Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, παρά τά φιλοπαπικά αἰσθήματα τοῦ σημερινοῦ Πατριάρχου της, ἀπεφάσισε κατά τήν 29ην Ἀπριλίου, ὅπως κατατάξη μετά τῶν Ἁγίων της τόν ἀντιπαπικόν - ἀντιοικουμενιστήν Ἀρχιμανδρίτην Ἰουστῖνον Πόποβιτς (1894–1979) ὡς καί τόν ἡγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Νταϊμπάμπε τοῦ Μαυροβουνίου, Συμεών Πόποβιτς (1854-1941) καί νά τούς συμπεριλάβη εἰς τά δίπτυχά της. Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας ἀπεφάσισεν ὅπως ἡ μνήμη τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς τιμᾶται τήν 14ην Ἰουνίου (μέ τόν νέον ἡμερολόγιον) καί τοῦ ἡγουμένου Συμεών Πόποβιτς τήν 1ην Ἰουλίου. Ἡ ἀπόφασις αὐτή δικαίως θεωρεῖται θρίαμβος τῆς Ὀρθοδοξίας καί δικαίωσις τῶν ἀγώνων ὅλων τῶν ἀνθενωτικῶν δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι καθυβρίζονται καί χλευάζονται ὑπό τῶν Οἰκουμενιστῶν–Ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ Φαναρίου ὡς φανατικοί. Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἐλειτούργει καθημερινῶς, ἐνήστευε πλήρως ὅλας τάς Παρασκευάς τοῦ ἔτους, ὡς καί τήν Α´ ἑβδομάδα τῶν νηστειῶν καί τήν ἑβδομάδα τῶν Παθῶν, ἐνῶ ἔκαμνε καί ἄλλας νηστείας ἐκτός τῶν διατεταγμένων ὑπό τῆς Ἐκκλησίας, ἀκολουθῶν πιστά τό μακραίωνον μοναστικόν τυπικόν. Ἐτέλει ὅλας τάς ἀκολουθίας τοῦ νυχθημέρου. Ἑκατοντάδες ἦσαν τά ὀνόματα, τά ὁποῖα ἐλάμβανεν εἴτε προφορικῶς εἴτε μέσω ἐπιστολῶν. Ἐνετρύφησεν ἐμπειρικῶς εἰς τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί ἔχει πλούσιον συγγραφικόν θεολογικόν ἔργον. Ἦτο ἀντιοικουμενιστής καί ἀντιπαπικός. Αἱ θέσεις του εἶχον μεγάλην ἀπήχησιν. Διά τάς θέσεις του κατεδιώχθη ἐπί μακρόν χρονικόν διάστημα, ὑπό τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἐνῶ αἱ πολιτικαί ἀρχαί τόν εἶχον ὑπό διαρκῆ παρακολούθησιν μέσῳ τῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν. Πολλάκις ἀνεκρίθη ὑπό τῆς πολιτικῆς διοικήσεως τοῦ Βάλιεβο. Εἰς περιόδους κρισίμων συνεδριάσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς τό Βελιγράδιον, τοῦ ἀπηγορεύετο οἱαδήποτε ἔξοδος ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Ἀρχαγγέλων εἰς τό Τσέλιε τοῦ Βάλιεβο ἐπί μῆνας ἀπό τόν φόβον ἐπιρροῆς του εἰς τούς Ἐπισκόπους. Παρά τάς δυσκόλους καί ὀδυνηράς συνθήκας, εἰς τάς ὁποίας ἔζη, ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς προσηύχετο ἀ δια λείπτως, ἐπεκοινώνει μέ ὅσους εἶχον τό θάρρος νά τόν ἐπισκέπτωνται, ἐσυνέχιζε τό ἱεραποστολικόν του ἔργον καί ἔγραφε συνεχῶς χωρίς νά σταματήση τήν παράλληλον μελέτην τῶν προσφιλῶν του Ἁγίων Πατέρων καί Συναξαρίων. Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τήν 25ην Μαρτίου 1979, ἀνήμερα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἡ ὁποία ἦτο καί ἡμέρα τῆς γεννήσεώς του.
Ο μεγάλος Σέρβος Δογματολόγος Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, γκρεμίζει τις ανόητες, αθεολόγητες και αιρετικές δοξασίες περί «αδελφών Εκκλησιών» και βάζει στη θέση του τον παπισμό και τον «Αγιώτατο» Πάπα.
«Η Εκκλησία δεν είναι μόνον μία, αλλά και μοναδική. Εν τω Κυρίω Ιησού δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν πολλά σώματα· κατά τον ίδιον τρόπον δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εν αυτώ πολλές Εκκλησίες. Εν τω Θεανθρωπίνω Αυτού Σώματι η Εκκλησία είναι μία και μοναδική, όπως ο Θεάνθρωπος, ο Χριστός, είναι Ένας και Μοναδικός. Δι’ αυτόν τον λόγον διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας, κατά τον τρόπον, πού πίπτουν τα ξερά και άγονα κλήματα από την Θεανθρωπίνην και αιωνίως Ζώσαν Άμπελον, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ιω. 13,16). Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του Θεανθρωπίνου σώματός Της. Έτσι έχουν κατ' αρχήν αποκοπεί οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, κατόπιν οι Πνευματομάχοι, κατόπιν οι Μονοφυσίται, κατόπιν οι Εικονομάχοι, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, κατόπιν οι Ουνίται και εν συνεχεία όλα τα άλλα μέλη των αιρετικών και σχισματικών λεγεώνων».
[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Αναδημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» στις 29/6/2007]..
Ο μεγάλος Σέρβος Δογματολόγος Όσιος πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς, γκρεμίζει τις ανόητες, αθεολόγητες και αιρετικές δοξασίες περί «αδελφών Εκκλησιών» και βάζει στη θέση του τον παπισμό και τον «Αγιώτατο» Πάπα.
«Η Εκκλησία δεν είναι μόνον μία, αλλά και μοναδική. Εν τω Κυρίω Ιησού δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν πολλά σώματα· κατά τον ίδιον τρόπον δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εν αυτώ πολλές Εκκλησίες. Εν τω Θεανθρωπίνω Αυτού Σώματι η Εκκλησία είναι μία και μοναδική, όπως ο Θεάνθρωπος, ο Χριστός, είναι Ένας και Μοναδικός. Δι’ αυτόν τον λόγον διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας, κατά τον τρόπον, πού πίπτουν τα ξερά και άγονα κλήματα από την Θεανθρωπίνην και αιωνίως Ζώσαν Άμπελον, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ιω. 13,16). Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του Θεανθρωπίνου σώματός Της. Έτσι έχουν κατ' αρχήν αποκοπεί οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, κατόπιν οι Πνευματομάχοι, κατόπιν οι Μονοφυσίται, κατόπιν οι Εικονομάχοι, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, κατόπιν οι Ουνίται και εν συνεχεία όλα τα άλλα μέλη των αιρετικών και σχισματικών λεγεώνων».
[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας», (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Αναδημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» στις 29/6/2007]..
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου