ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΛΑΤΙΝΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΚΛΑΙΡΚΙΟΥ
Κυρίω Ευγενίω, διδασκάλω τού έν τώ Όρει τού Άθωνος Σχολείου και του θείου λόγου ιεροκήρυκι.
Είς το ζήτημα το οποίο ανεφύη μεταξύ εμού και των φίλων, πολλά ήδη έγραψα διά να αποδείξω ότι η Ανατολική Εκκλησία είναι καθολική και ορθόδοξος, καί πρός τοίς άλλοις είς ό φρονώ περί της Ρώμης, και περί της προσθήκης και έκ του Υιού, όπερ δή και περί της εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος. Υπολείπονταί μοι όμως και άλλα πολλά να γράψω, διά να παραστήσω φανερά άπασας τάς των Ρωμαίων επισκόπων αδικίας κατά της Εκκλησίας των Γραικών....θέλει ανοίξει ανατείλει ένα φώς λαμπρόν, το οποίον θέλει ανοίξει τούς οφθαλμούς απάντων των γνησίως αγαπώντων του Χριστού της Εκκλησίαν, και ούτοι πάντως μεγάλω τω Θεώ αναπέμψουσι τάς ευχαριστίας, ού μόνον διότι ή τών Γραικών Εκκλησία είναι καθολική και ορθόδοξος, αλλά και διότι αντέστη είς τάς της Ρώμης επισκόπων αδίκους ορμάς, ωσεί τινες πύργοι χάλκινοι, οίτινες ουδέν αφήκαν διά να περιτρέψωσι πάντα τά της Εκκλησίας υποτελείς εαυτοίς υποχειρίους.
Είθε άπαντες ημείς οι Λατίνοι να είχομεν ακολουθήση το παράδειγμα τής των Γραικών Εκκλησίας δεν ήθελε καταβληθή ή τού Χριστού Εκκλησία υπό τοιούτων και τηλικούτων κακών, ύφ' οίς επί του παρόντος κείται οιονεί υποβρύχιος....
Προσθέτων ενταύθα ότι, αναγινώσκων εγώ μετά πολλής προσοχής τάς πρώτας Συνόδους, και πολλούς τών ανατολικών πατέρων, ουδέν εύρον παρηγορούν τώ τών Λατίνων φρονήματι, τών διδασκόντων το Πνεύμα το άγιον εκπορεύεσθαι καί έκ του Υιού, καθάπερ έκ του Πατρός, μάλιστα εύρον την τοιάυτην δόξαν αντικειμένην τη διδασκαλία τών αγίων Γραφών και των πρώτων Συνόδων και των ανατολικών πατέρων. Και έν ταίς πρός τούς φίλους επιστολαίς μου απέδειξα ότι, ού μόνον το και έκ του Υιού μόριον αδίκως προσετέθη τώ συμβόλω, αλλά και ότι αντιφέρεται ολοτελώς είς την τής καθολικής Εκκλησίας διδασκαλίαν περί της εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος.
Συγγράφων εγώ πρό τριών ετών πονημάτιον τι κατά των σκανδάλων, δι ών οί της Ρώμης επίσκοποι έκ πολλών ήδη αιώνων της Εκκλησίαν καταστρέφουσιν, έτυχον αφορμής να διαλάβω και περί της Εκκλησίας των Γραικών, ελάλουν δέ κινούμενος υπό των προλήψεων, αίς άπαντες ημείς οι Λατίνοι συνηλικιώθημεν και συνανεστράφημεν, όθεν ήλεγχον αυτήν ώς από της καθ' όλου Εκκλησίας αποστατήσαν.
Μόλις ούν είχα τυπώσει μίαν σελίδα, έν ή ούτως αισχράν κηλίδα τή τών Γραικών Εκκλησία προσέτριβον, ότε έκ θείας προνοίας περιέτυχον επισκόπω τινί έκ της αυτής Εκκλησίας. Μετά τινάς ούν συνομιλίας, άς είχον μετ αυτού συνέπεσέ μοι υπόνοια ότι ενδέχεται να είμεθα ημείς οι Λατίνοι είς σφάλματα γραμματικών περί τής των Γραικών Εκκλησίας, σχισματικήν αυτήν και αιρετικήν κρίνοντες. Άλλ' ή του Γραικού μαρτυρία δεν εξήρκει είς εμέ έν τηλικαύτη και ούτως αξιολόγω υποθέσει, να δυνηθώ δηλαδή να πιστεύσω και να ομολογήσω δημοσία ότι η των Γραικών Εκκλησία ούτε είς αίρεσιν ούτε είς σχίσμα αναστρέφεται, και μάλιστα οπότε περι του τοιούτου έμελον να διαμάχωνται πρός άπαντας τούς Λατίνους, απο πρώτου αυτών έως εσχάτου αυτών, εξαιρουμένων δέ μετά των εμοί οικειοτάτων και λίαν συνήθων....
Αλλά πόση έκστασις και πόσον θαύμα κατέπληξεν μου την ψυχήν, και πόσης χαράς επλήσθη η καρδία μου, όταν με αυτά μοι τα όμματα κατείδον πως η των Γραικών ούτε είς σχίσμα αναστρέφεται, ούτε σφάλλει, καθώς ψευδώς είς πάντα τα ημέτερα σχολεία ημείς διδασκόμεθα. Γνούς και κατανοήσας την αλήθειαν, έγραψα πρός πολλούς των έν τη Γαλλία διατριβόντων φίλων μου, δι' ών απεδείκνυον ότι αδίκως τε και παραλόγως αυτοί κατακρίνουσι την των Γραικών Εκκλησίαν ώς σχισματικήν και αιρετικήν. Αυτοί δέ πάντες πληγέντες τοίς ύπ' εμού γραφομένοις, αντέγραψαν τε είς εμέ, και μέσα είς ένα πέλαγος πολλών εκστάσεων με εκαταπόντισαν....
Αλλά η εμή ιδιάζουσα γνώμη δεν εξαρκεί είς το να φωτίση των αδελφών μου τάς ψυχάς, ότι ανεπίληπτος ή των Γραικών Εκκλησίαν και είς την ορθοδοξίαν ακέραιος, εάν μή άλλως την προβαλλομένην ένστασιν περί τε των αγίων και των θαυμάτων, τα οποία είς την αυτήν Εκκλησία αρνούνται, διά να δυνηθώ να διαλύσω. Η εμή πρός την ανατολικήν Εκκλησία ευλάβεια τοσαύτη είναι, ώστε μετά ζεούσης επιθυμίας επιποθώ να την παραστήσω καθολικήν και ορθόδοξον πληρέστατα και τελειότατα...
Εγώ δέν δύναμαι αρκετά να ευχαριστήσω τον Θεόν των οικτιρμών επί τή χάριτι, δι' ής διεσκέδασα τα σκότη και τάς προλήψεις της εμής ψυχής, άς είχον περί της πίστεως υμών και πάσης της καθ' υμάς προσκυνητής Εκκλησίας. Μετά αφάτου αγαλλιάσεως εγώ γνωρίζω μετά από ακριβή έρευναν, ότι υμείς είσθε αδιάβλητοι και ανεπίληπτοι είς την πίστιν υμών, και δεν είσθε ένα σύστημα κεχωρισμένον της καθόλου Εκκλησίας, αγκαλά ημείς οι Λατίνοι κακώς αφήσαμεν και εκατεπείσθημεν διά το πρός τόν Ρώμης επίσκοπον και την αυλήν αυτού σέβας...εγώ μάρτυς υμών πάνδημος και πεπαρρησιασμένος ότι είς πάντα ταύτα είσθε ανεπίληπτοι, και τόσον είμαι πεπληροφορημένος είς τούτο, ότι και χρέος εμόν νομίζω να κάμω την υμετέραν απολογίαν πρό προσώπου πάσης της γής, και να αποδείξω ότι πολλά απέχοντες από το να είσθε σχισματικοί και αιρετικοί, ώς κοινή παρ' ημίν πιστεύεται, υμείς απ' εναντίας είσθε ορθοδοξότατοι επί πάσιν τοίς φρονήμασιν, έφ' οίς ελέγχεσθαι, και ότι μάλιστα επιμόνως εφυλάχθητε προσκεκολλημένοι είς την καθόλου Εκκλησίαν, είς την πίστιν αυτής και διδασκαλίαν, είς την αυτής ιεραρχίαν, είς τα αυτής μυστήρια, και ουδέποτε επαύσατε μέχρι της σήμερον να ομολογήτε το κριτήριον αυτής, ώς το έν και μόνον κριτήριον το ασφαλές και αδιάσπαστον είς τάς κρίσεις τάς τε περί της πίστεως και τάς περί ηθών.....
Τούτο εγώ κάμνω έκ μέρους μου δημοσία καταγγέλων τάς ανομίας των εγείραντων αυτούς και τα σκάνδαλα εισαγαγόντων είς την παρεμβολή του Κυρίου. Τούτο αυτό και υμείς ποιήσατε, εκλαμπρότατοι ιεράρχαι...
Αρκεί μοι να σημειώσω ότι εγώ δεν συγχωρώ ουδόλως την προσθήκην έκ του Υιού, διότι γνωρίζω μετά της Εκκλησίας των Γραικών, ότι η τοιαύτη προσθήκη δεν έγινεν έν τώ Συμβόλω από μίαν εξουσίαν νόμιμον, υπό της καθόλου Εκκλησίας, ήτις μόνη έχει την δύναμιν να άπτηται των κανόνων της πίστεως, όχι διά να τούς μεταβάλη ή να τούς διορθώνη, αλλά διά να τούς αναπτύσση έν μέρει κατά την χρείαν των τεκνών της, και ήτις άνωθεν διεκώλυσε σαφέστατα, και υπό ποιναίς βαρυτάταις υπέβαλλε, δηλαδή το μηδέν εξείναι προστιθέναι και μηδέν αφαιρείν, όρα την περί τούτου απόφασιν της Οικουμενικής Έκτης Συνόδου, όρα έτι τον πρώτον κανόνα της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, όστις θέλει και παρουσιάζει ότι τα κανονισθέντα έν ταίς Οικουμενικαίς Συνόδοις να μένωσιν ανεπιχείρητα και αμετάτρεπτα...
(Μ.Ι. ΓΕΔΕΩΝ, Συμβολή είς την ιστορίαν των μεταξύ των εκκλησιών σχέσεων, Εκκλησιαστική αλήθεια, έτ. Η΄ 1887-88, σελ.370 έξ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου