Σέ μία τῶν συνεδριάσεων τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐξετάστηκε ἐπιμελέστατα ὁ τρόπος τῆς ἀποδοχῆς τῶν Εἰκονομάχων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀποκομμένοι ἀπό τήν καθολική Ἐκκλησία καί ζητοῦσαν νά ἑνωθοῦν μέ Αὐτήν καί αὐτό μάλιστα πρίν καταδικαστοῦν ἀπό τήν Ἁγία Ζ΄ Σύνοδο. Ὅλοι ἔγιναν τελικά δεκτοί μέ λίβελλο μέ τόν ὁποῖο ἀποκήρυσσαν τήν αἵρεση καί ὁμολογοῦσαν τήν ἀλήθεια, καί στή συνέχεια μέ εἰδική ἀπόφαση τῆς Συνόδου:
Ἰωάννης ὁ εὐλαβέστατος μοναχὸς καὶ
πρεσβύτερος καὶ τοποτηρητής τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου Ἀντιοχείας εἶπε:
«Διαθρυλλεῖται πανάγιε πάτερ παρὰ
πολλῶν, πῶς δεῖ τοὺς ἀπὸ αἱρέσεων προσερχομένους δέχεσθαι· καὶ
παρακαλοῦμεν τὴν ἁγίαν καὶ ἱερὰν σύνοδον ὅπως ἔλθωσιν αἱ βίβλοι τῶν ἁγίων
πατέρων καὶ θεωρῶμεν καὶ ἀνακρίνωμεν, κᾀκεῖθεν λάβωμεν τὴν ἀκριβῆ ἀσφάλειαν, ὅπως
χρή δέχεσθαι αὐτοὺς. Ἀποροῦμεν γὰρ ἡμεῖς.» (Αὐτόθι, 1019c.)
Ἡ σύνοδος τότε ἄκουσε πολλές μαρτυρίας, γιὰ τὸ πῶς οἱ αἱρετικοὶ γίνονταν
ἀποδεκτοὶ στὸ παρελθόν, χωρὶς ὅμως νὰ διακρίνουν μεταξὺ ἐκείνων ποὺ
εἶχαν καταδικαστεῖ ἤδη ἀπὸ σύνοδο καὶ τῶν μή καταδικασθέντων, ἀποδεικύοντας ὅτι
οἱ πατέρες δὲν ἔκαναν τέτοια διάκριση. Ἀντιθέτως, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ
διαλόγου, διαπιστώθηκε ὁμοφώνως, ὅτι ἡ ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν ἐθεωρεῖτο ὡς
ἐκ τῶν προτέρων:
Ἰωάννης ὁ θεοφιλέστατος τοποτηρητής τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου τῆς ἀνατολῆς εἶπε:
«Ἡ αἵρεσις χωρίζει ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας πάντα
ἄνθρωπον.»
῾Η Ἁγία Σύνοδος εἶπεν:
«Τοῦτο εὔδηλόν ἐστιν.» (Αὐτόθι, 1022c.)
Στὸ τέλος τῆς Πρώτης Πράξεως,
Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπε:
«Ἀναγνώτωσαν οἱ προϊστάμενοι ἐπίσκοποι τοὺς οἰκείους λιβέλλους ὡς νυνὶ
προσελθόντες τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ.»
Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Ἀναγνώτωσαν ἐπειδὰν τῶν ζητουμένων δύο κεφαλαίων ἀκριβῶς ἐξετασθῇ ὑπόθεσις
περὶ τε τῶν προσερχομένων ἐξ αἱρέσεως τῇ ἁγίᾳ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ καὶ
τῶν ὑπὸ αἱρετικῶν χειροτονηθέντων.» (Αὐτόθι. 1050d.)
Καὶ μετ᾽ ὀλίγον πάλιν,
Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Τὰς ὁμολογίας γνῶντες διὰ τῆς ἀναγνώσεως
τῶν λιβέλλων, ἐν ἑτέρᾳ συνελεύσει ἡ αὐτῶν ἀποδοχὴ γενήσεται, εἰ
οὐκ ἔστιν ἕτερον αὐτοῖς τὸ κωλῦον.» (Αὐτόθι. 1050e.)
Συμπεράσματα
Ὅποιος ἀκολουθεῖ τήν αἵρεση δέν ἔχει τήν δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεως καί σωτηρίας ἐφ' ὅσον "τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως" (ΞΘ΄ τῆς Καρθαγένης) ἤ "ἐκ τῆς τοῦ Κυριακοῦ σώματος ἑνώσεως ἀνησυχάστῳ διχονοίᾳ" ἀποσχίζεται (ΞΣΤ΄ τῆς Καρθαγένης), γιά νά μεταβεῖ ἐκεῖ "ὅπου ἐκκλησία οὐκ ἔστιν" (Κανών Καρχηδόνος), "τῷ τῆς ἀποστασίας συνεδρίῳ". Οἱ αἱρετικοί ὑπάρχουν "πάσης ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας ἐκβεβλημένοι καί ἀνενέργητοι" (α΄τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς), τελοῦντες ὑπό τήν κυριαρχίαν τοῦ διαβόλουû "δώσει αὐτοῖς ὁ Θεός μετάνοιαν πρός τό ἐπιγνῶναι τήν ἀλήθειαν, καί ἵνα ἀνασφήλωσιν οἱ ἐκ τῶν τοῦ διαβόλου βρόχων αἰχμαλωτισθέντες αὐτῷ εἰς τῷ αὐτοῦ θέλημα" (ΞΣΤ΄ Καρθαγένης).
Ἡ αὐστηρή αὐτή στάση
τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι συνέπεια τῆς Ἐκκλησιολογίας τους. Ἐφ' ὅσον μία μόνον
Ἐκκλησία ὑπάρχει, (ἕν σῶμα μόνον ἀντιστοιχεῖ εἰς μίαν κεφαλήν), εἶναι φυσικό,
ὅτι οἱ ἀποκόπτοντες ἑαυτούς διά τῆς αἱρέσεως ἤ τοῦ σχίσματος ἀπό τῆς Μιᾶς
Ἐκκλησίας, παύουν νά εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί νά ἔχουν τό Ἅγιον
Πνεῦμα. Ὁ "οἶκος αὐτῶν ἀφίεται ἔρημος" καί ἐκπίπτει
εἰς "ἐκκλησίαν πονηρευομένων" (Νικηφόρου Ὁμολογητοῦ
ἐπιστολή γ΄).
Γιαὐτό τό λόγο καί τά μυστήρια τῶν
αἱρετικῶν θεωροῦνται ὡς ἄκυρα, ἐπειδή ἀκριβῶς οἱ αἱρετικοί στεροῦνται τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος.
Στούς αἱρετικούς δέν ὑφίσταται κἄν ἀληθές βάπτισμα
ἤ χρίσμα ("ἀσφαλῶς κρατοῦμεν, μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι ἔξω τῆς
καθολικῆς ἐκκλησίαςû ἑνός ὄντος βαπτίσματος, καί ἐν μόνῃ τῇ καθολικῇ
ἐκκλησίᾳ ὑπάρχοντοςû ... ὅθεν οὐ δύναται χρίσμα τοῖς αἱρετικοῖς
εἶναι").
Ὁ λόγος εἶναι
προφανήςû "παρά δέ τοῖς αἱρετικοῖς, ὅπου ἐκκλησία οὐκ ἔστιν,
ἀδύνατον ἁμαρτημάτων ἄφεσιν λαβεῖν" καί "οὐ γάρ
δύναται ἐν μέρει ὑπερισχύειν εἰ ἠδυνήθη βαπτίσαι, ἴσχυσε καί Ἅγιον Πνεῦμα
δοῦναι εἰ οὐκ ἠδυνήθη, ὅτι ἔξω ὤν, Πνεῦμα ἅγιον οὐκ ἔχει, οὐ δύναται τόν
ἐρχόμενον βαπτίσαι, ἐνός ὄντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί μιᾶς ἐκκλησίας ὑπό
Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν, ἐπάνω Πέτρου τοῦ Ἀποστόλου ἀρχῆθεν λέγοντος, τῆς
ἑνότητος τεθεμελιωμένηςû καί διά τοῦτο τά ὑπ' αὐτῶν γινόμενα ψευδῆ καί
κενά ὑπάρχοντα, πάντα ἐστίν ἀδόκιμα" (Κανών Καρχηδόνος).
Αὐτός ὁ Κανών δέν ἀποτελεῖ κάτι τό καινοφανές στήν
Ἐκκλησία. Εἶναι ἀπήχηση τῆς ἐκκλησιολογίας τοῦ Ἀποστόλου Παύλου "ἕν
σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε ἐν μι ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν
βάπτισμα" (Ἐφ. δ΄4-5). Κάθε ἄλλη θεώρηση τῶν αἱρέσεων θά ἀνέτρεπε τήν
ἐκκλησιολογική αὐτή βάση.
Ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρός τόν Πάπα Πίο Θ΄ (1848)
(Πηγή: Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς
Ἐκκλησίας, Καρμίρη Ἰωάννη, τ. Β΄ σελ. 902-925, Ἀθήνα
1953).
"... Τό φρικτό αὐτό ἀνάθεμα, ἀδελφοί καί ἀγαπητά παιδιά ἐν
Χριστῷ, δέν τό ἐκφωνοῦμε ἐμεῖς σήμερα, ἀλλά τό ἐκφώνησε
πρῶτος ὁ Σωτήρας μας· «ὅποιος μιλήσει ἐναντίον τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, δέν θά συγχωρεθεῖ οὔτε σέ αὐτόν τόν αἰώνα, οὔτε στόν
μελλοντικό»· ὁ ἅγιος Παῦλος ἐκφώνησε· «ἀπορῶ πού
μετακινεῖστε τόσο γρήγορα ἀπό αὐτόν πού σᾶς κάλεσε μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ σέ ἄλλο
εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἄλλο, παρά μόνον κάποιοι πού σᾶς
ταράσσουν καί θέλουν νά διαστρεβλώσουν τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ· ἀλλά
κι ἄν ἐμεῖς ἤ ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό σᾶς κηρύσσει ἄλλο
εὐαγγέλιο ἀπό αὐτό πού σᾶς κηρύξαμε, ἄς εἶναι ἀνάθεμα»· αὐτό ἐκφώνησαν
οἱ ἑπτά οἰκουμενικές Σύνοδοι καί ὅλη ἡ χορωδία τῶν θεοφόρων
Πατέρων. Ὅλοι λοιπόν οἱ καινοτόμοι, εἴτε μέ αἵρεση εἴτε μέ σχίσμα,
ἤδη ἐνδύθηκαν μέ τή θέλησή τους, σύμφωνα μέ τόν ψαλμωδό, «κατάρα ὡς
ροῦχο», εἴτε Πάπες εἴτε Πατριάρχες εἴτε Κληρικοί εἴτε Λαϊκοί· «κι ἄν
κάποιος, ἀκόμα καί ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό, σᾶς κηρύσσει ἄλλο
εὐαγγέλιο ἀπό αὐτό πού ἔχετε παραλάβει, ἄς εἶναι ἀνάθεμα. Ἔτσι
σκεπτόμενοι οἱ Πατέρες μας καί ὑπακούοντας στούς ψυχοσωτήριους λόγους
τοῦ Παύλου, στάθηκαν σταθεροί καί στέρεοι στήν πίστη πού τούς παραδόθηκε ἀπό
γενιά σέ γενιά καί τήν διέσωσαν ἀμετάβλητη καί ἀμόλυντη στό μέσο
τόσων αἱρέσεων, καί τήν παρέδωσαν σέ μᾶς ἀληθινή καί ἀνόθευτη, ὅπως
βγῆκε ἁγνή ἀπό τό στόμα τῶν πρώτων ὑπηρετῶν τοῦ Λόγου· ἔτσι
σκεπτόμενοι καί ἐμεῖς, ἀνόθευτη ὅπως τήν παραλάβαμε θά τήν
μεταδώσουμε στίς ἐπερχόμενες γενιές, χωρίς νά μεταβάλλουμε
τίποτα, γιά νά εἶναι κι ἐκεῖνοι, ὅπως κι ἐμεῖς, εὐπρεπεῖς
καί νά μήν ντρέπονται ὅταν μιλοῦν γιά τήν πίστη τῶν προγόνων τους."
1848, μήνας Μάιος, Ἰνδικτιῶνος ς΄.
†Άνθιμος ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης,
καί οἰκουμενικός Πατριάρχης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός
καί ἱκέτης ὑπέρ ὑμῶν.
† Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καί ὅλης
της Αἰγύπτου, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης.
† Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης τῆς μεγάλη πόλης τοῦ Θεοῦ Ἀντιόχειας
καί ὅλης της Ἀνατολῆς, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός
καί ἱκέτης.
† Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καί ὅλης
της Παλαιστίνης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Κωνσταντινούπολης
† Ὁ Καισαρείας Παΐσιος - † Ὁ Ἐφέσου Ἄνθιμος - † Ὁ Ἡρακλείας
Διονύσιος - † Ὁ Κιζύκου Ἰωακείμ - † Ὁ Νικομηδείας
Διονύσιος - † Ὁ Χαλκηδόνας Ἰερόθεος - † Ὁ Δέρκων
Νεόφυτος - † Ὁ Ἀδριανουπόλεως Γεράσιμος - † Ὁ Νεοκαισαρείας
Κύριλλος - † Ὁ Βεροίας Θεοκλητός - † Ὁ Πισιδίας Μελέτιος -
† Ὁ Σμύρνης Ἀθανάσιος - † Ὁ Μελενίκου Διονύσιος - † Ὁ Σόφιας
Παΐσιος – † Ὁ Λήμνου Δανιήλ - † Ὁ Δρυϊνουπόλεως Παντελεήμων
- † Ὁ Ἐρσεκίου Ἰωσήφ - † Ὁ Βοδενῶν Ἄνθιμος.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Ἀντιόχειας
† Ὁ Ἀρκαδίας Ζαχαρίας - † Ὁ Ἐμέσης Μεθόδιος - † Ὁ Τριπόλεως Ἰωαννίκιος
- † Ὁ Λαοδικείας Ἀρτέμιος.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱερουσαλήμ
† Ὁ Πέτρας Μελέτιος - † Ὁ Βηθλεέμ Διονύσιος - † Ὁ Γάζας
Φιλήμων - † Ὁ Νεαπόλεως Σαμουήλ - † Ὁ Σεβαστείας Θαδδαῖος -
† Ὁ Φιλαδελφείας Ἰωαννίκιος - † Ὁ Θαβωρίου Ἱερόθεος.
Ἐπεξηγήσεις
1. Ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες παραλάβαμε ὅτι
στούς αἱρετικούς δέν ὑπάρχει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
2. Δέν μποροῦμε νά τούς νομιμοποιοῦμε,
λέγοντας ὅτι ἔχουν τήν Χάρη. Καί κυρίως, γιατί αὐτό ἐπιτάσσει τό Συνοδικόν τῆς
Ὀρθοδοξίας μας. Ἄν τό κάνουμε, ἀναθεματιζόμαστε ἀπό τό Συνοδικό της.
3. Στά πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς βλέπουμε
ὅτι ὅλοι ὅσοι ἀπολογοῦνται καί γίνονται δεκτοί, παραδέχονται ὅτι ἦσαν ἐκτός
Ἐκκλησίας, καί μάλιστα αὐτό πρίν ὑπάρξει ὁποιαδήποτε συνοδική διάγνωση.
4. Ἡ Ἐκκλησία διά τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου
ἐξετάζει, ἄν καί ποιούς θά δεχθεῖ καί ποιούς ὄχι, ὅπως σημειώνει ὁ
Ἅγιος Νικόδημος γιά τίς Συνόδους τῆς Ρώμης καί τῆς Ἀφρικῆς, πού ἄλλους
δέχθηκαν καί ἄλλους ὄχι.
5. Στόν Γ΄ Ἀποστολικό ὁ Ἅγιος ἀποφαίνεται
γιά τούς κανονικά πταίσαντες (ἠθικά παραπτώματα, σιμωνία κλπ). Καί ἡ σποραδική
ἀποδοχή τοῦ βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν ἀπό μεμονωμένο ἐπίσκοπο συγκαταλέγεται
στά κανονικά παραπτώματα, πού ἐπισύρει καθαίρεση.
6. Στόν 68ο Κανόνα ὁ Ἅγιος ἀποφαίνεται μέ
βάση τά πρακτικά τῶν Συνόδων καί τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας γιά τούς αἱρετικούς. Ἡ
Ἐκκλησία κατ' ἐξαίρεση δέχθηκε κάποιους ἀπ' αὐτούς. Αὐτό δέν ἀποτελεῖ
ὑπόδειγμα. Τό σπάνιον δηλ. καί τό κατ' ἐξαίρεση γενόμενον.
7. Ἡ σύνοδος δικαιώνει ἤ ἀναθεματίζει.
Ἀπονέμει πάλι τούς θρόνους ἤ τούς ἀφαιρεῖ.
8. Ὁ μεγάλος Θεολόγος, δεύτερος
Χρυσόστομος, Ἅγιος Νικόδημος, δέν ἀντιφάσκει, λοιπόν, στήν ἑρμηνεία
του στόν γ΄ Ἀποστολικόν καί στόν 68ο, γιατί στόν γ΄ Ἀποστολικόν ἀποφαίνεται γιά
μεμονωμένους ἐπισκόπους πού σφάλλουν -(καί τό νά δεχθεῖ κάποιος ἐπίσκοπος
μεμονωμένα τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν θεωρεῖται κανονική παράβαση)- κατ' ἐξοχήν
δηλ. ἀναφέρεται στούς κανονικῶς πταίσαντες, ἐνῶ στόν 68ο ἀναφέρεται στήν παγιωμένη
καί ἐξαπλωμένη αἵρεση καί τήν θεσμική καί διαχρονική ἀλλοίωση τῆς
πίστης, πού ὅσοι κοινωνοῦν μαζί της εἶναι ἀλλοτριωμένοι τῆς χάριτος
καί τῆς ἱερωσύνης.
Ἀναφορικά μέ τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέχθηκε κατ' ἐξαίρεση κάποιους
αἱρετικούς στό παρελθόν, σημειώνει ὁ μέγας Ἅγιος: "Ἀλλά
σπάνια τά τοιαῦτα καί κατά περίστασιν, κανονικῆς ἀκριβείας λειπόμενα, οὐ
νόμος δέ Ἐκκλησίας τό κατά περίστασιν γινόμενον καί τό σπάνιον, κατά
τε τόν ιζ΄ τῆς α΄ καί β΄ καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, καί τήν
β΄ πρᾶξιν τῆς ἐν τῇ ἁγίᾳ Σοφίᾳ συνόδου καί τό νομικόν ἐκεῖνο τό λέγον∙
Τό, παρά Κανόνας, οὐχ ἕλκεται πρός ὑπόδειγμα."
Ὁ Ἅγιος, ἰδιαίτερα, ἀναφέρεται στίς χειροτονίες τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, πού
ἔγιναν δεκτοί ἀπό τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο:
"Πάντως δέν δέχθηκε τούς
πρωτάρχας τῆς αἱρέσεως καί τούς ἐμπαθῶς ἐγκειμένους καί μή γνησίως καί ἀληθῶς
μετανοοῦντες, ὅπως εἶπε ὁ θεῖος Ταράσιος. Δέχθηκε ἐκείνους πού
ἀκολούθησαν τούς πρωτάρχας τῶν αἱρέσεων καί πού μετανόησαν εἰλικρινά, (Σχετικά
μέ ὅλα αὐτά γράφει ὁ Ἅγιος στήν ἑρμηνεία του στήν ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου
Ἀθανασίου πρός Ρουφινιανόν.) καί ἐκείνους πού
χειροτονήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς Εἰκονομάχους δέν ἀναχειροτόνησε, ἀφοῦ
ὁμολόγησαν τήν Ὀρθοδοξία, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν α΄ πράξη τῆς Ζ΄ Οἰκουνενικῆς. Ἐπίσης
μερικῶν αἱρετικῶν δέχθηκε τό βάπτισμα δι᾽ οἰκονομίαν, ὅπως σημειώνει ὁ
Ἅγιος. Τήν περιστατική καί καιρική οἰκονομία δέν τά ἔκανε
ὅρον ἡ Ἁγία Ζ΄ Οἰκουμενική.
Καί ὁ Πατριάρχης, (ἅγιος)
Ἀνατόλιος, χειροτονήθηκε ἀπό τόν αἱρετικό Διόσκουρο καί ἀπό τήν
αἱρετική περί αὐτόν σύνοδο, καί ὁ Ἅγιος Μελέτιος ὁ Ἀντιοχείας
ὑπό Ἀρειανῶν, κατά τόν Σωζόμενον, βιβλ. δ΄, κεφ. κη΄ καί ἄλλοι πολλοί ὑπό
αἱρετικῶν ἐχειροτονήθησαν, καί μετά ταῦτα ἔγιναν δεκτοί ἀπό
τούς ὀρθοδόξους (Ἱερόν Πηδάλιον, σελ. 91, ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου
Νικοδήμου στόν ΞΗ΄ Ἀποστολικόν Ἱερόν Κανόνα).
9. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό Πηδάλιο τό ἐνέκρινε
καί ὁ μέγας διδάσκαλος καί Ἅγιος, Μακάριος ὁ Κορίνθου, ὅπως
καί ὁ λόγιος ἀντίπαπας Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, καί στή συνέχεια τό
ἐνέκριναν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ε΄, ὁ ἱερομάρτυς, ἀλλά
καί ἡ σύνοδος τῆς Πόλης!
10. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει
τά αὐτά στόν 47ο Κανόνα του.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου