Τους Άγιους Πατέρας καί διδασκάλους μιμούμενοι οί Άγιορείται Όσιομάρτυρες οί επί Βέκκου μαρτυρήσαντες, έγραψαν τήν περίφημον έκείνην επιστολήν προς τόν Αυτοκράτορα Μιχαήλ τόν Παλαιολόγον, ήτις παρά πάντων τιμάται, ώς πεφωτισμένη καί δογματικωτάτη, έν ή, μεταξύ άλλων, διελάμβανον τά ακόλουθα: «Εμπεριέχεται δέ καί τω ΙΕ' Κανόνι της αγίας καί μεγάλης Α' καί Β επονομασθείσης, ότι ού μόνον ανεύθυνους είναι, αλλά καί επαινετέους τους αποσχίζοντας εαυτούς καί πρό συνοδικής καταδίκης, άπό τών δημοσία διδασκόντων αιρετικά διδάγματα, καί όντων προφανώς αιρετικών». Καί μετ' ολίγον, περί μνημόσυνου: «Ει γάρ τό απλώς χαίρειν ειπείν, κοινωνίαν δίδωσι τοις έργοις τοις πονηροίς, πόσον ή διάτορος αυτού μνημοσύνη καί ταύτα αυτών τών θείων μυστηρίων φρικτώς προκειμένων; Ει δέ ό προκείμενος αυτός έστιν ή αυτοαλήθεια, πώς αν τό μέγα τούτο ψευδός δέχηται εικάζειν εικός, τό συντάττειν αυτόν ώς Όρθόδοξον Πατριάρχην μεταξύ τών Όρθοδόξων Πατριαρχών, έν καιρώ φρικτών μυστηρίων, σκηνικώς (σ.σ. = θεατρικώς) παίξομεν; Καί πώς ταύτα άνέξεται Όρθοδόξου ψυχή, καί ούκ άποστήσεται τής κοινωνίας τών μνημονευσάντων αυτίκα, καί ώς καπηλεύοντας τά Θεία τούτους ηγήσεται; "Ανωθεν γάρ ή του Θεού Όρθόδοξος Εκκλησία τήν επί τών άδυτων αναφοράν του ονόματος του άρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν έδέξατο τούτο. Γέγραπται γάρ έν τή εξηγήσει τής θείας λειτουργίας, ότι αναφέρει ο ιερουργών τό του άρχιερέως όνομα, δεικνύων καί τήν προς τό ύπερέχον ύποταγήν, καί ότι κοινωνός έστι αυτού, καί πίστεως καί τών Θείων μυστηρίων διάδοχος. Καί ό μέγας πατήρ ημών καί όμολογητής Θεόδωρος ό Στουδίτης ταύτα λέγει προς τινα, διά τής τιμίας αυτού επιστολής: «έφης δέ μοι ότι δέδοικας ειπείν τώ πρεσβυτέρω σου, μή άναφέρειν τόν αίρεσιάρχην, καίτοι περί τούτου ειπείν σοι τό παρόν, ού καταθαρρώ· πλην ότι μολυσμόν έχει ή κοινωνία έκ μόνο(υ) του άναφέρειν αυτόν, καν όρθόδοξος είη ό αναφερών». Ταύτα μέν ό πατήρ· πρό δέ τούτου, καί ό Θεός τούτο έσήμανεν ούτως ειπών: «Ίερείς ήθέτουν τόν νόμον μου, καί εβεβήλουν τά άγια μου»· πως; ότι βεβήλοις καί οσίοις ού διέστελλον, άλλ' ήν αυτοίς άπαντα κοινά· τί τούτου φωτεινότερον καί άληθέστερον; Άλλ' ώς οίκονομίαν τούτο ποιήσωμεν; καί πώς δεχθήσεται οίκονομίαν τά θεία βεβηλούσαν κατά τόν του Θεού είρημένου λόγον καί έκ τών θείων άπωθούσαν τό του Θεού Πνεύμα· καί τής έντεύθεν αφέσεως αμαρτιών, καί τής υίοθεσιας τους πιστούς αμέτοχους ποιούσα* και τι αν είη ταύτης τής οικονομίας ζημιωδέστερον;» (Δοκίμιον Ιστορικόν Μοναχού Καλλίστου Βλαστού, σελίς 109). "Ετι δέ, έν ταίς έρμηνείαις τών θείων καί ιερών Ακολουθιών τής Θείας Λείτουργίας Βασιλείου καί Ιωάννου Χρυσοστόμου, ταύτα διαλαμβάνονται:
«Έν πρώτοις μνήσθητι. Κύριε, του Αρχιεπισκόπου ήμών τούδε. Ώς επουρανίων, καί επιγείων, καί καταχθόνιων τήν έξουσίαν έχοντα, ομολόγων τόν Θεόν καί Πατέρα ό Ιερεύς, προσέφερε, καθώς είδομεν, τά ιερά μνημόσυνα, πρώτον τών αγίων απάντων δεύτερον τών ζώντων ημών καί τρίτον τών τεθνεώτων. Καί καθώς είς τήν τάξιν τής θριαμβευούσης Εκκλησίας, έκφώνως καί έξαιρέτως έμνημόνευσεν, ώς Βασιλίσσης απάντων καί πασών, τής Άειπαρθένου, καί Θεοτόκου· έτσι καί τώρα μνημονεύει έν πρώτοις καί παρρησια του αρχιερέως, ώς αρχής τής στρατευόμενης ημών αγίας Εκκλησίας, παρακαλώντας νά διαφυλάττεται μακρόβιος, όχι μόνον, αλλά καί Όρθόδοξος· όρθοτομών τόν λόγον τής Ευαγγελικής αληθείας. Καί τούτο, διατί πολλά έπαθεν ή Εκκλησία. Πολλά ή πίστις ή Όρθόδοξος έκινδύνευσεν, άπό τους πλέον εξαιρέτους αρχιερείς. Πολλά έκλαυσεν ή οικουμένη σκοτισθέντα τόν ήλιον, χωρίς φέγγος πολλαίς φοραίς την σελήνην, πεσόντας έκ του ουρανού τους Αστέρας. Τών Ίερέων, καί τών Αρχιερέων τους προκρίτους σχισματοποιούς καί αιρεσιάρχας λύκους βαρείς, του ποιμνίου μή φειδομένους». («Κατήχησις Ίερά» Νικολάου Βουλγάρεως εκδόσεως 1681, σελ. 165-166).
«Έν πρώτοις μνήσθητι. Κύριε, του Αρχιεπισκόπου ήμών τούδε. Ώς επουρανίων, καί επιγείων, καί καταχθόνιων τήν έξουσίαν έχοντα, ομολόγων τόν Θεόν καί Πατέρα ό Ιερεύς, προσέφερε, καθώς είδομεν, τά ιερά μνημόσυνα, πρώτον τών αγίων απάντων δεύτερον τών ζώντων ημών καί τρίτον τών τεθνεώτων. Καί καθώς είς τήν τάξιν τής θριαμβευούσης Εκκλησίας, έκφώνως καί έξαιρέτως έμνημόνευσεν, ώς Βασιλίσσης απάντων καί πασών, τής Άειπαρθένου, καί Θεοτόκου· έτσι καί τώρα μνημονεύει έν πρώτοις καί παρρησια του αρχιερέως, ώς αρχής τής στρατευόμενης ημών αγίας Εκκλησίας, παρακαλώντας νά διαφυλάττεται μακρόβιος, όχι μόνον, αλλά καί Όρθόδοξος· όρθοτομών τόν λόγον τής Ευαγγελικής αληθείας. Καί τούτο, διατί πολλά έπαθεν ή Εκκλησία. Πολλά ή πίστις ή Όρθόδοξος έκινδύνευσεν, άπό τους πλέον εξαιρέτους αρχιερείς. Πολλά έκλαυσεν ή οικουμένη σκοτισθέντα τόν ήλιον, χωρίς φέγγος πολλαίς φοραίς την σελήνην, πεσόντας έκ του ουρανού τους Αστέρας. Τών Ίερέων, καί τών Αρχιερέων τους προκρίτους σχισματοποιούς καί αιρεσιάρχας λύκους βαρείς, του ποιμνίου μή φειδομένους». («Κατήχησις Ίερά» Νικολάου Βουλγάρεως εκδόσεως 1681, σελ. 165-166).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου