Σάββατο 14 Μαΐου 2011

ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΔΙΑΣΠΑΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (20ο ΜΕΡΟΣ)


«Το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον ως κριτήριον της Ορθοδοξίας»
(Δ΄ΜΕΡΟΣ)

Είναι δέ γνωστή εις τους Εκκλησιαστικούς κύκλους η εκκλησιαστική δράσις των πρωτεργατών της ημερολογιακής καινοτομίας οίοι είναι ο Μελέτιος Μεταξάκης , και ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, αρχηγοί κρίμασιν οίς οίδε Κύριος, ο μεν της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων, ο δέ της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ούτοι εκδιωχθέντες ως εξεδιώχθησαν εκ της γειναμένης και θρεψαμένην αυτούς Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, επεκάθησαν επι των θρόνων των Ελληνικών Εκκλησιών με τον απροκάλυπτον σκοπόν να οδηγήσωσιν αυτάς εις τον συγχρονισμόν, δηλαδή εις τον Καθολικισμόν και τον προτεσταντισμόν.
Διότι εις τίνα άλλον σκοπόν αποβλέπουσιν αί Εκκλησιαστικαί μεταρρυθμίσεις ας εισηγήθησαν εν τω κακώς ονομασθέντι Πανορθοδόξω Συνεδρίω της Κωνσταντινουπόλεως οι δυο ούτοι μεταρρυθμισταί, περί της ενδυμασίας των Κληρικών, της αγαμίας των Αρχιερέων, μη δευτερογαμίας των χηρευόντων Ιερέων, της τροποποιήσεως των νηστειών, της συντομίας των ακολουθιών, της διαρρυθμίσεως του Πασχαλίου Κανόνος, της προσαρμογής του Ιουλιανού ημερολογίου, και της αναθεωρήσεως της όλης Εκκλησιαστικής νομοθεσίας και της προσαρμογής ταύτης προς τας συγχρόνους ανάγκας της ορθοδόξου χριστιανικής κοινωνίας; Ταύτα πάντα τι άλλο σημαίνουσιν, παρά το νεωτεριστικόν πνεύμα των δυο τούτων Εκκλησιαστικών ανδρών, οίτινες εν τη επιπολαίω αντιλήψει της Εκκλησιαστικής αυτών αποστολής, ενόμισαν ότι δύνανται να μετακινήσωσι τα αιώνια όρια α έθεντο οι Άγιοι και θεοφόροι Πατέρες ημών;
Τους ρηξικελεύθους και κενοδόξους τούτους μεταρρυθμιστάς άριστα χαρακτηρίζει ο μέγας εν Πατριάρχαις και Αγίοις Νικηφόρος ο ομολογητής, λέγων τα εξής «ούτοι τους οσίους Πατέρας ημών και Διδασκάλους της Εκκλησίας κατευτελίζουσι και φαυλίζουσι κατά μηδέν των άλλων ανθρώπων προς τε αρετήν και την εις Θεόν οικείωσιν διενηνυχέναι, αλλ΄ ωσεί τινα και των πολλών ένα αυτών έκαστον είναι περιθρυλούντες... Σοφούς δέ χειροτονούσιν εαυτούς οι σαρκοφιλόσοφοι και παρά των σπουδαστών εξιούσι καλείσθαι θεολόγοι οι κενολόγοι και Χρυσόστομοι οι αισχρόστομοι... ούτω πάντα της Εκκλησίας κατασείοντες έθη τε νόμους, και Μυστήρια, τας οδούς Κυρίου τας ευθείας διαστρέφουσι» (Απολογητ. Μινις Τ. 100).
Όντως ο έχων βαθύ Εκκλησιαστικόν πνεύμα και συνειδητήν Ορθόδοξον αντίληψιν Ιεράρχης ποτέ δεν σκέπτεται μεταρρυθμίσεις και τροποποιήσεις ορθοδόξων θεσμών και Κανόνων Εκκλησιαστικών, καθιερωθέντων υπο των Αποστόλων και θεσπισθέντων υπο των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων των 7 Οικουμενικών Συνόδων, αίτινες αποτελούσι την στάθμη της θείας αληθείας και την λυδίαν λίθον της ορθοδοξίας. Άλλως τε αν η Ορθόδοξος Ανατολική Εκκλησία έχει απαράθραυστον κύρος και ασκεί απόλυτον σεβασμόν εις την παγκόσμιον χριστιανικήν συνείδησιν τούτο οφείλει εις την Αποστολικότητα Αυτής, και την συντηρητικότητα ήν δεικνύει Αύτη εις την πίστιν και τας παραδόσεις, άτινα φυλάττει αναλλοίωτα και απαραχάρακτα ως ταύτα παρέλαβε παρά των Αποστόλων και Αποστολικών Πατέρων, εν αντιθέσει προς την Καθολικήν και Προτεσταντικήν Εκκλησία, αίτινες απεμακρύνθησαν των Αποστολικών και Συνοδικών Διατάξεων. Καθ΄ όσον δέ μια Χριστιανική Εκκλησία απομακρύνεται απο την στάθμην της ορθής πίστεως των δογμάτων και των παραδόσεων, ήν μας έδωκαν οι Θείοι Απόστολοι και θεοφόροι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων, επι τοσούτον απόλλυσι αύτη το κύρος και την αυθεντίαν υπό έποψιν της θείας αληθείας και της ακραιφνούς ορθοδοξίας. Εκ της τάσεως δέ ταύτης του συγχρονισμού και της προσαρμογής των δογματικών και ηθικών διδασκαλιών της Εκκλησίας προς την απαίτησιν των επιστημονικών πορισμάτων και θεωριών, προήλθον αί διάφοροι Αιρέσεις και τα Σχίσματα εις την Εκκλησίαν του Χριστού. Ιδού διατί πάς νεωτεριστής εν τη Εκκλησία δικαίως χαρακτηρίζεται ως εστερημένος βαθέως εκκλησιαστικού πνεύματος, και βαθείας ορθοδόξου πίστεως και συνειδήσεως.
Φέρε εξετάσωμεν αν και κατα πόσο οι νεωτερισταί ούτοι της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας εμπνέονται εις τας καινοτομίας αυτών υπό μιάς τουλάχιστον εθνικής ιδεολογίας. Άν και η άποψις αύτη κατ΄ αρχήν δεν συμβιβάζεται προς το πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ήτις καταδικάζει τον φυλετισμόν, ουχ΄ ήττον πρός απογύμνωσιν των αντιπάλων ημών εκ παντός ευγενούς, ελατηρίου δια τας καινοτομίας αυτών, επιτραπήτω μοι η εξέτασις και της εθνικής ταύτης πλευράς.
Η χριστιανική πίστις και λατρεία, απλή και στοιχειώδη εις τους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού διετηρήθη απλή και ενιαία εις την διατύπωσιν και την εκδήλωσιν αυτής υπό των Αποστόλων. Μετ΄ αυτούς ήλθον ως διάδοχοι οι Αποστολικοί Πατέρες, οίτινες εις την διατύπωσιν και την ανάπτυξιν των Δογμάτων και την διατύπωσιν της Θείας Λατρείας ενεφορούντο μεν υπό του Αγίου Πνεύματος, αλλά και δεν εξηφανίζετο τελείως και η προσωπική αυτών αντίληψις και ο εθνικός χαρακτήρ, όν απετύπωσαν κατά την ανάπτυξιν της χριστιανικής διδασκαλίας εις τε τα δόγματα και τον τύπο της Θείας Λατρείας.
Ούτω παρήχθη το Ανατολικόν και το Δυτικόν πνεύμα του Χριστιανισμού, όπερ εχώρισεν την μίαν Χριστιανικήν Εκκλησίαν εις Ανατολικήν και Δυτικήν τοιαύτην.
Της Ανατολικής Εκκλησίας τον τύπον και την σφραγίδα έδωκε το Δογματικόν και θεωρητικόν Ελληνικόν πνεύμα, της δέ Δυτικής τον τύπον και την σφραγίδα έδωκε το κοσμοπολίτικον και το νομικόν Ρωμαικόν πνεύμα. Ούτω εκ των πρώτων Αποστολικών Πατέρων της Εκκλησίας και ομολογητών της πίστεως, όσοι ήσαν Έλληνες ούτοι, ως μύσται και των ιδεών της Ελληνικής φιλοσοφίας, ήτις είναι απαύγασμα της θείας αληθείας εις την διατύπωσιν των Δογμάτων και την ανάπτυξιν της χριστιανικής διδασκαλίας, δεν ηδύναντο παρά να συνδυάσωσι το πνεύμα της Ελληνικής φιλοσοφίας προς το πνεύμα της Χριστιανικής θρησκείας, ούτως ώστε εκ του συνδυασμού και εναρμονισμού αμφοτέρων τούτων των πνευματικών, ήτοι του θείου και του ανθρωπίνου να παραχθή, εν και το αυτό ενιαίον και αδιαίρετον το Ελληνοχριστιανικόν καλούμενον πνεύμα, όπερ εξεπροσώπησε την ορθοδοξίαν εν τη Εκκλησία του Θεανθρώπου Χριστού.
Όσοι δέ πάλιν εκ των Αποστολικών Πατέρων και ομολογητών της πίστεως ήσαν Ρωμαίοι την εθνικότητα, έδωκαν εις την διατύπωσιν των Δογμάτων και την ανάπτυξιν της Χριστιανικής διδασκαλίας τον τύπον του κοσμοπολίτικου και απολυταρχικού Ρωμαικού πνεύματος, όπερ εις τους μετά ταύτα χρόνους παρήγαγε την αίρεσιν και την κακοδοξίαν εις την χριστιανικήν Εκκλησίαν. Εντεύθεν παρήχθησαν αί δύο αύται θεμελιώδεις αρχαί και αντιλήψεις της Χριστιανικής θρησκείας, καθ΄ άς εις μεν την πρώτην, την θεωρητικήν και την φιλελευθέραν επεκράτησεν η ιδέα του θείου νόμου και του φιλελευθέρου Ελληνικού πνεύματος, εξ΄ών η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως, εις δέ την δευτέραν την κοσμοπολίτικην και την νομικήν επεκράτησεν η ιδέα του ανθρωπίνου νόμου και το απολυταρχικόν Ρωμαικόν πνεύμα, εξ΄ών η υποδούλωσις της θρησκευτικής συνειδήσεως. Ούτω εκατέρα των Εκκλησιών τούτων διαμορφωθείσα εν τω οικείω εθνικώ περιβάλλοντι , και εν τω πλαισίω των ιδίων πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών, απετέλεσε και ίδιον τύπον της αντιλήψεως της πίστεως και της εκδηλώσεως της θείας λατρείας, καθιερωθέντος δι΄ εκατέραν των Εκκλησιών και αναλόγου Εκκλησιαστικού πολιτεύματος και διοικητικού συστήματος, Συνταγματικού μεν και κοινοβουλευτικού δια την Ανατολικήν Εκκλησίαν, Μοναρχικού δέ και αριστοκρατικού δια την Δυτικήν Εκκλησίαν.
Εντεύθεν ο αδιάρρηκτος και αδιάσπαστος σύνδεσμος της ορθοδοξίας και της Ελληνικής ιδεολογίας ούτως ώστε, να μη δύναται τις να λογισθή ακραιφνής Έλλην εάν δεν είναι και ορθόδοξος χριστιανός. Τούτων ούτως εχόντων, πως δύναται Έλλην Ιεράρχης γαλουχηθείς με τα ζωογόνα νάματα της ορθοδοξίας και φερέσβια ρείθρα της εθνικής μυσταγωγίας να ρέπη εις Εκκλησιαστικάς μεταρρυθμίσεις και καινοτομίας εξυπηρετούσας σκανδαλωδώς τους μυχίους και ανομολογήτους πόθους των προαιωνίων και ασπόνδων της ορθοδοξίας εχθρών;
Μόνον όσοι των Ελλήνων Ιεραρχών επιψαύδην και επιπολαίως εμυήθησαν της μυσταγωγίας της ορθοδοξίας και ερραντίσθησαν μόνον χωρίς να βαπτισθώσιν εις τα ζείδωρα και φερέζωα νάματα της Ελληνικής Κασταλίας, μόνον ούτοι δύνανται να διισχυρίζωνται ότι εξυπηρετούσι την εθνικήν ιδέαν, προσεγγίζοντες την ορθόδοξον ομολογίαν προς την αιρετικήν κακοδοξίαν ουχί δια της προσχωρήσεως ταύτης προς εκείνην, αλλά δια τας θυσίας του ελευθέρου πνεύματος της ορθοδοξίας εις το κοσμοπολίτικον και απολυταρχικόν ή και το άκρως δημοκρατικόν πνεύμα της Καθολικής και Προτεσταντικής Εκκλησίας.
Ιδού οι βαθύτεροι λόγοι, δι΄ ούς δεν δύναται τις να πιστεύση ότι οι εν λόγω Έλληνες Ιεράρχαι, ο Μελέτιος Μεταξάκης και ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ορμώνται τουλάχιστον εξ΄ εθνικής ιδεολογίας όταν δια νεωτερισμών και καινοτομιών αυτών υποσκάπτωσιν αυτά τα θεμέλεια τα αρραγή και Θεοπαγή της ορθοδοξίας, μεθ΄ ής απ΄ αιωνίων αδιαρρήκτως και αναποσπάστως συνεδέθη το ζωογόνον πνεύμα της Ελληνικής Εκκλησίας.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου