Στο δημοσιευμένο κείμενο βλέπουμε μια εωσφορική τακτική του "ορθόδοξου" πατριάρχη, ο οποίος φέρεται σαν γνήσιος οικουμενιστής, δηλ., άλλα να λέει την μια φορά και άλλα την άλλη, για «να κερδίσει χρόνο», όπως εξάλλου, κατά τον Μ. Αθανάσιο, συνηθίζουν να κάνουν οι αιρετικοί.
Ασφαλώς και δεν εκφράζεται υμνολογικά για την Ένωση (αυτού του βαθμού ευφυΐα την έχει, όπως και περισσή πονηρία για παραπλάνηση των αφελών), συντηρεί, όμως έτσι τον Διάλογο, ο οποίος αποβαίνει μακροχρονίως εις βάρος της Ορθοδοξίας, αφού αμβλύνει τα αισθητήρια των πιστών και Ουνιτικοποιεί, ιδίως την τελευταία δεκαετία, ραγδαίως τα μέλη της Εκκλησίας, ιερωμένους και λαϊκούς, οι οποίοι σαν ναρκωμένοι δεν αντιδρούν, ωσάν η Ένωση να έχει γίνει ή να μην τους ενδιαφέρει.
Πέρα, όμως, από αυτά, ο πατριάρχης έχει καταπατήσει και καταπατεί Ι. κανόνες, ευαγγελικά και αποστολικά παραγγέλματα, η παράβαση των οποίων ισοδυναμεί με την αυτοαφορισμό από την αλήθεια της Εκκλησίας, την απόσχιση/αποκοπή δηλ. από τον Χριστό.
Έστω κι αν αυτή η αποκοπή δεν έχει επισημοποιηθεί με πράξη της Εκκλησίας.
Εντολή του Χριστού, των αποστόλων και των Αγίων Πατέρων είναι, η απομάκρυνση από τους «αιρετικούς μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν».
Εδώ, όχι μόνο δεν απομακρυνόμαστε από τους αιρετικούς, αλλά συζητάμε μαζί τους χωρίς να τους νουθετούμε, τους αποδεχόμαστε ως έχοντας ιερωσύνη και μυστήρια, δεχόμαστε ότι αποτελούν και αυτοί Εκκλησία και ότι έχουμε μαζί τους την ίδια αποστολή (οι ορθόδοξοι με τους αιρετικούς), με αποτέλεσμα οι πιστοί να μιμούνται τους «αδελφούς» παπικούς και προτεστάντες σε πολλά θέματα, εκκοσμικεύοντας την εκκλησιαστική ζωή τους.
Το αν αυτή η ασθένεια συναντάται και στο παρελθόν, ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να ισχυρισθεί ότι πρέπει να την επιτρέψουμε και σήμερα, γιατί αυτό αποτελεί υιοθέτηση της ασθένειας, ανταρσία κατά των Εντολών του Θεού, ο οποίος όχι μόνο δεν «χαίρεται» τις κατά καιρούς παραβάσεις και ακαταστασίες, αλλά κυρίως δεν συγχωρεί αυτούς που τις επαναλαμβάνουν ή τις δικαιολογούν με μια αμοραλιστική λογική.
Τέλος, στην ομιλία του ο πατριάρχης, ζήτησε από τους μοναχούς υπακοή.
Και πάλι παραπλανώντας όχι τους μοναχούς (αυτοί, ασχέτως κι αν δεν αντιδρούν, γνωρίζουν τα περί υπακοής), αλλά τους εκτός Αγίου Όρους αποδέκτες των λόγων του.
Επικαλέστηκε, λοιπόν, τον λόγο του απ. Παύλου «πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε», ξεχνώντας φαναριώτικα ότι ο απόστολος συνεχίζει και μας συνιστά την προσοχή, σε ποιούς ηγουμένους θα υπακούομε.
Και μας συμβουλεύει, πως αιρετικούς ηγουμένους σαν τον πατριάρχη, και αδιάφορους ηγουμένους, σαν κι αυτούς που υποδέχονται τον αιρετικό πατριάρχη, ΔΕΝ πρέπει να τους ακούμε και ακολουθούμε.
Θα εξετάσουμε πρώτα την συμπεριφορά τους και την ορθοδοξία τους και μετά θα τους ακολουθήσουμε, ως εάν να ακολουθούμε το Χριστό: «ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, μιμείσθε την πίστιν»!
Ο πατριάρχης, λοιπόν, έχει δώσει εξετάσεις, έχει διαπιστωθεί η αιρετίζουσα συμπεριφορά του και ουδείς ορθόδοξος μπορεί να τον ακολουθήσει.
Μόνο προσευχή για τη μετάνοιά του μπορεί κανείς να κάνει, προσευχή για τη μετάνοιά μας, που επειδή είμαστε τέτοιοι, «τοιούτους» ηγουμένους επιτρέπει ο Θεός να έχουμε.
Π.Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου