Κατ΄ αρχάς να ίδωμε τι πίστευε ο Όσιος δια τα κλειδιά του αποστόλου Πέτρου. Αναφέρομε λοιπόν ενα τμήμα της ιε΄ απο τις μικρές λεγόμενες κατηχήσεις του Οσίου, η οποία επιγράφεται «δογματική περί τιμής και της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων». Μετά λοιπόν απο μια θαυμάσια διδασκαλία δια τις εικόνες, αναφερόμενος στην προσκύνησί των λέγει τα εξής
«Έχω ακούσει ότι στην Ρώμη έχουν σε μεγάλη τιμή τα κλειδιά του κορυφαίου των Αποστόλων, Πέτρου, μολονότι ο Κύριος δεν έδωσε τα κλειδιά αισθητώς αλλά δια του λόγου, τα οποία είναι το δεσμείν και λύειν. Αυτοί όμως στη Ρώμη κατεσκεύασαν αργυρά κλειδιά και τα θέτουν εις προσκύνησι. Τόσο μεγάλη είναι η πίστις των. Εκεί λοιπόν ευρίσκεται τώρα η άρρηκτος πέτρα της πίστεως, η οποία εθεμελιώθη σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου. Εδω, όπως φαίνεται, πλεονάζει η απιστία και η ανομία. Δια τούτο, εγω ο ταπεινός, έχοντας άλγος και πόνο στην καρδία μου και φοβούμενος το κρίμα της σιωπής, αναγκάζομαι να ομιλήσω με λόγια ολίγα και περιεκτικά. Διότι, αν οι αιρετικοί δεν σταματούν δημοσίως και ιδιωτικώς, γραπτώς και προφορικώς να ομιλούν με βλάσφημα λόγια δια τον Χριστό, εμείς είναι σωστό, εφ΄ όσον έχομε την αλήθεια, να μη δυνάμεθα ούτε στους οίκους μας να συζητούμε μεταξύ μας τα αρμόδια; Και πως θα υποφέρωμε σ΄ αυτή την περίπτωσι την οργή του Κυρίου; Πως πάλι θα μιμηθούμε τους αγίους πατέρες μας, οι οποίοι, σε παρόμοιες περιστάσεις αιρέσεως, την σιωπή και την δειλία την ωνόμασαν προδοσία της αληθείας; (Μικρά κατήχησις 15η).
Αναφέραμε μεγαλύτερο απο το αναγκαίο τμήμα της κατηχήσεως δια να ιδούμε το όλο πνεύμα του Οσίου εν καιρώ αιρέσεως και τι εδίδασκε στους μοναχούς του. Αυτό λοιπόν το οποίο διδάσκει στην κατήχησί του είναι, ότι τα κλειδιά τα οποία έδωσε ο Κύριος στον Πέτρο, είναι το δεσμείν και λύειν. Επίσης αντιδιαστέλλει την Ορθοδοξία της Ρώμης αυτή την εποχή με την αίρεσι της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί, αναφέρει, είναι η αρραγής πέτρα της πίστεως και εδω η απιστία και ανομία. Αυτός είναι ο βασικός λόγος δια τον οποίο επαινεί και την Ρώμη και τον Πάπα.
Αυτή την εξουσία του δεσμείν και λύειν ο Όσιος απερίφραστα διδάσκει ότι την έδωσε ο Χριστός και σε όλους τους Αποστόλους. Σε επιστολή του λοιπόν προς τον μοναχό Ευπρεπιανό, αναφερόμενος στην μοιχειανική αίρεσι, διδάσκει πως μεταφέρεται η χάρις της ιερωσύνης και το δεσμείν και λύειν εν συναρτήσει με την ορθόδοξο πίστι και Παράδοση. Αναφέρει ότι αυτοί οι οποίοι παραβαίνουν τις ευαγγελικές εντολές δημοσίως και συνοδικώς, δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον δια τους ιερούς Κανόνες. Διδάσκει ότι οι ιεροί κανόνες είναι και αυτοί επισφραγισμένοι με το άγιο Πνεύμα και, εαν καταλυθούν, είναι αδύνατος η σωτηρία μας. Δεν θα υπάρχουν πλέον η ιερωσύνη, η θυσία και όλα τα άλλα φάρμακα της σωτηρίας. Η κατάλυσις των ιερών κανόνων και των ευαγγελικών εντολών είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Διότι, ο Χριστός, ο οποίος έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών στον Πέτρο, είπε συγχρόνως ότι, όποιον λύση και δέση, θα γίνη αυτό και αυτό. Το ίδιο πράγμα εν συνεχεία είπε και προς όλους τους Αποστόλους. «Λάβετε Πνεύμα άγιον. Σε όσους συγχωρήσετε τις αμαρτίες θα είναι συγχωρημένες, σε όσους δεν τις συγχωρέσετε θα είναι ασυγχώρητες». Κατ΄ αυτόν τον τρόπο σ΄ αυτούς και στους διαδόχους των διεβίβασε την εξουσία, εαν πράττουν τα όμοια με αυτούς. Δι΄ αυτόν τον λόγο ο Μέγας Βασίλειος και οι ισότιμοι με αυτόν Άγιοι έλαβον την ίδια εξουσία, διότι απεδέχθησαν πλήρως τους αποστολικούς κανόνες, όχι μόνον χωρίς να καινοτομήσουν, αλλά και να αυξήσουν, εκεί όπου έπρεπε, αυτούς. (Επιστολή 36. Φατούρος σελ. 105, στιχ. 123, PG. 99, 1036D).
Η διδασκαλία λοιπόν του Οσίου είναι ότι όλοι οι Απόστολοι είχαν την ίδια εξουσία του αποστόλου Πέτρου και όλοι οι διάδοχοί των, υπό την προυπόθεσι ότι θα απεδέχοντο όλο του Ευαγγέλιο και τους ιερούς Κανόνες. Ώς παράδειγμα αναφέρει τον Μέγα Βασίλειο, τον προσφιλή του Άγιο, και όλους τους ισότιμους με αυτόν Αγίους, οι οποίοι όχι μόνον δεν εκαινοτόμησαν αλλά και επαύξησαν τους ιερούς Κανόνες, υπό την έννοια ότι τους έκαναν αυστηροτέρους εκεί όπου εχρειάζετο. Άρα λοιπόν, σύμφωνα με τον Όσιο, η καινοτομία, η πλάνη και η αίρεσις σημαίνει και στέρησι στους διαδόχους των Αποστόλων της χάριτος του δεσμείν και λύειν. Αυτή την στέρησι της χάριτος την είχαν όλοι οι αιρετικοί πρίν την εποχή του Οσίου, οι αιρετικοί της εποχής του και φυσικά οι μετέπειτα αιρετικοί Παπικοί, Προτεστάντες, μέχρι των σημερινών Οικουμενιστών.
Το σημαντικό είναι ότι στη σκέψι του Οσίου κυριαρχεί η πεποίθησις ότι, δια να είναι κάποιος διάδοχος των Αποστόλων, πρέπει πρώτα να ταυτισθή και να αφομοιωθή με αυτούς κατά την πίστι και κατά δεύτερον και επόμενο, ως απόρροια της πίστεως, είναι η χειροτονία. Δι΄ αυτόν τον λόγον τονίζει ότι θα έχουν κατά την διαδοχή των την εξουσία του δεσμείν και λύειν «εάνπερ ωσαύτως πράξοιεν». Δηλαδή θέτει ως προυπόθεσι του δεσμείν και λύειν την ορθόδοξο πίστι.
Επιβάλλεται στο σημείο αυτό να ακούσωμε και τι διδάσκει ο Όσιος δια το περιβόητο αξίωμα του αποστόλου Πέτρου, δια το οποίο κατακαυχώνται οι Παπικοί και το οποίο έχει άμεση συνάφεια και σχέσι με το υπό εξέτασι θέμα. Σε ομιλία του λοιπόν η οποία επιγράφεται «Εγκώμιον εις τον μέγα Ιωάννην τον απόστολο και Ευαγγελιστή Χριστού», αναφερόμενος στην επιστήθιον πρόσπτωσι του Ιωάννου προς τον Χριστόν κατα το μυστικό δείπνο, εγκωμιάζει αναλόγως τον επιστήθιο μαθητή και αναφέρει ότι εκείνα τα οποία ο Πέτρος δεν είχε το θάρρος να κάνη, ο Ιωάννης τα έκανε αυθόρμητα πρώτος και δι΄ αυτού του τρόπου ο Πέτρος έδωσε στον εαυτόν του τη δεύτερη θέσι με την υπεροχή του Ιωάννου. Εξετάζοντας αυτές τις απόψεις, γίνεται κατανοητό στον καθένα πόση είναι η υπεροχή του Ιωάννου. «Απο εδω νομίζω», συνεχίζει ο Όσιος, «ως απο κάποια ζωήρρυτο πηγή, άντλησε ο Ιωάννης τα θεικά νάματα και εκ τούτων εξήλθαν οι ποταμοί της θεολογίας». Στην ακροτελεύτια παράγραφο του εγκωμίου αποκαλεί τον Ιωάννη μέγα του Ευαγγελίου ήλιο, πηγή της θεολογίας, ανεξάντλητο, ακρότατο μεταξύ των Αποστόλων, ίσο με τον Πέτρο ( κατα λέξι ισόπετρο) και εν τέλει τον παρακαλεί δια να βοηθήση την χειμαζομένη εκ της αιρέσεως Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως (PG. 99, 785A, 788B).
Στον εγκωμιαστικό επίσης λόγο του προς τον απόστολο Βαρθολομαίο ο Όσιος αναφέρει τα εξής «Ο Πέτρος διδάσκει τα έθνη, αλλά και ο Βαρθολομαίος κάνει ακριβώς το ίδιο. Τα πόδια του Πέτρου είναι ωραία, διότι ευαγγελίζονται τα αγαθά, αλλά και του Βαρθολομαίου εξ΄ ίσου, διότι θεολογεί τα υψηλά. Ο Πέτρος κάνει μεγάλα θαύματα, αλλά και ο Βαρθολομαίος αθρόα. Ο Πέτρος σταυρώνεται ανάποδα, αλλά και ο Βαρθολομαίος πάσχει αντίστοιχα και αποκεφαλίζεται. Όσα πράττει ο Πέτρος, τόσα ενεργεί και ο Βαρθολομαίος. Σε όσα μυστήρια προχωρεί ο Πέτρος, εξ΄ ίσου στα ίδια μυείται και ο Βαρθολομαίος. Έξ΄ ίσου ανέρχεται με τον Πέτρο στο ύψος της θεολογίας, έξ΄ ίσου γίνεται θεμέλιος της Εκκλησίας, έξ΄ ίσου έλαβε και όλα τα άλλα χαρίσματα» (PG. 99, 729D).
Απο τους δύο λόγους προς τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και τον απόστολο Βαρθολομαίο διακρίνομε ότι ο Όσιος θεωρεί ίσους όλους τους Αποστόλους και δεν αναγνωρίζει κανένα υπεροχικό αξίωμα στον Πέτρο. Η ένστασις την οποία θα προέβαλλε κάποιος, ότι πρόκειται για λόγους εγκωμιαστικούς, οι οποίοι προφανώς εξεφωνήθησαν στις εορτές των συγκεκριμένων Αποστόλων και ως εκ τούτου χαρακτηρίζονται απο ανάλογη συναισθηματική φόρτισι και τάσι υπερβολής ως προς την εκθείασι των εορταζομένων Αγίων, δεν ευσταθεί, διότι ο Όσιος αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις απο τη ζωή και το έργο των Αποστόλων, κάνει σύγκρισι των προσώπων και δεν είναι δυνατόν να εξυψώνη έναν Άγιο εις βάρος άλλου, ούτε βεβαίως να ομιλή με πλαστά επιχειρήματα και άστοχες συγκρίσεις, διότι τότε δεν πείθει τους ακροατές του λόγου του Θεού, ούτε βεβαίως θεολογεί αλλά ομιλεί με κοσμικό πνεύμα. Οπωσδήποτε πάντως, αν διακατείχετο απο το παπικό σύνδρομο, δεν θα εκθείαζε τους άλλους Αποστόλους, αλλά μάλλον τον Πέτρο, ούτε βεβαίως θα τους εκθείαζε εις βάρος του Πέτρου.
«Έχω ακούσει ότι στην Ρώμη έχουν σε μεγάλη τιμή τα κλειδιά του κορυφαίου των Αποστόλων, Πέτρου, μολονότι ο Κύριος δεν έδωσε τα κλειδιά αισθητώς αλλά δια του λόγου, τα οποία είναι το δεσμείν και λύειν. Αυτοί όμως στη Ρώμη κατεσκεύασαν αργυρά κλειδιά και τα θέτουν εις προσκύνησι. Τόσο μεγάλη είναι η πίστις των. Εκεί λοιπόν ευρίσκεται τώρα η άρρηκτος πέτρα της πίστεως, η οποία εθεμελιώθη σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου. Εδω, όπως φαίνεται, πλεονάζει η απιστία και η ανομία. Δια τούτο, εγω ο ταπεινός, έχοντας άλγος και πόνο στην καρδία μου και φοβούμενος το κρίμα της σιωπής, αναγκάζομαι να ομιλήσω με λόγια ολίγα και περιεκτικά. Διότι, αν οι αιρετικοί δεν σταματούν δημοσίως και ιδιωτικώς, γραπτώς και προφορικώς να ομιλούν με βλάσφημα λόγια δια τον Χριστό, εμείς είναι σωστό, εφ΄ όσον έχομε την αλήθεια, να μη δυνάμεθα ούτε στους οίκους μας να συζητούμε μεταξύ μας τα αρμόδια; Και πως θα υποφέρωμε σ΄ αυτή την περίπτωσι την οργή του Κυρίου; Πως πάλι θα μιμηθούμε τους αγίους πατέρες μας, οι οποίοι, σε παρόμοιες περιστάσεις αιρέσεως, την σιωπή και την δειλία την ωνόμασαν προδοσία της αληθείας; (Μικρά κατήχησις 15η).
Αναφέραμε μεγαλύτερο απο το αναγκαίο τμήμα της κατηχήσεως δια να ιδούμε το όλο πνεύμα του Οσίου εν καιρώ αιρέσεως και τι εδίδασκε στους μοναχούς του. Αυτό λοιπόν το οποίο διδάσκει στην κατήχησί του είναι, ότι τα κλειδιά τα οποία έδωσε ο Κύριος στον Πέτρο, είναι το δεσμείν και λύειν. Επίσης αντιδιαστέλλει την Ορθοδοξία της Ρώμης αυτή την εποχή με την αίρεσι της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί, αναφέρει, είναι η αρραγής πέτρα της πίστεως και εδω η απιστία και ανομία. Αυτός είναι ο βασικός λόγος δια τον οποίο επαινεί και την Ρώμη και τον Πάπα.
Αυτή την εξουσία του δεσμείν και λύειν ο Όσιος απερίφραστα διδάσκει ότι την έδωσε ο Χριστός και σε όλους τους Αποστόλους. Σε επιστολή του λοιπόν προς τον μοναχό Ευπρεπιανό, αναφερόμενος στην μοιχειανική αίρεσι, διδάσκει πως μεταφέρεται η χάρις της ιερωσύνης και το δεσμείν και λύειν εν συναρτήσει με την ορθόδοξο πίστι και Παράδοση. Αναφέρει ότι αυτοί οι οποίοι παραβαίνουν τις ευαγγελικές εντολές δημοσίως και συνοδικώς, δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον δια τους ιερούς Κανόνες. Διδάσκει ότι οι ιεροί κανόνες είναι και αυτοί επισφραγισμένοι με το άγιο Πνεύμα και, εαν καταλυθούν, είναι αδύνατος η σωτηρία μας. Δεν θα υπάρχουν πλέον η ιερωσύνη, η θυσία και όλα τα άλλα φάρμακα της σωτηρίας. Η κατάλυσις των ιερών κανόνων και των ευαγγελικών εντολών είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Διότι, ο Χριστός, ο οποίος έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών στον Πέτρο, είπε συγχρόνως ότι, όποιον λύση και δέση, θα γίνη αυτό και αυτό. Το ίδιο πράγμα εν συνεχεία είπε και προς όλους τους Αποστόλους. «Λάβετε Πνεύμα άγιον. Σε όσους συγχωρήσετε τις αμαρτίες θα είναι συγχωρημένες, σε όσους δεν τις συγχωρέσετε θα είναι ασυγχώρητες». Κατ΄ αυτόν τον τρόπο σ΄ αυτούς και στους διαδόχους των διεβίβασε την εξουσία, εαν πράττουν τα όμοια με αυτούς. Δι΄ αυτόν τον λόγο ο Μέγας Βασίλειος και οι ισότιμοι με αυτόν Άγιοι έλαβον την ίδια εξουσία, διότι απεδέχθησαν πλήρως τους αποστολικούς κανόνες, όχι μόνον χωρίς να καινοτομήσουν, αλλά και να αυξήσουν, εκεί όπου έπρεπε, αυτούς. (Επιστολή 36. Φατούρος σελ. 105, στιχ. 123, PG. 99, 1036D).
Η διδασκαλία λοιπόν του Οσίου είναι ότι όλοι οι Απόστολοι είχαν την ίδια εξουσία του αποστόλου Πέτρου και όλοι οι διάδοχοί των, υπό την προυπόθεσι ότι θα απεδέχοντο όλο του Ευαγγέλιο και τους ιερούς Κανόνες. Ώς παράδειγμα αναφέρει τον Μέγα Βασίλειο, τον προσφιλή του Άγιο, και όλους τους ισότιμους με αυτόν Αγίους, οι οποίοι όχι μόνον δεν εκαινοτόμησαν αλλά και επαύξησαν τους ιερούς Κανόνες, υπό την έννοια ότι τους έκαναν αυστηροτέρους εκεί όπου εχρειάζετο. Άρα λοιπόν, σύμφωνα με τον Όσιο, η καινοτομία, η πλάνη και η αίρεσις σημαίνει και στέρησι στους διαδόχους των Αποστόλων της χάριτος του δεσμείν και λύειν. Αυτή την στέρησι της χάριτος την είχαν όλοι οι αιρετικοί πρίν την εποχή του Οσίου, οι αιρετικοί της εποχής του και φυσικά οι μετέπειτα αιρετικοί Παπικοί, Προτεστάντες, μέχρι των σημερινών Οικουμενιστών.
Το σημαντικό είναι ότι στη σκέψι του Οσίου κυριαρχεί η πεποίθησις ότι, δια να είναι κάποιος διάδοχος των Αποστόλων, πρέπει πρώτα να ταυτισθή και να αφομοιωθή με αυτούς κατά την πίστι και κατά δεύτερον και επόμενο, ως απόρροια της πίστεως, είναι η χειροτονία. Δι΄ αυτόν τον λόγον τονίζει ότι θα έχουν κατά την διαδοχή των την εξουσία του δεσμείν και λύειν «εάνπερ ωσαύτως πράξοιεν». Δηλαδή θέτει ως προυπόθεσι του δεσμείν και λύειν την ορθόδοξο πίστι.
Επιβάλλεται στο σημείο αυτό να ακούσωμε και τι διδάσκει ο Όσιος δια το περιβόητο αξίωμα του αποστόλου Πέτρου, δια το οποίο κατακαυχώνται οι Παπικοί και το οποίο έχει άμεση συνάφεια και σχέσι με το υπό εξέτασι θέμα. Σε ομιλία του λοιπόν η οποία επιγράφεται «Εγκώμιον εις τον μέγα Ιωάννην τον απόστολο και Ευαγγελιστή Χριστού», αναφερόμενος στην επιστήθιον πρόσπτωσι του Ιωάννου προς τον Χριστόν κατα το μυστικό δείπνο, εγκωμιάζει αναλόγως τον επιστήθιο μαθητή και αναφέρει ότι εκείνα τα οποία ο Πέτρος δεν είχε το θάρρος να κάνη, ο Ιωάννης τα έκανε αυθόρμητα πρώτος και δι΄ αυτού του τρόπου ο Πέτρος έδωσε στον εαυτόν του τη δεύτερη θέσι με την υπεροχή του Ιωάννου. Εξετάζοντας αυτές τις απόψεις, γίνεται κατανοητό στον καθένα πόση είναι η υπεροχή του Ιωάννου. «Απο εδω νομίζω», συνεχίζει ο Όσιος, «ως απο κάποια ζωήρρυτο πηγή, άντλησε ο Ιωάννης τα θεικά νάματα και εκ τούτων εξήλθαν οι ποταμοί της θεολογίας». Στην ακροτελεύτια παράγραφο του εγκωμίου αποκαλεί τον Ιωάννη μέγα του Ευαγγελίου ήλιο, πηγή της θεολογίας, ανεξάντλητο, ακρότατο μεταξύ των Αποστόλων, ίσο με τον Πέτρο ( κατα λέξι ισόπετρο) και εν τέλει τον παρακαλεί δια να βοηθήση την χειμαζομένη εκ της αιρέσεως Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως (PG. 99, 785A, 788B).
Στον εγκωμιαστικό επίσης λόγο του προς τον απόστολο Βαρθολομαίο ο Όσιος αναφέρει τα εξής «Ο Πέτρος διδάσκει τα έθνη, αλλά και ο Βαρθολομαίος κάνει ακριβώς το ίδιο. Τα πόδια του Πέτρου είναι ωραία, διότι ευαγγελίζονται τα αγαθά, αλλά και του Βαρθολομαίου εξ΄ ίσου, διότι θεολογεί τα υψηλά. Ο Πέτρος κάνει μεγάλα θαύματα, αλλά και ο Βαρθολομαίος αθρόα. Ο Πέτρος σταυρώνεται ανάποδα, αλλά και ο Βαρθολομαίος πάσχει αντίστοιχα και αποκεφαλίζεται. Όσα πράττει ο Πέτρος, τόσα ενεργεί και ο Βαρθολομαίος. Σε όσα μυστήρια προχωρεί ο Πέτρος, εξ΄ ίσου στα ίδια μυείται και ο Βαρθολομαίος. Έξ΄ ίσου ανέρχεται με τον Πέτρο στο ύψος της θεολογίας, έξ΄ ίσου γίνεται θεμέλιος της Εκκλησίας, έξ΄ ίσου έλαβε και όλα τα άλλα χαρίσματα» (PG. 99, 729D).
Απο τους δύο λόγους προς τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και τον απόστολο Βαρθολομαίο διακρίνομε ότι ο Όσιος θεωρεί ίσους όλους τους Αποστόλους και δεν αναγνωρίζει κανένα υπεροχικό αξίωμα στον Πέτρο. Η ένστασις την οποία θα προέβαλλε κάποιος, ότι πρόκειται για λόγους εγκωμιαστικούς, οι οποίοι προφανώς εξεφωνήθησαν στις εορτές των συγκεκριμένων Αποστόλων και ως εκ τούτου χαρακτηρίζονται απο ανάλογη συναισθηματική φόρτισι και τάσι υπερβολής ως προς την εκθείασι των εορταζομένων Αγίων, δεν ευσταθεί, διότι ο Όσιος αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις απο τη ζωή και το έργο των Αποστόλων, κάνει σύγκρισι των προσώπων και δεν είναι δυνατόν να εξυψώνη έναν Άγιο εις βάρος άλλου, ούτε βεβαίως να ομιλή με πλαστά επιχειρήματα και άστοχες συγκρίσεις, διότι τότε δεν πείθει τους ακροατές του λόγου του Θεού, ούτε βεβαίως θεολογεί αλλά ομιλεί με κοσμικό πνεύμα. Οπωσδήποτε πάντως, αν διακατείχετο απο το παπικό σύνδρομο, δεν θα εκθείαζε τους άλλους Αποστόλους, αλλά μάλλον τον Πέτρο, ούτε βεβαίως θα τους εκθείαζε εις βάρος του Πέτρου.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου