Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

«ΜΗΔΕΝ ΝΟΘΟΝ ΔΟΓΜΑ Τῼ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΙ ΠΑΡΑΔΕΧΗΣΘΕ» (3ο ΜΕΡΟΣ)


Η οἰκουμενικότητα τῆς ᾿Ορθοδοξίας


Μέ βάση ὅσα ἤδη ἔχουμε ἀναφέρει στά προηγούμενα ἄρθρα, ἡ ᾿Ορθοδοξία εἶναι ἀνοιχτή σέ ὅλους.
Μέ ὅλους διαλέγεται καί ὅλους τούς καλεῖ στήν ἀλήθεια. ᾿Εξάλλου, ἡ οἰκουμενικότητα καί ἡ παγκοσμιότητα ἀποτελοῦν βασικά στοιχεῖα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστεως. Νά μή μᾶς διαφεύγει αὐτό ἀλλά οὔτε καί νά συγχέουμε τίς ἔννοιες. ῞Οπως ἄλλο θέωση καί ἄλλο θεοποίηση, τήν ὁποία ψευ δόμενος ὁ σατανᾶς ὑποσχέθηκε στόν Ἀδάμ, ἔτσι ἄλλο παγκοσμιότητα καί ἄλλο παγκοσμιοποίηση, τουτέστιν ἰσοπέδωση τῶν πάντων ἐν ὀνόματι τῆς οἰκονομικῆς ἀνόδου· ἄλλο οἰκουμενικότητα καί ἄλλο οἰκουμενισμός, τουτέστιν συγκρητισμός μέ τό πρόσχημα τῆς ἑνότητος· ἄλλο ταπείνωση καί ἄλλο ταπεινολογία καί ταπεινοσχημία, διά τῆς ὁποίας ἀδικοῦμε τήν ᾿Ορθοδοξία καί στραγγαλίζουμε τήν ἀλήθεια. Αὐτό πράττουμε ὅταν, δῆθεν ἀπό ἀγάπη καί ταπείνωση, ὑποβιβάζουμε τήν ᾿Ορθοδοξία στήν θέση ἑνός ἀπό «τούς πολλούς κλάδους τοῦ Χριστιανισμοῦ», ἔστω κι ἄν ἰσχυριζόμαστε πώς εἶναι ὁ καλύτερος, ὁ ὑγιέστερος, ὁ ἀρχαιότερος κλάδος. Μέ αὐτή τήν τακτική «τά ἰσοπεδώνουμε ὅλα» καί ἔτσι «σήμερα βλέπεις ἕνα νερόβραστο κόσμο», ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος π. Παΐσιος1.
῞Οπως ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός, Θεός ὤν, προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση «καί μή ἐκστάς τῆς φύσεως μετέσχε τοῦ ἡμετέρου φυράματος»2, γιά νά σώσει τόν κόσμο, ἔτσι καί τό σῶμα του, ἡ ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία προτείνει σέ ὅλους τήν ἀλήθεια τοῦ δόγματός της, γιά νά ὁδηγήσει ὅλους στήν σωτηρία. Καί τοῦτο χωρίς οὐδέ εἰς τό ἐλάχιστο νά ἀποστεῖ τοῦ δόγματός της, χωρίς σέ τίποτε νά τό ἀλλοιώσει ἤ νά τό ἀντικαταστήσει μέ νόθα δόγματα. ᾿Αρχή καί εὐθύνη της εἶ ναι, ὅπως γράφει ἡ «Ἐπιστολή τοῦ ἁγιωτάτου ἀρχιεπισκόπου Ρώμης Λέοντος πρός
Φλαβιανόν ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως», ἡ ὁποία καταχωρίσθηκε στά Πρακτικά τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (ἐν Χαλκηδόνι) «μάλιστα φροντίζειν ὥστε ἐκτός θορύβου καί φιλονεικίας καί τήν ἀγάπην φυλάττεσθαι καί τήν ἀλήθειαν ἐκδικεῖσθαι»3. Διαλεγομένη ἐπιμένει ἀδιάλλακτα στήν σώζουσα ἀλή θεια, τήν ὁποία αὐτή μόνη κατέχει. ῞Οσοι τό ἀμφισβητοῦν αὐτό, δέν ἔχουν λόγο νά συζητοῦν καί νά διαλέγονται μέ τήν ᾿Ορθοδοξία.
Αὐτή τήν τακτική μᾶς ὑπέδειξε ὁ Ἀρχηγός τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. Διαλέχθηκε καί μέ τούς φαρισαίους καί μέ τούς σαδδουκαίους καί μέ τούς ἡρωδιανούς καί μέ τούς φανατικούς μαθητές τοῦ Προδρόμου καί μέ τούς τελῶνες, μέ ὅλους.
῞Ολους τούς ἀγαποῦσε· «ἠγάπησε τόν κόσμον» (᾿Ιω 3,16). ᾿Αλλά πῶς τόν ἀγάπησε; ῞Οπως οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου φωτίζουν καί θερμαίνουν τά πάντα πάνω στήν γῆ· ὄμορφα καί ἄσχημα, καθαρά καί βρόμικα, πολυτελῆ καί εὐτελῆ, χωρίς καθόλου νά ἐπηρεάζονται ἤ νά ἀλλοιώνονται οἱ ἴδιες, ἔτσι καί ὁ ἥλιος Χρι στός ἀγάπησε τόν κόσμο, ὄχι γιά νά τόν ἀκολουθήσει καί νά ἐξομοιωθεῖ μέ αὐ τόν. Τόν ἀγάπησε γιά νά τόν ὁδηγήσει, νά τόν μεταμορφώσει καί νά τόν κατα στήσει ἀκόλουθο δικό του.
῞Οσοι δέν δέχονται αὐτή τήν προϋπόθεση δέν ὑπάρχει λόγος νά συζητοῦν μαζί του. «Καί οὐδείς ἐδύνατο ἀποκριθῆναι αὐτῷ λόγον, οὐδέ ἐτόλμησέ τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι αὐτόν οὐκέτι» (Μθ 22,46), σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος. Εἶναι δέ χαρακτηριστικό ὅτι στίς ἔντονες συζητήσεις του μέ τούς ᾿Ιουδαίους, τίς ὁποῖες διασώζει ὁ εὐαγγελιστής ᾿Ιωάννης στά κεφ. 7 καί 8, ὅταν ἐκεῖνοι ἀνεπίδεκτοι ἀληθείας ἐπέμεναν νά ἀμφισβητοῦν τήν ἴδια τήν ὑπόστασή του καί ἐπαναλάμβαναν τήν ἐρώτηση «σύ τίς εἶ», τούς ἀποστόμωσε μέ τόν παροιμιώδη λόγο «τήν ἀρχήν ὅτι καί λαλῶ ὑμῖν» (᾿Ιω 7,25), πολύ εἶναι πού κάθομαι καί συζητῶ μαζί σας4. Διέκοψε τόν διάλογο!


Χωρισμός τῆς ἀγάπης
ἀπό τήν ἀλήθεια


Μπορεῖ κανείς νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι δέν ἀγαποῦσε ὁ Κύριος; Καί ἀγαποῦμε περισσότερο ἐμεῖς, πού ἄλλοτε μέ τό διαβόητο «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν», ἄλλοτε μέ τούς ἀτελέσφορους καί ἀνούσιους διαλόγους ᾿Ορθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, «πωλοῦμε» ἀγάπη, τήν ὁποία κακῶς θεοποιήσαμε; «῾Ο Θεός ἀγάπη ἐστί», τό μαρτυρεῖ ἡ ἁγία Γραφή, ἀλλά ἡ ἀγάπη δέν εἶναι θεός! Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι διακηρύττουν ὅτι ἡμεῖς «ἀγαπῶμεν ἐν ἀληθείᾳ» (Α´ ᾿Ιω 3,18· Β´ ᾿Ιω 1) καί συγχρόνως «ἀληθεύομεν ἐν ἀγάπῃ» (᾿Εφ 4,15). Δέν διαχώρισαν ποτέ τήν ἀγάπη ἀπό τήν ἀλήθεια, διότι ἡ ἀγάπη «συγχαίρει τῇ ἀληθείᾳ» (Α´ Κο 13,6)· δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς τήν ἀλήθεια, εἶναι φυτό ἀληθοχαρές!
Στήν ἴδια γραμμή κινοῦνται οἱ ἅγιοι πατέρες. «Εἴ που τήν εὐσέβειαν παραβλαπτομένην ἴδοις», λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, «μή προτίμα τήν ὁμόνοιαν τῆς ἀληθείας». Στάσου γενναῖος μέχρι θανάτου καί διατηρώντας τήν φιλική διάθεση πρός ὅλους, σέ τίποτε μή προδόσεις τήν ἀλήθεια5.
Δέν χωρίζεται ἡ ἀγάπη ἀπό τήν ἀλήθεια. ῾Ο διαχωρισμός τους, ἐπί ζημίᾳ βέ βαια καί τῶν δύο, εἶναι τῶν ἡμερῶν μας ἐπίτευγμα. Εἶναι τό κατόρθωμα τοῦ συγχρόνου διαχριστιανικοῦ συγκρητισμοῦ! Ποτέ ἄλλοτε ἡ λέξη ἀγάπη δέν χρησιμοποιήθηκε τόσο πρόχειρα, ἀνεύθυνα καί ὕπουλα εἰς βάρος τῆς ἀλήθειας. Ποτέ στήν ἱστορία τῆς ᾿Εκκλησίας δέν χρησιμοποιήθηκαν στίς σχέσεις μέ τούς αἱρετικούς οἱ ἀνταλλαγές ἐπισκέψεων καί δώρων, οἱ ἑκατέρωθεν φιλοφρονήσεις, οἱ ἐναγκαλισμοί καί οἱ ἀσπασμοί μέ πλήρη ἤ ἔστω μερική παραθεώρηση τῆς ἀλήθειας.
Διαλέχθηκαν μέ τούς ἑτεροδόξους οἱ πατέρες μας, ἀλλ᾿ ἐν ἀνυποκρίτῳ ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ. «Οὐ γάρ νικῆσαι ζητοῦμεν, ἀλλά προσλαβεῖν ἀδελφούς, ὧν τῷ χωρισμῷ σπαρασσόμεθα»6, ἐξομολογεῖται ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ποτέ ἡ ἀγάπη δέν κατήργησε οὔτε ὑποβίβασε τό δόγμα. Ποτέ δέν παραμερίσθηκε ἡ ἀλή θεια χάριν μιᾶς κατ᾿ ἐπίφασιν εἰρήνης. «῎Αν ἡ εἰρήνη περιορίζεται μόνο στά λόγια, εἶναι καταγέλαστη», γράφει ὁ Μ. Βασίλειος7, ἐνῶ ὁ εὐαίσθητος καί πραότατος Θεολόγος Γρηγόριος διαγγέλλει· «Κρείττων γάρ ἐπαινετός πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καί διά τοῦτο τόν πραΰν μαχητήν ὁπλίζει τό Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον»8. Εἶναι μία ρήση ὄντως σκληρή, ἀλλά διαφωτιστική καί σωτή ρια, ὅπως κατ᾿ ἐπανάληψιν ἀπέδειξε ἡ ἱστορία. Τήν ἐπιβεβαιώνει καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος τεκμηριώνοντας τόν λόγο του μέ παραδείγματα τῆς βιβλικῆς ἱστορίας συνάγει: «῎Εστιν οὖν σχισθῆναι καλῶς καί ἔστιν ὁμονοῆσαι κακῶς... ῞Ωστε οὐ πανταχοῦ ὁμόνοια καλόν, ὥσπερ οὖν οὐδέ πανταχοῦ ἡ διάστασις κακόν»9.
῞Οταν οἱ αἱρετικοί ἐπέμεναν στίς κακοδοξίες τους οἱ πατέρες ἔπαυαν νά συζητοῦν μαζί τους ἐφαρ μόζοντας τήν ἀποστολική παραγγελία «αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καί ἁμαρτάνει ὤν αὐτοκατάκριτος» (Τίτ 3, 10). Μαχητικός καί ἀνένδοτος ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θεωρεῖ αὐτονόητο ὅτι πρός τό συμφέρον τῆς εἰρήνης, πρέπει νά ἀποκόπτονται ἀπό τό σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας ὅσοι δέν συμμορφώνονται πρός τίς ἀρχές της. «῎Αν κόβουμε», λέγει «τό σάπιο καί ἀθεράπευτο μέλος τοῦ σώματος, ὄχι διότι τό περιφρονοῦμε, ἀλλά διότι ἔτσι θά διασφαλίσουμε τό ὑπόλοιπο σῶμα, πόσο πιό ἀναγκαῖο εἶναι νά ἀκολουθοῦμε αὐτή τήν τακτική στήν περίπτωση τῆς κακίας;... Αὐτή ἡ τακτική πολλές φορές ἀποβαίνει ὠφέλιμη ὄχι μόνο γιά τήν ᾿Εκκλησία ἀλλά καί γιά τούς ἴδιους (τούς παρεκτρεπομένους)»10. Μέ αὐστηρότητα στι γματίζει ὁ ἅγιος πατέρας κάθε ἐπιπόλαιη προσέγγιση πρός τούς αἱρετικούς καί τήν παραβάλλει πρός τόν διάλογο τῆς Εὔας μέ τόν ὄφι. Τόσο μεγάλο κακό εἶναι νά ἀποκαλύπτουμε σέ ὅλους ἀβασάνιστα τά θεῖα μυστήρια. ῎Ας τό ἀκούσουν, λέει, «οἱ ἁπλῶς καί ἀδιαφόρως πρός ἅπαντας διαλεγόμενοι»11. Τότε καί τώρα.
Κρατοῦμε τήν πίστη μας, γράφει ὁ ἐπίσκοπος ᾿Αντιοχείας ἅγιος ᾿Αναστάσιος ὁ Α´, «πίστει κραταιούμενοι καί κατά τῶν αἱρετικῶν ἀγωνιζόμενοι τῶν διαιρούντων ἤ συγχεόντων ἤ οὐχ ὁμολογούντων τήν ἀλήθειαν»12. ῾Η καταπάτηση τῆς ἀλήθειας δέν συνάδει μέ τήν ἀγάπη, εἶναι πρόσχημα, προσωπεῖο, μάσκα ἀγάπης. Καί ἐπειδή, λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος, τό πρόσχημα τῆς ἀγάπης ἐπιφέρει μεγάλη ζημία, «σκοπεῖν ὀφείλομεν οἷς ἑαυτούς ἀναμίγνυμεν»13, πρέπει νά προσέχουμε πολύ μέ ποιούς συναναστρεφόμαστε. Αὐτή τή στάση ἄλλωστε συστήνει ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης, στόν ὁποῖο ἡἘκκλησία ἀπέδωσε τόν χαρακτηρισμό «μαθητής τῆς ἀγάπης»˙ «εἴ τις ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν διδαχήν οὐ φέρει, μη λαμβάνετε αὐτόν εἰς οἰκίαν καί χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε» (Β΄ Ἰω 10).

Ὑποσημειώσεις

1. Γέροντος Παϊσίου, Πνευματική
᾿Αφύπνιση, τ. Β´, ἔκδ. ῾Ησυχ. ἁγ. ᾿Ιω.
Θεολόγου Σουρωτῆς 1999, σελ. 46.
2. γ´ Κάθισμα ῎Ορθρου 25ης Δε-
κεμβρίου, Μηναῖον Δεκεμβρίου, ἔκδ.
«᾿Αποστολικῆς Διακονίας», σελ. 505.
3. Consilium universale Chalcedonense
anno 451, ἔκδ. Ε. Schwartz, Acta consiliorum
oecomenicorum, τόμ. 2ος, μέρ.
2ον, Berlin 1962, σελ. 47.
4. Βλ. Στ. Ν. Σάκκου, Περί τῆς με-
ταφράσεως τῆς Καινῆς Διαθήκης,
τεῦχ. Α´, ᾿Αθῆναι 1970, σελ. 40-43.
5. Εἰς Ρωμαίους 22,2· ΡG 60,611·
ΕΠΕ 17,472· «Εἴ που τήν εὐσέβειαν
παραβλαπτομένην ἴδοις, μή προτίμα
τήν ὁμόνοιαν τῆς ἀληθείας, ἀλλ᾿ ἵστα-
σο γενναίως ἕως θανάτου... ἀλλ᾿ ἔσο
φίλος κατά γνώμην... τήν ἀλήθειαν μη-
δαμοῦ προδιδούς».
6. Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς Πεν-
τηκοστήν 8· ΡG 36,440Β· ΕΠΕ 5,130.
7. Μ. Βασιλείου, Πατροφίλῳ
ἐπισκόπῳ τῆς ἐν Αἰγεαῖς ἐκκλησίας,
᾿Επιστολή σν´· ΡG 32,932Α· ΕΠΕ 2,88.
8. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Β´,
᾿Απολογητικός τῆς εἰς τόν Πόντον
φυγῆς 82· ΡG 35,488C· ΕΠΕ 1,176.
Πρβλ. ᾿Ισιδώρου Πηλουσιώτου,
Πέτρῳ μοναχῷ, ᾿Επιστολή 4,36· ΡG
78,1088C· ΕΠΕ 4,66-68· «῎Εστιν, ὦ
σοφέ, καί πόλεμος εὐαγής καί εἰρήνη
πάσης ἀσπόνδου μάχης ἀργαλε-
ωτέρα... Λησταί μέν γάρ πρός
ἀλλήλους σπένδονται κατά τῶν μηδέν
ἀδικούντων ὁπλιζόμενοι... καί ὁ μέν
μοιχός εἰρηνεύει πρός τήν μοι-
χευομένην, ὁ δέ πόρνος πρός τήν πορ-
νευομένην. Μή τοίνυν πανταχοῦ τήν
εἰρήνην νόμιζε εἶναι καλόν. ῎Εστι γάρ
πολλάκις παντός πολέμου χαλε-
πωτέρα».
9. ᾿Ιω. Χρυσοστόμου, Εἰς ᾿Ιωάννην
47,2· ΡG 59,314· ΕΠΕ 14,58.
10. Αὐτόθι 47,3· ΡG 59,314· ΕΠΕ
14,58.
11. ᾿Ιω. Χρυσοστόμου, Εἰς Γένεσιν
16,2· ΡG 53,127-128· ΕΠΕ 2,416.
12. Διάλεκτος Β´ 3,48· Σ.Ν.Σάκκου,
᾿Αναστασίου Α´ ᾿Αντιοχείας ἅπαντα,
Θεσ/νίκη 1976.
13.Μ. Βασιλείου, Περί ἀγάπης τῆς
πρός Θεόν καί τόν πλησίον (᾿Επιλογή
Συμεών Μεταφραστοῦ), ΡG 32,1149Β.



ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1921

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου