O ίδιος ό Κύριος έδίδαξε ότι ή ύψωσις του χάλκινου φιδιού στην έρημο άπό τον Μωϋσή ήταν προτύπωσι της λυτρώσεως άπό τον αιώνιο θάνατο, πού θά μας προσέφερε διά του σταυρικού του θανάτου. Είπε: «Καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν έν τη έρήμω, ούτως ύψωθήναι δει τον υίόν του άνθρώπου, ίνα πάς ό πιστεύων εις αυτόν μή άπόληται, άλλ' έχη ζωήν αίώνιον» (Ίω. γ' 14-15). Έξ αφορμής αύτού ή χρυσή γλώσσα διδάσκει: Βλέπεις τί έπροκάλεσε την σταυρική θυσία (τοϋ Κυρίου) και τί έφερε τήν σωτηρία άπό τήν αμαρτία; Βλέπεις τήν συγγένεια του τύπου προς τήν αλήθεια; Εκεί (στην έρημο) οί Ιουδαίοι διέφυγαν τόν θάνατο, άλλά τον πρόσκαιρο· εδώ (στους χρόνους τής Καινής Διαθήκης) διαφεύγουν τόν αιώνιο θάνατο όσοι πιστεύουν στον Χριστό. Έκεί ό κρεμάμενος όφις έθεράπευε τά δαγκώματα άπό τά δηλητηριώδη φίδια· έδώ ό σταυρωθείς Ιησούς έθεράπευσε με τήν θυσία του τα τραύματα πού έπροξένησε ό νοητός δράκων, ό διάβολος. Έκεί άπό χαλκό ήταν τό κρεμάμενο, άπλώς ύπό μορφήν όφεως, έδώ έκαρφώθη στον Σταυρό τό Σώμα του Δεσπότου Χριστού, τό όποίον προήλθεν άπό τό ΄Αγιον Πνεύμα. Έκεί φίδι έδάγκωνε και φίδι έθεράπευε· κατά τόν ίδιο τρόπο και έδώ, θάνατος (πού προήλθε άπό τήν αμαρτία) κατέστρεψε, και θάνατος (του Κυρίου Ίησού) έσωσε τό ανθρώπινο γένος. 'Αλλά ό όφις πού έθανάτωνε είχε δηλητήριο· ενώ ό Σωτήρ πού έσωζε ήταν εντελώς ξένος άπό τό δηλητήριο τής αμαρτίας. Διότι ό θάνατος πού έφερε τήν καταστροφή περιείχε αμαρτία, όπως ακριβώς ό όφις είχε μέσα του τό δηλητήριο· ό θάνατος όμως του Δεσπότου Χριστού ήταν τελείως απαλλαγμένος άπό κάθε αμαρτία, όπως ακριβώς και τό χάλκινο φίδι δεν περιείχε δηλητήριο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ό Κύριος δεν είπε ότι ο Υιός του άνθρωπου πρέπει νά κρεμασθή, άλλα νά ύψωθή· «ύψωθήναι δει». Τούτο τό είπε, διότι θεωρείται ότι αυτό τό ρήμα είναι πιό ευπρόσδεκτό άπό εκείνον πού τό ακούει, άλλα και διότι ήταν πολύ κοντά στον τύπο τής Παλαιάς Διαθήκης με τόν όφι πού ύψωσε ό Μωϋσής (ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις Ίωάννην, Όμ. 27 (άλλου 26), 2 ΡG 59, 159).
Ό Ώριγένης στον «Αδαμαντίου διάλογον περί τής εις Θεόν ορθής πίστεως» επιμένει, ύπό τό ψευδώνυμον του Αδαμαντίου, ότι ή έκτασις τών χειρών του Μωϋσή κατά τήν διάρκεια του πολέμου τών Ισραηλιτών με τους Άμαληκίτες ήταν προτύπωσις τής εκτάσεως τών αγίων χειρών του Κυρίου Ίησού επάνω στόν Σταυρό. Λέγει διά στόματος του ΄Ορθοδόξου Αδαμαντίου προς τόν αίρετικό Μεγέθιο: Ή έκτασις (σε προσευχή) των χειρών τοϋ Μωϋσέως έσωσε τόν λαό τόν πιστό στόν Θεόν, ενώ κατέστρεψε τους εχθρούς, και ή έκτασις τών χειρών του Χριστού έπί τοϋ Σταυρού τό ϊδιο έκαμε. Διότι, έάν λέγης ότι ή έκτασις των χειρών τοϋ Χριστού στόν Σταυρό έσωσε όλους ανεξαιρέτως, και πιστούς και απίστους καΐ φονείς και μοιχούς, φαντάζεσαι ότι κάτι λέγεις! Έάν όμως όσοι έπίστευσαν εις Αυτόν έσώθησαν, όσοι όμως δέν έπίστευσαν έχάθησαν, όπως ό Άμαλήκ, ποίαν διαφοράν παρουσιάζεις έσύ; Άφού και μετά τήν έκτασι τών χειρών του Κυρίου κατεστράφη ολοσχερώς και ό Ναός και ή πόλι (των Ιεροσολύμων), ό δέ λαός διεσκορπίσθη και έχάθη. Επομένως όμοία είναι (σέ αποτέλεσμα) ή έκτασις τών χειρών και τών δύο· δηλαδή ή έκτασις τών χειρών του Μωϋσέως προτυπώνει τήν έκτασι τών χειρών του Χριστού. Διότι και οι δύο εκτάσεις τούς μέν πιστούς έσωσαν, τούς δέ απίστους άπώλεσαν (ΩΡΙΓΕΝΟΥΣ (Αμφιβαλλόμενα), Αδαμαντίου διάλογος περί τής εις Θεόν ορθής πίστεως ΒΕΠΕΣ 17, 62 (40) - 63 (17).
Στην Α' προς Κορινθίους Επιστολή του ό απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στην πορεία των Ισραηλιτών άπό τήν Αίγυπτο προς τήν γή Χαναάν, υπενθυμίζει στους άναγνώστας του ότι οί Ισραηλίτες «πάντες εις τόν Μωϋσήν έβαπτίσαντο έν τή νεφέλη και έν τη θαλάσση, και πάντες τό αυτό βρώμα πνευματικόν έφαγον, και πάντες το αυτό πόμα πνευματικόν έπιον· έπινον γάρ έκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας· ή δέ πέτρα ην ό Χριστός (...). Ταύτα δέ τύποι ημών έγενήθησαν» (Α' Κορ. ι' [10] 2-4, 6). Τό βάπτισμα πού έλαβαν οι Ισραηλίτες μαζί μέ τόν Μωϋσήν ωσάν σέ άλλη κολυμβήθρα μέσα στή νεφέλη και στή θάλασσα· και ή τροφή (τό μάννα) και τό ποτό (τό νερό πού άνέβλυσε θαυματουργικώς άπό τόν βράχο) ήσαν τύποι γιά μας, ερμηνεύει ό ιερός Οίκουμένιος. Κατά τόν Θεοδώρητον Κύρου ή (Ερυθρά) θάλασσα προεικόνιζε τήν κολυμβήθρα του χριστιανικού βαπτίσματος, ή δέ νεφέλη τήν Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Κατά τόν Ιερό Χρυσόστομο ή έπανάληψι τής λέξεως «πάντες» γίνεται, διότι ό θεόπνευστος Απόστολος θέλει να άποδείξη ότι είναι στενή ή συγγένεια τής Παλαιάς προς τήν Καινή Διαθήκη και ότι τά γεγονότα εκείνα τής Παλαιάς Διαθήκης ήσαν προτύπωσι και σκιά όσων επρόκειτο νά πραγματοποιηθούν στό μέλλον (ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Είς τό «Ού θέλω υμάς άγνοείν, αδελφοί...», 3 ΡΘ 51, 247) δηλαδή στους χρόνους τής Καινής Διαθήκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου