Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

ΔΟΛΙΟΤΗΣ ΚΑΙ ΕΧΘΡΟΤΗΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ

Κάθε πληροφορημένος χριστιανός γνωρίζει πώς: και ό Παπισμός ώς θρησκεία και τό Βατικανό ώς κρατική ύποστάση εργάζονται με δολιότητα και διπλωματία, και δεν έχουν δώσει δείγματα είλικρινείας και καλής διαθέσεως, άλλ' αντίθετα πολιτεύονται με πονηρούς υπολογισμούς και σκοπιμότητες. Κάθε τόσο τορπιλίζει ή Ρώμη τόν πολυδιαφημισμένο Διάλογο ισότητας των "Εκκλησιών" με τις υπαναχωρήσεις και τήν παραβίαση των συμφωνηθέντων.Ή δόλια τακτική τών Παπικών, πού επαληθεύετα κάθε τόσο, παρά τις διαβεβαιώσεις τών Πατριαρχικών χειλέων περί είλικρινείας και καλής διαθέσεως του Βατικανού, παρεμποδίζει -εκτός τών άλλων- τήν επιστροφή στήν Όρθόδοξη'Εκκλησία, όσων έτεροδόξων επιθυμούν, αφού ούτε τους καλεί τό Φανάρι προς τήν Αλήθεια της Εκκλησίας, ούτε τους επιτρέπει νά ενταχθούν στην Όρθοδοξία, γιά νά μήν αθετήσει τις συμφωνίες μετά του Πάπα! Είναι τρομερό και νά τό σκεφθεί κανείς, ότι τό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δυσκολεύει και αρνείται τήν επιστροφή τών έτεροδόξων στο Χριστό, παραπέμποντας τό θέμα «εις τάς καλένδας»!!!

Ή εχθρότητα τών Παπικών δεν εκδηλώνεται σε θεολογικό μόνο επίπεδο, άλλά καΐ με πράξεις βίας και έγκλήματος άπό τό Παπικό κράτος και τους διπλωμάτες του Βατικανού. Φρίττει όποιος ανατρέξει στην ιστορία και μελετήσει έκεί, γιά τή συνεχιζόμενη αμείωτα έπι αιώνες πολεμική τού Πάπα και τού Βατικανού εναντίον τήςΌρθόδοξηςΈκκλησίας, ή οποία πολεμική παρά τους Διάλογους «αγάπης» δεν άλλαξε τήν προοπτική της.
Διαβάζοντας κάνεις π.χ. πολλά άρθρα και βιβλία τού Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεου, τα βιβλία: «Ιδού ό Παπισμός» (Επισκ. Ροδοστόλου Χρυσοστόμου), «Τά ΄Ορια της Εκκλησίας - Οικουμενισμός και Παπισμός» (καθηγ. Πανεπιστημίου π. Θεόδ. Ζήση), «Τό πρόσωπον και τό προσωπείον του παπισμού» (άρχιμ.Ίωαννίκιου Κοτσώνη) -γιά νά αρκεστώ μόνο σ' αυτά-, ανατριχιάζει ερχόμενος αντιμέτωπος με τά εγκλήματα τού Βατικανού....
Είναι γνωστό, πώς ακόμα και στή δημιουργία τών προβλημάτων πού αντιμετωπίζουμε σήμερα στά Βόρεια σύνορά μας έχει βάλει τό χέρι του τό Βατικανό, σύμφωνα μέ δηλώσεις κορυφαίων πολιτικών. Μέ άρθρο στην έφημ. «Τά Νέα» (17.6.1993) ό τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου έγραφε πώς στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας συνεργάσθηκε τό Βατικανό μέ τήν Γερμανία. Ό πολιτικός και πρώην ύπουργός 'Εθνικής Αμύνης Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος «απεκάλυψε στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση ότι ή Παπική Τράπεζα I.D.R. έστειλε στον έστειλε στον Κροάτικο στρατό 2.000.000. δολλ. γιά τήν αγορά όπλων, πού θά χρησιμοποιηθούν εναντίον των ορθοδόξων Σέρβων» .Εντυπωσιακή είναι και ή αποκάλυψη του πρώην υπουργού Γ. Ρωμαίου, ότι σε επίσκεψη διπλωματών στο Βατικανό κατά τον πόλεμο της Βοσνίας τους συνέστησαν: «Άφοπλίστε τους Σέρβους ή εξοπλίστε τους Μουσουλμάνους». (Εφημ. «Το Βήμα», 31-1-1993).

Μέχρι και προχθές ό Πάπας Βενέδικτος δέχτηκε τον «σχισματικό» Επίσκοπο των Σκοπίων ώς αρχηγό της ανύπαρκτης «Εκκλησίας» της Μακεδονίας, απηύθυνε δέ Χριστουγεννιάτικες ευχές στην «Μακεδονική Γλώσσα», ενεργών εναντίον τών εθνικών συμφερόντων μιας ορθόδοξης χώρας, της Ελλάδος.

Κι όμως έμείς, γιά νά μη στενοχωρήσουμε τόν Πάπα και στα πλαίσια τών Θεολογικών Διαλόγων, άνεχόμαστε νά συμμετέχουν οι ορθόδοξοι εκκλησιαστικοί ηγέτες μας σέ Συνέδρια Ειρήνης, πού οργανώνει τό Βατικανό! Πάνω σ' αυτό ακριβώς, έγραφε ό καθηγητής Στ. Σάκκος: «Η ορθοδοξία δέεται καθημερινά "υπέρ της ειρήνης τού σύμπαντος κόσμου". Γιά ποιο λόγο πρέπει αυτό τό αίτημά της νά τό πατρωνάρει ό Πάπας», ο όποιος έτσι «παρουσιάζεται στην κοινή γνώμη ώς ό μεγάλος ειρηνοποιός;... Μήπως μας είναι άγνωστη ή ανάμειξη του σέ σφαγές και αποτρόπαιες σκηνές πολέμου;» (Σάκκου Στ., έφημ. «Ορθόδοξος Τύπος», 8-3-2002).

ΚαΙ ό καθηγητής Πανεπιστημίου Μ. Φαράντος -πού γιά κάποιο διάστημα συμμετείχε στους Θεολογικούς Διαλόγους, έμαθε και απηύδησε άπό τις μηχανορραφίες πού συνειδητοποίησε πώς συντελούνται εκεί- γράφει γιά τά δόλια σχέδια πού προωθεί τό Βατικανό μέ τις ευλογίες και ημετέρων, μέ τόν παρακάτω ωμό τρόπο: «Ή Όρθοδοξία θά "ενωθεί" στό μοντέλο της Ούνίας..., δηλαδή θά διασώζει τά κατ'αυτήν, άλλα θά υπακούει στα δυτικά-χριστιανικά-κέντρα». Διαφορετικά θά συντριβεί, όπως έγινε μέ τήν ορθόδοξη Σερβία: «Τήν έκαμΑαν λιώμα... μέ τήν "συναίνεση" και τών "αδελφών" Όρθόδοξων λαών» (Φαράντου Μ., Άντί-φωνα, σ. 40).

Αυτή ή πολεμική του Πάπα εναντίον της Όρθοδοξίας είναι πολύπλευρη, συνεχίζεται και εμπλουτίζεται μέ σύγχρονες μεθόδους, όπως ό καθηγητής Πανεπιστημίου π.Ίωάννης Ρωμανίδης είχε επισημάνει: «Το Βατικανό άλλαζε τήν πολεμικήν του τακτικήν έναντι της Όρθοδοξίας ανάλογα μέ τόν βαθμόν Δυτικοποιήσεως τής Ορθοδοξίας. Άλλα εμφανίσθηκε κατά τά μέσα του αιώνος τούτου μια στροφή τών διανοουμένων του Βατικανού προς τους Ελληνοφώνους πατέρας μετά τόν Δαμασκηνόν. Άρχισε μιά εντατική προσπάθεια τής εναρμονίσεως τών μετά τό σχίσμα δύο παραδόσεων.'Έτσι τό Βατικανό δέν έθεσε τέρμα εις τόν πόλεμόν του διά τήν άφομοίωσιν τής Όρθοδοξίας. Απλώς ή κυριαρχούσα τακτική του Βατικανού μετετράπη εις τόν διάλογον τής αγάπης τής μυστηριακής κοινωνίας τήν οποίαν επινόησαν μάλιστα Όρθόδοξοι Θεολόγοι» (Ρωμανίδη Ι., Όρθόδοξος και Βατικάνιος συμφωνία περί Ουνίας, §70).

Το ότι διακαής πόθος και επιδίωξη του Βατικανού είναι ή υποταγή τής Όρθόδοξης Εκκλησίας στον Πάπα δέν είναι υποψίες τών Όρθοδόξων. Είναι διακηρυγμένος στόχος τής Ρώμης.Ή Β' Βατικάνειος Σύνοδος διεκήρυξεν: «Έάν ή Ανατολική Εκκλησία (=Όρθόδοξος) προσέλθη ποτέ εις τήν ενότητα τής Καθολικής (=Ρωμαιοκαθολικής) Εκκλησίας, θά λάβη τήν άναμένουσαν αυτήν θέσιν υπό τήν πατρικήν "στέγην"» του Βατικανού» («Εκκλησία», περιοδ. 1963, σελ. 482). Γιατί τό ξεχνούμε αυτό και βλέπουμε σέ όσους Πατέρες μας προειδοποιούν γιά τά επεκτατικά σχέδια του Πάπα φοβίες, καχυποψίες και φονταμενταλιστικές υστερίες;

Μπορούμε μέ στοιχεία νά πούμε, ότι τό αντίθετο συμβαίνει: οι Παπικοί εφαρμόζουν μέ υπομονή, βήμα βήμα τά μυστικά -στους πολλούς- σχέδιά τους, έχοντας συμπαραστάτες και βοηθούς στην Οικουμενιστική πορεία τους, όσους ακολουθούν τόν πρώτο διδάξαντα Πατριάρχη Αθηναγόρα. Γιά τήν επιτυχία του σκοπού τους και επειδή φοβούνται τόν λαό, κρατούν σκόπιμα κρυφά τά συμφωνηθέντα και τά διαδραματιζόμενα, όπως έχουν αποκαλύψει επιστήμονες θεολόγοι, Έπίσκοποι και Αρχιεπίσκοποι.

Ενα ακόμα κείμενο αποκαλυπτικό όσων προαποφασίστηκαν καΐ προοδευτικά πραγματοποιούνται, ερήμην τού λαού του Θεού, μας δίνει άπό τό 1967 ό καθηγητής Παντελεήμων Ροδόπουλος, Μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου, παρατηρητής τότε στή Β' Βατικανή Σύνοδο.΄Εγραφε (1967): «Διετυπώθη υπό τίνων ΡΚαθολικών συνέδρων μία παράδοξος θεωρία περί επιτεύξεως τής ενώσεως μεταξύ τής ΡΚαθολικής Εκκλησίας και της 'Ορθοδόξου».Ή ΄Ενωση θά «έπιτευχθή σταδιακώς και ουχί διά διαπραγματεύσεων έκκλησιαστικο-θεολογικών» σέ 3 στάδια: «α) Φιλία και ψυχολογική προπαρασκευή, β) μερική μυστηριακή κοινωνία και γ) πλήρης μυστηριακή κοινωνία» (Μπιλάλη Σπ., Όρθοδοξία και Παπισμός, σ. 413).

Μέ αυτά και μέ τά παρακάτω, φωτίζεται περισσότερο το μυστικό σχέδιο Βατικανού και Φαναρίου.


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (7ο ΜΕΡΟΣ)

Μελετώντας τά πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων, βλέπουμε, ωστόσο, ότι οι προφανείς αιρετικοί, διώκτες των Ορθοδόξων, πού συνοδικά, δημόσια, πανηγυρικά καί συνεχώς κηρύσσουν παρρησία αίρεση, πού έχει ανατρέψει τήν ενιαία πίστη της Εκκλησίας καί παραπλανο ύν τό ποίμνιο, πού παραμένει σέ θανάσιμη κοινωνία μέ αυτούς, εκτός των ανθισταμένων Ορθοδόξων, θεωρούνται από τούς Αγίους πάντοτε ότι βρίσκονται εκτός Εκκλησίας. Ιδιαίτερα στήν Ζ΄ Οικουμενικήν Σύνοδον δέν γίνεται καμμία διάκριση σέ πρό συνοδικής καταδίκης αιρετικού̋ καί μετά τήν καταδίκη. Η Σύνοδος τούς θεωρεί όλους εκτός Εκκλησίας.
Καί αυτό παρουσιάζεται ως αυτονόητο στούς Πατέρες, γιατί δέν είναι δυνατόν νά βλασφημείται πανηγυρικά τό Αγιον Πνεύμα συνεχώς καί ανερρυθριάστως καί δή μέ συνοδικές αποφάσεις, δηλώσεις καί πράξεις δημόσιες καί πανηγυρικές ολόκληρων τοπικών Εκκλησιών καί πατριαρχείων καί νά τό επικαλούνται στή συνέχεια οι αιρετικοί αυτοί, καί ο Παράκλητος νά ενεργεί πρός αγιασμόν των μυστηρίων!
Δέν είναι δυνατόν, βέβαια, νά χάνεται η Χάρις αυτόματα γιά όλη τήν Εκκλησία, καί γιά τήν τοπική Εκκλησία, όταν κάποιος επίσκοπος μεμονωμένα καί πρός καιρόν κηρύσσει μία αίρεση.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί ο επίσκοπος ενεργεί, όπως ήδη τονίσθηκε, εν ονόματι της Καθολικής Εκκλησίας καί αποτελεί ένα σώμα μέ τόν λαό, τούς Πρεσβυτέρους, τούς Διακόνους τούς Μοναχούς καί τούς άλλους επισκόπους της τοπικής Εκκλησίας, πού κατά κανόνα ορθοδοξούν, αλλά κυρίως αποτελεί ένα σωμα μέ τήν Καθολική (Ορθόδοξη) Εκκλησία ανά τήν Οικουμένη από τήν οποία αρύεται τήν ενέργεια της Ιερωσύνης καί της ιεροπραξίας.
Γι’ αυτόν τόν Επίσκοπο γράφονται τά του Πηδαλίου από τόν Άγιο Νικόδημο στήν ερμηνεία το υ καθαιρείσθω καί αφοριζέσθω, στήν υποσημείωση του Γ΄ Αποστολικού Κανόνος, ότι χρειάζεται δηλ. τό δεύτερο πρόσωπο, €ήτοι η Σύνοδος γιά νά ενεργοποιήσει τήν καθαίρεση τόν αφορισμό, οπως καί στήν περίπτωση του προσωπικού αμαρτήματος.

Τά πράγματα είναι ριζικά διαφορετικά, όταν δέν σφάλλει ένας Επίσκοπος μεμονωμένα αλλά όταν η αίρεση κηρύσσεται δημόσια καί πανηγυρικά, μέ συνοδική απόφαση, πού εφαρμόζεται καί στήν πράξη, στήν ζωή δηλ. όλης της Εκκλησίας
ή όταν μία προφανής καινοτομία, αντίθετη μέ τήν παράδοση καί τήν αντίθετη εκπεφρασμένη βούληση καί τήν Πίστη της αδιαίρετης Εκκλησίας εισέρχεται συνοδικά καί επίσημα στόν ζώντα οργανισμό της καί αλλοιώνεται ολοκληρωτικά η Ορθόδοξη Πίστη καί η ενιαία Παράδοση.

Αν υπάρχει, λοιπόν, προφανής, πασίδηλη, πανηγυρική καί δημόσια κήρυξη αιρέσεως, πού αλλοιώνει τήν Πίστη καί τήν Παράδοση της Εκκλησίας καί μάλιστα μέ εκκλησιαστική συνοδική απόφαση, καί η αλλοίωση αυτή, πού συνιστά βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, συνεχίζεται αμετανοήτως ή εάν υπάρχει συνοδική ένωση ολόκληρων τοπικών Εκκλησιών μέ προκαταδικασμένους αιρετικούς, δέν απαιτείται νέα συνοδική καταδίκη καί κατά τόν Άγιο Νικόδημο καί σύμπασα τήν Εκκλησία, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία της Αγίας Ζ΄ Συνόδου.
Μέ τόν Οικουμενισμό, βέβαια, ξεπερνώνται όλα τά όρια, καί από τήν απαγορευμένη καί αντικανονική διακοινωνία μέ τίς ενδοχριστιανικές αιρέσεις, φτάνουν οι Οικουμενιστές στίς διαθρησκευτικές βλασφημίες καί σέ κοινωνία μέ τόν ίδιο τόν διάβολο, πού ενσαρκώνουν, Μωαμεθανισμός καί ο Βουδισμός, ο Ινδουισμός καί η Ειδωλολατρία, οι μάγοι καί οι Ινδιάνοι, μέ τούς οποίους βρίσκονται οι Οικουμενιστές σέ πνευματική κοινωνία κατά τίς συμπροσευχές τους!
Γιά τόν λόγο αυτό χαρακτηρίσαμε τούς Οικουμενιστές παντελώς απερρηγμένους της Εκκλησίας, σύμφωνα μέ τόν α΄ Κανόνα του Μεγάλου Βασιλείου, γιατί από τούς αντιχρίστους αυτούς δέν αμφισβητείται ένα δόγμα της Ορθοδοξίας, αμφισβητείται καί καταλύεται η μοναδικότητα της Ορθόδοξης Πίστης στόν Χριστό μας, τόν Μόνον Αληθινόν Θεόν, βλασφημείται η Παναγία μας, απορρίπτονται οι άγιοί μας καί ανατρέπεται συθθέμελα η Πίστις στήν Αγία Τριάδα καί στό έργο του Αγίου Πνεύματος.
Ανατρέπεται, τελικά η Πίστις στήν Μίαν, Αγίαν, Ορθόδοξη, Καθολική καί Αποστολικήν Εκκλησία!

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ

  1. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους, αλλά ακόμη ευρίσκονται εντός της Εκκλησίας, εως της συνοδικής καταδίκης των''
  2. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (2ο ΜΕΡΟΣ)
  3. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (3ο ΜΕΡΟΣ)
  4. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (4ο ΜΕΡΟΣ)
  5. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (5ο ΜΕΡΟΣ)
  6. ''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (6ο ΜΕΡΟΣ)

Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΣΕ ΟΛΟ ΤΗΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ!

Θα σας αναφέρουμε ενα γεγονός, όχι λεπτομερώς αλλά με λίγα λόγια, το οποίο έγινε αυτές τις ημέρες.
Ενα θεοσεβούμενο ζεύγαρι έκανε ενα τάμα σε κάποιον άγιο. Το τάμα αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα το παιδί τους να βαπτιστεί εις την εκκλησία του αγίου όπου έγινε το τάμα.
Το ζευγάρι αυτό ακολουθεί το πάτριο εορτολόγιο και ζήτησε απο τον ιερέα τους εαν μπορεί να ζητήσει απο την εν λόγω εκκλησία (που ακολουθεί το νέο) να γίνει η βάπτιση εκεί λόγω του τάματος που έκαναν. Σεβάσθηκε την γνώμη τους ο ιερεύς και απευθύνθηκαν λοιπόν εις τον Τοπικό Επίσκοπο ο οποίος τους απήντησε ΟΧΙ!!! Και όχι ενα απλό όχι, αλλά ένα μεγάλο ΟΧΙ!!!!!

Ερωτούμε τώρα εμείς. Καλά όταν αποδέχεσθε τους παπικούς και μάλιστα να λειτουργούν εντός των Ορθοδόξων Ναών, καμαρώνοντας κιόλας λέγοντας ότι «μα και αυτοί μας δίνουν τους δικούς τους όταν έχουμε ανάγκες», δεν σας ενοχλεί;;; Άντε και δεν δέχθηκε ο Τοπικός Επίσκοπος διότι θεωρούν τους παλαιοημερολογίτες ως «σχισματικούς». Τους Παπικούς όμως που όχι εσείς, αλλά ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ και οι ΣΥΝΟΔΟΙ τους θεωρούν ως ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, δεν σας ενοχλεί;;; Πως ανέχεσθε τους αιρετικούς;; Αυτό δεν είναι υποκρισία;;
Δεν σεβασθήκατε ούτε καν τον άγιο αυτόν που εκπλήρωσε το ιερό τάμα του ζευγαριού;;;

Τι φοβηθήκατε;; Μήπως ότι θα είστε κοινωνικοί προς τους «σχισματικούς» παλαιοημερολογίτες;;; Ενω δεν φοβάστε που είστε κοινωνικοί προς τους ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ Οικουμενιστάς, όταν τους αποδέχεσθε εις τις πόλεις σας με δόξες και τιμές;;

Συγχωρέστε μας αλλά αυτό όντως ονομάζεται ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ! Και δεν θα ήταν υπερβολικό να σας υπενθυμίσουμε το άρθρο του κ. Λιβανού όπου εδημοσιεύθη εις τον Ορθόδοξο Τύπο και έχει ως εξής:

Ο Χριστὸς πρὸς τοὺς οἰκουμενιστάς

Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε ἐν ταῖς πόλεσι ναοὺς μεγαλοπρεπεῖς, καταλύετε δὲ διὰ τῶν σκανδάλων σας τὴν πίστιν ἐν ταῖς καρδίαις τῶν ἀνθρώπων.

Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ἑορτάζετε τοὺς ἁγίους ἐν ταῖς πανηγύρεσιν ὑμῶν, λόγοις δὲ καὶ ἔργοις ὑμῶν ἀτιμάζετε αὐτούς.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ὁμιλεῖτε περὶ ἀγάπης καὶ ἑνότητος μετὰ τῶν αἱρετικῶν, τοὺς δὲ ᾿Ορθοδόξους μισεῖτε καὶ διώκετε.

Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, οἱ ἀγαπολογοῦντες διὰ παντός, ἡμέρας τε καὶ νυκτός, οἱ ὑπερτονίζοντες τὴν ἀγάπην τοῦ Πατρός μου καὶ ἀποκρύπτοντες τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν κρίσιν του, οἱ διαγράψαντες τὰς λέξεις ἁμαρτία, ὀργὴ Θεοῦ, κόλασις καὶ μετάνοια ἐκ τοῦ λεξιλογίου ὑμῶν, ἵνα ἀρέσητε τοῖς ἀνθρώποις. ῾Οδηγοὶ τυφλοί! Οἱ περιπατοῦντες ἐν τῇ σκοτίᾳ τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ δοκοῦντες φῶς εἶναι τῷ κόσμῳ, οἱ θεολόγους ὀνομάζοντες ἑαυτούς, τὴν δὲ ᾿Ορθόδοξον θεολογίαν ἀρνησάμενοι. Δοῦλοι πονηροὶ καὶ ἀνάξιοι!
Οὐκ ἀνέγνωτε, ὅτι «ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ δαρήσεται πολλάς»;

Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, οἱ καταλύοντες τοὺς Κανόνας τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ συμπροσευχόμενοι παρανόμως μετὰ τῶν αἱρετικῶν. Μωροὶ καὶ τυφλοί! Οὐ βλέπετε, ὅτι, ὅσον ὑμεῖς συμπροσεύχεσθε μετ᾿ αὐτῶν, τοσοῦτον οὗτοι ἀπομακρύνουν ἑαυτοὺς ἀπὸ τῆς ἀληθείας μου;


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ἀπαιτεῖτε ὑπακοὴν τυφλὴν ἀπὸ τὸν λαόν μου εἰς τὰ ἄδικα καὶ παράνομα κελεύσματα ὑμῶν, ὑμεῖς δὲ λακτίζετε ὡς ἡμίονοι κατὰ τοῦ θελήματος τοῦ Πατρός μου.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι καταλείπετε τὰ ἐμὰ πρόβατα καὶ ἐναγκαλίζεσθε τοὺς λύκους. Ποιμένες ψευδεῖς καὶ μισθωτοί! Οἱ διαφθείροντες τὸν ἀμπελῶνά μου, οἱ μολύνοντες τὴν μερίδα μου μολυσμῷ οἰκουμενιστικῷ, οἱ δίδοντες τὴν μερίδα τὴν ἐπιθυμητήν μου εἰς ἔρημον ἄβατον πανθρησκείας ᾿Αντιχρίστου. Πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεένης;


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ὠνομάσατε τὰς αἱρέσεις ᾿Εκκλησίας, ἴσας αὐτὰς ποιήσαντες τῇ ἁγίᾳ καὶ ἀμώμῳ ᾿Εκκλησίᾳ μου, ἣν περιεποιησάμην διὰ τοῦ ἐμοῦ αἵματος.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι διοργανώνετε συνέδρια κατὰ παραθρησκειῶν τε καὶ αἱρέσεων νεοφανῶν, συνεργάζεσθε δὲ ἀγαστῶς μετὰ τῶν παλαιῶν τοιούτων, τῶν ὑπὸ τῶν Πατέρων καταδεδικασμένων.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. Πλανᾶτε γὰρ τοὺς ἑτεροδόξους πλάνην οἰκτρὰν καλοῦντες ᾿Εκκλησίας τὰς αὐτῶν συναγωγὰς τοῦ Σατανᾶ καὶ βεβαιοῦντες αὐτούς, ὅτι βεβαπτισμένοί εἰσι καὶ ὁδὸν ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν ἀκολουθοῦσιν.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι προπαρασκευάζετε Σύνοδον ἁγίαν τε καὶ μεγάλην οὐχὶ ἵνα δώσητε, ὡς λέγετε, μαρτυρίαν ᾿Ορθόδοξον ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλ᾿ ἵνα καταλύσητε τὰς ἐντολάς μου καὶ ἀκυρώσητε τὰ προστάγματά μου.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι μεριμνᾶτε καὶ τυρβάζεσθε περὶ τὸ φυσικὸν περιβάλλον μᾶλλον ἢ τὸ πνευματικόν· περὶ τὰ δάση τῆς γῆς μᾶλλον, ἅτινα κατακαυθήσονται πυρὶ διὰ τὰς ἀνομίας αὐτῆς, καὶ οὐχὶ περὶ τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, τῶν μελλόντων κληρονομεῖν τὴν βασιλείαν τῶν οὐρα νῶν· περὶ τὰ κτήνη καὶ ἑρπετὰ μᾶλλον τὰ ἀφανιζόμενα ἢ περὶ τὰ ἀνθρώπινα ἔμβρυα τὰ ἐκτρώσεσι φρικτῶς σφαγιαζόμενα. Κύνες ἐνεοί, μὴ δυνάμενοι ὑλακτεῖν, ἐνυπνιαζόμενοι κοίτην, φιλοῦντες νυστάξαι, ἱνατὶ οὐκ ἐλέγχετε τὴν γενοκτονίαν ταύτην;


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ὑποκρίνεσθε τοὺς ὑπερασπιστὰς τῶν δικαιωμάτων τῶν ἀνθρώπων ἐν τοῖς κοινοβουλίοις τῶν ἐθνῶν, ἀφορίζετε δὲ ἀναπολογήτους τοὺς ἐλέγχοντας τὰς ἀνομίας ὑμῶν.


Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι ἀφωρίσατε δοῦλόν μου ὑπερασπιστὴν τοῦ ὀνόματός μου, ἄνευ ἀπολογίας κατακρίναντες αὐτόν.
Εἴπατε ἐν ἑαυτοῖς· ἔστω ἡμῶν ἡ ἰσχὺς νόμος τῆς δικαι οσύνης· δεῦτε ἀφορίσωμεν αὐτόν, ὅτι δύσ χρηστος ἡμῖν ἐστι καὶ ἐναντιοῦται τοῖς ἔργοις ἡμῶν καὶ ὀνειδίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα νόμου, βαρύς ἐστι ἡμῖν καὶ βλεπόμενος. ῎Αδικοι καὶ ἄνομοι! Οὐκ οἴδατε, ὅτι κατάρα ἄδικος ἐξελθοῦσα καὶ μὴ εὑροῦσα τόπον ἐπιστρέφει εἰς τὸν πέμψαντα αὐτήν;

Οὐαὶ ὑμῖν, οἰκουμενισταὶ ὑποκριταί, ὅτι τὸ Κοράνιον ἀντὶ τοῦ Εὐαγγελίου μου δωρίζετε τοῖς ἀν θρώποις· ἱερὸν δὲ ὀνομάζετε αὐτό! Εἰ πιστεύετε τὸ Κοράνιον ἱερὸν εἶναι, ἐμὲ ἀρνεῖσθε καὶ τὸ Εὐαγγέλιόν μου· εἰ δὲ πιστεύετε, ὅτι πλάνη ἐστὶ καὶ ψεῦδος, ὀνομάζετε δὲ αὐτὸ ἱερόν, ἵνα ἀρέσητε τοῖς ἀλλοδόξοις, ὑποκρίνεσθε, καὶ τοὺς δεχομένους τὸ δῶρον τῆς ὑποκρίσεως ὑμῶν πλανᾶτε καὶ ἀγάπην οὐκ ἔχετε ἐν ἑαυτοῖς.


Μετενόησαν οἱ γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι μετὰ τὰ φοβερὰ ἐκεῖνα «οὐαί», ποὺ ἐξαπέλυσεν ὁ Χριστὸς ἐναντίον τους; Δυστυχῶς, ὄχι. ᾿Αντὶ νὰ μετανοήσουν, «συνεβουλεύσαντο ἵνα τὸν ᾿Ιησοῦν δόλῳ κρατήσωσι καὶ ἀποκτείνωσι». Θὰ μετανοήσουν οἱ οἰκουμενισταὶ ἀπὸ τὸν ἔλεγχο, ποὺ ἀσκεῖται ἐναντίον τους; ᾿Εὰν ἐρωτούσαμε τὸν Μέγα Βασίλειο, θὰ μᾶς ἀπαντοῦσε· «Οὔτε Αἰθίοψ ἀλλάξει τὸ δέρμα αὐτοῦ, οὔτε πάρδαλις τὰ ποικίλματα αὐτῆς, οὔτε ὁ ἐν διαστρόφοις δόγμασι συντραφεὶς ἀποτρίψασθαι δύναται τὸ κακὸν τῆς αἱρέσεως»!
Δικαιούμεθα ἐμεῖς σήμερα νὰ εἴμεθα αἰσιοδοξότεροι τοῦ οὐρανοφάντορος καὶ μεγίστου φωστῆρος τῆς Καισαρείας Βασιλείου, ὅταν αὐτό, ποὺ καλοῦνται οἱ οἰκουμενισταὶ νὰ ἀποκηρύξουν, δὲν εἶναι μία αἵρεσις, ἀλλὰ παναίρεσις;

Tοῦ κ. Χρήστου Κ. Λιβανοῦ.


''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (6ο ΜΕΡΟΣ)

Κρίσιμα ερωτήματα γιά τήν θέση
των κηρυσσόντων αίρεση στήν εκκλησία


α. Πότε, λοιπόν, νεκρώνεται τό εκκλησιαστικό σώμα, πού ήταν μέχρι πρό τινος ορθόδοξο, λόγω της πτώσεως σέ σχίσμα, όπως συνέβη μέ τήν εκκλησία του Νέου Ημερολογίου τό 1924, καί στήν συνέχεια σέ αίρεση μέ τήν κήρυξη επ΄Εκκλησίας του Οικουμενισμού ;

β. Τί ωφείλουν τότε νά κάνουν οι πιστοί, λαικοί, μοναχοί, ιερείς καί Επίσκοποι;

γ. Πότε επέρχεται η πλήρης σήψη καί αποξένωση από τό σώμα του Χριστού ;

δ. Νεκρώνεται όλο τό εκκλησιαστικό σώμα αμέσως, όταν κάποιοι επίσκοποι καί πατριάρχες κηρύσσουν αίρεση;

ε. Εκπίπτουν της Ιερωσύνης όλοι όσοι κοινωνούν μέ τούς αιρετικούς αυτούς μέχρι εκείνη τήν στιγμή πού κηρύσσεται επ΄ εκκλησίας η αίρεση;

στ. Πότε κατά τούς Θεοφόρους Πατέρες καί τίς Οικουμενικές Συνόδους, επερχομένης της πλήρους νεκρώσεως του εκκλησιαστικο Σώματος, δέν υπάρχουν μυστήρια στούς αιρετικούς;

ζ. Καί, τέλος, ποιός είναι αρμόδιος νά προσδιορίσει τόν χρόνο καί νά αποφανθεί περί της νεκρώσεως μιας Τοπικής Εκκλησίας; Χρειάζεται νέα καταδίκη εκείνων των επισκόπων, πού κηρύσσουν αίρεση, η οποία εlναι προκαταδικασμένη, όταν οι επίσκοποι αυτοί πού κηρύσσουν τήν προκαταδικασμένη αίρεση ανήκον μέχρι πρότινος στήν Ορθόδοξη Εκκλησία;

Στά πιό πάνω επιτακτικά τιθέμενα ερωτήματα οφείλουμε νά απαντήσουμε στηριζόμενοι στήν διδασκαλία των Θεοφόρων Πατέρων καί τίς αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων:

α. Όταν ένας επίσκοπος κηρύξει αίρεση, έστω καί προκαταδικασμένη, δέν είναι δυνατόν νά χάνεται αμέσως η χάρις γιά όλη τήν Εκκλησία.
Γιατί, ακριβώς, ο Επίσκοπος δέν ενεργεί ανεξάρτητα από τό Εκκλησιαστικό Σώμα.
Είναι προεστώς της τοπικής Καθολικής Εκκλησίας.
Είναι κεφαλή.
Ενεργεί, λοιπόν, ως εκπρόσωπος της Καθολικής Εκκλησίας καί βρίσκεται σέ κοινωνία μέ όλες τίς κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, πού τό πιθανότερο είναι νά μήν έχουν πέσει καί αυτές σέ αίρεση καί νά εξακολουθούν νά τόν αναγνωρίζουν, όπως καί όλη τήν τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία στήν οποία ανήκει.
Τήν αγιαστική Χάρη καί τό κύρος των θείων Μυστηρίων δέν τά παρέχει ο τελών αυτά επίσκοπος η ο ιερεύς, ανεξάρτητα από τήν καθολική εκκλησία καί δέν είναι απλούν μέσον καί όργανον μεταδοτικόν της Χάριτος, αλλ' η Ορθόδοξος έννοια της Εκκλησίας, της θριαμβεύουσας καί της στρατευόμενης, εν ονόματι της οποίας τελούνται αυτά.
Καί γιά τόν λόγο αυτό, βέβαια, είναι δυνατή καί η διακοπή του μνημοσύνου του μή ορθοδοξούντος επισκόπου, κατά τούς Ιερούς Κανόνες. Η καθολική εκκλησία εξακολουθεί νά υφίσταται ασάλευτη από τόν ιερέα μέ τό ποίμνιό του πού αποστασιοποιήθηκε από τόν ψευδεπίσκοπο.

β. Επιβάλλεται όμως άμεσα, όλο τό εκκλησιαστικό σώμα του κλήρου καί του λαού της τοπικής εκκλησίας, εάν είναι όντως ορθόδοξο, νά ελέγξει τόν επίσκοπο, νά τόν συνετίσει, καί τελικά, αν δέν ορθοδοξήσει, νά τόν εκβάλει.
Εάν τό εκκλησιαστικό ορθόδοξο σώμα δέν αντιδράσει καί εξακολουθεί νά βρίσκεται σέ κοινωνία μαζί του, καί οι άλλοι επίσκοποι της τοπικής εκκλησίας σιωπούν η ανέχονται, η, πολύ περισσότερο, συμφωνούν μέ τήν κακοδοξία του, επέρχεται βαθμηδόν η σήψη του όλου
εκκλησιαστικού σώματος.

γ. Εάν, λοιπόν, συνεχίζεται η αιρετική βλασφημία, σιγά-σιγά σήπεται καί τό σώμα καί βαθμηδόν επέρχεται η νέκρωση. Επέρχεται , πνευματικός θάνατος όλου του σώματος. Γιατί, βέβαια, γιά νά μήν αντιδράσουν, κλήρος καί λαός, σημαίνει ότι βρίσκονται σέ πνευματική νεκρική νάρκωση. Είναι αυτοί γιά τούς, οποίους ο Κύριος είπε "άφες τούς νεκρούς θάψαι τούς εαυτών νεκρούς".
Μόνον όσοι χωρισθούν των τοιούτων ψευδεπισκόπων καί του νεκροποιουμένου σώματος σώζονται. Μένοντας δέ υγιείς οι Γνήσιοι Ορθόδοξοι οδηγούν καί εκείνους πού τούς ακολουθούν, κλήρο καί λαό, στήν σωτηρία.
Ο επίσκοπος δηλ. είναι μία ρίζα, πού δηλητηριάζει όλον τό δένδρον (της Εκκλησίας) μέ τήν κηρυσσόμενη κακοδοξία, εάν δέν ληφθεί πρόνοια νά αποκοπεί καί νά μείνουν υγιείς οι άλλες ρίζες γιά νά μήν μολυνθούν καί αυτές καί όλον τό δένδρο ξηρανθεί καί νεκρωθεί.

δ. Τά γεγονότα αυτά, της βαθμιαίας δηλ. απονεκρώσεως, λαμβάνουν χώραν ανεξάρτητα από τό αν έχει συγκληθεί σύνοδος η όχι.
Ο πνευματικός θάνατος καί η νέκρωση, η τελεία σήψη καί η ξήρανση, επέρχονται είτε συγκληθεί σύνοδος είτε όχι, εφ΄ όσον δέν υπάρξει χειρουργική επέμβαση καί τομή, καί στήν συνέχεια απομάκρυνση του θανατηφόρου καρκινογόνου αποστήματος, διότι τότε ο καρκίνος εξαπλώνεται καί καταλαμβάνει σιγά-σιγά όλο τό εκκλησιαστικό σώμα, τό οποίο νεκροποιούμενο, πεθαίνει.
Η Σύνοδος πού θά συγκληθεί, καί αν συγκληθεί, διαπιστώνει τόν θάνατο.
Είναι δυνατόν όμως η σήψη καί η νεκροποιός αίρεση νά μήν έχει προχωρήσει παντού .

ε. Γι΄ αυτό, ακριβώς, χρειάζεται οπωσδήποτε καί νέα Σύνοδος, ακόμη καί γιά ήδη κατακεκριμένη αίρεση πού κηρύσσεται πάλι:
Η Σύνοδος θά ακούσει τούς κατηγορουμένους, πού ίσως αγωνίσθηκαν κατά της αιρέσεως καί πού έχουν δικαίωμα νά απολογηθούν. Είναι δέ δυνατόν άλλους από αυτούς νά τούς δεχθεί καί άλλους όχι, αφού τούς ακούσει.
Τό δικαίωμα της προηγουμένης ακροάσεως καί απολογίας είναι ιερό καί αναφαίρετο δικαίωμα όλων, αφού καί ο Κύριος δέν εξεδίωξε τούς πρωτοπλάστους από τόν Παράδεισο πρίν ερωτηθούν καί απαντήσουν, παρά τό γεγονός ότι ως παντογνώστης, γνώριζε τήν παράβαση καί τήν παρακοή.
Η Σύνοδος θά εξετάσει, αν όντως υπάρχει κηρυσσόμενη αίρεση καί αν οι καταγγελίες επί αιρέσει των προεστώτων είναι αληθείς.
Είναι δυνατόν οι καταγγέλοντες νά κινού νται από φθόνο, νά κατανοούν εσφαλμένα τούς Ιερούς Κανόνες καί τά θεολογικά καί νά οδηγούνται σέ εσφαλμένες καταγγελίες.
Πλείστα άλλα θέματα είναι δυνατόν νά ανακύπτουν, πού πρέπει νά εξετασθού ν από Ορθόδοξη Σύνοδο πού θά τηρεί όλες τίς απαραίτητες νομοκανονικές, (δικαιοκρατικές), προυποθέσεις γιά νά προχωρήσει στήν διάγνωση.
Αυτά, βέβαια, ισχύουν εάν η αίρεση δέν είναι προφανής, δέν κηρύσσεται παρρησιαζόμενη πανηγυρικά καί μέ επίσημες καί φανερές συμφωνίες, όχι μεμονωμένων επισκόπων, αλλά ολόκληρων πατριαρχείων καί τοπικών εκκλησιών, όπως συμβαίνει σήμερα.
Οι ενέργειες καί η στάση των σημερινών αιρετικών Οικουμενιστών Επισκόπων καί των ιερέων συγκροτούν τό πασιφανές καί πασίδηλον της αιρέσεως, όπως αποδεικνύεται από τήν
παρούσα μελέτη.

στ. Σύμφωνα, πάντως, πρός τους κανόνες α΄ και β΄ της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, όσοι προσχωρούν στους αιρετικούς, εκπίπτουν της εκκλησιαστικής κοινωνίας και της Ιερωσύνης.
Ως εκ τούτου, οι άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος μ‚ε όλους τους μοναχούς της Παλαιστίνης εδήλωναν, ότι είναι πρόθυμοι να χύσουν το αίμα τους, παρά να δεχθούν ένωση με τους Μονοφυσίτες.
Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίσθησαν και οι ενώσεις τα έτη 1274 και 1439.
Οι Πατέρες, δηλαδή, διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με όσους απεδέχοντο την ένωση της Λυών (1274).
Προτίμησαν μάλιστα τα βασανιστήρια και τον θάνατο, όπως οι Αγιορείτες Οσιομάρτυρες και οι όσιοι Μελέτιος και Γαλακτίων.

ζ. Απαιτείται όμως καί οπωσδήποτε, κατά κανόνα, Ορθόδοξος Σύνοδος, γιά νά γνωστοποιήσει στόν λαόν του Θεού ,

α. ποιοί είναι οι αιρετικοί, αφού τούς καλέσει τρείς φορές νά παρευρεθούν, κατά τούς κανόνες, δίνοντάς τους τό δικαίωμα νά απολογηθούν,

β. νά τούς αποκόψει επίσημα από τό εκκλησιαστικό σώμα καί

γ. νά διακηρύξει μέ σαφήνεια, ποιά είναι η Ορθόδοξη διδασκαλία.

Αυτό φαίνεται παντού στά πρακτικά όλων των Συνόδων καί κατ΄ εξοχήν των Οικουμενικών, στήν ερμηνεία των Κανόνων, όπως ερμηνεύει τόν 1ο Κανόνα το υ Μεγάλου Βασιλείου ο Άγιος Νικόδημος, καί γενικότερα διαφαίνεται σέ όλη τήν εκκλησιαστική ιστορία.

Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

ΠΛΗΓΗ ΣTO ΣΩMA THΣ ΕKKΛHΣΙAΣ

«Παρακαλῶ ὑμᾶς, ἀδελφoί… ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες,
καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα»

Εἶχαν χωριστεῖ σὲ φατρίες οἱ Χριστιανοὶ τῆς Κορίνθου καὶ βρίσκονταν σὲ διαρκῆ διαµάχη καὶ διαφωνία. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ πόνο ψυχῆς τοὺς γράφει: «Παρακαλῶ ὑµᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόµατος τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε -πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα». Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, στὸ ὄνοµα τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ὁµολογεῖτε ὅλοι τὴν ἴδια πίστη καὶ νὰ µὴν ὑπάρχουν µεταξύ σας διαφωνίες καὶ διαιρέσεις.
. Αὐτὴ ἡ ἔντονη προτροπὴ τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν γιὰ ἑνότητα µᾶς δίνει τὴν ἀφορµὴ νὰ ὑπογραµµίσουµε, πρῶτον, πόσο µεγάλη πληγὴ ἀποτελεῖ ἡ διάσπαση τῆς ἑνότητος µέσα στὴν Ἐκκλησία καί, δεύτερον, πῶς µπορεῖ νὰ ἀποφευχθεῖ µιὰ τέτοια θλιβερὴ κατάσταση.

1. «Μεμέρισται ὁ Χριστός;»

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶµα τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅταν τὰ µέλη της δὲν εἶναι ἑνωµένα, τότε παρουσιάζεται ὁ Χριστὸς κοµµατιασµένος! Εἶναι τραγικό, ἀλλὰ εἶναι ἀλήθεια: Κάθε διαίρεση µεταξὺ τῶν πιστῶν ἀποτελεῖ πρωτίστως καίριο πλῆγµα καὶ προσβολὴ ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ διαµαρτύρεται ἔντονα ὁ θεῖος Ἀπόστολος: «Μεµέρισται ὁ Χριστός;». Κοµµατιάστηκε λοιπὸν ὁ Χριστός; Εἶναι δυνατὸν νὰ κοινωνοῦµε ἀπὸ τὸ ἴδιο ἅγιο Ποτήριο καὶ νὰ εἴµαστε διασπασµένοι; «Εἷς ἄρτος, ἓν σῶµα οἱ πολλοί ἐσµεν» (Α´ Κορ. ι´17). Ἕνας εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος, γι᾽ αὐτὸ ἕνα σῶµα εἴµαστε οἱ πολλοί.
. Ἂς θυµηθοῦµε πῶς ζοῦσαν ἐκεῖνοι οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύµων: «Τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ µία», ἀναφέρουν οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» (δ´ 32), κάνοντας φανερὸ ὅτι ὅλοι οἱ πιστοὶ εἶχαν ἁρµονικὴ καὶ ἀδιάσπαστη ὁµοφροσύνη, ἦταν µιὰ ψυχὴ καὶ µιὰ καρδιά!
. Ἐκτὸς ὅµως ἀπὸ τὴν διάσπαση τοῦ Σώµατος τοῦ Χριστοῦ, οἱ διαιρέσεις καὶ διαφωνίες µεταξὺ τῶν Χριστιανῶν ἔχουν ἀρνητικὸ ἀντίκτυπο καὶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται µακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Πῶς νὰ πιστέψουν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ὅταν βλέπουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ βρίσκονται σὲ διαµάχη καὶ ἀντίθεση; Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς προέτρεψε τοὺς µαθητές του νὰ διατηρήσουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἑνότητα µεταξύ τους λέγοντας «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐµοὶ µαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις», δηλαδή, ἀπ᾽ αὐτὸ θὰ µάθουν ὅλοι ὅτι εἶστε δικοί µου µαθητές, ἀπὸ τὸ ἂν ἔχετε ἀγάπη µεταξύ σας (Ἰω. ιγ´ 35).

2. Ἡ θεραπεία τῆς πληγῆς

. Εἶναι ὁλοφάνερη καὶ ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ καλλιεργοῦµε τὴν ὁµοφροσύνη καὶ τὴν ἑνότητα µεταξύ µας καὶ νὰ ἀποφεύγουµε καθετὶ ποὺ δηµιουργεῖ διαιρέσεις καὶ ἀντιπαλότητες µέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς ὅµως θὰ γίνει αὐτό;
. Πρῶτον μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη. Ἂν ἐξετάσουµε τὸν βαθύτερο λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει ἑνότητα µεταξύ µας, θὰ διαπιστώσουµε ὅτι λείπει ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἀντὶ αὐτῆς παρουσιάζεται ὁ ἐγωισµός, ὁ ὁποῖος σὰν δυναµίτης τινάζει στὸν ἀέρα τὸ οἰκοδόµηµα τοῦ νηφάλιου διαλόγου καὶ τῆς ἁρµονικῆς συνεργασίας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος µᾶς παρακινεῖ νὰ ἐγκολπωθοῦµε τὴν ἀρετὴ αὐτὴ ὑποτασσόµενοι ὁ ἕνας στὸν ἄλλον: «Πάντες ἀλλήλοις ὑποτασσόμενοι τὴν ταπεινοφροσύνην ἐγκομβώσασθε» (Α´ Πέτρ. ε´ 5).
. Κι ἕνα δεύτερο σηµεῖο ἀπαραίτητο γιὰ τὴν διασφάλιση τῆς ἑνότητος εἶναι ἡ ὑπακοή µας στὸν Κύριο καὶ τὴν Ἐκκλησία του. Δὲν µπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἑνότητα, ἂν δὲν ἀκολουθοῦµε τὴν πίστη καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ἔχουµε δικαίωµα νὰ αὐτοσχεδιάζουµε σὲ ζητήµατα Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς. «Εἷς Κύριος, µία πίστις, ἓν βάπτισµα» (Ἐφ. δ´ 5), λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὴν τὴν «µίαν πίστιν» καὶ τὴν ἀλήθεια ποὺ µᾶς παραδόθηκε καλούµαστε κι ἐµεῖς νὰ ἀκολουθήσουµε. Ἂν αὐτὴ τὴν πίστη ποὺ µᾶς ἀποκάλυψε ὁ Κύριος καὶ µᾶς δίδαξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἔχουµε ὡς βάση στερεὴ καὶ ἀκλόνητη, τότε πράγµατι θὰ λέγουµε «τὸ αὐτὸ πάντες» καὶ δὲν θὰ ὑπάρχουν µεταξύ µας διαφωνίες καὶ ἀντεγκλήσεις.

* * *

. Δὲν ὑπάρχει πιὸ πολύτιµο πράγµα γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῶν µελῶν της. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, λίγο πρὶν ἀκολουθήσει τὴν πορεία τῆς σταυρικῆς του θυσίας, προσευχήθηκε γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν µαθητῶν του καὶ µάλιστα προέβαλε ὡς πρότυπο ἑνότητος τὴν κοινωνία τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὅπως εἶναι ἑνωµένοι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦµα σὲ µια ἄρρηκτη ἑνότητα καὶ ἀγαπητικὴ κοινωνία, ἔτσι καλούµαστε νὰ ζοῦµε καὶ οἱ πιστοὶ Χριστιανοί. Ἂς ἐξαφανίσουµε λοιπὸν κάθε αἰτία διαµάχης καὶ χωρισµοῦ κι ἂς παρακαλοῦµε τὸν Κύριο νὰ µᾶς χαρίζει τὴν ὑψίστη δωρεὰ τῆς ἑνότητος γιὰ νὰ οἰκοδοµοῦνται οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ δοξάζεται τὸ πανάγιον ὄνοµά του.


τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
ἀρ. τ.2049, 15.07.12

Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (5ο ΜΕΡΟΣ)

O φλογερός κήρυκας μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης ήδη από τό 1980 τόνιζε επίσης τά εξής:
Η ένωσις, η ψευδοένωσις έχει αποφασισθή. Εχει αποφασισθή εις μυστικά διαβούλια Ανατολής καί Δύσεως, διαβούλια πολιτικής, οικονομικής καί θρησκευτικής φύσεως, ών εγκέφαλος ο πάπας.
Τό σχέδιον πρός πραγματοποίησιν του σκοπού εξελίσσεται κατά φάσεις καί στάδια εν αγνοία του Ορθοδόξου λαού, ο οποίος έκπληκτος μίαν πρωίαν θά ακούση ότι η ένωσις επετεύχθη! Προοίμιον δέ αυτής είναι αι κοιναί προσευχαί Ορθοδόξων μετά δυτικών, τάς οποίας κατά περίεργον τρόπον θέλουν τινές νά δικαιολογήσουν.
Δέν είναι υπερβολή, εάν είπωμεν ότι ευρισκόμεθα εις τό κύκλωμα φοβερών ημερών διά τήν Ορθόδοξον πίστιν.
Συντελείται εις βάθος καί έ κταση προδοσία, τήν οποίαν δέν δυνάμεθα νά φαντασθώμεν!"


Ιεράρχης της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Λεοντοπόλεως Νικόδημος (του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας), προέβη εις δηλώσεις εις τάς οποίας λέγει:
"Είναι χαρακτηριστικόν ότι εις τούς .ενταύθα καθολικούς κύκλους λέγεται ότι τά πράγματα θά διευθετηθούν εν κρυπτώ καί παραβύστώ καί ερήμην τ ων ποιμνίων των δύο Εκκλησιών. Υπό των κληρικών τούτων, τά ποίμνια θά ευρεθούν πρό τετελεσμένων γεγονότων.
Καί όσον μέν αφορά εις τά ποίμνια τ ων Δυτικών, άγνωστον τί θά συμβή. Ως πρός δέ τήν παρ΄ ημίν Εκκλησίαν, τρέμομεν παρά τω ευσεβή λαώ, όταν έλθουν εις φώς αι νυν εν τω σκότει εκτυλισσόμεναι μηχανορραφίαι καί θά αποκαλυφθή ότι οι τεταγμένοι διά νά προστατεύσουν τήν Εκκλησίαν καί τό ποίμνιον εγένοντο συνένοχοι των επιβουλευομένων αυτούς''
. ("Σπίθα", Μάιος-Ιούνιος 1980).

Η αποτείχιση απο αυτούς τούς αιρετικούς, εκπεπτωκότες από τήν Ορθοδοξία επισκόπους, πρεσβυτέρους καί γέροντες, πού αποτελούν σεσηπότα μέλη, επειδή κοινωνούν μέ καταδικασμένους από Οικουμενικές Συνόδους αιρετικούς, είναι αναντίρρητα αυτονόητη.
Κατά την ερμηνείαν όλων των κανονολόγων της Εκκλησίας μας, Ζωναρά, Ζυγαβινού, Βαλσαμώνα, του γνωστού κανονολόγου της Σερβικής Εκκλησίας Νικοδήμου Μίλας, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, καί κατ΄ εξοχήν των επί Βέκκου του Λατινόφρονος Μαρτυρησάντων Αγιορειτών Πατέρων είναι αναμφισβήτητα επιβεβλημένη η αποτείχιση από τούς ενουμένους μέ καταδικασμένους αιρετικούς, χωρίς να χρειάζεται εκ νέου συνοδική καταδίκη της αρξαμένης ετεροδιδασκαλίας καί πράξεως.

Κατά τήν γνώμη μας, βέβαια, η διακοπή το μνημοσύνου πρό Συνοδικής Διαγνώμης, οφείλει νά στηρίζεται στόν 31ο Αποστολικό Κανόνα πού ορίζει ότι επιτρέπεται καί επιβάλλεται πάντοτε, γιατί διαφορετικά πως θά φανεί ποιοί αγωνίσθηκαν μέ σθένος καί έπαθαν γιά τήν αλήθεια καί ποιοί, σιωπώντας, πρόδοσαν τήν αλήθεια ή συμβιβάσθηκαν μέ τήν αίρεση, κατά τόν Άγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, εάν, ο αποτειχιζόμενος Πρεσβύτερος καί κατ΄ επέκταση κάθε Ορθόδοξος, επίσκοπος, διάκονος, μοναχός καί λἀκός καταγνώσει κηρυττόμενη ετεροδιδασκαλία καί αίρεση, όταν η αίρεση δέν εlναι προκαταδικασμένη από Σύνοδο ή τούς Αγίους Πατέρες. Εάν είναι προκαταδικασμένη, τότε είναι δυνατή η επίκληση καί του ΙΕ΄ της ΑΒ΄ Ιεράς Συνόδου. Γράφει καί ο Άγιος Νικόδημος στήν ερμηνεία του 31ου Ιερού Κανόνα "Ει τις Πρεσβύτερος καταφρονήσας του ιδίου Επισκόπου,... μηδέν κατεγνωκώς του Επισκόπου εν ευσεβεία, καί δικαιοσύνη ...":
"... Όσοι δέ χωρίζονται από τόν Επίσκοπόν τους πρό συνοδικής εξετάσεως, διατί αυτός κηρύττει δημοσία καμμίαν κακοδοξίαν καί αίρεσιν, οι τοιούτοι, όχι μόνον εις τά ανωτέρω επιτίμια δέν υπόκεινται, αλλά καί τήν πρέπουσαν εις τούς ορθοδόξους τιμήν αξιώνονται, κατά τόν ιε΄ της α΄καί β΄"
. (Ιερόν Πηδάλιον, Θεσσαλονίκη, 1982, σελ. 34).

Ο ψευδοπατριάρχης Αθηναγόρας, το οποίου τήν στάση καί τό έργο συνέχισαν , πατριάρχης Δημήτριος καί νυν κ. Βαρθολομαίος, έγραφε τό 1968 επί την εορτށ των Χριστουγέννων πρός τόν νεκρόν καί αβάπτιστον Πάπαν Παύλον τόν Στ΄:
"Εν τη κοινωνία ταύτη (της αγάπης του Χριστού) ιερουργούντες μετά της χορείας των περί ημας ιερωτάτων Μητροπολιτών καί υπερτίμων, μνησθησόμεθα από των διπτύχων της καρδίας ημών του τιμίου ονόματός Σου, αδελφέ Αγιώτατε της Πρεσβυτέρας Ρώμης Επίσκοπε, ενώπιον της αγίας αναφοράς αυτού τούτου του τιμίου Σώματος καί αυτού τούτου του τιμίου Αίματος του Σωτήρος εν τη θεία Λειτουργία του Αγιωτάτου προκατόχου ημών, Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Καί ερούμεν τη αγία ημέρα των Χριστουγέννων ενώπιον του αγίου θυσιαστηρίου καί λέγομέν Σοι: της Αρχιερωσύνης Σου μνησθείη Κύριος ο Θεός, πάντοτε, νυν καί αεί, καί εις τούς αιώνας τ ων αιώνων".

Μνημόνευε, λοιπόν, στήν Αγία Πρόθεση καί στό Άγιον Θυσιαστήριον τόν Παναιρετικό καί νεκρό πνευματικά Πάπα, ο ψευδοπατριάρχης Α θηναγόρας.
Τό ίδιο έκαναν καί οι διάδοχοί του, Δημήτριος καί , κ. Βαρθολομαίος, όπως διεκήρυξαν στούς ενθρονιστήριους λόγους τους.

Ο Μέγας Εκκλησιάρχης Σίλβεστρος Συρόπουλος, πιεζόμενος από τόν Λατινόφρονα Αυτοκράτορα νά μνημονεύει τόν πάπα απάντησε:
"Εκείνοι γάρ μνημονεύονται επ΄ Εκκλησίαις, όσοι εισίν ομόδοξοι καί κοινωνικοί πρός τήν αυτήν Εκκλησίαν. Οι δέ ακοινώνητοι ουδέ μνημονεύονται, ουδέ έχει αδειάν τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ΄ εκκλησίαις υπέρ ακοινωνήτου. Ο δέ πάπας εστίν ακοινώνητος. Πως ουν μνημονευθήσεται ο ακοινώνητος μετά των κοινωνικών;" (Silv. Syropoulos, Les Memoires XII, 13, Paris 1971, p. 562-564).

Ο δέ Μέγας Μάξιμος ο Ομολογητής διδάσκει μεγάλ‚η τη φωνή διά μέσου των αιώνων:
"Ει καί ο βασιλεύς καί ο Πατριάρχης καί Σύνοδος γράψωσι πρός τόν Ρώμης έ γγραφον συγκατάθεσιν της πίστεως κατά τό εικός, εγώ πάλιν ου κοινωνώ υμίν, επειδή εν τοίς Διπτύχοις μνημονεύετε Σεργίου, Πύρρου, Παύλου καί Κύρου, οίτινες έξαρχοι κεχρηματίκασι της αιρέσεωσ, καί ου μόνον υπό τοσούτων Συνόδων ανεθεματίσθησαν εν Ιεροσολύμοις, εν Ρώμη… καί εν Αφρική, αλλά καί απέθανον εν τη αιρέσει καί τω χωρισμώ τω από της καθόλου Εκκλησίας, καί επειδή υμείς εκείνοις κοινωνείτε, ει καί Ορθόδοξοι γένησθε, ου κοινωνώ υμίν, επειδή κοινωνείτε τοίς ακοινωνήτοις" (Δοσιθέου Ιεροσολύμων, Δωδεκάβιβλος, βιβλ. ζ΄,σελ. 116).

Ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος στό γράμμα του πρός τούς Εκκλησιαστικούς, διδάσκει ότι: "Η πνευματική κοινωνία τ ων ομοδόξων, καί η τελεία υποταγή πρός τούς γνησίους ποιμένας εκφράζεται μέ τό μνημόσυνο. Οι Σύνοδοι καί οι άλλοι Πατέρες ορίζουν ότι αυτών πού αποστρεφόμεθα τό φρόνημα, (αυτών) πρέπει νά αποφεύγουμε καί τήν κοινωνία" (Γενναδίου Σχολαρίου, Γράμμα πρός τούς Εκκλησιαστικούς, "Όσιος Γρηγόριος", 21, σελ. 23).

"Όσοι με ταπείνωση δέχονται και υποτάσσονται στην Ιερά Παράδοση είναι άξια μέλη της Εκκλησίας. Όσοι απο υπερηφάνεια την αρνούνται θέλουν ανθρωποκεντρικα να αλλοιώσουν τον Θεανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της, εξέρχονται του σώματος της Εκκλησίας, που είναι το σώμα του Χριστού''. (Γράφει και, ο π. Γεώργιος Καψάνης, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου, (!) στην "Χριστιανική", 07.06.2001, σελ. 5).

Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

''Οι οικουμενιστές ευρίσκονται επι αιρετικού εδάφους....... (4ο ΜΕΡΟΣ)

Τό Συνοδικό της Ορθοδοξίας δέν αναθεματίζει μόνον τούς εν γνώσει κοινωνούντες , αλλά καί εκείνους πού δέν αναθεματίζουν τήν αίρεση καί εκείνους πού προσπαθούν νά αθωώσουν, (νά δικαιολογήσουν τούς αιρετικούς), ή όσους υποστηρίζουν δηλ. ότι είναι δυνατόν νά υπάρχει σωτηρία στήν αίρεση, μέ τήν μορφή της κάθαρσης, του φωτισμού καί της θέωσης, κατά τίς επόμενες τοπικές συνόδους καί τούς Αγίους Πατέρες, όπως ωραία τά παρουσίασε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης στούς δύο τόμους της δογματικής του.

Αν κάποιος υποστηρίζει ότι στήν αίρεση και στούς αιρετικούς υπάρχει τό Σώμα καί τό Αίμα του Χριστού, η κάθαρση, ο φωτισμός καί η Θέωση, αθωώνει τούς αιρετικούς!
Όποιος τούς αθωώνει, αποδίδοντάς τους τά χαρακτηριστικά της Εκκλησίας, κατά τά ανωτέρω, που είναι κατά τούς Πατέρες συναγωγή του Σατανά καί Εκκλησία πονηρευομένων, αναθεματίζεται από τήν Αγία Ζ΄ Οικουμενική.

Τό Συνοδικό της Ορθοδοξίας προστάσσει:
"Αναθεματισθήναι χρή πάσαν αίρεσιν".
Καί τό σπουδαιότερο:
"O μή λέγων τοις αιρετικοίς ανάθεμα, ανάθεμα έστω"!
Η Ζ΄ Οικουμενική καί τό αθάνατο Συνοδικό Της δέν αναθεματίζει, μόνον τούς εν συνειδήσει κοινωνούντας, αλλά καί εκείνους πού διεκδικούν νά αθωώσουν τούς αιρετικούς καί όσους δέν τούς αναθεματίζουν.

Οι θέσεις της Εκκλησίας εκφράζονται υπό τόν Άγιο Νικόδημο στό Ιερό Πηδάλιο, πού εγκρίθηκε από τήν τοπική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης, αφού πρώτα τό ενέκριναν οι Άγιοι Μακάριος Κορίνθου καί Αθανάσιος ο Πάριος. Οι μεγαλύτεροι Πατέρες του 18ου αιώνα!
Είναι, ξεκάθαρη η διδασκαλία τους. Άλλο κανονικές παραβάσεις καί άλλο θεσμικές εκτροπές περί τήν Πίστη ολόκληρων πατριαρχείων καί τοπικών Εκκλησιών.
Εμείς έχουμε υποχρέωση, κατά τήν Ζ΄ Οικουμενική, νά αναθεματίζουμε τήν αίρεση καί τούς αιρετικούς.
Ωστόσο οι Αποστολικοί Κανόνες όχι μόνον δέν αθωώνουν τούς πιστούς, πού τούς θεωρούν ως φύλακες της Ορθοδοξίας καί επιφορτισμένους στό νά διακρατούν τήν πίστη καί νά μήν ακολουθούν τούς λυκοποιμένες, αλλά τούς υποχρεώνουν ταυτόχρονα νά φεύγουν τήν κοινωνία μ' αυτούς.

Σήμερα, αφ΄ ενός κηρύσσεται η αίρεση του Οικουμενισμού , πού από τούς περισσότερους θεολόγους θεωρείται ως καινοφανής αίρεση.
Αφ΄ ετέρου έχουν γίνει καί στήν πράξη ενώσεις, μετά από συμφωνίες των διαφόρων Ορθοδόξων Πατριαρχείων καί αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών μέ καταδικασμένους αιρετικούς.
Η ένωση στήν πράξη μέ τήν καθημερινή μυστηριακή καί συμπροσευχητική διακοινωνία μέ τούς προκαταδικασμένους αιρετικούς Μονοφυσίτες καί Λατίνους, στήν Αντιόχεια καί στίς Μητροπόλεις του κλίματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου συνεπάγεται τόν μολυσμόν καί τήν σταδιακή σήψη όλων των Εκκλησιών.
Συνεπάγεται τήν ημέραν καθ΄ ημέραν εξάπλωση της νεκροποιού ασθένειας της Μονοφυσιτικής καί Λατινικής αιρέσεως καί της σήψεως, καί στήν συνέχεια τήν πλήρη νέκρωση των Εκκλησιών αυτών.
Η σήψη καί η νεκροποιός ασθένεια εξαπλώνεται όχι μόνον σέ αυτούς πού ενώνονται μέ τούς καταδικασμένους αιρετικούς, αλλά καί στούς κοινωνούντες μέ αυτούς.
Οι περισσότεροι, βέβαια απο αυτούς δέν υστερούν σέ αιρετικές δηλώσεις καί ενωτικές πράξεις.

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός αναφερόμενος στό ουνιτικό συλλείτουργο στήν Κωνσταντινούπολη τό Νοέμβριο το 2006 καί τήν Aπίσκεψη του Χριστοδούλου στή Ρώμη, τό Δεκέμβριο το 2006, γράφει ότι υπάρχουν Μητροπολίτες πού δέχονται: "τήν παπική εκκλησία" ως Εκκλησία του Χριστού, μέ μυστήρια καί Χάρη. Γι΄ αυτούς η Ένωση έχει γίνει ή ουδέποτε έπαυσε νά υπάρχει". (Βλ. π. Γεωργίου Μεταλληνού, "Διάλογοι χωρίς προσωπείον", "Ό.Τ.", 12.07.02).

Ο π. Θεόδωρος Ζήσης, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, σημειώνει ότι οι Λατινόφρονες της Φεράρας - Φλωρεντίας ήσαν λιγότερο επικίνδυνοι από τούς σημερινούς!
Γράφει:
Εκείνοι ''εσχεδίαζαν καί χάλκευαν μέ κρυφές συμφωνίες τήν Ένωση, χωρίς νά ενημερώνουν όλα τά μέλη της αντιπροσωπείας, γιά νά μήν υπάρχουν αντιδράσεις, όπως δέν ενημερώνεται καί σήμερα ο πιστός λαός καί δέν αντιλαμβάνεται γι΄ αυτό ότιη Ένωση γίνεται ήδη σταδιακά, έχει προχωρήσει ουσιαστικά μέ συμπροσευχές, συλλείτουργα καί αμοιβαία εκκλησιολογική αναγνώριση, εις τρόπον ώστε τό κοινό Ποτήριο, όταν έ λθη επισήμως, νά αποτελέση απλ ώς μία επισφράγιση καί επικύρωση της γενομένης ήδη ενώσεως". ("Θεοδρομία", Σεπτέμβριος 2006, σελ. 460).

Ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου π. Γεώργιος Καψάνης τονίζει:
"ότι τό Οικουμενικόν Πατριαρχείον δέν θεωρεί πλέον τόν Πάπαν καί τήν Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν ως αιρετικούς, σχισματικούς καί πλανωμένους, εφ΄ ὀσον δέχεται τήν μέν Παπικήν εκκλησίαν ως ''αγίαν", τόν δέ επικεφαλής αυτής ως "άγιον", "μακαριστόν", υπέρ ου τελεί καί επιμνημόσυνον δέησιν.
"Πάντα τά ανωτέρω"... "σημαίνουν επίσης 0τι η Ένωσις έχει γίνει καί απομένει μεθόδευσις της τελείας μυστηριακής κοινωνίας, πρός τήν οποίαν ολοταχ ώς βαίνομεν, εφ΄ όσον ο Θεολογικός Διάλογος θά παρακάμψη τάς δογματικάς καί εκκλησιολογικάς διαφοράς καί θά ασχοληθή μέ τό κεφάλαιον περί μυστηρίων, προφαν ώς διά τήν επιτάχυνσιν τ ης μυστηριακής κοινωνίας"
(" Ορθόδοξος Τύπος", (333), 20.11.1978).


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2012

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΩΝ στην ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ του '21


... Οι καθολικοί λοιπόν, και στον καιρό της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας ακόμα, καταπίεζαν σκληρά τούς Όρθόδοξους, για να τούς αναγκάσουν νά άλλαξοπιστήσουν. Ακόμα και κατά την επανάσταση, όπως θα δούμε παρακάτω, αν και λιγώτεροι, με την ενίσχυση πού τούς παρείχαν οι πρόξενοι των ξένων Δυνάμεων και η γαλλική προστασία, εξακολουθούσαν να κακομεταχειρίζουνται τούς Όρθόδοξους και νά αντιδρούν με πείσμα στον έθνικόν αγώνα.

Στα νησιά του Αιγαίου και πρό πάντων στίς Κυκλάδες, (όπου ήσαν πολλοί Καθολικοί), υπήρχε μια ιδιότυπη κατάσταση, πού παρόμοιο της δέ βρίσκουμε στην άλλην Ελλάδα, δηλ. ο μεγάλος διαχωρισμός και τό μίσος, ανάμεσα στους Ελληνες Καθολικούς και τούς Όρθόδοξους. Και τό βαθύ και αγεφύρωτο αυτό χάσμα, τό δημιούργησεν η Παπική προπαγάνδα. Κατάφερε τούς Καθολικούς, πού ήσαν και αυτοί Ελληνες και μιλούσαν τά ελληνικά (εξόν άπό τούς προύχοντες πού οι περσότεροι ήσαν απόγονοι των Φράγκων), νά μισούν τούς Όρθόδοξους περσότερο κι άπό τούς Τούρκους. Και τό θλιβερό αποτέλεσμα (πού είναι πολύ διδαχτικό και αξίζει ιδιαίτερα νά τονιστεί) είναι, ότι ό θρησκευτικός φανατισμός, έκαμε τούς Ελληνες Καθολικούς, νά γίνουν φιλότουρκοι. Κι' ακόμα τούς άλλαξε σέ τέτοιο βαθμό, τό εθνικό τους φρόνημα, ώστε όχι μόνο νά μή λάβουν μέρος στήν επανάσταση, αλλά νά καταντήσουν προδότες της ίδιας της πατρίδας. Κι' αυτό πιστοποιήθηκεν, όταν άρχισ’ η επανάσταση:
«Η υπέρ της ελευθερίας φωνή — γράφει ο Σ. Τρικούπης — αντήχησε καθ' όλας τάς Κυκλάδας και πολλάς τών Σποράδων. Μόναι αί καρδίαι των του δυτικού δόγματος Ελλήνων έκώφευσαν. Έφάνη κατά τήν περίπτωσιν ταύτην υπό τήν μορφήν του δόγματος τούτου όλη η άσχημοσύνη του φανατισμού προτιμήσαντος τήν ήμισέληνον του σταυρού και τήν δουλείαν της ελευθερίας. Ουδείς τών έν Πελοποννήσω και τη στερεή Ελλάδι Ελλήνων πρεσβεύει τό δυτικόν δόγμα. Ένδεκακισχιλίους του δόγματος τούτου περιείχαν αί τέσσαρες νήσοι του Αιγαίου, Σύρα, Τήνος, Νάξος και Σαντορίνη. Εξαιρουμένων δέ πολλά ολίγων φανέντων αληθών Ελλήνων έπί του αγώνος, οι λοιποί και αντείπαν και άντέπραξαν φανερά και κρυφ ί ω ς, και σχέσεις έλαβον μυστικάς π ρ ο ς τούς εχθρούς του Ε θ ν ο υ ς, και χ αρ α ν μεγάλην ασυστόλως έδειξαν έπί ταις άποτυχίαις τών ομογενών (π.χ. όταν έμαθαν τήν καταστροφή και τις σφαγές της Χίου έχόρευαν από τή χαρά τους!)...
Τόσην δέ κλίσιν έδειξαν προς τούς Τούρκους οι δυτικόφρονες έν γένει και κατ' εξοχήν οι της Σύρας, ους εύτύχησεν η Επανάστασις, και τόσον ολίγην πεποίθησιν είχον έπί τή εύοδώσει του εθνικού αγώνος, ώστε συνεισέφερον διπλούς φόρους, τούς μέν έξ ανάγκης χάριν τών Ελλήνων, τούς δέ έκ προαιρέσεως χάριν τών Τούρκων».

Το πράγμα δέν επιδέχεται καμιάν αμφισβήτηση. Αλλος σύγχρονος ιστορικός, ο Φιλήμων, γράφει γιά τήν αντεθνική στάση τών Καθολικών: «Οι έτερόδοξοι άντεβοήθουν τοις Τούρκοι ς, εδώ μέν παρεμβάλλοντες μυρία προσκόμματα, εκεί δε σιτίζοντες φρούρια πολιορκούμενα, και πανταχού, όπου άν ήδύναντο, κατασκοπεύοντες και προδίδοντες π α ν Ε λ λ η ν ι κ ό ν κ ί ν η μ α... Κατά τόν αγώνα είδομεν Τούρκους στρατεύοντας μετά των Ελλήνων ουχί δέ και Λατινοδόξους Ελληνας του Αιγαίου οπλιζομένους υπέρ της κοινής πατρίδος». Ακόμα και μετά τόν αγώνα, ενώ οι Τούρκοι έπαψαν τά μίση, οι Καθολικοί Έλληνες, εξακολουθούσαν νά μισούν τούς ομοφύλους τους (Βλ. και Σπηλιάδη: «Έκ των τοιούτων Δυτικών Ελλήνων υπήρξαν και τίνες, οι οποιοι εστελλον τροφάς εις τούς Τούρκους τής Εύβοιας κα της Κρήτης και ώδήγουν ώς ναυαγοί τούς Τουρκικούς στόλους εις εκείνα τα μέρη», Απομνημονεύματα», τ. Α', α. 556).
Και ο Κυκλαδίτης ιστορικός Δ. Πασχάλης, είναι εξ ίσου κατηγορηματικός: «Οι Καθολικοι καίτοι πάντες σχεδόν Ελληνες τό γένος και τήν έλληνικήν γλώσσαν λαλούντες λόγω μόνον της διαφοράς του θρησκεύματος έκώφευσαν είς τήν φ ω ν η ν της πατρίδος και έ τ η ρ η σ α ν πράγματι άντεθνικήν στάσιν καθ’ όλην τήν διάρκειαν του άγώνο ς.
Αμέσως λοιπόν, μόλις άρχισ' η επανάσταση, εξεδήλωσαν οι Ελληνες Καθολικοί τήν αντίδραση, με τήν άρνηση τους νά αναγνωρίσουν την Ελληνική Διοίκηση και να της πληρώνουν φόρους, ενώ με προθυμία και χωρίς νά τούς αναγκάζει κανείς έπλήρωναν στους Τούρκους!

Άπό έγγραφο, πού εστειλ' ο έπαρχος Τήνου Σπυρίδων, γράφοντας στά 1822 στήν «Προσωρινήν Διοίκησιν Ελλάδος», βλέπουμε, ότι οι Καθολικοί «μή άναγνωρίζοντες τήν Έλληνικήν Διοίκησιν ουδέν άπέδιδον, καίτερ έχοντες τά πλέον εύκαρπα μέρη». Τό πράγμα επιβεβαιώνεται και άπό πίνακα, πού εύρήκε ο Ν. Άρμακόλλας, στ’ αρχεία της Επισκοπής των Καθολικών στήν Ξυνάρα της Τήνου, όπου φαίνεται, ότι υπήρχαν συνολικά 2.193 οικογένειες. Άπό αυτές οι 850 ήσαν Λατίνοι και οι 1343 Όρθόδοξοι. Και όλη η άξια των χτημάτων ήταν 412.523 άσπρα. Τά χτήματα τών Λατίνων είχαν αξία 220.000 άσπρα, ένώ σ' αναλογία με τους αριθμούς έπρεπε νά έχουν 159.893 άσπρα. Οι πλουσιότεροι λοιπόν ήσαν οι Καθολικοι, δπως έγραφε και ό Επαρχος και όμως δέν έδιναν τίποτε γιά τήν επανάσταση!
Με τήν προθυμία τους όμως νά πληρώνουν φόρο στους Τούρκους κι' όχι στήν Έλλ. Διοίκηση, παρουσίαζαν τά νησιά, ότι δέν ήθελαν τήν επανάσταση και αμφίβολη τήν ελληνικότητα τους, όπως τονίζει ο Δ. Κόκκινος: «...πλήν ελαχίστων, που έδείχθησαν πραγματικοί Έλληνες κατά τον αγώνα, οι άλλοι (Καθολικοί) αντέδρασαν όσον ημπόρεσαν και κρυφά και φανερά, προσεπάθησαν νά εμφανίσουν τάς νήσους των ώς άντιστρατευομένας εις τήν έπανάστασιν και πολλοι άπό αυτούς έδρασαν ώ ς πραγματικοί εχθροί, έφοδιάζοντες πολιορκούμενα τουρκικά φρούρια, κατασκοπεύοντες τούς Έλληνας, και εξακολουθούσαν νά καταβάλλουν τον πρός τούς Τούρκους φόρον και κατά τήν διάρκειαν της επαναστάσεως, παρουσιάζοντες κατ' αύτόν τον τρόπον άμφίβολον τήν ελληνικότητα τών νήσων των».
Αργότερα μάλιστα, οι Καθολικοί ξεθαρρεμένοι με τήν έξοδο του τούρκικου στόλου, δέν ήθελαν νά δώσουν με κανένα πλέον τρόπο τά εθνικά δικαιώματα ώς Έλληνες, ένώ με προθυμία μεγάλη εξακολουθούσαν νά πληρώνουν στούς Τούρκους.

Σ' αύτό τούς ενίσχυσαν και οι πλοίαρχοι της Γαλλίας και Αγγλίας. Ό Δεγρανμπρέ, διοικητής της φρεγάδας «-Σαλαμάνδρα», απαγόρευε «κατά διαταγήν άνωτέραν» στον έπαρχο της Νάξου, Φώτη Καραπάνου, νά εισπράξει τά δέκατα άπό τούς Γκραικολατίνους, γράφοντας του, κοντά στ' άλλα: «Οι καθολικοί Λατίνοι Ελληνες ή και άλλοι, προστατεύονται ύπό της Γαλλίας... Θά σας εμποδίσω διά της βίας,του νά φορολογήσετε οπωσδήποτε τά υπάρχοντά των». Και απειλούσε, ότι θα τον έδιωχνε στήν Υδρα. Και ο Άγγλος διοικητής της κοβέρτας «η Μεδίνα», απαγόρευε στόν έπαρχο Άξιώτη, στή Σύρα ν ά φορολογεί υπηκόους Άγγλους, πού έμπορευόντουσαν εκεί, «θά είσθε ατομικώς υπεύθυνος (του έγραφε στίς 22 του Όκτ. του 1823), και ύποκίνδυνος ίδίως».

Κι' επειδή οι Καθολικοί και με δική τους πρωτοβουλία και γιατί ακόμα τούς παρακινούσαν οι πρόξενοι και οι πλοίαρχοι τών ξένων δυνάμεων, άρνιόντουσαν νά πληρώσουν τούς φόρους, ο Παπαφλέσσας υπουργός τών Εσωτερικών, έστειλε (9 Ιούνη του 1823) προκήρυξη στους Έλληνες της Δυτικής Εκκλησίας, όπου τούς τόνιζε, ότι υπάρχουν «πολλά Έθνη, έκαστον τών οποίων συνίσταται άπό θρησκευτάς διαφόρων διδασκαλιών, οιτινες με όλον τούτο είναι είς εν Έθνος συνδεδεμένοι». Π.χ. η Γερμανία, η Όλλανδία, Γαλλία έχουν Ευαγγελικούς, Καθολικούς και άλλων διαφόρων διδασκαλιών χριστιανούς, και όμως αποτελούν εν και μόνον Εθνος» τό καθένα τους.

«Και σεις λοιπόν — συνεχίζει — οι χριστιανοί της Δυτικής Εκκλησίας, οσοι είσθε γεννημένοι είς τήν Ελλάδα, είσθε αχώριστοι άπό τό Εθνος μας. Έάν έκατηχήθητε άπό ίερείς της Δυτικής Εκκλησίας έπαύσατε τάχα νά είσθε του αυτού Έθνους με τούς, όσοι έκατηχήθησαν άπό ιερείς τής Ανατολικής Εκκλησίας; Μή γένοιτο! Αλλο Εθνισμός, και άλλο θρησκεία. Και σεις είσθε Ελληνες, και ύπόκεισθε άπαρασάλευτα είς τά αυτά εθνικά χρέη, και έχετε τά αυτά εθνικά δικαιώματα, καθώς και οι τής Ανατολικής Εκκλησίας χριστιανοι. Οθεν σας συμβουλεύομεν πατρικώς νά γνωρίσετε τά όποια έχετε πρός τήν κοινήν Πατρίδα χρέη, νά ύπόκεισθε ευπειθώς είς τούς νόμους του Εθνους μας, νά πληρώνετε το δέκατον τών προϊόντων τής ιδιοκτήτου γης σας και τάς λοιπάς νομίμους συνεισφοράς, ώς και οι λοιποι Έλληνες».

Γιά τδν ίδιο λόγο, έγραφε και ο Δ. Υψηλάντης στον Επαρχο Εύάγ. Μαντζαράκη στην Θήρα: «Έκ του γράμματος τών εφόρων βλέπω, ότι οι Λατίνοι συμπατριώται σας ετόλμησαν νά άρνηθώσι το χρέος τής αναλόγου φορολογίας. Δέν τούς έπρεπε διά θρησκευτικάς διαφοράς νά άναισθητώσι εις τά πολιτικά χρέη των και νά φέρωνται είς τήν ίεράν πατρίδα ώς εχθροί. Πασχίσατε λοιπόν νά τούς δώσετε νά καταλάβουν ότι είναι συμπατριώται, ομογενείς και ότι είναι χρέος των και χριστιανικόν και πολιτικόν νά αγαπούν τήν πατρίδα, νά συνεισφέρουν είς τάς κοινάς χρήσεις της και ώς αδελφοί και τέκνα τής αυτής μητρός νά συναγωνίζωνται προθύμως υπέρ τής ελευθερίας της»
Στήν αντίδραση τών Καθολικών στήν επανάσταση και στήν άρνηση τους νά πληρώνουν φόρους, συντέλεσαν -πολύ και οι πρόξενοι τών ξένων δυνάμεων, τής Γαλλίας, τής Αυστρίας και τής Αγγλίας, πού ήσαν φανατικοι τουρκόφιλοι και αντιδρούσαν με πείσμα στήν επανάσταση. Οι Αγγλοι μάλιστα πρόξενοι στήν Ελλάδα, έλεγ' ο Π. Π. Γερμανός «ήσαν Τούρκοιαπέναντι τών Ελλήνων».
"Ολοι τους αυτοι οι πρόξενοι τών ξένων δυνάμεων «οι όποίοι — κατά τον Δ. Πασχάλη — όλοι σχεδόν ήσαν εντόπιοι του δυτικού δόγματος, λησμονούντες όμως τήν έλληνικήν καταγωγήν των και τυφλοί έκ τής μισαλλοδοξίας», κατάτρεχαν φανερά τήν επανάσταση, παρακινούσαν τδν πληθυσμό νά μήν πληρώνει φόρους στήν Έλλ. Διοίκηση, νά μήν υπηρετεί στο ελληνικό ναυτικό και στρατό και νά προσκυνήσει στους Τούρκους. Ακόμα κυκλοφορούσαν και κίβδηλα νομίσματα και έ'τσι «γινότουν παραχάραξη τών ελληνικών».
Στή Μύκονο και στή Σύρα, «ο Επαρχος δέν ύψωσε τήν Έλληνικήν σημαίαν, διότι οι πρόξενοι και οι πράκτορες τών ξένων δυνάμεων δέν επέτρεψαν».
Κι' όταν ο τούρκικος στόλος πλησίασε στή Σαντορίνη, οι Δυτικοί ύποπρόξενοι έκαμαν επίσκεψη στον ναύαρχο του Μεχμέτ 'Αλή «κομίσαντες αύτώ πλούσια δώρα». Και ο Αγγλος άντιπρόξενος στήν Πάρο, έτρεξε νά χαιρετίσει τον Καπετάν Πασα, όταν έφτασ' έκεί.


Ό Παπαφλέσσας έχοντας ύπ' όψη του, ότι ο Γάλλος πρόξενος στήν Τήνο «παραβαίνει τά χρέη του και τολμά νά λάβη έπιρροήν είς τά πράγματα τοϋ Εθνους» κατάγγελνε στδ Εκτελεστικό Σώμα τις παραβάσεις του προσθέτοντας: «τής αυτής διαθέσεως είναι και οι λοιποί έν Ελλάδι πρόξενοι τών Ευρωπαϊκών Αυλών». Γι' αυτό, πρότεινε νά παρθούν μέτρα. Και ο Γεν. Γραμματέας του Εκτελεστικού κοινοποίησε σχετικήν εγκύκλιο, τονίζοντας ανάμεσα στ' άλλα: «...ότι ένώ αυτοί κυρίως πρόξενοι δέν είναι, η Ελληνική Διοίκησις, διά νά άποφύγη πάσαν δυσαρέσκειαν, απεφάσισε νά τούς αναγνώριση ώς τοιούτους... Και κυρίως πρόξενοι άν ήσαν πλειότερον έπρεπε νά περιορίζωνται είς τά του ύπουργήματός των και νά μή τολμούν παντάπασιν νά ανακατεύονται είς τά Ελληνικά πράγματα»


Oι Συριανοι και η επανάσταση

Τό δεύτερο επαναστατικό χρόνο, η έξοδος του τούρκικου στόλου με τόν Καρά-Άλή και η καταστροφή της Χίου, έδωσαν τήν ευκαιρία νά φανούν τά άντιεπαναστατικά αισθήματα μερικών νησιωτών και η προθυμία τους νά προσκυνήσουν στους Τούρκους. Οι Συριανοί Καθολικοί προπάντων, περσότερο άπό τούς άλλους, αμέσως άπό τήν αρχή, είχαν δείξει τήν αντίδραση τους στήν επανάσταση κι' έχοντας τήν γαλλικήν υποστήριξη έρχονταν σέ συνεννόηση με τούς Τούρκους. Τούς έπλήρωναν τούς φόρους (ένω άρνιόντουσαν νά αναγνωρίσουν και νά πληρώσουν στήν ελληνική κυβέρνηση), τούς εφοδίαζαν με όλα κι' ετσι έπλούτισαν μάλιστα πολλοί, άπό αυτό και τήν μαύρη αγορά πού ασκούσαν. Γιά τήν ευημερία, τόν πλουτισμό και τήν αντεθνική τους δράση, οι Συριανοί ήσαν μισητοί στους άλλους Έλληνες. «Ιδίως η Σύρος —γράφει ο Ζουριέν ντε λα Γκραβιέρ—· έξήπτε τήν δργήν τών φιλοταράχων γειτόνων της... Τό μίσος, ο κακός ούτος σύμβουλος λαών και ατόμων, έξήγειρε μεθ' όλα ταύτα ζηλότυπον λύσσαν έπί τή παροδική τής Σύρου εύδαιμονία».
Μα εκείνο πού τούς έκαμε περσότερο μισητούς ήταν, όταν με τήν άφιξη του τούρκικου στόλου (τό Σεπτέμβρη τοϋ 1822), «οι φιλότουρκοι τής Σύρας έσπευσαν νά προσφέρωσι τήν βαθείαν ύπόκλισίν των τω Καπητάμπασα, άποστείλαντες τούς προεστώτάς των είς τήν ναυαρχίδα».
Αντίθετα, οι Μυκονιάτες με τήν ηρωίδα τους Μαντώ, όταν 100 Αλγερινοί, έβγήκαν άπό τόν τούρκικο στόλο στό νησί τους, τούς έπολέμησαν, έσκότωσαν 13 κι' ανάγκασαν τούς άλλους νά φύγουν. Ακόμα και οι Τηνιακοί, ήσαν συγκεντρωμένοι ένοπλοι στήν παραλία, έτοιμοι νά αντισταθούν, άλλά ο τούρκικος στόλος αποσύρθηκε χωρίς νά κάνει απόβαση.
Γιά τήν τόσο δουλόπρεπη αυτή στάση τών Συριανών οι Κεφαλλωνίτες, πού ήσαν έκεϊ, αγανάχτησαν κι' έγινε συμπλοκή με τούς Συριανούς κι' έσκοτώθηκαν μερικοί και άπό τά δύο μέρη.
Επίσης η καταστροφή τής Χίου, έδωσεν αφορμή νά φανούν τά πραγματικά αίσθήματα τών Συριανών. Οταν έμαθαν τις φοβερές σφαγές τής Χίου, εξεδήλωσαν τή χαρά τους «διά χορών και ασμάτων»! «Η άτοπος χαρά —τονίζει ο Χέρτσμπεργκ— μεθ' ής λέγεται ότι οι Λατίνοι κάτοικοι τής Σύρου (δηλ. οι Καθολικοί Έλληνες) έχαιρέτιζον τάς συμφοράς τών Ελλήνων, και ιδίως τήν πτώσιν τής Χίου, και άλλα δείγματα εχθρικών φρονημάτων έπήνεγκον εν Σύρω ήδη περί τά τέλη τοϋ 1822 πολλάς πολλάκις γενομένας συγκρούσεις προς τούς Ιονίους ναύτας και πρδς άλλους Ελληνας νησιώτας».
Ακόμα, όταν οι πρόσφυγες άπό τις Κυδωνίες, τή Σμύρνη, τή Χίο κι' άργότερ' άπό τά Ψαρά, έζήτησαν έκεΐ καταφύγιο, οι Συριανοί όχι μόνο δέν τούς είδαν «με καλόν όμμα», άλλά και «οι ελεεινότεροι αυτών (οι Λατινοέλληνες) Συριανοί —ίνα μή μιανθώσιν βεβαίως— άντέκρουσαν και δι’ όπλων τήν θρησκευτικήν λατρείαν τών έν τη νήσω καταφυγόντων ορθοδόξων τής Σμύρνης, τών Κυδωνιών και διαφόρων άλλων τόπων».
Μά δέν περιορίστηκαν μόνο νά τούς εμποδίζουν νά τελούν τις θρησκευτικές τους τελετές, άλλά έφτασαν νά απαγορέψουν στό λαό νά τούς πουλάει ψωμί και δέν τούς επέτρεπαν ακόμη νά παίρνουν και νερό!.
Ό Λουκάς Ράλλης στις αναμνήσεις του, γράφει γιά τή «γενική δυστυχία» τών προσφύγων και ότι «οι πλείστοι ήσαν με λευκούς σκούφους έπί τής κεφαλής, με μισά σανδάλια, πολλοί με έσχισμένα ρούχα, άλλ' όλοι ώς μέλισσαι περιτρέχοντες πρός έξοικονόμησιν τών αναγκαίων και περί τής επαναστάσεως, πάντες ούχ' ήττον φροντίζοντες κ α ι άνεξετάζοντες». Παρ' όλη τήν εξαθλίωση τους, όμως το νου τους τον είχαν πάντα στήν επανάσταση!

Οι Έλληνες πολεμιστές, ήσαν αντίθετοι γιά τήν εγκατάσταση τών προσφύγων (όταν μάλιστα τύχαινε νά είναι και εύποροι), ιδιαίτερα στή Σύρα, πού ήταν εχθρική γιά τήν επανάσταση. «Το μόνον άπευκταΐον και άτιμον —έγραφ' ο αντιπρόσωπος τοϋ Υψηλάντη Σάλλας «το νά καταφύγωσιν οι ομογενείς μας είς τούς μόνους άσπονδους εχθρούς μ α ς» (τούς Συριανούς).
Οπως ήταν φυσικό, οι εχθρικές αυτές εκδήλωσες τών Καθολικών, έδημιούργησαν καθημερινές προστριβές με τούς πρόσφυγες.

Η κατάσταση εκτραχύνθηκε περσότερο, όταν μάλιστα οι Κεφαλλωνίτες πού είχαν συμπλακεΐ με τούς Συριανούς (άγαναχτισμένοι πού οι προεστώτες τους είχαν προσκύνηση τον Καπετάν πασά), ξαναγύρισαν στίς 12 Δεκέμβρη του 1822, μαζί με τό Ζακυνθινό Νέστορα Φαζιόλη κι' άλλους εφτανησιώτες και νησιώτες νά πάρουν εκδίκηση και νά λαφυραγωγήσουν. Οι Συριανοι όμως με τή βοήθεια αύστρακού πολεμικού, κατόρθωσαν νά τούς αποκρούσουν.

Ώς τόσο, οι συγκρούσεις μεταξύ «Πάροικων» (όπως έλεγαν τούς πρόσφυγες), και τών Συριανών, συνεχίστηκαν και η κατάσταση είχε φτάσει σέ οξύτατο σημείο. Γι' αυτό αναγκάστηκεν η Διοίκηση νά στείλει τό Γενάρη του 1823 επίτηδες άνθρωπο στή Σύρα γιά «νά καθησυχάση τά διατεταραγμένα τών ανθρώπων εκείνων πνεύματα, και τάς δύο φατρίας νά συμβιβάση, όσον είναι δυνατόν νά γίνη τούτο με άπλούς λόγους και νουθεσίας».

Στό μεταξύ στίς 10 του Φλεβάρη του 1823, ξαναγύρισ’ ο Φαζιόλης με 2000 στή Σύρα και μ' αναφορά του, έξιστορούσε στή Διοίκηση, τήν έκρυθμη κατάσταση: «ών εις τήν Σύραν, έβιάσθην νά δεχθώ και νά προφυλάξω είς τό ίδιον (πλοίον) τούς κατατρεγμένους Ελληνας παρά τών Συριανών και διά περισσοτέραν άσφάλειάν των νά υψώσω και τήν έλληνικήν σημαίαν και με τά όπλα νά προφυλάξω τήν ζωήν πολλών οπού ήθελον αδίκως νά θυσιασθοΰν παρά τών ιδίων». Ό Φαζιόλης άφού έκαψε μερικές αποθήκες στήν παραλία, έτοιμαζότουν νά μπει στήν άνω πόλη, όπου έζούσαν κυρίως οι Καθολικοί (εξόν άπό 12 οικογένειες), πού τούς προστάτευαν ιδιαίτερα οι Γάλλοι, άλλά ό Γάλλος πλοίαρχος Άργκούς, με τό πολεμικό του «Estafette», με κανονιοβολισμούς ανάγκασε τούς οπαδούς του νά αποσυρθούν, ένώ οι Καθολικοί είχαν υψώσει τή γαλλική σημαία και εζητούσαν τή βοήθεια του βασιλιά της Γαλλίας!

Και στις 5 του Ιούλη του 1823, ο Ν. Φαζιόλης έφτανε με ένα μπρίκι και 12 κανόνια γιά τρίτη φορά στή Σύρα, με τή διαφορά, ότι τώρα έρχότουν όχι ώς ιδιώτης, άλλά ώς επίσημος πλέον και αναγνωρισμένος άπό τή Διοίκηση «πολιτάρχης» (αστυνόμος). Ομως οι Καθολικοί έσπευσαν αμέσως νά ειδοποιήσουν το Γάλλο πλοίαρχο Ντέ Ριγνύ, πού ήρθε τήν άλλη ήμερα με το πολεμικό του «Μήδεια» κι' έπιασε το βρίκι ώς πειρατικό, έστειλε τούς άντρες τής πολιταρχίας στήν Υδρα και τό Φαζιόλη «σιδηροδέσμιον» στή Ζάκυνθο και τον παράδωσε στους Αγγλους πού τον έφυλάκισαν.

Παρ' όλην όμως τήν αποτυχία τών επιδρομών και τήν σύλληψη του Φαζιόλη, η κατάσταση έξακολουθούσε νά είναι πολύ ανώμαλη και νά σημειώνουνται πολλές αυθαιρεσίες, ακόμη κι' εγκλήματα και κλοπές. Γιά τήν τόσο κρίσιμη αυτή κατάσταση ανάμεσα στους «πάροικους» πού τούς έδερνε «γενική δυστυχία» και τούς φανατισμένους Καθολικούς, ο Αλέξανδρος Άξιώτης, έπαρχος στή Σύρα και τή Μύκονο, άπηυδισμένος έστειλε τήν παραίτησή του. Άλλά το Βουλευτικό, πού κατάλαβε, ότι ό Άξιώτης «βιασθείς κατά το παρόν άπό τινα παρατράγωδα γεγονότα έκεί, τά οποία χρήζουσιν έπιδιορθώσεως», ήθελε νά παραιτηθεί, με έγγραφο του στο Ύπουργείο τών Εσωτερικών, υποδείκνυε νά του κάμουν σύσταση νά μείνει στή θέση του, καθώς και νά του προσφέρουν κάθε ενίσχυση. Και ο έπαρχος πού διαδέχτηκε αργότερα τόν Άξιώτη, ο γαμπρός τών Κουντουριωταίων Έλ. Δρίτσας, προσπάθησε με αυστηρά μέσα νά επιτύχει τήν ειρήνευση. Άλλά και αυτός δυσαρέστησε ιδιαίτερα τούς Καθολικούς (πού έπροστάτευαν οι Γάλλοι στήν άνω Σύρα), ώστε έκάλεσαν πάλι (όπως γράφει ό Λ. Ράλλης στίς αναμνήσεις του), τόν Ντέ Ριγνύ, πού έστειλε πολεμικό και οι ναύτες του επήγαν στό Διοικητήριο και άφού απήγαγαν τό Δρίτσα «διά τής βίας», τόν έφεραν «όπου έδρευεν, η Ελληνική Κυβέρνησις»!
Για τήν άντεθνικήν αυτή στάση τών Ελλήνων Καθολικών, και τις αυθαίρετες ενέργειες τών Γάλλων, η Ελληνική κυβέρνηση, άπό τις αρχές του 1823, έθεωρούσε τήν κοινότητα τών Συρίων, ότι βρισκότουν σέ κατάσταση «ά ν τ ιπραττούσης ούδετερότητος», άλλά γιά λόγους εξωτερικής πολιτικής, επειδή δέν ήθελε νά εκτραχύνει περσότερο τά πράγματα «τήν ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενη ήπράκτει έναντι αυτής».

Και στήν Τήνο οι Καθολικοί, αν και λιγώτεροι (25 χωριά καθολικά, σέ 65 ορθόδοξα) , φανατισμένοι άπό τούς Παπικούς ιερωμένους και με τήν ανοχή και τήν ενίσχυση πού τούς παρείχαν οι Δυτικοί πρόξενοι, κατατυραννούσαν και έλήστευαν τούς Όρθόδοξους, όπως βλέπουμε σ' έγγραφο τους στόν έπαρχο Εμμανουήλ Σπυρίδωνος:
«...Ένώ φερόμεθα πρός αυτούς με τόσην πολιτικήν εύγένειαν ώστε ούτε εις αυτούς τούς ομοθρήσκους μας δέν φερόμεθα αυτοί όμως (οι Καθολικοί) δέν παύουν με όλους τούς τρόπους νά μας ενοχλούν, νά μας υβρίζουν, νά μας περιπαίζουν και νά μας καθυβρίζουν άναιδώς και ασεβώς τήν Διοίκησίν μας, τήν σημαίαν μας, τήν θρησκείαν μας, τήν ίεράν κοινωνίαν μας, τά ίερά έθιμα μας και όλας τάς έκκλησιαστικάς και πολιτικάς πράξεις μας, νά κλέπτουν τά ζώα μας και τούς καρπούς μας, νά μας υβρίζουν ν ά μ ά ς δ έ ρ ο υ ν, νά μας έπαπειλούν ότι όταν ήθελον έλθει οι Τούρκοι, θέλουν μας έβγάζει με τά λαγωνικά άπό τά σπήλαια διά νά μας παραδώσουν είς αυτούς, και άλλα μυρία αφόρητα κακά μάς κάνουν, τοσαύτα και τοιαύτα, ώστε σας διαμαρτυρόμεθα τον Θεόν και όρκιζόμεθα είς το ιερόν όνομα τής πατρίδος, ότι ούτε άπό αυτούς τούς εχθρούς μας έπί τής τυραννίας των ούτε έδοκιμάζομεν, ούτε ύπεφέρομεν έργα τοσούτον σκληρά και απάνθρωπα... Ηλθομεν πολλάκις άπό διάφορα χωρία δαρμένοι άπό τούς Δυτικούς... Πηγαίνομεν είς τον υποκονσολάτον (τον ύποπρόξενο), πολλάκις διά νά παραπονεθώμεν διά τά βάσανα μας, και αυτός όχι μόνον δέν δίδει άκρόασιν είς τάς δίκαια μας, άλλά μας υβρίζει, μας ξεκοντά και μάς διώχνει φοβερίζοντας μας». Και τον κόνσολο Μιχαήλ Σπαθάρη, τον κατηγορούσαν γιά δωροδοκίες και καταχρήσεις και ότι δέν έδειξε κανένα ενδιαφέρον. Γι' αύτό ζητούσαν άπο τον έπαρχο νά αντικαταστήσει τον κόνσολο, άλλως απειλούσαν ότι θά αναφερθούν στή Διοίκηση και ότι «θέλομεν εκδικηθεί με τάς χείρας μας εναντίον τών άδικούντων». Γιά τούς Δυτικούς γράφουν ακόμα, ότι «αυτοί όχι μόνον καμμίαν συνεισφοράν δέν έκαμαν άλλά ούτε τά εθνικά δικαιώματα, καθώς δέκατα τής ελληνικής γής και τελώνια... δέν έδωσαν, ένώ είς τον τύραννον έδιδον τά δεκαπλάσια».


ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΝΗΜΑ ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ , "Ο Εσωτερικός Αγώνας".


ΠΗΓΗ ''ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ''