skip to main
|
skip to sidebar
Εἰς τό ἔγκριτον θεολογικόν περιοδικόν «Ο ΣΩΤΗΡ» ἐδημοσιεύθησαν προσφάτως δύο σπουδαῖα ἄρθρα, τά ὁποῖα ἔχουν ὡς ἑξῆς:Α´Ἔγινε πολὺς λόγος γιὰ τὸ κεί-μενο τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως».Ἕνα κείμενο ὁμολογιακὸ κατὰτοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ ἐξέφρα-ζε τὴν ἀνησυχία τοῦ λαοῦ τοῦΘεοῦ καὶ τὸ ὁποῖο ὑπέγραψανἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἱερομόναχοι, μο-ναχοὶ καὶ λαϊκοὶ καθηγητὲς Πανε-πιστημίων, θεολόγοι κ.ἄ. Τὸ κείμε-νο αὐτό, τὸ ὁποῖο ὑπέγραψαν πε-ρίπου 10.000 ἄνθρωποι, δημιούρ-γησε ἀντιδράσεις θετικὲς καὶἀρνητικές. Ἐγράφησαν ἐπιστολές,συντάχθηκαν κείμενα, δόθηκανἀπαντήσεις, ἀ πευ θύνθηκαν ἐκ -κλήσεις πρὸς τὸν ἈρχιεπίσκοποἈθηνῶν καὶ τοὺς Ἱεράρχες τῆςἙλλαδικῆς Ἐκκλησίας.Ὅμως τὸ θετικότερο ἀποτέλε-σμα αὐτῶν τῶν ἀντιδράσεων ἦταντὸ ὅτι ἐξ ἀφορμῆς ὅλου αὐτοῦ τοῦθορύβου καὶ μιᾶς ἐπιστολῆς τοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριάρχου πρὸςτὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν, ἀσχο-λήθηκε μὲ τὸ κείμενο ἡ Ἱερὰ Σύ-νοδος τῆς Ἱεραρχίας (Ι.Σ.Ι.) τῆςἙλλαδικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλη-σίας, ποὺ συνῆλθε τὸν περασμένοὈκτώβριο (2009). Δὲν ἀσχολήθη-κε δὲ ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν «Ὁμο-λογία Πίστεως», ἀλλὰ συζήτησεγενικότερα τὸ θέμα τοῦ διαλόγουὈρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Τὸ σχε-τικὸ ἀνακοινωθὲν τῆς 19ης Ὀκτω-βρίου 2009 ποὺ ἐξέδωσε ἡ Ι.Σ.Ι. πε-ριέχει ἱκανὰ θετικὰ στοιχεῖα, τὰὁποῖα καὶ ἐπισημαίνουμε:1. «Ὑπῆρξε», γράφει τὸ ἀνακοι-νωθέν, «εὐρύτατος διάλογος,στὸν ὁποῖον ἔλαβαν μέρος πολλοὶἈρ χιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ὁμίλησαν μὲαἴ σθημα εὐθύνης καὶ γνώσεως γιὰτὰ μεγάλα θέματα». Αὐτὸς ὁ εὐ -ρύτατος διάλογος, ἡ ἐλεύθερησυζήτηση καὶ οἱ τοποθετήσεις ἐπι-μέρους Ἱεραρχῶν μὲ αἴσθημαεὐθύνης ἀναπαύουν τὸν λαὸ τοῦΘεοῦ.2. «Διεπιστώθη», σημειώνει τὸἀνακοινωθέν, «ἡ ἀνάγκη πληρε-στέρας ἐνημερώσεως τῆς Ι.Σ.Ι.στὰ σημαντικὰ αὐτὰ ζητήματα».Τὸ ὅτι μέχρι σήμερα δὲν γινότανπλήρης ἐνημέρωση –πολλοὶἱεράρχες εἶπαν ὅτι δὲν ἔχουνἀσχοληθεῖ ἰδιαιτέρως μὲ τὸ κείμε-νο τῆς Ραβέννας, τὸ ὁποῖο δὲντοὺς κοινοποιήθηκε– εἶναι κάτιπολὺ περισσότερο ἀπὸ σοβαρὴ πα-ράλειψη. Εἶναι ὅμως ἐλπιδοφόροτοῦτο: «Δηλώθηκε ὅτι ἐφεξῆς ἡἹεραρχία θὰ λαμ βάνει γνώσηὅλων τῶν φάσεων τῶν Διαλόγων,διαφορετικὰ κανένα κείμενο δὲνδεσμεύει τὴν Ἐκ κλησία. Ἄλλωστεαὐτὸ συνιστᾶ τὸ Συνοδικὸ Πολί-τευμα τῆς Ἐκκλησίας». Αὐτὴ ἡ δή-λωση εἶναι πολὺ σημαντικὴ καὶ ὁπιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ τὴν κατα-γράφει.3. «Ὁ Διάλογος», κατὰ τὸ ἀνα-κοινωθέν, «πρέπει νὰ συνεχισθεῖ,μέσα ὅμως στὰ ὀρθόδοξα ἐκκλη-σιολογικὰ καὶ κανονικὰ πλαίσια».Τὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι κατεξοχὴνσπουδαῖο καὶ δὲν ἀφήνει στοὺςἐκπροσώπους τῶν Ὀρθοδόξων πε-ριθώρια αὐτοσχεδιασμῶν, αὐ θαι-ρέτων πρωτοβουλιῶν καὶ προσω-πικῶν τοποθετήσεων. Ὅλοι δὲγνω ρίζουμε ποιὰ εἶναι αὐτὰ τὰπλαί σια καὶ δὲν χρειάζεται νὰ τὰἀναλύσουμε ἐδῶ. Ἐπισημαίνουμεμόνο τὶς ἀπαράδεκτες θέσεις κα-θηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆςτοῦ Ἀριστοτελείου ΠανεπιστημίουΘεσσαλονίκης ὅτι «πρέπει νὰ ὑπερ-βοῦμε τοὺς Πατέρες γιὰ νὰ προ-χωρήσουμε στὴν ἕνωση μὲ τοὺςΡωμαιοκαθολικοὺς» καὶ ὅτι «μόνηδιαφορά μας» μὲ τοὺς Παπικοὺς«εἶναι τὸ πρωτεῖο τοῦ Πάπα»! Αὐτὰἀκούστηκαν δημόσια στὴν αἴθου-σα τελετῶν τοῦ ΑΠΘ, στὴν «ἐπι-στημονικὴ ἡμερίδα» τῆς 20-5-2009.Αὐτὲς εἶναι ἀπόψεις ἀντίθετεςπρὸς «τὰ ὀρθόδοξα ἐκκλησιολο-γικὰ καὶ κανονικὰ πλαίσια».4. Τὸ πιὸ πάνω σημεῖο διευκρινί-ζεται σαφέστερα στὴν παράγραφο3 τοῦ ἀνακοινωθέντος τῆς Ι.Σ.Ι., ἡὁποία (παράγραφος) μᾶς βεβαι-ώνει ὅτι: «Οἱ ἐκπρόσωποι τῆςἘκκλησίας μας στὸν συγκεκριμέ-νο διάλογο (Ὀρθοδόξων καὶ Πα-πικῶν) ἔχουν σαφῆ γνῶσιν τῆςὈρθοδόξου Θεολογίας, τῆς Ἐκ -κλησιολογίας καὶ τῆς Ἐκκλησια-στικῆς Παραδόσεως καὶ προσφέ-ρουν τὶς γνώσεις καὶ τὶς δυνάμειςτους πρὸς τὸν σκοπὸ ʻτῆς τῶνπάντων ἑνώσεωςʼ, ʻἐν ἀληθείᾳʼκαὶ μέσα στὰ ἀπαραίτητα θεολο-γικὰ πλαίσια καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶνΠανορθοδόξων Συνδιασκέψεων».Ἐπισημαίνουμε τὸ «ἐν ἀλη-θείᾳ». Μᾶς παραπέμπει στὸν λόγοτοῦ Εὐαγγελιστοῦ τῆς ἀγάπης«οὓς ἐγὼ ἀγαπῶ ἐν ἀληθείᾳ» (Β΄Ἰω. 1 καὶ Γ΄ Ἰω. 1). Τὸ ἐπισημαίνου-με, διότι πολὺ ταλαιπωρηθήκαμεμὲ τήν... ἀγαπολογία. Δηλαδὴ τὴνπρόταξη τῆς ἀγάπης καὶ τὸν ὑπο-βιβασμὸ ἢ καὶ παραγνώριση τῆςἀληθείας τοῦ δόγματος. Ἡ ἀγάπηστὴν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Ἀπόστο-λος, διέπεται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶεἶναι χαρακτηριστικὴ ἐκείνου ποὺπορεύεται καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴσωστικὴ ἀλήθεια τῆς Μιᾶς, Ἁγίας,Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκ -κλησίας, δηλ. τῆς Ὀρθοδοξίας.Τὴν ἀλήθεια ποὺ ἀποβλέπει στὴσωτηρία τοῦ πλησίον, ἐν προκει-μένῳ τοῦ αἱρετικοῦ.5. Εἶναι πολὺ σημαντικὴ ἡ θέσητῆς Ι.Σ.Ι. ὅτι «τὸ κείμενο τῆς Ρα-βέννας καὶ τὸ κείμενο» ποὺ ἐπρό-κειτο «νὰ συζητηθεῖ στὴν Κύπροτελοῦν ὑπὸ τὸν ὅρον τῆς ἀνα-φορᾶς καὶ ἐγκρίσεώς τους ἀπὸ τὶςκατὰ τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκ -κλησίες, ἑπομένως καὶ ἀπὸ τὴνἘκκλησία τῆς Ἑλλάδος συνο-δικῶς διασκεπτομένης. Αὐτό», το-νίζει τὸ ἀνακοινωθέν, «πρακτικῶςσημαίνει ὅτι δὲν θὰ ὑπάρξουν τε-τελεσμένα γεγονότα, χωρὶς Συνο-δικὴ Ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας. ΟἱἹεράρχες», ὑπογραμμίζεται στὴσυνέχεια, «εἶ ναι φύλακες τῆςὈρθοδόξου Παραδόσεως, ὅπωςὁμολόγησαν κατὰ τὴν εἰς Ἐπίσκο-πον χειροτονία τους».Ὥστε καμία ἀπόφαση τῆς «Διε-θνοῦς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τοῦΘεολογικοῦ Διαλόγου» (ΔΜΕ) με-ταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου καὶ τῆς Πα-πικῆς «ἐκκλησίας» δὲν μπορεῖ νὰθεωρηθεῖ ἐπίσημο κείμενο, ἂν δὲνἐπισφραγισθεῖ ἀπὸ Συνοδικὴ Ἀπό-φαση τῆς Ι.Σ.Ι. ὅπως καὶ ἀπὸ τὶςἄλλες Συνόδους τῶν κατὰ τόπουςὈρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Αὐτὸ ἀκ -ριβῶς ἐννοούσαμε, ὅταν γράφαμεσὲ προηγούμενο ἄρθρο (βλ. «ὉΣωτήρ», τόμ. 1986, σελ. 390) ὅτι τὰδιαφημιζόμενα κοινὰ κείμενα τῆςΔΜΕ ἀπὸ τὸ 1980 μέχρι τὸ κείμε-νο τῆς Ραβέννας τοῦ 2007 δὲνἔχουν γίνει πλήρως ἀποδεκτὰ ἀπὸτὸ σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκ -κλησιῶν. Γιὰ νὰ γίνει ἕνα κείμενοὁποιασδήποτε Ἐπιτροπῆς Διαχρι-στιανικοῦ Διαλόγου ἐπίσημα ἀπο-δεκτὸ πρέπει νὰ περάσει καὶ νὰσυζητηθεῖ «ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆςἙλλάδος συνοδικῶς διασκεπτο-μένης» καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλεςὈρθόδοξες Ἐκκλησίες.6. Τὸ ἀνακοινωθὲν τῆς Ι.Σ.Ι. ἀνα-φέρει ἀκόμη ὅτι στοὺς ἐκπροσώ-πους τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίαςδόθηκε σαφὴς ἐντολὴ τί πρέπει νὰπεριλαμβάνει τὸ ὁποιοδήποτε κεί-μενο ποὺ τυχὸν θὰ συνταχθεῖστὴν Κύπρο. Ἀλλʼ ὅπως ἔγινε γνω-στό, ἡ ΔΜΕ τοῦ Διαλόγου δὲν κα-τέληξε σὲ ὁριστικὸ κείμενο, τὸ δὲθέμα τοῦ «πρωτείου» τοῦ Πάπα θὰσυζητηθεῖ, ὅπως ἀνακοινώθηκε,καὶ πάλι στὴ Βιέννη (Αὐστρίας) τὸνΣεπτέμβριο τοῦ 2010. Καὶ τότε βέ-βαια ἡ ἑλλαδικὴ ἀντιπροσωπείαδὲν μπορεῖ νὰ παραβλέψει τὶς σα-φεῖς ἐντολὲς ποὺ πῆρε ἢ θὰ πάρει.7. Ὅλα αὐτά, ὅπως σημειώσαμεκαὶ στὴν ἀρχή, ἀποτελοῦν σημαν-τικὲς καὶ σταθερὲς θέσεις τῆςἹεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆςἙλλάδος. Ἀπὸ αὐτῆς τῆς πλευρᾶςἡ κίνηση ὅσων ὑπέγραψαν τὸ κεί-μενο τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως»,ὄχι βέβαια γιὰ νὰ διχάσουν τὸνλαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸνἐνημερώσουν καὶ νὰ τὸν κρατή-σουν σὲ ἐγρήγορση, ἔφερε ἀγα -θὸν ἀποτέλεσμα. Ἡ δὲ Ἱεραρχίατῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸνὰ συζητήσει εὐρύτατα τὸ θέμα«μὲ αἴσθημα εὐθύνης καὶ γνώσε-ως» ἔδειξε ὅτι ἀφουγκράζεται τὴνφωνὴ τοῦ ποιμνίου της καὶ ἀνα-λαμβάνει ἄμεσα ὑπεύθυνη στάση.Ἤ, ὅπως τονίζεται στὸ ἀνακοινω-θέν, «παρακολουθεῖ καὶ θὰ συνε-χίσει νὰ παρακο-λουθεῖ ἐπαγρυ-πνοῦσα τὸ θέμα τῶν διαλόγων τῆςὈρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ τοὺςἙτεροδόξους. Παρακαλεῖ δὲ τοὺςπιστοὺς νὰ ἐμπιστεύονται στοὺςΠοιμένες τους».Β´Ἡ «Ὁμολογία Πίστεως» θεωρή-θηκε κείμενο «ὡς ἐκ περισσοῦ»,δηλαδὴ κείμενο ποὺ δὲν ἦτανἀπαραίτητο, διότι, ὅπως λέγεταιστὸ ἀνακοινωθὲν τῆς Ι.Σ.Ι., «ἔχουνγνῶσιν οἱ φύλακες». Ἀλλʼ ὁ λαὸςτοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μένει ἀνενη-μέρωτος καὶ ἀπληροφόρητος λό -γῳ τῆς τηρουμένης σιωπῆς γύρωἀπὸ τὰ κατὰ καιροὺς πορίσματατῶν διαχριστιανικῶν διαλόγων,εἶναι πο λὺ φυσικὸ νὰ ἀνησυχεῖ.Εἶναι πο λὺ φυσικὸ νὰ δημιουρ-γοῦνται στὴν ψυχή του ὑποψίες,φόβοι, ἀμ φι βολίες.Αὐτὰ δὲ ἐπιτείνονται ὅταν ἀ -κούει ἀπὸ στόματα ὁρισμένων ποι-μένων του ἢ καθηγητῶν ὀρθοδό-ξων Θεολογικῶν Σχολῶν ὅτι ὁ Πα-πισμὸς δὲν εἶναι αἵρεση ἀλλὰ σχί-σμα! Ἀλλὰ καὶ ὁ πλέον ἀθεολόγη-τος ἐννοεῖ μιὰ προφανὴ ἀλήθεια.Ἕνα σχίσμα παρατεινόμενον ἐπὶχίλια καὶ πλέον χρόνια ὁδήγησετὸν Παπισμὸ σὲ ἀλλεπάλληλεςπλά νες, σὲ ἐκκοσμίκευση καὶ πλῆ -θος καινοτομιῶν, ὥστε κατήντησεὄχι ἁπλῶς αἵρεση ἀλλὰ φοβερὴαἵρεση. Τὸ πρωτεῖον ἐξουσίας καὶτὸ ἀλάθητο τῶν Παπῶν, ἡ ἐμμονήτου στὴν κτιστὴ θεία χάρη, ἡ σο-βαρὴ νόθευση τοῦ Συμβόλου τῆςΠίστεως μὲ τὸ Filioque, ἡ δημιουρ-γία καὶ ἀποδοχὴ τῆς ἐπάρατηςΟὐνίας, ὁ ἄμετρος κληρικαλισμός,ἡ ὑποτίμηση τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου,ἡ ὀρ γά νωση τοῦ Παπισμοῦ σὲ κο-σμικὸ κράτος κ.ἄ. εἶναι στοιχεῖασαφῶς αἱρετικά, ξένα πρὸς τὴνἈποστολικὴ καὶ Πατερικὴ διδα-σκαλία καὶ παράδοση. Μόνον ὅσοιμυωπάζουν δὲν θέλουν νὰ παρα-δεχθοῦν ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι ὁλο-φάνερη, ἀναμφισβήτητη, τραν-ταχτὴ αἵρεση.Κανεὶς Ὀρθόδοξος ὁ ὁποῖοςδιαπνέεται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸνπλανώμενο, δὲν ἀρνεῖται ὅτι πρέ-πει νὰ γίνει διάλογος. Διάλογοςὅμως ἀληθείας, πρὸς ἐπιστροφὴντοῦ πλανωμένου αἱρετικοῦ. Κα-νεὶς δὲν ἀρνεῖται ἐπίσης ὅτι ἕναςτέτοιος διάλογος δὲν εἶναι εὔκο-λος, ὅτι ἀπαιτεῖ κόπο, ἐπιμονὴ καὶχρόνο. Ἀλλʼ ὁ διάλογος δὲν πρέπεινὰ διαιωνίζεται, καὶ μάλιστα ὅτανἡ αἵρεση δὲν εἶναι ἁπλῶς ἀνυπο-χώρητη, ἀλλὰ καὶ τὸ δηλώνει ἐπί-σημα καὶ προκλητικά, ἀφοῦ ἔφθα-σε ὁ Παπισμὸς νὰ πεῖ ὅτι ἡ Ὀρθο-δοξία εἶναι ἐλλειμματική!... Ἡ θεό-πνευστη ἀποστολικὴ συμβουλὴπρὸς τὸν ἐπίσκοπο τῆς Κρήτης Τί-το εἶναι σαφής: «Αἱρετικὸν ἄνθρω-πον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νου-θεσίαν παραιτοῦ»· γνώριζε ὅτιἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει δια-στραφεῖ καὶ ἁμαρτάνει καὶ γιὰ τὴνἁμαρτία του αὐτὴ ἐλέγχεται καὶκατακρίνεται ἀπὸ τὴ συνείδησήτου καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του(Τίτ. γ΄ 10-11). Νὰ γίνεται λοιπὸνδιάλογος, ἀλλʼ ὄχι ἐπʼ ἄπειρον καὶμάλιστα μὲ ἐκεῖνον ποὺ δηλώνειἐπίσημα τὴν ἀδιαλλαξία του. Ἡἐπιμονὴ καὶ ὁ ἑωσφορισμὸς τῆςἄλλης πλευρᾶς, ἡ ὁποία βρίσκεταικαταφανῶς στὴν αἵρεση, δίνουνσὲ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους τὸ δι-καίωμα καὶ μᾶς δημιουργοῦν τὴνὑποχρέωση νὰ περιφρουροῦμετὴν καθαρότητα τῆς ἀμωμήτουΠίστεώς μας. Δὲν μποροῦμε νὰδιαλεγόμεθα μὲ ὑποχωρητικότηταστὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας.Ἄλλωστε ἡ ἀλήθεια δὲν συζη-τεῖται· ἡ ἀλήθεια ὁμολογεῖται.Πονοῦμε τὴν αἱρετικὴ Δύση.Τὴν πονοῦμε πολὺ περισσότερο,διότι ἐπὶ χίλια καὶ πλέον τώρα χρό-νια πορεύεται χωρὶς Ἀνατολή! Γιʼαὐτὸ καὶ συνεχῶς ἐκτρέπεται. Καὶθὰ συνεχίζει νὰ ἐκτρέπεται, διότιἀρ νεῖται νὰ δεχθεῖ τὸν σωτήριοἔλεγχο καὶ τὴν κατάκριση τῆς συ-νειδήσεώς της. Ἡ αἱρετικὴ Δύση,Παπισμὸς καὶ Προτεσταντισμοί,«περιέρχεται», γιὰ νὰ θυμηθοῦμετὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, «πικρὸν κα-τήγορον περιφέρουσα τὸ συνει-δός, αὐτοκατάκριτος οὖσα»1· πε-ριφέρεται φορτωμένη τὸν ἄγριοκατήγορο, τὴ συνείδηση, διότιαὐτοκατακρίνεται.Καὶ κάτι ἄλλο. Ἡ Δύση, ὅπωςδείχνουν δυστυχῶς τὰ γεγονότα,θέλει τὸν διάλογο μὲ σκοπὸ νὰἐπεκτείνει παντοῦ τὴν Οὐνία,χωρὶς ὁ Πάπας νὰ ἀρνεῖται τίποτεἀπὸ τὶς αἱρέσεις του καὶ προ-παντὸς τὴ φρι κτὴ ἐκκλησιολογικὴαἵρεση τοῦ πρωτείου ἐξουσίας καὶτοῦ ἀλαθήτου. Διότι θεωρεῖ τὸνἑαυτό του γενικὸ ἀντιπρόσωπο καὶτοποτηρητὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ,καὶ ἑπομένως ὅλοι πρέπει νὰ πέ-σουν νὰ τὸν προσκυνήσουν.Οἱ Ὀρθόδοξοι ὅμως στὸν διά-λογο μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺςπολυποίκιλους Προτεσταντισμοὺςπρέ πει νὰ ἔχουμε σταθερὰ κατὰνοῦν ὅτι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶἈποστολικὴ Ἐκκλησία, δηλαδὴ ἡὈρθόδοξος, δὲν εἶναι κράτος μὲκοσμικὴ ἐξουσία. Οὔτε σωματεῖοποὺ ἀσχολεῖται μὲ κοινωνικὰ ἔργα.Βεβαίως ἡ Ὀρθοδοξία δὲν πρέπεινὰ σταματήσει τὸ κοινωνικό τηςἔργο καὶ νὰ παύσει νὰ διακονεῖτὸν ἄνθρωπο στὶς ὑλικές τουἀνάγκες. Ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοιπρέπει νὰ ἔ χου με σαφὴ συνείδησηὅτι ἡ Ἐκ κλη σία εἶναι σῶμα Χρι-στοῦ. Εἶναι ὁ Χριστὸς παρατεινό-μενος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ὅτι ἡἘκκλησία εἶναι καθίδρυμα σωτη-ρίας. Ὅτι πρῶτο καὶ κύριο ἔργοτης εἶναι ἡ λύτρωση καὶ ὁ ἁγι -ασμὸς τῶν ψυχῶν. Βασικὸς στό-χος της εἶναι ἡ προσπάθεια νὰβοηθήσει τὸν ἐκπεσόντα ἄνθρωπονὰ μετανοήσει καὶ νὰ γίνει κοι-νωνὸς τῆς σωστικῆς καὶ ἁγια-στικῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Νὰ τὸνβοηθήσει νὰ γίνει μέτοχος τῆςθείας Χάριτος, ἡ ὁποία «τὰ ἀσθενῆθεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀνα-πληροῖ» καὶ ἐξαγιάζει τὸν ἄνθρω-πο. Κατὰ τοῦτο οἱ Ὀρθόδοξοι Ἱε -ράρχες εἶναι κυρίως καὶ προ-παντὸς ὄχι οἱ «δεσπότες» ἀλλʼ οἱποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.Εἶναι, ὅπως δηλώνει καὶ τὸ ἀνα-κοινωθὲν τῆς Ι.Σ.Ι. τῆς 19.10.2009,παράγρ. 4, «οἱ φύλακες τῆς Ὀρθο-δόξου παραδόσεως». Παράλληλαὅμως καὶ ὁ εὐ σεβὴς λαὸς «εἶναι ὁὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας,ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὑτοῦαἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμο-ειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὑτοῦ»,ὅπως πολὺ ὀρθὰ διεμήνυσαν τὸ1848 οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχεςτῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν πάπα Πίοτὸν Θ΄2.Καὶ ὁ λαὸς αὐτός, ὁ φύλακαςκαὶ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείαςμὲ τὸ Ὀρθόδοξο ἔνστικτό του καὶτὶς εὐαισθησίες του στὰ θέματατῆς Πίστεως ἔχει χρέος νὰ κρούεικατὰ καιροὺς τὸν κώδωνα τοῦ κιν-δύνου μὲ τὰ κείμενά του. Ἀπὸαὐτῆς τῆς πλευρᾶς οἱ Ἱεράρχεςμας πρέπει νὰ δοξάζουν τὸν Τρια-δικὸ Θεὸ διότι ἔχουν τέτοιο συ-νειδητοποιημένο ποίμνιο. Τὸ ὁ ποῖ -ο ἀφενὸς μὲν τοὺς βοηθεῖ μὲ τὴν«Ὁμολογία» του, καὶ ἀφετέρουπροσεύχεται, μάλιστα δὲ κατὰ τὴνὥρα τῆς θείας Λειτουργίας, στὸνἈρχιποιμένα Χρι στὸ νὰ τοὺς ἐνθυ-μεῖται μεταξὺ τῶν πρώτων εὐμε -νῶς· νὰ τοὺς χαρίζει στὴν ἁγία τουἘκκλησία διάγοντας ἐν εἰρήνῃ,σώους ἀπὸ κάθε κακό, ἀπολαύον-τας τιμῆς, ὑγιεῖς, μακρο ημε ρεύ -οντας, «ὀρθοτομοῦν τας τὸν λό-γον τῆς ἀληθείας του», δηλαδὴ δι-δάσκοντας ὀρθῶς τὸν λόγο τῆςἀληθείας τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστεαὐτὸ τὸ τελευταῖο ὑποσχέθηκανκαὶ οἱ ἴδιοι κατὰ τὴν πλέον ἐπίση-μη καὶ ἱερότατη ὥρα τῆς εἰς ἐπί-σκοπον χειροτονίας τους μὲ τὴνὁμολογία τῆς πίστεως.Ἐν τιμῇ λοιπόν, ἐν ὑπακοῇ, ἐνἀγάπῃ καὶ ἐν σεβασμῷ πρὸς τὴνἹεραρχία μας, ἂς πορευόμεθαὅλοι οἱ ὅπου γῆς Ὀρθόδοξοι τὴνὁδὸ τοῦ χρέους. Μὲ τὴ βεβαι-ότητα πώς, ἂν μένουμε ἑδραῖοικαὶ ἀμετα κί νητοι στὴν «ἅπαξ πα-ραδοθεῖ σαν πίστιν» σὲ μᾶς τοὺςΧριστιανούς (Ἰούδα 3), ὁ Θεάν-θρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸςθὰ αὐξήσει τὸν ἀριθμὸ τῶν ἤδηπροσ ερχομένων Παπικῶν καὶΠρο τεσταντῶν στὴ θεοπαράδοτηἀλήθεια τῆς Ὀρ θοδοξίας. Καὶ Ἐ -κεῖ νος ὁ Ὁποῖος ἵδρυσε τὴν Ἐκ -κλησία, θὰ ἐνεργήσει διὰ τοῦ Πα-ρακλήτου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖον«ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆςἘκκλησίας», τὸ θαῦμα «τῆς τῶνπάντων ἑνώσεως» πρὸς αἰωνίανκαταισχύνην τοῦ παγκάκου Δια-βόλου καὶ μεγάλην χαρὰν τῶν ἐνοὐρανοῖς ἁγίων ἀγ γέλων καὶὅλης τῆς θριαμβευούσης Ἐκκλη-σίας.Σημειώσεις1. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ὁμ. Α΄Εἰς τὸν πτωχὸν Λάζαρον καὶ τὸνπλούσιον, PG 48, 979.2. IΩ. Ν. ΚΑΡΜΙΡΗ, Τὰ Δογμα-τικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆςὈρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας,τόμ. Β΄, 1968, σελ. 920 [1000], Graz,Austria.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου