Δημοσιεύθηκε εις το ιστολόγιο ''ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΙΣ'' ενα κείμενο του σεβαστού θεολόγου Παναγιώτη Σημάτη το οποίο εκφράζει διάφορα ερωτήματα του ιδίου δια το θέμα των παλαιοημερολογιτών. Το κείμενο έχει ως εξής
«Πρόσφατα διάβασα ἕνα μέρος ἀπὸ στὸ ὀγκῶδες ἐξ 924 σελίδων ἀποτελούμενο, βιβλίο τοῦ ἀνήκοντος στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο-Ἑορτολόγιο Ἀριστοτέλη Δελήμπαση, μὲ τίτλο «Πάσχα Κυρίου», προσπαθώντας νὰ διελευκάνω, ποιά ἐπιχειρήματα ἐπεκαλοῦντο οἱ πρῶτοι ὀπαδοὶ τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Μὲ ἔκπληξη παρατήρησα, ὅτι τὰ στοιχεῖα ποὺ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας παραθέτει, ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα, ὅτι ἡ διαμαρτυρία καὶ ἀποχώρησή τους ἀπὸ τὴν ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία δὲν ἑδράζεται στὸ ὑπάρχον καίριο σημεῖο τῆς αἱρέσεως ποὺ κηρύττεται μὲ τὴν Ἐγκύκλιου τοῦ 1920, ἀλλὰ στὸ δευτερεῦον σημεῖο (τὴν «ἀφετηρία», ὅπως θεωροῦν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου· τὴν ἐπιστροφὴ δὲ σ’ αὐτὸ θέτουν ὡς «κύριον σκοπόν»).
Ἂν λοιπόν, καὶ οἱ ἴδιοι γράφουν αὐτὰ καὶ εἶναι πράγματι ἔτσι, τίθεται πάλι ἐπὶ τάπητος τὸ ἐρώτημα: δικαιολογεῖται ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ἡ δημιουργία ἄλλης Συνόδου, μόνο καὶ μόνο γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν 13ων ἡμερῶν; Καὶ γιατὶ χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ σχίσματος τὸ ἐλάσσον (τὸ Ἡμερολογιακὸ) καὶ ὄχι τὸ μεῖζον, ἡ αἵρεση; Γιατὶ προσπαθοῦν νὰ ἀποδείξουν ὅτι ἀποτελεῖ πρώτιστο θέμα καὶ αἵρεση ἡ Ἡμερολογικὴ ἀλλαγή, τὸ Ἡμερολόγιο ποὺ καμία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν δογματοποίησε καὶ ἐλαχιστοποιοῦν ἢ δείχνουν νὰ ἀγνοοῦν, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὴν ἐπικαλοῦνται, τὴν ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκλησιολογίας; Γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο, θὰ ἐδικαιολογεῖτο κατ’ ἀρχάς, διαμαρτυρία καὶ ἀντίδραση, ὅπως καὶ γιὰ ἄλλες σποραδικὲς ἀντικανονικὲς ἐνέργειες (π.χ. συμπροσευχές ποὺ δὲν ἔχουν γίνει καθεστώς), ἀλλ’ ὄχι σχίσμα. Αὐτοί, ὅμως, ἑστίασαν τὴν προσοχή τους στὶς 13 ἡμέρες. Καὶ τὴν αἱρετικὴ Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 τὴν ἐπικαλέστηκαν ὡς δευτερεῦον στοιχεῖο καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων ἔδωσαν πράγματι τὴν διάσταση ποὺ ἔχει.
Παραθέτω ἀπὸ τὸ βιβλίο αὐτὸ μικρὸ ἀπόσπασμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο φαίνεται πὼς ὁ ἴδιος ὁ Δελήμπασης ποὺ ἑρμηνεύει τὰ τοῦ Ἡμερολογίου–Ἑορτολογίου (καὶ ὄχι κάποιος νεοημερολογίτης) ἀποδεικνύει μὲ ντοκουμέντα ὅτι οἱ ἀποχωρίσαντες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἡγέτες τοῦ παλαιοημερολογιτισμοῦ ἐπίσκοποι, ὡς μόνο λόγο ἀποτειχίσεως φέρουν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου καὶ τὴν νηστεία καὶ ὄχι τὴν ἀλλοίωση τῆς Ἐκκλησιολογίας.
Ἐπαναλαμβάνω, ὅτι προκαλεῖ ἐντύπωση, ὅτι οὐδαμοῦ ἀνεφέρεται ὡς κύριος λόγος ἀπὸ τοὺς ἀποσχισθέντες ἐπισκόπους ἡ αἱρετικὴ (ὅπως σήμερα τὴν ἀποκαλοῦν) «Ἐγκύκλιος τοῦ 1920», ἡ ὁποία ξεκάθαρα καὶ γιὰ πρώτη φορὰ ἀποκαλεῖ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες τῆς Δύσεως, ὡς Ἐκκλησίες. Ἂν ἡ ἀπόσχισή τους ἦταν συγκεκριμένες αἱρετικὲς πράξεις, θὰ συζητούσαμε ἐπὶ ἄλλης βάσεως τὸ θέμα. Ὅμως, τὸ ὅλο πρόβλημα γι’ αὐτοὺς ἦσαν τὰ δευτερεύοντα σημεῖα: τοῦ Ἡμερολογίου καὶ τῶν νηστειῶν. Φτάνουν στὸ σημεῖο νὰ συγκρίνουν τὴν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας μὲ τὴν ἑορτολογικὴ καινοτομία, παρόλο, μάλιστα, ποὺ τὴν ἑορτολογικὴ καινοτομία δὲν χαρακτηρίζουν ὡς αἵρεση, ἀλλὰ ὡς κάτι περιφερειακό, «περὶ ἀφετηρίας τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»! Δηλαδή, ἦταν τόσος ὁ φανατισμὸς ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ὥστε νὰ τοὺς κάνει νὰ παραβλέψουν τὴν αἵρεση τῆς Ἐγκυκλίου, ποὺ ἦταν ἡ ἀποδοχὴ ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι ἄλλη Ἐκκλησία, καὶ ἔμειναν μόνο σ’ αὐτὸ ποὺ οἱ ἴδιοι ἀποκαλοῦν δευτερεῦον, «ἀφετηρία», δηλ. στὸ ἡμερολόγιο!!!
Ἡ ἀποκοπή τους, λοιπόν, ἀπὸ τὴν Μία Ἐκκλησία (ἂν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα) ἀποτελεῖ ὁλοφάνερα σχίσμα, διότι, οἱ ὑπόλοιπες ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καὶ Πατριαρχία, ποὺ ἀκολουθοῦσαν (ὅπως κι αὐτοὶ) τὸ Παλαιὸ Ἑορτολόγιο, δὲν ἀποδοκίμασαν τὴν ἑλλαδική Ἐκκλησία γιὰ τὴν ὁμολογουμένως ἀντικανονικὴ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλὰ ἐπικοινωνοῦσαν μαζί της, γιατὶ ἔκριναν ὅτι τὸ Ἡμερολόγιο δὲν ἀποτελοῦσε αἰτία διασπάσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ πολλάκις ὑπενθύμιζαν στοὺς Παλαιοημερολογίτες, τὴν περίπτωση τοῦ Πάπα Ἀνίκητου καὶ τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου: ὅταν ἅγιος Πολύκαρπος, μετέβει στὴν Ρώμην (157 μ.Χ.) δὲν συμφώνησαν περὶ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Παρὰ ταῦτα, ὅμως, «καίτοι διχογνωμοῦντες περὶ ἡμερῶν καὶ καιρῶν καὶ χρόνων καὶ τηρήσεως τοπικῶν ἐθίμων… ἀπεχωρίσθησαν ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ», ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Πάπας Ἀνίκητος «παρεχώρησε τῷ Πολυκάρπῳ τὴν ἰδίαν Ἐκκλησίαν, ἵνα τελέσῃ οὗτος τὸ τῆς Θείας Εὐχαριστίας Μυστήριον. Αἱ περὶ τὸν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα διαφοραὶ τῶν Ἐκκλησιῶν δὲν ἔθιξαν τὴν μεταξύ αὐτῶν ἑνότητα».
Ἕνας ἀκόμα λόγος, ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι ἡ αἰτία διακοπῆς κοινωνίας μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἦταν μόνο τὸ Ἡμερολόγιο (ἡ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως καὶ ὄχι ἡ ἴδια ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ «Παλαιοημερολογίτες» δὲν ἀπεκόπησαν (τὰ πρῶτα χρόνια) ἀπὸ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ Πατριαρχεῖα, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, ἂν καὶ οἱ Ἐκκλησίες αὐτὲς καὶ τὰ Πατριαρχεῖα ἐπικοινωνοῦσαν μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Οἰκουμενισμό, καὶ εἶχαν ἀποδεχθεῖ καὶ αὐτὰ τὴν αἱρετικὴν Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 (σιωπηρῶς ἢ φανερῶς). Αὐτὸ δὲν ἀποτελοῦσε αἰτία νὰ διακόψουν καὶ μὲ αὐτὰ τὴν «κοινωνίαν» οἱ τοῦ Παλαιοῦ!!!
Μάλιστα, ὅπως παρακάτω παρουσιάζει τὰ πράγματα ὁ Δελήμπασης, «ὁ Φλωρίνης Χρυσόστομος μὲ ἐπιστολή του (9.11.1937) γράφει ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν διὰ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας ἀπέσχισεν ἑαυτὸν καὶ τὴν ἀκολουθοῦσαν αὐτῷ Ἱεραρχίαν τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν τήρησιν τῶν νηστειῶν»! Τοῦτο, βέβαια, ὅπως ἀνεφέρθη εἶναι ἀναληθές, γιατὶ καμία Ἐκκλησία (παρὰ τὶς δίκαιες διαμαρτυρίες) δὲν ἐξέλαβε ὡς σχίσμα τὴν ἀλλαγὴν τοῦ Ἡμερολογίου καὶ εἶχαν ἐπικοινωνία μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Πῶς, λοιπόν, προσπαθοῦσε ὁ Φλωρίνης Χρυσόστομος μὲ ψευδῆ στοιχεῖα νὰ πείσει ὅτι ἔχουν δίκιο οἱ τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου ποὺ ἀπεσχίσθησαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, παρουσιάζοντας, τάχα, ὅτι αὐτὸς καὶ οἱ ὀπαδοί του ἀκολουθοῦν τὶς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες; Δὲν ἦσαν κι αὐτὲς αἱρετικές, ἀφοῦ εἶχαν ἀποδεχθεῖ τὴν αἱρετικὴ Ἐγκύκλιο; Κατὰ τὴν λογικὴ τοῦ Φλωρίνης, φαίνεται πὼς δὲν ἦσαν αἱρετικές· τοῦ ἔφτανε ὅτι δὲν εἶχαν ἀποδεχθεῖ τὸ Ἡμερολόγιο. Καὶ ἂν τὶς ὀνόμαζε αἱρετικές, δὲν μποροῦσε νὰ ὑποστηρίξει τὶς θέσεις του.
Θὰ ἦταν ἐνδιαφέρον νὰ προσκομιστοῦν συγκεκριμένα στοιχεῖα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς (καὶ ὄχι συλλογισμοὶ καὶ προσωπικὰ συμπεράσματα), ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὰ ἀρχεῖα, γιὰ νὰ διαφωτισθεῖ καλύτερα τὸ βασικὸ αὐτὸ θέμα, γιατὶ ἀπὸ τὰ ἀποσπάσματα ποὺ μᾶς διασώζει ὁ Δελήμπασης βγαίνουν ἀντίθετα συμπεράσματα περὶ τῆς ἀφετηρίας τοῦ Παλαιοημερολογιτισμοῦ.
Τὸ κείμενο τοῦ Δελήμπαση ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Τὴν 27ην Μαΐου 1935 τρεῖς Ἱεράρχαι, ὁ Δημητριάδος Γερμανός, ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καὶ ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ἀπετειχίσθησαν κανονικῶς ἐκ τῆς ἐν καινοτομίᾳ Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος». Ἀπέστειλαν δὲ ἔγγραφο στὴν Σύνοδο μὲ τίτλο: «Διαμαρτυρία καὶ Δήλωσις». Μὲ αὐτὸ κατήγγελαν τὴν Ἱεραρχία ὅτι «εἰσήγαγε μονομερῶς καὶ ἀντικανονικῶς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τὸ γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον… παρὰ τὰ θέσμια τῶν ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Οὕτως “ἠθέτησε τοὺς θείους καὶ Ἱεροὺς Κανόνας”, τοὺς “διέποντας τὰ τῆς θείας Λατρείας καὶ ἰδίᾳ τὴν νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων”, “ἐμμέσως” δὲ παρέβη καὶ “τὸν πασχάλιον Κανόνα” ”τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου”, ”διὰ τῆς ἀλλοιώσεως τοῦ ἑορτολογίου καὶ τοῦ ἐνιαυσίου κύκλου τοῦ κυριακοδρομίου, μεθ' ὧν ἀναποσπάστως συνδέεται” οὗτος. Διὸ ”διέσπασε τὴν ἑνότητα τῆς καθ' ὅλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας”, ”διήρεσε τοὺς Χριστιανούς”, καὶ ”ἔθιξεν ἐμμέσως καὶ τὸ δόγμα τοῦ συμβόλου τῆς Πίστεως <εἰς Μίαν Ἁγίαν Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν>”. Ἡ καινοτόμος, λοιπόν, <Ἱεραρχία> ”ἐγένετο αἰτία σκανδάλου τῶν Χριστιανῶν καὶ θρησκευτικῆς διαιρέσεως καὶ ἀντεγκλήσεως μεταξὺ αὐτῶν, ἀποβαλόντων ἐξ αἰτίας τοῦ νέου ἡμερολογίου τὴν ὁμοφωνίαν ἐν τῇ πίστει καὶ τὴν χριστιανικὴν ἀγάπην”. Τοιουτοτρόπως ἡ καινοτόμος ”Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καὶ ἀπετείχισεν ἑαυτήν, κατὰ τὸ πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοῦ καθ' ὅλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἐκήρυξε κατ' οὐσίαν ἑαυτὴν σχισματικὴν, καθ' ἃ ἀπεφάνθη” παλαιότερον καὶ ὁ Ἀθηνῶν Χρυσόστομος (ἰ. ἀ. σ. 659). ”Διὰ ταῦτα”, συμπεραίνουσιν οἱ ἐνιστάμενοι Ἱεράρχαι, ”δηλοῦμεν, ὅτι κόπτομεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καὶ ἐκκλησιαστικὴν ἐπικοινωνίαν” μετὰ τῆς Ἱεραρχίας τῆς καινοτομίας ”καὶ ἀναλαμβάνομεν τὴν πνευματικὴν ἡγεσίαν καὶ ἐκκλησιαστικὴν ποιμαντορίαν τοῦ ἀποκηρύξαντος” ταύτην ”καὶ ἐκ πολυαριθμῶν κοινοτήτων συγκειμένου ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς τὸ πάτριον καὶ ὀρδόδοξον” ”ἡμερολόγιον”, ἤτοι ἑορτολογιον. Ταῦτα δὲ πράττομεν, λέγουσιν οἱ Ἱεράρχαι, ”καθῆκον συνειδήσεως ἐκπληροῦντες καὶ ὑπὸ τοῦ πόθου τῆς ἑνώσεως ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων Χριστιανῶν ἐν τῷ ἐδάφει τῆς ἡμερολογιακῆς”, ἤτοι ἑορτολογικῆς, ”καὶ ὀρθοδόξου παραδόσεως ἀγόμενοι».
Στὴ συνέχεια δηλώνουν: «”Οὐ γὰρ” ὄντως Ὀρθοδόξων <ἐπισκόπων>, ἀλλά», λόγῳ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας τῆς οἰκουμενιστικῆς αἱρέσεως, ”σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι”» (Δελήμπαση Ἀρ., Πάσχα Κυρίου, σελ. 744-745).
Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο: Ὁ Φλωρίνης Χρυσόστομος μὲ ἐπιστολή του (9.11.1937) γράφει πρὸς τὸν Κυκλάδων Γερμανὸν καὶ τὰ ἑξῆς: Ὡνομάσαμε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος σχισματική, ἀλλὰ «τὴν λέξιν “σχίσμα” μετεχειρίσθημεν, οὐχὶ ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὑφ’ ἣν μεταχειρίζεται ταύτην ἡ Ἐκκλησία, ἵνα σημάνῃ τὴν ἀπόσχισιν ἐκ τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τὴν συνεπείᾳ ταύτης ἀποξένωσιν τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Μυστηρίων, ἀλλ’ ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν διὰ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας ἀπέσχισεν ἑαυτὸν καὶ τὴν ἀκολουθοῦσαν αὐτῷ Ἱεραρχίαν τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν τήρησιν τῶν νηστειῶν. Ἡ ἀπόσχισις αὕτη τοῦ Μακαριωτάτου καὶ τῆς ἀκολουθούσης αὐτῷ Ἱεραρχίας παρέχει εἰς ἡμᾶς τὸ δικαίωμα, νὰ διατυπώσωμεν τὴν προσωπικὴν καὶ ὅλως προσωπικὴν ἡμῶν γνώμην, ὅτι ὁ μακαριώτατος καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες αὐτῷ Ἀρχιερεῖς, ὡς διασπάσαντες ἐν ἐπιγνώσει τὴν ἑνότητα τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τὴν ταυτόχρονον ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν ταυτόχρονον τήρησιν τῶν νηστειῶν, κατέστησαν δυνάμει μόνον, οὐχὶ δὲ καὶ ἐνεργείᾳ, ἔκπτωτοι τῆς θείας Χάριτος», ὡς μετακινοῦντες «τὰ αἰώνια ὅρια, ἅτινα ἔθηκαν οἱ Πατέρες… Ἡμεῖς ἐξήλθομεν εἰς τὸν ἀγῶνα ὑπὸ τὴν σημαίαν τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ πατρίου ἑορτολογίου εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, θέτοντες ὡς κύριον σκοπόν… τὴν ἕνωσιν τῶν Χριστιανῶν εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν» (Δελήμπαση Ἀρ., Πάσχα Κυρίου, σελ. 797-798).
«Ἡ οἰκουμενιστικὴ διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησία εἶναι σήμερον, δυστυχῶς, διῃρημένη καὶ ἀσθενοῦσα. Τὸ ἔτος 1924 σκοτειναὶ δυνάμεις τὴν διῄρεσαν διὰ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας τῶν δέκα τριῶν ἡμερῶν. Ἡ καινοτομία αὕτη ὁμοιάζει πρὸς τὴν καινοτομίαν τῆς αἱρέσεως τῆς Εἰκονομαχίας. … Καὶ ἡ σημερινὴ ἑορτολογικὴ καινοτομία …εἶναι ἐκδήλωσις καὶ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ… Εἶναι “ἀνατροπὴ τοῦ παντὸς μέχρι τοῦ Ἀντιχρίστου”… Διὰ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας, οἱ Ὀρθόδοξοι διῃρέθησαν εἰς δύο. Εἰς νοσοῦντας ἐν πίστει καὶ εἰς ὑγιαίνοντας» (Δελήμπαση Ἀρ., Πάσχα Κυρίου, σελ. 810-811).
Καθαρά, λοιπόν, ὀνομάζεται αἵρεση (καινοτομία) καὶ ἀνατροπὴ τοῦ παντός ἡ Ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ καὶ ἡ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως, ἐνῶ οὐδεὶς λόγος γίνεται γιὰ τὴν καθαυτὸ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!
Ἐκτὸς ὅμως, ἀπὸ τὸν Δελήμπαση καὶ ἄλλος ἱερωμένος-θεολόγος τοῦ Παλαιοῦ ἡμερολογίου, ὁ π. Νικόλαος Δημαρᾶς, τὴν ἴδια πληροφορία μᾶς δίνει, ὅταν γράφει:
«Βαθμιαῖα καὶ σταθερά, λοιπόν, ἀπομακρύνθηκε κατ' ἀρχὰς ἡ Ἐκκλησία μας (σ.σ. ἡ «Γνήσια Ἐκκλησία» τῶν τοῦ Παλαιοῦ):
α) ἀπὸ τὸ σχίσμα τοῦ Νέου Ἡμερολογίου καὶ τοὺς Νεοημερολογίτες (σ.σ. πῶς ἦταν σχίσμα, ἀφοῦ ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες δὲν τὸ κατεδίκασαν ὡς σχίσμα;) καὶ στὴ συνέχεια ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως αὐτὸ γινόταν πάντοτε μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅταν κηρυσσόταν αἵρεση». (Βέβαια, τοῦτο εἶναι ἀνακριβές: στὴν Ἐκκλησία διαπιστωνόταν πρῶτα ἡ αἵρεση (καὶ ὄχι ἡ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως, ποὺ μποροῦσε καὶ νὰ μὴ καταλήξη σὲ αἵρεση) καὶ μετὰ ἀποκόπτοντο ἀπὸ αὐτὴ οἱ Ὀρθόδοξοι).
β) μέσα σὲ διωγμὸ καὶ ὄντας ἐμπερίστατη ἡ Ἐκκλησία μας (σ.σ. ἡ «Γνήσια Ἐκκλησία» τῶν τοῦ Παλαιοῦ), μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἁγίου Προέδρου μας, πρώην Φλωρίνης κυροῦ Χρυσοστόμου, ἀνεζήτησε καὶ πῆρε τὴν διαδοχὴ ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστὲς καὶ Ὁμολογητὲς Ἱεράρχες τῶν Ρώσσων τῆς Διασπορᾶς, ποὺ διακρατοῦσαν τὸ Ὀρθόδοξο Ἑορτολόγιο καί ἀντιμάχονταν τὸν Οἰκουμενισμό, μὲ τοὺς ὁποίους κοινώνησε πλήρως. (Περιοδικὸ «Ἅγιοι Κολλυβάδες», Φθινόπωρο 2010, σελ. 19).
Περιμένουμε συγκεκριμένα καὶ καθαρὰ στοιχεῖα καὶ ὄχι περίπλοκους συλλογισμούς, ποὺ προκαλοῦν σύγχυση. Καὶ μετὰ τὰ στοιχεῖα, μποροῦμε νὰ συζητήσουμε, νὰ θεολογήσουμε καὶ νὰ βγάλουμε τὰ συμπεράσματά μας».
Yποσημ. ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ
Λαβαμε για το ιδιο θεμα και την παρακατω επιστολη του καθηγητου κ. Χατζηνικολαου και την δημοσιευουμε για την προκλησι καλοπροαιρετου διαλογου.
Αγαπητέ κ. Τσολογιάννη,
Διάβασα στο μπλογκ "ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ" κάποιες απόψεις
για το εορτολογικό ζήτημα, οι οποίες έχω την εντύπωση ότι
είναι δικές σας (στην πραγματικότητα αναπαράγουν τις
διαστροφές του π. Επιφανίου Θεδωροπούλου) και οι οποίες είναι
τελείως εσφαλμένες. Γράφετε ότι οι Ορθόδοξοι του π.ε. ανήγαγαν
σε δόγμα σωτηρίας το εορτολόγιο, ένα δευτερεύον ζήτημα, και άρα
είναι αιρετικοί. Αυτό αποτελεί διαστροφή της αληθείας για πολλούς λόγους,
αλλά εδώ θ' αναφέρω μόνον ένα, ο οποίος, κατά τη γνώμη μου, είναι ο πλέον
σημαντικός. Εφόσον από την Εγκύκλιο του Πατρ/χείου Κων/λεως του 1920,
καθώς και από τα βιβλία, άρθρα, δηλώσεις κ.λπ. των οικουμενιστών (βλ. π.χ.
το βιβλίο του Ανθίμου, Μητροπολίτου Βηζύης, Κων/πολις, 1922, σελ. 4, 51 και
κυρίως σελ. 141) είναι απολύτως σαφές και γνωστό σε όλους αυτούς που
ξέρουν τα εκκλησιαστικά πράγματα ότι ο σκοπός της ημερολογιακής καινοτομίας
ήταν η λεγομένη "Ένωσις των Εκκλησιών," παρά τις δογματικές διαφορές,
έπεται ότι το εορτολογικό ζήτημα είναι αναπόσπαστο
μέρος της παναιρέσεως του οικουμενισμού. Συνεπώς, έχει δογματικό χαρακτήρα.
Εκτός τούτου, το παπικό εορτολόγιο είναι αναθεματισμένο από τρεις Πανορθόδοξες
Συνόδους του 16ου αιώνος και απετέλεσε αιτία σχίσματος το 1924. Αυτό ήταν ένα
τεράστιο έγκλημα κατά του Σώματος του Χριστού, αλλά συμμετέχετε σ' αυτό,
καταδικάζοντας όσους διεχώρισαν τις ευθύνες τους. Αντιφάσκετε, αγαπητέ, όταν
μιλάτε σήμερα για αποτείχιση από τους οικουμενιστάς, αλλά κατηγορείτε ως σχισματικούς
αυτούς που ήδη απετειχίσθησαν! Δεν μπορείτε να μιλάτε σοβαρά ότι είσθε κατά του
οικουμενισμού, αλλά ν' αποδέχεσθε ταυτόχρονα τις καινοτομίες και τους δεσποτάδες που
τις καθιερώνουν ετσιθελικώς, χάριν του οικουμενισμού. Με λίγα λόγια, το να κολυμπάτε μέσα
στην αίρεση και ταυτόχρονα να κατηγορείτε τόσο αυτούς που σας την επιβάλλουν όσο και αυτούς
που την απέπτυσαν (με βάση την διδασκαλία των Γραφών, των Συνόδων και των Αγίων) είναι μία
στάση λογικώς ασυνεπής και θρησκευτικώς αντιγραφική και αντιπατερική, δηλαδή αντορθόδοξη.
Καλή μετάνοια.
Με τιμή
Δημήτριος Χατζηνικολάου
Dimitris Hatzinikolaou
Associate Professor
Department of Economics
University of Ioannina
451 10 IOANNINA
HELLAS
Tel.: +30 - 26510 - 05925
Fax: +30 - 26510 - 05092
E-mail: dhatzini@cc.uoi.gr
Η απάντηση του δικού μας ιστολογίου έχει ως εξής
Αναφέρει ο συγγραφεύς του κειμένου
«Μὲ ἔκπληξη παρατήρησα, ὅτι τὰ στοιχεῖα ποὺ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας παραθέτει, ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα, ὅτι ἡ διαμαρτυρία καὶ ἀποχώρησή τους ἀπὸ τὴν ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία δὲν ἑδράζεται στὸ ὑπάρχον καίριο σημεῖο τῆς αἱρέσεως ποὺ κηρύττεται μὲ τὴν Ἐγκύκλιου τοῦ 1920, ἀλλὰ στὸ δευτερεῦον σημεῖο (τὴν «ἀφετηρία», ὅπως θεωροῦν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου· τὴν ἐπιστροφὴ δὲ σ’ αὐτὸ θέτουν ὡς «κύριον σκοπόν»)».
Κατ΄ αρχάς να τονίσουμε ότι είναι λογικό οι παλαιοημερολογίτες να θεωρούν την εισαγωγήν του νέου ημερολογίου ως «αφετήρια», διότι οι ίδιοι οι πρωτεργάτες της καινοτομίας την θεωρούσαν ως «πρώτον βήμα» προς την ποθητήν κοινωνίαν των Εκκλησιών. Ιδού το κείμενον δια του λόγου το αληθές
«Ἀποδοχὴν τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου προτείνει ὁ Μητροπολίτης Σελευκείας, φρονῶν ὅτι ἡ χρησιμοποίησις αὐτοῦ καὶ ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας εἰς οὐδένα κανονικὸν λόγον προσκρούει, ἀποτελεῖ δὲ μάλιστα τὸ πρῶτον βῆμα πρὸς τὴν ποθητὴν Κοινωνίαν τῶν Ἐκκλησιῶν….» (Συνεδρίαν της Ι. Συνόδου του Οικ. Πατριαρχείου εν τη 10η Ιανουαρίου 1919).
Είναι απολύτως λογικό οι παλαιοημερολογίτες να πολεμήσουν το «πρώτον βήμα» της εγκυκλίου του 1920 και να το θεωρήσουν ως «κύριο σκοπό» τους, διότι τούτο ήτο η αρχή και διότι ετούτο συγκεριμένα εχρησιμοποιηθή δια την εισαγωγή του Οικουμενισμού εν Ελλάδι.
Επίσης ως αντορθόδοξον και ΠΡΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟΝ ΟΡΓΑΝΟΝ ΤΗΣ ΠΑΠΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ εχαρακτήρισαν τούτο και απάσαι αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι (1902) ότε Συνοδικώς συνεσκέφθησαν περί αυτού εξ΄ αφορμής σχετικής ερωτήσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αλλά και η ειδική Επιτροπή εκ Νομικών κορυφών και θεολόγων Καθηγητών του Πανεπιστημίου, η διορισθείσα τω 1923 υπο της Κυβερνήσεως προς μελέτην του ημερολογίου απο Εκκλησιαστικής απόψεως, απεφάνθη ότι η μονομερής εφαρμογή του νέου ημερολογίου υπο της Ελληνικής Εκκλησίας, αντίκειται προς τα θέσμια και την ενότητα της Εκκλησίας δυναμένη να δημιουργήση και ΛΟΓΟΝ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ εκ μέρους των Εκκλησιών, τουθ΄ όπερ θα ζημιώση μεγάλως και το θενικό συμφέρον.
Ιδού δέ και αυτούσιον το πόρισμα της Επιτροπής προς μελέτη του ημερολογιακού ζητήματος, ής Μέλος ετύγχανε και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ως Καθηγητής τότε (δεν είχε γίνει ακόμα Αρχιεπίσκοπος) της Εκ/τικής ιστορίας εν τω Εθνικώ Πανεπιστημίω
«Λαβόντες υπ΄ όψιν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος ως και αι λοιπαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι αν και ανεξάρτητοι εσωτερικώς είνε όμως στενώς συνδεδεμέναι πρός αλλήλας και ηνωμέναι δια της αρχής και πνευματικής ενότητος της Εκκλησίας αποτελούσαι μίαν και μόνην Ορθόδοξον Εκκλησίαν και συνεπώς ουδεμία τούτων δύναται να χωρισθή των λοιπών και αποδεχθή νέον ημερολόγιον, χωρίς να καταστή Σχισματική απέναντι των άλλων. 'Οθεν και η Εκκλησία της Ελλάδος όπως μεταβάλη το Εκκλησιαστικόν ημερολόγιον αυτής είνε απαραίτητον και οφείλει, ίνα μη αποσχισθή των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών, τουθ΄ όπερ ου μόνον, την ενότητα και αρμονία της όλης Ορθοδόξου Εκκλησίας θέλει καταστρέψει και την δύναμιν αυτής μειώσει αλλά και απο εθνικής απόψεως είναι ασύμφορον και επιζήμιον... Διά πάντας τους ανωτέρω λόγους κρίνομεν πρέπον να διατηρηθεί εν ισχύει ως Εκ/τικόν ημερολόγιον το Ιουλιανόν» (Γ. Κοφινάς, Δ. Αιγινίτης, Χ. Παπαδόπουλος, Π. Τσιτσεκλής και Α. Αλιβιζάτος. Αθήναι 16 Ιανουαρίου 1923).
Σημαντική επίσης η γνώμη του Διδυμοτείχου Φιλαρέτου εν έτει 1916, εξ΄ αφορμής της εν Βουλγαρία εισαγωγής του Νέου Ημερολογίου. Λέγει τα εξής
«Τω δε 1902 και Ιωακείμ ο Γ΄ εν τη δευτέρα αυτού Πατριαρχεία απετάνθη δια συνοδικής και πατριαρχικής εγκυκλίου απο 12 Ιουνίου 1902, προς τας άλλας πατριαρχικάς και αυτοκεφάλους Εκκλησίας δια διάφορα άλλα ζητήματα, εκ των οποίων εν ζήτημα ήτον και το νέον ημερολόγιον εάν είναι δυνατόν η μεταρρύθμισις αυτού, ή αλλαγή δια του Γρηγοριανού. Εις την εγκύκλιον ταύτην του Πατριάρχου Ιωακείμ, διαφοροτρόπως απήντησαν αί Αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι περί του Ημερολογίου πρός τον Ιωακείμ, ότι μετά της περί αυτόν Συνόδου συνέστησεν ιδίαν επιτροπήν. Τα αποτελέσματα δέ της ερεύνης (επιτροπής) γενόμενα αποδεκτά υπό της Ιεράς Συνόδου, συμπεριελήφθησαν εν τη απο 12 Μαίου 1904 πατριαρχική και συνοδική εγκυκλίω, ανταπαντητική πρός τάς επιστολάς των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Εκ της αλληλογραφίας ταύτης της αμειφθείσης μεταξύ των κατά τόπους προέδρων των αγιοτάτων της Ανατολής Εκκλησιών αριδήλως καταδείκνυται το πνεύμα και η γνώμη η κρατούσα εν τη παρ΄ ημίν εκκλησία περί τε του Πασχαλίου και της τηρήσεως ή μεταρρυθμίσεως του Ιουλιανού Ημερολογίου και της αντικατάστασεως αυτού· διότι τις ποτέ δύναται να παραδεχθή το δυνατόν της άρσεως του παρά τοίς δυτικοίς επικρατούντος πνεύματος του προσηλυτισμού ή να ανομολογήση ότι τα αποτελέσματα και πορίσματα της προόδου των αστρονομικών επιστημών είναι τοσούτον ακριβή και βέβαια, ώστε να εκλείψει εντεύθεν φόβος διαταράξεως των θρησκευτικών συνειδήσεων; Αλλά μή τοι μέχρι τούδε βλάβην τινά ησθάνθησαν οι ημέτεροι λαοί ακολουθούντες τη παλαιά μηνολογία ή και πρός ταύτην χρώμενοι και την νεωτέρα; αλλά ηδυνάμεθα να δικαιολογήσωμεν την οιανδήποτε μεταβολήν δια της τελειότητος μέν του Γρηγοριανού, ατελείας δέ του Ιουλιανού; αλλ΄ η επιστήμη αποφαίνεται ότι αμφότερα ευρίσκονται εν πλάνη· Έτι ισχύει η γνώμη του Κοπέρνικου, ότι η γνώσις του μήκους του έτους και της Σελήνης είναι ανεπαρκής πρός ακριβή διόρθωσιν του Ημερολογίου· αλλά και κατά τί η ανωμαλία του χρόνου και της των φωστήρων κινήσεως λυμαίνεται την ευσέβειαν; μήτοι δέ εκκλησιαστικώς είμεθα υποχρεωμένοι να μεταλλάτωμεν ημερολόγια, αφού επιστημονικώς αδυνατούμεν να εύρωμεν το ακριβώς τέλειον;»
«δικαιολογεῖται ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ἡ δημιουργία ἄλλης Συνόδου, μόνο καὶ μόνο γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν 13ων ἡμερῶν; Καὶ γιατὶ χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ σχίσματος τὸ ἐλάσσον (τὸ Ἡμερολογιακὸ) καὶ ὄχι τὸ μεῖζον, ἡ αἵρεση;».
Σίγουρα δεν μπορούν να υπάρξουν ΔΥΟ συνόδοι ούτε ΔΥΟ εκκλησίες αλλα ΜΙΑ σύνοδος και ΜΙΑ Εκκλησία. Οπότε μια απο τις δύο θα πρέπει να είναι η σχισματική και η άλλη η Ορθόδοξη. Ο. κ. Σημάτης θεωρεί ως Ορθόδοξη την Σύνοδο της Εκκλησίας; Και εαν ναί τότε διατί απετειχίσθη εξ΄ αυτής;
Την εποχή της αλλαγής του εορτολογίου το μείζον ήταν το ημερολογιακό διότι ετούτο εχαρακτηρίσθη ως αίρεση και ως καινοτομία απο τις Πανορθοδόξους Συνόδους των ετών 1583, 1587, 1593. Έτσι πιστεύουμε ότι απαντούμε και εις τα δύο ερωτήματα του κ. Σημάτη.
«Γιατὶ προσπαθοῦν νὰ ἀποδείξουν ὅτι ἀποτελεῖ πρώτιστο θέμα καὶ αἵρεση ἡ Ἡμερολογικὴ ἀλλαγή, τὸ Ἡμερολόγιο ποὺ καμία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν δογματοποίησε καὶ ἐλαχιστοποιοῦν ἢ δείχνουν νὰ ἀγνοοῦν, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὴν ἐπικαλοῦνται, τὴν ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκλησιολογίας;».
Δυστυχώς ο κ. Σημάτης παραλείπει να αναφερθεί εις τις προαναφερόμενες Πανορθοδόξους Συνόδους οι οποίες ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΑΝ την εισαγωγή του Γρηγοριανού ΚΑΛΕΝΔΑΡΙΟΥ εις την Ορθόδοξη Εκκλησία. Εκτός εαν αποδέχεται και ο ίδιος τις συκοφαντίες και δικαιολογίες ότι δήθεν πλαστογράφηθησαν τα σιγγίλια απο τον μοναχό Ιάκωβο, ασχέτως εαν εις την εποχή του μοναχού Ιακώβου δεν υπήρχε καν ζήτημα ημερολογιακό διότι ο μοναχός Ιάκωβος έζησε αρκετά χρόνια πρίν την αλλαγή του ημερολογίου!!!
«Γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο, θὰ ἐδικαιολογεῖτο κατ’ ἀρχάς, διαμαρτυρία καὶ ἀντίδραση, ὅπως καὶ γιὰ ἄλλες σποραδικὲς ἀντικανονικὲς ἐνέργειες (π.χ. συμπροσευχές ποὺ δὲν ἔχουν γίνει καθεστώς), ἀλλ’ ὄχι σχίσμα. Αὐτοί, ὅμως, ἑστίασαν τὴν προσοχή τους στὶς 13 ἡμέρες. Καὶ τὴν αἱρετικὴ Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 τὴν ἐπικαλέστηκαν ὡς δευτερεῦον στοιχεῖο καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων ἔδωσαν πράγματι τὴν διάσταση ποὺ ἔχει.».
Αυτό ακριβώς έκαναν οι του παλαιού αγαπητέ κ. Σημάτη. Μπορείτε να δείτε τα άρθρα μας ''ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΔΙΑΣΠΑΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ'' όπου εκεί θα δείτε αρκετές πληροφορίες. Οι του παλαιού εις την αρχή εδιαμαρτυρήθησαν και αντέδρασαν. Το αποτέλεσμα ήταν να δαρθούν να φυλακισθούν αλλά και μετέπειτα να εξοριστούν. Οι Αρχιερείς ηγήθηκαν των παλαιοημερολογιτών περίπου ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ μετά την επίσημη αλλαγή του εορτολογίου, το έτος 1935. Πόσο πια να περιμένουν; Το γιατί εστίασαν την προσοχή τους εις το καθ΄ εαυτό εορτολόγιο, ήδη το εγράψαμε άνωθεν. Αναφορά εις το ημερολόγιο σημαίνει και αναφορά εις την αιρετική εγκύκλιο του 1920 διότι αυτή ΠΡΩΤΗ αναφέρει την εισαγωγή και παραδοχή «νέου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών» (Βλ. ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΤΟΥ 1920 που εννοούν ως «Εκκλησίες» εκείνη την εποχή τις Προτεσταντικές και Παπικές παραφυάδες).
«προκαλεῖ ἐντύπωση, ὅτι οὐδαμοῦ ἀνεφέρεται ὡς κύριος λόγος ἀπὸ τοὺς ἀποσχισθέντες ἐπισκόπους ἡ αἱρετικὴ (ὅπως σήμερα τὴν ἀποκαλοῦν) «Ἐγκύκλιος τοῦ 1920», ἡ ὁποία ξεκάθαρα καὶ γιὰ πρώτη φορὰ ἀποκαλεῖ τὶς αἱρετικὲς κοινότητες τῆς Δύσεως, ὡς Ἐκκλησίες.».
Ο κ. Σημάτης λησμονεί ότι η ''Εγκύκλιος του 1920'' δεν εδημοσιεύθη εις τους πάντες (εννοούμε τον λαό) αλλά ούτε εις όλους τους Ιεράρχες. Οι ίδιοι οι Ιεράρχες καν δεν εγνώριζαν καν δια το θέμα του εορτολογίου. Αναφέρει ο Δημητριάδος Γερμανός «Εζήτησα τρίς να κατατεθώσι τα έγγραφα των Πατριαρχείων και δεν κατετέθησαν, δια τούτο ουδέ αναγνώσθησαν, ίνα διαφωτισθώ εγώ και η Ιεραρχία».
Εννοεί ότι τέσσερα έτη μετά την εορτολογική καινοτομία του 1924, η Σύνοδος της Ιεραρχίας δεν εγνώριζεν επισήμως τας απαντήσεις των Πατριαρχείων επ΄ αυτής! ( Ε.Ε.Ι., 3, 1533, 1534).
Οι Ιεράρχες έδωσαν μεγαλύτερη προσοχή εις το θέμα της αλλαγής του εορτολογίου διότι όπως ομολογούν οι ίδιοι «εγένετο αιτία σκανδάλου των Χριστιανών και θρησκευτικής διαιρέσεως και αντεγκλήσεων μεταξύ αυτών, αποβαλόντων εξ΄ αιτίας του νέου ημερολογίου την ομοφωνίαν εν τη πίστει και την χριστιανικήν αγάπην, την ηθικήν αλληλεγγύην εν τη πρός αλλήλους σχέσει και αναστροφή.
Αλλά ο κ. Σημάτης δεν έχει δίκιο όταν λέγει οι Ιεράρχες δεν εδιαμαρτυρήθησανδια την εγκύκλιο. Τότε, δυστυχώς, σύμβαινε ότι ακριβώς συμβαίνει και σήμερα. Σήμερα οι Ιεράρχες διαμαρτύρονται έναντι του Οικουμενισμού δίχως όμως να ΟΝΟΜΑΤΙΖΟΥΝ ποιά είναι τα πρόσωπα που συμμετέχουν εις αυτόν!!! Οι λόγοι είναι αυτονόητοι. Ο νοών νοείτω. Τότε εγένετο ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι Ιεράρχες εδιαμαρτύροντο δίχως να αναφέρονται ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΑ εις την συγκεκριμένη εγκύκλιο αλλά αναφέρονται εις το πρώτον βήμα αυτής όπου είναι το εορτολόγιον. Έγραφε ο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος «Οι εμπνευσταί και πρωτεργάται τούτου στερούμενοι δυστυχώς βαθέως ορθοδόξου πνεύματος, εγένεντο εν γνώσει ή ανεπιγνώστως όργανα ξένων επιθυμιών και σκοπών, δι ων επιδιώκεται η διάσπασις της ενότητος των Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Ελληνικής ιδεολογίας απο της Ορθοδοξίας.
Η ιδέα της εισαγωγής του Γρηγοριανού ημερολογίου και εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία ως δήθεν τελειοτέρου, συνεζητήθη προ τινών ετών και εις το Εκκλησιαστικόν Συνέδριον, όπερ συνεκάλεσεν εν Κωνσταντινουπόλει ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος και όπερ κακώς απεκλήθη πανορθόδοξον, διότι δεν αντεπροσωπεύθησαν εν αυτώ παρά μόνον τρείς αυτοκεφάλοι ορθόδοξοι Εκκλησίαι....
Εκείνο όπερ καθιστά ύποπτον την σύγκλησιν του Εκκλησιαστικού τούτου Συνεδρίου είναι ότι παρεκάθισαν εν αυτώ και δύο Κληρικοί ετεροδόξου Εκκλησίας, καθ΄άς έχομεν εξωδίκους πληροφορίας (διότι οι ίδιοι οι γράφοντες δεν εσυμμετείχαν εις αυτό. Μην λησμονούμε ότι ο ΤΥΠΟΣ εκείνης της εποχής δεν είχε την σύγχρονη μορφή που έχει σήμερα εννοώντας την τόσο μεγάλη δυνατότητα όγκου πληροφοριών).... Έπειτα πως δύναται η εκκλησιαστική αύτη καινοτομία να μην αποτελή λόγον Σχίσματος αφού πραγματικώς αποσχίζει τας καινοτομησάσας Εκκλησίας των άλλων και κάμνει αυτάς να εορτάζωσιν και να νηστεύσωσιν, ουχί μετά των Ορθοδόξων Εκκλησιών, αλλά μετά των ετεροδόξων και αιρετικών Δυτικών Εκκλησιών;Τοιαύτα όντως κατετόλμησαν ο Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οι δύο ούτοι Λούθηροι της ορθοδόξου Εκκλησίας, οίτινες υπο το πρόσχημα του συγχρονισμού δεν εδειλίασαν ουδ΄ απερρίγησαν να καταπατήσωσιν αποφάσεις πανορθοδόξων Συνόδων και Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνας, ίνα προσεγγίσωσι πρός τας Εκκλησίας της Δύσεως δια της ημερολογιακής καινοτομίας επί διασπάσει της Ορθοδοξίας και επ΄ αθετήσει της αιωνοβίου πράξεως της Μιάς Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας» (Πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου Καβουρίδου «Το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον ως κριτήριον της Ορθοδοξίας»).
ΟΡΙΣΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΠΩΣ Ο ΠΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΕΙ ΔΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΕΡΧΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ, ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ΕΙΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΒΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΘΗΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ!!! Βεβαίως και σε άλλα συγγράματά του αναφέρει και άλλα σημαντικά λεγόμενα δια το ζήτημα που μας απασχολεί.
«Ἕνας ἀκόμα λόγος, ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι ἡ αἰτία διακοπῆς κοινωνίας μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἦταν μόνο τὸ Ἡμερολόγιο (ἡ ἀφετηρία τῆς αἱρέσεως καὶ ὄχι ἡ ἴδια ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ «Παλαιοημερολογίτες» δὲν ἀπεκόπησαν (τὰ πρῶτα χρόνια) ἀπὸ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ Πατριαρχεῖα, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο, ἂν καὶ οἱ Ἐκκλησίες αὐτὲς καὶ τὰ Πατριαρχεῖα ἐπικοινωνοῦσαν μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Οἰκουμενισμό, καὶ εἶχαν ἀποδεχθεῖ καὶ αὐτὰ τὴν αἱρετικὴν Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 (σιωπηρῶς ἢ φανερῶς). Αὐτὸ δὲν ἀποτελοῦσε αἰτία νὰ διακόψουν καὶ μὲ αὐτὰ τὴν «κοινωνίαν» οἱ τοῦ Παλαιοῦ!!!».
Μα αυτό είναι αυτονόητο, διότι οι άλλες Εκκλησίες δεν είχαν χρησιμοποιήσει ούτε αποδεχθεί, όπως κακώς αναφέρει ο κ. Σημάτης, το ΠΡΩΤΟΝ ΒΗΜΑ της Εγκυκλίου του 1920, αλλά εδιαμαρτύροντο δι΄ αυτό εντόνως (ΒΛ. ''ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΔΙΑΣΠΑΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου