ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Εν Πειραιεί τη 28η Φεβρουαρίου 2012
Τη
Α. Θ. Παναγιότητι
Τω Αρχιεπισκόπω
Κωνσταντινουπόλεως-Ν. Ρώμης
και Οικουμενικώ Πατριάρχη
Κυρίω μοι κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΩι
Εις ΦΑΝΑΡΙΟΝ
Θειότατε και Πάνσεπτε Δέσποτα,
Πάνυ ευλαβώς μετ’ απεράντων αισθημάτων υιϊκής αγάπης και αδιαπτώτου ευγνωμοσύνης προς την Υμετέραν Πάνσεπτον Παναγιότητα, την πολυειδώς και πολυτρόπως αγωνιζομένην υπέρ της ευσταθείας της υπ’ ουρανόν Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, προάγομαι όπως εκφράσω ταπεινώς υιϊκάς συγχαρητηρίους προσρήσεις δια την υπέροχον Υμετέραν Πατριαρχικήν προσφώνησιν επί τη ενθρονήσει του Σεβ. Μητροπολίτου Προύσης κ. Ελπιδοφόρου ως Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης.
Αι Υμέτεραι αναφοραί εις τον Άγιον Προκάτοχον Υμών Μέγαν Φώτιον, τον Ομολογητήν και Ισαπόστολον ενέπλησαν τας καρδίας πάντων των τέκνων της Μητρός Εκκλησίας, των εγγύς και των μακράν ανεκλαλήτου χαράς, αγαλλιάσεως και πνευματικής χαρμονής διότι εκ της Υμετέρας Θεοτιμήτου Κορυφής διεκηρύχθη -urbi et orbi- δια μίαν εισέτι φοράν ότι ο Πάνσεπτος Προκάτοχος Υμών και μέγας Άγιος της Ακαινοτομήτου και Αδιαιρέτου ημών Εκκλησίας «δια της προσωπικής ζωής και μαρτυρίας του ωμολόγησε την Ορθόδοξον πίστιν και προήσπισεν Αυτήν έναντι των αιρέσεων» και ούτω διαπρυσίως εστηλιτεύθη η πλάνη, η αίρεσις και η κακοδοξία του εκπεσόντος Πατριαρχείου της παλαιάς Ρώμης, το οποίον κατά παράβασιν της αληθείας, του αυτοσεβασμού και της Ευαγγελικής πιστότητος ενώ άχρι του 12ου αι. συνηρίθμη εις τας Οικουμενικάς Συνόδους και ως Η , την εις την Υμετέραν καθέδραν συγκληθείσα Σύνοδον του 879-880 από των χρόνων εκείνων δια προφανώς ιδιοτελείς και κιβδήλους λόγους στηρίξεως της υπερφιάλου αυτού αντιλήψεως περί παγκοσμίου κυριαρχίας και ενισχύσεως του Παποκαισαρισμού, «μετέβαλεν» άποψιν και συνηρίθμησεν ως Η Οἰκουμενικήν την ληστρικήν Σύνοδον του 870 την καθαιρέσασαν τον Μ. Φώτιον.
Οι Υμέτεροι κραταιοί λόγοι:
«Εδώ, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος, ο Ομολογητής, ο και Καθηγητής του Πανεπιστημίου αυτής, έπηξε τον Σταυρόν της Ιεράς ταύτης Μονής, η οποία έμελλε να αναδειχθή εις τους μετέπειτα αιώνας, άχρι μόλις προ τεσσαράκοντα ακριβώς ετών, και ως Μονή και ως Σχολή φυτώριον εκκλησιαστικής φιλομαθείας και παιδείας και καταρτίσεως στελεχών και κηρύκων του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού και της ομολογίας της εις Αυτόν πίστεως, ως υπήρξε και η προσωπική ζωή και η μαρτυρία του ιδίου: ομολογία της Ορθοδόξου πίστεως και προάσπισις αυτής έναντι των αιρέσεων.
Σ τ α υ ρ ο ς και Α ν α σ τ α σ ι ς, αποτελούν το βίωμα της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας και του αληθινού Χριστιανού, ο οποίος δέον να διακρίνεται δια το σταυροαναστάσιμον αυτού ήθος.
Ο Σταυρός είναι σημείον αναγνωρίσεως του Χριστού και του αληθινού Χριστιανού.
Η σταυροαναστάσιμος αύτη ατμόσφαιρα συναντάται εις την Ορθόδοξον Θεολογίαν, η οποία είναι εμπειρική δια της σταυρώσεως και ουχί στοχαστική η ηθικιστική.
Επί πλέον, αυτό το σταυροαναστάσιμον ήθος συναντάται εις την μυστηριακήν και την πνευματικήν ζωήν της Εκκλησίας μας: εις την μυστηριακήν, δοθέντος ότι τα μυστήρια τελειούνται δια της Χάριτος του Θεού, η οποία παρέχεται δια του τύπου και του σημείου του Σταυρού, δια του οποίου μεταδίδεται η θεία ενέργεια· και εις την πνευματικήν ζωήν, ως θυσία και προσφορά, ως κένωσις και υπέρβασις εν Χριστώ των αισθήσεων και των δερματίνων χιτώνων της φθοράς και της θνητότητος.
Ο Ιερός Φώτιος, του οποίου σήμερον επικαλούμεθα την μεσιτείαν και πρεσβείαν προς τον Κύριον εν ευχαριστία πολλή, εθεολόγησε με την σταυροαναστάσιμον νοοτροπίαν. Και με την θεολογίαν αυτήν έζησε και επολιτεύθη, ως καθηγητής και ως Ποιμήν.
Αν και αντιμετώπισεν αδικίας και περιφρονήσεις, αν και εγεύθη χολής και όξους, εκοιμήθη ευχαριστών και δοξάζων τον Θεόν.
Ούτως ανεδείχθη διδάσκαλος λόγω και έργω, ποιμήν θυσιάζων την ζωήν αυτού υπέρ του Μεγάλου Ποιμένος και των προβάτων αυτού, εκδαπανώμενος καθ ἡμέραν εις την εν Χριστώ διακονίαν του λαού, διδάσκων τον λόγον της αληθείας.
Ως οφθαλμός πάσης της οικουμένης, ο Ιερός Φώτιος, ενδιεφέρετο δια πάντας τους ανθρώπους “εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν” αυτούς (Α´ Τιμ. β , 4), διο και απέστειλεν ιεραποστόλους εις τους βορείους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας λαούς ίνα κηρύξωσιν Ιησούν Εσταυρωμένον και Αναστάντα και ευαγγελισθώσι Χριστόν τοις εν σκότει και σκια θανάτου καθημένοις.
Ο μεγαλόπνοος ούτος ανήρ εκοπίασε πολύ, ίνα πάντες οι άνθρωποι οι κατοικούντες επί παν το πρόσωπον της γης γνωρίσουν την Αλήθειαν, τουτέστι τον Χριστόν, και απολαύσουν του πλούτου της χρηστότητος και της φιλανθρωπίας Αυτού» διεζωγράφισαν απολύτως και εστοιχειοθέτησαν τα υπό της Εκκλησίας αποδοθέντα εις τον Άγιον και Ισαπόστολον και Ομολογητήν Μ. Φώτιον ιερά επίθετα διότι όντως υπήρξε «θεοπαγής προμαχών», «Εώας το σέλας» και «καλλονή των Πατέρων».
Παναγιώτατε και Θειότατε Δέσποτα,
Ως τέκνον της Υμετέρας Πανσέπτου Παναγιότητος, ιδαιτέρως και εξαιρετικώς ευεργετηθέν υπ’ Αυτής εκ των μυχίων της καρδίας μου επιθυμώ να καταθέσω εις Υμάς την απόλυτον αφοσίωσίν μου και την ισόβιον υιϊκήν μου αγάπην και ευγνωμοσύνην, δι’ ο και μετά θάρρους αντλουμένου εκ της πληθωρικής Πατρικής Υμετέρας στοργής, ως ελάχιστος διαγγελεύς της Υμετέρας σοφίας και ανυστάκτου ποιμαντικής συνέσεως, πάνυ ευσεβάστως προάγομαι όπως ταπεινώς αναφέρω εις την Υμετέραν πάνσεπτον Παναγιότητα την μοναδικήν δυνατότητα που ανιδρύει η μέλλουσα να συνέλθη Πανορθόδοξος Μεγάλη Σύνοδος, δια την ουσιώδη τιμήν προς τον όντως μέγαν Προκάτοχον Υμών Ισαπόστολον και Ομολογητήν Άγιον Φώτιον.
Η κατ’ εξαίρεσιν έστω υποβολή προτάσεως προς τας Αγιωτάτας Αυτοκεφάλους Ορθοδόξους Εκκλησίας δια την αποδοχήν εγγραφής εις το θεματολόγιον της μελλούσης να συνέλθη Πανορθοδόξου Μεγάλης Συνόδου, της αναγνωρίσεως ως Η Οἰκουμενικῆς Συνόδου της εις την Υμετέραν Καθέδραν συγκληθείσης Συνόδου του 879-880, θα εγγράψη το όνομα της Υμετέρας Πανσέπτου Παναγιότητος έτι λαμπρότερον και πεποικιλμένον εις τας δέλτους της Εκκλησιαστικής Ιστορίας αλλά και εν «Βίβλω ζωής».
Παρέλκει ασφαλώς εις Υμάς τον βαθυνούστατον Θεολόγον να αναφέρω ότι η ως είρηται Σύνοδος υπήρξε όντως Οικουμενική, συνεκλήθη υπό του Αυτοκράτορος ως και αι λοιπαί, μετείχεν Αυτής δια των αντιπροσώπων του ο Ορθόδοξος Πάπας Ρώμης Ιωάννης ο Η , όστις και απεδέχθη τα υπ’ Αυτής κριθέντα, ως ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος αποδεικνύει εν τω Τόμω Χαράς, επεκύρωσεν την Αγίαν Ζ Οἰκουμενικήν Σύνοδον και την κανονικήν πρόβλεψιν των Αγίων Β καί Δ Οἰκουμενικῶν Συνόδων περί της δικαιοδοσίας του Υμετέρου Πανσέπτου Θρόνου και του τότε Ορθοδόξου Θρόνου της παλαιάς Ρώμης και απεσκοράκισεν εκ του Συμβόλου της Πίστεως την αίρεσιν του filioque.
Όθεν υποβάλων την ειρημένην πρότασιν ειλικρινώς κήδομαι της Υμετέρας Παναγιότητος ως τέκνον Αυτής, διότι η μεσιτεία του Αγίου Προκατόχου Υμών και αι ευχαί πάντων των Θεοφόρων Πατέρων θα επευλογούν την Υμετέραν πεφωτισμένην Πατριαρχίαν και εν ταυτώ η ανάληψις τοιαύτης θεοφιλούς πρωτοβουλίας θα ευφράνη τας καρδίας πάντων των τέκνων της Υμετέρας Παναγιότητος και θα ωφελήση πολυειδώς τας ψυχάς αυτών.
Κατασπαζόμενος την Υμετέραν Πάνσεπτον Δεξιάν και εξαιτούμενος τας Υμετέρας Πατριαρχικάς ευχάς διατελώ ευπειθέστατος,
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
ΠΗΓΗ ''ΕΚΚΛ.ΠΡΑΚΤ. ΕΙΔΗΣΕΩΝ ΡΟΜΦΑΙΑ''
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου