Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ
ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΟΠΙΣΘΕΝ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
«Καθυστερημένοι» καὶ προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθὸν ὅσοι ἀντιστεκόμεθα εἰς τοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν.Ἡ προσκόλλησις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καὶ τῆς διδασκαλίας «ἀποκλίνει» ἀπὸ τὴν οὐσίαν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
ΠΑΡΑΜΟΝΑΣ Χριστουγέννων ἀπεκαλύφθη ὅτι ὄπισθεν τῆς διαβοήτου Ἀκαδημίας Θεολογικῶν
Σπουδῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος, ἡ ὁποία διεκήρυξεν ὅτι ὅλαι αἱ «Ἐκκλησίαι» σώζουν, ἀφοῦ προηγουμένως ἀνεκάλυψε τὴν Προτεσταντικὴν «θεολογικὴν συνάφειαν», τὴν χρεωκοπίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀνάγκην τῆς νεοπατερικῆς καὶ μεταπατερικῆς θεολογίας, εὑρίσκεται ἡ «κιβωτός» τῆς Παναιρέσεως τοῦΟἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον.Ἡ ἀποκάλυψις ἔγινε, κατὰ τὴν διάρκειαν ὁμιλίας τοῦ Μεγάλου Ἀρχιδιακόνου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κ. Μαξίμου, τὴν ὁποίαν ἐξεφώνησεν, ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τὴν Κυριακὴν πρὸ τῶν Χριστουγέννων. ὉἈρχιδιάκονος κατηγορεῖ, ἐμμέσως πλὴν σαφῶς, ὅσους ἀντιδροῦν εἰς τὴν μεταπατερικὴν θεολογίαν ὡς ὀπισθοδρομικούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι προσκολλημένοι τυφλῶς καὶ ἄνευ ὅρων καὶ προϋποθέσεων εἰς τὸ παρελθόν. Ἔφθασε δὲ ἕως τοῦ σημείου νὰ λέγη ὅτι ἡ κατὰ γράμμα προσκόλλησις εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν, τὴν Ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν καὶ τὴν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας «ἀποκτείνει» τὸ πνεῦμα καὶ τὴν οὐσίαν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.Μᾶς ζητεῖ, δηλαδή, νὰ κάμνωμεν ἐκπτώσεις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας δι᾽ ἕνα καὶ μοναδικὸν λόγον, τὸν ὁποῖον ἀποκαλύπτει εἰς ἄλλον σημεῖον τῆς ὁμιλίας του. Αὐτὸς ἔχει σχέσιν μὲ τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν, τῶν Προτεσταντῶν, τῶν Ἀγγλικανῶν κ.λπ.. Τὸ Βατερλώ, προφανῶς, τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου ἐστοίχησεν εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, ἀπὸ τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πάπα εἰς τὸ Φανάρι, καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ κατὰ συνέπειαν τὴν ὈρθόδοξονΠίστιν μας. Ἀπὸ τὴν ὁμιλίαν τοῦ Ἀρχιδιακόνου γίνεται φανερὸν ὅτι καταβάλλεται προσπάθεια ὑπὸ τοῦ Φαναρίου, διὰ νὰ ἀνατρέψη τὸ δυσμενὲς κλῖμα εἰς βάρος του καὶ νὰ συνεχίση τὸ καταστροφικόν του ἔργον εἰς βάρος τῆς Ἀληθείας τῆς Πίστεώς μας, προβάλλον τὴν ἐνέργειαν τοῦ Θεανθρώπου νὰ συνομιλήση μετὰ τῆς Σαμαρείτιδος. Λησμονεῖ, ὅμως, τὸ Φανάρι ὅτι ἡ Σαμαρεῖτις ἐπίστευσεν εἰς τὸν Κύριόν μας, Τὸν ἠκολούθησε καὶ ἡγίασεν, ἐνῶ ὁ Παπισμὸς καὶ αἱ αἱρέσεις, αἱ προερχόμεναι ἀπὸ αὐτόν, ἀπεσπάσθησαν ἀπὸ τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως καὶ εὑρίσκονται εἰς διαρκῆ καὶ ἀμετανόητον πλάνην. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουν καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ τῶν ὀρθοδόξων χριστιανικῶν οἰκογενειῶν. Φαίνεται ὅμως πὼς ἀγνοεῖ τὸ Φανάρι, τὸ ὁποῖον ἄλλοτε καταφρονεῖ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, ἄλλοτε ἀποκαλεῖ ἀδελφὰς Ἐκκλησίας τὰς «Ἐκκλησίας» ὅλων τῶν πλανεμένων χριστιανῶν, ἄλλοτε συμπεριφέρεται εἰς τὸν Πάπαν ὡσὰν νὰ εἶναι κανονικὸς Πατριάρχης τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν αὐτὸς συμπεριφέρεται ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὸ Πρωτεῖον καὶ τὸ ἀλάθητον, τὸ ὁποῖον τὸν καθιστᾶ ἐπίγειον «Θεόν», ἀφοῦ μόνον ὁ Θεὸς εἶναι ἀλάθητος: Ὁ Ἀρχιδιάκονος μᾶς λέγει εἰς τὴν ὁμιλίαν του ὅτι ὅλοι ἐμεῖς οἱ «καθυστερημένοι», οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦ μεν εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν ἀγωνιζόμεθα διὰ νὰ καταστήσωμεν τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν «μουσειακὸν ἀπολίθωμα καὶ γκέττο». Ὁ μιλῶν δὲ ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὑπεστήριξεν ὅτι οὗτος θὰ συνεχίση τὸν διάλογον. Τίθενται ὅμως ὡρισμένα ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ αὐτὴ ἡ «ἀπολογία» περὶ τῶν διαλόγων, ὅταν αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἶναι μία μειοψηφία «ἀκραίων», «φονταμενταλιστῶν» ὡς τὴν ἀπεκάλεσε πρὸ τριῶν ἑβδομάδων ὁ Οἰκ. Πατριάρχης καὶ «καθυστερημένων», οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται προσκολλημένοι εἰς τὸ παρελθὸν καὶ εὑρίσκονται ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου; 2ον) Μήπως ἡ «ἀπολογία» καὶ οἱ ἀπαράδεκτοι χαρακτηρισμοὶ ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι προδίδουν τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως, (ἐνῶ ἔπρεπε νὰ τὴν διαφυλάσσουν καὶ νὰ τὴν ὑπερασπίζωνται) γίνονται διὰ νὰ δώσουν «ἐξετάσεις» εἰς τὰ «ὑπόγεια ρεύματα» τῆς Ἀμερικῆς καὶ εἰς κέντρα ἀποφάσεων, τὰ ὁποῖα ἐπιζητοῦν τὴν ἐξασθένησιν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Παραδόσεώς της; Ἔχει ἀντιληφθῆ τὸ Φανάρι ὅτι οἱ «ἀκραῖοι», οἱ «φονταμενταλισταὶ» καὶ οἱ «καθυστερημένοι» κρατοῦν τὴν Πίστιν καὶ συμμετέχουν εἰς τὰς Ἱεράς Ἀκολουθίας καὶ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ Φανάρι πρωταγωνιστεῖ ἀποδεδειγμένα εἰς τὴν ἀποστασίαν καὶ τὴν Προδοσίαν τῆς Πίστεως. Δι᾽ αὐτὸ καταφεύγει εἰς τοὺς ἀπαραδέκτους χαρακτηρισμοὺς εἰς βάρος Βαπτισμένων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀξιώνουν τὴν τήρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὸν τερματισμὸν τῶν πάσης φύσεως προκλήσεων.
Τίθενται, ὅμως, τέσσερα ἀκόμη ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ὡς ὁ κυριώτερος ἐκπρόσωπος τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν του ὅλους ἡμᾶς τοὺς «ἀκραίους», τοὺς «φονταμενταλιστὰς» καὶ τοὺς «καθυστερημένους» καὶ δὲν προχωρᾶ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν σχεδίων, τὰ ὁποῖα ἔχει ἀναλάβει εἰς τὸ πλαίσιον τῆς Οἰκουμενιστικῆς κινήσεως; 2ον) Δια τὶ τόσον τὸ ἴδιον ὅσον καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐτρομοκρατήθησαν ἀπὸ τὴν «Ὁμολογίαν Πίστεως» καὶ τὰς 25.000 ὑπογραφάς, τὴν ὁποίαν ἐσυνώδευον καὶ ἔσπευδον διὰ δηλώσεων νὰ διακηρύσσουν ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὰ δόγματα καὶ τὴν Πίστιν κατὰ τὸν θεολογικὸν διάλογον εἰς τὴν Κύπρον διὰ τὸ πρωτεῖον τοῦ Πάπα; 3ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ἀπελογήθη ὅτι οἱ διάλογοι γίνονται μὲ τὴν σύμφωνον γνώμην καὶ ἄλλων Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν καὶ Ἱερῶν Συνόδων, ζητῶν νὰ μὴ τοῦ καταλογίζουν οἱ Ὀρθόδοξοι τὰς εὐθύνας διὰ τὸν διάλογον; 4ον) Διατὶ ὀλίγους μῆνας μετὰ τὴν προαναφερομένην ἀπολογίαν, ἐπιτίθεται χαρακτηρίζων «ἀκραίους», «φονταμενταλιστὰς» τοὺς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἰς τὰ Οἰκουμενιστικὰ του βήματα; Καὶ πῶς ἐπιτρέπει εἰς τὸν Ἀρχιδιάκονόν του νὰ χαρακτηρίζη καθυστερημένους καὶ ἐκτὸς παγκοσμιοποιημένης ἐποχῆς ὅσους ἀντιδροῦν; Ὁ Ἀρχιδιάκονός του, ὅμως, ἔχει «προοπτικάς», ἀφοῦ ὑπερασπίζεται τὰ οἰκουμενιστικὰ βήματα ἐκείνου, ὁ ὁποῖος καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, διὰ νὰ δύναται νὰ προσέρχεται ἀνέτως εἰς τὰς Συναγωγάς, νὰ ἀποκαλῆ τὰς αἱρετικὰς
«ἐκκλησίας» ἀδελφὰς ἐκκλησίας, καὶ νὰ ἐξισώνη τὸ φῶς τῆς ἀληθοῦς πίστεως μὲ τὸ «φῶς» τῆς πλάνης.
Περὶ μεταπατερικῆς καὶ
νεοπατερικῆς θεολογίας
Ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος ἀνέλαβε νὰ στηρίξη, μὲ τὴν ἰδίαν ὁμιλίαν, τὴν Ἀκαδημίαν Θεολογικῶν Σπουδῶν καὶ τὰς αἱρετικάς της θέσεις. Ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος εἶπεν ὅτι εὐτυχῶς, ἐκτὸς τῶν «καθυστερημένων» ὑπάρχουν καὶ φωναί, αἱ ὁποῖαι δὲν ἐπιθυμοῦν τὴν ἀπομόνωσιν καὶ τὴν γκετοποίησιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Αἱ φωναὶ αὐταὶ ἐκφράζονται ἀπὸ τὸ Συνέδριον τῆς Ἀκαδημίας μὲ θέμα: «νεοπατερικὴ σύνθεση ἢ μεταπατερικὴ θεολογία». Συμφώνως μὲ τὸν Μέγαν Ἀρχιδιάκονον ἡ Ἀκαδημία διὰ τοῦ θέματος αὐτοῦ «ἔθεσε τὴν χεῖραν ἐπὶ τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ ἐδημιούργησεν, ὡς μὴ ὤφελεν, ἀντιδράσεις ὀρθοδόξων ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένων εἰς τὸ παρελθόν, ἀρνουμένων κατ᾽ οὐσίαν δημιουργικὸν διάλογον μὲ τὸν σύγχρονον πολιτισμὸν καὶ καθιστὼτων οὕτω τὴν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν γυμνὴν διαλόγου καὶ πτωχήν!».
Τὸ σημεῖον αὐτὸ τῆς ὁμιλίας προεκάλεσε ποικίλα σχόλια ὑπὸ θεολόγων καὶ ἱστοσελίδων εἰς τὸ Διαδίκτυον ( Ἴντερνετ). Ἕνα ἐξ αὐτῶν, τὸ ὁποῖον κατεχωρήθη εἰς τὴν ἱστοσελίδα «thriskeftika.blogspot.com» (ΘΕΟΛΟΓΟΣ 21–12–2010), ἔχει ὡς ἀκολούθως:
«Ὥστε, σύμφωνα μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονον Μάξιμον, οἱ Μητροπολίτες Ναυπάκτου Ἱερόθεος, Γλυφάδος Παῦλος, Πειραιῶς Σεραφείμ, Κυθήρων Σεραφείμ, ὡς καὶ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁ μοναχὸς Μωυσῆς Ἁγιορείτης καὶ τόσοι ἄλλοι κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, ποὺ ἔλεγξαν τὰ ὅσα ἀκούστηκαν στὸ ἐν λόγῳ συνέδριο τοῦ Βόλου εἶναι “ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθόν”. Ἀντιθέτως, ὅπως παρακάτω ἀποφαίνεται ὁ Ἀρχιδιάκονος, ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς εἶναι “διακρινόμενος ἐπὶ προφητικῇ ἐγρηγόρσει”! Ὁμοί ως ἀξιοθαύμαστος εἶναι “ὁ Μητροπ. Περγάμου κ. Ἰωάννης, εἷς ἐκ τῶν πιστῶν μαθητῶν τοῦ ἀειμνήστου π. Γεωργίου” (Φλωρόφσκυ).
Δὲν θὰ ἀπαντήσουμε τώρα στὸ ἐρώτημα πόσο “πιστὸς” μαθητὴς τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ εἶναι ὁ Μητρ. Περγάμου. Εἶναι ὅμως βέβαιον ὅτι κάνει μεγάλο λάθος ὁ Ἀρχιδιάκονος Μάξιμος ἀποφαινόμενος ὅτι ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ “πρῶτος ὡμίλησε περὶ τῆς ἀνάγκης νεοπατερικῆς συνθέσεως”.
Στοὺς ἁγίους Πατέρες συναντᾶ κανεὶς τὴν εὐλογημένη, λόγῳ τῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἑνότητα καὶ συνέχεια. Παραδόξως ὅμως ἑνότητα μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει καὶ μεταξύ τῶν ἐν Φαναρίῳ καὶ Ἑλλάδι ὑποστηρικτῶν τῆς “μεταπατερικῆς θεολογίας”. Μόνο ποὺ ὁ συνδετικός τους κρίκος δὲν εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀλλὰ τὸ ἴδιο πνεῦμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμίκευσης. Ὅπως φαίνεται ἡ παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ γέννησε τὸ πρῶτο της τέκνο, τὴν “μετὰπατερικὴ θεολογία” ἢ καλύτερα τὴν πατρομάχο παραθεολογία».
Ὁ «Ο.Τ.» ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ Μητροπολῖται Ναυπάκτου, Γλυφάδας, Πειραιῶς, Κυθήρων, ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης καὶ ὁ Μωυσῆς Ἁγιορείτης Μοναχός κατέδειξαν ἐνυπογράφως ὅτι ἡ θεολογικὴ συνάφεια, ἡ νεοπατερικὴ καὶ μεταπατερικὴ συνιστοῦν αἵρεσιν. Διὰ τοὺς οἰκουμενιστὰς ὅλοι προαναφερόμενοι Μητροπολῖται, ὁ πρωτοπρεσβύτερος Θ. Ζήσης καὶ ὁ Ἁγιορείτης Μοναχὸς εἶναι «ἀνεγκέφαλοι». Ὁ χαρακτηρισμὸς ἀνήκει εἰς τὸν οἰκουμενιστὴν καθηγητὴν τῆς θεολογίας κ. Πέτρον Βασιλειάδην. Τὸν διετύπωσεν εἰς ἄρθρον του, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ «amen». Εἰς τὸ ἄρθρον ἐξυμνεῖ μεταξὺ ἄλλων τὴν Ἀκαδημίαν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καὶ τὰς θέσεις της περὶ μεταπατερικῆς θεολογίας.
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1860
ΤΟ ΝΕΟΝ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΘΑ ΔΙΔΑΣΚΗ ΤΗΝ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΝ
Τήν μάχην διά τό ὑποχρεωτικόν τοῦ μαθήματος καί τήν διατήρησίν του ὑπό τήν σημερινήν μορφήν ἔδωσεν ἡ Πανελλήνιος Ἕνωσις Θεολόγων (ΠΕΘ) καί ὡρισμέναι Ἱερατικαί Συνάξεις Ἱερῶν Μητροπόλεων.
Οἱ Μητροπολῖται, οἱ ὁποῖοι ἐτάχθησαν ὑπέρ τῆς σημερινῆς διατηρήσεως τοῦ μαθήματος μετροῦνται εἰς τά δάκτυλα. Ἐπειθάρχησαν εἰς τό σύνολόν των εἰς τήν γραμμήν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου καί ἐπρόδωσαν τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. Ἡ ἀποδοχή τῆς ἀλλαγῆς τοῦ μαθημάτος τῶν Θρησκευτικῶν ὑπό Μητροπολιτῶν συνιστᾶ τό «ἔγκλημα» τῆς ἐκπτώσεως ἀπό τήν Πίστιν, διότι ἀπεδέχθησαν τήν θρησκειολογικήν ἐκπαίδευσιν, ἡ ὁποία στερεῖται τήν ἀναφοράν εἰς τήν Πίστιν, εἰς τόν Θεόν, εἰς τό μεταφυσικόν καί ἐξαντλεῖται εἰς τήν περιγραφικήν διδασκαλίαν περί τῶν διαφόρων θρησκειῶν τῆς ἀνθρωπότητος. Οἱ Μητροπολῖται αὐτοί, διά νά ἱκανοποιήσουν τά πολιτικά ἀφεντικά των, ἀπεδέχθησαν οὐσιαστικῶς, μέ τήν ἀλλαγήν τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τήν ἀπομάκρυνσιν τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν. Τοῦτο ἄλλωστε τό διακηρύσσει καί τό «ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα» τοῦ ὑπουργείου Παιδείας καί θρησκευμάτων, τό Παιδαγωγικόν Ἰνστιτοῦτον, τό ὁποῖον διακηρύσσει ὅτι στόχος τοῦ νέου μαθήματος θά εἶναι ἡ «οὐδέτερος καί ἀπροκάλυπτος ἐξέτασις τῶν θεμελιωδῶν ἐξηγήσεων τῆς ὑπάρξεως, πού δίδεται ἀπό ἄλλες θρησκεῖες ἤ φιλοσοφίες». Τά νέα θρησκευτικά, τά ὁποῖα θά διδάσκωνται εἰς τά σχολεῖα, μέ τάς εὐλογίας ψευδοπροοδευτικῶν θεολόγων καί Οἰκουμενιστῶν Μητροπολιτῶν θά προσφέρη μηδενικήν πίστιν εἰς τούς νέους καί ἀποσύνδεσίν των ἀπό τόν Θεόν. Τό μάθημα αὐτό εὑρίσκεται εἰς ἀντίθεσιν μέ τό Σύνταγμα, τό ὁποῖον ὁρίζει ὅτι τό Κράτος πρέπει μεριμνᾶ διά τήν ἀνάπτυξιν τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνειδήσεως. Μέ ποῖον τρόπον θά ἀναπτυχθῆ ἡ θρησκευτική συνείδησις μέ τό μάθημα τῆς θρησκειολογίας, τό ὁποῖον ἀπομακρύνει τόν μαθητήν ἀπό τήν πίστιν καί τήν παράδοσιν τῶν γονέων καί τῶν προγόνων του;
Εἶναι λυπηρόν εἰς τήν ἅλωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας καί εἰς τήν ἀπομάκρυνσιν τῶν παιδιῶν ἀπό τήν Πίστιν καί τήν Παράδοσιν νά πρωταγωνιστοῦν Οἰκουμενισταί Μητροπολῖται καί ψευδοπροοδευτικοί θεολόγοι. Ἡ Ἐκκλησία καί ἡ Πίστις προδίδεται ἐκ τῶν ἔσω. Ἄν λειτουργοῦσε τό Συνοδικόν Σύστημα, ἡ Ἱεραρχία θά εἶχεν ἐγκαλέσει τούς συγκεκριμένους Μητροπολίτας καί τήν συγκεκριμένην ὁμάδα τῶν ψευδοπροοδευτικῶν θεολόγων. Τό Συνοδικόν Σύστημα δέν λειτουργεῖ. Ἐλέγχεται καί κατευθύνεται ἀπό μία Ὁμάδα Ἀρχιερέων διά τούς ὁποίους ὁ λαός τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει καί τάς «καλυτέρας» ἐντυπώσεις. Αὐτή ἡ Ὁμάς ἐπρόδωσε μέ τούς «ἀνθρώπους» της καί μέ συγκεκριμένους θεολόγους καί τά Ἐκκλησιαστικά Λύκεια. Μέ εἰσηγήσεις της ἤρχισεν τό κλείσιμόν των καί ὅταν τοῦτο ἔγινεν ἀντιληπτόν ὑπό τῶν ἐντίμων καί «ἀθώων τοῦ αἵματος» Μητροπολιτῶν ἐπανεστάτησαν, ἀλλά ἦτο πολύ ἀργά.
Ἄν ἡ Ἱεραρχία δέν «ταρακουνήση» τόν Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς Οἱκουμενιστάς Μητροπολίτας, ἡ Πολιτεία θά προχωρήση εἰς τόν ἀπογαλακτισμόν τοῦ Κράτους ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν μέ «ταχεῖς ρυθμούς». Σήμερον τά Θρησκευτικά, αὔριο ἡ ἀποκαθήλωσις τῶν Ἱερῶν εἰκόνων καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπό τά δημόσια κτήρια, ἀκολούθως ἡ κατάργησις τοῦ Σταυροῦ ἀπό τήν Σημαίαν, ἡ κατάργησις τῆς προσευχῆς εἰς τά σχολεῖα καί μεθαύριον ἠ ἐπίσκεψις τῶν μαθητῶν τήν Μεγάλην Ἑβδομάδα εἰς τήν Συναγωγήν διά νά ἐνημερωθοῦν ὑπό τοῦ Ραββίνου διά τήν Σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ. Δέν θά ἀπορήσωμεν, ἐάν ἡ ὁμάς τῶν ἐπιόρκων Μητροπολιτῶν καί θεολόγων ἀποδεχθῆ «αὔριον» τήν ἀντικατάστασιν τῶν διακοπῶν τοῦ Πάσχα ἀπό τάς «ἡμέρας τῆς Ἀνοίξεως», ὡς θέλουν μελλοντικῶς νά πράξουν οἱ κυβερνῶντες κατά τά πρότυπα τοῦ Γαλλικοῦ Λαϊκοῦ Κράτους. Τί θά σημάνη μία τοιαύτη ἐξέλιξις; Θά σημάνη ὅτι τά παιδιά ἠμπορεῖ νά κάμνουν σχολεῖον τήν Μεγάλην Ἑβδομάδα. Τί θά γίνη τότε; Θά ἀντιδράση ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία; Μά αὐτή ἐπρόδωσε τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καί ἀπεδέχθη ἕνα μάθημα τό ὁποῖον δέν διδάσκει τήν Πίστιν εἰς τόν Θεόν, τήν Παράδοσιν καί τό μεταφυσικόν.
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
Ἐμεῖς περιμένουμε τόν Χριστό ἤ τόν Ἀντίχριστο;
Ἐμεῖς περιμένουμε τόν Χριστό ἤ τόν Ἀντίχριστο;
ΟΙ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ ΔΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΘΕΟΔΩΡΟ ΤΟΝ ΣΤΟΥΔΙΤΗ (4ον μέρος)
«Έχω ακούσει ότι στην Ρώμη έχουν σε μεγάλη τιμή τα κλειδιά του κορυφαίου των Αποστόλων, Πέτρου, μολονότι ο Κύριος δεν έδωσε τα κλειδιά αισθητώς αλλά δια του λόγου, τα οποία είναι το δεσμείν και λύειν. Αυτοί όμως στη Ρώμη κατεσκεύασαν αργυρά κλειδιά και τα θέτουν εις προσκύνησι. Τόσο μεγάλη είναι η πίστις των. Εκεί λοιπόν ευρίσκεται τώρα η άρρηκτος πέτρα της πίστεως, η οποία εθεμελιώθη σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου. Εδω, όπως φαίνεται, πλεονάζει η απιστία και η ανομία. Δια τούτο, εγω ο ταπεινός, έχοντας άλγος και πόνο στην καρδία μου και φοβούμενος το κρίμα της σιωπής, αναγκάζομαι να ομιλήσω με λόγια ολίγα και περιεκτικά. Διότι, αν οι αιρετικοί δεν σταματούν δημοσίως και ιδιωτικώς, γραπτώς και προφορικώς να ομιλούν με βλάσφημα λόγια δια τον Χριστό, εμείς είναι σωστό, εφ΄ όσον έχομε την αλήθεια, να μη δυνάμεθα ούτε στους οίκους μας να συζητούμε μεταξύ μας τα αρμόδια; Και πως θα υποφέρωμε σ΄ αυτή την περίπτωσι την οργή του Κυρίου; Πως πάλι θα μιμηθούμε τους αγίους πατέρες μας, οι οποίοι, σε παρόμοιες περιστάσεις αιρέσεως, την σιωπή και την δειλία την ωνόμασαν προδοσία της αληθείας; (Μικρά κατήχησις 15η).
Αναφέραμε μεγαλύτερο απο το αναγκαίο τμήμα της κατηχήσεως δια να ιδούμε το όλο πνεύμα του Οσίου εν καιρώ αιρέσεως και τι εδίδασκε στους μοναχούς του. Αυτό λοιπόν το οποίο διδάσκει στην κατήχησί του είναι, ότι τα κλειδιά τα οποία έδωσε ο Κύριος στον Πέτρο, είναι το δεσμείν και λύειν. Επίσης αντιδιαστέλλει την Ορθοδοξία της Ρώμης αυτή την εποχή με την αίρεσι της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί, αναφέρει, είναι η αρραγής πέτρα της πίστεως και εδω η απιστία και ανομία. Αυτός είναι ο βασικός λόγος δια τον οποίο επαινεί και την Ρώμη και τον Πάπα.
Αυτή την εξουσία του δεσμείν και λύειν ο Όσιος απερίφραστα διδάσκει ότι την έδωσε ο Χριστός και σε όλους τους Αποστόλους. Σε επιστολή του λοιπόν προς τον μοναχό Ευπρεπιανό, αναφερόμενος στην μοιχειανική αίρεσι, διδάσκει πως μεταφέρεται η χάρις της ιερωσύνης και το δεσμείν και λύειν εν συναρτήσει με την ορθόδοξο πίστι και Παράδοση. Αναφέρει ότι αυτοί οι οποίοι παραβαίνουν τις ευαγγελικές εντολές δημοσίως και συνοδικώς, δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον δια τους ιερούς Κανόνες. Διδάσκει ότι οι ιεροί κανόνες είναι και αυτοί επισφραγισμένοι με το άγιο Πνεύμα και, εαν καταλυθούν, είναι αδύνατος η σωτηρία μας. Δεν θα υπάρχουν πλέον η ιερωσύνη, η θυσία και όλα τα άλλα φάρμακα της σωτηρίας. Η κατάλυσις των ιερών κανόνων και των ευαγγελικών εντολών είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Διότι, ο Χριστός, ο οποίος έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών στον Πέτρο, είπε συγχρόνως ότι, όποιον λύση και δέση, θα γίνη αυτό και αυτό. Το ίδιο πράγμα εν συνεχεία είπε και προς όλους τους Αποστόλους. «Λάβετε Πνεύμα άγιον. Σε όσους συγχωρήσετε τις αμαρτίες θα είναι συγχωρημένες, σε όσους δεν τις συγχωρέσετε θα είναι ασυγχώρητες». Κατ΄ αυτόν τον τρόπο σ΄ αυτούς και στους διαδόχους των διεβίβασε την εξουσία, εαν πράττουν τα όμοια με αυτούς. Δι΄ αυτόν τον λόγο ο Μέγας Βασίλειος και οι ισότιμοι με αυτόν Άγιοι έλαβον την ίδια εξουσία, διότι απεδέχθησαν πλήρως τους αποστολικούς κανόνες, όχι μόνον χωρίς να καινοτομήσουν, αλλά και να αυξήσουν, εκεί όπου έπρεπε, αυτούς. (Επιστολή 36. Φατούρος σελ. 105, στιχ. 123, PG. 99, 1036D).
Η διδασκαλία λοιπόν του Οσίου είναι ότι όλοι οι Απόστολοι είχαν την ίδια εξουσία του αποστόλου Πέτρου και όλοι οι διάδοχοί των, υπό την προυπόθεσι ότι θα απεδέχοντο όλο του Ευαγγέλιο και τους ιερούς Κανόνες. Ώς παράδειγμα αναφέρει τον Μέγα Βασίλειο, τον προσφιλή του Άγιο, και όλους τους ισότιμους με αυτόν Αγίους, οι οποίοι όχι μόνον δεν εκαινοτόμησαν αλλά και επαύξησαν τους ιερούς Κανόνες, υπό την έννοια ότι τους έκαναν αυστηροτέρους εκεί όπου εχρειάζετο. Άρα λοιπόν, σύμφωνα με τον Όσιο, η καινοτομία, η πλάνη και η αίρεσις σημαίνει και στέρησι στους διαδόχους των Αποστόλων της χάριτος του δεσμείν και λύειν. Αυτή την στέρησι της χάριτος την είχαν όλοι οι αιρετικοί πρίν την εποχή του Οσίου, οι αιρετικοί της εποχής του και φυσικά οι μετέπειτα αιρετικοί Παπικοί, Προτεστάντες, μέχρι των σημερινών Οικουμενιστών.
Το σημαντικό είναι ότι στη σκέψι του Οσίου κυριαρχεί η πεποίθησις ότι, δια να είναι κάποιος διάδοχος των Αποστόλων, πρέπει πρώτα να ταυτισθή και να αφομοιωθή με αυτούς κατά την πίστι και κατά δεύτερον και επόμενο, ως απόρροια της πίστεως, είναι η χειροτονία. Δι΄ αυτόν τον λόγον τονίζει ότι θα έχουν κατά την διαδοχή των την εξουσία του δεσμείν και λύειν «εάνπερ ωσαύτως πράξοιεν». Δηλαδή θέτει ως προυπόθεσι του δεσμείν και λύειν την ορθόδοξο πίστι.
Επιβάλλεται στο σημείο αυτό να ακούσωμε και τι διδάσκει ο Όσιος δια το περιβόητο αξίωμα του αποστόλου Πέτρου, δια το οποίο κατακαυχώνται οι Παπικοί και το οποίο έχει άμεση συνάφεια και σχέσι με το υπό εξέτασι θέμα. Σε ομιλία του λοιπόν η οποία επιγράφεται «Εγκώμιον εις τον μέγα Ιωάννην τον απόστολο και Ευαγγελιστή Χριστού», αναφερόμενος στην επιστήθιον πρόσπτωσι του Ιωάννου προς τον Χριστόν κατα το μυστικό δείπνο, εγκωμιάζει αναλόγως τον επιστήθιο μαθητή και αναφέρει ότι εκείνα τα οποία ο Πέτρος δεν είχε το θάρρος να κάνη, ο Ιωάννης τα έκανε αυθόρμητα πρώτος και δι΄ αυτού του τρόπου ο Πέτρος έδωσε στον εαυτόν του τη δεύτερη θέσι με την υπεροχή του Ιωάννου. Εξετάζοντας αυτές τις απόψεις, γίνεται κατανοητό στον καθένα πόση είναι η υπεροχή του Ιωάννου. «Απο εδω νομίζω», συνεχίζει ο Όσιος, «ως απο κάποια ζωήρρυτο πηγή, άντλησε ο Ιωάννης τα θεικά νάματα και εκ τούτων εξήλθαν οι ποταμοί της θεολογίας». Στην ακροτελεύτια παράγραφο του εγκωμίου αποκαλεί τον Ιωάννη μέγα του Ευαγγελίου ήλιο, πηγή της θεολογίας, ανεξάντλητο, ακρότατο μεταξύ των Αποστόλων, ίσο με τον Πέτρο ( κατα λέξι ισόπετρο) και εν τέλει τον παρακαλεί δια να βοηθήση την χειμαζομένη εκ της αιρέσεως Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως (PG. 99, 785A, 788B).
Στον εγκωμιαστικό επίσης λόγο του προς τον απόστολο Βαρθολομαίο ο Όσιος αναφέρει τα εξής «Ο Πέτρος διδάσκει τα έθνη, αλλά και ο Βαρθολομαίος κάνει ακριβώς το ίδιο. Τα πόδια του Πέτρου είναι ωραία, διότι ευαγγελίζονται τα αγαθά, αλλά και του Βαρθολομαίου εξ΄ ίσου, διότι θεολογεί τα υψηλά. Ο Πέτρος κάνει μεγάλα θαύματα, αλλά και ο Βαρθολομαίος αθρόα. Ο Πέτρος σταυρώνεται ανάποδα, αλλά και ο Βαρθολομαίος πάσχει αντίστοιχα και αποκεφαλίζεται. Όσα πράττει ο Πέτρος, τόσα ενεργεί και ο Βαρθολομαίος. Σε όσα μυστήρια προχωρεί ο Πέτρος, εξ΄ ίσου στα ίδια μυείται και ο Βαρθολομαίος. Έξ΄ ίσου ανέρχεται με τον Πέτρο στο ύψος της θεολογίας, έξ΄ ίσου γίνεται θεμέλιος της Εκκλησίας, έξ΄ ίσου έλαβε και όλα τα άλλα χαρίσματα» (PG. 99, 729D).
Απο τους δύο λόγους προς τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και τον απόστολο Βαρθολομαίο διακρίνομε ότι ο Όσιος θεωρεί ίσους όλους τους Αποστόλους και δεν αναγνωρίζει κανένα υπεροχικό αξίωμα στον Πέτρο. Η ένστασις την οποία θα προέβαλλε κάποιος, ότι πρόκειται για λόγους εγκωμιαστικούς, οι οποίοι προφανώς εξεφωνήθησαν στις εορτές των συγκεκριμένων Αποστόλων και ως εκ τούτου χαρακτηρίζονται απο ανάλογη συναισθηματική φόρτισι και τάσι υπερβολής ως προς την εκθείασι των εορταζομένων Αγίων, δεν ευσταθεί, διότι ο Όσιος αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις απο τη ζωή και το έργο των Αποστόλων, κάνει σύγκρισι των προσώπων και δεν είναι δυνατόν να εξυψώνη έναν Άγιο εις βάρος άλλου, ούτε βεβαίως να ομιλή με πλαστά επιχειρήματα και άστοχες συγκρίσεις, διότι τότε δεν πείθει τους ακροατές του λόγου του Θεού, ούτε βεβαίως θεολογεί αλλά ομιλεί με κοσμικό πνεύμα. Οπωσδήποτε πάντως, αν διακατείχετο απο το παπικό σύνδρομο, δεν θα εκθείαζε τους άλλους Αποστόλους, αλλά μάλλον τον Πέτρο, ούτε βεβαίως θα τους εκθείαζε εις βάρος του Πέτρου.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΤΟ ΤΑΛΜΟΥΔ
Μετά από 6 μήνες επιμόνων οχλήσεων, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απάντησε στις αλλεπάλληλες επιστολές του δικηγόρου Αθηνών κ. Κώστα Πλεύρη για το Ταλμούδ.
Ο κ. Πλεύρης με τις τουλάχιστον 20 επιστολές του το τελευταίο εξάμηνο προς επιφανείς Μητροπολίτες της Ελλαδικής Εκκλησίας και προς την ίδια την Ιερά Σύνοδο ρωτούσε αν το Ιερό Βιβλίο των κοσμαγάπητων Εβραίων, το περίφημο Ταλμούδ, περιέχει υβριστικές αναφορές προς τον Χριστό, την Παναγία, τους Χριστιανούς και τον ίδιο τον Χριστιανισμό.
Με δισέλιδη επιστολή της υπό ημερομηνία 1η Ιουνίου 2007, η Ιερά Σύνοδος απαντά στον κ. Πλεύρη και η απάντησή της είναι ομολογουμένως Ιστορικής Σημασίας , όπως θα διαπιστώσετε κι εσείς όταν την διαβάσετε ευθύς αμέσως.
Η Ελλαδική Ορθόδοξος Εκκλησία, για πρώτη φορά στην 157ετή Ιστορία της δηλώνει επισήμως ότι το Ταλμούδ περιέχει δεκάδες απαξιωτικές, ανιστόρητες και δυσφημιστικές αναφορές στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και στην Υπεραγία Θεοτόκο!
Ας δούμε όμως ολόκληρη την επιστολή που έστειλε προς τον κ. Κώστα Πλεύρη η Ιερά Σύνοδος:
"Προς Τον αξιότιμον Κ. Κωνσταντίνο Πλεύρη,
Δικηγόρον
Ενταύθα.
Εις απάντησιν των από 11.1.2007 και 9.5.2007 υμετέρων εγγράφων, δι΄ων διαπυνθάνεσθε περί της θέσεως της Εκκλησίας περί του βιβλίου των Εβραίων "Ταλμούδ", και αντιπαρερχόμενοι το ανοίκειον ύφος του τελευταίου εξ αυτών, γνωρίζομεν υμίν τα ως κάτωθι:
Το Ταλμούδ (Talmud = διδασκαλία) είναι σώμα (Corpus) Ιουδαϊκών ραββινικών σχολίων εις τον Μωσαϊκόν Νόμον και ταυτοχρόνως καταγραφή της διδασκαλίας των ραββινικών σχολών. Σύγκειται από την "Μισνά", η οποία είναι σχόλιον και κωδικοποίησις του Προφορικού Νόμου και την "Γκρεμάρα", η οποία αποτελεί ουσιαστικώς σχολιασμόν εις την Μισνά. Η ύλη του Ταλμούδ είναι ποικίλη και εξαιρετικά ογκώδης. Το Ταλμούδ κατατάσσεται εις τας τρεις μείζονας κειμενικάς παραδόσεις του Ιουδαϊσμού. (Βλ. ενδεικτικώς: H.l. Strack, Introduction to the Talmud and Midrash, New York 1955. R. Gradwohl, Was ist der Talmud? Stuttgard 1989. S. Bergler, Talmud fur Anfanger. Ein Werkbuch, Hannover 1991. M. Krupp, Der Talmud. Eine Einfuhrung in die Grundschrift des Judentums mit ausgew. Texten, Gutersloh 1995).
Υπάρχουν δύο καταγραφαί - εκδοχαί του Ταλμούδ. Το Ιεροσολυμιτικόν (Talmud Yerushalmi), το οποίον εγράφη εν Παλαιστίνη και το Βαβυλωνιακόν (Talmud Bavli), μεγαλύτερον εις όγκον εξ απόψεως υλικού, συνταχθέν μεν εν Βαβυλώνι, τυχόν δε μεταγενεστέρας αναθεωρήσεως. (Βλ. Babylonischen Talmud, Berlin 1967. P. Schafer - H.J. Becker (HRSG), Synopse zum Talmud Yerushalmi, Tubingen 1991 εξ.).
Αι απαξιωτικαί και δυσφημιστικαί αναφοραί του Ταλμούδ περί του προσώπου του Θεανθρώπου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι γνωσταί και έχουν τύχει της πρεπούσης κριτικής αξιολογήσεώς των εκ μέρους Ορθοδόξων Ακαδημαϊκών διδασκάλων. (Βλ. ενδεικτικώς: Γρηγ. Παπαμιχαήλ, ο Ιησούς ως ιστορικόν πρόσωπον, 4η εκδ., Αθήναι 1953, Παν. Τρεμπέλα, Απολογητικαί Μελέται. Τόμος Έ. Ιησούς ο από Ναζαρέτ, 5η εκδ., Αθήναι 1982).
Διά την Ορθόδοξον Εκκλησίαν είναι υβριστική, απαράδεκτος και απορριπτέα πάσα απαξιωτική αναφορά εις το πρόσωπον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων. Εξ ίσου απαράδεκτος και απορριπτέα δια την Εκκλησίαν ημών είναι πάσα απαξιωτική και υβριστική αναφορά εις τους φορείς της εν Χριστώ Ιησού Θείας Αποκαλύψεως, τουτέστιν την Αγίαν Γραφήν, Παλαιάν και Καινήν Διαθήκην, ως αύτη κατωχυρώθη κανονικώς (βλ. π.χ. ΛΒ' Κανών της εν Καρθαγένη Τοπικής Συνόδου) και την Ιεράν Παράδοσιν. Είναι αυτονόητον ότι τούτο ισχύει και διά πάσαν ανιστόρητον και απαξιωτικήν θέσιν του Ταλμούδ, αφορώσαν εις το πρόσωπον του Θεανθρώπου και της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Εντολή και Εξουσιοδοτήσει της Ιεράς Συνόδου
Ο Αρχιγραμματεύων Αρχιμ. Κύριλλος Μισιακούλης
ΑΠΟ HELLAS ORTHODOXY
Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010
ΕΥΓΕ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΙΕΡΕΜΙΑ! ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΝΤΕΟ!
Την Κυριακή 19 Δεκεμβρίου στο Συνεδριακό Κέντρο της Δημητσάνας, ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας τέλεσε την ορκομωσία του νέου Δημάρχου Γορτυνίας κ. Ιωάννου Γιαννοπούλου.
Μετά την ολιγόλεπτη προσφώνηση του Μητροπολίτου στον νέο Δήμαρχο, ένας μη εκλεγμένος έλαβε το λόγο και είπε ότι κατά τον νόμο δεν προβλέπεται η παρουσία Επισκόπου και Ιερέων στην Ορκωμοσία.
Η αντίδραση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ιερεμία υπήρξε έντονη και ανάμεσα στα άλλα τόνισε: «Αυτό σε πείραξε, κύριε, εσένα, η παρουσία των ιερέων; Εμείς οι ιερείς και οι αρχιερείς αγωνιστήκαμε για να υπάρχει ελεύθερη πατρίδα και να κινείσαι εσύ ελεύθερος. Και λέγονται αυτά τα λόγια, χριστιανοί, εδώ στην Δημητσάνα, τον τόπο γέννησης του Πατριάρχου Γρηγορίου, που κρεμάστηκε για την πίστη και την πατρίδα; Ντροπή σε μερικούς και πάλι ντροπή τους, που βάλθηκαν να κάνουν την Ελλάδα μας άθεη. Δεν θα τους αφήσουμε. Εγώ εδώ που ήλθα εμπνέομαι από το σχοινί του Πατριάρχου Γρηγορίου και θέλω να γίνω αγωνιστής, θέλω να γίνω τρελλός για την πίστη την αγία. Να ξέρετε και να μάθετε ότι εδώ στην Δημητσάνα έχετε ένα τρελλό Δεσπότη, που δεν θα μείνει απαθής σε ανθρωπάκια και σε νάνους, που θέλουν να τα βάλουν με την άγια πίστη μας και να ξεριζώσουν την αγάπη μας στον Χριστό και την Παναγία, που μας άφησαν ως προίκα οι πατέρες μας. Εγώ είμαι τέκνον ήρωος αλβανικών ορέων και δεν σκοτώθηκε παλλικάρι 25 ετών στα αλβανικά βουνά ο πατέρας μου, για νάρχεται αυτός ο κύριος να περιφρονεί εδώ δημόσια τον ιερό κλήρο. Αφού λοιπόν, κατά τα λόγια του κυρίου αυτού, για τα οποία δεν άκουσα κανένα από σας να διαμαρτυρηθεί, αφού δεν χρειάζονται οι ιερείς στην ορκομωσία, διαμαρτύρομαι και εξέρχομαι από την αίθουσα και δίνω εντολή σε όλους τους ιερείς και τους μοναχούς να φύγουν και αυτοί από την αίθουσα».
Και απευθυνόμενος στους ιερείς και τους μοναχούς είπε: «Εμπρός, εμπρός! Πατέρες όλοι να φύγουμε, αφού μας περιφρονούν».
Επίσκεψη σε Συναγωγή προτείνει το βιβλίο Θρησκευτικών της Α΄ Γυμνασίου
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των βιβλίων Θρησκευτικών του Γυμνασίου είναι ότι οι ξένες θρησκείες προσεγγίζονται με τρόπο οικουμενιστικό, δήθεν «αντικειμενικό» και όχι μέσα από το πρίσμα της ορθόδοξης πατερικής θεολογίας. Αποφεύγεται η αναφορά στις αποκλίσεις των άλλων ομολογιών ή και ξένων θρησκευμάτων από την Αλήθεια. Έτσι οι συγγραφείς των βιβλίων προτείνουν με ευκολία την ενημέρωση των μαθητών για κάποια άλλη θρησκεία από τους θρησκευτικούς της ηγέτες.
Προτείνεται λοιπόν στον θεολόγο να παραδώσει τους μαθητές τους στη διδασκαλική δεινότητα ενός ραββίνου για να μάθουν τις γιορτές των Εβραίων. Μήπως σιγά σιγά θα χορηγήσουμε στους ραββίνους τη δυνατότητα διδασκαλίας των μαθητών για τη Σταύρωση του Χριστού ώστε να έχουν «αντικειμενικότερη» γνώση του Πάθους του Κυρίου;
Δείτε παρακάτω τη σχετική σελίδα του σχολικού βιβλίου της Α΄ Γυμνασίου: Επίσκεψη σε Συναγωγή
Μια σημαντική παρατήρηση που έχουμε να κάνουμε δια τούτη την απαράδεκτη ενέργεια είναι η εξής.
Οι ιεράρχες θα αντιδράσουν γι΄ αυτές τις ενέργειες; Και εαν αντιδράσουν αυτό πως θα γίνει εφ΄ όσον οι ίδιες οι ΚΕΦΑΛΕΣ των κατα τόπους ορθοδόξων εκκλησιών ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ και αυτοί σε επισκέψεις εις τις συναγωγές; Ο χρόνος δια άλλη μια φορά ίσως μας λύσει την απορία..
Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΥΠΟ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΠΗΓΑ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
ΟΙ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ ΔΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΘΕΟΔΩΡΟ ΤΟΝ ΣΤΟΥΔΙΤΗ (3ον μέρος)
Απο την πρώτη λοιπόν προς τον Πάπα Λέοντα επιστολή του Οσίου, η οποία αναφέρεται στην μοιχειανική αίρεσι, αναφέρομε την αρχή. «Επειδή», λέγει ο Όσιος, «στον μέγα Πέτρο έδωσε ο Χριστός μετά απο τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών και το αξιώμα του αρχηγού της ποίμνης, είναι ανάγκη να αναφέρεται προς τον Πέτρο ή προς τον διάδοχό του οτιδήποτε καινοτομείται στην καθολική Εκκλησία απο εκείνους που λοξοδρομούν απο την αλήθεια» (Επιστολή 33. Λέοντι πάπα Ρώμης, Φατούρος σελ. 91, στιχ. 5, PG. 99, 1071Β).
Απο τη δεύτερη επιστολή του Οσίου προς τον Πάπα Λέοντα, η οποία και αυτή αναφέρεται στην μοιχειανική αίρεσι, αναφέρομε τα εξής «Η Σύνοδος αυτή έγινε με τον σκοπό της αθετήσεως του Ευαγγελίου του Χριστού, απο τον οποίο εσυ έλαβες τα κλειδιά, δια μέσου του πρωτοστάτου των Αποστόλων Πέτρου και των διαδόχων του μέχρι αυτού του προκατόχου σου» (Επιστολή 34. Φατούρος σελ. 95, στιχ. 24, PG. 99, 1021C).
Θα αναφέρωμε και ενα τμήμα απο επιστολή του Οσίου προς τον Πάπα της Ρώμης Πασχάλιο, η οποία αναφέρεται στην εικονομαχική αίρεσι. Λέγει λοιπόν τα εξής «Ακουσέ μας, αποστολική κεφαλή, θεοπρόβλητε ποιμένα των προβάτων του Χριστού, εσύ ο οποίος κρατείς τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, εσύ ο οποίος είσαι η πέτρα της πίστεως, στην οποία οικοδομήθηκε η καθολική Εκκλησία. Εσύ είσαι ο διάδοχος του Πέτρου, επειδή ετοποθετήθης και κυβερνάς τον θρόνο του» (Επιστολή 271. Πασχαλίω πάπα Ρώμης, Φατούρος σελ. 400, στιχ. 17, PG. 99, 1152C).
Θα αναφέρωμε και ενα τελευταίο χωρίο απο επιστολή του Οσίου, ως εκπροσώπου των ομολογητών Πατέρων, προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Τραυλό, το οποίο δύναται και αυτό να χαρακτηρισθεί ως φιλοπαπικό. «Αυτή χριστομίμητε βασιλεύ είναι η πιο κορυφαία απο τις Εκκλησίες του Θεού, την οποία ίδρυσε ο Πέτρος προς τον οποίο ο Κύριος είπε ''Σύ είσαι ο Πέτρος και σ΄ αυτήν την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία και οι δυνάμεις του Άδη δεν θα την καταβάλλουν''» (Επιστολή 429, Φατούρος σελ. 601, στιχ. 34, PG. 99, 1332A).
Απο τα αναφέρθεντα «φιλοπαπικά» δήθεν χωρία του Οσίου αναφέρομε τα επίμαχα σημεία. Ο Όσιος θεωρεί τον Πάπα διάδοχο του αποστόλου Πέτρου. Ο Πέτρος έλαβε απο τον Χριστό τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, δηλαδή το δεσμείν και λύειν, και ως εκ τούτου έχει μεγίστη ευθύνη να επεμβαίνη σε οτιδήποτε καινοτομείται στην Εκκλησία. Τέλος δέ, σε οτιδήποτε καινοτομείται ή αμφισβητείται να ζητήται η διασάφησις απο την πρωτόθρονη Εκκλησία της Ρώμης.
Δια να κατανοηθούν τα εν λόγω «φιλοπαπικά», φαινόμενα εξωτερικώς, σημεία των επιστολών του Οσίου, πρέπει να προσπαθήσωμε να εισέλθωμε στο πνεύμα του, ώστε να διαφύγωμε τον όλεθρο, σύμφωνα με τον απόστολο, της του γράμματος απονεκρώσεως. Το πνεύμα του λοιπόν είναι ότι πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες, ει δυνατόν και οι πέτρες, προκειμένου να βοηθήσουν να ανορθωθή μία Εκκλησία η οποία, σύμφωνα με την διδασκαλία του Οσίου, έχει ναυαγήσει και ευρίσκεται δια της αιρέσεως ήδη καταποντισθείσα στο βυθό της απωλείας.
Τη θέση του αυτή εκφράζει πολύ εύγλωττα σε επιστολή του προς τον Λογοθέτη Παντολέοντα. Λέγει τα εξής «Εντολή γαρ Κυρίου μη σιωπάν, εν καιρώ κινδυνευούσης πίστεως. Ώστε ότε περί πίστεως ο λόγος, ουκ έστιν ειπείν, εγώ τις ειμι; Ιερεύς, άρχων, στρατιώτης, γεωργός, πένης; Ουδείς μοι λόγος και φροντίς περί του προκειμένου» (P.G. 99, 1321). Και συνεχίζει: «Αλίμονο, οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνεις σιωπηλός και αμέριμνος;….Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι στερημένος κάθε απολογίας την ημέρα της κρίσεως, επειδή τώρα δεν ομιλεί, και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’ αυτό τον λόγο».
Τις λεκτικές αβρότητες που χρησιμοποιεί ο Όσιος απευθυνόμενος προς τον Πάπα, πρέπει να τονίσωμε οτι ο μόνος λόγος δια τον οποίο τις αναφέρει είναι, πέραν της αποδόσεως της τιμής, να τον αναγκάση να δραστηριοποιηθή και να κινηθή συνοδικώς υπέρ της αποκατάστασεως της Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολι. Αυτό το συμπέρασμα συνάγεται αβίαστα, αν αναλογισθούμε, όπως προανάφεραμε, ότι σε ανάλογες περιπτώσεις σφαλμάτων του Πάπα, και μάλιστα σε θέματα όχι πίστεως αλλά ηθικής, ο Όσιος ωμίλησε δι΄ αυτόν με πολύ περιφρονητικά λόγια, ενώ, αν ήτο φιλοπαπικός ή διακατείχετο απο το σύνδρομο του παπικού πρωτείου με την σημερινή διεστραμμένη του μορφή, ή ήτο εγκάθετος του Πάπα στην Κωνσταντινούπολι, θα έπρεπε, αν είχε τέτοιες αντιλήψεις δι΄ αυτόν, να συγκαλήψη το ατόπημά του και τρόπον τινά να τον δικαιολογήση. Η βασική όμως αρχή η οποία διακατείχε τον Όσιο ήτο να επαινή υπερβαλλόντως κάποιον, ο οποίος είχε ορθόδοξο φρόνημα και ηγωνίζετο δια την πίστι, και να ψέγη πάλι υπερβαλλόντως αυτόν, ο οποίος έσφαλλε στην πίστι ή ήτο δειλός στην υπεράσπισί της. Αυτή ακριβώς ήτο η μεγάλη αρετή του Οσίου, ότι δηλαδή δεν προσωποληπτούσε, ούτε ήθελε «να τα έχη καλά», κατα το δή λεγόμενο, με τους μεγάλους χάριν ιδιοτελών σκοπών, όπως σήμερα αφελώς κατηγορείται.
Αναφερόμενοι λοιπόν στις λεκτικές αβρότητες του Οσίου προς τον Πάπα, πρέπει να προσθέσωμε ότι λεκτικές αβρότητες υπάρχουν σε επιστολές του Οσίου και σε άλλα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα και εκκλησιαστικά (όπως αναφέραμε στα προηγούμενα μέρη) αλλά και σε μάλιστα κατέχοντα πολιτικά αξιώματα. Πρέπει επίσης να ληφθή υπ΄ όψιν, ότι κατα την περίοδο αυτή όπου απεστάλησαν οι επιστολές, η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ευρίσκετο στην πτώσι της αιρέσεως, το οποίο σημαίνει ότι δεν ήτο κάν Εκκλησία, αλλά αιρετική παρασυναγωγή, και η κίνησις να απευθυνθή κάποιος σε μία τέτοια περίπτωσι σε μία άλλη Εκκλησία, η οποία διασώζει την ορθόδοξο πίστι, και να αναφερθή με κάποιες λεκτικές αβρότητες (όπως πράττει και σε άλλους Επισκόπους), πρέπη να θεωρηθή πολύ φυσικό. Εκτός όλων αυτών, ο Όσιος ζητεί συνοδική επέμβασι της Εκκλησίας της Ρώμης και όχι προσωπική του Πάπα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν επίστευε σε κάποιο αλάθητο του Πάπα, ούτε ότι αυτός κατείχε κάποια υπερεξουσία, την οποία εξασκούσε ως εκπρόσωπος του αποστόλου Πέτρου. Είναι όμως αρμόδιο να εξετάσωμε και τις θέσεις του Οσίου ως προς τον απόστολο Πέτρο δια να κατανοήσωμε καλύτερα και τι εφρόνει δια τον Πάπα. Διότι, όπως προανάφεραμε, όλο το παπικό οικοδόμημα με τη σημερινή του εξέλιξι και διαστροφή έχει δήθεν ως βάσι τον απόστολο Πέτρο.
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
ΤΙ ΛΕΓΕΙ ΟΜΩΣ ΤΟ ΤΑΛΜΟΥΔ;
ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΤΕ ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΘΟΝΗ (FULL SCREEN) ΟΤΑΝ ΑΝΟΙΞΕΙ ΠΑΤΗΣΤΕ ΔΕΞΙΑ ΚΑΤΩ ΤΟ ΕΙΚΟΝΙΔΙΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΣΧΗΜΑ ΚΥΚΛΟΥ.
ΑΞΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΔΙΑ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ
Ανακοίνωση του Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ για τις αντιδράσεις από την συνέντευξή του
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 23ῃ Δεκεμβρίου 2010
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Μέ ἀφορμή τόν ἐγερθέντα θόρυβον ἐκ μέρους τοῦ European Jewish Congress σχετικῶς μέ συνέντευξί μου εἰς τόν τηλεοπτικό δίαυλο MEGA τήν 20ην λήγοντος μηνός Δεκεμβρίου ἐ.ἔ. εἰς πρώτην φάσιν ἔχω νά δηλώσω τά κάτωθι:
1. Τά ὅσα ἀνέφερα κατά τήν τηλεοπτικήν μου συνέντευξιν εἰς τήν ἐκπομπήν «κοινωνία ὥρα mega» ἀποτελοῦν αὐστηρῶς προσωπικάς μου θέσεις καί ἀπόψεις τάς ὁποίας ἐπανειλλημένως προφορικῶς καί γραπτῶς ἔχω ἐκθέσει.
2. Σέβομαι, τιμῶ καί ἀγαπῶ ἰδιαζόντως τόν ἑβραϊκόν λαόν ὅπως καί κάθε ἄλλον λαόν τῆς ὑφηλίου κατά τήν διδασκαλίαν τοῦ ἐνσαρκωθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἀληθοῦς Μεσσίου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος καί Λυτρωτοῦ, τόν ὁποῖον προανήγγειλαν ὅλοι οἱ Προφῆται καί ὁ Ὁποῖος ἐνσαρκώθη διά τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους.
3. Ἡ δημοσίᾳ καταφορά μου κατά τοῦ Διεθνοῦς Σιωνισμοῦ ἀναφέρεται εἰς τό ὄργανον ἐκεῖνο πού ὡς διάδοχος τοῦ «Σαχεντρίν» μετέβαλλε τήν πίστι τῶν Πατριαρχῶν, Προφητῶν καί Δικαίων τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους διά τοῦ Ταλμούδ, τῆς Ραββινικῆς παραφιλολογίας καί τῆς Καμπάλα εἰς Ἑωσφορισμόν καί ἀγωνίζεται παντί σθένει διά τῆς οἰκονομικῆς αὐτοκρατορίας πού συνέστησε παγκοσμίως μέ ἕδρα τήν μεγάλη ὑπερατλαντικήν χώραν διά τήν ἐπικράτησιν τῆς παγκόσμιας κυβέρνησης καί τῆς πανθρησκείας.
4. Θεωρῶ ὅπως κάθε ἐχέφρων ἄνθρωπος εἰς τόν πλανήτην τό ναζιστικό καθεστώς καί τόν παρανοϊκό δικτάτορά του Ἀδόλφο Χίτλερ ὡς εἰδεχθῶς κακουργήσαντας κατά τῆς ἀνθρωπότητος καί ἵσταμαι μετά πάσης τιμῆς καί σεβασμοῦ ἐνώπιον τοῦ ἑβραϊκοῦ ὁλοκαυτώματος ὅπως καί κάθε ἑτέρας εἰδεχθοῦς γενοκτονίας ὡς τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τοῦ Ἀρμενικοῦ λαοῦ. Ἄλλωστε καί τό ἑλληνικόν ἔθνος θρηνεῖ χιλιάδας μαρτύρων ἀπό τήν ἐγκληματική ναζιστική θηριωδία.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010
Ή μνηστεία της παρθένου Μαρίας με τον Ιωσήφ
Οι ύμνοι στρέφονται γύρω από την ενανθρώπιση του Κυρίου και ό νους αναπαριστά τα Ιερά γεγονότα της Γεννήσεως. Ή ευσέβεια των ορθοδόξων μελέτη με σεβασμό ό,τι συνδέεται με το μέγα μυστήριο. Ιδιαιτέρως δε τιμά δύο πρόσωπα την υπεραγίας Θεοτόκου πού έγινε μητέρα του Θεού και τον μνήστορα Ιωσήφ πού εμφανίσθηκε ως πατέρας του Χριστού.
Λέμε «εμφανίσθηκε», διότι ποια ήτο ή πραγματικότης; Ό Ιωσήφ δεν υπήρξε ποτέ ούτε πατέρας του Χριστού ούτε σύζυγος της Παναγίας. Πρέπει να τονισθεί αυτό, διότι αλλιώς παρουσιάζουν τα πράγματα οί ορθολογιστές και οί αιρετικοί. Με βιβλία πού κυκλοφορούν και με ταινίες πού προβάλλονται δίδεται μία άλλη εικόνα, πού πόρρω απέχει από την αλήθεια. Ό ορθόδοξος χώρος κατακλύζεται από τέτοιες αντορθόδοξες προπαγάνδες.
Προ ετών μεταφράσθηκε, εκδόθηκε και κυκλοφόρησε στην Ελλάδα ένα ξένο βιβλίο κάποιου Φούλτον με τίτλο «Το πιο μεγάλο γεγονός». Το βιβλίο αυτό είχε ως θέμα την επίγειο ζωή του Κυρίου από την αρχή μέχρι το τέλος της. Διαφημίστηκε τότε ως βιβλίο μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, συναρπαστικό και εμπνευσμένο από τη χριστιανική διδασκαλία παρά λίγο θα το ονόμαζαν «το κατά Φούλτον πέμπτο Ευαγγέλιο της εποχής μας», πού έρχεται να συμπλήρωση τα κενά των ιερών Ευαγγελίων! Άλλα το βιβλίο ήταν αιρετικό. Παραποιούσε ιδίως τον χαρακτήρα της μνηστείας της ύπεραγίας Θεοτόκου με τον άγιο Ιωσήφ. Περιέγραφε τη μνηστεία αυτή με κοσμικά χρώματα· την παρουσίαζε ούτε λίγο ούτε πολύ, κατά τις απόψεις των προτεσταντών, ως ένα κοινό ερωτικό ειδύλλιο.
Οί βλάσφημες αυτές παραποιήσεις μας δίνουν αφορμή να πούμε σήμερα λίγα λόγια ε πάνω στο επίκαιρο αυτό θέμα και να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ποια είναι γι' αυτό ή ορθόδοξος διδασκαλία.
Κατά τα επίσημα βιβλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ή Μαρία, ή σεπτή μητέρα του Κυρίου, πού τη Μεγάλη Παρασκευή ένιωσε να διαπερνά την καρδιά της ρομφαία για τα πάθη του Υιού της, υπήρξε το ακηλίδωτο κάτοπτρο, ό καθαρότατος ναός, ή αγία κιβωτός, ή άσπιλος, ή αμόλυντος, ή άφθορος, ή άχραντος, ή αγνή, ή πανάμωμος. Κατά τον προφήτη Ησαΐα αυτή είναι «ή παρθένος» (Ήσ. 7,14), ή μοναδική παρθένος, ή μόνη γυναίκα πού ενσαρκώνει το Ιδεώδες της παρθενίας, ή προ του τόκου, κατά τον τόκον και μετά τον τόκον παρθένος. Αυτήν καθάρισε από τον προπατορικό ρύπο, την λάμπρυνε και την εξωράισε ή φωνή του αρχαγγέλου την ήμερα του Ευαγγελισμού «Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ. 1,35).
Μέσα σ' αυτό το φωτεινό πλαίσιο της ασπίλου παρθενικής ζωής της Θεοτόκου ή Ορθόδοξος Εκκλησία τοποθετεί και τη μνηστεία της με τον δίκαιο Ιωσήφ, την οποία εορτάζει την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα.
Κατά την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας ή μνηστεία της ύπεραγίας Θεοτόκου δεν μοιάζει καθόλου με τις κοσμικές μνηστείες. ούτε ως προς τις αφορμές και τις αιτίες πού κινούν δύο νεαρές υπάρξεις να πλησιάσουν και να γνωριστούν μεταξύ τους την περίοδο των αρραβώνων, ούτε ως προς τον σκοπό στον όποιο τείνουν οί γνωριμίες αυτές. Διότι ποιο είναι εκείνο πού κινεί τους νέους και τις νέες ν' αρραβωνιαστούν; Ό έρως, ό σαρκικός έρως, πού προέρχεται από εκτίμηση του κάλλους του σωματικού και ψυχικού, όπως τα βλέπουν αυτά υποκειμενικός οί ερωτευμένοι. Και ποιος είναι ό σκοπός; Ό γάμος, ή ένωσης ανδρός καί γυναικός «εις σάρκα μίαν» κατά τον θείο νόμο (Γεν. 2,24), με σκοπό την παιδοποιία. Άλλ' οί φυσικές αυτές επιθυμίες, τα κοινά στοιχεία πού παρατηρούνται στις σχέσεις των δύο φύλων, ερωτώ, μπορούν αυτά κατά κάποιο τρόπο ν' αποδοθούν καί στην περίπτωση της μνηστείας της αειπαρθένου Κόρης της Ναζαρέτ με τον δίκαιο Ιωσήφ; Άπαγε της βλασφημίας! Κατά την διδασκαλία της Ορθοδοξίας κανένα κοσμικό ελατήριο δεν ώθησε τον δίκαιο Ιωσήφ να μνηστευθεί την Αειπάρθενο.
• Ό άγιος Ιωάννης ό Δαμασκηνός, πού εκφράζει καθαρότερα και αυθεντικότερα από κάθε άλλον τη δογματική διδασκαλία της Ορθόδοξου Εκκλησίας, διδάσκει, ότι μόνο για λόγους προστασίας και φυλάξεως του παρθενικού αυτού θησαυρού εκλήθη ό δίκαιος Ιωσήφ να γίνη μνηστήρ. Λέει· «Επειδή ό εχθρός της σωτηρίας μας, λόγω της προρρήσεως του Ήσαΐου πού είπε "Να ή παρθένος θα μείνει έγκυος καί θα γέννηση υιό, και θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ" (Ήσ. 7,14), "πού σημαίνει Ό Θεός είναι μαζί μας" (Ματθ. 1,23), παρακολουθούσε τις παρθένες, για να παραπλάνηση αυτόν πού συνεχώς καμαρώνει για τη σοφία του «εκείνος πού συλλαμβάνει τους σοφούς πάνω στην εξυπνάδα τους» (Α' Κορ, 3,19), δίδεται ή κόρη από τους ιερείς να μνηστευθεί τον Ιωσήφ, το άγραφο βιβλίο σ' εκείνον πού ξέρει γράμματα· έτσι ή μνηστεία έγινε συγχρόνως και προστασία της
Παρθένου και παραπλάνησης εκείνου πού παρακολουθούσε τις παρθένες» (Έκδ. όρθ. πίστ. Δ'-14-8,Ε.Π.Ε. Δαμασκ. 1,480).
• Αυτό το φρόνημα, ως προς τα ελατήρια και το σκοπό της μνηστείας της Παρθένου, βλέπουμε καί στους ωραίους ιαμβικούς στίχους, πού έχει το Μηναίο μπροστά από το Ιστορικό της εορτής του Μνήστορος στο μηνολόγιο «Τιμώ Ιωσήφ, μνήστορα της Παρθένου, ως εκλεγέντα φύλακα ταύτης μόνον», διότι εξελέγη απλώς καί μόνο φύλακας της.
• Επίσης στον κανόνα πού υπάρχει στο Μηναίο προς τιμήν του δικαίου Ιωσήφ, στην δ' ωδή, τονίζεται, ότι παρέλαβε ως μνηστή του την Παρθένο μετά από θεϊκή προτροπή·
«Έχων λογισμόν ταίς θεικαίς
υπείκοντα προστάξεσι
(=υπάκουο στις θεϊκές προσταγές)
και καθαρός όλος γενόμενος,
την μόνην εν γυναιξί
καθαράν καί άμωμων,
μάκαρ Ιωσήφ,
συ εμνηστεύσω,
τηρών παρθένον άγνήν
προς υποδοχή του Ποιήσαντος».
Ό δε νεώτερος εκκλησιαστικός συγγραφεύς πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Καλλίνικος, πού έζησε επί μεγάλο διάστημα στη Δύση καί δέ' μπορεί να κατηγορηθεί ως συντηρητικός και με «παλαιολιθικές αντιλήψεις», σε μία συλλογή ποιημάτων του αφιερωμένων στην Θεοτόκο έχει κ' ένα ποίημα με τίτλο «Μνηστεία». Σ αυτό υποστηρίζεται με ποιητική γλώσσα το φρόνημα της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων για τη μνηστεία της Παρθένου.
Μάλιστα ό Καλλίνικος στο ποίημα αυτό συμπεριέλαβε καί κάποια ωραία παράδοση, κατά την οποία ό Ιωσήφ, «έχων λογισμόν», διστάζοντας να γίνει μνηστήρ της παρθένου Κόρης, πείσθηκε τελικώς, όταν ένα από τα πολλά ραβδιά, πού κρατούσαν τίμιοι γέροντες, το δικό του ραβδί, άνθισε κ' έβγαλε ένα υπέροχο άνθος. Έτσι ή Μαριάμ από τον ένα ναό, όπου βρισκόταν μέχρι τη στιγμή εκείνη, πηγαίνει σε άλλο ναό, ναό καθαρό, όπως ήταν το σπίτι του δικαίου Ιωσήφ· καί αυτός, αναλαμβάνοντας ένα τέτοιο έργο, την φύλαξη και προστασία της Παρθένου, δεν ήτο δυνατόν ν' αφήση τη διάνοια του να συλλαβή καμία σαρκική έννοια. Γι' αυτό και ό Καλλίνικος στην τελευταία στροφή λέει ότι, μόλις ό Ιωσήφ οδήγησε την Παρθένο στην οικία του, δεν κάθισε ν' αρχίσει μαζί της κάποια ατελείωτη ερωτική συνομιλία, όπως συμβαίνει σε κοσμικές μνηστείες· έφυγε αμέσως και πήγε στην εργασία του (βλ. Κων. Καλλινίκου, Ή Θεοτοκειάς, Αλεξάνδρεια 1935, σελ. 13).
• Άλλ' ακόμη σπουδαιότερα καί μεγαλοπρεπέστερα είναι τα όσα λέει για τη μνηστεία της Παναγίας τόσο ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης στο περίφημο Εορτοδρόμιο του (στις θεομητορικές εορτές της Υπαπαντής καί του Ευαγγελισμού), όσο καί οι εμπνευσμένοι ιεροκήρυκες της εποχής της τουρκοκρατίας Ηλίας Μηνιάτης και Νικηφόρος Θεοτόκης στις σχετικές ομιλίες τους πού ερμηνεύουν τα κείμενα των αγίων Γραφών.
Αυτά, αγαπητοί μου, γνωρίζει από τα ιερά βιβλία της Εκκλησίας για τη μνηστεία της Θεοτόκου ό ορθόδοξος λαός μας. Γι' αυτό την υψώνει πολύ ψηλά. Τη βλέπει «πλατυτέρα των ουρανών», «τιμιωτέραν των Χερουβίμ καί ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ», καί αποκλείει από τη διάνοια του κάθε λογισμό ταπεινωτικό για την Αειπάρθενο.
Είθε δια πρεσβειών της Παναγίας να εορτάσουμε με χαρά καί αγαλλίαση αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος
Μέρος άρθρου πού εδημοσιεύθη στο περιοδικό «Χριστιανική Σπίθα» {φ. 204/Άπρίλιος 1958).
Μεταγλώττισης και συμπλήρωσης 20 έως 24-12-2004.