Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Tί σημαίνει ἡ Κυριακή ρῆσις «τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ» (Ἰω. γ´8);

(…) Ἀφοῦ εἴδαμε τί λέγουν τό Εὐαγγέλιο καί οἱ Πατέρες περί τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄς δοῦμε τί σημαίνουν καί τά Κυριακά λόγια «Τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ». Ἡ ὀρθόδοξη ἑρμηνευτική ἐπιβάλλει κάθε ἁγιογραφικό χωρίο νά τό βλέπουμε καί νά τό κατανοοῦμε στή συνάφειά του.

. Τά λόγια λοιπόν αὐτά λέγονται ἀπό τόν Κύριο πρός τό Νικόδημο στή νυκτερινή τους συνομιλία (Ἰω. γ´ 1-21). Κατ᾽ ἀρχάς ὁ Κύριος χωρίς περιστροφές τόν διδάσκει περί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ λέγοντάς του: «Ἀμήν, ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Ὁ Νικόδημος μέ τόν κοσμικό του λογισμό τόν ἐρωτᾶ: «πῶς δύναται ἄνθρωπος γεννηθῆναι γέρων ὤν; μὴ δύναται εἰς τήν κοιλίαν τῆς μητρὸς αὐτοῦ δεύτερον εἰσελθεῖν καὶ γεννηθῆναι; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς. ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Ἀ­παντᾶ λοιπόν ὁ Κύριος στήν ἀπορία τοῦ Νικοδήμου τονίζοντάς του ὅτι χωρίς τήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση «ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος», δηλ. χωρίς τό ἅγιο Βάπτισμα, δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί συνεχίζει: «τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκός σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ Πνεύματος πνεῦμα ἐστί», ἐξηγώντας τίς συνέπειες τῆς πνευματικῆς ἀναγεννήσεως.
. Ἐπειδή ὅμως ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς Κύριος εἶ­δε ἀκόμα ἀποροῦντα τόν νυκτερινό του μαθητή, τοῦ ἐξηγεῖ μέ κάποια εἰκόνα τά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «μὴ θαυμάσῃς ὅτι εἶπόν σοι, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν. τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἀλλ᾽ οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει. οὕτως ἐστὶ πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Πνεύματος», δηλ. «ὁ ἄνεμος ὅπου θέλει φυσάει κι ἀκοῦς τή βοή του ἀλλά δέν ξέρεις ἀπό ποῦ ἔρχεται καί ποῦ πηγαίνει. Ἔτσι εἶναι καί καθένας ἀναγεννημένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα»
. Ἄς δοῦμε τώρα καί τούς ὀρθοδόξους ἑρμηνευτές. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τόν στίχο «ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» λέγει: «…λέγω ὡς ἀναγκαῖον εἶ­ναι (ἐνν. τό Βάπτισμα) καὶ μηδὲ δυνατὸν ἄλλως σωθῆ­ναι… ἡ μὲν γὰρ γηΐνη γέννησις ἡ κατά σάρκα ἀπὸ τοῦ χοὸς ἐστί… ἐκείνη δέ, ἐκ Πνεύματος οὖσα, ῥαδίως ἡμῖν τὰς ἁψίδας ἀναπετάννυσι τὰς ἄνω». Καί συνεχίζει ἀπευθυνόμενος πρός τούς κατηχουμένους: «Ἀκούσατε ὅσοι τοῦ φωτίσματος ἐστὲ ἐκτός, φρίξατε, στενάξατε, φοβερὰ γὰρ ἡ ἀπειλή, φοβερὰ ἡ ἀπόφασις. Οὔκ ἐστι, φησί, τὸν μὴ γεννηθέντα ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος εἰσελθεῖν εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν οὐ­ρανῶν, διότι τοῦ θανάτου φορεῖ ἔνδυμα, τὸ τῆς κατάρας, τὸ τῆς φθορᾶς, οὐδέπω τὸ Δεσποτικόν ἔλαβε σύμβολον, ξένος ἐστὶ καὶ ἀλλότριος, οὐκ ἔχει τὸ σύνθημα τὸ Βασιλικόν». Μεταφράζουμε: «Λέγω ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο τό Βάπτισμα καί δέν γίνεται ἀλλιῶς νά σωθεῖς. Ἡ μέν γήϊνη γέννηση, ἡ σαρκική, εἶναι ἀπό τό χῶμα, ἐκείνη δέ πού εἶναι ἐκ τοῦ Πνεύματος εὔκολα μᾶς ἀνοίγει τίς οὐράνιες ἁψίδες. Ἀ­­κοῦστε τα αὐτά ὅσοι εἶστε μακριά ἀπό τό Φώτισμα (τό ἅ­­γιο Βάπτισμα). Τρομάξτε, στενάξτε, γιατί ἡ ἀπειλή εἶ­ναι φοβερή, φο‚ερή καί ἡ ἀπόφαση. Δέν εἶναι δυνατόν ὁ μή ἀναγεννηθείς δι᾽ ὕδατος καί Πνεύματος νά εἰσέλθει στήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί φορεῖ τό ἔνδυμα τοῦ θανάτου, τό ἔνδυμα τῆς κατάρας, τό ἔνδυμα τῆς φθορᾶς. Δέν ἔλαβε ἀκόμα τό σύμβολο τοῦ Δεσπότου, εἶναι ξένος καί ἀλλότριος. Δέν ἔχει τό Βασιλικό γνώρισμα».
Ὥστε τό βάπτισμα εἶναι αὐτό πού ἀνοίγει τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ. Χωρίς αὐτό ὁ ἄνθρωπος εἶναι ντυμένος τό φό­ρεμα τοῦ θανάτου, τῆς κατάρας καί τῆς φθορᾶς. Πολύ περισσότερο, ὁ ἀβάπτιστος καθήμενος ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου, εἶναι ἀδύνατον νά δεχθεῖ «σπινθήρα φωτός», «ἀ­κτῖνα ζωῆς καί ἀληθείας» καί νά ἔλθει σέ ἐπαφή μέ τήν οὐράνια πραγματικότητα μέσα ἀπό θρησκεῖες δαιμονικές. Γι᾽ αὐτό ὁ Χρυσορρήμων ὁμιλεῖ γιά «φοβερά ἀπειλή» στερήσεως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στήν περίπτωση τῆς μή «δι᾽ ὕδατος καὶ Πνεύματος» ἀναγεννήσεως. Λέγει κάτι πού σήμερα θά ἑρμηνευόταν ὡς ἄσκηση «τρομοκρατίας» κατά τῆς «ἐλευθέρας θρησκευτικῆς συνειδήσεως τοῦ ἀνθρώπου», ὡς πράξη ἀποκλεισμοῦ τοῦ ἄλλου. Ἀλλά ὁ Κύριός μας, ὁ σταυρωθείς καί ἀναστάς χάριν ἡμῶν γνωρίζει τήν ὀντολογική ἀδυναμία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου καί δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο στήν ἡσυχία τοῦ θανάτου. Μέ ποικίλους τρόπους τόν ὁδηγεῖ στήν Ἀλήθεια καί τή Ζωή.
. Παρόμοια λέγει καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στόν Γ´ Ἀντιρρητικό του λόγο πρός Ἀκίνδυνον: «Tίς δ᾽ οὐκ οἶδε τῶν μεμυημένων τὰ Χριστιανῶν καὶ τοῖς εὐαγγελικοῖς θεσπίσμασι συνετὴν ὑπεχόντων ἀκοὴν ὡς “τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος Πνεῦμά ἐστι” παρὰ τοῦ Κυρίου εἴρηται πρὸς τὸν Νικόδημον καὶ ὡς περὶ τῶν εἰς αὐτὸν πιστευόντων εἴρηται καὶ τῶν διὰ τοῦ εἰς αὐτὸν βαπτίσματος χάριτι γεγεννημένων ἐκ τοῦ Πνεύματος καὶ Πνεῦμα γεγονότων, δηλαδή πνευματικῶν, διὰ τῆς ἐκ τοῦ ἁγίου Πνεύματος υἱοθεσίας; Διὸ καὶ συνᾴδων τοῖς ἐκεῖ μικρὸν ἀνωτέρω εἰρημένοις, πρὸς τὸν αὐτὸν Νικόδημον λέγει προϊών. “μὴ θαυμάσῃς ὅτι εἶπον, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν. Τὸ Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ…”». Μετάφραση: «Ποιός ἀπό τούς μεμυημένους στή χριστια­νική πίστη καί ἀπό ὅσους συνετά ἀκούουν τά εὐαγγελικά θε­σπίσματα δέν γνωρίζει ὅτι τά λόγια: “τό γεγεννημένον ἐκ Πνεύματος Πνεῦμα ἐστί” λέχθηκαν πρός τό Νικόδημο γι᾽ αὐτούς πού πιστεύουν σ᾽ Αὐτόν καί γι᾽ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν σ᾽ Αὐτόν καί ἀναγεννήθηκαν ἐκ τοῦ Πνεύματος διά τῆς Χάριτος κι ἔγιναν Πνεῦμα δηλ. πνευματικοί διά τῆς υἱο­θεσίας ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Γι᾽ αὐτό συμφωνώντας καί μ᾽ αὐτά πού εἶπε λίγο πρίν, λέει στό Νικόδημο: μήν ἀπορεῖς πού σοῦ εἶπα ὅτι πρέπει νά ἀναγεννηθεῖτε. Τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ..» (ἀκολουθεῖ ἡ ἁγιογραφική συνέχεια).
. Κι ἀπό τήν συνάφεια λοιπόν τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου κι ἀπό τήν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίων Πατέρων, εἶναι φανερό ὅτι ἡ δράση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ πνεῦσις Του, σχετίζεται ἐδῶ μέ τή διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος ἀναγέννηση ὄχι μέ μιά ἀκαθόριστη πνοή τοῦ Παρακλήτου πού δίνει «ἐμπνεύσεις» καί «μεγαλειώδεις συλλήψεις» στίς διάφορες θρησκεῖες.
. Εἶναι ὅμως ἀπαραίτητο νά ἰδοῦμε καί τούς ἄλλους ἑρμηνευτές Πατέρες εἰδικώτερα γιά τό συγκεκριμένο χωρίο, «Τό πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ».
. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σχολιάζοντας τό ὡς ἄνω χωρίο λέγει ὅτι ὁ Κύριός μας σάν πολύ καλός Διδάσκαλος χρησιμοποιεῖ τήν εἰκόνα τοῦ ἀνέμου ὡς παράδειγμα γιά νά φανερώσει «τοῦ μυστηρίου τὸν τύπον». Τό παράδειγμα αὐτό εἶναι ἕνας ἀπό τούς ποικίλους τρόπους μέ τούς ὁποίους «μεθοδεύει τῶν ἀκροωμένων τὸν νοῦν», καί συνεχίζει: «Τοῦτος ὁ ἄνεμος, πού βρίσκεται στόν κόσμο, στήν ἀτμόσφαιρα, πνέει παντοῦ, σ᾽ ὅλη τήν οἰκουμένη, τρέχει ὅπου θέλει καί ἡ παρουσία του γίνεται ἀντιληπτή μόνο μέ τό “χτύπημά” του, τό θόρυβό του. Ξεφεύγει μέν ἀπό τά μάτια ὅλων, ἀλλά καθώς ἔρχεται σέ ἐπαφή, σάν λεπτή αὔρα, μέ τά σώματα, δίνει κάποια αἴσθηση τῆς σύμφυτης σ᾽ αὐτόν, τῆς φυσικῆς ἐνεργείας πού τό χαρακτηρίζει. Ἔτσι —λέγει ὁ Κύριος στό Νικόδημο— πρέπει νά ἐννοήσεις τήν διά Πνεύματος ἀναγέννηση. Ἀπό τά μικρά παραδείγματα νά χειραγωγεῖσαι στά “μείζονα” καί νά χρησιμοποιεῖς σάν εἰκόνα τό λόγο μου, γιά νά ἐννοεῖς “τά ὑπέρ αἴσθησιν”». Μ᾽ αὐτή τήν εἰκόνα λοιπόν, ὁ Κύριος, κατά τόν ἅγιο Κύριλλο, θέλει νά δηλώσει τή μυστική καί ὑπερφυᾶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύει τό ἴδιο χωρίο στήν συνέχειά του λέγοντας: «Ἀφοῦ δέν μπορεῖς νά ἑρμηνεύσεις, νά κατανοήσεις τήν ὁρμή καί τόν δρόμο πού ἀκολουθεῖ ὁ ἄ­νεμος, ἄν καί τόν αἰσθάνεσαι μέ τήν ἀκοή καί τήν ἁφή, πῶς τολμᾶς νά περιεργάζεσαι τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;». Καί πιό κάτω συνεχίζει: «Ἡ φράση “τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ” ἐλέχθη πρός παράστασιν τῆς ἐξουσίας τοῦ Παρακλήτου κι αὐτό σημαίνει ὅτι… τήν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος δέν μποροῦν νά τήν περιορίσουν οὔτε οἱ νόμοι τῆς φύσεως, οὔτε οἱ ὅροι τῆς σωματικῆς γεννήσεως, οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο παρόμοιο». Λέγει δέ ὁ ἱερός Πατήρ κάτι πολύ σημαντικό ὅτι δηλ. ἡ φράση «τὴν φωνήν αὐτοῦ ἀκούεις» εἰπώθηκε στό Νικόδημο περί τοῦ ἀνέμου. «Οὐ γὰρ ἄν, ἀπίστῳ διαλεγόμενος, καὶ οὐκ εἰδότι τοῦ Πνεύματος τὴν ἐνέργειαν, εἶπε “τὴν φωνήν αὐτοῦ ἀκούεις”».
. Τί μᾶς λέγει ἐδῶ ὁ ἅγιος; Ὅτι ὁ Κύριος ἐπιμένει στό παράδειγμα τοῦ ἀνέμου, γιατί αὐτή μόνο τήν ἐμπειρία εἶχε ὁ Νικόδημος. Δέν τοῦ ὁμιλεῖ περί τῆς βιαίας πνοῆς τοῦ Παρακλήτου, διότι ὁ Νικόδημος ὡς «ἄπιστος», ἀφώτιστος, δέν γνωρίζει, δέν μπορεῖ νά «ἀκούσει» τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Κι ἄν ὁ νυκτερινός μαθητής τοῦ Χριστοῦ δέν γνωρίζει, ὡς ἄπιστος, τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πολύ περισσότερο οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, ὁ Φραγκολατῖνος, ὁ λουθηροκαλβῖνος, ὁ Ἰνδουϊστής, ὁ Ἑβραῖος, ὁ Μουσουλμάνος δέν μποροῦν νά ἀπορροφήσουν ἀκτῖνες τῆς θείας ἀκτινοβολίας, καθό ἀβάπτιστοι καί ἀφώτιστοι. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁμιλεῖ κι αὐτός γιά τήν ἐξουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Δέν νοιώθεις καμμιά αἰδώ», λέγει ὁ Θεολόγος στούς ἀρνητές τῆς θεότητος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «γιά τήν ἐξουσία τοῦ Πνεύματος, τό ὁποῖο πνέει σ᾽ ὅσους θέλει, ὅταν θέλει, ὅσο θέλει; Ἐπιδημεῖ στόν Κορνήλιο καί στούς ἀνθρώπους του πρό τοῦ Βαπτίσματος, σ᾽ ἄλλους μετά τό βάπτισμα διά τῶν Ἀποστόλων, ὥστε κι ἀπό τά δύο δηλ. κι ἀπό ὅσους ἐπιφοιτᾶ ὡς Δεσπότης, ὄχι δουλικά, κι ἀπό ὅσους ἐπιζητεῖται πρός τελείωση τοῦ βαπτίσματος νά μαρτυρεῖται ἡ θεότης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
. Μέ τούς πυρίνους αὐτούς καί θεοπνεύστους λόγους του ὁ ἅγιος Γρηγόριος κηρύττει τήν θεότητα καί κυριότητα, τήν ἐξουσία καί ἐλευθερία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μήπως μέ ὅσα λέγει περί τῆς ἐπιδημίας Του στόν Κορνήλιο πρό τοῦ βαπτίσματος ὁ ἅγιος Γρηγόριος θέλει νά πεῖ ὅτι τό Παράκλητον Πνεῦμα ἐνεργεῖ χωρίς τήν εἰς Χριστόν πίστη, χωρίς τήν Ἐκκλησία; Mήπως τό Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ἀνεξάρτητο, ἔχει τό δικό Του ἔργο, τήν δική Του Οἰκονομία; μήπως τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους ἀπαραιτήτως στόν Χριστό; Μήπως ἐνεργεῖ δίνοντας «ἐκπληκτική δύναμη πίστεως — δηλαδή σχέσεως ἀνάμεσα στόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο», χωρίς αὐτή ἡ πίστη νά εἶναι ἡ πίστις στόν ἐν Τριάδι Θεό; (…) Ἁπλῆ ἀνάγνωση τῶν ἀνωτέρω περικοπῶν πείθει τόν ἀναγνώστη ὅτι ἡ πίστις ὅλων τῶν ἀνωτέρω προσώπων δέν εἶναι ψυχολογικῆς τάξεως δύναμη στρεφομένη σέ κάποιο Θεό, ἀλλά πίστις στόν Χριστό, δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δωρημένη ἐκ τοῦ Πατρός τῶν φώτων, λόγῳ τῆς ἀγα­θῆς τους προαιρέσεως. Συγκεκριμένα ὁ Κορνήλιος, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος «οὔκ ἐστι Ἰουδαῖος, οὐδὲ ζῶν κατὰ νόμον, ἀλλ᾽ ἤδη προειλήφει τήν ἡμετέραν πολιτείαν» δηλ. δέν εἶναι Ἰουδαῖος, οὔτε ζεῖ σύμφωνα μέ τόν Νόμο ἀλλά ἤδη ἀκολουθοῦσε τήν Χριστιανική πολιτεία (ζωή)». Προσευχόταν λοιπόν στόν Θεό κι ὄχι στούς θεούς τῶν εἰ­δώλων, ἀναζητώντας τον. Ἔτσι ὁ Τριαδικός Θεός βλέπον­τας τήν ἀγαθή προαίρεσή του ἀποστέλλει ἄγγελο γιά νά τόν φέρει σέ ἐπαφή μέ τόν Πέτρο καί δι᾽ αὐτοῦ νά γνωρίσει τόν Χριστό. Κατά τήν ἐπικοινωνία μαζί του, ἀκούει τό κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου περί τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας καί γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν πού δίδεται διά τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ σ᾽ ὅσους πιστεύσουν σ᾽ Αὐτόν.
. Κι ἐνῷ μιλοῦσε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος «ἐπέπεσε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐπί πάντας τοὺς ἀκούοντας τὸν λόγον» καί «οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοὶ …ἤκουον …αὐτῶν λαλούντων γλώσσαις καὶ μεγαλυνόντων τὸν Θεόν». (Πράξ. ι´ 44-46) Γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «…ἐπειδή τὴν διάνοιαν αὐτῶν ἔδειξαν θαυμαστὴν οὖσαν καὶ τῆς διδασκαλίας ἀρχὴ γέγονε, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι πάντως τὸ βάπτισμα ἄφεσίς ἐστιν ἁμαρτημάτων, τότε ἐπῆλθε τὸ Πνεῦμα». Πίστευσαν λοιπόν στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, στήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν διά τοῦ βαπτίσματος καί τότε ἐπέπεσε τό Ἅγιο Πνεῦ­μα. Ἔτσι λοιπόν ἡ χάρις ἐπῆλθεν στούς πιστεύσαν­τας στόν Χριστό. Καί γιατί πρό τοῦ Βαπτίσματος; «Ἐκ περιουσίας παρά τοῦ Θεοῦ, ἵνα δειχθῇ καὶ ἡ ἀρχὴ οὐ παρὰ τοῦ Ἀποστόλου» δηλ. ἐπιπλέον, μέ ἀφθονία (ἐδόθη τό Ἅγιο Πνεῦμα) ἀπό τόν Θεό γιά νά ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ ἀρχή τῆς κλήσεως τῶν Ἐθνῶν δέν ἔγινε ἀπό τόν Ἀπόστολο, ἀλλά ἀπό τόν Θεό. Ἦταν δηλαδή ἡ ἔλευσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἕνα θαυμαστό σημεῖο, πρίν ἀπό τό Βάπτισμα, γιά νά φανεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στούς ἐκ περιτομῆς Χριστιανούς καί νά δοθεῖ ἔτσι ἕνα ἀκαταμάχητο ἐπιχείρημα στόν Πέτρο κατά τήν ἀπολογία του πρός αὐτούς.
. Παράλληλα ἀποδεικνύεται ἡ ἐξουσία καί ἡ Θεότης τοῦ Παρακλήτου, τό ὁποῖο δρᾶ πρό τοῦ Βαπτίσματος ὄχι ὅ­μως ἀνεξάρτητα ἀπ᾽ αὐτό. Γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἀκολουθεῖ ἀμέσως τό ἅγιο Βάπτισμα. Γράφεται στήν συνέχεια τῶν Πράξεων: «τότε ἀπεκρίθη Πέτρος· μήτι τὸ ὕδωρ δύναται κωλῦσαι τοῦ μὴ βαπτισθῆναι τούτους, οἵτινες τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔλαβον ὡς καὶ ἡμεῖς; προσέταξεν δὲ αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ βαπτισθῆναι» (Πράξ. ι´ 47-48). Ἄν δεχθοῦμε ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χωρίς τήν πίστη στόν Χριστό, χωρίς τόν Χριστό, ἐνέργεια πού φωτίζει καί δίνει κοινές ἐμπειρίες σέ ἀπίστους καί χριστιανούς (κι αὐτό δεχόμαστε ἄν πιστέψουμε ἀπορρόφηση ἀκτίνων τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς θρησκεῖες-μπαταρίες(!), ἀπό τίς θρησκεῖες πού μάλιστα μάχονται τόν Χριστό καί κατασφάζουν τούς Χριστιανούς) τότε διασπᾶμε τό Μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀφοῦ οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες εἶναι κοινές, εἶναι τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ, εἶναι καί τῶν τριῶν θεαρχικῶν Ὑποστάσεων.
. Ἐν πάσῃ περιπτώσει τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἔχει καμμιά ἀπολύτως σχέση, ὅπως ἀπεδείχθη ἀπό τίς προηγούμενες πατερικές καί ἁγιογραφικές μαρτυρίες, μέ «τίς ὑψηλότερες θρησκευτικές ἐμπνεύσεις τῆς ἀνθρωπότητος». Φωτίζει ὁ Χριστός «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω. α´ 9) γιά νά τόν ὁδηγήσει στό Φῶς τῆς Βασιλείας του. «Κέκληται γὰρ τῶν ἐθνῶν ἡ πληθὺς οὐ διὰ τῆς τοῦ νόμου παιδαγωγίας, οὐ διὰ προφητῶν ἁγίων· ἀγείρει δὲ μᾶλλον αὐτὰ θεία καὶ ἀπόρρητος χάρις νοερῶς ἐλλάμπουσα καὶ τῆς διὰ Χριστοῦ σωτηρίας ἐντιθεῖσα τὴν ἔφεσιν», γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Μετάφραση: «ἔ­χει κληθεῖ (στή σωτηρία) τό πλῆθος τῶν ἐθνῶν ὄχι μέ τήν παιδαγωγία τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου οὔτε διά τῶν ἁγίων προφητῶν. Τά διεγείρει μᾶλλον ἡ θεία καί ἀπόρρητη χάρις πού λάμπει νοερά καί βάζει μέσα τους τήν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Τό Ἅγιο Πνεῦμα φωτίζει τά ἔθνη, γιά νά τά ὁδηγήσει στήν σωτηρία μόνο διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, βγάζοντάς τα ἀπό τήν πλάνη καί τό σκότος τῶν ψευδοθρησκειῶν τους. Δέν ρίχνει τό φῶς του μέσα στήν λατρεία τῶν εἰδώλων (δαιμόνων) στό ἀκάθαρτο Ἰσλάμ ἤ κατά τήν διάρκεια τοῦ γκουρουϊστικοῦ διαλογισμοῦ κ.λ.π.
. Βλέποντας τήν προαίρεση τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πονών­τας τόν «κατ᾽ εἰκόνα» Του πλασθέντα ἄνθρωπον τόν φωτίζει γιά νά τόν ὁδηγήσει σέ κοινωνία μαζί Του. Δέχεται τήν δίψα του, τήν ἀναζήτησή του καί ὅπως ἔκαμε μέ τόν Κορνήλιο τόν δέχεται εἰς τούς κόλπους Του, εἰς τήν Ἐκκλησία Του. Ἔτσι κάμει καί σήμερα ὁδηγώντας, Φράγκους, μουσουλμάνους, Ἰνδουϊστές, ἀφοῦ ἀρνηθοῦν τήν πλάνη τους, στήν κοινωνία τοῦ Σώματός Του. Ἔξω ἀπό αὐτήν τήν ἐν Τριάδι ζωή ὑπάρχει τό βαθύ σκότος τῆς ἀποστασίας, ἡ χώρα καί ἡ σκιά τοῦ θανάτου.
. Τό τί θά κάμει ὁ Θεός γιά τούς ἀβαπτίστους μᾶς τό λέει στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή τοῦ Ἀπ. Παύλου. Θά κρι­θοῦν κατά τό νόμο πού εἶναι γραμμένος στίς καρδιές τους, ὡς πλασθέντες κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ «συμμαρτυρούσης αὐ­τῶν τῆς συνειδήσεως» (Ρωμ. β´ 14-16). Πουθενά δέν γράφεται ὅτι θά κριθοῦν σύμφωνα μέ τίς «θρησκευτικές τους ἐμπειρίες», τήν «προφητική ἐνόραση» ἤ «τούς πνευματικούς θησαυρούς πού ἔχουν διατηρήσει». Ὅλα αὐτά εἶ­ναι ὄχι μόνο ἄχρηστα ἀλλά καί δαιμονικά, ὅπως ἀπεδείχθη.

ΠΗΓΗ ''πρωτ. Ἰωάννου Φωτοπούλου: «Θεανθρώπινη Καθολικότητα ἢ Πανθρησκειακὴ Παγκοσμιότητα», Ἀθήνα 2003, (σελ. 119-130)''

1 σχόλιο:

  1. Ἀφοῦ εἴδαμε τί λέγουν τό Εὐαγγέλιο καί οἱ Πατέρες περί τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄς δοῦμε τί σημαίνουν καί τά Κυριακά λόγια «Τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ».

    ΚΧ
    Δεν ξέρω αν είναι χρήσιμη η ακόλουθη διόρθωση στο στίχο Ιν. γ΄8.

    Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, εκδόσεως Πατριαρχείου Κων/πόλεως, 22 Φεβ. 1904, στο στίχο Ιν. γ΄8 διαβάζουμε : "το πνεύμα όπου θέλει πνει" και όχι "το Πνεύμα όπου θέλει πνει". Αν έχει ή όχι σημασία, εσείς θα μας το πείτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή