Ένατη Συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (ΠΣΕ)
Porto Alegre Βραζιλίας, 14-23 Φεβρουαρίου του 2006 METAΦΡΑΣΗ : Δέσποινα Μ. Καλογεράκη, Δρ Θεολογίας
ΥΠ’ ΟΨΙΝ ΟΤΙ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΕ ΑΓΚΥΛΕΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΡΙΑΣ
Κείμενο επί εκκλησιολογίας:
Κληθείσες να είναι η Μία Εκκλησία
(Called to be the One Church)
Ένα κάλεσμα προς όλες τις εκκλησίες για να ανανεώσουν την δέσμευση τους προς την επίτευξη της ενότητας και να εμβαθύνουν τον μεταξύ τους διάλογο.
Οι συνελεύσεις του ΠΣΕ έχουν υιοθετήσει κείμενα τα οποία προβάλλουν μια προοπτική, ή και προσδιορίζουν το ποιόν της «επιδιωκόμενης ενότητας».(1) Η Ένατη Συνέλευση, που συνήλθε στο Πόρτο Αλέγκρε, διαπνεόμενη από τις αρχές των εν λόγω κειμένων, αποδέχτηκε το παρόν κείμενο ενθαρρύνοντας τις εκκλησίες να συνεχίσουν την συμπόρευσή τους προς την επίτευξη της πλήρους ορατής ενότητας.
Ο σκοπός της παρότρυνσης αυτής προς τις Εκκλησίες είναι διττός: α) Να αντικατοπτρίσει τι πιθανόν θα μπορούσαν οι εκκλησίες να επισημάνουν από κοινού πάνω σε διάφορα σοβαρά θέματα που αφορούν στην Εκκλησία, στο σημείο αυτό του ταξιδιού του οικουμενικού διαλόγου και β) να προσκαλέσει τις εκκλησίες σε έναν διάλογο επί νέοις όροις, - [έναν διάλογο] αμοιβαίως υποστηρικτικό αλλά και συγχρόνως ανοικτό και διερευνητικό - σχετικά με την ποιότητα και τον βαθμό της αδελφοσύνης και (επι)κοινωνίας τους, και σχετικά με τα θέματα που ακόμη διχάζουν τις εκκλησίες.(2)
Ι.
1. Εμείς, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι της Ένατης Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, ευχαριστούμε τον εν Τριάδι Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, που έφερε τις εκκλησίες μας σε ζωντανή επαφή και διάλογο. Χάριτι Θεού είμαστε ακόμη σε θέση να παραμένουμε ενωμένοι, ακόμη και όταν αυτό είναι δύσκολο. Έχουν γίνει πολλές σημαντικές προσπάθειες να ξεπεραστούν οι διαφορές μας. Είμαστε «μια αδελφότητα εκκλησιών που ομολογούν τον Κύριο Ιησού Χριστό, ως Θεό και Σωτήρα σύμφωνα με τις γραφές, και για τον λόγο αυτό, επιζητούμε να εκπληρώσουμε την κοινή μας κλήση [να συμμετέχουμε] στην δόξα του ενός Θεού, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».(3) [Σας] Επαναβεβαιώνουμε ότι «ο πρωταρχικός στόχος της κοινωνίας των εκκλησιών στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, είναι να προσκαλέσουμε ο ένας τον άλλο σε μια ορατή ενότητα εν μια Πίστει και σε μια ευχαριστιακή κοινωνία εκφραζομένη, μέσα από τη λατρεία και την κοινή ζωή εν Χριστώ, μέσα από τη μαρτυρία και διακονία στον κόσμο, και ασφαλώς, [πρωταρχικός μας στόχος είναι] να προχωρήσουμε σε αυτή την ενότητα ώστε να προσελκύσουμε τον κόσμο στην Πίστη.(4) Οι συνεχείς διαιρέσεις [μεταξύ των εκκλησιών] είναι πραγματικά τραύματα στο σώμα του Χριστού, με αποτέλεσμα το έργο του Θεού στον κόσμο να πάσχει.
2. Οι Εκκλησίες που είναι μέλη του ΠΣΕ, παραμένουν αφοσιωμένες η μία στην άλλη στον δρόμο προς την επίτευξη πλήρους ορατής ενότητας. Αυτή η αφοσίωση είναι ένα δώρο του ελεήμονος Κυρίου μας. Η Ενότητα είναι ταυτόχρονα και ένα θείο δώρο και θεϊκή κλήση. Οι εκκλησίες μας έχουν διαβεβαιώσει ότι η ενότητα για την οποία προσευχόμαστε, ελπίζουμε και εργαζόμαστε δεν είναι παρά [α] «μια κοινωνία δεδομένη και εκπεφρασμένη δια της κοινής ομολογίας της Αποστολικής Πίστεως, [β] μια κοινή μυστηριακή ζωή στην οποία εισερχόμαστε δια του ενός βαπτίσματος, και στην οποία μετέχουμε μέσα στις ευχαριστιακές μας συνάξεις, [γ] μια κοινή ζωή στην οποία τα [απλά] μέλη και οι ιερωμένοι χαίρουν αμοιβαίας αναγνώρισης και συμφιλίωσης και [δ] μια κοινή αποστολή η οποία δίδει μαρτυρία για το ευαγγέλιο της χάριτος του Θεού, σε όλους τους ανθρώπους και υπηρετεί συγχρόνως την δημιουργία στην ολότητά της».(5) Έτσι νοείται η κοινωνία την οποία καλούνται να βιώνουν οι κατά τόπους εκκλησίες και να είναι σε θέση να αποδέχονται ενδεχομένως η μία την συμβουλή της άλλης. Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας, εφ’ όσον μαζί επιδιώκουμε να αντιληφθούμε το νόημα της ενότητας και καθολικότητας καθώς και την σημασία του βαπτίσματος.
ΙΙ.
3. Ομολογούμε Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, όπως αυτή ορίζεται από το σύμβολο Νίκαιας-Κων/πολης (381). Η μοναδικότητα της Εκκλησίας είναι μια εικόνα της ενότητας του εν Τριάδι Θεού, και της κοινωνίας των θείων Προσώπων της Τριάδος. Η Αγία γραφή περιγράφει την κοινωνία των Χριστιανών ως το σώμα του Χριστού του οποίου η ποικιλομορφία είναι απαραίτητη για την ολότητά του: «Τώρα υπάρχουν ποικιλίες χαρισμάτων, αλλά το Πνεύμα είναι το ίδιο και υπάρχουν ποικιλίες διακονιών, αλλά ο Κύριος είναι ο ίδιος. Και διάφορα είδη ενεργειών υπάρχουν, αλλά ο Θεός είναι ο ίδιος που ενεργεί όλα σε όλους. Στον καθένα δίνεται η φανέρωση του Πνεύματος για το καλό όλων» (Α’ Κορ. 12, 4-7).(6) Έτσι, όντας ο λαός του Θεού, το σώμα του Χριστού, και ο ναός του Αγίου Πνεύματος, η Εκκλησία καλείται να καταστήσει φανερή την μοναδικότητά της μέσα από την πλούσια ποικιλομορφία της.
4. Η Εκκλησία ως κοινωνία των πιστών, γεννήθηκε από τον Λόγο του Θεού, δεδομένου ότι δια της ακοής του μηνύματος του ευαγγελίου, και δια της ενεργείας του Αγίου Πνεύματός Του, γεννάται η Πίστις (Ρωμ. 10, 17). Επειδή ακριβώς τα καλά νέα που αναγγέλθηκαν για να αφυπνιστεί η Πίστη δεν είναι παρά τα καλά νέα που παραλάβαμε από τους αποστόλους, η Εκκλησία που ιδρύθηκε είναι αποστολική. Θεμελιωμένη στους αποστόλους και τους προφήτες η Εκκλησία αποτελεί το οικητήριο του Θεού, έναν ιερό ναό εντός του οποίου ζει και ενεργεί το Άγιο Πνεύμα. Δια της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος οι πιστοί αυξάνουν σε ναό άγιο εν Κυρίω (Εφ. 2, 21-22).(7)
5. Σας διαβεβαιώνουμε ότι η Πίστη της Εκκλησίας όπως αυτή εκφράστηκε από τους Αποστόλους είναι μία, όπως ακριβώς ένα είναι και το Σώμα του Χριστού. Παρά ταύτα, είναι θεμιτό η Πίστη αυτή να διατυπώνεται με διαφορετικούς τρόπους. Η ζωή της Εκκλησίας, ως μια νέα εν Χριστώ ζωή είναι μία. Εν τούτοις, εξελίσσεται μέσα από διάφορα χαρίσματα και διακονίες. Μία είναι η ελπίδα της Εκκλησίας, αλλά εκφράζεται με διαφορετικές ανθρώπινες προσδοκίες. Αναγνωρίζουμε ότι, όσον αφορά στην σχέση της Εκκλησίας με τις εκκλησίες, υπάρχουν διαφορετικές εκκλησιολογικές προσεγγίσεις και ποικιλία αντιλήψεων. Μερικές διαφορές εκφράζουν την Χάρη του Θεού και την αγαθότητά Του. Αυτές θα πρέπει να προβάλλονται εν χάριτι Θεού, δια του Αγίου Πνεύματος. Κάποιες άλλες όμως διαφορές διαιρούν την Εκκλησία. Αυτές θα πρέπει να υπερνικηθούν δια των καρπών του Πνεύματος, της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης, έτσι ώστε εν τέλει να μην επικρατήσουν τάσεις αποκλεισμού και διαχωρισμού. «Το σχέδιο» του Θεού, «όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου, είναι να ενωθούν όλα εν Αυτώ» (Εφ. 1, 10), εναρμονίζοντας έτσι όλες τις διαφορές. Ο Θεός καλεί τον λαό του εν αγάπη στην προβολή [των διαφορών που ενώνουν] και επανεκτίμηση [των διαφορών που διχάζουν], στον δρόμο προς την πληρότητα της κοινωνίας.
6. Η καθολικότητα της Εκκλησίας εκφράζει την πληρότητα, ακεραιότητα και ολότητα της ζωής της, εν Χριστώ, δια του Αγίου Πνεύματος, σε όλες τις εποχές και σε όλους τους χώρους. Αυτό το μυστήριο εκφράζεται σε κάθε κοινότητα βαπτισμένων πιστών, όπου η αποστολική Πίστη ομολογείται αλλά και βιώνεται, το ευαγγέλιο κηρύττεται, και τα μυστήρια επιτελούνται. Κάθε εκκλησία είναι η Εκκλησία καθολική και όχι απλά ένα μέρος της. Κάθε εκκλησία είναι η Εκκλησία καθολική, αλλά όχι στην ολότητά της. Κάθε εκκλησία εκπληρώνει την καθολικότητά της όταν είναι σε κοινωνία με τις άλλες εκκλησίες. Σας διαβεβαιώνουμε ότι η καθολικότητα της Εκκλησίας εκφράζεται πιο ξεκάθαρα με την κοινή συμμετοχή στην θεία κοινωνία και με την αμοιβαία αναγνώριση-αποδοχή και συμφιλίωση μεταξύ των μελών του κλήρου.
7. Η σχέση μεταξύ των εκκλησιών χαρακτηρίζεται από μια δυναμική αλληλεπίδραση. Κάθε εκκλησία καλείται να δίδει και να λαμβάνει δωρεές με πνεύμα αμοιβαίας υπευθυνότητας. Κάθε εκκλησία πρέπει να αντιλαμβάνεται όλα όσα είναι εφήμερα στην ζωή της και να έχει το θάρρος να το αναγνωρίσει στις άλλες εκκλησίες. Ακόμη και σήμερα, όταν η κοινή συμμετοχή στην ευχαριστία δεν είναι δυνατή, διηρημένες εκκλησίες εκφράζουν αμοιβαία υπευθυνότητα και επιδεικνύουν την καθολικότητα που τις διακρίνει, όταν προσεύχονται η μία για την άλλη, όταν μοιράζονται τα αγαθά, αλληλοβοηθούνται σε περιόδους δύσκολες, παίρνουν από κοινού αποφάσεις, εργάζονται για την επικράτηση της δικαιοσύνης, της συμφιλίωσης και της ειρήνης και θεωρούν η μία την άλλη υπόλογη όσον αφορά την έννοια της μαθητείας που ενέχεται στο βάπτισμα, και παρά τις όποιες διαφορές, επιμένουν στον διάλογο, αρνούμενοι το «δεν σας έχω ανάγκη» (Α’ Κορ. 12, 21). Όταν απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλο, γινόμαστε φτωχότεροι.
ΙΙΙ.
8. Όλοι οι βεβαπτισμένοι εν Χριστώ, είναι ενωμένοι στο Σώμα του: «Έχουμε λοιπόν ταφεί μαζί του δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ώστε, όπως ο Χριστός αναστήθηκε εκ των νεκρών δια της δόξης του Πατρός, έτσι και εμείς μπορούμε να ζήσουμε μια νέα ζωή» (Ρωμ. 6, 4). Κατά το βάπτισμα, το Πνεύμα αγιάζει τους πιστούς με την αγιότητα του Χριστού. Το βάπτισμα ως μέσο που μας ενώνει με τον Χριστό, καλεί τις εκκλησίες να είναι ανοικτές και ειλικρινείς μεταξύ τους, ακόμη και όταν αυτό είναι δύσκολο στην εφαρμογή του: «Ομολογούντες την αλήθεια εν αγάπη, ας αυξάνουμε με κάθε τρόπο εις αυτόν που είναι η κεφαλή, δηλαδή τον Χριστό» (Εφ. 4, 15). Το βάπτισμα δίδει ως δωρεά στις εκκλησίες την ελευθερία αλλά και την ευθύνη να πορευθούν από κοινού προς το κήρυγμα του Λόγου, την ομολογία μιάς Πίστεως, την τέλεση της Ευχαριστίας, και την κοινή μετοχή στην διακονία της ιεροσύνης. Υπάρχουν μερικοί που δεν χρησιμοποιούν νερό στην ιεροτελεστία του βαπτίσματος, αλλά μετέχουν στην πνευματική εμπειρία της εν Χριστώ ζωής.(8)
9. Το ότι όλοι μας, από κοινού, ανήκουμε στον Χριστό δια του βαπτίσματος εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, δίδει την δυνατότητα στις εκκλησίες και τις καλεί να συμβαδίσουν, ακόμη και όταν διαφωνούν. Διαβεβαιώνουμε ότι υπάρχει ένα βάπτισμα, όπως ακριβώς υπάρχει ένα σώμα και ένα Πνεύμα, μία ελπίδα της κλήσεώς μας, ένας Κύριος, μία Πίστη, ένας Θεός και Πατέρας όλων μας (βλ. Εφ. 4, 4-6). Εν χάριτι Θεού, δια του βαπτίσματος καταδεικνύεται ότι ανήκουμε ο ένας στον άλλον, παρά το γεγονός ότι κάποιες εκκλησίες δεν είναι ακόμη σε θέση να αναγνωρίσουν άλλες ως Εκκλησία με την πλήρη έννοια της λέξης. Ας θυμηθούμε τα λόγια της Δήλωσης του Τορόντο, όπου οι εκκλησίες-μέλη του ΠΣΕ διαβεβαιώνουν ότι «η μετοχή στην εκκλησία του Χριστού είναι πληρέστερη από την μετοχή στο σώμα της δικής τους εκκλησίας. Επομένως, επιδιώκουν να επιτύχουν μια ζωντανή επαφή με εκείνους που βρίσκονται έξω από τα όρια της δικής τους εκκλησίας και ομολογούν τον Χριστό ως Κύριο».(9)
ΙV.
10. Η Εκκλησία, ως δημιούργημα του Λόγου και του Πνεύματος του Θεού, είναι ένα μυστήριο, σημείο, και όργανο ταγμένο για την σωτηρία του κόσμου σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού. Η Χάρις του Θεού εκφράζεται με την νίκη του Χριστού κατά της αμαρτίας, που συνέβαλε στην θεραπεία και ολοκλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η Βασιλεία του Θεού μπορεί να γίνει αντιληπτή σε μια κοινότητα που συμφιλιώνει και συμφιλιώνεται, μια κοινότητα που καλείται να καθαγιαστεί: Μια κοινότητα που αγωνίζεται να υπερνικήσει διακρίσεις που εκφράζονται από αμαρτωλές κοινωνικές δομές, και εργάζεται για την υπερπήδηση των διαιρέσεων στην ίδια της την ζωή και για την θεραπεία και ενότητα στην ανθρώπινη κοινότητα. Η Εκκλησία συμμετέχει στην διακονία συμφιλίωσης του Χριστού, που εκένωσε εαυτόν, όταν επιτελεί την αποστολή της, επιβεβαιώνοντας και ανανεώνοντας την εικόνα του Θεού σε όλη την ανθρωπότητα, δουλεύοντας στο πλάι όλων εκείνων οι οποίοι έχασαν την ανθρώπινη αξιοπρέπειά λόγω της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής περιθωριοποιήσεώς τους.
11. Το ιεραποστολικό έργο είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής της εκκλησίας. Η Εκκλησία δια της αποστολής της εκφράζει την κλήση της για την διάδοση του Ευαγγελίου και την προσφορά του ζωντανού Χριστού σε όλη την δημιουργία. Οι εκκλησίες ζουν μεταξύ λαών άλλων πεποιθήσεων και ιδεολογιών. Ως το όργανο του Θεού, ο οποίος είναι κυρίαρχος σε όλη την κτίση, η Εκκλησία καλείται να έλθει σε διάλογο και συνεργασία με αυτούς, ώστε με την αποστολή της να συμβάλλει στην ωφέλεια όλων των δημιουργημάτων και στην ευημερία της γης. Όλες οι εκκλησίες καλούνται να αγωνιστούν κατά της αμαρτίας σε όλες της τις εκδηλώσεις. Της αμαρτίας που είναι μέσα τους αλλά και στο περιβάλλον τους. Καλούνται όλες οι εκκλησίες να εργαστούν με τους άλλους για να καταπολεμήσουν την αδικία, να απαλύνουν τον ανθρώπινο πόνο, να υπερνικήσουν την βία και να διασφαλίσουν την πληρότητα της ζωής όλων των ανθρώπων.
V.
12. Καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας του, το ΠΣΕ έχει υπάρξει προνομιούχο μέσον δια του οποίου οι εκκλησίες είχαν την ευκαιρία να ακούσουν η μία για την άλλη και να συζητήσουν θέματα που αποτελούν πρόκληση για τις εκκλησίες και συνιστούν κίνδυνο για την ανθρωπότητα. Διοργανώνοντας πολυμερείς και διμερείς διαλόγους, οι εκκλησίες, στα πλαίσια της οικουμενικής κίνησης, έχουν ασχοληθεί διερευνητικά με ζητήματα που τις διχάζουν. Ακόμη και μετά από αυτές τις προσπάθειες οι εκκλησίες δεν είναι πάντα σε θέση να παραδεχτούν την αμοιβαία ευθύνη που φέρουν η μία προς την άλλη, και δεν αναγνωρίζουν πάντοτε την ανάγκη να λογοδοτήσουν η μία στην άλλη για την Πίστη τους, την ζωή τους και την μαρτυρία τους, όπως επίσης και να διασαφηνίσουν τα σημεία εκείνα που τις διχάζουν. Έχοντας υπ’ όψιν την εμπειρία της ζωής που ήδη μοιραζόμαστε και τα επιτεύγματα των πολυμερών και διμερών αυτών διαλόγων, είναι καιρός να κάνουμε μαζί σταθερά βήματα μπροστά.
13. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η Ένατη Συνέλευση προσκαλεί το ΠΣΕ να εξακολουθήσει να διευκολύνει την εις βάθος διεξαγωγή συζητήσεων μεταξύ των διαφόρων εκκλησιών. Επίσης, προσκαλούμε όλες τις εκκλησίες μας να αναλάβουν το δύσκολο έργο της ειλικρινούς αποτίμησης της σχέσεως της δικής τους Πίστης και οργανωτικής τάξεως με αυτές των άλλων εκκλησιών. Ζητούμε από κάθε εκκλησία να διευκρινίσει τα κριτήρια τα οποία μορφοποιούν και πιστοποιούν ακόμη, την σχέση της με τις άλλες εκκλησίες. Αν μιλήσουν ειλικρινά για τις ομοιότητες, διαφωνίες και διαφορές τους, όλες οι εκκλησίες θα βοηθηθούν στο έργο τους για εξασφάλιση της ειρήνης και την προώθηση της κοινής ζωής τους.
14. Με απώτερο σκοπό την επίτευξη της πλήρους ορατής ενότητας τους, οι εκκλησίες καλούνται να προσεγγίσουν θέματα που επανειλημμένως τις απασχολούν, με νέες και αποδοτικότερες μεθόδους. Μεταξύ των θεμάτων που χρήζουν συνεχούς διαλόγου από τις εκκλησίες είναι τα εξής:
α) Σε ποιο βαθμό θα μπορούσε η δική σας εκκλησία να εντοπίσει την πιστή έκφραση της αποστολικής Πίστεως στην δική της ζωή, προσευχή, και μαρτυρία καθώς και σε αυτή των άλλων εκκλησιών;
β) Σε ποιες όψεις της ζωής και της Πίστεως των άλλων εκκλησιών, εντοπίζει η δική σας εκκλησία, την αφοσίωσή τους στον Χριστό;
γ) Αναγνωρίζει η δική σας εκκλησία στην ζωή των άλλων εκκλησιών, μια κοινή πρακτική μύησης στο Χριστιανισμό, που να θεμελιώνεται στο βάπτισμα;
δ) Γιατί πιστεύει η εκκλησία σας ότι είναι απαραίτητο, ή επιτρεπτό, ή και αδύνατο να συμμετέχει στο Δείπνο του Κυρίου μαζί με τις άλλες εκκλησίες;
ε) Με ποιους τρόπους είναι η εκκλησία σας σε θέση να αναγνωρίζει τις διατεταγμένες ιερατικές διακονίες των άλλων εκκλησιών;
στ) Σε ποιο βαθμό είναι η εκκλησία σας σε θέση να συμμετάσχει στην πνευματικότητα των άλλων εκκλησιών;
ζ) Πως σκοπεύει η εκκλησία σας να συνεργαστεί με τις άλλες εκκλησίες, για την επίλυση προβλημάτων όπως κοινωνικών και πολιτικών ηγεμονιών, διώξεων, καταπίεσης, φτώχειας και βίας;
η) Σε ποιο βαθμό υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ των άλλων εκκλησιών και της εκκλησίας σας όσον αφορά στην [ιερ]αποστολική αποστολή στον κόσμο;
θ) Σε ποιο βαθμό υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ της εκκλησίας σας και των άλλων εκκλησιών όσον αφορά στην διατύπωση της Πίστης και στην θεολογική εκπαίδευση;
ι) Πόσο πλήρης θα μπορούσε να είναι η συμπροσευχή της εκκλησίας σας με τις άλλες εκκλησίες;
Η ενασχόληση με τα ερωτήματα αυτά αποτελεί πρόκληση για τις εκκλησίες, ώστε να αποδεχθούν ότι κάποιες όψεις της ζωής τους απαιτούν ανανέωση, αλλά και να αξιοποιήσουν νέες ευκαιρίες για την εμβάθυνση των σχέσεών τους με τις εκκλησίες που ακολουθούν άλλες παραδόσεις.
VI.
15. Οι εκκλησίες μας ταξιδεύουν μαζί στον διάλογο και στην κοινή δράση, έχοντας την πεποίθηση ότι ο αναστημένος Χριστός θα συνεχίσει να αποκαλύπτεται, όπως έκανε και στην περίπτωση της κλάσης του άρτου στους Εμμαούς, και ότι θα αποκαλύψει το βαθύτερο νόημα της αδελφοσύνης και κοινωνίας (Λουκ. 24, 13-35). Έχοντας επισημάνει την πρόοδο που επιτεύχθηκε στα πλαίσια της οικουμενικής κίνησης, παροτρύνουμε τις εκκλησίες μας να συνεχίσουν να βαδίζουν σε αυτό το δύσβατο αλλά χαροποιό μονοπάτι, έχοντας εμπιστοσύνη στον Θεό Πατέρα, τον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, η Χάρις του οποίου μεταμορφώνει τις προσπάθειές μας αυτές προς επίτευξη της ενότητας, σε καρπούς κοινωνίας.
Ας [δώσουμε προσοχή για να] ακούσουμε τι λέει το Πνεύμα στις εκκλησίες! [Αποκ. 3,6]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Η παρούσα Πρόσκληση προς τις Εκκλησίες εκπονήθηκε μετά από πρόταση της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΣΕ (2002), στα πλαίσια διαδικασιών που οργανώθηκαν από την επιτροπή Πίστεως και Ταξεως του Συμβουλίου. Η πρόσκληση γράφτηκε σε πρώτη φάση, στην Λευκωσία της Κύπρου το 2004. Αναθεωρήθηκε (βάσει εκτεταμένων σχολίων κυβερνητικών επιτροπών του ΠΣΕ, των επιτροπών Πίστεως και Τάξης, καθώς και της Οργανωτικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ειδικών Υποθέσεων), σε μια δεύτερη συνάντηση στην Λευκωσία τον Μάιο του 2005. Η επιτροπή Πίστεως και Τάξεως εκ μέρους του ΠΣΕ εκφράζει τις ευχαριστίες της στην εκκλησία της Κύπρου, για την φιλοξενία των προκαταρκτικών αυτών συναντήσεων. Τα τελικά συμπεράσματα εξήχθησαν σε μια συνάντηση της επιτροπής που έλαβε χώρα στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης τον Ιούνιο του 2005.
2. Για την προώθηση αυτής της προσπάθειας, οι επιτροπές Πίστεως και Τάξεως έχουν εκπονήσει και αποστείλει στις εκκλησίες ένα καινούριο Έγγραφο Μελέτης, «Η Φύση και Αποστολή της Εκκλησίας: Ένα βήμα προς μια κοινή Δήλωση», Επιτροπή Πίστεως και Τάξεως, Έγγραφο Αρ. 198.
3. Η Βάση (Σύνταγμα, Ι).
4. Επιδιώξεις και Λειτουργίες, ΠΣΕ (Σύνταγμα, ΙΙΙ).
5. «Η Ενότητα της Εκκλησίας ως Κοινωνίας: Χάρισμα και Κλήση», Δήλωση Καμπέρας, 2.1.
6. Οι παραπομπές από την Γραφή που περιλαμβάνονται στο κείμενο είναι από την New Revised Standard Version of the Bible, © 1989, 1995.
7. Η Φύση και η Αποστολή της Εκκλησίας, 23.
8. «Η Ενότητα της Εκκλησίας ως Κοινωνία: Χάρισμα και Κλήση», Δήλωση Καμπέρας, 3.2.
9. Η Δήλωση του Τορόντο, ΙV.3.
whos.amung.us
Συνολικές προβολές σελίδας
Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου