Μετά τα προεκτεθέντα περί των αιρετικών αντισυνόδων των οκτώ πρώτων μ.Χ. αιώνων, δέον να γίνη λόγος και περί των κατόπιν τούτων ενωτικών λεγομένων συνόδων. Διά των πρώτων αντισυνόδων των, οι αιρετικοί επολέμουν την ορθόδοξον πίστιν των Οικουμενικών Συνόδων. Διά των δευτέρων, επιδιώκουν να αναμείξουν το ψεύδος μετά της αληθείας, εν ονόματι της ενώσεως ή ενότητος των Εκκλησιών, και ούτω, διά της μείξεως των αμείκτων, να καταλυθή η Ορθοδοξία.
ΕΝΩΤΙΚΑΙ ΣΥΝΟΔΟΙ
Τοιουτοτρόπως ανεφάνησαν αί λεγομέναι απόπειραι πρός ένωσιν Ορθοδοξίας και Παπισμού. Είναι χαρακτηριστικόν ότι αί απόπειραι αύται εκινήθησαν εν Ανατολή παρά τοιαύτα φρονούντων αυτοκρατόρων και υπεστηρίχθησαν μάλιστα υπό των λατινοφρόνων. Οι αυτοκράτορες ούτοι, χάριν αμφιβόλου αξίας πολιτικής σκοπιμότητος, εξεβίαζον την Ορθόδοξον Ιεραρχίαν και την έσυρον εις συνοδικάς συζητήσεις με τους αμετανοήτους παπικούς, αίτινες κατέληγον, ως ήτο φυσικόν, εις αποτυχίαν, υπαιτιότητι των ετεροδόξων, και εγίνεντο αιτία πλειόνων δεινών. Διά του τρόπου τούτου, συνεκροτήθησαν αί ενωτικαί λεγόμεναι σύνοδοι, ήγουν αντισύνοδοι.
Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΛΥΩΝ
Τοιούτου αντιεκκλησιαστικού χαρακτήρος είναι και η λεγομένη ενωτική σύνοδος της Λυών του έτους 1274 μ.Χ. Η αντισύνοδος αύτη συνεκλήθη υπό του αιρεσιάρχου του Παπισμού Πάπα Γρηγορίου του Ι΄, ίνα αφ΄ ενός μέν αποφασίση σταυροφορίαν πρός απελευθέρωσιν των Αγίων Τόπων, αφ΄ ετέρου δε διαπραγματευθή το θέμα της ενώσεως μετά της Ανατολής. Ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (1261-1282) εθεώρησε την σύνοδον ως μέσον ματαιώσεως της λατινικής αυτοκρατορίας εις την Ανατολήν, έναντι του ανταλλάγματος της δήθεν ενώσεως των Εκκλησιών, ήτοι της υποταγής της Ορθοδόξου Ανατολής εις τον Πάπαν! Ο σώφρων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ μετά του κλήρου ηρνήθη συμμετοχήν εις την σύνοδον της ανομίας. Τότε ο Αυτοκράτωρ ενήργησεν αντικανονικώς. Απέστειλε πρεσβείαν εις την σύνοδον με αρχηγόν των πρώην λατινόφρονα Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Γερμανόν Γ΄ (Β.Κ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, σ. 258).
Η παράνομος αύτη πρεσβεία μεταβάσα εις την αλλοτρίαν γήν της Λυών, έδωσεν εις την σύνοδον των πολεμίων γραπτήν ομολογίαν πίστεως εκ μέρους του Αυτοκράτορος (!), ήτις όμως, όντως ήτο ομολογία απιστίας. Βάσει της ασεβούς ταύτης ομολογίας, η Ανατολική Εκκλησία απεδέχετο τας κακοδοξίας του παπικού πρωτείου, της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού, και το καθαρτήριον πύρ. <<Μετά τόσης ευκολίας επετεύχθη η ένωσις εις την Λυών εκ μέρους του Αυτοκράτορος, ο οποίος δεν ενέμεινεν εις τα του Καίσαρος, αλλ΄ ηθέλησε να ρυθμίση και τα ανήκοντα εις τον Θεόν, εκτοπίζων την Θεολογίαν και επιβάλλων την πολιτικήν εις τον ιερόν χώρον της Εκκλησίας!>> (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, Αθήναι 1969, τομ. Β΄ σελ. 17).
Την ψευδένωσιν ταύτην επεσφράγισε <<παπική λειτουργία εν τω καθεδρικώ της Λυών ναώ του Αγίου Ιωάννου, εις την οποίαν παρέστησαν οι πρό πενθημέρου αφιχθέντες Έλληνες απεσταλμένοι. Ανεγνώσθη ο Απόστολος και το Ευαγγέλιον λατινιστί και Ελληνιστί και εξεφωνήθη το Πιστεύω μετά του Φιλιόκβε υφ΄ εκατέρας των μερίδων εν τη ιδία αυτής γλώσση>> (Β. Κ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστικκή Ιστορία, ενθ΄ ανωτ. σ. 387).
Η σύνοδος αύτη διά την Ορθοδοξίαν ουδέ καν συνεκλήθη ποτέ. Ούτε η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία συνεννοηθείσα μετά της Πολιτείας απεφάσισε την συγκρότησίν της, ουδέ ο Αυτοκράτωρ διέταξε την σύγκλησίν της. Η σύνοδος της Λυών είναι καθαρώς παπική σύνοδος, ήγουν αιρετική αντισύνοδος, κειμένη και τοπικώς εκτός της Εκκλησίας, πρός την οποίαν η Ορθόδοξος Ιεραρχία έμεινεν άσχετος και αρνητική, ως ώφειλεν. Η σταλείσα εις αυτήν πρεσβεία δεν εξεπροσώπει την Εκκλησίαν, αλλά μόνον τον καισαροπαπικώς παρανομούντα Αυτοκράτορα. Ο καισαροπαπισμός του Αυτοκράτορος της Ανατολής και ο παποκαισαρισμός του αιρεσιάρχου της Δύσεως Πάπα συνειργάσθησαν εν τη αντισυνόδω της Λυών, ίνα η Ορθοδοξία παραδοθή εις την παπικήν αίρεσιν ασυζητητί __ άτερ όχλου των συζητήσεων (!) __ και εν ονόματι της εκκλησιαστικής ενώσεως και των πολιτικών συμφερόντων. Ο παποκαίσαρ του Βατικανού επεδίωξε να υποτάξη την Ορθόδοξον Εκκλησίαν δια του καισαροπαπικού Αυτοκράτορος της Ανατολής. Εις το επηρμένον πνεύμα των δύο τούτων καισάρων επρυτάνευσεν η πεπλανημένη αντίληψις, ότι τα ζητήματα λύονται διά της πολιτικής εξουσίας, ήτις υποτάσσει και εκμεταλεύεται την πνευματικήν δύναμιν της Εκκλησίας.
<<Ο Μιχαήλ Η΄, εφαρμόζων πιστώς την απόφασιν της ψευδούς ενώσεως της Λυών, αντικατέστησε τον σθεναρόν Πατριάρχην Ιωσήφ με τον παπόφιλον Ιωάννην Βέκκον, διέταξε να εγγραφή το όνομα του Πάπα εις τα δίπτυχα, και εκήρυξεν επισήμως την ένωσιν των Εκκλησιών την 16ην Ιανουαρίου 1275, ενώ ο Πάπας επανηγύριζε τον θρίαμβόν του επί της Ανατολής>> (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, ενθ΄ ανωτ. τομ. Β΄, σ. 17-18).
Η συμφωνηθείσα μεταξύ Πάπα και Αυτοκράτορος ένωσις δεν ήτο όντως ένωσις, αλλά παρωδία ενώσεως. Δεν ήτο αληθινή ένωσις του Θεού, αλλά ασεβής συμπαιγνία μεταξύ δύο εχθρών της αληθείας και πολεμίων της αληθινής ενώσεως αρχόντων. Διά της ψευδούς ταύτης ενώσεως, όχι μόνον δεν ηνώθησαν η Δύσις και η Ανατολή, αλλά εδιχάσθη και η Ανατολή. Η ψευδένωσις αύτη προεκάλεσε μεγάλην διαίρεσιν μεταξύ του κλήρου, και την εξέγερσιν των μεγάλων αριστοκρατικών οικογενειών. Ο άγρυπνος φύλαξ της Ορθοδοξίας λαός, αντιληφθείς την προδοτικήν παράδοσιν των ιερών και των οσίων εις τον ιταμόν αιρεσιάρχην της Δύσεως παρά του Αυτοκράτορος, εξηγέρθη κατά του εγκλήματος και εματαίωσε τα ολέθρια σχέδια. Αργότερον η Σύνοδος της Λυών απεκηρύχθη υπό μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας. Η ψευδένωσις της Λυών εχαρακτηρίσθη ως προδοσία της αληθείας (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, ενθ΄ ανωτ. τομ. Β΄, σ. 17-18).
Η παράνομος αύτη πρεσβεία μεταβάσα εις την αλλοτρίαν γήν της Λυών, έδωσεν εις την σύνοδον των πολεμίων γραπτήν ομολογίαν πίστεως εκ μέρους του Αυτοκράτορος (!), ήτις όμως, όντως ήτο ομολογία απιστίας. Βάσει της ασεβούς ταύτης ομολογίας, η Ανατολική Εκκλησία απεδέχετο τας κακοδοξίας του παπικού πρωτείου, της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού, και το καθαρτήριον πύρ. <<Μετά τόσης ευκολίας επετεύχθη η ένωσις εις την Λυών εκ μέρους του Αυτοκράτορος, ο οποίος δεν ενέμεινεν εις τα του Καίσαρος, αλλ΄ ηθέλησε να ρυθμίση και τα ανήκοντα εις τον Θεόν, εκτοπίζων την Θεολογίαν και επιβάλλων την πολιτικήν εις τον ιερόν χώρον της Εκκλησίας!>> (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, Αθήναι 1969, τομ. Β΄ σελ. 17).
Την ψευδένωσιν ταύτην επεσφράγισε <<παπική λειτουργία εν τω καθεδρικώ της Λυών ναώ του Αγίου Ιωάννου, εις την οποίαν παρέστησαν οι πρό πενθημέρου αφιχθέντες Έλληνες απεσταλμένοι. Ανεγνώσθη ο Απόστολος και το Ευαγγέλιον λατινιστί και Ελληνιστί και εξεφωνήθη το Πιστεύω μετά του Φιλιόκβε υφ΄ εκατέρας των μερίδων εν τη ιδία αυτής γλώσση>> (Β. Κ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστικκή Ιστορία, ενθ΄ ανωτ. σ. 387).
Η σύνοδος αύτη διά την Ορθοδοξίαν ουδέ καν συνεκλήθη ποτέ. Ούτε η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία συνεννοηθείσα μετά της Πολιτείας απεφάσισε την συγκρότησίν της, ουδέ ο Αυτοκράτωρ διέταξε την σύγκλησίν της. Η σύνοδος της Λυών είναι καθαρώς παπική σύνοδος, ήγουν αιρετική αντισύνοδος, κειμένη και τοπικώς εκτός της Εκκλησίας, πρός την οποίαν η Ορθόδοξος Ιεραρχία έμεινεν άσχετος και αρνητική, ως ώφειλεν. Η σταλείσα εις αυτήν πρεσβεία δεν εξεπροσώπει την Εκκλησίαν, αλλά μόνον τον καισαροπαπικώς παρανομούντα Αυτοκράτορα. Ο καισαροπαπισμός του Αυτοκράτορος της Ανατολής και ο παποκαισαρισμός του αιρεσιάρχου της Δύσεως Πάπα συνειργάσθησαν εν τη αντισυνόδω της Λυών, ίνα η Ορθοδοξία παραδοθή εις την παπικήν αίρεσιν ασυζητητί __ άτερ όχλου των συζητήσεων (!) __ και εν ονόματι της εκκλησιαστικής ενώσεως και των πολιτικών συμφερόντων. Ο παποκαίσαρ του Βατικανού επεδίωξε να υποτάξη την Ορθόδοξον Εκκλησίαν δια του καισαροπαπικού Αυτοκράτορος της Ανατολής. Εις το επηρμένον πνεύμα των δύο τούτων καισάρων επρυτάνευσεν η πεπλανημένη αντίληψις, ότι τα ζητήματα λύονται διά της πολιτικής εξουσίας, ήτις υποτάσσει και εκμεταλεύεται την πνευματικήν δύναμιν της Εκκλησίας.
<<Ο Μιχαήλ Η΄, εφαρμόζων πιστώς την απόφασιν της ψευδούς ενώσεως της Λυών, αντικατέστησε τον σθεναρόν Πατριάρχην Ιωσήφ με τον παπόφιλον Ιωάννην Βέκκον, διέταξε να εγγραφή το όνομα του Πάπα εις τα δίπτυχα, και εκήρυξεν επισήμως την ένωσιν των Εκκλησιών την 16ην Ιανουαρίου 1275, ενώ ο Πάπας επανηγύριζε τον θρίαμβόν του επί της Ανατολής>> (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, ενθ΄ ανωτ. τομ. Β΄, σ. 17-18).
Η συμφωνηθείσα μεταξύ Πάπα και Αυτοκράτορος ένωσις δεν ήτο όντως ένωσις, αλλά παρωδία ενώσεως. Δεν ήτο αληθινή ένωσις του Θεού, αλλά ασεβής συμπαιγνία μεταξύ δύο εχθρών της αληθείας και πολεμίων της αληθινής ενώσεως αρχόντων. Διά της ψευδούς ταύτης ενώσεως, όχι μόνον δεν ηνώθησαν η Δύσις και η Ανατολή, αλλά εδιχάσθη και η Ανατολή. Η ψευδένωσις αύτη προεκάλεσε μεγάλην διαίρεσιν μεταξύ του κλήρου, και την εξέγερσιν των μεγάλων αριστοκρατικών οικογενειών. Ο άγρυπνος φύλαξ της Ορθοδοξίας λαός, αντιληφθείς την προδοτικήν παράδοσιν των ιερών και των οσίων εις τον ιταμόν αιρεσιάρχην της Δύσεως παρά του Αυτοκράτορος, εξηγέρθη κατά του εγκλήματος και εματαίωσε τα ολέθρια σχέδια. Αργότερον η Σύνοδος της Λυών απεκηρύχθη υπό μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας. Η ψευδένωσις της Λυών εχαρακτηρίσθη ως προδοσία της αληθείας (Σ. Σ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, ενθ΄ ανωτ. τομ. Β΄, σ. 17-18).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου