Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ

Τοῦ π. Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου, Ἐφημερίου ῾ Ι. Ν. Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στὸν τοπικὸ τύπο Πατρῶν ἐπιστολὴ τοῦ θεολόγου κ. Παν. Ἀνδριόπουλου μὲ τίτλο «Ἡ Πάτρα, οἱ Καθολικοὶ καὶ ὁ π. Κύριλλος». Ἂν καὶ πιστεύω ὅτι λεπτὰ θεολογικὰ θέματα
εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο νὰ ἐξετάζονται στὸν Τύπο, ἂς μοῦ ἐπιτρέψει ὁ κ. Ἀνδριόπουλος, ἀναλαμβάνοντας τὸ ρίσκο, στὸν περιορισμένο χῶρο ἑνὸς ἄρθρου, νὰ σχολιάσω ὁρισμένα σημεῖα τῆς ἐπιστολῆς του, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν ἐπικίνδυνη σύγχυση στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ:
Γράφει ὁ κ. Ἀνδριόπουλος: «Ὁ ἱερέας δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα νὰ ἐκφράζει ὡς ἐπίσημη καμία δογματικὴ γνώμη».
Τί σημαίνει «ἐπίσημη δογματικὴ γνώμη»;

1. Ἂν σημαίνει προσωπικὴ ἄποψη, ἀντίθετη μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀσφαλῶς –ὡς ἱερέας– δὲν ἔχει τέτοιο δικαίωμα.
Ἀλλὰ μήπως τέτοιο δικαίωμα ἔχει ἕνας Ἐπίσκοπος ἢ Πατριάρχης;
Ἀσφαλῶς καὶ ὁ Πατριάρχης δὲν ἔχει, ὅπως καὶ ὁ ἱερέας!

2. Ἂν σημαίνει τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὄχι μόνο ἔχει δικαίωμα ὁ ἱερέας νὰ τὴν ἐκφράζει, ἀλλὰ ἔχει πρώτιστο καθῆκον, ἔχει ὕψιστη ὑποχρέωση νὰ ἐκφράζει καὶ νὰ κηρύττει τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ὑποχρέωση ἔχει καὶ ὁ Πατριάρχης!
Ἄλλωστε, πραγματικὸς Θεολόγος στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὁ Ἅγιος, αὐτὸς ὁ ὁποῖος ζεῖ καὶ μεταδίδει ἀνόθευτη τὴν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἐμπειρία τῆς Θ. Ἀποκαλύψεως. Καὶ βέβαια ἡ ἐμπειρία αὐτή, ἡ Θεολογία, ἐκφράζεται αὐθεντικὰ στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῶν Ἐπισκόπων. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας μόνο οἱ Ἐπίσκοποι θεολογοῦσαν, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ κ. Ἀνδριόπουλος καὶ οἱ λοιποὶ κληρικοὶ σιωποῦσαν. Ἀσφαλῶς ὄχι! Στὴ θεολογία τοῦ διακόνου, τότε, Μ. Ἀθανασίου δογμάτισε ἡ Α΄ Οἰκ. Σύνοδος. Στὴ θεολογία τοῦ ἱερέως (δὲν ἔγινε ποτὲ Ἐπίσκοπος) Ἰω. Δαμασκηνοῦ στηρίχθηκε ἡ Ζ΄ Οἰ κ. Σύνοδος. Στὴ θεολογία τοῦ ἱερέως Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ θεμελιώθηκε ἡ Στ΄ Οἰκ. Σύνοδος. Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα στὸν 14ο αἰ. δὲν θεολόγησε ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὄντας ἱερέας; Μήπως ὁ Θεόδ. Στουδίτης, ἢ ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἦταν Ἐπίσκοποι; ἀσφαλῶς ὄχι! Ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος μοναχὸς ἦταν, ἀλλὰ διδάσκαλος Ἐπισκόπων καὶ Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως!
Βέβαια οἱ Σύνοδοι εἶναι κυρίως Σύνοδοι Ἐπισκόπων. Ὁ Ἐπίσκοπος ὅμως μετέχει σὲ Συνόδους πρωτίστως ὡς ἐκφραστής τῆς ἐμπειρίας τῆς τοπικῆς του Ἐκκλησίας (κλήρου καὶ λαοῦ), ἐμπειρία, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς ταυτίζεται μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Πολὺ ὄμορφα περιγράφει τὴν ἑνότητα τοῦ Ἐπισκόπου καὶ τῶν ὑπʼ αὐτὸν πρεσβυτέρων ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος: «τὸ πρεσβυτέριον… οὕτως συνήρμωται τῷ ἐπισκόπῳ, ὡς χορδαὶ κιθάρα, διὰ τοῦτο ἐν τῇ ὁμονοίᾳ ὑμῶν καὶ συμφώνῳ ἀγάπῃ Ἰησοῦς Χριστὸς ἄδεται» (πρὸς Ἐφεσίους, IV)!
Στὴν ἐπιστολὴ τοῦ κ. Ἀνδριόπουλου διακρίνεται –μακάρι νὰ σφάλλω– μιὰ προσέγγιση τῆς Ἐπισκοπικῆς Διακονίας στὴν Ἐκκλησία, μᾶλλον παπικῆς νοοτροπίας.
Μήπως καὶ τὰ φαινόμενα ἀφορισμῶν θεολόγων καὶ μάλιστα ἀντιρρητικῶν, δὲν ἑδράζονται σʼ αὐτὴ τὴν ἀντίληψη;…
Γράφει ὁ κ. Ἀνδριόπουλος: «Καὶ ἐφόσον καμία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν ἔχει ἀκόμα συνεδριάσει γιὰ νὰ μελετήσει τὴν “αἵρεση” τῶν καθολικῶν καὶ τῶν ἄλλων, δὲν μπορεῖ ὁ καθένας νὰ λέει στὴν Ἐκκλησία ὅ,τι “φωτίζεται”. Ὁ Θεοδ. Βαλσαμώνας μάλιστα θεωρεῖ τοὺς καθολικοὺς σχισματικοὺς καὶ ὄχι αἱρετικούς».
Ἡ ἄποψη τοῦ κ. Ἀνδριόπουλου πὼς μόνο Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (ἡ τελευταία ἔγινε τὸ 787 μ.Χ.) ἀποφαίνεται τί εἶναι αἵρεση εἶναι ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνη ἀπὸ ἐκκλησιολογικῆς ἀπόψεως. Ἐννοεῖ ὁ κ. Ἀνδριόπουλος, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔπαψε ἀπὸ τὸ 787 μ.Χ. νὰ αὐτοπροσδιορίζεται καὶ νὰ ἀντιδιαστέλλεται ἀπὸ τὴν πλάνη, το ψέμα καὶ τὴν αἵρεση; Ἡ ἄποψη αὐτὴ δὲν ὁδηγεῖ σὲ αὐτοαναίρεση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας;
Ὁ κ. Ἀνδριόπουλος συμπεραίνει ὅτι ἀφοῦ γιὰ τὸν Παπισμὸ –ὁ ὁποῖος παρουσιάστηκε μετὰ τὸ 9ο
αἰ μ.Χ.– δὲν ἔχει ἀποφανθεῖ κάποια Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, κανένας Ὀρθόδοξος, καὶ μάλιστα κληρικός, δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ τὸν χαρα- κτηρίζει ὡς αἵρεση! Διερωτῶμαι ὅμως γιὰ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, τοὺς Μορμόνους, τοὺς Πεντηκοστιανούς, τοὺς τηλευαγγελιστὲς κ.ο.κ., ποιὰ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἔχει ἀποφανθεῖ; Ἢ μήπως καὶ αὐτοὶ δὲν εἶναι αἱρετικοὶ!
Ἀσφαλῶς καὶ εἶναι αἱρετικοί, δηλαδὴ ἐκτός τῆς «ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ», διότι
α) αὐτοπροσδιορίζονται ὡς μὴ Ὀρθόδοξοι καὶ
β) ἀρνοῦνται τὴν ἐμπειρία καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλ. τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ὅπως αὐτὴ ἔχει καταγραφεῖ στὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν, Τοπικῶν Συνόδων, στὰ κείμενα τῶν Πατέρων (consensus Ρatrum), στὴ λειτουργική της ζωή.
Ἀλλὰ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν κάνουν καὶ οἱ Παπικοὶ; Δὲν πιστεύουν ἀντίθετα σὲ ὅσα ἔχουν ἀποφανθεῖ οἱ Οἰκ. Σύνοδοι (κυρίως ἡ Β΄, ἀλλὰ καὶ οἱ Γ΄, Δ΄, Στ΄ καὶ Ζ΄); Δὲν πιστεύουν ἀντίθετα σὲ ὅσα διδάσκει καὶ ζεῖ ἡ Ὀρθ.Ἐκκλησία μας; Δὲν αὐτοπροσδιορίζονται ὡς μὴ Ὀρθόδοξοι, μὴ ἀποδεχόμενοι τὴν πίστη μας;
Γιʼ αὐτὸ καὶ τὸ σύνολο τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ θέμα αὐτό, ΟΜΟΦΩΝΑ ἀποφαίνονται ὅτι Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ! Κάθε σύγχρονος πτυχιοῦχος Θεολογικῆς Σχολῆς, κάθε ὀρθόδοξος ποιμένας (ἱερέας ἢ Ἐπίσκοπος ἀκόμα καὶ Πατριάρχης), ὑποχρεοῦται νὰ σεβαστεῖ τὴν ὁμόφωνη γνώμη τῶν Ἁγίων μας. Τί μᾶς λένε λοιπὸν; (ἡ παράθεση εἶναι ἐνδεικτική).

Α. Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας:

Μ. Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (866):
«Ποιὸς δὲ θὰ κλείσει τὰ αὐτιά του στὸ ἄκουσμα τῆς ὑπερβολικῆς αὐτῆς βλασφημίας (τοῦ filioque), ἡ ὁποία ἐναντιώνεται στὰ Εὐαγγέλια, ἀντιτάσσεται στὶς ἁγίες Συνόδους, ἀπορρίπτει τοὺς μακαρίους καὶ Ἁγ. Πατέρες… Ἐναντίον ὅλων μαζί τῶν προφητῶν, ἀποστόλων, ἱεραρχῶν, μαρτύρων καὶ αὐτῶν ἰδίων τῶν Δεσποτικῶν λόγων ἡ βλάσφημη αὐτὴ καὶ θεομάχος φωνὴ ἐξοπλίζεται… αὐτοὺς τοὺς ἀπατεῶνες καὶ θεομάχους καταδικάσαμε μὲ συνοδικὴ καὶ θεία ψῆφο. Καὶ δὲν ἀποφανθήκαμε στηριζόμενοι στὶς δικές μας κρίσεις. Φέραμε στὸ φῶς καὶ ἐκθέσαμε πάλι σὲ ὅλους τὴν ὁρισμένη ἀπὸ τὶς μέχρι τώρα Συνόδους καὶ τοὺς ἀποστολικοὺς θεσμοὺς καταδίκη… Ἔτσι καὶ αὐτούς, ἀφοῦ ἐμμένουν στὴν πολύμορφη πλάνη τους, τοὺς ἀποκλείσαμε ἀπὸ κάθε χριστιανικὴ κοινότητα… μόνη ἡ κατὰ τοῦ Πνεύματος βλασφημία… ἀρκεῖ νὰ τοὺς ὑποβάλλει σὲ μύρια ἀναθέματα… νὰ ἀποκόψουμε ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τὴν γάγγραινα τῆς βλασφημίας… νὰ ξεριζώσουμε τὰ φύτρα τῆς πονηρίας»1.

Ἅγ. Μάρκος Εὐγενικὸς (1440):
«Οὐκοῦν ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεστράφημεν καὶ διὰ τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν… αἱρετικοὶ εἰσὶ ἄρα καὶ ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεκόψαμεν… πόθεν οὖν ἡμῖν ἀνεφάνησαν ἐξαίφνης ὄντες Ὀρθόδοξοι οἱ διὰ τοσούτων χρόνων καὶ ὑπὸ τοσούτων Πατέρων καὶ διδασκάλων κριθέντες αἱρετικοὶ;… φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τὶς ἀπὸ ὄφεως… τοὺς χριστοκάπηλους καὶ χριστεμπόρους»2. «Ἡμεῖς δι᾽ οὐδὲν ἄλλο ἀπεσχίσθημεν τῶν Λατίνων, ἀλλʼ ἢ ὅτι εἰσίν, οὐ μόνον σχισματικοί, ἀλλὰ καὶ αἱρετικοί»3.

Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς (14ος αἰ):
«Ὀνίνησι τὸ παράπαν οὐδὲν καὶ παρʼ αὐτῶν τῶν οὐρανίων νόων σκευάζηται καὶ προσάγεται τὸ τῆς ψευδοδοξίας ἴαμα»4.

Ἅγ. Συμεών, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (15ος αἰ): στὸ ἔργο του «κατὰ πασῶν τῶν αἱρέσεων»
χαρακτηρίζει τοὺς Δυτικοὺς ὡς αἵρεση, ποὺ «ἀνεβλάστησεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ὕστερον ἀπὸ τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον»5.

Νικόδημος Ἁγιορείτης (18ος αἰ):
«Οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοὶ» (σχόλια στὸν ΜΖ΄ Κανόνα τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγόπουλου, 1991, σελ. 55).

Ἅγ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς (1779):
«Ὁ ἕνας Ἀντίχριστος εἶναι ὁ Πάπας» (Διδαχὴ Η΄), «τὸν Πάπα νὰ καταράσθε, γιατί αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ αἰτία» (Προφητεία).

Ἅγ. Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως (1920):
«Λέγοντας ὁ Πάπας πὼς εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐξόρισε ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία τὸν Χριστὸ… Αὐτὸς ὁ ὑπερβολικὸς τύφος τοῦ Πάπα, αὐτὴ ἡ μοναρχομανία του γέννησε τόσες αἱρέσεις»6.

Β. Ἔγκριτοι Θεολόγοι, Κανονολόγοι καὶ Κληρικοὶ:

Θεόδωρος Βαλσαμῶν (12ος αἰ):
Ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία «ἀπεσχοινίσθη πρὸς ἔθη καὶ δόγματα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἀλλότρια… ἀπέχεσθε τῶν Λατινικῶν δογμάτων τε καὶ συνηθειῶν»7.

Ἰωσὴφ Βρυέννιος (1431):
«Τοῦτο (τὸ filioque) παρασυναγωγὴν πᾶσαν ἔτεκεν. Τοῦτο πᾶσαν αἵρεσιν εἰσήγαγεν… τῆς παραδόσεως πάντων τῶν ἁγίων ἐναντιότης ἐστι καὶ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἀνατροπή»8.

Ιωσήφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1430):
«Οὐκ ἔχουσι τοίνυν ἀπολογίαν οἱ Ἰταλοὶ εὔλογον περὶ τῆς ἑαυτῶν πλάνης. Αὐτοὶ γὰρ ἑαυτοῖς πλάνη καὶ ἀπώλεια γεγόνασι. Καὶ οὐ μόνον εἰς τὸ Πνεῦμα βλασφημοῦσι τὸ Ἅγιον, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν ἀσέβειαν κατεργάζονται… μὴ οὖν συμπεριενεχθῶμεν τούτοις … ἵνα μὴ καὶ ἡμεῖς τῷ διαβόλῳ προστεθησώμεθα… Πῶς γὰρ ἕνωσις ἔσται ἡμῖν μυρίων μεσεμβελούντων δογμάτων μεταξὺ ἡμῶν;»9.

Γεννάδιος Σχολάριος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15ος αἰ):
«Εἰ μετὰ τῶν Λατίνων ἑνωθήσεσθε οὕτως, καὶ τοῦ Θεοῦ χωρισθήσεσθε καὶ ἀδοξίαν ἀΐδιον ὑποστήσεσθε»10.

Σίλβεστρος Συρόπουλος, Μ. Ἐκκλησιάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15ος αἰ):
«Ἡ τῶν Λατίνων διαφορὰ αἵρεσίς ἐστι καὶ οὕτως εἶχον αὐτὴν οἱ πρὸ ἡμῶν»11.

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, Καθηγητὴς Δογματικῆς (1979):
«Εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Πάπα… Ὁ παπισμὸς μὲ τὴν ἠθική του εἶναι κατὰ πολὺ ἀρειανισμὸς… τὸ δόγμα περὶ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα εἶναι ὄχι μόνο αἵρεσις ἀλλὰ παναίρεσις. Διότι καμία αἵρεσις δὲν ἐξηγέρθη τόσο ριζοσπαστικῶς καὶ τόσον ὁλοκληρωτικῶς κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, ὡς ἔπραξε τοῦτο ὁ παπισμὸς διὰ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα-ἀνθρώπου. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι αἵρεσις τῶν αἱρέσεων, μία ἄνευ προηγουμένου ἀνταρσία κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ»12.

π. Φιλόθεος Ζερβάκος (1980):
«Οἱ Λατῖνοι ἐναντιούμενοι εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον… προσέθεσαν, σκοτισθέντες ὑπὸ τοῦ πονηροῦ, καὶ τὸ “ἐκ τοῦ Υἱοῦ”. Ἀκολούθως οἱ Παπολάτραι ὑπέπεσαν εἰς μυρίους κακοδοξίας καὶ αἱρέσεις …εὔχομαι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ σὲ φυλάξει ἀπὸ τοὺς λύκους, τοὺς αἱρετικοὺς»13.

π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, Καθηγητὴς Δογματικῆς (2001):
«Τὸ filioque εἶναι αἵρεσις ἀσχέτως οἱασδήποτε μεμονωμένης γνώμης ἢ ἐκφράσεως καὶ Ἕλληνος συγγραφέως, ἂν καὶ δὲν ὑπάρχει οὔτε εἷς Ἕλλην»14.

Γ. Ἀλλὰ καὶ συνοδικῶς ἔχει καταδικαστεῖ ὡς αἵρεση ὁ Παπισμὸς
(ἐνδεικτικὴ ἡ ἀναφορά):

Σύνοδος 879, ἐν Κωνσταντινουπόλει (χαρακτηρίζεται ὡς Η΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος):
Αἱρετικὴ πλάνη ἡ προσθήκη τοῦ filioque στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Σύνοδος 1170, ἐν Κωνσταντινουπόλει:
«Βουλὴν κατεβάλοντο, ἵνα τελείως ἀποκόψωσι τελείῳ χωρισμῷ τὸν Πάπα καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ… οὔτε αὐτοὺς τελείῳ ἀναθεματισμῷ παρέδωσαν, καθὼς καὶ τὰς λοιπὰς αἱρέσεις… φήσαντες τὸ Ἀποστολικὸν “αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξέστραπτε ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὤν αὐτοκατά κριτος”»15.

Σύνοδος 1450, ἐν Κωνσταντινουπόλει (τελευταία Σύνοδος στὸν ῾ Ι. Ν. Ἁγ. Σοφίας):
Καταδίκη τῆς ἑνωτικῆς Συνόδου Φεράρας – Φλωρεντίας καὶ τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν τῶν Λατίνων 16.

Σύνοδος 1722, ἐν Κωνσταντινουπόλει:
«Νὰ ἀποδιώχνετε τὸ ψεῦδος… νὰ ἀπέχετε μακριὰ ἀπὸ τὶς καινοτομίες καὶ τοὺς νεωτερισμοὺς τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι δὲν ἄφησαν κανένα δόγμα καὶ μυστήριο καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ νὰ μὴ τὸ φθείρουν καὶ τὸ νοθεύσουν»17.

Σύνοδος 1838 ἐν Κωνσταντινουπόλει:
«Νὰ προφυλάξωμεν τὰ γνήσια τέκνα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὰς βλασφημίας τοῦ Παπισμοῦ… τὰ βάραθρα τῶν αἱρέσεων καὶ τοὺς ψυχοφθόρους κρημνοὺς τῆς παπικῆς πλάνης των… ἵνα γνωρίσητε ὅσον τὸ διάφορον ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῶν Κατόλικων, ἵνα μὴ ἀπατᾶσθε ἀπὸ τοῦ λοιποῦ ἀπὸ τὰ σοφίσματα καὶ καινοφωνίας τῶν ψυχοφθόρων τούτων αἱρετικῶν… τῆς ματαιόφρονος καὶ σατανικῆς τούτων αἱρέσεως»18.

Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων, 1848:
«Ἀπὸ αὐτὲς τὶς αἱρέσεις, ποὺ διαδόθηκαν σὲ μεγάλο μέρος τῆς οἰκουμένης, γιὰ τοὺς λόγους, ποὺ γνωρίζει ὁ Κύριος, ἦταν κάποτε ὁ Ἀρειανισμός. Σήμερα εἶναι καὶ ὁ Παπισμός… (τὸ filioque) εἶναι αἵρεση καὶ αὐτὴ, ποὺ τὴν πιστεύουν αἱρετικοὶ… γιʼ αὐτὸ καὶ ἡ μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ἀκολουθώντας τὰ ἴχνη τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀνατολικῶν καὶ δυτικῶν, κήρυξε καὶ παλαιὰ ἐπὶ τῶν Πατέρων μας, καὶ ἀποφαίνεται πάλι σήμερα συνοδικῶς… ὅτι εἶναι αἵρεση καὶ οἱ ὀπαδοὶ του αἱρετικοὶ… Ἐπίσης οἱ συνάξεις, ποὺ συγκροτοῦνται ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι αἱρετικὲς καὶ κάθε κοινωνία πνευματική τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων… μὲ αὐτοὺς εἶναι ἀντικανονική, ὅπως ὁρίζει ὁ ζ΄ κανόνας τῆς Γ΄ Οἰκ. Συνόδου»19.

Σύνοδος 1895, ἐν Κωνσταντινουπόλει:
«Ὑπάρχουν οὐσιώδεις διαφορὲς, ποὺ ἀφοροῦν στὰ θεοπαράδοτα δόγματα τῆς πίστεώς μας καὶ στὸ θεοσύστατο κανονικὸ πολίτευμα τῆς διοικήσεως τῶν Ἐκκλησιῶν… Ἡ Παπικὴ Ἐκκλησία… ὄχι μόνο ἀρνεῖται νὰ ἐπανέλθει στοὺς Κανόνες καὶ τοὺς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλὰ στὸ τέλος τοῦ 19ου αἰ. εὐρύνοντας τὸ ὑφιστάμενο χάσμα, ἐπισήμως ἀνακήρυξε καὶ ἀλάθητο… Ἡ σημερινὴ Ρωμαϊκὴ εἶναι Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν Πατέρων, τῆς παρερμηνείας τῆς Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Γιʼ αὐτὸ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀποκηρύχθηκε καὶ ἀποκηρύσσεται ἐφʼ ὅσον μένει στὴν πλάνη της»20.

Ὁ θεολόγος – καθηγητὴς Παν. Σημάτης (Αἴγιο)21 ἀναφέρεται ἐ κτός τῶν Οἰκ. Συνόδων καὶ σὲ πληθώρα ἄλλη Τοπικῶν Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας μετὰ τὸ Σχίσμα, ποὺ καταδικάζουν τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ Παπισμοῦ (1089, 1233, 1273, 1274, 1282, 1285, 1341, 1351, 1441, 1443, 1484, 1642, 1672, 1722, 1727, 1755, 1838, 1848, 1895).
Ὅταν ἀποφαίνονται ὁμόφωνα οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅταν οἱ Σύνοδοι ὁμοφώνως δογματίζουν, ὅταν οἱ θεολόγοι ὁμιλοῦν τί πρέπει νὰ κάνουμε ἐμεῖς οἱ… πολὺ μικροὶ –σὲ θεολογικὴ κατάρτιση καὶ ἁγιότητα; Τὸ ἀσφαλέστερο νὰ σιωποῦμε, ἢ ὅταν πρέπει, λόγῳ θέσεως καὶ εὐθύνης, νὰ ἐπαναλαμβάνουμε τὴν ὁμόφωνη πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ περισσὸν —ἢ καὶ τὸ ἔλαττον— ἐκ τοῦ πονηροῦ…


1. Ἰω. Καρμίρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1952, μτφρ. Ὁ πειρασμὸς τῆς Ρώμης, ἔκδοση ῾ Ι. Μ. Κουτλουμουσίου σ. 25 – 39.

2. Ἰω. Καρμίρη, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 353 – 362.

3. κε΄ Συνεδρίαση τῆς Συνόδου Φεράρας – Φλωρεντίας, εἰς Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 55.

4. μετφρ: τοὺς Λατίνους δὲν μποροῦν οὔτε οἱ ἄγγελοι νὰ τοὺς μετακινήσουν, προσφέροντάς τους τὸ φάρμακο στὴ ψευδo-δοξία (ἀντίθετo τῆς Ὀρθοδοξίας), ἐκδόσεις Γρηγορίου Παλαμᾶ τ. 1 σ. 194.

5. Συμεών, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Τὰ ἅπαντα, Θεσσαλονίκη σ. 32 – 40.

6. Ἁγ. Νεκταρίου,Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτίων τοῦ Σχίσματος, Ἀθήναι 20002.

7. PG 138, 968. Σφάλλει ὁ κ. Ἀνδριόπουλος ἐκτιμώντας ὅτι σὲ αὐτὸ τὸ χωρίο του ὁ Βαλσαμῶν χαρακτηρίζει τοὺς Λατίνους ὡς σχισματικοὺς καὶ ὄχι αἱρετικούς. Ἀντιθέτως, ἐδῶ ὁ Βαλσαμῶν τονίζει ξεκάθαρα ὅτι τὸ σχίσμα ὠφείλετο στὸ ὅτι οἱ Λατῖνοι ξέφυγαν «σὲ ἤθη καὶ δόγματα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἀλλότρια», δηλ. σὲ αἱρέσεις! Μάλιστα στὴ συνέχεια συνιστᾶ νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ Λατινικὰ δόγματα! βλ. καὶ σχετικὴ ἑρμηνεία ἀπὸ τὸν Ἅγ. Μᾶρκο Εὐγενικό, εἰς Ἰω. Καρμίρη, ἐνθ’ ἀνωτ. σ. 358.

8. Λόγοι Η΄ καὶ Κ΄ περὶ τῆς Ἁγ. Τριάδος εἰς Νικ. Ἰωαννίδη, Ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, Ἀθήνα 1985 σ. 189 – 190.
Ὁ Βρυέννιος τονίζει ἐπανειλημμένως ὅτι οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοὶ (Μελέτη περὶ τῆς τῶν Κυπρίων ἑνώσεως σ. 1 – 25, αὐτόθι).

9. Δημητρακοπούλου Ἀνδρ., Ἡ Ἱστορία τοῦ Σχίσματος, ἔκδ. Τῆνος, 1996, σ. 89, 161.

10. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 196.

11. Πηδάλιον, ἔκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 55.

12. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος, Ἀθήνα, 19705, σ. 141 – 162.

13. Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος, Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 565.

14. Ἰωάν. Ρωμανίδου, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. Α΄ σ. 343 κέξ.

15. Ἀγκύρας Μακάριος, εἰς Δημητρακοπούλου Ἀνδρ., Ἡ Ἱστορία τοῦ Σχίσματος, ἔκδ. Τῆνος, 1996, σ. 57.

16. Δημητρακοπούλου Ἀνδρ., Ἡ Ἱστορία τοῦ Σχίσματος, ἔκδ. Τῆνος, 1996, σ. 194.

17. Ἰω. Καρμίρη, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 822 – 859.

18. Ἰω. Καρμίρη, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 900.

19. Ἰω. Καρμίρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθή- ναις 1952, σ. 905 – 925, μτφρ. Ὁ πειρασμὸς τῆς Ρώμης, ἔκδοση ῾Ι. Μ. Κουτλουμουσίου σ. 85 – 115.

20. Ἰω. Καρμίρη, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 932 – 946.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΚ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου