ΕΙΔΩΝ – ΕΙΔΩΝ σκουλήκια κατατρῶνε τὴν καϋμένη τὴν Ἑλλάδα, τὴ γέρικη Κιβωτὸ ποὺ μέσα της κατάφυγε ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ γλύτωσε ἀπὸ τὸν κατακλυσμό. Μέσα σὲ κείνη τὴν ἄλλη, τὴν παλιὰ τὴν Κιβωτό, κλείστηκε ὁ Νῶε κ’ οἱ λιγοστοὶ δίκαιοι καὶ γλυτώσανε ἀπὸ τὸ πνίξιμο· μέσα σὲ τούτη τὴ νέα Ἑλληνικὴ Κιβωτὸ γλυτώσανε οἱ χριστιανοὶ οἱ ἀληθινοί, ἔχοντας μαζί τους τὰ σύμβολα τῆς ἀρχαίας λατρείας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ βαστᾶ ἀνάλλαχτη ἀπὸ τὸν καιρὸ τῶν Ἀποστόλων ἴσαμε σήμερα. Καὶ κλειδοκράτορας στάθηκε ἡ ἑλληνικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, «ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία». Τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ διατηρήθηκε ἀχάλαστο, ἁπλὸ καὶ βαθύ, πονεμένο καὶ γεμᾶτο ἐλπίδα, ταπεινὸ μὲ ἐγκαρτέρηση, μ’ ἐκεῖνο τὸ μυστικὸ φέγγος ποὺ δὲν ὑπάρχει σὲ ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς μόνο στὸ Εὐαγγέλιο. Μοναχὰ ἡ Ὀρθοδοξία βάσταξε σὰν ἀκριβὸ θησαυρὸ τὴν ἀρχαία παράδοση, δίχως νὰ ξεφύγει καθόλου ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα δὲν τὸ νοιώθει κανένας μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά. Ὅποιος γνώρισε ἀληθινὰ τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν πνευματικὴ εὐωδία του, νοιώθει καθαρὰ πὼς μονάχα τὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχει ἀνταπόκριση μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, καθὼς καὶ ὅσα βγήκανε ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ ἁγιασμένες τέχνες της ἐκφράσανε σωστὰ κι’ ἀληθινὰ τὸ πνεῦμα ποὺ εἶναι κλεισμένο μέσα στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, χωρὶς νὰ τὸ παραμορφώσουνε, ὅπως ἔγινε ἀλλοῦ, ποὺ τὸ πήρανε γιὰ ἕνα βιβλίο σὰν τ’ ἄλλα βιβλία καὶ τὸ εἰκονογραφήσανε οἱ ζωγράφοι καὶ τὸ τραγουδήσανε οἱ ποιητὲς κ’ οἱ μουσικοί, κάνοντας ἔργα βγαλμένα ἀπὸ τὴν ἐπιδεξιοσύνη καὶ τὴ φαντασία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ τὴν εὐσέβεια καὶ ἀπὸ τὰ δάκρυα τῆς κατάνυξης, ὅπως γίνηκε στοὺς τεχνῖτες τῆς Ὀρθοδοξίας. Οἱ ζωγράφοι καὶ οἱ μουσικοὶ τῆς Δύσης δὲ φτιάξανε ἔργα ἅγια κι ἀποκαλυπτικά, ἀλλὰ σαρκικὰ καὶ ἐπιδεικτικά, ἀταίριαστα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ χαρακτήρας αὐτῶν τῶν ἔργων εἶναι εἰδωλολατρικός, ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ τὰ φτιάξανε δὲν εἶχανε ντυθεῖ τὴν πύρινη στολὴ τῆς πίστεως καὶ δὲν εἴχανε μπεῖ μέσα ἀπὸ τὸ Καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ: «οὐ χρησιμεύει γὰρ εἰς ἐκείνην τὴν πόλιν τῶν ἁγίων νεκρὰ ψυχή, μὴ φέρουσα φωτεινὸν καὶ θεϊκὸν πνεῦμα» (3). Ὁ χαρακτήρας τοῦ Εὐαγγελίου ἀποτυπώθηκε πιστὰ στὰ ἔργα τῆς Ὀρθοδόξου ἁγιογραφίας, τῆς ὑμνωδίας καὶ τῆς μουσικῆς ποὺ ἔκανε τὸ Βυζάντιο. Ἡ καρδιὰ θερμαίνεται ἀπὸ τὸ θησαύρισμα τοῦ Εὐαγγελίου μὲ κάποια θέρμη πνευματικὴ ποὺ δὲν μοιάζει μὲ τίποτ’ ἄλλο. Αὐτὴ τὴ θέρμη λοιπὸν κι αὐτὴ τὴ μυστικὴ εἰρήνη τὴ νοιώθει ὁ χριστιανὸς νὰ βγαίνει ἀπὸ τὶς ἅγιες εἰκόνες μας, ἀπὸ τὴν ὑμνωδία κι ἀπὸ τὴν ψαλμωδία τῆς ἐκκλησίας μας. Αὐτὴ ἡ τέχνη εἶναι εἰρηνόχυτη, γιατὶ ἔχει μέσα της τὴν εἰρήνη ποὺ δίνει ὁ Χριστός.
Ἡ ἄλλη τέχνη εἶναι ἕνα ψεύτικο πρᾶγμα, ὅπως ψεύτικο εἴδωλο εἶναι κι ὁ Χριστὸς ποὺ ὑμνοῦνε οἱ τεχνῖτες ποὺ τὸν κάνανε. Ἡ καρδιὰ τοῦ πονηροῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα καὶ τὸ πιὸ θεϊκὸ πρᾶγμα, θέλω νὰ πῶ τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, μπόρεσε νὰ τὸ κάνει κάποιο πράγμα ἀντιπνευματικὸ καὶ σαρκικό, καὶ μάλιστα ἔφθασε σὲ τέτοια ἀνοησία, ὥστε νὰ λέγει πὼς τὸ τελειοποίησε.
Λοιπὸν τοῦτον τὸν ἀκριβοφυλαγμένο θησαυρό, τὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, πολεμᾶνε ὁλοένα νὰ τὸν μολέψουνε καὶ νὰ τὸν χαλάσουνε λογῆς – λογῆς ἄνθρωποι. Τοῦτα εἶναι τὰ σκουλήκια ποὺ εἶπα πὼς τρῶνε τὰ ἁγιασμένα ξύλα τῆς Κιβωτοῦ μας. Αἱρετικοὶ κάθε λογῆς, εἰκονομάχοι, καταλυτάδες, πολεμήσανε καὶ πολεμᾶνε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὸν τόπο μας μέχρι σήμερα. Ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ κ’ ἄλλοι σταθήκανε «νεωτερισταί, μεταρρυθμισταί».
Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς σπρώχνει νὰ χαλάσουνε τὴν ἱερὴ παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας καὶ νὰ παραμορφώσουνε τὴν ἄμωμη λατρεία μας εἶναι ἡ ἀλαζονία τους, κατὰ τὰ λόγια ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος: «ἡ ὑπερηφανία ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας, μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».
Ὅσοι εἶναι ὑπάκουοι στὶς παραδόσεις δείχνουνε πὼς ἔχουνε χριστιανικὴ ψυχή, ἀφοῦ τὸ θεμέλιο τῆς θρησκείας μας εἶναι ἡ ταπείνωση, κι αὐτοὶ τὴν ἔχουνε, ἐνῶ οἱ νεωτεριστές, καταφρονῶντας τὴν παράδοση καὶ θέλοντας νὰ στήσουνε τὸ δικό τους θέλημα, φανερώνουνε πὼς ἔχουνε περηφάνεια, δηλαδὴ ἀσέβεια κι ἀπιστία: «τὸ δένδρον ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ γνωρίζεται».
ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
Ἡ ἄλλη τέχνη εἶναι ἕνα ψεύτικο πρᾶγμα, ὅπως ψεύτικο εἴδωλο εἶναι κι ὁ Χριστὸς ποὺ ὑμνοῦνε οἱ τεχνῖτες ποὺ τὸν κάνανε. Ἡ καρδιὰ τοῦ πονηροῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα καὶ τὸ πιὸ θεϊκὸ πρᾶγμα, θέλω νὰ πῶ τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, μπόρεσε νὰ τὸ κάνει κάποιο πράγμα ἀντιπνευματικὸ καὶ σαρκικό, καὶ μάλιστα ἔφθασε σὲ τέτοια ἀνοησία, ὥστε νὰ λέγει πὼς τὸ τελειοποίησε.
Λοιπὸν τοῦτον τὸν ἀκριβοφυλαγμένο θησαυρό, τὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, πολεμᾶνε ὁλοένα νὰ τὸν μολέψουνε καὶ νὰ τὸν χαλάσουνε λογῆς – λογῆς ἄνθρωποι. Τοῦτα εἶναι τὰ σκουλήκια ποὺ εἶπα πὼς τρῶνε τὰ ἁγιασμένα ξύλα τῆς Κιβωτοῦ μας. Αἱρετικοὶ κάθε λογῆς, εἰκονομάχοι, καταλυτάδες, πολεμήσανε καὶ πολεμᾶνε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὸν τόπο μας μέχρι σήμερα. Ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ κ’ ἄλλοι σταθήκανε «νεωτερισταί, μεταρρυθμισταί».
Ἐκεῖνο ποὺ τοὺς σπρώχνει νὰ χαλάσουνε τὴν ἱερὴ παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας καὶ νὰ παραμορφώσουνε τὴν ἄμωμη λατρεία μας εἶναι ἡ ἀλαζονία τους, κατὰ τὰ λόγια ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος: «ἡ ὑπερηφανία ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας, μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».
Ὅσοι εἶναι ὑπάκουοι στὶς παραδόσεις δείχνουνε πὼς ἔχουνε χριστιανικὴ ψυχή, ἀφοῦ τὸ θεμέλιο τῆς θρησκείας μας εἶναι ἡ ταπείνωση, κι αὐτοὶ τὴν ἔχουνε, ἐνῶ οἱ νεωτεριστές, καταφρονῶντας τὴν παράδοση καὶ θέλοντας νὰ στήσουνε τὸ δικό τους θέλημα, φανερώνουνε πὼς ἔχουνε περηφάνεια, δηλαδὴ ἀσέβεια κι ἀπιστία: «τὸ δένδρον ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ γνωρίζεται».
ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου