Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΙΣ ΤΟ ''ΜΗΝΥΜΑ'' ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ Κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ


Όλοι αναγνώσαμε το ''Αυστηρό μήνυμα'' του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, και πραγματικά εξεπλάγην δια την ''εμμονή'' του πρός την συνέχιση των άκαρπων εως τώρα δήθεν «διαλόγων»!

Ο Οικ. Πατριάρχης αναφέρει ότι «για την οδό που οδηγεί στην «τελείωσιν του μοναχού», ο «πρώτος όρος είναι η υπακοή» η οποία ελαφρύνει τον ζυγόν της ασκητικής ζωής, διότι το βάρος αυτού αίρεται υπό του ηγουμένου».

Βεβαίως και έτσι είναι. Όμως δια ποιά υπακοή ομιλεί ο ίδιος; Η υπακοή δεν είναι ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ πρός κάποιον, είτε είναι Πατριάρχης, είτε Ηγούμενος, είτε Γέροντας κ.λπ. Η υπακοή έχει και προυποθέσεις. Οι Άγιοι Πατέρες μας λέγουν «Μελέτα την Άγια Γραφή και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, ιδιαίτερα τα πρακτικά τους κεφάλαια. Και συγκρίνοντας την διδασκαλία τους με την διδασκα­λία και την διαγωγή του δασκάλου σου και γέροντα σου, φρόντιζε να βλέπεις σαν σε καθρέφτη (στην ζωή και συμπεριφορά του), την ποιότητα του, για να κατα­λάβεις, πως πρέπει να ενεργείς και συ. Εάν η διδασκαλία του συμφωνεί με την Αγία Γραφή, δέξου την, κάμε την δική σου, και συγκράτησε την στον νου σου. Μα αν είναι κακή και λανθασμένη, να την απορρίψεις, για να μην πέσεις σε πλάνη. Γιατί πρέπει να το ξέρεις, ότι πολλοί ψευδοδιδάσκαλοι και απατεώνες παρουσιάσθη­καν στις ημέρες μας» (Φιλοκ. τόμ. Γ', σ. 242, κεφ. λγ'). Επίσης να τονίσουμε ότι υπάρχει και ''ΑΞΙΕΠΑΙΝΗ ΑΠΕΙΘΕΙΑ''. Η σαφής επισήμανση του Αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτας (Γαλ. 1, 8.9), και μάλιστα δύο φορές με επίταση («ως προειρήκαμεν, και άρτι πάλιν λέγω») να μη δεχθούν καμμία καινοτομία του ευαγγελικού κηρύγματος, ακόμη κι αν προέρχεται από άγγελον εξ ουρανού ή από τους ιδίους τους Αποστόλους, φανερά καταργεί κάθε έννοια «Πρωτείου» των μεμονωμένων προσώπων έναντι της Παραδόσεως μέσα στην Εκκλησία (αφού ούτε οι ίδιοι οι Απόστολοι δεν μπορούν υστερογενώς να αλλάξουν το Ευαγγέλιόν τους, επειδή είναι «άνωθεν»), αλλά και επιπλέον αρκεί από μόνη της να μάς καθοδηγήσει στο τί γίνεται όταν φαινόμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε υπακοή εναντίον της Πίστεως της Εκκλησίας: απομακρύνουμε όποιον αλλοιώνει το αρχαίο ευαγγελικό κήρυγμα («ανάθεμα έστω»).

«δεύτερος όρος» είναι «η μεταξύ των αδελφών αγάπη και ενότης» και «η μη η εν υμίν μήτε διχοστασίαι και έριδες», οι οποίες «ατυχώς» εμφιλοχωρούν «εξ εγωισμού και φιλοδοξίας ωρισμένων εις μοναστικάς αδελφότητας» και οδηγούν «εις επικινδύνους και ολισθηράς δια την ψυχικής σωτηρίαν και την πνευματικήν πρόοδον ατραπούς».


Βεβαίως και πρέπει να υπάρχει και αγάπη αλλά και ενότης, όμως δια ποιάν αγάπη μας ομιλείτε και δια ποιά ενότητα;
Αντιθέτως προς την αληθή αγάπη, έχουμε και την «εσχηματισμένη», τη φαινομενική και ψευδή αγάπη, τον «αγαπισμό», ο οποίος προωθείται από τις δυνάμεις του σκότους και έχει μόνο την εξωτερική εμφάνιση της αγάπης, λ.χ. ως «αγαπολογία», αλλά οδηγεί στην πνευματική και αιώνια καταστροφή. Ο αγαπισμός αυτός, προωθώντας την επιφανειακή επί γης ειρήνη πολεμεί την αλήθεια, με την πρόφαση ότι δήθεν «ο αγώνας υπέρ μιας απολύτου αληθείας, βλάπτει την αγάπη και την ειρήνη».
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας συμβουλεύει «Ουχ απλώς την φιλίαν θαυμάζει, ουδέ απλώς την αγάπην, αλλά την εξ επιγνώσεως· τουτέστιν, ουχ ίνα προς άπαντας τη αυτή χρήσησθε αγάπη· τούτο γαρ ουκ αγάπης, αλλά ψυχρότητος. Τι εστιν, εν επιγνώσει; Τουτέστι, μετά κρίσεως μετά λογισμού, μετά του αισθάνεσθαι. Εισί γαρ τινες αλόγως φιλούντες, απλώς και ως έτυχεν· όθεν ουδέ σφοδράς είναι τας τοιαύτας φιλίας συμβαίνει [...] Ουκ εμού ένεκεν ταύτα λέγω, φησίν, αλλ' υμών αυτών· δέος γαρ μη τις παραφθαρή υπό της των αιρετικών αγάπης [...] Ου δι' εμέ, φησί, ταύτα λέγω, αλλά ίνα ήτε υμείς ειλικρινείς· τουτέστιν, Ίνα μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχησθε» (Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την προς Φιλιππησίους 2, PG 62, 189,191).
Επειδή ου «πανταχού ομόνοια καλόν» (Χρυσοστόμου, PG. 57, 405), «εξέλθετε εκ μέσου» των ετεροδιδασκαλούντων «και αφορίσθητε (διαχωρισθήτε), λέγει Κύριος» (2 Κορινθ. στ΄ 17).
Οι Ορθόδοξοι δεν δημιουργούν διάσπαση καμμίας ενότητας διότι αποχωρίζονται, ουχί εκ της Εκκλησίας, αλλ΄ εκ των κακοδοξούντων, αποτειχιζόμενοι τούτων, κατα νόμον Κυρίου. Αγωνίζονται εναντίον της επεισελθούσης αιρέσεως και υπερ της πατρώας ευσεβείας, εν ενότητι πίστεως και εν διακρίσει Θεού. Της «αιρέσεως αποσχιζόμενοι» ενούνται «τη ευσεβεία (Ορθοδοξία)», μη φερόμενοι έξω «της βασιλικής οδού», δια «νωθείαν (νωθρότητα)» ή «θερμότητα». «Αμφοτέρων» τούτων, «όσον εστί βλαβερόν» διαφεύγουσι, «της μεν τον όκνον, της δέ το θράσος». «Ομοίως γαρ άχρηστα, και νωθρότης άπρακτος και θερμότης απαίδευτος» (Γρηγορίου Θεολόγου, PG. 36, 180)
Επίσης ''διχοστασίαι'' και ''έριδες'' ουδέποτε δημιουργεί ο Ορθόδοξος Χριστιανός, αγωνίζεται όμως και πολεμεί δια την πίστη του, όπως μας λέγει χαρακτηριστικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος· «κρείσσων επαινετός πόλεμος ειρήνης χωριζούσης Θεού· και δια τούτο τον πραΰν μαχητήν οπλίζει το Πνεύμα, ως καλώς πολεμείν δυνάμενον». (Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος Β΄, Απολογητικός της εις Πόντον φυγής ένεκεν 82, PG 35, 488C. Έμμεση αναφορά στο αγιογραφικό χωρίο « ο πραΰς έστω μαχητής» (Ιωήλ 4,11).
Και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, γράφει: «Συλλογίσου πως δεν πρέπει να έχης τόσην πολλήν θερμότητα και ζήλον της ψυχής εις τρόπον οπού δι' αυτόν να υστερήσαι την ησυχίαν και την ειρήνην της καρδίας [...] Εάν όμως ο λόγος και η υπόθεσις είναι περί πίστεως και των παραδόσεων της Εκκλησίας μας, τότε και ο πλέον ειρηνικός και ήσυχος πρέπει να πολεμή υπέρ αυτών, πλήν όχι με ταραχήν της καρδίας, αλλά με ένα θυμόν ανδρείον και σταθερόν, κατ΄ εκείνο του Ιωήλ "εκεί ο πραΰς έστω μαχητής" (Ιωήλ δ΄ 11)».

«Το επικίνδυνον δε έγκειται εις το γεγονός ότι ο τοιούτος μοναχός πλανάται θεωρών ότι ούτος τηρεί «άσπιλον» την παρακαταθήκην της πίστεως, αγνοών την εντολή του Θεού διατυπούμενην σαφώς υπο του πρωτοκορυφαίου των αποστόλων Παύλου : «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε, αύτοι γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών, ως λόγον αποδώσοντες».

Σχετικώς με το χωρίο, «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε· αυτοί γαρ αγυπνούσιν υπέρ των ψυχών ημών ως λόγον αποδώσοντες» (Εβρ. 13, 17) σημειώνουμε εδώ και το εξής αξιοπρόσεκτο· η αιτιολογία της υπακοής στους «ηγουμένους», δηλ. τους προεστώτες, είναι ότι αυτοί «αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών ημών»· η υπακοή δεν είναι απροϋπόθετη. Αν, βάσει της εκκλησιαστικής εμπειρίας διαπιστώνεται, ότι αυτοί ολιγωρούν, αδιαφορούν, για τις ψυχές και αμελούν για τους πνευματικούς κινδύνους και πρωτίστως την αίρεση, τότε αίρεται, καταργείται το καθήκον της υπακοής σε αυτούς.
Όπως έχει λεχθή σχετικώς «Η Αγία Γραφή εν πρώτοις κάνει διάκριση μεταξύ καλών και κακών ποιμένων, αληθινών και γνησίων ποιμένων, διδασκάλων, προφητών από τη μια πλευρά και ψευδοποιμένων, ψευδοδιδασκάλων και ψευδοπροφητών από την άλλη [...] οι πιστοί έχουν ευθύνη για το αν θα ακολουθήσουν τους κακούς ποιμένες, [...] η υπακοή δεν είναι αδιάκριτη, αλλά διακριτική».
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης διευκρινίζοντας στο «Πηδάλιον», τη σπουδαία και έγκριτη αυτή συλλογή του των ιερών Κανόνων, για πόσες αιτίες μπορεί να αναχωρήσει ο Μοναχός από το Μοναστήρι του απαριθμοί ανάμεσα σ' αυτές το αν ο Ηγούμενος είναι αιρετικός και συνεχίζει παραπέμποντας στον Μέγα Βασίλειο. «Ο δε Μέγας Βασίλειος (όροι κατά πλάτος λϚ΄) δια μίαν αιτίαν μόνον συγχωρεί να αναχωρή τινας από το Μοναστήριόν του, ήτοι εάν έχη βλάβην ψυχικήν, την οποίαν, λέγει, πρέπει πρώτον να την φανερώνη εις τους έχοντας δύναμιν να την διορθώσουν, και αν δεν την διορθώσουν, τότε να χωρίζεται, όχι πλέον ωσάν από αδελφούς, αλλά ωσάν από ξένους και τα επίλοιπα ενδιαφέροντα και ψυχωφελή».
Είναι φανερό και εδώ, ότι αν είναι ο Γέροντας-Πνευματικός αιρετικός (η αν είναι φιλο-αιρετικός και αναλόγως του βαθμού που τείνει προς την αίρεση), όχι μόνον υπακοή δεν οφείλεται σ' αυτόν, αλλ' επιβάλλεται και απομάκρυνση.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος θεωρείται από την Εκκλησίας μας «θεόπνευστον όργανον και δογμάτων πέλαγος ανεξάντλητον», ερμηνεύοντας την αποστολική εντολή περί υπακοής και ευπειθείας προς τους Προεστώτες, τους Ηγουμένους, «πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε» (Εβρ. 13, 17) διευκρινίζει : «Αλλ' ίσως θα μας ειπή κάποιος, ότι υπάρχει και τρίτο κακό [εκτός από την αναρχία και την απειθαρχία], όταν ο άρχοντας [της Εκκλησίας] είναι κακός. Το γνωρίζω και εγώ, και δεν είναι μικρό το κακό τούτο, αλλά και πολύ χειρότερο από την αναρχία: διότι είναι καλύτερο να μη καθοδηγείσαι από κανένα, παρά να καθοδηγείσαι από κάποιον κακόν. Διότι ο μεν πολλές φορές σώθηκε, και πολλές φορές εκινδύνευσε, αλλά αυτός οπωσδήποτε θα κινδυνεύσει, οδηγούμενος προς βάραθρα. Πως λοιπόν λέγει "Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε;" Αφού πιο πάνω είπε "των οποίων βλέποντες την έκβαση της ζωής, μιμείσθε την πίστη τους" τότε είπε "Πειθαρχείτε στους ηγουμένους σας και υπακούετε". Τι γίνεται λοιπόν, λέγει, όταν είναι πονηρός και δεν πειθαρχούμε; Πονηρός, πως το εννοείς; Αν εξ αιτίας της πίστεως, απόφευγε και παράτησέ τον, όχι μόνον αν είναι άνθρωπος, αλλά κι αν είναι άγγελος που κατέρχεται εξ ουρανού [Γαλ. 1, 8] Αν εξ αιτίας της ζωής του, μη ασχολείσαι [...] Αλλά μη προσέχετε στη ζωή, αλλά στα λόγια τους· διότι εξ αιτίας των ηθών δεν θα ημπορούσε κανείς ποτέ να βλαβτεί. Γιατί; Διότι είναι φανερά σε όλους, και ο ίδιος, ακόμη κι αν είναι πονηρός μύριες φορές, ποτέ δεν θα διδάξει πονηρά. Αλλά όταν είναι στην πίστη [πονηρός] ούτε είναι φανερό σε όλους, κι ο πονηρός δεν θα σταματήσει να διδάσκει. Διότι και το "Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε" είναι για τον βίο και όχι για την πίστη».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης καταδίκασε τη στάση των αρνητών του διαλόγου «μετά των ετεροδόξων», τονίζοντας ότι η «κατέχουσα την αλήθεια» Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει να φοβάται «οιασδήποτε εκπτώσεως, η παραχαράξεως της αγίας ημών πίστεως», αλλά συνεχίζει τον διάλογο «δια να πεισθούν οι καλοπροαίρετοι, εκ των συνομιλητών ημών».


Μα ουδείς αμφιβάλλει ότι η κατέχουσα όντως την αλήθεια, Ορθοδοξία, φοβάται! Αυτό όμως που ακριβώς που προσπαθείτε εδω και αρκετά χρόνια, δεν είναι η επερχομένη πτώση της ή η παραχάραξή της, αλλά η αλλοίωσή της, διότι σκοπός είναι να δημιουργηθεί αλλοιωμένο φρόνημα εις τους Ορθοδόξους, όπως πολύ σωστά έγραφε παλαιότερα ο π. Αρσένιος Βλιαγκόφτης και όπως ήδη γίνεται εις τις ημέρες μας.

«Εν τω συνόλω, ο διάλογος ενδέχεται να φαίνηται αποτυχημένος. Η Θεία Χάρις όμως ενδέχεται να προσείλκυσε προς την αλήθειαν, τινάς των συμμετεχόντων εις αυτόν. Διότι, δεν αξίζει να διεξάγεται διάλογος, ακόμη και εάν μια μόνον ψυχήν ελκυσθή προς την αλήθειαν;».

Μα δια ποιόν διάλογο μας ομιλείτε; Διότι εμείς βλέπουμε συνεχώς συμπροσευχές, συνευλογίες, συμμετοχές σε κοινές λατρευτικές και λειτουργικές συνάξεις κ.α.
Αλλά και διάλογος να γινόταν, ποιός απο τους αιρετικούς που εσείς συνδιαλέγεστε επέστρεψε εις την Ορθοδοξία; Μα δεν υπάρχει καν κάποιος λόγος δια της επιστροφή τους. Μάλλον το αντίθετο, διότι εσείς υπογράφετε ως μέλη του Π.Σ.Ε. ότι όλες οι «Εκκλησίες» είναι ΙΣΟΤΙΜΕΣ μεταξύ τους, και μάλιστα ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΣ τον προσηλυτισμό της μίας πρός την άλλη. Πώς όμως, σας ερωτώ, θα διδαχθούν οι Δυτικοί ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Μία, και Αληθινή όταν την βλέπουν να συναναστρέφεται με τις ψεύτικες <<Εκκλησίες>> σαν ίσος πρός ίσον;
(σ.σ. απαραίτητη προυπόθεσις της συμμετοχής είς το Π.Σ.Ε. είναι η ΙΣΟΤΗΤΑ μεταξύ των Εκκλησιών μελών του Συμβουλίου, όπως επίσης και ο διάλογος να διεξάγεται επί ίσοις όροις). Δεν θα νομίσουν μάλλον έτσι πως η Ορθοδοξία είναι σαν και τις άλλες σχετική και μερική; (σ.σ. Έν τούτοις η Παπική Εκκλησία δεν παύει να διακηρύττη θρασέως και επιμόνως ότι αποτελεί την ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ, καλούσα είς επιστροφήν το μακράν αυτής ποίμνιον... Παραθέτομεν αποδεικτικά κείμενα της ανωτέρω πλαστογραφίας της Ιστορίας και του Ευαγγελικού μηνύματος.
<<Το Π.Σ. Εκκλησιών ετόνισεν ο Πάπας, είναι θαυμαστή κίνησις Χριστιανών, τέκνων του Θεού, τα οποία ήσαν ΔΙΕΣΚΟΡΠΙΣΜΕΝΑ και τα οποία τώρα αναζητούν την αποκατάστασιν της ενότητος. (Ακουέτωσαν οι Ορθόδοξοι, οι αποτελούντες ώς ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΜΕΛΗ του Συμβουλίου τούτου, <<διεσκορπισμένα τέκνα του Θεού>>...!!!)
Η μήπως είναι λογικό να ελπίση κανείς ότι τα συμβούλια αυτά φανατικών ρασοφόρων και παστόρων μπορούν ποτέ να αναγνωρίσουν την αλήθεια; Κολακεύουν μόνον τους Ορθοδόξους, και αυτό για να τους προσελκύσουν πρός το μέρος τους. Άν είχαν πραγματική νοσταλγία για την Ορθοδοξία και ήθελαν να την γνωρίσουν, δεν θα είχαν ανάγκη απο τα συμβούλια και τις συνεδριάσεις. Θα πήγαιναν να πιούν απο τις πηγές της, απο τους Πατέρας και τους αγίους της. Όχι, ο καλλίτερος τρόπος για να πείσεις τους άλλους για την αλήθεια είναι να πιστεύης ο ίδιος σ' αυτήν. Να μην την συζητής αλλά να την ομολογής μόνον. Τα συνέδρια και τα συμβούλια ΣΥΖΗΤΟΥΝ την αλήθεια. Αυτό όμως είναι προδοσία. Γιατί δεν πρόκειται για διάλογο και νουθεσίες πρός αιρετικούς, αλλά για συζήτησι με <<Εκκλησίες>>. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΖΗΤΑΕΙ ΣΥΖΗΤΗΤΑΣ ΑΛΛΑ ΟΜΟΛΟΓΗΤΑΣ. Η αλήθεια που μας εδίδαξε δεν είναι απο εκείνες που συζητούνται.
Στα διάφορα οικουμενικά συνέδρια ή συζήτησι παίρνει την μορφή εμπορίου όπου γίνεται ανταλλαγή υποχωρήσεων στα ζητήματα της πίστεως για να επέλθη μία τελική συμφωνία. Κάτω απο τέτοιες συνθήκες, και μόνη η προσέλευσις ενός Ορθοδόξου σ΄ ένα οικουμενικό συνέδριο είναι προδοσία του Χριστού. Γιατί, προσερχόμενος ο Ορθόδοξος, ομολογεί την πίστι του συζητήσιμη, και αφήνει να εννοηθή ότι άν του δοθούν ικανοποιητικά ανταλλάγματα θα κάνη και αυτός υποχωρήσεις.
Οι πατέρες δεν συζητούσαν με τους αιρετικούς. Ομολογούσαν την αλήθειαν και ανέτρεπαν τους ισχυρισμούς των, χωρίς ευγένειες και φιλοφρονήσεις. Δεν ήταν συζήτησις Εκκλησίας με Εκκλησίες αλλά διάλογος της Εκκλησίας με ψυχές που είχαν χάσει τον δρόμο τους. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΔΕΝ ΣΥΖΗΤΑ, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΝΑΖΗΤΑ. ΑΠΛΩΣ ΔΙΔΕΙ, ΓΙΑΤΙ ΕΧΕΙ ΤΟ ΠΑΝ!
Παραλείπω το τι υπεγράφη εις το Σαμπεζύ της Ελβετίας και είς άλλους παλαιότερους Οικουμενιστικούς προορισμούς ή ακόμη και τους δικούς σας προσωπικούς λόγους δια να μην κουράζω τους αναγνώστες με τις συνεχόμενες επαναλήψεις. Όλα υπάρχουν εις την σελίδα και ο καθένας μπορεί άνετα να τα μελετήσει.

«η Ορθόδοξος Εκκλησία πάντοτε εύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως» και δεν δύναται να αρνηθεί τον εαυτό της».

Είναι φανερόν ότι το «πάντων» αναφέρεται είς τους πιστούς και όχι εις τους κακοδόξους αιρετικούς, και προσευχόμεθα εδώ για την ένωσι πάντων των πιστών έν τή Θεία Ευχαριστία με τον Χριστόν ο Οποίος είναι η Εκκλησία αλλά και ο ακρογωνιαίος λίθος Αυτής. Διά τους έξω της Εκκλησίας, τους μή πιστούς, ο ιερεύς προσεύχεται μυστικώς, λέγων «τους εσκορπισμένους επισυνάγαγε, τους πεπλανημένους επανάγαγε και σύναψον τή αγία σου καθολική και αποστολική εκκλησία».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου