Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΚΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ!

Σαράντα ὁλόκληρα χρόνια ἔμεινε ἀδημοσίευτο τὸ μνημειῶδες κείμενο, ποὺ ἀκολουθεῖ, προερχόμενο ἀπὸ τὴν γραφίδα τοῦ Ὑπερμάχου τοῦ Πατρώου Ὀρθοδόξου φρονήματος καὶ πνευματικοῦ ὁδηγοῦ μας, ἀοιδίμου π. Μάρκου Μανώλη.
Μαζὶ μὲ τὸ κείμενο αὐτὸ ἔμειναν ἄγνωστοι στοὺς πολλοὺς καὶ οἱ ὑπέροχοι καὶ πνευματικώτατοι ἀγῶνες τοῦ ἀνυποχωρήτου σὲ θέματα Πίστεως γενναίου ἀθλητοῦ καὶ οἱ διώξεις του, ποὺ ἄρχισαν ἀπὸ τότε καὶ συνεχίσθηκαν—μὲ μικρὲς διακοπὲς— μέχρι τῆς ἐκδημίας του!Ἡ ἄκρα ταπείνωσή του δὲν ἐπέτρεπε σὲ κανένα νὰ γίνη ἰχνηλάτης τῆς πνευματικῆς του πορείας — ὅσο ἐξηρτᾶτο, βεβαίως, ἀπὸ τὸν ἴδιο—, ἀφοῦ ἀδιαπραγμάτευτη ἐπιδίωξή του ἦταν ἡ βίωση τῆς πνευματικῆς ζωῆς μὲ ἕνα σπάνιο καὶ μοναδικὸ τρόπο, ποὺ ἀπόλυτα τὸν ἐξέφραζε: «Πνευματικὴ ζωὴ εἶναι νὰ περπατᾶς πάνω στὸ χιόνι χωρὶς νὰ ἀφήνης ἲχνη»!
Ὅμως ἐμεῖς ἔχουμε χρέος νὰ ἰχνηλατοῦμε στὸ χιόνι, γιατὶ αὐτὴ ἡ μοναδικὴ πορεία τοῦ π. Μάρκου εἶναι ὁδοδείκτης γιὰ μᾶς αὐτὲς τὶς κρίσιμες ὧρες, ποὺ ἡ παγκόσμια Ὀρθοδοξία χειμάζεται καὶ οἱ Ἀρχιποιμένες μας φαίνεται νὰ ταιριάζουν περισσότερο μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ νὰ συνεννοοῦνται καλύτερα μὲ αὐτοὺς παρὰ μὲ τὸὈρθόδοξο Ποίμνιό τους.
Αὐτὲς τὶς κρίσιμες ὧρες, ὅπως αὐτὲς ποὺ πέρασαν πρόσφατα οἱ ἀδελφοί μας Κύπριοι μὲ τὴν ἀνίερη καὶ προκλητικὴ ἐπίσκεψη τοῦΠάπα, νοιώθεις πόσο λείπει ἀπὸ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ἡ στοργὴ τῶν πραγματικῶν Ποιμένων, ποὺ δὲν θαυμάζουν πρόσωπα οὔτε συντὰσσονται μὲ συμφέροντα, ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν Ἀλήθεια. Αἰσθάνεσαι πόσο λείπει ἀπὸ τὸν κόσμο μας ἡ γλυκύτητα τῆς ἀπαθοῦς ψυχῆς τοῦ π. Μάρκου, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀσυμβίβαστη καὶ ἀνυποχώρητη μαχητικότητά του, ὅταν ἡ Πίστη μας εἶναι «τὸ κινδυνευόμενον».
Αὐτὲς τὶςὧρες «τῆς ταραχῆς καὶ δειλίας τῆς ἐκ τοῦ διαβόλου ἡμῖν προσγινομένης» μέσῳ τῆς ἀκαθάρτου ἐνεργείας τῆς Οἰκουμενιστικῆς πλάνης, δὲν χρειαζόμαστε «εὐσεβεῖς» ὑστερίες, ἄτακτες καὶ ἐμπαθεῖς φωνές, ὕβρεις καὶ χολὴ γιὰ νὰ ἑλκύσουμε τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀποτρέψουμε τὴν ἀλλοίωση τοῦἘκκλησιαστικοῦ μας φρονήματος. Χρειαζόμαστε μαχητικότητα καὶ ἀγωνιστικότητα μὲ τὸ ἦθος καὶ τὶς ἀρετὲς τοῦ π.Μάρκου, τοῦ πραέος μαχητοῦ καὶ Ὁμολογητοῦ, τοῦ ὁποίου καὶ μόνη ἡ Παρουσία του εἰρηνοποιοῦσε, βεβαίωνε τοὺς πιστοὺς γιὰ τὸ ἀσάλευτον τῶν δογμάτων, ἀπεστόμωνε τοὺς κακοδόξους, ἐμπόδιζε τοὺς «λυκοποιμένες» νὰ κάνουν «ἀνοίγματα» στὴν πλάνη καὶ ἐστήριζε τοὺς «ἀσθενεῖς τῇ πίστει» καὶ τοὺς ἐνέπνεε ἀσφάλεια, ὥστε νὰ μὴ διασκορπισθοῦν.
Αὐτὸ τὸ ἦθος ἀποπνέει τὸ κατωτέρω «Ἀπολογητικὸν Ὑπόμνημα» τοῦ Διακόνου π. Μάρκου Μανώλη, τὸ ὁποῖο συνέταξε περὶ τὸν Ἰούνιο τοῦ 1970, κατόπιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς διώξεως, ποὺ ἄσκησε ἐναντίον του ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος ὁ Α΄, διότι ὁ π. Μάρκος ἀρνήθηκε νὰ συμμετάσχη σὲ δέηση ὑπὲρ ἀποκαταστάσεως τῆς ὑγείας τοῦ ἀρχιοικουμενιστοῦ αἱρεσιάρχου καὶ μασώνου Πατριάρχου Ἀθηναγόρα (ἕνα βράδυ τοῦ Μαρτίου 1970, μετὰ τὸ τέλος τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἀποδείπνου) καὶ προέτρεψε τοὺς παρισταμένους πιστοὺς τῆς Ἱ.Μονῆς Πετράκη νὰ μὴ συμμετάσχουν καὶ αὐτοί, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν ἐξερχόμενοι τοῦ Ἱ. Ναοῦ. Τὸ ἴδιο ἐπανέλαβε καὶ τὴν ἑπομένη ἡμέρα, μετὰ τὴν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
Παραθέτουμε τὸ ὑποδειγματικὸ Ἀπολογητικόν του Ὑπόμνημα:

«ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΝ
ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Καθʼ ἣν στιγμὴν ἡ Ἱ. Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν διʼ ἐγκυκλίου διέταξε τοὺς κληρικοὺς αὐτῆς νὰ τελέσουν δεήσεις ὑπὲρ ἀποκαταστάσεως τῆς ὑγείας τοῦ Οἰκουμ. Πατριάρχου κ. Ἀθηναγόρου καὶ νὰ ψάλουν μαζὶ μὲ τὸ ὀρθόδοξον πλήρωμα τὸν πολυχρονισμὸν αὐτοῦ, ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Ἀθηναγόρας εἰς συνέντευξίν του πρὸς δημοσιογράφον Ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδος ἐξετόξευσε καὶ νέας κατηγορίας κατὰ τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας καὶ τῶν γενναίων προμάχων τῆς Ὀρθοδοξίας, τῶν ἀγωνισθέντων διὰ νὰ μὴ ὑποταγῆ ἡ νύμφη τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν ὑπερφίαλον Παπισμόν.
Ἰδοὺ αἱ ἐξωφρενικαὶ αὐταὶ δηλώσεις:
«Τὸ ἔτος 1054, ὅτε ἔγινε τὸ σχίσμα ὑπῆρχον διαφοραί, χειρότεραι ἀπὸ τὰς σημερινάς, ἀλλὰ ἐξηκολούθει νὰ ὑπάρχη τὸ κοινὸν Ποτήριον, τὸ ὁποῖον δὲν διεκόπη τότε.
Ἀρθέντος τοῦ ἀναθέματος ἑξακολουθοῦμεν νὰ μὴ ἔχωμεν Μυστηριακὴν κοινωνίαν. Ποῖον τὸ ἐμπόδιον; Ἐρωτῶ τοὺς θεολόγους νὰ μοῦ τὸ εἴπουν. Θέλομεν ἕνωσιν ἢ δὲν θέλομεν; Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εὐχώμεθα εἰς τοὺς Ἱ.Ναοὺς «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως» καὶ νὰ ἀποφεύγωμεν τὴν ἕνωσιν. Η είμεθα ἀληθινοὶ ἢ ὑποκρινόμεθα, ὅταν παρακαλοῦμεν διʼ ἕνωσιν Ἐκκλησιῶν. Οἱ Θεολόγοι καλοῦνται νὰ εὕρουν λύσιν.Ὅσον διὰ τὸ FILIOQUE δὲν νομίζω ὅτι εἶναι κώλυμα».
Ἀλλὰ ὡς ὀρθῶς ἤδη παρετηρήθη εἰς τὸν Παναγιώτατον «Ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ δύο αἰώνων ἐνωρίτερον ἐμακροθύμει ἀναμένουσα σεβασμὸ ἀπὸ τὴν παραπαίουσαν Ρώμην πρὸς τὰς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὅτι ἡ προσθήκη εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως ναὶ μὲν ἐφέρετο ὡς διδασκαλία ἀόριστος τῶν Παπῶν, ἀλλὰ δὲν εἶχεν ὁριστικοποιηθῆ, οὐ μὴ ἀλλὰ καὶ ἐνηλλάσσετο μὲ τὸ ἀκαινοτόμητον. Ὅτι ἀξίωσις πρωτείου ἐπεδιώκετο μέν, ἀλλʼ οὐδέποτε ἐπεβλήθη. Ὅτι τὸ ἀλάθητον δὲν ὑπῆρχε. Ὅτι τόσαι λειτουργικαὶ καινοτομίαι δὲν ὑφίσταντο, ἀλλʼ εἰσήχθησαν μετὰ τὸ σχίσμα. Ὅτι παραφθοραὶ ἐν τοῖς μυστηρίοις, ὡς ἐγένετο ἀργότερον δὲν ὑπῆρχον. Ὅτι ἐκλείψαντος τοῦ λόγου Οἰκονομίας, καὶ ἐφαρμοσθέντων τῶν Ἱ. Κανόνων, ἡ
Ἐκκλησία ἔκτοτε δὲν «ἦτο δυνατὸν νὰ ἐπανέλθη εἰς τὴν περίοδον τῆς Οἰκονομίας, πολλῷ μᾶλλον ὅτε ἡ Ρώμη ἐστερώθη εἰς τὰς αἱρετικὰς δοξασίας της, πρᾶ γμα βεβαιωθὲν τόσον ἀπὸ τὰς πολλὰς ἀποτυχούσας ἀποπείρας πρὸς ἕνωσιν, ὅσον καὶ ἀπὸ τὰς ἀποφάσεις μεγάλων Τοπικῶν Συνόδων…
Μετὰ τὸ σχίσμα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης μετεβλήθη εἰς ἕνα στυγνὸν Καισαροπαπισμόν, μὲ Σταυροφορίας, Ἱ. Ἐξέτασιν, μὲ φιλοσοφίαν ἀντὶ θεολογίας, μὲ σαρκικότητα ἀντὶ πνευματικότητος, μὲ ἐγκοσμιότητα, ἀντὶ ὑπερβατικότητος.
Σήμερον ὁ παπισμὸς δὲν εἶναι ἡ πρὸ τοῦ σχίσματος πρεσβυτέρα Ρώμη» (Ἐφημ. «Ὀρθόδοξος Τύπος», Δεκέμβριος 1968, σελ. 1).
Ἐπίσης ὁ Ἀρχιμ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς διὰ τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα λέγει τὰ ἑξῆς: «Τὸ δόγμα περὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα εἶναι ὄχι μόνον αἵρεσις, ἀλλὰ παναίρεσις. Διότι καμμία αἵρεσις δὲν ἐξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικῶς καὶ τόσον ὁλοκληρωτικῶς κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, ὡς ἔπραξε τοῦτο ὁ παπισμὸς διὰ τοῦ δόγματος περὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα–ἀνθρώπου. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι ἡ αἵρεσις τῶν αἱρέσεων, μία ἄνευ προηγουμένου ἀνταρσία κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι φεῦ, ἡ πλέον φρικτὴ ἐξορία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν γῆν, νέα προδοσία τοῦ Χριστοῦ, νέα Σταύρωσις τοῦ Κυρίου, μόνον οὐχὶ ἐπὶ τοῦ ξυλίνου, ἀλλʼ ἐπὶ τοῦ χρυσοῦ σταυροῦ τοῦ παπικοῦ οὑμανισμοῦ.» (“Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος”, σελ. 159).
Ὁ Πατριάρχης ἐν τῇ σπουδῇ του νὰ γίνη μία βεβιασμένη ἕνωσις τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὴν πανσπερμία τῶν αἱρετικῶν φθάνει μέχρι τοῦ σημείου νὰ κατηγορῆ καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρας τοὺς διεφυλάξαντας τὴν ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν ἀσινῆ καὶ ἀλώβητον ὡς ὑποκριτάς: «Θέλομεν ἕνωσιν ἢ δὲν θέλομεν; κ.λπ.».
Ὥστε ὑποκριταὶ ἦσαν ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ ὁποῖος τόσον σφοδρῶς κατεπολέμησε τὸ FILIOQUE, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ ὁ σοφὸς διδάσκαλός του Ἰωσὴφ Βρυέννιος, ὁ Γεννάδιος Σχολάριος ὁ πρῶτος μετὰ τὴν ἅλωσιν Πατριάρχης, ὁ Ἱερεμίας ὁ Τρανὸς ἢ οἱ προσφάτως ἀνακηρυχθέντες καὶ ἐπισήμως ὡς Ἅγιοι ὑπὸ τοῦ Οἰκουμ. Πατριαρχείου, Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς καὶ Νεκτάριος Πενταπόλεως;
Τὸ ἀντορθόδοξον κήρυγμα τῶν οἰκουμενιστῶν καὶ ἰδιαιτέρως τοῦ κορυφαίου αὐτῶν Πατριάρχου Ἀθηναγόρου ἀποτελεῖ ἐκθεμελίωσιν αὐτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς ὀρθότατα γράφει ὁ Ἀρχιμ. Σπυρίδων Μπιλάλης, εἰς τὸ νέον βιβλίον του “Ἡ οἰκουμενικὴ ἀποστολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας”. Ἰδοὺ καὶ ἡ σχετικὴ περικοπή:
«Ἡ “νεοπατερικὴ δυναμικὴ θεολογία” τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν ἀποτελεῖ ἐκθεμελίωσιν αὐτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ἐσχάτως, ἐκηρύχθη ὑπὲρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν μετὰ τὴν χειροτονία των: “Εἶμαι σαφῶς κεκηρυγμένος ὑπὲρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν καὶ ἀφοῦ χειροτονηθοῦν. Δὲν εἶναι κώλυμα γάμου ἡ χειροτονία... Εἰς μίαν κληρικολαϊκὴν συνεδρίασιν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς τὸ εἴχαμεν ἀποφασίσει καὶ θὰ τὸ εἶχα λύσει τὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ δὲν ἐπρόφθασα, ἐκλήθην ἐδώ”. Ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὁ ΣΤ´ Κανὼν τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀπαγορεύει εἰς ὑποδιάκονον, διάκονον, καὶ πρεσβύτερον “μετὰ τὴν ἐπʼ αὐτῶ χειροτονίαν, ἔχειν ἄδειαν γαμικὸν ἑαυτῶ συνιστᾶν συνοικέσιον, εἰ δὲ τοῦτο τολμῆσοι ποιῆσαι, καθαιρείσθω. Εἰ δὲ βούλοιτο τὶς τῶν εἰς Κλῆρον προερχομένων, γάμου νόμω συνάπτεσθαι γυναικί, πρὸ τῆς τοῦ ὑποδιακόνου ἢ διακόνου ἢ πρεσβυτέρου χειροτονίας του πραττέτω”. Ἡ “νεοπατερικὴ δυναμικὴ θεολογία”, ἐκθεμελιοῦσα τὰ ὑπὸ τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων ὁρισθέντα, κηρύσσεται ἀπεριφράστως ὑπὲρ τοῦ γάμου τῶν κληρικῶν μετὰ τὴν χειροτονίαν μολονότι οὗτος συνεπάγεται καθαίρεσιν. Φαίνεται ὅτι ἡ οἰκουμενιστικὴ θεολογία στοιχεῖ εἰς τὸ παράδειγμα τοῦ Λουθήρου, τοῦ ἀπορρίψαντος τὴν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ νυμφευθέντος μετὰ τὴν χειροτονίαν του. Ὁ “νεοπατερισμός” τῶν οἰκουμενιστῶν εἰσηγεῖται καὶ “κοινὸν ποτήριον”, ἄνευ ἐπιστροφῆς εἰς τὴν ὀρθόδοξον πίστιν τῶν αἱρετικῶν ρωμαιο-καθολικῶν. Εἶναι προφανές, ὅτι ἡ “νεοπατερικὴ δυναμικὴ θεολογία”, περιφρονοῦσα τὰ θεῖα Δόγματα καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, σπεύδει νὰ ρίψη τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν εἰς τὴν ἀπορροφητικὴν χοάνην τοῦ παμφάγου παπισμοῦ καὶ προτεσταντισμοῦ. Εἶναι τοιαύτη ἡ περιφρόνησις τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν πρὸς τὰ δόγματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ὥστε ὁ οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας διεκήρυξεν, ὁ ἡ δεινὴ αἵρεσις τοῦ FILIOQUE, ἡ διαστρέφουσα τὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ χαρακτηρισθεῖσα ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Φωτίου “βλάσφημος καὶ θεομάχος φωνή”, δὲν ἀποτελεῖ κώλυμα διὰ τὴν ἕνωσιν τῶν Ἐκκλησιῶν: “Ὅσον διὰ τὸ FILIOQUE δὲν νομίζω, ὅτι ἀποτελεῖ κώλυμα”, ἐδήλωσεν».
Αἱ ὅλαι ὅμως αὐταὶ —καὶ πολλαὶ ἄλλαι, τὰς ὁποίας, ἐλλείψει χρόνου παραλείπω— ἀβαρίαι περὶ τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ κανονικὴν τάξιν καὶ Κυβέρνησιν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου εἶναι κανονικῶς κολάσιμοι καὶ εἶναι ἀπορίας ἄξιον πῶς εἰσέτι παραμένει εἰς τὸν θρόνον του.
Ἰδοὺ τί ἀκριβῶς γράφει, μεταξὺ ἄλλων, ὁ Μητροπολίτης Μεσημβρίας κ. Ἐμμανουήλ, πρώην ΚΩ, εἰς τὸ ἔργον “ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΤΙΚΗ”, τόμ. Β΄, Ἐν Ἀθήναις 1965, σελ.11.:
«Εἰς τὸ ἁμάρτημα “Ἀβαρίαι περὶ τὴν Ὀρθοδοξίαν” ὑπόκεινται ..../δ/ ὅσοι περιπτυσσόμενοι ἀλλοφύλους, ἀλλοθρήσκους, αἱρετικούς, σχισματικούς, μειοῦσι τὸ κῦρος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀποχρωματίζουσι τὴν Ὀρθοδοξίαν, καὶ ὠθοῦσιν εἰς ἐξέγερσιν, εἰς σκάνδαλον, εἰς ἀποστασίαν χριστιανοὺς ὀρθοδόξους», ὅπως δηλαδὴ πράττει καὶ ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας. Ἰδοὺ καὶ ὁ κανονισμὸς τοῦ ἁμαρτήματος αὐτοῦ: «Στέρησις τῶν χαρίτων τῆς Ἐκκλησίας εἰς περιπτώσεις ἐξάλλων, αὐτόχρημα ἀφηνιαστικῶν περιπτύξεων, ὑπὸ διάφορα προσχήματα, πρὸς ὑπονομευτὰς τῆς Ὀρθοδοξίας».
Καὶ πράγματι. Τὸ κακόν, τὸ ὁποῖον μέχρι στιγμῆς διέπραξε εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ τοῦ ὀρθοδόξου ποιμνίου αὐτῆς ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἶναι μέγα καὶ ἀνυπολόγιστον.
Ὁ ἀείμνηστος Φώτιος Κόντογλου διετήρει ἀλληλογραφίαν μαζί του καὶ μὲ τὸν Μητροπολίτην Δέρκων Ἰάκωβον. Τοὺς ἔγραψε πολλὰς ἐλεγκτικὰς ἐπιστολὰς μὲ τὴν ἐλπίδα μήπως συγκρατηθοῦν. Εἰς μίαν ἐξ αὐτῶν ἰδοὺ τί γράφει προσωπικῶς εἰς τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν: «Ἡ ἐπιθυμία τῆς ὑμετέρας Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμῖν νὰ ὑποταχθῆ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν καὶ ἡ ἐκ μέρους σας ἀνεξήγητος σπουδή, ἐπλήρωσε τὴν καρδίαν μας ἀφάτου θλίψεως καὶ ἀθυμίας. Τὰ ὦτα μας ἀκόμη συρίζουν ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα…» (βλ. πλήρη τὴν ἐπιστολὴν εἰς «Ο.Τ.», Ἀπρίλιος 1965).
Ἤδη ἔχομεν διαιρεθῆ ἐν Ἑλλάδι εἰς ἑνωτικοὺς καὶ ἀνθενωτικούς. Καὶ πολλοὶ ἀδελφοί μας ὀρθόδοξοι νεοημερολογῖται σκανδαλισθέντες ἀπὸ τὸ ἀντορθόδοξον κήρυγμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ προσεχώρησαν εἰς τοὺς παλαιοημερολογίτας, ὅπως ἔγραψεν καὶ ὁ Σεβ. Μηθύμνης κ. Ἰάκωβος, εἰς ἀναφοράν του πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδον.
Ἐὰν δὲν ὑπάρξη σθεναρὰ ἀντίδρασις καὶ ἄμεσος καταδίκη τῆς προδοτικῆς γραμμῆς τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ ἐπιτευχθῆ τὸ σχέδιον διὰ μίαν ἕνωσιν / ὅπως– ὅπως, τότε θὰ ἐφαρμοσθοῦν πλήρως διὰ τὸν Πατρ. Ἀθηναγόραν καὶ τοὺς ὁμόφρονας αὐτοῦ οἱ λόγοι τοῦ στύλου τῆς Ὀρθοδοξίας Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ: «Οἱ τιμηθέντες καὶ ὑψωθέντες, ὑπὲρ ἀξίαν ὑπὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας ἠτίμασαν αὐτὴν καὶ ἠχρείωσαν, τοῖς εἰς πολλῶν χρόνων ἀποκεκομμένοις καὶ σεσηπομένοις καὶ μυρίοις ἀναθέμασιν ὑποκειμένοις αὐτὴν καταμίξαντες καὶ διὰ τῆς πρὸς αὐτοὺς κοινωνίας τὴν ἄσπιλον τοῦ Χριστοῦ νύμφην σπιλώσαντες».
Διὰ τοῦτο πιστεύομεν ἀκραδάντως ὅτι ἰδιαίτατα εἰς τὰς τραγικὰς διὰ τὴν Ἐκκλησίαν ἡμέρας μας «δεῖ τοὺς ἀγαπῶντας τὸν Θεὸν ἔργοις αὐτοῖς γενναίως παρατετάχθαι, καὶ πάντα κίνδυνον ἑτοίμους εἶναι παθεῖν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας» (αὐτόθι).
Διὰ πάντα ταῦτα λυποῦμαι βαθύτατα, διότι καλοῦμαι εἰς ἀπολογίαν ἐπὶ ζητήματος, τὸ ὁποῖον ἦτο ἐκδήλωσις ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Δυστυχῶς, εἶναι κοινὴ συνείδησις πλέον, ὁ Παναγ. Οἰκουμ. Πατριάρχης κ. Ἀθηναγόρας, διʼ ὅσων λέγει, γράφει καὶ πράττει κατωλίσθησεν εἰς αἵρεσιν καὶ ἀπεστάτησεν ἐκ τῆς μακραίωνος Παραδόσεως τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, διὰ τὴν ὁποίαν τόσοι ἅγιοι ἀγῶνες διεξήχθησαν καὶ τόσον αἷμα ἐνδόξων μαρτύρων ἔρρευσε.
Τὴν πίστιν αὐτὴν συμμερίζονται ἱκανοὶ Σεβασμιώτατοι Ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ποικιλοτρόπως διαμαρτυρηθέντες, καὶ τινὲς ἐξ αὐτῶν διέκοψαν ἤδη καὶ τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ. Ἐπίσης ὅλαι σχεδὸν αἱ Ἱεραὶ Μοναὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἔχουν διακόψει τὸ μνημόσυνον τοῦ Πατριάρχου κ. Ἀθηναγόρου. Ἀλλὰ καὶ διαπρεπεῖς Καθηγηταὶ Πανεπιστημιακῶν Σχολῶν, οἱ ὁποῖοι καὶ δημοσία διεκήρυξαν τὰς πεποιθήσεις των περὶ τῶν ἀντικανονικῶν ἐνεργειῶν καὶ ἀντορθοδόξων δηλώσεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου.
Πιστεύω ἀκραδάντως ὅτι ἀποτελεῖ ἀντικανονικὴν ἐνέργειαν καὶ κανονικῶς κολάσιμον νὰ προβαίνη ὁ Πατριάρχης κ. Ἀθηναγόρας ὅλως αὐτοβούλως καὶ ἄνευ ἀποφάσεως Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἰς ἐνεργείας ἀνατρεπούσας παράδοσιν αἰώνων, ὡς τοῦτο ἄλλως τε διεκήρυξε καὶ ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κυρὸς Χρυσόστομος.
Καταθέτω δὲ ἐν φωτοτυπίᾳ καὶ ἐπιστολὰς τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Τρίκκης καὶ Σταγῶν κ. Διονυσίου, ἐξ ὧν ἀποδεικνύεται ὅτι οὗτος κατεδίκαζε ρητῶς καὶ ἀπεριφράστως τὰς ἀπαραδέκτους ἐνεργείας τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ ἐδικαιολόγει μοναχὸν τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Γρηγορίου ἀποχωρήσαντα ἐκ τῆς μετανοίας του διὰ λόγους συνειδήσεως. Διότι δὲν ἱκανοποιεῖτο ἁπλῶς μὲ τὴν διακοπὴν τοῦ μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχου, ἡ ὁποία εἶχε συντελεσθεῖ. Ἀλλὰ ἐσκανδαλίζετο, διότι ἡ Ἱ. Μονή του εἶχε κοινωνίαν μὲ συνεχίζοντας τὸ μνημόσυνον τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου.
Ἰδοὺ τί γράφει σχετικῶς ὁ ἀείμνηστος Τρίκκης Διονύσιος:
«Καὶ ἡ ἰδική μου ἡ ψυχὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἀνησυχίας διὰ τὸ ταξείδιον τοῦ Πατριάρχου εἰς Ρώμην. Καὶ ἐγὼ φοβοῦμαι μήπως πέση εἰς καμμίαν τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν παγίδα. Νὰ τὸν ἐμποδίση ὅμως κανεὶς εἶναι ἀδύνατον. Τὸ “καλογερικὸν πεῖσμα” εἶναι γνωστόν. Τὸ εἶπε καὶ τὸ κάμνει. Εὔχομαι νὰ μὴ θρηνήσωμεν καὶ κλαύσωμεν ἐνεργείας, αἱ ὁποῖαι ἔτι περισσότερον θὰ διευρύνουν τὴν ἀπόστασιν, ἡ ὁποία χωρίζει τοὺς ὑγιῶς σκεπτομένους ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ἀπὸ τὸν Παναγιώτατον Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην μας» (5–10–67).
«Ἐλυπήθην διὰ τὴν δοκιμασίαν σας. Ἐφʼ ὅσον ὅμως εἶναι ζήτημα συνειδήσεως δὲν θὰ πρέπη νὰ σᾶς λυπῆ καὶ στενοχωρῆ. Ἕνα εἶναι κακόν, ἡ ἁμαρτία. Τὰ ἄλλα ὅλα καὶ οἱ διωγμοὶ καὶ αἱ ἀσθένειαι καὶ αἱ δοκιμασίαι εἶναι ἀγάπης θεϊκῆς ἐκδηλώσεις. Ἂς τὰ ὑπομένωμεν καὶ ὁ Κύριος θὰ μᾶς ἀμείψη».
Δυστυχῶς ὅμως ἐν τῷ κατηγορητηρίῳ διάφορα τῆς ὡς ἄνω ὁμολογίας ἐκτοξεύονται ἐναντίον μου.
1. Ὅτι δῆθεν διετάραξα τὴν Ἱ. Ἀκολουθίαν τοῦ Μ. Ἀποδείπνου τῆς ἡμέρας ἐκείνης. Τοῦτο δὲν εἶναι ἀληθές, καθʼ ὅτι τὸ Μ. Ἀπόδειπνον εἶχε τελειώσει λεχθέντος καὶ τοῦ διʼ εὐχῶν καὶ τοῦ Ἀμήν, ἡ δὲ ἀκολουθία ὑπὲρ τοῦ Πατριάρχου μετὰ τῆς σχετικῆς δεήσεως καὶ τοῦ Πολυχρονισμοῦ δὲν εἶχε ἀρχίσει ἀκόμη.
2. Ὅτι ἐσκανδάλισα τὸ ἐκκλησίασμα διὰ τῆς εὐθαρσοῦς ὁμολογίας. Τοῦτο εἶναι ἀπαράδεκτον.
Του ναντίον τὸ ἀντίθετον συμβαίνει. Ἐκ τῶν ἀναφερθέντων πρὸς ἐμὲ προφορικῶν καὶ γραπτῶν ἐκδηλώσεων προσώπων τοῦ τότε ἐκκλησιάσματος, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἄλλων στοιχείων, ἀποδεικνύεται ὅτι οἱ παρακολουθήσαντες τὸ γεγονὸς ὠφελήθησαν πνευματικῶς οἰκοδομηθέντες κατὰ Χριστὸν ὡς πρὸς τὴν ἀρετὴν τῆς ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ἥτις δέον νὰ χαρακτηρίζη ἐντόνως πᾶν πιστὸν μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Παραθέτω ἀπόσπασμα ἐπιστολῆς αὐτόπτου καὶ αὐτηκόου μάρτυρος.
«...Καὶ τὸν Κύριον καὶ ἐσὲ εὐχαριστῶ, διότι ἔζησα μίαν τοιαύτην σκηνὴν καὶ στιγμήν. Ἄλλωστε δὲν σκηνοθετοῦνται παρόμοια γεγονότα, ἀλλὰ γίνονται, συμβαίνουν κατὰ θείαν εὐδοξίαν καὶ οἰκονομίαν. Ἂς ἔχη δόξαν ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία Του. ...Ἐγὼ ὡς μάρτυς βεβαιῶ: Σὺν Θεῷ, ἔγιναν ὅλα καλά, ὡρίμως καὶ ὀρθῶς. Οὐδὲν τὸ ἀκραῖον. Ἀντιθέτως ἔδειξες καὶ ἐβάδισες τὴν μίαν ὁδὸν τὴν τῶν Πατέρων ἡμῶν, τὴν παραδεδομένην καὶ βασίλειον» (Αἱ ὑπογραμμίσεις τοῦ ἐπιστολογράφου).
Τὸ ἀντίθετον, νομίζω, ὅτι θὰ συνέβαινε, ἐν ᾗ περιπτώσει θέτων εἰς ἥσσονα μοῖραν τὴν χριστιανικὴν ὁμολογίαν ἔναντι τοῦ κακῶς ἐννοουμένου καλοῦ τρόπου συμπεριφορᾶς, ἐτήρουν “ἄψογον στάσιν” εἰς στιγμὴν καθʼ ἣν ἡ περὶ τὴν πίστιν συνείδησις τῶν πιστῶν ἐδοκιμάζετο (Σημ. ἐπιμελητοῦ: ὡς μαρτυρεῖται ὑπὸ τῆς ἐπιστολῆς τινὸς ὀνόματι Σαμαράς, τὴν ὁποία παραθέτει ὁ π. Μᾶρκος ἐν συνεχεία):
«Ὅταν παρὰ τοῦ “Ἐκκλησιαστικοῦ Ἀγῶνος” ἐπληροφορήθημεν τὸ ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Φαναρίου κ. Μελίτωνος γενόμενον πρωτάκουστον, ἐξωφρενικόν, βέβηλον καὶ βλάσφημον κήρυγμα τὴν Κυριακὴν τῆς Τυρινῆς εἰς τὸν Μητροπολιτικὸν Ἱ. Ναὸν τῶν Ἀθηνῶν, θλῖψις καὶ ἀπαγοήτευσις μᾶς κατέλαβε, διότι, καίτοι πλεῖστοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ–θεολόγοι καὶ λοιποὶ θὰ παρευρίσκοντο ἐν τῷ Ἱερῷ Ναῷ καὶ ἤκουσαν τὸ πρωτοφανὲς εἰς ἀσέβειαν ἐκεῖνο κήρυγμα οὐδὲ εἷς εὑρέθη ζηλωτὴς Ὀρθόδοξος Χριστιανός, νὰ διακόψη τὰς ἐκ τοῦ Ἱεροῦ Ἄμβωνος ἀκουομένας βλασφημίας καὶ ἀσεβείας.
Εὐτυχῶς γρήγορα ἐξηγέρθησαν αἱ συνειδήσεις εὐσεβῶν καὶ πιστῶν τινῶν Ἱεραρχῶν καὶ τινῶν ἄλλων μὴ προσβληθέντων ὑπὸ τοῦ μιάσματος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ μετὰ πολλοῦ ζήλου διεμαρτυρήθησαν καὶ διαμαρτύρονται, καὶ διὰ τὴν ἀποκάθαρσιν τῆς γενομένης βεβηλώσεως, καὶ διὰ τὴν ὑπεράσπισιν τῆς πολεμουμένης καὶ κινδυνευούσης Ὀρθοδοξίας μας ἀγωνίζονται.
Ἰδιαιτέρως ὅμως πολλὴν τὴν παρηγορίαν ἐλάβομεν πληροφορηθέντες τὴν στάσιν τοῦ εὐλαβοῦς καὶ πιστοῦ Διακόνου π. Μάρκου Μανώλη, ὅστις εἰς τὸν Ἱερὸν Ναὸν τῆς Ἱ. Μονῆς Πετράκη ὑπὸ θείου ζήλου πλησθείς, καθὼς οἱ παλαιοὶ Ἅγιοι Πατέρες, διεμαρτυρήθη διὰ τὴν μνημόνευσιν τοῦ σημερινοῦ αἱρεσιάρχου Πατριάρχου, τοῦ ὁμολογοῦντος συνεχῶς καὶ ἀπροκαλύπτως λόγοις καὶ ἔργοις τὰ αἱρετικὰ φρονήματά του».
Ὁ κίνδυνος δὲ τοῦ σκανδαλισμοῦ τούτου, τοῦ ἐπέχοντος θέσιν ἁμαρτήματος φόνου ψυχῆς, κατὰ
τὸν Μέγαν Βασίλειον, μὲ παρεκίνησεν ὅπως καὶ κατὰ τὴν ἑπομένην ἡμέραν ἐκδηλωθῶ παρομοίως.
Βεβαίως, ἂν ἡ πρότασις περὶ προσευχῆς ὑπὲρ τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου ἦτο ὄχι μόνον ὑπὲρ
ὑγείας τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ μετανοίας καὶ σωτηρίας τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, θὰ ὑπερεμάχουν ὑπὲρ τῆς θερμοτέρας δεήσεως καὶ προσευχῆς μεθʼ ὅλας μου τὰς δυνάμεις.
Κατηγοροῦμαι, ἐπίσης, ἐπὶ ἀναρμόστῳ συμπεριφορᾷ. Προφανὲς ὅτι διὰ τῶν ἀνωτέρω δίδεται ἀπάντησις. Βεβαίως δὲν εἶμαι ἅγιος, οὔτε τέλειος οὐδὲ κἂν εἰς μίαν καὶ τὴν μικροτέραν τῶν ἀρετῶν. Ἀλλʼ ἐὰν τὶς εὑρίσκεται εἰς τὸ ὕψος τῆς τελειότητος ἂς βάλη πρῶτος τὸν λίθον κατʼ ἐμοῦ. Ἀνεκτὸς γὰρ οὗτος καὶ ἀγαπητός. Διότι πᾶν ὅ,τι θὰ πράξη, ἔστω καὶ ἐναντίον μου, διὰ λόγους ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριον θὰ τὸ πράξη.
Ἂς μοι ἐπιτραπῆ ἐν τέλει νὰ κατακλείσω τὴν πτωχὴν αὐτὴν ἀπολογίαν μου μὲ τοὺς βαθυστοχάστους λόγους τοῦ μεγάλου Σέρβου θεολόγου καὶ ὁμολογητοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐλαφρῶς παρηλλαγμένους:
«Ταπεινῶς ζητῶ συγγνώμην, διότι καὶ ἐγὼ ὁ παναμαρτωλός, ὄντως παναμαρτωλός, ἐτόλμησα νὰ ψελλίσω αὐτὰς τὰς ὀλίγας λέξεις...
Ἐὰν δὲ κάποιος, ἀναγινώσκων τὰς γραμμὰς αὐτὰς αἰσθανθῆ τὸν ἐαυτόν του θιγόμενον, ἂς μὲ συγχωρήση, διότι λόγῳ τῆς παναμαρτωλότητός μου δὲν ἠμπόρεσα νὰ διατυπώσω καλύτερα τὴν ἀλήθειαν. Καὶ ἂς ἱκετεύση τὸν Γλυκύτατον Κύριον Ἰησοῦν, τὸν πάντοτε εὔσπλαγχνον καὶ πολυεύσπλαγχνον διὰ κάθε ἁμαρτωλὸν μετανοοῦντα, νὰ συγχωρήση καὶ εἰς ἐμὲ τὸν παναμαρτωλὸν τὰς νέας μου ἁμαρτίας. Διότι πιστεύω, ἐξ ὅλης καρδίας πιστεύω, ὅτι «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου (Ἰακ. 5,16), ἀκόμη καὶ διʼ ἕνα παναμαρτωλόν, ὅπως εἶμαι ἐγώ, εἰς ὅλον τὸ εἶναι μου».

Μᾶρκος Μανώλης
Διάκονος».

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1836

ΒΛ. ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η ΨΕΥΔΟΑΡΣΙΣ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΜΑΤΩΝ ΤΟΥ 1965 ΕΠΙ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ
.

Πατριάρχης Αθηναγόρας, ο πρώτος διδάξας !!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου