Οὒτε ψῦχος ὑπῆρχε τότε οὒτε καύσονας ἀλλά διαρκές παραδείσιον ἒαρ καί θαυμαστή καθαρότης καί διαύγεια ἦταν ἀπλωμένη μέσα στόν Παράδεισο! Μέ ὃλα τά ἐξαίσια καί θαυμάσια ἦταν κοσμημένη ἡ γῆ τοῦ Παραδείσου καί ὡραϊζόταν ἐντός καθαρᾶς καί διαυγοῦς ἀτμοσφαίρας καί κυρίως κατά τίς ὣρες ἐκείνες πού ὑποδεχόταν τις πρῶτες ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου. Ἦσαν ἐξαίσιοι στήν θέα καί γλυκύτατοι στή γεύσι οἱ καρποί τοῦ Παραδείσου. Ἂφθονα ἀειθαλῆ φυτά, πλήρη εὐωδίας καί ἀνυπέρβλητης ὡραιότητος καί ἀφάνταστης ὀμορφιᾶς, ὃλα λουσμένα μέσα στό φῶς. Ἡ ποικιλία τῶν ἀνθέων καί τῶν βοτάνων τά γλυκύτατα ὓδατα τῶν ποταμῶν ἐγοήτευαν τίς αισθήσεις εἰς τό ἀκρότατον καί ἀπελάμβανεν ὁ ἂνθρωπος τίς δωρεές τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ ἁγνά μετά καθαρότητος καί εὐφραινόταν. Τόπος φωτός ἦταν ὁ Παράδεισος ἒχοντας ἒνοικον τήν θείαν εἰκόνα, τόν ἂνθρωπο, πού ἀντικατόπτριζε τό μακάριο φῶς τῆς τρισηλίου Θεότητος. (Ἁγίου Μεγάλου Φωτίου, P.G. 101,136, Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 53,109, Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, P.G. 94,912,913).
Διπλοῦς ὁ Παράδεισος!
Διπλός ἦταν ὁ Παράδεισος λένε οἱ Θεοφόροι Πατέρες. Παράδεισος εὐφροσύνης ἐπιγείου ζωῆς καί οὐρανίας θεωρίας. Οἱ πρωτόπλαστοι ἦσαν ἀνώτεροι ἀπό ὃλα τά σωματικά. Οὒτε στέγη χρειάζονταν, οὒτε οἰκίαν, οὒτε ἐνδύματα, οὒτε τίποτε ἀπό αὐτά. Ζοῦσαν χωρίς πόνο, χωρίς θλῖψι καί λύπη, ζοῦσαν μίαν κατάστασιν ἀγγελικήν. Ὃπως οἱ ἂγγελοι, ἒτσι ζοῦσαν μέσα στόν Παράδεισο, χωρίς νά φλέγωνται ἀπό ἐπιθυμίες ἢ νά πολιορκοῦνται ἀπό ἂλλα πάθη καί χωρίς νά ὑπόκεινται στίς ἀνάγκες τῆς φύσεως, ἀλλά διόλου ἂφθαρτοι καί ἀθάνατοι, ὃπως ἐκτίσθησαν, ἒτσι καί διέμεναν. Ὁ πρωτόπλαστος, ὡς πρός το σῶμα, ζοῦσε στόν θειότατο καί ὑπερκαλῆ χῶρο τοῦ Παραδείσου. Ὡς πρός τήν ψυχήν σέ ὑπέρτερον καί περικαλέστερον τόπον ἒχοντας τόν Θεόν ἒνοικον καί αὐτόν εὐκλεές περιβόλαιον. Γιαὐτό οἱ πρωτόπλαστοι ἦσαν γυμνοί καί δέν ντρέπονταν, διότι οὒτε καί ἐγνώριζαν ὃτι ἦσαν γυμνοί. Ἀλλά οὒτε καί ἦσαν ὂντως γυμνοί, διότι ἡ ἂνωθεν δόξα περισσότερο ἀπό κάθε ἱμάτιον τούς περιέσκεπε καί τούς κοσμοῦσε.( Ἰωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 53,131 καί 53,126).
Τόπος ἐξασκήσεως τῆς ἀρετής ἦταν μᾶλλον ὁ παράδεισος τῆς Ἐδέμ κατά τόν Μέγαν Φώτιον. (Μ. Φωτίου, P.G. 94,924). Γιαὐτό καί νόμος δόθηκε καί ὑπήρχαν ἐκεῖ παντοειδῆ φυτά ἀφράστου κάλλους καί ὀμορφιᾶς καί γλυκύτατοι καρποί καί ἀνάμεσα στά δένδρα καί τά φυτά ὑπήρχε καί «τό ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστόν καλοῦ καί κακοῦ», καί «τό ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου». (Γεν. Β, 9). Καί ἒδωσε ἐντολή ὁ Θεός στόν Ἀδάμ λέγοντας: «ἀπό κάθε φυτό τοῦ παραδείσου μπορεῖτε νά φάγετε, ἀπό δέ τοῦ δένδρου πού δίνει τήν γνώσι τοῦ καλοῦ καί τοῦ πονηροῦ νά μή φάγετε, γιατί τήν ἡμέρα πού θά φάγετε ἀπ’ αὐτό, μέ θάνατο θά πεθάνετε».
Μέσα στόν Παράδεισο ἐτέθη ὁ Ἀδάμ νά ἐπιμελῆται τήν ἀρετή καί νά φυλάσση τόν Παράδεισο καί νά τόν ἐργάζεται, γιά νά μήν παραμένη ἂπρακτος καί περιπέση σέ ραθυμία, ἐπειδή εἶχε μεγάλην ἂνεσιν. (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 53, 113).
Ἐπειδή ὁ ἀγαθός Πατήρ ἐργάζεται, δημιουργῶντας καί προνοῶντας καί ἡ εἰκόνα του, ὁ ἂνθρωπος, πρέπει νά ἐργάζεται. Γιαὐτό καί ὁ Κύριός μας ἒλεγε: « Ὁ Πατήρ μου ἓως ἂρτι ἐργάζεται, κἂγώ ἐργάζομαι».
Ἐάν ἐτηρείτο ἡ Θεία ἐντολή, τότε ὁ ἂνθρωπος θά προήγετο ὁμοιούμενος πρός τόν Θεόν στά μυστήρια τῆς ζωῆς τοῦ οὐρανίου Παραδείσου. Τότε θά τόν ἒφερνε ὁ Κύριος καί στό ξύλον τῆς ζωῆς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος (ΒΕΠΕΣ, 54, 99). Καί ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐπεξηγεῖ ὃτι ἐάν μέναμε ἀναμάρτητοι καί φυλάσσαμε τήν ἐντολή, θά ἐγινόμαστε ἐκεῖνο τό ὁποῖο δέν ἢμασταν, διά τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς. Δηλαδή τί θά εἲχαμε γίνει; Θά εἲχαμε ἀπαθανατισθεῖ καί θά ζούσαμε μετά τοῦ Θεοῦ ἒχοντας πλησιάσει Αὐτόν. Τό ξύλον τῆς ζωῆς θά τό ἀπολάμβαναν μόνον ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν θά ὑπέκειντο εἰς θάνατον διά τῆς μεταλήψεως ἀπό τό ξύλον τῆς γνώσεως. Θά κληρονομοῦσαν οἱ ἂνθρωποι τήν αἰώνια ζωή, τήν βασιλεία τῶν ούρανῶν, τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού ἒχει ἐτοιμασθεῖ γιά τούς ἀξίους ἀπό καταβολῆς κόσμου. (Ματθ. ΚΕ, 34. Γρηγορίου Θεολόγου, P.G. 36, 612).
Μετά ὃμως τήν πτῶσιν καί την παρακοήν διώχνεται ἀπό τόν Παράδεισο ὁ ἂνθρωπος γιά νά μήν τολμήση καί λάβη ἀπό τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καί φάγη καί ζήση στόν αἰῶνα καί ἒτσι μέλλει νά ἁμαρτάνη ἀθάνατα καί νά κολάζεται ἀνεπανόρθωτα.
Πρίν ἀπό τήν ἒξωσι τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισον, «ἐποίησε Κύριος ὁ Θεός τῶ Ἀδάμ χιτῶνας δερματίνους καί ἐνέδυσεν αὐτούς» (Γεν. Γ,21).
Καί ἐδῶ ὃλα πρέπει νά τά ἐννοήσουμε θεοπρεπῶς λέγει ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. (P.G. 53,150). Γιατί τούς ἒντυσε μέ δερμάτινους χιτῶνες; Γιά νά θυμοῦνται διαρκῶς οἱ πρωτόπλαστοι την παρακοή. Ἡ ὁποία παρακοή ἒγινε αἰτία νά ἀπεκδυθοῦν τήν Θεία Χάρι καί νά περιβληθοῦν τήν παχύτητα καί τήν θνητότητα τοῦ σώματος λέγει ὁ Μέγας Φώτιος. (P.G. 101,441 καί Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ὃ. π.). Ὁ Ἀδάμ ἀφοῦ ἀποστράφηκε τήν θεοποιόν Θείαν Χάριν, ὡς πρός τήν διάθεσιν, τήν παχυτέραν σάρκα καί θνητήν καί ἐναντιουμένην στό πνεύμα σάν ἂλλους δερμάτινους χιτῶνες ἐνδύεται λέγει ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. (P.G. 36,633).
Ὃποιος δέν μελετήσει τούς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, δέν μπορεῖ καί νά ἐννοήση καί θεοπρεπῶς καί τά τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
«Γιατί ἐάν ἡ διάνοια δέν γίνη λεπτή καί φωτεινή καί δέν ὑψωθῆ ἀπό τά νοήματα τοῦ αἰῶνος τούτου, ὁ ὁποῖος βαστάζει τούς τρόπους τῆς παχύτητος, δέν δύναται νά μάθη νά βλέπη τόν Θεόν θεοπρεπῶς καί ὂχι ὃπως φανταζόμεθα αὐτόν παχυλῶς καί ἀνθρωπίνως. Διότι, ἐάν πρῶτον ὁ ἂνθρωπος δέν γίνη ἂξιος τῆς ἀποκαλύψεως, δέν δύναται νά γνωρίση αὐτήν καί ἐάν δέν φθάση στήν καθαρότητα, δεν δύναται να ἒχη τά νοήματα αὐτοῦ καθαρά, γιά νά βλέπη τά κρυπτά». (Ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Λόγος ΛΕ).
«Χαρά στίς καρδιές πού ἒχουν καθαρόν τόπον καί μποροῦν καί διατηροῦν μέσα τους τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Παναγίας Τριάδος. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρά καί εὐφροσύνη γιά τόν ἂνθρωπο. Ἂν δέν προσέχουμε καί ἁμαρτήσουμε, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού μᾶς ἐπισκέπτεται φεύγει πάλι καί ἀλοίμονον τότε! Τό Ἃγιον Πνεῦμα μᾶς ἐπισκέπτεται συχνά, ἀλλά ἂν δέν ἀναπαύεται πῶς νά μείνη; Φεύγει. Τήν χαρά πού παίρνουμε ἐμεῖς στά πνευματικά, δέν τήν νοιώθει ὁ διάβολος, γι’ αὐτό μᾶς ζηλεύει, μᾶς φθονεῖ καί μᾶς στήνει παγίδες καί λυπούμεθα καί πέφτουμε. Πρέπει νά ἀγωνισθοῦμε, γιατί χωρίς ἀγῶνα δέν ἀποκτοῦμε ἀρετή». (Ἀπό τόν βίον τοῦ Ἁγίου Γέροντος Ἱερωνύμου Αἰγίνης).
[ὑπό π. Νικολάου Δημαρᾶ Dr.Jur. «Ἃγιοι Κολλυβάδες»]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου