμών θυσίαν ζώσαν, άγίαν, ευάρεστον τώ Θεώ» (Ρωμ. 12,1). Ή προσευχή λοιπόν αποτελεί μια από τίς κοινές ενέργειες ψυχής καί σώματος, ιδιαίτερα στην ήσυχαστική προσευχή, τήν «προσευχήν τον Ιησού», όπου τό σώμα καί ιδιαίτερα τό κέντρο του, δηλαδή ή καρδιά, διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο. Ή επιθυμία τού Θεoύ, πού εκδηλώνεται στην προσευχή εξαγνίζει όλες τίς δυνάμεις τής ψυχής καί του σώματος. Μέσω τής κάθαρσης τής ψυχής καί ιδιαίτερα τοϋ παθητικού μέρους της, έπιτυγχάνεται πραγματικά ή κάθαρση του σώματος: «Τό σώμα θεουργεί ουκ από τών σωματικών καί προσύλων παθημάτων τούτ΄ αυτό κινούμενον [...] άλλ' αυτό μάλλον προς εαυτό τό σώμα έπιστρέφον καί τή προς τά χείρω σχέσεως άπάγον» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Τριάδες, 2,2,12)· όπως η ψυχή «κτάται τήν άπραξίαν τών κακών».  Άπό τότε ό άνθρωπος γίνεται ολόκληρος, -ψυχή καί σώμα-, δεκτικός τή χάρη. «Ή του Πνεύματος χάρις, διά μέσης ψυχής προς τό σώμα διαπορθμευομένη, πάσχειν καί αυτώ τά θεία δίδωσι καί μακαρίως συμπάσχειν τή ψυχή τή τά θεία πεπονθυία, ήτις έπεί πάσχει τά θεία, καί παθητικόν έχει τι δήπουθεν έπαινετον και θείον» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Τριάδες, 2,2,12). Το σώμα συμμετέχει άμεσα, κατ αυτό τον τρόπο, στην τάξη, τήν ενοποίηση και τήν ειρήνευση, που ή προσευχή εγκαθιστά στην ψυχή. Εισάγοντας ή προσευχή τό σώμα στή διαδικασία, ενεργοποιεί τίς διάφορες δυνάμεις του γιά ένα μόνο καί τόν αυτό σκοπό: τό Θεό. Επομένως τό κάνει ενιαίο, δπως επίσης το ενοποιεί μέ τήν ψυχή: χάρη σ' αυτή, ό άνθρωπος βρίσκει καί πάλι τήν αρμονική ενότητα τής φυσικής ψυχοσωματικής του σύστασης· έτσι καταργείται σ' αυτόν ή κατάσταση του χωρισμού ψυχής και σώματος, που χαρακτηρίζει τήν πεπτωκυία φύση. Στην προσευχή, τό σώμα παύει νά υποδουλώνεται στον αισθητό κόσμο. Ή φράση «προς εαυτό επιστρέφει [Σ.τ.μ.: Τό σώμα]», πού αναφέρει ό Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, σημαίνει ότι δέν είναι πλέον αποξενωμένο καί άρρωστο ενεργώντας παρά φύση· ξαναβρίσκει τήν αληθινή του φύση, έπανακτά τήν πνευματική του ευεξία, ασκώντας τίς διάφορες δυνάμεις του γιά τό Θεό, τόν πραγματικό τους σκοπό. Μέ τή συγκέντρωση πού απαιτεί, ή προσευχή επάγει «φυλακήν τών αισθήσεων» πού τελικά τίς μεταστρέφει απο την κατά σάρκα λειτουργία. Η προσευχή θεραπεύει καί όλες τίς υπόλοιπες δυνάμεις του σώματος· ενω  δρούσαν ανεξάρτητα άπό τό Θεό τίς «οδηγεί» στην κατά Θεό λειτουργία. Έτσι αξιώνει τή γλώσσα νά ομιλεί στό Θεό, για τό Θεό καί έν τω Θεώ μέ ειρήνη, γλυκύτητα, θάρρος, σεμνότητα· «ώτα δ' υπόκειται τοίς θείοις διδάγμασιν, ουχ ώστε άκούσαι μόνον αυτών, άλλ' ώστε κατά το δαβιδικόν μεμνήσθαι τών εντολών του Θεού του ποιήσαι αύτάς" (Ψαλμ. 102,18), ούκ άκροατήν έπιλησμονής γενόμενον» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Τριάδες, 2,2,20). Χάρη στην προσευχή επίσης «γλώσσα, χείρες τε καί πόδες ύπηρετώσιτοις θείοις θελήμασιν» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Τριάδες).
Άπ' όσα μέχρι τώρα προηγήθηκαν, συνάγεται ότι ή προσευχή καθιστά τόν άνθρωπο πραγματικά ελεύθερο. Τόν απελευθερώνει άπό τήν περιοριστική καί δουλόφρονα σφαίρα επιρροής του πεπτωκότος εγώ του, γιά νά τόν οδηγήσει σέ άνοιγμα στο άπειρο του Θεού. Θεραπεύοντας τον άνθρωπο άπό τήν αμαρτία καί τά πάθη του, τόν απελευθερώνει από τη δουλεία τους καί από όλα τά παθολογικά αποτελέσματα τους. Σύμφωνα μέ τό λόγο του 'Αποστόλου Παύλου, ό άνθρωπος «έλευθερούται άπό τής δουλείας τής φθοράς» (Ρωμ. 8,21). Ή προσευχή τόν εξάγει άπό τήν αποξένωση πού τόν είχε οδηγήσει ή αμαρτία. Σταματά νά κινείται μέ τήν επιρροή ξένων δυνάμεων, νά υποτάσσεται εις «τήν οικούσαν έν αυτώ άμαρτίαν» (Ρωμ. 7,17· 20,23)· βρίσκει καί πάλι στό Θεό τό πραγματικό είναι του καί ενεργεί έτσι αληθινά διά του εαυτού του. Τό μοναδικό γεγονός ν' αποκτήσει καί πάλι έν τώ Θεώ τή φύση του του προσφέρει τήν ελευθερία, γιατί, όπως υπενθυμίζει ό 'Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, αυτή συνίσταται στην ταύτιση μέ τή δική του φύση και τή συμμόρφωση μ΄ αύτή. Ή προσευχή καθιστά τόν άνθρωπο ελεύθερο, γιατί προσανατολίζει καί πάλι τήν επιθυμία καί τή θέλησή του προς τό Θεό, τό φυσικό τους σκοπό, καί γιατί, όπως τήν όρίζει ό 'Άγιος Διάδοχος Φωτικής, ή ελευθερία συνιστά «ψυχής λογικής θέλησιν ετοίμως κινουμένην εις όπερ αν καί θέλοι» (ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγoς ασκητικός, 5). Τέλος ή προσευχή ελευθερώνει τόν άνθρωπο, γιατί δι' αυτής λαμβάνει τό φώς του Αγίου Πνεύματος· αυτό φωτίζοντας τή διάνοια του τόν απελευθερώνει όχι μόνο άπό τά λάθη του, καί άπό τίς ψευδαισθήσεις, τά φαντάσματα καί τά παραληρήματα, που επιβάλλονται στίς γνωστικές του δυνάμεις από τήν αμαρτία καί τά πάθη· επίσης αντίστοιχα του έπιτρέπει νά γνωρίσει, -καί τό έχουμε δει-, σύμφωνα μέ τήν ύψιστη μορφή νόησης, τήν αλήθεια πού ελευθερώνει (Ίωάν. 8,31). Καθώς ό άνθρωπος στην προσευχή γνωρίζει τό αληθές Αγαθό, καί τείνει προς αυτό, χωρίς σκέψη ή διχασμό, ή έλευθερία του σ' αυτή τήν περίπτωση δέν είναι αυτή ή ατελής, πού άμφιταλαντεύεται· είναι ή τέλεια, πού κινείται αμέσως καί αυθόρμητα προς τόν Άγαθό. Ενωμένος μέ τό Θεό διά τής προσευχής, γίνεται μέτοχος Άυτού· έτσι ό άνθρωπος εισέρχεται «εις τήν έλευθερίαν τής δόξης τών τέκνων του Θεού» (Ρωμ. 8,21), δηλαδή γίνεται μέ ενεργό (συμ)μετοχή, ελεύθερος στην ελευθερία του ίδιου του Θεού. 

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ

  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (2o ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (3o ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (4o ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (5ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (6ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (7ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (8ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (9ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (10ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (11ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (12ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (13ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (14ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (15ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (16ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (17ο ΜΕΡΟΣ)
  • ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (18ο ΜΕΡΟΣ)


  • Η ΘΡΟΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟ ΦΑΝΑΡΙ


    Κωνσταντινούπολη, ρεπορτάζ-φωτογραφίες του Νικολάου Μαγγίνα

    Με εκκλησιαστική τάξη και μεγαλοπρέπεια εορτάζεται σήμερα στο Φανάρι η μνήμη του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου, ιδρυτή της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Ιεράρχες, κληρικοί και μοναχοί από κάθε γωνιά του πλανήτη, Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ρώμης, εκπρόσωποι Ορθοδόξων Εκκλησιών, Κυβερνήσεων και Διπλωμάτες καθώς και πλήθος πιστών έχουν συρρεύσει στις Αυλές τις Μητρός Εκκλησίας για την Θρονική Εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

    Στην πανηγυρική θεία λειτουργία που τελέστηκε στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου προεξήρχε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και συμμετείχαν οι Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος Αθανάσιος, Γέρων Δέρκων Απόστολος, Ιταλίας Γεννάδιος, Σύμης Χρυσόστομος, Μιλήτου Απόστολος, Προικοννήσου Ιωσήφ, Πίτσμπουργκ Σάββας, Κισσάμου και Σελίνου Αμφιλόχιος, Κιλκισίου Εμμανουήλ και Ζακύνθου Διονύσιος. Παρέστησαν συμπροσευχόμενοι Ιεράρχες του Θρόνου και άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
    Επίσης, μεταξύ άλλων, ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος Κωνσταντίνος Τσιάρας, ο Άρχων Μέγας Λογοθέτης της ΜτΧΕ Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη Νικόλαος Ματθιουδάκης και Άρχοντες της ΜτΧΕ.
    Όπως έχει καθιερωθεί στον εορτασμό της Θρονικής Εορτής παρίσταται Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ρώμης υπό τον Καρδινάλιο Κοχ, Συμπρόεδρο της Μικτής Επιτροπής για τον διάλογο ανάμεσα στην Ρωμαιοκαθολική με την Ορθόδοξη Εκκλησία.



    ΠΗΓΗ ''ΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ''

    ΑΠΟ ΤΗΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗN ΣΑΛΠΙΓΓΑ» ΕΙΣ ΤΟΝ «ΟΡΘΟΔΟΞΟN ΤΥΠΟN»


    Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ


    1. Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ἐπικοινωνίας μὲ τὸ πλήρωμα, πληροφόρησης τοῦ λαοῦ καὶ πνευματικῆς οἰκοδομῆς του—ὄψεις τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου, ποὺ διακονεῖ μὲ τὴ μεγαλύτερη ἀποτελεσματικότητα ὁ ἐκκλησιαστικὸς τύπος—ἀποτέλεσαν αἴτημα σπουδαιότατο γιὰ τὴνἙλλαδικὴἘκκλησία τῆς μετεπαναστατικῆς περιόδου. Τὸ ἱερὸ κήρυγμα καὶ οἱ ἐπισκοπικὲς ἐγκύκλιοι κάλυπταν μέχρις ἑνὸς σημείου αὐτὲς τὶς ἀνάγκες, ἀλλὰ ἡ ἔλλειψη ἑνὸς περιοδικοῦ ἐντύπου, ποὺ θὰ ἔφθανε μέχρι τὰ σπίτια τῶν πιστῶν, ὅταν μάλιστα οἱ διάφορες προπαγάνδες μὲ πρώτους τοὺς Μισσιοναρίους διέθεταν στὸ χῶρο αὐτὸ αὐξημένες δυνατότητες, ἦταν ἰδιαίτερα αἰσθητή. Πολὺ περισσότερο μάλιστα μετὰ τὴ νέα τάξη πραγμάτων, ποὺ ἐπέβαλε ἡ ἔλευση τοῦ βασιλέαὌθωνα καὶ ἡ βαυαροκρατία (1833 κ.ἑ.).
    Μὲ τὴ βαυαροκρατία ἀρχίζει ἡ «βαβυλώνια αἰχμαλωσία» τῆς Ἐκκλησίας τῆςἙλλάδος, ἡ ἀπόλυτη δηλαδὴ πολιτειοκρατία, μὲ ἀπροσμέτρητες συνέπειες στὴν πορεία τῆςἘκκλησίας καὶ ὅλης τῆς ἐθνικῆς ζωῆς.Ἡ ἀντικανονικὴ ἀνακήρυξη τοῦ αὐτοκέφαλου (22.7/4.8.1833) παρέδιδε τὴ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας στὰ χέρια τῆς Πολιτείας, καὶ ἡ καθιέρωση τῆς “ἀριστίνδην Συνόδου” δημιουργοῦσε μία “κωφάλαλη” ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή, δοτή, δηλαδὴ διορισμένη ἀπὸ τὸ Βασιλέα καὶ ὑποχρεωμένη νὰ λειτουργεῖ ὡς πειθήνια ἐντολοδόχος του.Ἔτσι, δημιουργήθηκε τὸ πλαίσιο, ποὺ ἐπέτρεπε κάθε εἴδους καινοτομία, σύμφωνα μὲ τὶς θελήσεις καὶ προϋποθέσεις τῆς βαυαρικῆς ἐξουσίας,ὥστε δίκαια ὁ μέγας Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος νὰ γράφει στὴν Τριακονταετηρίδα του (σ. 282): «Ἰδοὺ γέγονε τὰ πάντα κενά». ΤΟΝ ΑΣΦΥΚΤΙΚΟ κλοιὸ τῆς Ἐκκλησίας ἔσφιγγε ἀκόμη περισσότερο ἡ ἐξωτερικὴ πίεση, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὴ φθοροποιὸ δράση τῆς ξένης προπαγάνδας, τῶν Μισσιοναρίων, ποὺ μὲ τὴν ὑποστήριξη καὶ συνδρομὴ τῆς Πολιτείας ἐργάζονταν γιὰ τὸν ἐκπροτεσταντισμὸ τῆς Ἑλλάδος. Μὲ τὸ πρόσχημα τῆς «χριστιανικῆς φιλανθρωπίας» (Κ. Οἰκονόμος) ἵδρυαν σχολεῖα, ποὺ ἀποτελοῦσαν «δούρειους ἵππους» στὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα, καὶ μὲ τὰ ποικίλα ἔντυπά τους, ποὺ ἄφθονα τύπωναν τὰ προτεσταντικὰ τυπογραφεῖα τῆς Μάλτας, ἔσπειραν τὶς ἰδέες τους, ποὺ κυκλοφοροῦσαν ἔτσι ὄχι μόνο ἐλεύθερα, ἀλλὰ ἐλλείψει ἐκκλησιαστικοῦ τύπου καὶ χωρὶς δυνατότητα ἀνασκευῆς τους. Βέβαια, κάποια τέτοια δυνατότητα προσέφεραν ἰδιωτικὰ δημοσιογραφικὰ φύλλα, ὅπως ἡ ἐφημερίδα «Ἀθηνᾶ» τοῦ Ἐμμ. Ἀντωνιάδου καί, ὁ «Σωτὴρ» τοῦ Νικολάου Σκούφου, ἐκδιδόμενες στὸ Ναύπλιο. Δὲν ἦταν ὅμως ἐκκλησιαστικὰ φύλλα ἀλλὰ πολιτικά, ποὺ μὲ τὰ δημοσιεύματά τους συχνὰ δημιουργοῦσαν προβλήματα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ πρώτη ἦταν φιλοαγγλικὴ καὶ ἡ δεύτερη φιλογαλλική,καὶ οἱ δύο δηλαδὴ δυτικόφιλες!
    Πῶς ἦταν, συνεπῶς, δυνατὸ νὰ στηριχθεῖ σ᾽ αὐτές ἡ Ἱεραρχία, ποὺ ἀναζητοῦσε τρόπο νὰ διοχετεύει, ἔστω καὶ πλάγια, στὸ λαὸ τὴν ἀντίδραση καὶ διαμαρτυρία της γιὰ τὰ τεκταινόμενα ἀλλὰ καὶ τὸν πόνο, ποὺ τῆς προκαλοῦσε τὸ ἁλυσόδεμά της.

    2. Η ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ τοῦ Α΄ τόμου τῆς «Μεταφράσεως Βάμβα» (1834) ἦταν ἡ σταγόνα, ποὺ ἔκαμε τὸ ποτήρι νὰ ξεχειλίσει. Ἡ ἀγγλικὴ Βιβλικὴ Ἑταιρεία, μὲ κύριο συνεργάτη της τὸν Ἕλληνα κληρικὸ Νεόφυτο Βάμβα, κυκλοφοροῦσε στὸν ἑλληνικὸ λαὸ μετάφραση τῆς Π. Διαθήκης ἀπὸ τὸ ἑβραϊκό, μὲ πρόσχημα τὴν πιστότητα στὴν ἐπιστήμη (τὸ ἑβραϊκὸ εἶναι τὸ πρωτότυπο τῆς Π. Διαθήκης), μὲ ἀληθινὸ στόχο ὅμως «ν᾽ ἀντιτάξωσιν αὐτὴν (δηλαδὴ τὴ Μετάφραση) εἰς τὴν ὡς κανονικὴν παραδεδεγμένην παρὰ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας μετάφρασιν τῶν Ἑβδομήκοντα, νὰ ἐξασθενίσωσιν ἢ ν᾽ ἀφαιρέσωσιν ὅλως αὐτῆς τὸ κῦρος καὶ νὰ ρίψωσιν οὕτως εἰς ἀμφιβολίας τοὺς ἀναγνώστας αὐτῆς...» (ἔγγραφο τῆς Συνόδου πρὸς τὸ Ὑπουργεῖο – Γραμματεία, ἀριθμ. 1668/4.9.1834).
    Στὶς 21.6.1834 δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα Σωτὴρ (φιλογαλλική!) (ἀρ. 45, σ. 187) ἄρθρο ἐναντίον τῆς Μεταφράσεως, γραμμένο ἀπὸ τὸν «ἱεροκήρυκα Γερμανό», μία μορφὴ τῆς νεότερης ἱστορίας μας, ποὺ πρέπει νὰ μελετηθεῖ κάποτε συστηματικά. Ξέρουμε ὅτι εἶχε διορισθεῖ κατὰ τὴν Ἐπανάσταση (1822) ἱεροκήρυκας, μαζὶ μὲ ἄλλους λόγιους κληρικοὺς (Βλ. Οἰκονόμου, ὅπ. παρ. σ. 73).Τὸ δημοσίευμα τοῦ Γερμανοῦ, ἀσφαλῶς μετὰ ἀπὸ συνεννόηση μὲ τὴν Ἱεραρχία, δημιούργησε τὸν ἀναγκαῖο θόρυβο, γιὰ νὰ «τολμήσει» ἡ Σύνοδος νὰ στείλει τὸ παραπάνω ἔγγραφό της στὸ Ὑπουργεῖο, στηριζομένη βέβαια στὴ «Διακήρυξη τῆς Ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας» (ἀρθρ. 11), ποὺ ἔδινε τὸ δικαίωμα στὴ Σύνοδο νὰ «ἐπαγρυπνεῖ» γιὰ «τὸ περιεχόμενον τῶν εἰς χρῆσιν τῆς νεολαίας καὶ τῶν ἐκ τοῦ Κλήρου προσδιωρισμένων καὶ περὶ θρησκευτικῶν ἀντικειμένων πραγματευομένων βιβλίων». Η ΑΠΛΗ διαμαρτυρία ὅμως δὲν θεωρήθηκε —καὶ οὔτε ἦταν— ἀρκετή. Ἔγινε αἰσθητὴ ἡ ἔλλειψη κατάλληλου δημοσιογραφικοῦ ὀργάνου στὰ χέρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ταυτόχρονα ὁ Γερμανός, «καὶ οἴκοθεν ὁρμήσας, θαρρυνθεὶς δὲ καὶ ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου», ἀνέλαβε τὴν ἔκδοση «ἐφημερίδος ἐκκλησιαστικῆς», τῆς «Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος» (Οἰκονόμος, ὅπ. παρ., σ. 300). Ἀπὸ τὴν πρώτη δηλαδὴ στιγμὴ ἡ «Εὐαγγελικὴ Σάλπιγξ» ὀνομάζεται «ἐκκλησιαστικὴ ἐφημερίς», καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἀκριβολόγο Κ. Οἰκονόμο, γιατί, μολονότι φαινομενικὰ καρπὸς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας, ἀνελάμβανε «νὰ ἐξελέγχη πάσας τὰς κατὰ τῆς εὐσεβείας κενοφωνίας (sic!), ὅσας καὶ τὰ βιβλία καὶ τὰ διδασκαλεῖα τῶν ἐξαποστόλων διέσπειρον, οἱ δέ τινες καὶ διὰ τῶν ἐφημερίδων ἐνδημοσίευον», ἐνεργοῦσα σὰν στόμα, καὶ φωνὴ τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας. Ὅταν μάλιστα τὸν Ὀ κτώβριο τοῦ 1834 θὰ ἔλθει στὸ Ναύπλιο καὶ ὁ Κ. Οἰκονόμος καὶ θὰ ἀναλάβει οὐσιαστικὰ τὸν ἀντιπροτεσταντικὸ ἀγώνα τῆς «Σάλπιγγος», χαράζοντας καὶ τὴν ὅλη γραμμή της (βλ. Κ. Οἰκονόμου, «Περὶ τοῦ τὶς ὁ σκοπὸς τῆς Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος», στὸ ἔργο: Τὰ σωζόμενα Ἐκκλησιαστικά... τοῦ Κ. Οἰκονόμου, τόμ. Α, σ. 516–521), ἡ ἐφημερίδα θὰ ἀποβεῖ κυριολεκτικὰ φύλλο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπλο της ἐναντίον τῶν προπαγανδῶν καὶ ἀκρόπολη τοῦ ἀντιπροτεσταντικοῦ ἀγώνα.
    Ὅπως μᾶς δόθηκε ἀλλοῦ ἡ εὐκαιρία νὰ ἀναπτύξουμε (βλ. Γ.Δ. Μεταλληνοῦ, Τὸ ζήτημα τῆς Μεταφράσεως τῆς Ἁγ. Γραφῆς εἰς τὴν νεοελληνικήν..., Ἀθῆναι 1977, σ. 363 ἐ.ἔ.), οἱ Μισσιονάριοι θεωροῦσαν τὴ «Σάλπιγγα» καὶ τὸ Γερμανό, μαζὶ δὲ καὶ τὸν Οἰκονόμο, τοὺς περισσότερο ἐπικίνδυνους ἀντιπάλους τους. Τρανὴ ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας ἡ ἔκρηξη χαρᾶς τοῦ ἄγγλου
    Μισσιονάριου H.D. Leeves μετὰ τὴν ἐξορία τοῦ ἐκδότη τῆς «Σάλπιγγος» Γερμανοῦ στὶς 26.11.1836: «Πορευόμεθα πολὺ εἰρηνικά... Μία ἐξήγηση γι᾽ αὐτὸ μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ ὅτι ὁ μεγάλος διώκτης μας Γερμανὸς βγῆκε ἀπ᾽ τὴ μέση καὶ ἡ Σάλπιγγά του ἐσίγησε»... (Γ. Μεταλληνοῦ, ὅπ. παρ., σ. 363). «Ὁ ἱεροκῆρυξ Γερμανὸς καὶ ἡ Εὐαγγελικὴ Σάλπιγξ ἐδημιούργησαν εἰς τοὺς Μισσιοναρίους τὴν μεγαλυτέραν φθοράν, ἀνεπλήρωσαν δὲ τὴν ἕνεκα ἀδιαφορίας ἢ ἀδυναμίας ἐλλειπῆ ἀντίδρασιν τῶν ἐκ τῶν ἰθυνόντων» (αὐτόθι, σ. 364).
    Ἡ «Εὐαγγελικὴ Σάλπιγξ» – «σύγγραμμα περιοδικόν, θεολογικόν, ἠθικὸν καὶ ἱστορικόν», ὅπως αὐτοχαρακτηριζόταν– ἐκδιδόταν ἀπὸ τὸ 1834 μέχρι τὸ 1836 στὸ Ναύπλιο καὶ ἀπὸ τὸ 1836 μέχρι τὸ 1838 στὴν Ἀθήνα, μὲ διακοπὲς λόγω τῶν περιπετειῶν τοῦ ἐκδότη της, συνεπείᾳ τῶν ἐναντίον του διώξεων τῶν ἀντιπάλων, ποὺ δὲν ἦσαν καὶ λίγοι – ἐξωτερικοὶ καὶ ἐ σωτερικοί.
    Ἡ κυκλοφορία της, δηλαδή, συνδέθηκε μὲ μία ἡρωικὴ περίοδο τοῦ ἑλλαδικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τύπου. Στὶς 15.4.1838 ἡ Σύνοδος πρότεινε τὸ διορισμὸ ἕξι Ἱεροκηρύκων, ἕνας ἀπὸ τοὺς ὁποίους, ἦταν ὁ Γερμανός. Τὸ Ὑπουργεῖο ὅμως τὸν ἀπέκλεισε! Ἀπὸ τότε σταματᾶ ἡ ἔκδοση τῆς «Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος» καὶ χάνονται καὶ τὰ ἴχνη τοῦ Γερμανοῦ (βλ. Κ. Οἰκονόμου, μν, ἔργ.. τ. Β. σ. 390, 395). Εἶναι ἕνα πρόβλημα, ποὺ ἀναμένει τὴ λύση του καὶ ποὺ ἀσφαλῶς μόνο μέσα ἀπὸ τὰ
    ἀρχεῖα μπορεῖ νὰ δοθεῖ.
    ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐκδόσεώς του τὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο», ἔχω τὴν βεβαιότητα —καὶ δὲν εἶμαι ἀσφαλῶς ὁ μόνος— ὅτι τὴν θέση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σάλπιγγος γιὰ τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα καὶ ὄχι μόνο τὸ ἐν Ἑλλάδι, διότι ἔχει γίνει δεκτὴ ἡ ἐφημερίδα καὶ ἀπὸ τὸν λοιπὸ Ὀρθόδοξο κόσμο, ἔχει καταλάβει ὁ Ὀρθόδοξος Τύπος, ποὺ συνεχίζει μὲ θαυμαστὴ πιστότητα τὴν παράδοση, ποὺ ἐγκαινίασε ἡ Ἐφημερίδα τοῦ Ἱεροκήρυκος Γερμανοῦ. Χωρὶς νὰ θέλουμε νὰ ἀμφισβητήσουμε τὴν οὐσιαστικὴ προσφορὰ τῶν ἐπισήμων ἐκκλησιαστικῶν ἐν τύπων, ὅπως λ.χ. ἡ «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» ὑπὸ τὸν ἀείμνηστο Γιάννη Χατζηφώτη, εἶναι πέρα πάσης ἀμφιβολίας, ὅτι ὁ «Ο.Τ.» συνεχίζει μὲ μεγαλύτερη συνέπεια, σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὴ στάση ἀπέναντι στὴν οἰκουμενιστικὴ πλάνη καὶ παραφροσύνη, τὴν μαρτυρία καὶ ὁμολογία τῆς «Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος». Ἐκείνη πρώτη καθόρισε τὴν ἀναγκαία δεοντολογία στὶς στοχοθεσίες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Τύπου, ὡς ἐκφραστοῦ ὁλοκλήρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, «σαλπίζουσα τῆς ἀληθείας τὸ κήρυγμα καὶ καθιστῶσα τοὺς Ὀρθοδόξους προσεκτικοὺς πρὸς τὰς σκοτεινὰς ἐπιβουλὰς τῶν ἀλλοφύλων», στοὺς ὁποίους —ἐν πρώτοις— ἀνήκουν οἱ ἑτερόδοξοι οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ οἱ συμφρονοῦντες αὐτοῖς «ὁμόφυλοι» ἀλλ᾽ ὄχι καὶ ὁμόδοξοι! Ὁ «Ο.Τ.» σήμερα, ὅπως ἡ «Ἐκκλησιαστικὴ Σάλπιγξ» τὸν 19ο αἰώνα, μὲ τὸ νὰ ρίπτει τὸ βάρος (ἐνοχλητικὰ γιὰ κάποιους) στὸν ἀντιοικουμενιστικὸν ἀγώνα, προσφέρει διακονία σημαντικὴ ὄχι μόνο στὸ σῶμα τῶν Πιστῶν, ἀλλὰ καὶ σ᾽ αὐτὴ τὴν Ἱεραρχία μας, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς μὲ ἀνακούφιση καὶ χαρὰ βλέπει στὸν «Ο.Τ.» κείμενα, ποὺ τὰ ἐν στενῇ ἐννοίᾳ ἐκκλησιαστικὰ φύλλα, δύσκολα (ἢ καὶ καθόλου) μποροῦν νὰ δημοσιεύσουν.



    ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ.ΦΥΛ. 1952


    ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΑ




    ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ: «ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΜΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟ»


    Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση

    Στην ἐποχή μας μόνο τὰ μωρὰ δὲν ἔχουν κινητὸ τηλέφωνο.Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἔχουν τὸ κινητό τους καὶ συνεχῶς μιλοῦν καὶ ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους. Ὅπου καὶ νὰ βρίσκονται παίρνουν τηλέφωνο. Παντοῦ ἀκούγονται ποικίλες μουσικές, ποὺ εἶναι ἐπιλογὴ τῶν κατόχων τῶν τηλεφώνων. Ἀκόμα καὶ μέσα στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς χτυποῦν τηλέφωνα.
    Θὰ ἔλεγα ὅτι καὶ οἱ ἀναχωρητὲς ἔχουν κινητὸ τηλέφωνο, παρόλο, ποὺ ἔχουν ἐπιλέξει τὴν ἀπόκοσμη ζωὴ καὶ ἔχουν ἀπαρνηθεῖ συγγενεῖς καὶ φίλους. Ἐλάχιστοι εἶναι πιὰ ἐκεῖνοι, ποὺ συνειδητὰ ἀρνοῦνται τὸ κινητὸ τηλέφωνο καὶ περιορίζονται μόνο στὸ σταθερὸ τοῦ σπιτιοῦ τους. Θεωροῦν πολὺ ἐνοχλητικὸ ὁποιαδήποτε ὥρα καὶ σὲ ὁποιοδήποτε τόπο νὰ τοὺς ἀναζητοῦν καὶ νὰ γίνονται κοινωνοὶ τῶν προβλημάτων τῶν ἄλλων, περισπώντας τους ἀπὸ πνευματικὲς ἐνασχολήσεις, ποὺ προϋποθέτουν περισυλλογή, ἀφοσίωση καὶ ἀπόθεση βιοτικῶν μεριμνῶν. Πολλοὶ ἀδελφοὶ ἴσως νὰ θεωρήσουν παραδοξολογία τὰ ὅσα σημειώνω ἐδῶ.Ὅμως ἐπιμένω, γιατὶ πιστεύω ὅτι τὰ ὅσα λέγονται μέσῳ τῶν κινητῶν εἶναι περιττά, ἂν ὄχι καὶ ἐπιβλαβῆ. Λίγες εἶναι οἱ περιπτώσεις ὅπου ἔχουν κάποια ἀξία καὶ διευκολύνουν τὴ ζωή τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ γι᾽ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις εἶναι τὸ σταθερὸ τηλέφωνο τοῦ σπιτιοῦ, τοῦ γραφείου, τῆς πλατείας κ.λπ.

    Ἡ συνεχὴς τηλεφωνικὴ ἐπικοινωνία προκαλεῖ περισπασμὸ τοῦ νοῦ σὲ χίλιες δυὸ ὑποθέσεις, γεγονός ποὺ δυσκολεύει στὴν προσευχὴ καὶ γενικότερα στὴν πνευματικὴ ζωή. Πῶς νὰ ἐργαστεῖς κατὰ Θεόν, ὅταν γιὰ «ψύλλου πήδημα» τηλεφωνεῖς ἢ δέχεσαι τηλεφωνήματα;
    Ὅταν σὲ καταπονοῦν οἱ ἄλλοι μὲ ἄχρηστα θέματα καὶ ζητοῦν τὴ γνώμη σου γιὰ γελοῖα θέματα, λὲς καὶ ἔχουν χάσει τὴ λογικὴ ἢ βρίσκονται στὴν παιδικὴ ἡλικία; Ἀναφερόμενος στὴν κινητὴ τηλεφωνία, δὲν πρέπει νὰ ξεχάσω ὅτι ὁ συνειδητὸς χριστιανὸς ἐπιθυμεῖ πρωτίστως τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸ Θεὸ καὶ δευτερευόντως μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
    Μὲ τὸ τηλέφωνο συνομιλεῖ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Μὲ τὸ Θεὸ ὅμως πῶς θὰ συνομιλεῖ; Ἕνας μοναχὸς μοῦ εἶχε πεῖ κάποτε ὅτι καὶ αὐτὸς ἔχει κινητὸ τηλέφωνο καὶ μάλιστα μὲ πολλὲς δυνατότητες, καὶ μοῦ ἔδειξε τὸ πολυδουλεμένο κομποσχοίνι του! «Μὲ αὐτό, μὲ διαβεβαίωσε, συνομιλῶ μὲ τὸν Κύριο ἀνὰ πᾶσα στιγμή!
    Στὸ κινητὸ τηλέφωνο ὑπάρχουν τὰ πλῆκτρα, ἐνῶ ἐγὼ περνῶ τοὺς κόμπους καὶ ζητῶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ τὸ τηλέφωνο πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε συνεχῶς, ἰδίως στὴν ἐποχή μας ὅπου οἱ πειρασμοὶ εἶναι πολλοὶ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, καθὼς εἶναι ἀπορροφημένοι ἀπὸ τὶς βιοτικὲς μέριμνες».
    Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν αἰχμαλωτίστηκαν ἀπὸ τὴ σύγχρονη τεχνολογία καὶ μποροῦν ἐλεύθερα νὰ ἐπικοινωνοῦν μὲ τὸ Θεὸ μέσῳ τῆς ἀπερίσπαστης προσευχῆς, ἡ ὁποία δὲν χρειάζεται συσκευές, κεραῖες, ἀκουστικά, καλώδια κ.λπ.


    Ορθόδοξος Τύπος, 30/11/ 2012

    Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

    ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (18ο ΜΕΡΟΣ)


    Ή προσευχή συμβάλλει στην ειρήνευση του είναι, καθώς έχει τή δύναμη νά διαλύει τό φόβο καί ιδιαίτερα τήν πιό αθόρυβη καί ύπουλη μορφή του: τήν αγωνία. Είναι δύσκολο νά τήν πολεμήσουμε κατά μέτωπο με τήν αντιρρητική μέθοδο, δηλαδή προβάλλοντας επιχειρήματα εναντίον της· αυτό οφείλεται στό χαρακτήρα της: ή αγωνία είναι ιδιοπαθής, εκδηλώνεται δηλαδή χωρίς σαφές αίτιο. Συχνότατα συνδέεται μέ κάποια δαιμονική ενέργεια, είναι δυνατόν λοιπόν νά νικηθεί μόνο μέ τήν προσευχή. Ό Κύριος λέγει: «Έπικάλεσαί με εν ήμερα θλίψεως, καί έξελούμαί σε καί δοξάσεις με» (Ψαλμ. 49,15). Μόνη ή δύναμη του Θεού, τήν οποία ό άνθρωπος επικαλείται στην προσευχή του, είναι σέ θέση νά τόν θεραπεύσει άπό τή φοβερή αυτή ασθένεια· πράγματι ή νόσος εισχωρεί σ' όλα τά μέρη της ψυχής καί φθάνει μέχρι τό σώμα καί αφήνει τόν άνθρωπο πού έχει παραδοθεί σ' αυτήν τόσο περισσότερο αδύναμο, όσο είναι ή πηγή της αδυναμίας. Έτσι ό Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, μετά τόν Ψαλμωδό, συμβουλεύει: «Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους· ου γάρ εστιν εν τω ούρανώ καί επί της γης ίσχυροτερον οπλον. Απαλλαγείς της νόσου, ανύμνει τόν λυτρωσάμενον» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ, 20,7).
    Ή προσευχή όχι μόνο βάζει τέλος στην κίνηση των λογισμών, αλλά καταργεί επιπλέον τό μέγα πλήθος τους, καθώς μέ τήν ενέργεια της προσοχής πού προϋποθέτει, συγκεντρώνει όλους τους λογισμούς καί τους ενοποιεί: μοναδικός στόχος τώρα γιά όλες τίς δυνάμεις της ψυχής είναι ό λογισμός του Θεού. Τότε ό νους σταματά νά διαμελίζεται καί νά πολυδιασπάται σέ τόσες διαφορετικές σκέψεις, πού οδηγούν στην κατάσταση της αποξένωσής του άπό τόν αισθητό κόσμο· η ψυχή πάλι παύει νά περισπάται άπό τίς διάφορες δυνάμεις της σέ πολλές έννοιες, ενεργώντας σύμφωνα μέ αρχές καί γιά πολλαπλούς καί μή συναφείς σκοπούς. Μέ τήν προσευχή έπιτελείται ή ενοποίηση νού καί ψυχής καθολοκληρία. Όπως παρατηρεί ό Άγιος Μακάριος, ή ψυχή, τήν οποία ή αμαρτία είχε καταστήσει ερειπωμένο, ακατάστατο και ακαθαρτο σπίτι, ξαναβρίσκει τήν εύκοσμία, τήν τάξη καί τήν ομορφιά της.
    Όλες οι δυνάμεις της ψυχής, καθώς συμμετέχουν στην προσευχή, -όταν ό νους είναι ενωμένος μέ τήν καρδιά-, παύουν ν' αποξενώνονται άπό τόν αισθητό κόσμο καί νά λειτουργούν παρά φύση. Στρέφονται προς τό Θεό καί οι ίδιες ξαναβρίσκουν, δρώντας γι' Αυτόν, τήν ενέργεια στην προοπτική της οποίας δόθηκαν στον άνθρωπο άπό τό Δημιουργό. Άποκαθίσταται ή υγεία των ψυχικών δυνάμεων, καθώς άσκούνται σύμφωνα μέ τήν εντελέχειά τους. 
    Συνεπώς, σύμφωνα μέ παρατήρηση τοϋ Εύαγρίου, ή προσευχή τό «παθητικόν μέρος της ψυχής» θεραπεύει, δηλαδή  αφενός μέντήν έπιθυμητική δύναμη καί αφετέρου τή θυμοειδή δύναμη. Ή πρώτη παύει νά ορέγεται τά αισθητά, ώστε πλέον νά επιθυμεί τό Θεό μόνο. Ή δεύτερη πάλι σταματά ν' ασκείται εναντίον του πλησίον ή γιά νά οδηγήσει στην άπόκτηση αισθητών αντικειμένων πού εποφθαλμιά καί όρέγεται· αρχίζει τότε νά μάχεται εναντίον των δαιμόνων καί των λογισμών, -τόσο των πονηρών όσο καί των απλών-, πού προσπαθούν ν' αποσπάσουν τό νού άπό τήν προσευχή καί ν' απομακρύνουν τόν άνθρωπο άπό τό Θεό. 
    Ή προσευχή απελευθερώνει τόν άνθρωπο άπό τήν τυραννία πού του ασκεί ή φαντασία του καί τόν θεραπεύει άπ' όλες τίς παθολογικές εκδηλώσεις της· αυτό τό πετυχαίνει μέ τό νά αποκλείει, -ώστε νά παραμείνει καθαρή-, κάθε παράσταση οποιασδήποτε φύσης και κυρίως κάθε εικόνα. 
    Ή προσευχή θεραπεύει εξίσου καί τή μνήμη. Στην κατάστάση της αμαρτίας, αποτελεί ανάμνηση του κόσμου καί, επομένως, λήθη του Θεού, μέ αποτέλεσμα ή μνήμη να νοσεί καί μαζί μ' αυτήν όλες οι δυνάμεις, πού αυτή εξέτρεψε άπό  τήν πνευματική ζωή. Επομένως, γράφει ό Ησύχιος Ίεροσολυμίτης «τό κακόν πήμα της λήθης καί τά εξ αυτής ίάται ακριβής λίαν νοός φυλακή καί συνεχής πάνυ έπίκλησις του Κυρίου ημών Ίησού Χριστού· χωρίς γάρ αύτού ού δυνάμεθα ποιείν ούδέν» (Ησύχιος ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΗΣ, Περί νήψεως, 32). Άπό τότε ή μνήμη μετασχηματίζεται, μεταμορφώνεται καί, μέσα άπό τήν προσευχή, γίνεται λήθη του κόσμου και των πολλαπλών λογισμών του, και μνήμη Θεού.


    ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ

    1. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)
    2. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (2o ΜΕΡΟΣ)
    3. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (3o ΜΕΡΟΣ)
    4. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (4o ΜΕΡΟΣ)
    5. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (5ο ΜΕΡΟΣ)
    6. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (6ο ΜΕΡΟΣ)
    7. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (7ο ΜΕΡΟΣ)
    8. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (8ο ΜΕΡΟΣ)
    9. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (9ο ΜΕΡΟΣ)
    10. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (10ο ΜΕΡΟΣ)
    11. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (11ο ΜΕΡΟΣ)
    12. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (12ο ΜΕΡΟΣ)
    13. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (13ο ΜΕΡΟΣ)
    14. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (14ο ΜΕΡΟΣ)
    15. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (15ο ΜΕΡΟΣ)
    16. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (16ο ΜΕΡΟΣ)
    17. ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΑΣ (17ο ΜΕΡΟΣ)

    ΛΥΘΗΚΕ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥΣ!


    Διαβάζουμε απο το φιλοπατριαρχικό και φιλοοικουμενιστικό ιστολόγιο ''Ιδιωτική Οδός'' τα εξής μελιστάλακτα λόγια υπό τον τίτλο ''ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ''. To άρθρο έχει ως εξής:

    «Ζούμε την ακριβώς αντίστροφη νοοτροπία των αγίων Πατέρων, οι οποίοι αγωνίζονταν για τα πράγματα και όχι για τα νοήματα, για το πνεύμα και όχι για το γράμμα, για τη ζωή και όχι για τις λέξεις. Επίσης, οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας αγωνίζονταν με κάθε τρόπο να θεραπεύσουν και όχι να προγκίσουν από τον χώρο της σωτηρίας, να ελκύσουν και όχι να απωθήσουν, να συγκρατήσουν στο Σώμα του Χριστού και όχι να εκτοπίσουν. Αντ’ αυτών των ευγενών και εκλεπτυσμένων προαιρέσεων και προσωπικοτήτων έχουμε πλέον το ‘μεταπατερικό’ φαινόμενο των χωροφυλάκων και τελωνειακών της Ορθοδοξίας, με το πνεύμα της δικανικής αυστηρότητας και τις ιεροεξεταστικές διαθέσεις και πρακτικές.
    Το διαδίκτυο κατακλύζεται καθημερινά από θεολόγους και θεολογούντες - υποκλέπτοντες μάλλον το δικαίωμα της χρήσης του όρου και οικειοποιούμενους αθέσμως, ακόμψως και κακοτρόπως πολλάκις το περιεχόμενό του – οι οποίοι επιδίδονται σε έναν τιτάνιο αγώνα αποκάθαρσης της νοθευόμενης κατ’ αυτούς ορθοδοξίας από το γένος των οικουμενιστών, φιλοπαπικών και λοιπών ‘παραχαρακτών’ της πίστης. Με όλους αυτούς εξυφαίνεται μια ανατρεπτική, αποδομητική και αντεστραμμένη εικόνα της εκκλησιαστικής τάξης, όπου λαϊκοί ελέγχουν κληρικούς, το ποίμνιο εξισώνεται και υπερβαίνει την Ιεραρχία, ειδικά τους Επισκόπους, τους οποίους ‘για πλάκα’ σχεδόν εξυβρίζει, απαξιοί και αποκαθηλώνει παντί τρόπω, από τον πιο ύπουλο και τεχνήεντα έως τον πιο απροκάλυπτο, βάναυσο και χυδαίο. Στημένοι στη γωνία, καραδοκούντες να υφαρπάξουν ένα νεύμα, κάποιον λόγο, μια κίνηση που θα την περάσουν από την ψυχοπαθολογική τους κρησάρα ως εφάμαρτη και προδοτική. Δεν τολμάς, μάλλον δεν προλαβαίνεις να αρθρώσεις μια κουβέντα και αμέσως αθυμείς κάτω από το βεβαρημένο κλίμα της πιθανής σου στοχοποίησης. Ούτε κουβέντα δε να γίνεται για τη νηφάλια εκφορά θεολογικού, έστω επιστημονικού σχετικού λόγου• το ενδεχόμενο να καταταγείς, μάλλον να βαπτισθείς οικουμενιστής, αιρετιστής, παπίζων, βαρλααμιστής, βαπτισματικός, φραγκολατίνος, εκδυτικισθείς, κουλτουριάρης ή απλά υδαρής περί τα πνευματικά είναι περισσότερο από δεδομένο. Το ευχάριστο είναι – βάζοντας και δω καλό λογισμό κατά τον γερο Παΐσιο - ότι εισήγαγαν θρησκευτικούς νεολογισμούς εμπλουτίζοντες το σχετικό λεξιλόγιο, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για άστοχα ή παντελώς κενά και ανυπόστατα λεκτικά σημαίνοντα.
    Δε θα καταπιανόμουν και πάλι με τον πολιό ‘ομολογητή’ και ‘πρύτανη’ των εν Ελλάδι θεολόγων Ν. Σωτηρόπουλο, αν δεν αποτελούσε ενδεικτική περίπτωση και περιεκτικό φαινόμενο των εκκλησιο – θεολογικών τεκταινομένων της εποχής. Η συχνή τώρα τελευταία εμφάνισή του στον χώρο του διαδικτύου αποδείχνει για πολλοστή φορά πως του νεοφανούς φονταμενταλιστικού και νεοζηλωτικού θεολογίζοντος συρμού η ομώνυμη πειρατική θεολογούσα γενιά ξέρει μόνο να βρίζει και να καταδικάζει και όχι να απαντάει στα δικά της ατοπήματα ή τουλάχιστο να ακούει την όποια ετερότητα, ακόμα και αυτήν που εκφέρεται από ομόδοξα χείλη• θέλει μόνο να ενήδεται με τους εκβιασμένους επαίνους μιας κάστας ομοφρονούντων και όχι να ανακρίνεται κάτω από το φως της αλήθειας και της νηφαλιότητας• να μονολογεί σε εκδόσεις φιρμανίων αφορισμού αιρετιζόντων και να δρέπει επαίνους και δάφνες εσωτερικής κατανάλωσης παρά να ανακιρνάται στον αγώνα της Ορθοδοξίας για διάλογο με τη σύγχρονη μετανεωτερικότητα. Κρυμμένοι όπισθεν ψευδασφαλίσεων που παρέχει το γράμμα του νόμου και εμμονών σε τύπους και εν πολλοίς αυθαίρετων ερμηνειών της εκκλησιαστικής ιστορίας και παράδοσης, βάλλουν ανελέητοι κατά των ταγών της Ορθοδοξίας, καθαιρούντες, μηνύοντες, ευτελίζοντες και διυλίζοντες προθέσεις και ενέργειες με μια άκρως ψυχρόαιμη λογική και διάθεση, εξοβελίζοντας κάθε ίχνος διάκρισης και αγαπητικής διάθεσης. Κρατάνε την κόλαση στο χέρι και την ανεμίζουν απειλητικά πάνω από τα κεφάλια σχεδόν όλων εκείνων που τους ‘κάθονται στραβά’ από άποψη δογματικής ακρίβειας, την οποία μετέτρεψαν σε ποινικό κώδικα και εαυτούς όργανα της τάξης μιας ιδιοσύστατης εκτελεστικής εξουσίας, στην οποία προΐστανται οι λίγοι και εκλεκτοί, οι καθαροί, κάτι που εξωτερικεύουν ενίοτε ανερυθρίαστα, ως πρόσφατα ο πολιός: «διωγμοὶ καὶ περιπέτειες γιὰ τὴν Πίστι εἶνε προνόμια τῶν ὀλίγων καὶ ἐκλεκτῶν» φαντασιωνόμενος τη σχετική ευλογία περί εαυτού και λάθρα εν εαυτώ οιόμενος διακρίσεις υπεροχής, ως πλανώνται σχετικώς πλείστοι όσοι περί αυτόν.
    Επιδιδόμενος στο εξαρτησιογόνο χόμπι του να επιθεωρεί και ελέγχει ορθοδόξους Επισκόπους με προεξάρχοντα στην εμμονική του αντιπάθεια τον Οικουμενικό, φαίνεται πως δε διακρίνει ούτε τους και υπό των συντηρητικών αναγνωρισθέντες ως ‘παραδοσιακότερους’ και ‘ευλαβέστερους’, όπως τον Ναυπάκτου, ο οποίος τα ‘άκουσε’ κανονικότατα σαν σχεδόν αιρετίζων. Πλειστάκις από τον χώρο αυτό παρατηρήσαμε την αρρωστημένη αυτή τακτική και νοοτροπία του πολιού έναντι και άλλων Επισκόπων (βλέπε τον Αλεξανδρούπολης και τον Σιατίστης). Φέρων (δοκησισόφως) ο ίδιος την αποκλειστικότητα της ορθόδοξης ακρίβειας και ομολογιακής ακεραιότητας, μέσα από την πάγια θλιβερή του αυτή πρακτική προσπαθεί να περικρατήσει από την όποια πιθανή απώλεια ή αμφισβήτηση το κεκτημένο του ομολογιακού του οφικίου. Σχιζοφρενικός θεολογικά προσφωνεί στο ίδιο κείμενο άλλοτε με τον κανονικό τους τίτλο και άλλοτε εντός εισαγωγικών τους Επισκόπους, αποκαλύπτοντας μέσα στην ειρωνεία του τη συγκεχυμένη εκκλησιολογική του συνείδηση. Χωρίζει τους μητροπολίτες σε ευσεβείς και – λογικῇ ἀκολουθίᾳ - ασεβείς, αγωνιστές και προδότες, και κλιμακωτά υποβιβάζει τον Παναγιότατο από Πατριάρχη σε απλό λαϊκό (δια της κλητικής προσφώνησης κ. Βαρθολομαίε). Στη συνέχεια ευφαντάστως εγκαλεί τον Οικουμενικό για ανεπίσημη ένωση με τους ρωμαιοκαθολικούς και προχωρά απροκάλυπτα σε κάλεσμα για αποτείχιση, δηλαδή απόσχιση από την Εκκλησία και πρόκληση νέου ‘παλαιοημερολογιτισμού’ εν Ελλάδι: «θὰ ἐξεγερθοῦν, θὰ σᾶς καταγγείλουν ὡς αἱρετικούς, θὰ σᾶς ἀποκηρύξουν, καὶ θὰ διακηρύξουν, ὅτι αὐτοί, οἱ πιστοί, αὐτοὶ εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Oἱ δὲ πιστοὶ Ἀρχιερεῖς θὰ χειροτονήσουν νέους Ἀρχιερεῖς, πιστούς, ἀδιαβλήτους, ἐκλεκτούς, καὶ θὰ δημιουργηθῇ νέα Ἱεραρχία, Ὀρθόδοξη, ἀνταποκρινομένη στὶς κρισιμώτατες περιστάσεις τῶν χαλεπῶν καιρῶν μας. Oἱ καλοὶ Ἀρχιερεῖς ἂς σκέπτωνται ἀπὸ τώρα πῶς θὰ μεθοδεύσουν τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς Πίστεως». Για να μην είμεθα μόνον απορριπτικοί, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι κλείνει με προτροπή στον Βαρθολομαίο (τον ξανακάνει ευτυχώς Πατριάρχη!) για μετάνοια με παράλληλη υπόμνηση της ταυτόχρονης χαράς του εκκλησιαστικού πληρώματος. Συνυπολογίζοντας, βέβαια, τα προλαληθέντα, αφεύκτως θυμόμαστε και πάλι την παροιμία «να σε κάψω Γιάννη μ’, να σ’ αλείψω λάδι».
    Μετ’ ου πολύ περιέλαβε παραδόξως και τον άγιο Ναυπάκτου. Ενοχλήθηκε με τη φιλική υποδοχή του Πατριάρχη από τον τελευταίο, διότι το συνδέει με ανακολουθία λόγων και έργων, που εδώ ταυτίζεται με έμμεση προδοσία της πίστεως, εφόσον εν τοις πράγμασι – κατ’ αυτόν – δεχόμενος έναν ‘αιρετικό’ στην επαρχία σου, εν ταυτώ αποδέχεσαι τα πιστεύω του! Στη φράση «ἂς ἐπιτραπῇ νὰ κάνωμε δύο μόνο παρατηρήσεις. Λέγουμε «δύο μόνο», διότι δυνάμεθα νά κάνωμε περισσότερες, ἀλλ’ ἀρκούμεθα σὲ δύο» κάθε εχέφρων αναγνώστης βλέπει την ύπουλη υπονομευτική εξυπονόηση για πολλά λάθη – αιρέσεις στον Ναυπάκτου. Το προσπερνάμε ως ανάξιο σχολίων και βλέπουμε ευθύς αμέσως να βάλλεται ο Ιερόθεος για δογματικές ανακρίβειες, κολοσσιαίες (sic). Ας δούμε ενδεικτικά τη δεύτερη. Λέει επί λέξει: «γράφει ἐπίσης ὁ λόγιος Mητροπολίτης: «Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δίνεται μεγάλη σημασία στὴν θέωση, ποὺ συνίσταται στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῆς ὁράσεως τοῦ ἀκτίστου Φωτός». Kατ’ αὐτὴ τὴ διατύπωσι ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ θέωσι ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ὅρασι τοῦ ἀκτίστου φωτός. Mὲ τὸ νὰ ἰδῇ κανεὶς τὸ ἄκτιστο φῶς ὀφθαλμοφανῶς. Ἀλλὰ τοῦτο εἶνε ἄλλο κολοσσιαῖο λάθος». Το προσφιλές του άθλημα να διαστρέφει τα λεγόμενα του αντιδίκου είναι εκπληκτικό στη συχνότητα και στην ποιότητά του. Εννοείται πως ο Ιερόθεος εν προκειμένω δεν αναφέρει πως θεώνεσαι μόνον με τη θέα του φωτός, αλλά ότι δίνεται μεγάλη σημασία στο γεγονός. Μεταξύ των δύο διατυπώσεων μέγα χάσμα εστί. Άλλωστε, είναι αδύνατο να κρίνουμε τις απόψεις του Ναυπάκτου επί του θέματος μέσα από την παράθεση μιας μόνο φρασούλας. Αυτό θα ανήκε άνετα στον χώρο της επιχειρηματολογικής αγυρτείας. Συνεχίζει: «καὶ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Nαυπάκτου κατὰ κόρον ὁμιλεῖ ὡς συγγραφεὺς καὶ ἱεροκήρυξ γιὰ τὸ ἄκτιστο φῶς, ἐρωτοῦμε: Aὐτὸς εἶδε ποτὲ τὸ ἄκτιστο φῶς ὀφθαλμοφανῶς;… Nὰ προσέχῃ πολὺ ὁ λόγιος Mητροπολίτης Nαυπάκτου κ. Ἱερόθεος τί λέγει καὶ τί γράφει». Η αυθάδεια της ερώτησης και της διάδοχης επίπληξης προς τον Μητροπολίτη τωόντι ξεπερνά πολλά όρια, δείχνοντας παράλληλα προς την πάλαι ποτέ ευσεβιστική αντιησυχαστική νοοτροπία και πολεμική των οργανώσεων.
    Ο πολιός αποτελεί τρανό δείγμα αυτής της κάκιστης συνήθειας της πολυσυλλεκτικής νεοομολογητικής ομάδας, που άρχισε να σεκτοποιείται με τη συνδρομή μοναχών και κληρικών όλων των βαθμών της ιερωσύνης. Ο θεολογικός λόγος, όταν διελέγχει και επιτιμά, το ποιεί εν αγάπη και διακρίσει. Σε αντίθετη περίπτωση, συνήθως, έχουμε πρόβλημα. Και στην ευκταία σκόπευσή του, αλλά προπαντός στην ουσία του και στην κατάσταση του υποστασιάζοντος αυτόν. Η έκκληση για μετάνοια επιστρέφεται όχι μόνο στον γράφοντα τα πιο πάνω, μα και σε όποιον αποφασίσει να μεταπηδήσει οικειοθελώς από το πνεύμα και τη θέση της μαθητείας και της ταπείνωσης σε εκείνην του διδάχου και της (κατα)κρίσεως».
    Κ.Ν.
    28/11/2012  


    Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

    ΠΟΙΟΣ ΑΠΟΚΑΛΕΣΕ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ «ΜΟΝΑΧΟΦΑΓΑΔΕΣ»;


    Διαβάζουμε απο το AMEN.GR:

    Τέλεση της Ακολουθίας του Ακαθίστου Ύμνου από Ορθόδοξο Ιερέα σε ΡΚαθολικό Ναό



    Η Ρωμαιοκαθολική ενορία της Εκκλησίας του Αγίου Πνεύματος στο Αννόβερο της Γερμανίας στο πλαίσιο εβδομαδιαίας έκθεσης ορθο
    δόξων εικόνων που πραγματοποιεί, προσκάλεσε τον ιερατικώς προϊστάμενο της Ελληνικής Ορθόδοξης ενορίας Τριών Ιεραρχών Αννοβέρου, αρχιμανδρίτη π. Γεράσιμο Φραγκουλάκη, να μιλήσει για τον Ακάθιστο Ύμνο και να τελέσει και την ακολουθία του.
    Ο π. Γεράσιμος ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση, μετέβη την Πέμπτη 22 Νοεμβρίου το απόγευμα, και αφού τέλεσε την ακολουθία του Ακαθίστου, στο μεγαλύτερο μέρος του, στην ελληνική γλώσσα μίλησε σχετικώς στους παρισταμένους. Στο τέλος έγινε συζήτηση και απαντήθηκαν ερωτήματα σχετικά με την ακολουθία.

    Οι μεν Ορθόδοξοι «μοναχοφαγάδες», οι δε Οικουμενιστές «πραγματικοί αγωνιστές και θεματοφύλακες της Ορθοδοξίας»!



    Διαβάζουμε το άρθρο του Αρχιμανδρίτη Γεράσιμου Φραγκουλάκη υπό τον τίτλο ''Το ποιος είναι Ορθόδοξος δεν λέγεται, αλλά φαίνεται!'' και αναφέρει τα εξής:


    «Κάτω στον Πειραιά, στο μουράγιο…»
    «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής». Και αύτη η γη εδημιουργήθη υπό του Θεού «εν σοφία», αλλά και εν αγάπη και κορωνίδα της Δημιουργίας ετέθη ο άνθρωπος.
    Μετά την απομάκρυνση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, λόγω της παρακοής, ετέθη σε λειτουργία το σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου, από τον ίδιο το Θεό. Και ενσαρκώνεται ο Λόγος του Θεού για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού. Και κατά την επί γης παρουσία Του φροντίζει να συμφιλιώσει τους ανθρώπους όχι μόνο με τον Θεό αλλά και μεταξύ τους. Ο ίδιος ο Κύριος μάλιστα προσεύχεται, λίγο πριν από το εκούσιο Πάθος Του, «ίνα πάντες εν ώσι…». Όμως ξαναυπεισέρχονται τα πάθη και οι αδυναμίες στις ανθρώπινες σχέσεις και καταλήγουν και πάλι σε διασπάσεις και διαιρέσεις.
    Απόμεινε να διακονεί και να καλλιεργεί το «ίνα πάντες εν ώσι…», η Ορθόδοξη Εκκλησία με τον ατόφιο, μοναδικό, αληθινό λόγο της και μέσα απ’ αυτή τη διακονία της καθιερώνεται και αναδεικνύεται ο ρόλος της ως Οικουμενικής. Γι’ αυτό και μπορούμε να αναφερόμαστε σε Οικουμενική Ορθοδοξία.
    Φαίνεται όμως πως κάποιοι Ορθόδοξοι θέλουν να είναι «μοναχοφαγάδες» και γι’ αυτό προσπαθούν να κλείσουν την Ορθοδοξία σε κλουβί ιδιοκτησίας τους και να την διαχειρίζονται, όπως θέλουν αυτοί και μόνο προς ίδιον όφελος!
    Εσχάτως μάλιστα έχουν επιδοθεί, κάποιοι εξ αυτών, σε αγώνα για να αποδείξουν πόσο ορθοδοξότεροι είναι από άλλους Ορθοδόξους. Και την υποτιθέμενη ανωτερότητά τους βέβαια την αποδεικνύουν όχι παρουσιάζοντας τα δικά τους πνευματικά επιτεύγματα αλλά προβάλλοντας δήθεν ανορθόδοξες ενέργειες άλλων. Και το φαινόμενο αυτό παρατηρείτε κυρίως μεταξύ των Ελλήνων Ορθοδόξων, οι οποίοι μονίμως έχουν στο στόμα τους την «καραμέλα» του Οικουμενισμού. Προσπαθούν δηλαδή, να βγουν μέσα από την ανυπαρξία τους κάνοντας θόρυβο, κουνώντας το δάκτυλο σε εκείνους, που επί μονίμου βάσεως βρίσκονται στο μετερίζι του αγώνα υπέρ των δικαίων της Ορθοδοξίας! Προκαλεί δε εντύπωση το γεγονός ότι στον πόλεμο τους αυτό αυτοχρίζονται «αντιοικουμενιστές» και στην πραγματικότητα σκιαμαχούν. Διότι με εκείνους που συνήθως τα βάζουν είναι οι πραγματικοί αγωνιστές και θεματοφύλακες της Ορθοδοξίας. Πολεμούν εναντίον Ορθοδόξων και αφήνουν ανενόχλητους τους πραγματικούς «λύκους» της πίστεως.
    Περισσότερο δε γίνονται προκλητικοί σήμερα, μια περίοδο κατά την οποία ο κόσμος πένεται, δυστυχεί, υποφέρει, απελπίζεται και αυτοί επιδίδονται σε αντιοικουμενιστικούς αγώνες, δηλαδή σε «επαναστατική» γυμναστική. Είναι ίσως το μόνο που μπορούν να προσφέρουν σε αυτό τον κόσμο, αντί να ανασκουμπωθούν και να δουν πώς θα συμβάλλουν στην ανακούφισή του. Όμως να είναι σίγουροι πως γίνονται αντιληπτοί και στο τέλος και αυτοί που πιστεύουν και αυτοί που δεν πιστεύουν, θα μας στέλνουν καραβιές στον «έξω από δω», όλους εμάς που λέμε ότι είμαστε διάκονοι και υπηρέτες του λαού του Θεού.
    Γι’ αυτό ας παύσουν οι αδικαιολόγητες αντιοικουμενιστικές κορώνες και ας ασχοληθούν πραγματικά με εκείνα που η αποστολή τους, ως κληρικών, ορίζει.
    Προ πάντων όμως, ας δείξουν τον απαιτούμενο σεβασμό προς την Εκκλησία και ας μην προσπαθούν να την αντικαθιστούν. Ή μάλλον να μην προσπαθούν να την σώσουν από εκείνους που δεν χρειάζεται σωτηρία.
    Προκαλεί θλίψη ο τρόπος με τον οποίον αναφέρονται σε εκκλησιαστικούς ταγούς που αναλώθηκαν ή αναλώνονται στον αγώνα υπέρ της Εκκλησίας, όπως έγινε τελευταία με τις αναρτήσεις στο διαδίκτυο κειμένων, από συμπρεσβυτέρους αδελφούς οι οποίοι έχουν Μητροπολίτη που η υπό την προεδρεία του «οικουμενιστή» Πατριάρχη Βαρθολομαίου, Ιερά Σύνοδος τον εξέλεξε στο επισκοπικό αξίωμα. Αναφέρονται κατά τρόπο απαράδεκτο και απαξιωτικό στους Οικουμενικούς Πατριάρχες Αθηναγόρα και Βαρθολομαίο. Και όσο μεν αφορά τον μακαριστό Πατριάρχη Αθηναγόρα, η ιστορία ήδη τον έχει κρίνει και τον έχει ονομάσει Μέγα. Τα θετικά για την Εκκλησία αποτελέσματα των ενεργειών του, μόνο οι εθελοτυφλούντες δεν μπορούν να τα δουν.
    Ο δε Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος αποτελεί τον αεικίνητο κήρυκα του Ορθοδόξου Λόγου, ανά την Οικουμένη. Αγωνιζόμενος πολεμείται. Διακονών απειλείται. Εν κινδύνω συχνά ευρισκόμενος, δεν φυγομαχεί, δεν τρομοκρατείται.
    Μπορεί ο καθένας να γράφει ό,τι νομίζει εφόσον δεν ξέρει τους αγώνες και τις αγωνίες του. Λίγες στιγμές αν ζήσει κάποιος κοντά του, θα μπορέσει να καταλάβει τους αγώνες του και να διαγνώσει τις αγωνίες του. Και δεν είναι βεβαίως απαραίτητο αυτό. Όλ’ αυτά μπορεί να τα δει κάποιος, αν δεν έχει «πνευματικές» τσίμπλες στα μάτια του.
    Αν κάποιος είναι πραγματικά Ορθόδοξος, δεν χρειάζεται να αποδείξει πόσο Ορθόδοξος είναι. Τελικά το ποιος είναι Ορθόδοξος δεν λέγεται, αλλά φαίνεται! 

    Κατά τον εν λόγω Αρχιμανδρίτη, οι μεν Ορθόδοξοι είναι «μοναχοφαγάδες», οι δε Οικουμενιστές «πραγματικοί αγωνιστές και θεματοφύλακες της Ορθοδοξίας»!!!

    Τα σχόλια δικά σας!!!

    Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΠΡΟΣ ΦΙΛΟΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ!


    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 

    ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 
    ᾿Ακτὴ Θεμιστοκλέους 190 
    185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ 
    Τηλ. 210 4514833 
    Fax 210 4518476 
    Πειραιεύς, 23 Νοεμβρίου 2012

    Πρός Τόν

    κ. Παναγιώτη Ἀνδριόπουλο
    Διαχειριστή τοῦ Ἰστολογίου
    «Ἰδιωτική Ὁδός»
    Ἀγαπητέ κ. Ἀνδριόπουλε,
    Ἀπαντῶντες στούς τελευταίους σχολιασμούς σας σημειώνουμε:
    1. Τό ἀδιαμφισβήτητο θαῦμα τοῦ πολιούχου Κερκύρας καί Πειραιῶς Ἁγίου Σπυρίδωνος τῆς 12ης Νοεμβρίου 1716 διασώζεται καί ἐναργῶς περιγράφεται ἀπό τόν διδάχο τοῦ Γένους Ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Πάριο στό ἔργο του «Οὐρανοῦ κρίσις» πού ἐκδόθηκε στήν Λειψία τῆς Σαξωνίας τό 1805 καί ἐμπεριέχεται στήν ἔκδοση τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Κερκύρας τοῦ 1951 ὑπό τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Κερκύρας κυροῦ Μεθοδίου δαπάναις τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνος στίς σελίδες 209-275 ὅπου καί ἡ Ἀκολουθία τοῦ Θαύματος γεγονός πού ἀποσιωπεῖτε. Συνεπῶς ἀποροῦμε πῶς τίθεται ζήτημα «λειτουργικῆς καινοτομίας καί λειτουργικῆς τάξεως». Ταυτοχρόνως γιά τούς ἀρνουμένους τήν ἀλήθεια τοῦ πράγματος καί τή σημασία του ἀπάντηση ἀποστομωτική δίδει ὁ κενός χῶρος, παρά τό ἀδιαλώβητο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου στόν Ἱ. Ναό τοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνος Κερκύρας, ὅπου θά ἐτοποθετεῖτο τό ἀλτάριο τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καί αὐτό πανθομολογεῖται ὑπό τῶν Κερκυραίων. Ὡς ἐγκρατής θεολόγος πού γνωρίζει ὅτι δέν ὑπάρχει ἁγιότης τῶν ἀνθρώπων διακρινομένη τῆς ἀκτίστου ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ στήν ὁποίαν καί μετέχουν θεωθέντες οἱ ἅγιοι καί ἑπομένως διά τοῦ Ἱεροῦ Σπυρίδωνος ἐνήργησε τό συγκεκριμένο θαῦμα αὐτός ὁ αἰώνιος Θεός, εἰσηγῆσθε νά μήν τιμήσωμε τήν ἐνέργειά Του;
    2. Ἡ ἀναδημοσίευσις στό ἰστότοπό σας τοῦ χυδαίου καί αἰσχροῦ σχολίου τῆς Ἐφημερίδος Καθημερινή πού ἀνήκει στόν γνωστό ὅμιλο τόν ὁποῖο ἔχω δημοσίᾳ στηλιτεύσει γιά τήν προβολή τῶν σιωνιστικῶν ὕβρεων κατά τοῦ Σωτῆρος μας καί μάλιστα κατά τήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μ. Ἑβδομάδος καί παρ’ ὅτι ἀσφαλῶς γνωρίζετε τό πόσον χυδαῖα διαστρεβλωμένη εἶναι ἀπό τόν ὑπογράφοντα τό σχόλιο ἡ ἀλήθεια, διότι οὐδέποτε ἀνεφέρθην σέ «σεξουαλικές πρακτικές» ἀλλά ὑπερασπιζόμενος τήν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος «ναοῦ τοῦ Θεοῦ» ἀνεφέρθην στήν κακοποιό παράχρηση τῶν σωματικῶν ὀργάνων καί στίς νομοτελειακές ἐπιπτώσεις αὐτῆς τῆς παραχρήσεως ὅπως ἀποδεικνύεται καί ἀπό τήν ἰατρική κοινότητα παραθέτων δύο ἰατρικές ἀνακοινώσεις δυστυχῶς ἀποδεικνύει ἐμπάθεια καί κακότητα πρός τό πρόσωπό μου.
    3. Αἰτιᾶσθε τούς Κληρικούς τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς πού ποιμαίνω Ἀρχιμ. Παῦλο Δημητρακόπουλο καί Πρωτοπρ. Ἄγγελο Ἀγγελακόπουλο ὅτι ἐπιτίθενται στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη «μέ τήν εὐλογία» τοῦ οἰκείου αὐτῶν Ἱεράρχου παραθέτων τμήματα δημοσιευομένων ἄρθρων των σέ διάφορα ἰστολόγια πού δέν ἀνήκουν στήν Ἱ. Μητρόπολη Πειραιῶς. Διερωτῶμαι μέ ποῖα λογική ἐγκαλοῦμαι γιά τίς προσωπικές ἀπόψεις καί τοποθετήσεις πού δημοσιεύουν οἱ ἀνωτέρω Κληρικοί ἐλεύθεροι ἀσφαλῶς ὄντες νά ἔχουν τήν προσωπική τους ἐκτίμηση καί εὐθύνη διά τά ὑπ’ αὐτῶν γραφόμενα. Θά ἐξέφραζαν τόν οἰκεῖο τους Ἱεράρχη ἐάν τά κειμενά τους ἐδημοσιεύοντο στόν ἱστότοπο τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ἤ στήν περιοδική της ἔντυπη ἔκδοση. Ἔχετε δέ κάθε δυνατότητα νά ἀντικρούσετε θεολογικῶς τά ὑπ’ αὐτῶν ὑποστηριζόμενα ἤ ἐάν θεωρεῖτε ὅτι ἔχουν ὑποπέσει σέ κανονικό ἀδίκημα νά καταθέσετε κατ’ αὐτῶν κανονική ἔγκλιση λαμβάνοντες σχετικό ἀριθμό Πρωτοκόλλου ἐκ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως. Συνιστᾶτε ἐσεῖς ὁ ἐγκρατής θεολόγος ἐν ἔτει 2012 τήν ἄσκηση τρομοκρατίας καί τήν ἐπιβολή γραμμῆς στούς Κληρικούς ὑπό τῶν Ἐπισκόπων; Καί πῶς δέν συνεκτιμᾶται τό γεγονός ὅτι ὁ ἐν τῇ Ἱ. Μητροπόλει ὑπηρετῶν ὡς Ἱεροκήρυξ Σεβ. Μητροπολίτης Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ τόσον ἀπό τήν ἐκπομπή του στόν Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί κατά τήν κηρυκτική του δρᾶσι στούς Ἱ. Ναούς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς ὡς καί στίς κατ’ ἰδίαν συζητήσεις δέν φείδεται χρόνου καί κόπου νά ἐξυμνεῖ τό Πάνσεπτο Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τόν Παναγιώτατον Οἰκουμενικό Πατριάρχη, νά ἀναγινώσκει τάς ἐγκυκλίους Αὐτοῦ καί νά μεταφέρη τάς εὐχάς Αὐτοῦ.
    Ἑπομένως νομίζω ὅτι ἀδικεῖτε ἑαυτόν μέ αὐτά τά ὁποῖα γράφετε.

    Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
    + ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ 

    Παράμετροι των συνεορτασμών διά την επέτειον της Β΄ Βατικανίου «Συνόδου»


    Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ξανὰ στὸ Βατικανό! Ποῦ τὸν χάνεις, ποῦ τὸν βρίσκεις, στὰ «πόδια» τοῦ πάπα, ἀντάμα μὲ τὸν δεδηλωμένο παγανιστὴ δρυίδη καὶ «ἀρχιεπίσκοπο» τῶν Ἀγγλικανῶν Ρόουαν Οὐίλιαμς! Τὸν περασμένο Ὀκτώβριο ἑόρτασε ἡ «Ἁγία Ἕδρα» τὴν 50ή ἐπέτειο ἀπὸ τὴ σύγκληση τῆςΒ΄Βατικάνειας «Συνόδου» καὶ ὁ «δικός» μας, μαζὶ μὲ πολυπληθῆ συνοδεία ὀρθοόξων κληρικῶν ἔσπευσε νὰ συνεορτάσει μὲ τὸν «ἅγιο πατέρα» τὴ «μεγάλη ἐπέτειο»! Τὰ σχετικὰ βίντεο ἀπὸ τὸν συνεορτασμὸ ἔδειξαν ξεκάθαρα σκηνὲς «εὐλαβῶν» συμπροσευχῶν, κάτι ποὺ μᾶς ἔγινε συνήθεια καὶ δὲν μᾶς προκαλεῖ πιὰ ἐντύπωση! Κλαίει ἡ ψυχή μας μὲ τὰ τεκταινόμενα στὸν χῶρο τοῦ οἰκουμενισμοῦ, διότι ἡ κατάσταση βαίνει ταχύτατα στὸ χειρότερο! Ἀπὸ ποῦ καὶ ὡς ποῦ ἡ ἐπέτειος τῆς Β΄ Βατικανείου «Συνόδου» εἶναι μεγάλο γεγονὸς καὶ ἀξίζει «λαμπροὺς ἑορτασμούς»;
    Ποιὰ ἀπὸ τὶς μύριες κακοδοξίες τοῦ παπισμοῦ καταδίκασε, γιὰ νὰ φέρει πιὸ κοντὰ τὸν ρωμαιοκαθολικισμὸ στὴν ἕνωσή του μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Δυστυχῶς καμιά! Τὸ ἀντίθετο μάλιστα, πρόσθεσε καὶ ἄλλες, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν οἰκουμενισμό! Ἤτοι: τὸ «ἄνοιγμα» καὶ τὸ κάλεσμα τοῦ παπισμοῦ σὲ ὅλες τὶς πίστεις καὶ θρησκεῖες νὰ ἑνωθοῦν κάτω ἀπὸ τὸ σκῆπτρο τοῦ ρωμαίου ποντίφικα! Μὲ ἄλλα λόγια, τὴ θέσπιση ὡς «δόγμα χριστιανικῆς πίστεως», τοῦ ὁράματος τῆς φρικτῆς πανθρησκείας! Δὲν τρέφουμε τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ὁ κ. Βαρθολομαῖος καὶ οἱ συνοδεύοντες αὐτὸν ὀρθόδοξοι δὲ γνώριζαν τί συνεόρταζαν μὲ τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς ἄλλους αἱρετικούς! Σαφέστατα γνώριζαν καὶ γνωρίζουν τὴν ἀκόμη περισσότερο ἀπομάκρυνση τοῦ παπισμοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴ Β΄ Βατικάνειο «Σύνοδο» καὶ γι’ αὐτὸ ἀνησυχοῦμε ἰδιαίτερα!Ἄλλωστε οἱ διαθρησκειακὲς συναντήσεις τύπουἈσίζης εἶναι ἀπόρροια καὶ ἐφαρμογὴ τῶν «δογμάτων» αὐτῆς τῆς ὀλέθριας παπικῆς «Συνόδου»! Κύριε ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ εἶδε!


    Ορθόδοξος Τύπος, 23/11/2012

    Μήνυμα Πατριάρχου Βαρθολομαίου στον νέο Κόπτη Πατριάρχη. Αποδοχή των Μονοφυσιτών ως Εκκλησίας με αποστολική διαδοχή

    2012-11-18-016

    ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧH ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
    ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΝΕΟΕΚΛΕΓΕΝΤΑ ΠΑΠΑ ΤΩΝ ΚΟΠΤΩΝ (4−11−2012)

    «Πρός τήν Ἁγιότητα τοῦ ἐκλεγέντος Πάπα Tawadros II:
    Μέ εἰλικρινῆ ἀδελφικήν χαράν ἐπληροφορήθημεν τήν πρόσφατον ἐκλογήν σας ὡς πνευματικοῦ ὁδηγοῦ τῆς Κοπτικῆς Ἐκκλησίας, ὡς διαδόχου τοῦ ἀγαπητοῦ καί σεβαστοῦ Πάπα Shenouda III, μετά τήν μακροχρόνιον καί πλουσίαν διακονίαν του.
    Ὁμοῦ μετά τῶν εὐλαβῶν πιστῶν τῆς ἀνά τόν κόσμον Κοπτικῆς Ἐκκλησίας, συμμεριζόμεθα τήν βαθεῖαν παρηγορίαν πού συνοδεύει τήν ἐκλογήν καί τήν ἐνθρόνισιν τοῦ νέου πνευματικοῦ ποιμένος, ὡς ἐπίσης καί τήν μετά πολλῶν προσευχῶν ἀναγνώρισιν τῆς τεραστίας εὐθύνης πού ἀναλαμβάνει ἡ Ἁγιότης Σας, καθώς τώρα εἶσθε ὁ ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων πού σᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός εἰς μίαν ἐποχήν πού ὁ κόσμος χαρακτηρίζεται ἀπό ταραχάς καί εἰς μίαν περιοχήν πού ἀπαιτεῖ ἐξαιρετικήν διάκρισιν καί εὐαισθησίαν.
    Γνωρίζομεν ὅτι ἡ μέχρι τοῦδε διακονία σας ὡς ἐπισκόπου, μοναχοῦ καί θεολόγου θά ἀποτελέση ἀνεκτίμητον πηγήν, την ὁποίαν, θερμῶς προσευχόμεθα, ἡ Θεία Χάρις πλουσίως να εὐλογῆ καί νά πολλαπλασιάζη, διά τήν συνεχῆ εὐημερίαν τῆς Ἐκκλησίας σας, διά τήν ἐνίσχυσιν τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν μας, καί διά τήν ὠφέλειαν ὅλου τοῦ κόσμου τοῦ Θεοῦ. Ὑπό τό φῶς τῆς ἐπερχομένης ἐπισήμου ἐνθρονίσεώς σας τήν 18ην Νοεμβρίου, μέ ἱερότητα προσευχόμεθα μεθ’ Ὑμῶν και σᾶς συγχαίρομεν ἐγκαρδίως, προκαταβολικῶς, ἐπί τῇ ἀνταξίᾳ ὑμῶν ταύτῃ καί ἱστορικῆς σημασίας περιστάσει.
    Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, 4 Νοεμβρίου 2012».

    [Μετάφραση: Δέσποινα Καλογεράκη, Δρ Θεολογίας]

    ΠΗΓΗ ''ΑΚΤΙΝΕΣ''

    Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

    ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΤΩΝ ΦΙΛΟΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ!!!


    ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΤΑ ΕΞΗΣ ΦΙΛΟΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ!


    Για τον αρχιμανδρίτη της Μητροπόλεως Πειραιώς Παύλο Δημητρακόπουλο ο αείμνηστος Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας είναι “ο παράνομος αξιοθρήνητος Πατριάρχης”, ο οποίος “ουκ ηβουλήθη συνιέναι”, “έκανε αιρετικές και βλάσφημες δηλώσεις”, είναι “πρωτοπόρος και συνήγορος της αιρέσεως του Οικουμενισμού όσο κανένας άλλος”, “ το πρόσωπο εκείνο, που κατ’ εξοχήν προώθησε την φοβερή αυτή αίρεση μέσα στα σπλάγχνα της Ορθοδοξίας”, και άλλα παρόμοια. 
    Εξόχως ενδεικτικός είναι και ο τίτλος του σχετικού άρθρου του αρχιμ. Παύλου Δημητρακόπουλου: "Ο Αθηναγόρειος θρύλος. 40 χρόνια μετά την κοίμηση μιας αξιοθρήνητης προσωπικότητος".
    Για τον έτερο κληρικό της Μητροπόλεως Πειραιώς Άγγελο Αγγελακόπουλο, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος είναιτουλάχιστον “τρομοκράτης”, ότανγράφει: “Όταν όμως αί δυνάμεις αύται κατήρτισαν και υπέγραψαν την «Ομολογίαν Πίστεως» ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης έντρομος έσπευσε νά δηλώση ότι δέν προδίδει τήν Πίστιν, ετρομοκράτει τούς Σεβ. Μητροπολίτας της Ελλάδος, οι οποίοι την υπέγραψαν και απελογείτο, δηλών ότι τάς αποφάσεις διά τήν πορείαν των διαλόγων δέν τάς λαμβάνει μόνος του, αλλά αύται είναι συλλογικοί των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών”. Κι ακόμα, σύμφωνα πάντα με τον εν λόγω κληρικό “ο Οικ. Πατριάρχης έθεσεν εις τήν υπηρεσίαν του Παπισμού τό κείμενον του Αγίου Νεκταρίου, διά νά υπηρέτηση τήν «διπλωματίαν της αγαπολογίας και νά συκοφαντήση όσους αντιδρούν εις τούς θεολογικούς διάλογους, οί οποίοι ωδηγήθησαν εις αδιέξοδον και εις ναυάγιον”. Σχεδόν παντού στο κείμενο του εν λόγω κληρικού προστίθεται στον Οικουμενικό Πατριάρχη το προσωνύμιον “ο οικουμενιστής”, ο οποίος είναι"«γνήσιον τέκνον» του μακαριστού Πατριάρχου Αθηναγόρου. Παραθεωρεί τά δόγματα της Εκκλησίας μας, καταφρονεί τούς Ιερούς Κανόνας, υποκριτικώς (όπως και άλλοι οικουμενισταί Αρχιερείς) εκφωνεί τό Σύμβολον της Πίστεως, θυσιάζει τήν Αλήθειαν της Πίστεως πρός χάριν της αγαπολογίας". 
    Και άλλα πολλά παρόμοια γράφονται στα προμνημονευθέντα κείμενα, τα οποία πρόσφατα κυκλοφόρησαν αυτές τις μέρες - σχεδόν ταυτόχρονα - στο διαδίκτυο. 
    Ασφαλώς, λοιπόν, εξάγεται το συμπέρασμα, ότι από την Μητρόπολη Πειραιώς – προφανώς με τις ευλογίες του οικείου επισκόπου – επιχειρείται μια ολομέτωπη επίθεση προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον σημερινό Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, με σκοπό τη μεγαλύτερη δυνατή φθορά. 
    Φυσικά οι κληρικοί αυτοί είναι μειράκια έναντι των μορφών που επικρίνουν. Το ζήτημα είναι ότι δεν έχουν την παραμικρή συστολή και γράφουν ...ανελέητα, όπως προφανώς είναι και οι ίδιοι. 
    Το αξιοσημείωτο είναι ότι δε νομίζω πως θα βρεθεί κληρικός να τους απαντήσει υπερασπιζόμενος τη μνήμη του Αθηναγόρα ή την Πατριαρχία Βαρθολομαίου. Για όσους καταλαβαίνουν αυτό λέει πολλά... 
    Π.Α.Α. 

    ΠΗΓΗ ''ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ''

    Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, Ο Αθηναγόρειος θρύλος. 40 χρόνια μετά την κοίμηση μιάς αξιοθρήνητης προσωπικότητος.




    Ο Αθηναγόρειος θρύλος.
    40 χρόνια μετά την κοίμηση μιάς αξιοθρήνητης προσωπικότητος.
    Συμπληρώνονται φέτος 40 χρόνια από την κοίμηση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Αθηναγόρου και το γεγονός αυτό έδωσε την αφορμή, να διατυπωθούν και να γραφούν και πάλι πολλά εγκωμιαστικά σχόλια σχετικά με το πρόσωπο και την πατριαρχεία του, από διάφορα πρόσωπα, κυρίως προερχόμενα από τον χώρο του Οικουμενισμού. Και τούτο βέβαια ήταν φυσικό και επόμενο, αφού ο εκλιπών Πατριάρχης υπήρξε κατά κοινήν ομολογίαν ως το πρόσωπο εκείνο, που κατ’ εξοχήν προώθησε την φοβερή αυτή αίρεση μέσα στα σπλάγχνα της Ορθοδοξίας. Ιδιαιτέρως υπογραμμίστηκε από τους υμνητές του η υπ’ αυτού προβολή της Ορθοδοξίας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε παγκόσμια κλίμακα, οι διπλωματικές του ικανότητες, η παγκόσμια πολιτική και κοινωνική του καταξίωση, η διεθνής ακτινοβολία και αναγνώρισή του και άλλα παρόμοια. Ήδη αμέσως μετά την κοίμησή του το επίσημο δελτίο της Εκκλησίας της Ελλάδος «Εκκλησία» έγραφε: «Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, θα γραφή εις τας δέλτους της ιστορίας ως Μέγας…μετά την αιφνιδίως και πανταχόθεν εκ πάντων των σημείων της Οικουμένης διασαλπισθείσαν και ως φωνήν υδάτων πολλών και πλήθος βροντών εκσπάσασαν περί αυτού συνείδησιν και μαρτυρίαν, ήτις κυριολεκτικώς κατεβρόντησεν και αυτούς τους καλή ή κακή τη πίστει επικριτάς του».[i]

    Ο τότε Πάπας της Ρώμης Παύλος ο ΣΤ΄, επιστήθιος και αγαπητός φίλος του κοιμηθέντος Πατριάρχου, εχαρακτήρισε αυτόν ως «μέγαν άνδρα μιάς εκκλησίας σεβασμίας, αλλ’ όχι ακόμη τελείως ηνωμένης μετά της Καθολικής Εκκλησίας ημών. Τον συνιστώμεν, διότι υπήρξε σταθερός οπαδός και απόστολος της επανενώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά της Εκκλησίας της Ρώμης, καθώς και μετά των άλλων Εκκλησιών και χριστιανικών κοινοτήτων, αίτινες δεν ενεσωματώθησαν ακόμη εις την μοναδικήν κοινωνίαν του μυστικού σώματος του Χριστού».[ii]Το παραλήρημα του λιβανωτού των εγκωμίων έφθασε στο αποκορύφωμά του, όταν κάποιοι οικουμενιστικοί κύκλοι της εποχής εκείνης επεχείρησαν, να συντάξουν προσευχή προς αυτόν (ανάλογη με τα τροπάρια, που τολμούν να συντάξουν κάποιοι άφρονες οικουμενιστές της εποχής μας και μάλιστα δυστυχώς και αγιορείτες! απ’ ότι πληροφορούμεθα, προς τον νυν Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον), η οποία κατέληγε ως εξής: «Μη κατολιγωρήσης ημών, αλλ’ επίβλεψον λαμπρώ και ιλέω όμματι, ως εν ζωή ών έπραττες, και κράτυνον το της Ορθοδοξίας ποίμνιον, χειραγωγών αυτό προς το καλόν της αγίας του Χριστού Εκκλησίας, υποδεικνύων αυτώ την ευθείαν οδόν, την φέρουσαν απλανώς προς τον Θεόν και τέλος ποδηγετών τον Σεπτόν Σου διάδοχον πρώτον ίνα τέμνη τον Λόγον της Αληθείας του Ευαγγελίου ορθώς και δικαίως πάσι τοις εκζητούσι τον Κύριον. Τέλος χορήγησον πνεύμα ευθές και δίκαιον πάσι τοις Ηγουμένοις των Ορθοδόξων Εκκλησιών».[iii]
    Με επαινετικούς και εγκωμιαστικούς λόγους αναφέρθηκε στο πρόσωπο του εκλιπόντος Πατριάρχου, ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, επ’ ευκαιρία της συμπληρώσεως 40 ετών από της κοιμήσεώς του κατά την διάρκεια μνημοσύνου υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του. Σύμφωνα με πρόσφατη ειδησεογραφία από τον «Ορθόδοξο Τύπο»: «Τό εγκώμιο τού Οικουμενιστού Οικουμενικού Πατριάρχου κυρού Αθηναγόρου έπλεξε ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος κατά τήν διάρκεια ιερού Μνημοσύνου επί τη επετείω τεσσαράκοντα ετών από την εκδημίαν του πρός Κύριον. Το εγκώμιο το έπλεξε, διότι προέβη στην άρσιν των αναθεμάτων καί προσπάθησε, παραθεωρών τά δόγματα, τήν καταλλαγή καί την Ένωση μετά των Παπικών, τους οποίους ο Οικουμενικός Πατριάρχης χαρακτηρίζει ‘Εκκλησίαν’, όταν και ο τελευταίος Ορθόδοξος πιστός γνωρίζει, ότι ο Παπισμός ουδεμία σχέση έχει μέ την Εκκλησία. Εν συνεχεία ανεφέρθη αορίστως στις προσπάθειες, τις οποίες κατέβαλεν ο αοίδιμος Πατριάρχης γιά την Ένωση καί οι οποίες έχουν συναντήσει τήν δυναμική αντίδραση όλων των Ορθοδόξων θεολόγων, Μητροπολιτών, Καθηγουμένων Ιερών Μονών, εντίμων Κληρικών καί προσωπικοτήτων από τό 1965 έως σήμερον. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανεφέρθη καί στο έργο του αοιδήμου Αθηναγόρου γιά τό ποίμνιό του στήν Τουρκία»[iv]. Κατά τον κ. Βαρθολομαίο ο εκδημήσας Πατριάρχης είναι επαινετός, όχι μόνον διότι ήρε τα αναθέματα παρανόμως και αντικανονικώς, αλλά και διότι παραθεώρησε τα δόγματα, για τα οποία, όπως γνωρίζουμε, οι άγιοι Πατέρες μας πολλούς αγώνες έκαμαν, για να τα διαφυλάξουν ακέραια και ανόθευτα από κάθε αίρεση και πλάνη.
    Ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Graz κ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης, σε πρόσφατο άρθρο του (24.9.2012) στην ιστοσελίδα amen.gr, φέρνει ξανά στην μνήμη του «τον μεγάλο εκείνο ηγέτη, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα σχετικά με ένα σημαντικό θέμα, το οποίον αποδεικνύει, ότι ήταν πιστός τηρητής της Ορθοδόξου διδασκαλίας και παραδόσεως…», εκφράζει δε την πεποίθηση ότι «η ιστορία τον έχει καταγράψει μέγα και η Εκκλησία μας είναι ευγνώμων».
    Ωστόσο τα κριτήρια της μεγαλωσύνης μέσα στο χώρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι τελείως διαφορετικά και δεν έχουν καμμιά σχέση με τα κοσμικά κριτήρια, με τα οποία συνήθως κρίνουν και αξιολογούν τα πρόσωπα κοσμικοί άνθρωποι, άμοιροι εκκλησιαστικής παιδείας και ήθους, με τα οποία προφανώς εκρίθηκε και αξιολο-γήθηκε ο εκλιπών Πατριάρχης. Τον χαρακτηρισμό «Μέγας» έδωσε η Εκκλησία σε ορισμένους αγίους (Μέγας Αθανάσιος, Μέγας Αντώνιος κ.λ.π.), όχι απλώς μόνον διότι ανέβηκαν την κλίμακα των αρετών και έφθασαν στην θέωση, όπως βέβαια όλοι οι άγιοι, αλλά επί πλέον για μιά ιδιαίτερη προσφορά και διακονία τους μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Ο Μέγας Αθανάσιος, για παράδειγμα, χαρακτηρίστηκε «Μέγας» και «Στύλος Ορθοδοξίας», σύμφωνα με το απολυτίκιό του «Στύλος γέγονας Ορθοδοξίας…», κυρίως για τους μεγάλους αγώνες του εναντίον της αιρέσεως του Αρειανισμού. Είναι μεγάλο εκκλησιολογικό λάθος, προδίδει δε πολλή προχειρότητα και επιπολαιότητα, να σπεύδουν οι συντάκτες ενός εκκλησιαστικού περιοδικού (και μάλιστα του επισήμου δελτίου της Εκκλησίας της Ελλάδος), να αποδώσουν έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, τον οποίον μόνον η Εκκλησία, δηλαδή η καθολική εκκλησιαστική συνείδησις, μπορεί να αποδώσει αλάνθαστα, βασιζομένη στην άνωθεν μαρτυρία του αγίου Πνεύματος, στην μαρτυρία δηλαδή, που δίδει ο Θεός για το πρόσωπο αυτό, με θαύματα, που ενεργεί διά μέσου αυτού, είτε εν ζωή είτε μετά θάνατον (διά του αγίου λειψάνου του). Είναι δε ακόμη πιό λυπηρό και τραγικό, το να επιχειρείται η εξύψωση μέχρι των ουρανών και η σχεδόν αγιοποίηση ενός προσώπου (με ύμνους και προσευχές), για το οποίο πολλές αποδοκιμασίες εκφράστηκαν τόσον από την τότε Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, όσον και από πνευματικά αναστήματα εγνωσμένης αγιότητος, όπως ο Γέροντας Παΐσιος κ.α. στα οποία θα αναφερθούμε ευθύς αμέσως. Όσο δε γιά τα εγκώμια του Πάπα Παύλου του Στ΄, θα μπορούσαμε να επαναλάβουμε με κάποια παραλλαγή τον ψαλμικό στίχο «Έπαινος δε αιρετικού μη λιπανάτω την κεφαλή μου!».
    Η αντικανονική υπό του Πατριάρχου Αθηναγόρου και των Ιεραρχών του Οικουμενικού Θρόνου «άρση των αναθεμάτων» προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών από τότε αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Β΄ (Χατζησταύρου), και από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία σε δήλωσή της «με πολλήν δυσμένειαν επληροφορήθη την πρωτοβουλίαν του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παν. Αθηναγόρα. Ουδείς έχει το δικαίωμα να προβαίνη εις παρομοίας πράξεις. Το δικαίωμα έχει μόνον ολόκληρος η Ορθοδοξία».[v] Κατά παρόμοιο τρόπο αποδοκιμάστηκε η πρωτοβουλία του εκλιπόντος Πατριάρχου, να συγκαλέση την Β΄ Πανορθόδοξη Διάσκεψη της Ρόδου το 1963, από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία με Συνοδική απόφαση εδήλωσε τα εξής: «Εκτιμώσα πρεπόντως αφιλαδέλφους, αντιευαγγελικάς και κατακρίτους ενεργείας και μηχανορραφίας, απαραλλάκτως πάντοτε γινομένας εκ μέρους του Παπισμού εις βάρος της Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Ορθόδοξου Εκκλησίας, μη αποβαλόντος του Παπισμού τον παλαιόν άνθρωπον, ουδέ τας ανεντίμους μεθόδους του μέσω της οικτράς Ουνίας επιδιωκομένου δολίου προσηλυτισμού, απέληξεν εις την αμετάτρεπτον απόφασιν, όπως μη μετάσχη της υπό της Υμετέρας Παναγιότητος και μόνον αποφασισθείσης Διορθοδόξου ταύτηςΔιασκέψεως, ής αι επιπτώσεις θέλουν ασφαλώς κατεργασθή την καταράκωσιν της Αγιωτάτης Εκκλησίας ημών. Εις την απόφασίν της ταύτην η Ιερά Σύνοδος σύμμαχον έχει και άπασαν την Γερασμίαν χορείαν των Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος, σπεύσασαν τηλεγραφικώς να καταδικάση το περί ού πρόκειται ακαίρως και εν σπουδή αποφασισθέν τούτο Συνέδριον».[vi]Σε άλλη δήλωση του Αθηνών Χρυσοστόμου του Β΄, που έχει καταχωρηθή στα «Πεπραγμένα» του (τομ. Β΄, Αθήναι 1967, σελ. 197), αναφερό-μενος στον κ. Αθηναγόρα λέγει: «Ο Αθηναγόρας Α΄ ουδέν πρεσβεύει, εις ουδέν πιστεύει, ει μη μόνον εαυτώ δουλεύει και την απαθανάτισιν του ονόματός του επιδιώκει, έστω κατά Ηρόστρατον, διά της καταστροφής της Εκκλησίας».[vii]
    Ο μεγάλος χαρισματούχος Γέροντας Παΐσιος, του οποίου η αγιότης μαρτυρείται από όλους πανορθοδόξως, σύγχρονος του κοιμηθέντος Πατριάρχου, παρακολουθούσε με πολύ πόνο τα επικίνδυνα οικουμενιστικά ανοίγματά του, την ακατάσχετη κοσμικού τύπου αγαπολογία του, ιδίως δε την παράτολμη και παράνομη από νομοκανονικής απόψεως ενέργειά του να επιχειρήση μονομερώς και χωρίς την σύμφωνη γνώμη των άλλων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, άρση των αναθεμάτων (το Δεκέμβριο του 1965), πράγμα που προκάλεσε μεγάλο σάλο και σκάνδαλο μέσα στην Εκκλησία. Σκέφθηκε λοιπόν να στείλη μιά επιστολή στις 23 Ιανουαρίου 1969, στον π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, ιδρυτή της Π.Ο.Ε. και της μαχητικής εφημερίδος «Ορθόδοξος Τύπος», που αφορούσε τον κ. Αθηναγόρα. Σ’ αυτή μεταξύ άλλων γράφει τα εξής: «…Φαντάζομαι ότι θα με καταλάβουν όλοι, ότι τα γραφόμενά μου δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένας βαθύς μου πόνος διά την γραμμήν και κοσμικήν αγάπην δυστυχώς του πατέρα μας κ.κ. Αθηναγόρα. Όπως φαίνεται αγάπησε μίαν άλλην γυναίκα μοντέρνα, που λέγεται Παπική Εκκλησία, διότι η Ορθόδοξος μητέρα μας δεν του κάμνει καμμίαν εντύπωση, επειδή είναι πολύ σεμνή…Το αποτέλεσμα ήταν, να αναπαύση μεν όλα τα κοσμικά παιδιά, που αγαπούν τον κόσμο, να κατασκανδαλίση όμως όλους εμάς, τα πιστά τέκνα της Ορθοδοξίας, μικρά και μεγάλα, που έχουν φόβο Θεού».[viii]
    Κατά παρόμοιο τρόπο αποδοκιμάζεται ο πρώην Πατριάρχης και από μιά άλλη μεγάλη εκκλησιαστική φυσιογνωμία των ημερών εκείνων, από τον αρχ. π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο. Σε επιστολή του προς αυτόν γράφει μεταξύ άλλων τα εξής: «Παναγιώτατε :Προυχωρήσατε ήδη πολύ. Οι πόδες Υμών ψαύουσι πλέον τά ρείθρα τού Ρουβίκωνος. Η υπομονή χιλιάδων ευσεβών ψυχών, Κληρικών καί λαϊκών, συνεχώς εξαντλείται. Διά την αγάπην τού Κυρίου, οπισθοχωρήσατε!Μή θέλετε νά δημιουργήσητε εν τη Εκκλησία σχίσματα καί διαιρέσεις. Πειράσθε να ενώσητε τά διεστώτα καί τό μόνον όπερ θά κατορθώσητε, θά είναι νά διασπάσητε τά ηνωμένα καί νά δημιουργήσητε ρήγματα εις εδάφη έως σήμερον στερεά καί συμπαγή. Σύνετε καί συνέλθετε! Αλλά φεύ! Διηνύσατε πολλήν οδόν. Ήδη ‘προς εσπέραν εστι καί κέκλικεν η ημέρα…’. Πώς θα ιδήτε τάς χαινούσας αβύσσους, αφ’ ών θά διέλθη μετ’ ολίγον η ατραπός ήν οδεύετε; Είθε, είθε ο πάλαι ποτέ ‘στήσας τον ήλιον κατά Γαβαών καί τήν σελήνην κατά φάραγγα Αιλών’, νά δευτερώση τό θαύμα καί νά παρατείνη άπαξ έτι τό μήκος της ημέρας, να ενισχύση έτι πλέον τό φώς αυτής καί νά διανοίξη τους οφθαλμούς Υμών, ίνα ίδητε, κατανοήσητε, επιστρέψητε. Αμήν»[ix].
    Καθολική σχεδόν υπήρξε η αποδοκιμασία των αγιορειτών Πατέρων απέναντι στον εκδημήσαντα Πατριάρχη. Μετά την δημιουργία υπ’ αυτού διπλωματικών σχέ-σεων με το Βατικανό και ιδίως μετά την άρση των αναθεμάτων, σάλος μέγας δημιουργήθηκε μέσα στο Άγιον Όρος. Όλοι σχεδόν οι αγιορείτες μοναχοί, τόσο από τις Ιερές Μονές, όσο και από τις Σκήτες και τα Κελλιά, εξέφρασαν την πικρία, την λύπη και την απογοήτευσή τους, όταν πληροφορήθηκαν τις παρά πάνω ενέργειές του. Ορισμένες μάλιστα εκ των Ιερών Μονών, οκτώ τον αριθμόν, όχι απλώς αποδοκίμασαν τον κ. Αθηναγόρα, αλλά απεφάσισαν να διακόψουν την μνημόνευση του ονόματός του, η οποία συνεχίστηκε και επί Πατριαρχείας του διαδόχου του κ. Δημητρίου, κατά την τριετία από το 1970 έως το 1973. Μία από αυτές τις Μονές, η Ιερά Μονή Καρακάλλου, σε επιστολή της προς την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους έγραφε σχετικά με το θέμα αυτό μεταξύ άλλων τα εξής: «Επιθυμούμεν να επαναλάβωμεν την εν πεποιθήσει και αμετάθετον απόφασιν ημών περί συνεχίσεως της διακοπής του πατριαρχικού μνημοσύνου εις ένδειξιν διαμαρτυρίας, εφ’ όσον ο νέος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Δημήτριος ο Α΄ θα συνεχίση την τηρουμένην υπό της Ιεράς Συνόδου γραμμήν, την οποίαν είχε χαράξει ο Αθηναγόρας…Θα πειθώμεθα εις τον νέον Πατριάρχην, όταν διαπιστώσωμεν, ότι ούτος θα αναθεωρήσει τας αιρετικάς ομολογίας του προκατόχου του και δεν θα συνεχίση την φιλοπαπικήν γραμμήν».[x]Ανάλογες ήταν και οι επιστολές των άλλων Ιερών Μονών, που είχαν διακόψει το μνημόσυνο του Πατριάρχου. Ωστόσο για τον κ. Αθηναγόρα η καθολική αντίδρασις και διαμαρτυρία του Αγίου Όρους, οι ευλαβικές περακλήσεις και ικεσίες τόσων αγιασμένων και φωτισμένων Γερόντων, που έλυωσαν μέσα στην άσκηση και στην προσευχή, δεν εσήμαιναν τίποτε γι’ αυτόν. Ο παράνομος και αξιοθρήνητος Πατριάρχης «ουκ ηβουλήθη συνιέναι». Τίποτε δεν στάθηκε ικανό, ούτε και αυτό ακόμη το προπύργιο της Ορθοδοξίας το Άγιον Όρος, να τον αναχαιτήσει στο ξέφρενο κατρακύλισμά του στον ολισθηρό κατήφορο του Οικουμενισμού. Πώς λοιπόν μπορεί να θεωρείται «Μέγας» ένας Πατριάρχης, που όχι μόνον προκάλεσε σάλο, ταραχή, αναστάτωση και σκάνδαλο οικουμενικών διαστάσεων μέσα στην Ορθοδοξία, αλλά και αποδείχθηκε πρωτοπόρος και συνήγορος της αιρέσεως του Οικουμενισμού όσο κανένας άλλος; Πως μπορεί να θεωρείται «Μέγας» ένας Πατριάρχης, για τον οποίον αν εφαρμόζονταν οι Ιεροί Κανόνες, θα έπρεπε να είχε καθαιρεθή πολλαπλώς, όχι μόνον για την αντικανονική και παράνομη άρση των αναθεμάτων, για τις παράνομες συμπροσευχές του με τους Παπικούς, αλλά και για τις αντορθόδοξες και αιρετικές δοξασίες του (για τις οποίες θα αναφερθούμε παρά κάτω);
    Μια άλλη μεγάλη εκκλησιαστική φυσιογνωμία, από τον χώρο της ακαδημαϊκής θεολογίας, ο αείμνηστος Καθηγητής του Κανονικού Δικαίου κ. Κων. Μουρατίδης, σύγχρονος και αυτός του κ. Αθηναγόρου, σχολιάζων το πρόσωπο και το έργο του, παρατηρεί: «Διά τον κοιμηθέντα Πατριάρχη η τραγωδία της διασπάσεως της Χριστιανοσύνης υπήρξε ο μέγας πειρασμός και η μεγάλη δοκιμασία, εν τη εννοία ότι την επίλυσιν ενός θέματος, το οποίον εντάσσεται εις το μέγα μυστήριον της ενσάρκου οικονομίας και της προνοίας του Θεού διά την σωτηρίαν των ανθρώπων και συνυφαίνεται τόσον απόλυτα με την διαφθαρείσαν ανθρωπίνην φύσιν και τον συνεχή και αδιάκοπον αγώνα της εν τω κόσμω στρατευομένης Εκκλησίας κατά των μεθοδιών του ανθρωποκτόνου, κατέστησεν σχεδόν ατομικήν του υπόθεσιν, την επίλυσιν μάλιστα της οποίας δεν επεδίωξεν ως ώφειλεν εντός των πλαισίων της διακονίας του ως ‘υπηρέτου Χριστού και οικονόμου μυστηρίων Θεού’, συμφώνως δηλονότι προς την Ιεράν Παράδοσιν, την δογματικήν και κανονικήν τάξιν της μίας αγίας καθολικής και αποστολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας. Συνεπαρμένος από το όραμα της ενώσεως των ‘Εκκλησιών’, ενόμισεν ότι θα ηδύνατο να παρακάμψη τα μέχρι τούδε ανθρωπίνως ως ανυπέρβλητα εμφανιζόμενα εμπόδια και να καταλύσει τους φραγμούς, επικαλούμενος ως πανάκειαν την ‘αγάπην’! Μίαν αγάπην την οποίαν εθεώρει ως δεδομένην και επί τη βάσει αυτής ωκοδόμει την προσπάθειάν του! Αλλά βεβαίως η αγάπη είναι εντός του μυστικού Σώματος του Χριστού το συνεχώς τελεσιουργούμενον και τελειούμενον εις τους κοινωνούς της θυσίας του εσταυρωμένου Θεού της αγάπης. Είναι ο πολύτιμος έσχατος καρπός των οδοιπόρων της στενής πύλης και της τεθλιμμένης οδού του Κυρίου, η οποία διέρχεται μόνον διά των πλαισίων ασφαλείας της Εκκλησίας, τα Δόγματα και τους Ιερούς Κανόνας, ουδέποτε δε διά της ενσυνειδήτου περιφρονήσεως αυτών, εκτός ή αντιθέτους προς αυτούς! Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας υπεστήριξεν, ότι η τραγωδία της διασπάσεως της Χριστιανοσύνης θα ηδύνατο δι’ ορισμένων παραχωρήσεων και υποχωρήσεων και συμβιβασμών εν πνεύματι αγάπης να υπερνικηθή και να αποκατασταθή η χριστιανική ενότης! Έτι μάλλον! Επίστευεν, ότι αρκεί η συμμετοχή εις το κοινόν ποτήριον διά να αποκατασταθή ‘ντε φάκτο’ η ένωσις των Εκκλησιών και να λησμονηθούν εν συνεχεία αι μεταξύ αυτών διαφοραί! Ο ίδιος, προτρέχων κατά πολύ των γεγονότων, δεν εδίσταζε να διακηρύττη, ότι ‘ανήκει εις όλας τας Εκκλήσίας…’![xi] Έβλεπε τον εαυτόν του ουχί τόσον ως τον κορυφαίον της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, αλλ’ ως την ζώσαν ενσάρκωσιν και συνισταμένην, ως τον φορέα και απόστολον πασών των χριστιανικών ομολογιών εν τω συνόλω αυτών. Και χάριν αυτής της ενώσεως ήτο πρόθυμος να προβή εις πάσαν υποχώρησιν, παραχώρησιν ή και παράκαμψιν της αληθείας (ως π.χ. εις την περίπτωσιν του Παπικού Πρωτείου). Η προβολή της Ορθοδοξίας εν άλλαις λέξεσιν, δεν ήτο το προέχον εις την σκέψιν και τας επιδιώξεις του Πατριάρχου Αθηναγόρου, αλλά η ένωσις των χριστιανικών ομολογιών, χάριν της οποίας επίστευεν, ότι επιβάλλεται η παράκαμψις παντός φραγμού (ούτως εθεώρει και τους σχετικούς Ιερούς Κανόνας κ.λ.π). της Ιεράς Παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και πάσης θυσίας εκ μέρους της Ορθοδοξίας!».[xii]
    Μια άλλη σύγχρονος εκκλησιαστική προσωπικότης ο ομ. καθηγητής της Θεολο-γικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο πρωτ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, στην περισπούδαστη εργασία του «Οι διάλογοι χωρίς προσωπείο», γράφει σχετικά με τον κ. Αθηναγόρα: «Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας συνέδραμε χωρίς αναστολές την προώθηση των στόχων της Β΄ Βατικανής Συνόδου (1962-1965), που δεν ήταν άλλοι από την υποταγή της Ορθοδοξίας στον Παπισμό, υπό το πρόσχημα της ενώσεως… Από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα, πεπεισμένο κήρυκα αυτής της πορείας, με τις Πανορθόδοξες Διασκέψεις της Ρόδου (1961 και 1963) και μιά σειρά προσωπικών του ενεργειών (όπως η περίφημη συνάντησή του με τον Πάπα Παύλο τον ΣΤ΄ στα Ιεροσόλυμα το 1964) και παρά τις αντιδράσεις κυρίως του Αθηνών Χρυσοστόμου Β΄, το καθορισμένο σε συνεργασία με το Βατικανό σχέδιο, προωθήθηκε και επεβλήθη, οδηγώντας στην κατάσταση των ημερών μας. Από τον ‘Διάλογο της αγάπης’, εφεύρημα παραπλανητικό της Β΄ Βατικανής Συνόδου και του οποίου ο μεγαλύτερος προπαγανδιστής υπήρξε ο Αθηναγόρας, προχωρήσαμε βεβιασμένα στον Θεολογικό Διάλογο, χωρίς όμως να εκπληρωθή ο βασικός όρος της Ορθοδοξίας, ή άρση δηλαδή του Παπικού Πρωτείου και Αλαθήτου, δεδομένου ότι ο Παπικός θεσμός συνιστά την τραγικότερη αλλοίωση του Ευαγγελίου του Χριστού και το σημαντικότερο εμπόδιο στην εν αληθεία συνάντηση Ρωμαιοκαθο-λικισμού και Ορθοδοξίας».[xiii]
    Τέλος ο ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης σε ομιλία του σε ημερίδα με θέμα «Γένεση και εξέλιξη της πατρομαχικής Μεταπατερικότητος» επισημαίνει τα εξής: «Η αίρεση του Filioque για τον Αθηναγόρα δεν αποτελεί εμπόδιο για την ένωση των Εκκλησιών. Η αντιρρητική θεολογία των Αγίων Πατέρων δεν χρειάζεται στους καιρούς μας. Επί λέξει είπε: ‘Τι μελάνι χύθηκε και τι μίσος για το Filioque! Ήλθεν η αγάπη και όλα υποχωρούν στο πέρασμά της».[xiv]
    Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε αποδοκιμαστικά σχόλια και άλλων προσώπων σχετικά με τον κοιμηθέντα Πατριάρχη. Ωστόσο θεωρούμε, ότι είναι αρκετά τα πα-ρά πάνω, για να πάρει μια γεύση ο αναγνώστης, ποιός πράγματι ήταν ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, έτσι ώστε να απομυθοποιηθή κατά το δυνατόν το πρόσωπόν του.


    Θα συμπληρώσουμε το προφίλ του ανδρός με ορισμένες αιρετικές και βλάσφημες δηλώσεις του, τις οποίες διετύπωσε δημοσίως κατά την διάρκεια της


    Πατριαρχείας του: «Απατώμεθα και αμαρτάνωμεν (έλεγε), εάν νομίζομεν, ότι η Ορθόδοξος πίστις κατήλθεν εξ’ ουρανού και ότι τα άλλα δόγματα είναι ανάξια. Τριακόσια εκατομμύρια ανθρώπων εξέλεξαν τον Μουσουλμανισμόν διά να φθάσουν εις τον Θεόν των και άλλαι εκατοντάδες εκατομμυρίων είναι Διαμαρτυρόμενοι, Καθολικοί, Βουδισταί. Σκοπός κάθε θρησκείας είναι να βελτιώσει τον άνθρωπον».[xv]«Εις την κίνησιν προς την ένωσιν, δεν πρόκειται η μία Εκκλησία να βαδίσει προς την άλλην, αλλ’ όλαι ομού να επανιδρύσωμεν την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν, και Αποστολικήν Εκκλησίαν, εν συνυπάρξει εις την Ανατολήν και την Δύσιν, όπως εζώμεν μέχρι του 1054, παρά και τας τότε υφισταμένας θεολογικάς διαφοράς».[xvi] «Ο αιών του δόγματος παρήλθε».[xvii] «Καλούμεθα ν’ απαλλαγώμεν του πλέγματος της πολεμικής και της αντιρρήσεως εν τη Θεολογία και να εφοδιάσωμεν αυτήν διά του πνεύματος της ζητήσεως και της διατυπώσεως της αληθείας εν τη αγάπη και τη υπομονή. Ο Χριστιανισμός έχει ανάγκη σήμερον μιάς Θεολογίας της καταλλαγής».[xviii]






    [i] «Εκκλησία», 15 Αυγούστου 1972, σελ. 451.
    [ii] «Επίσκεψις», 12 Ιουλίου 1975, σελ. 3.
    [iii] «Εκκλησία», 15 Αυγούστου 1972, σελ.408-409.
    [iv] «Ύμνοι διά τήν φιλοπαπικήν πορείαν τού αοιδίμου Οικ. Πατριάρχου Αθηναγόρου», Ορθόδοξος Τύπος (20-7-2012),σελ. 8.
    [v] Αρχ. Ιωάσαφ Μακρή, Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου, Ιστορική αναδρομή της προσεγγίσεως Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών κατά τον 20 ο αιώνα, εν: «Εν Συνειδήσει», Οικουμενισμός Ιστορική και κριτική προσέγγιση, Εκδ. Ιεράς Μονής Μεγ. Μετεώρου, Ιούνιος 2009, σελ. 55. Βλ. και δήλωση του αρχ. Αθηνών Χρυσοστόμου στον «Ορθόδοξο Τύπο», Νοέμβριος 1965.
    [vi] Αρχ. Ιωάσαφ Μακρή, Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου, Ιστορική αναδρομή….ο.π. σελ. 62
    [vii] Αρχ. Μάρκου Μανώλη, Αιρετικός ο Αθηναγόρας, Εφ. «Ορθόδοξος Τύπος», 30 Μαρτίου 2012, σελ. 1,7. Βλ. και άρθρο της εφ. «Εκκλησιαστικός αγών», αδελφότητος «Ο Σταυρός», Μάϊος 1970, φ. 48, σελ. 3,4, με τίτλο «Ομιλεί ο Αθηναγόρας. Αι κατά καιρούς δηλώσεις. Τα μηνύματα και αι ενέργειαι αυτού»
    [viii] Απόσπασμα επιστολής, που στάλθηκε στις 23 Ιανουαρίου 1969 στον αρχ. π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο και δημοσιεύθηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο».
    [ix]Αρχ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, Άρθρα-Μελέται, Επιστολαί, τ. Α΄, Αθήναι 1981, σσ. 152-153.
    [x] Ευθυμίου Τρικαμηνά, Η διαχρονική συμφωνία των Αγίων Πατέρων για το υποχρεωτικό του του 15ου Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου περί διακοπής μνημονεύσεως Επισκόπου κηρύσσοντος επ’ Εκκλησίας αίρεσιν, Εκδ. Degiorgio, Τρίκαλα 2012, σελ. 263.
    [xi] O. Klemend, Dialogues avec le Patriarch Athenagoras, σελ.16-17.
    [xii]Κων. Μουρατίδου, Καθ. Θεολογικής Σχολής Παν. Αθηνών, Οικουμενική Κίνησις, ο σύγχρονος μέγας πειρασμός της Ορθοδοξίας, Αθήναι 1972, σελ. 30.
    [xiii] Πρωτ. Γεωρ. Μεταλληνού, Οι διάλογοι…ο.π. σελ. 1.
    [xiv] Πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, Γένεση και εξέλιξη της πατρομαχικής Μεταπατερικότητος, εν: «Θεοδρομία», έτος ΙΔ, τευχ. 1, Ιανουάριος-Μάρτιος 2012, σελ. 44. Βλ. και Αριστείδου Πανώτη, Παύλος ΣΤ΄ Αθηναγόρας Α΄ , Ειρηνοποιοί, Αθήναι 1971 εις Αρχ Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Η αίρεση του Filioque, Αθήναι 1972, τομ. Α΄ σελ. 476.
    [xv] Βλ. «Ορθόδοξος Τύπος», φ. 94, Δεκέμβριος 1968.
    [xvi] Εκ του μηνύματός του επί της εορτή των Χριστουγέννων του 1967, ίδ. «Από την πορείαν της αγάπης», σελ. 87
    [xvii] Βλ. εφ. «Ακρόπολις», 29 Ιουνίου 1963.
    [xviii] Εξ’ ομιλίας του εις την Θεολογική Σχολήν Βελιγραδίου την 12η Ιουλίου 1967, Βλ. «Έθνος», 13 Οκτωβρίου 1967.



    ΠΗΓΗ ''ΑΚΤΙΝΕΣ''