Ἂς ἀναφέρουμε ἕνα
κάπως σχετικὸ παράδειγμα ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα. Ἂν πιάσουμε ἕνα ἡλεκτρικὸ καλώδιο
γυμνό, θὰ πεθάνουμε. Ὅταν ὅμως ἑνώσουμε μία λάμπα στὸ καλώδιο, φωτιζόμαστε. Τὴν
ἐνέργεια τοῦ ἠλεκτρικοῦ ρεύματος τὴν βλέπουμε, τὴν χαιρόμαστε, μᾶς βοηθεῖ. Τὴν
οὐσία του δὲν μποροῦμε νὰ τὴν πιάσουμε. Κάτι παρόμοιο, ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ νὰ
ποῦμε, συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἄκτιστο ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Ἐὰν
θὰ μπορούσαμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, θὰ γινόμασταν καὶ ἐμεῖς κατ᾿
οὐσίαν θεοί. Δηλαδή, ὅλα θὰ γινόντουσαν θεοί, θὰ ὑπῆρχε μία σύγχυση, καὶ τίποτε
δὲν θὰ ἦταν οὐσιαστικὰ θεός. Ὅ,τι πιστεύουν, μὲ λίγα λόγια, στὶς ἀνατολικὲς
θρησκεῖες, π.χ. στὸν Ἰνδουισμό, ὅπου ὁ θεὸς δὲν εἶναι προσωπικὴ ὕπαρξις, ἀλλὰ
συγκεχυμένη δύναμις σκορπισμένη σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο, καὶ στοὺς ἀνθρώπους καὶ στὰ
ζῶα καὶ στὰ πράγματα (Πανθεϊσμός).
Ἐὰν
πάλι ὁ Θεὸς εἶχε μόνο τὴν ἀμέθεκτη θεία οὐσία χωρὶς τὶς ἐνέργειές Του, θὰ
παρέμενε ἕνας θεὸς αὐτάρκης, κλεισμένος στὸν ἑαυτό του, ἀκοινώνητος στὰ
πλάσματά του.
Ὁ
Θεός, κατὰ τὴν ὀρθόδοξη θεολογικὴ θεώρηση εἶναι Μονὰς ἐν Τριάδι καὶ Τριὰς ἐν
Μονάδι. Ὅπως διδάκουν χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητὴς καὶ ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ ἄλλοι ἅγιοι
Πατέρες, ὁ Θεὸς ἐμφορεῖται ἀπὸ μία ἁγία ἀγάπη, ἕνα ἅγιο ἔρωτα γιὰ τὰ πλάσματά
Του. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἄπειρη καὶ ἐκστατικὴ ἀγάπη Του ἐξέρχεται ἀπὸ τὸν Ἑαυτό του
καὶ ζητεῖ νὰ ἑνωθεῖ μαζί τους. Τοῦτο ἐκφράζεται καὶ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν
ἐνέργειά του, ἢ καλύτερα μὲ τὶς ἐνέργειές Του.
Μὲ
τὶς ἄκτιστες αὐτὲς ἐνέργειές Του ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ συνεχίζει νὰ
τὸν συντηρεῖ. Δίδει οὐσία καὶ ὑπόσταση στὸν κόσμο μας μὲ τὶς οὐσιοποιητικὲς
ἐνέργειές Του. Εἶναι παρὼν στὴν φύση καὶ συντηρεῖ τὸ σύμπαν με τὶς συντηρητικὲς
ἐνέργειές Του. Φωτίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὶς φωτιστικές του ἐνέργειες. Τὸν ἁγιάζει
μὲ τὶς ἁγιαστικὲς ἐνέργειες. Τὸν θεώνει, τέλος μὲ τὶς θεοτικὲς ἐνέργειές του.
Ἄρα μὲ τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του ὁ ἅγιος Θεὸς μπαίνει στὴν φύση, στὸν κόσμο,
στὴν ἱστορία, στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι θεῖες ἐνέργειες. Εἶναι κι αὐτὲς Θεὸς
χωρὶς νὰ εἶναι ἡ οὐσία Του. Εἶναι Θεὸς καὶ γι᾿ αὐτὸ θεώνουν τὸν ἄνθρωπο. Ἐὰν οἱ
ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ δὲν ἦσαν θεῖες, ἄκτιστες ἐνέργειες, τότε δὲν θὰ ἦσαν Θεός,
δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς θεώσουν, νὰ μᾶς ἑνώσουν μὲ τὸν Θεό.
Θὰ ὑπῆρχε μία ἀγεφύρωτη ἀπόσταση μεταξὺ
Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Μὲ τὸ νὰ ἔχει ὅμως ὁ Θεὸς θεῖες ἐνέργειες καὶ μὲ τὶς
ἐνέργειες αὐτὲς νὰ ἑνώνεται μαζί μας, μποροῦμε νὰ κοινωνοῦμε μαζί του καὶ νὰ
ἑνωνόμαστε μὲ τὴν Χάρι του, χωρὶς νὰ ταυτιζόμαστε μὲ τὸν Θεό, ὅπως θὰ γινόταν
ἂν ἑνωνόμασταν μὲ τὴν οὐσία Του.
Ἑνωνόμαστε,
λοιπὸν, μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν Του κι ὄχι διὰ τῆς φύσεώς
Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ζωῆς μας.
Αὐτὸ
δὲν μποροῦν νὰ τὸ δεχθοῦν οἱ Δυτικοὶ αἱρετικοί, Παπικοί καί Προ-τεστάντες.
Ἐπειδὴ
εἶναι ὀρθολογιστές, δὲν κάνουν διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ,
καὶ λένε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μόνον οὐσία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν μποροῦν νὰ ὁμιλοῦν περὶ
θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Διότι πῶς θὰ θεωθεῖ κατ᾿ αὐτοὺς ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ δὲν
δέχονται ἄκτιστες ἀλλὰ κτιστὲς τὶς θεῖες ἐνέργειες; Καὶ πῶς μπορεῖ κάτι κτιστό,
δηλαδὴ ἔξω ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, νὰ θεώσει τὸν κτιστὸ ἄνθρωπο;
Γιὰ νὰ μὴ πέσουν στὸν πανθεϊσμὸ δὲν ὁμιλοῦν καθόλου γιὰ θέωση. Καὶ ποιός τότε
ἀπομένει γι' αὐτοὺς ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου; Ἁπλῶς μιὰ ἠθικὴ
καλυτέρευσις. Ἀφοῦ δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ θεωθεῖ μὲ τὴν θεία Χάρι, τὶς
θεῖες ἐνέργειες, τί σκοπὸ ἔχει ἡ ζωή του; Ἁπλῶς νὰ γίνη ἠθικὰ καλύτερος. Ἀλλὰ ἡ
ἠθικὴ τελειοποίηση εἶναι πολὺ λίγο γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Δὲν μᾶς ἀρκεῖ νὰ γίνουμε
ἁπλῶς καλύτεροι ἀπὸ πρίν, νὰ κάνουμε ἠθικὲς πράξεις. Ἐμεῖς ὡς τελικὸ στόχο μας
ἔχουμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν ἅγιο Θεό. Αὐτὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας
τοῦ σύμπαντος. Αὐτὸ θέλουμε. Αὐτὴ εἶναι ἡ χαρά μας, ἡ εὐτυχία μας, ἡ ὁλοκλήρωσή
μας.
Ἡ
ψυχὴ τοῦ κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου λαχταρᾶ τὸν
Θεό, ποθεῖ τὴν ἕνωση μαζί Του. Ὅσο ἠθικός, ὅσο καλὸς κι ἂν εἶναι ὁ ἄνθρωπος,
ὅσες καλὲς πράξεις κι ἂν κάνει, ἂν δὲν συναντήσει τὸν Θεό, ἂν δὲν ἑνωθεῖ μαζί
Του, δὲν ἀναπαύεται!
Διότι
ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Θεὸς ἔβαλε μέσα του αὐτὴν τὴν ἁγία δίψα, τὸν θεῖο ἔρωτα, τὸν
πόθο γιὰ τὴν ἕνωση μαζί Του, τὴν θέωση. Ἔχει τὴν ἐρωτικὴ δύναμη μέσα του, ποὺ
λαμβάνει ἀπὸ τὸν Δημιουργό του, γιὰ νὰ ἀγαπᾶ ἀληθινά, δυνατὰ ἀνιδιοτελῶς, ὅπως
ὁ ἅγιος Δημιουργός του ἐρωτεύεται τὸν κόσμο Του, τὰ πλάσματά Του. Νὰ ἐρωτεύεται
μὲ τὴν ἁγία αὐτὴ ἐρωτικὴ φορὰ καὶ ἀγαπητικὴ δύναμη τὸν Θεό. Ἂν δὲν εἶχε ὁ
ἄνθρωπος τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα του, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀναζητεῖ τὸ πρωτότυπό
της. Ὁ καθένας μας εἴμαστε εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Θεὸς εἶναι τὸ πρωτότυπο. Ἡ
εἰκόνα ζητεῖ τὸ πρωτότυπο, καὶ μόνο ὅταν τὸ βρεῖ ἀναπαύεται σ᾿ αὐτό.
Τὸν
ΙΔ´ αἰώνα ἔγινε μία μεγάλη ἀναταραχὴ στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία προκάλεσε ἕνας
Δυτικὸς μοναχός, ὁ Βαρλαάμ. Ἄκουσε αὐτὸς ὅτι οἱ ἁγιορεῖτες μοναχοὶ ὁμιλοῦσαν
περὶ θεώσεως.
Πληροφορήθηκε
ὅτι γίνονται ἄξιοι μετὰ ἀπὸ πολὺ ἀγῶνα, κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ πολλὴ προσευχή,
νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεό, νὰ λάβουν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, νὰ δοῦν τὸν Θεό. Ἄκουσε ὅτι
ἔβλεπαν τὸ ἄκτιστο φῶς, τὸ ὁποῖο εἶδαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατὰ τὴν Μεταμόρφωση
τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὸ ὄρος Θαβώρ.
Ἔχοντας ὅμως ὁ Βαρλαὰμ
τὸ δυτικό, αἱρετικό, ὀρθολογιστικὸ πνεῦμα ἀδυνα-τοῦσε νὰ ἀντιληφθεῖ τὴν
γνησιότητα αὐτῶν τῶν θείων ἐμπειριῶν τῶν ταπεινῶν μοναχῶν, κι ἔτσι ἄρχισε
νὰ κατηγορεῖ τοὺς ἁγιορεῖτες ὡς τάχα πλανεμένους, αἱρετικοὺς καὶ εἰδωλολάτρες.
Ἔλεγε δηλαδὴ ὅτι εἶναι ἀδύνατο νὰ βλέπει κανεὶς τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ δὲν γνώριζε
τίποτε περὶ διακρίσεως οὐσίας καὶ ἀκτίστου ἐνέργειας στὸν Θεό.
Τότε
ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀνέδειξε ἕνα μεγάλο καὶ φωτισμένο διδάσκαλο τῆς
Ἐκκλησίας μας, τὸν ἁγιορείτη Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Αὐτὸς
μὲ πολλὴ σοφία καὶ φώτιση ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ προσωπική του ἐμπειρία,
εἶπε καὶ ἔγραψε πολλὰ καὶ δίδαξε, σύμφωνα καὶ μὲ τὶς ἅγιες Γραφὲς καὶ τὴν Ἱερὰ
Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι εἶναι ἄκτιστο τὸ φῶς τῆς Χάριτος τοῦ
Θεοῦ, εἶναι θεία ἐνέργεια.
Ὅτι,
ὄντως, βλέπουν τὸ φῶς αὐτὸ οἱ θεωμένοι ἄνθρωποι ὡς ἀνώτατη, ὕψιστη ἐμπειρία τῆς
θεώσεως, καὶ βλέπονται μέσα στὸ φῶς αὐτὸ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ,
ἡ λαμπρότης Του, τὸ Θαβώρειο φῶς, τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς
Πεντηκοστῆς, καὶ ἡ φωτεινὴ νεφέλη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Πραγματικὸ ἄκτιστο φῶς
Θεοῦ κι ὄχι συμβολικό, ὅπως πλανεμένα νόμιζε ὁ Βαρλαὰμ καὶ οἱ ὅμοιοί του.
Στὴ
συνέχεια, ὅλη ἡ Ἐκκλησία μὲ τρεῖς μεγάλες Συνόδους στὴν
Κων-σταντινούπολη, δικαίωσε τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ καὶ
κήρυξε πὼς ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἠθικοποίησις τοῦ
ἀνθρώπου ἀλλὰ θέωσις, ποὺ σημαίνει συμμετοχὴ στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, θέα
τοῦ Θεοῦ, τῆς Χάριτός Του, τοῦ ἀκτίστου φωτός Του.
Ὀφείλουμε
μεγάλη εὐγνωμοσύνη στὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, διότι μὲ τὴν φώτιση
ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό, μὲ τὴν ἐμπειρία καὶ τήν θεολογία του μᾶς παρέδωσε
διδασκαλία καὶ αἰώνια πεῖρα τῆς Ἐκκλησίας σχετικὰ μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ὀρθόδοξος Χριστιανὸς δὲν εἶναι Χριστιανὸς, ἐπειδὴ μπορεῖ ἁπλῶς
νὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Θεό! Εἶναι
Χριστιανὸς διότι μπορεῖ νὰ ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Κι ὅπως, ὅταν ἀγαπᾶς
πραγματικὰ ἕνα πρόσωπο καὶ συνομιλεῖς μαζί του, τὸ αἰσθάνεσαι, τὸ χαίρεσαι,
ἔτσι συμβαίνει καὶ στὴν κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Δὲν ὑπάρχει μία
ἐξωτερικὴ ἁπλῶς σχέση, ἀλλὰ μυστικὴ ἕνωσις Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Μέχρι
σήμερα οἱ Δυτικοὶ θεωροῦν κτιστὴ τὴν θεία Χάρι, τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Δὲν
εἶναι μόνο τὸ filioque, τὸ
πρωτεῖο ἐξουσίας καὶ τὸ "ἀλάθητο" τοῦ πάπα, ἀπὸ τὶς βασικὲς διαφορὲς
μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῆς νεκρῆς Παπικῆς παρασυναγωγῆς. Εἶναι
αἵρεση νά μή δέχεσαι τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Διότι ποιὸς θὰ ἐνεργήσει τὴν
θέωση, ἂν ἡ θεία Χάρις εἶναι κτίσμα κι ὄχι ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Παναγίου
Πνεύματος;
ΠΗΓΗ ''ΑΓΙΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ''
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου