Ὁ διδάσκαλος τοῦ γένους κατὰ τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας, Ἠλίας Μηνιάτης (1669-1774), στὸν δεύτερο λόγο του περὶ πίστεως, βλέποντας ξεκάθαρα ἀπὸ τί κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία στὶς ἡμέρες του, ἀφήνει κατὰ μέρος τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ξιφουλκεῖ ἐναντίον τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν τῆς ἐποχῆς του. Ὅτι ἐπισημαίνει ὁ ἀείμνηστος Μηνιάτης ἰσχύει καὶ στὶς ἡμέρες μας. Γιʼ αὐτὸ σὰν ὑπομνηματισμὸ τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος «Κυριακῆς τῶν Πατέρων» θὰ θέλαμε νὰ παρουσιάσουμε τὴν εἰσαγωγή του στὸ λόγο αὐτό.
«Πάλι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πανηγυρίζει τὴ νίκη της ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τῆς ἁγίας μας πίστεως. Πάλι κατατροπώνεται ἡ αἵρεση καὶ πάλι θριαμβεύει ἡ Ὀρθοδοξία. Πόση πνευματικὴ χαρὰ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουν οἱ χριστιανοὶ ἐνθυμούμενοι σήμερα τοὺς θεοφόρους ἐκείνους πατέρες, οἱ ὁποῖοι μὲ τόσο ἔνθεο ζῆλο, σὲ τόσες συνόδους, οἰκουμενικὲς καὶ τοπικὲς στερέωσαν τὴν εὐσέβεια! Μὰ καὶ πόση λύπη θὰ ἔχουν αὐτοὶ οἱ ἴδιοι οἱ θεοφόροι πατέρες, βλέποντας αὐτὴ τὴν εὐσέβεια, γιὰ τὴν ὁποία τόσο πολὺ ἀγωνίστηκαν ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, νὰ εἶναι τόσο πολὺ περιφρονημένη ἀνάμεσα στοὺς ὀρθοδόξους.» Ἄχ! Ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ ἐπιστρέψετε πάλι σʼ αὐτὸν τὸν κόσμο ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, θεόπνευστα στόματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος νὰ κηρύξετε πάλι τὴν πίστη στοὺς χριστιανούς, νὰ διδάξετε καὶ πάλι τὴν Ὀρθοδοξία στοὺς ὀρθοδόξους. Ὄχι νὰ πολεμήσετε πιὰ τοὺς ἐχθρούς τῆς πίστεως, μὰ καὶ πάλι νὰ κατηχήσετε τὰ τέκνα τῆς πίστεως. Γιατί ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ δὲν πολεμεῖται πλέον ἀπὸ τὶς βλαστήμιες τῶν αἱρετικῶν καὶ τὴν δυσσέβειά τους, ἀλλὰ πολεμεῖται ἀπὸ τῶν χριστιανῶν τὴν ἀμάθεια καὶ τὴν κακία.
»Ἁγιωτάτη πίστη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ κάποτε ἔλαμψες σὰν ἥλιος μέσα ἀπʼ τὰ σύννεφα τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης, ποὺ ἄνθισες σὰν ρόδο ἀνάμεσα στὰ πολύπλοκα ἀγκάθια τῶν αἱρέσεων, ποὺ θριάμβευσες ἀνίκητη παρʼ ὅλους τούς πολέμους τῶν εἰδωλολατρικῶν διωγμῶν... Τώρα πόσο σκοτεινιασμένη, μαραμένη, καὶ καταπατημένη εἶσαι μέσα στὴν πολιτεία τῶν χριστιανῶν! Ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε πολὺ περισσότερο νὰ θριαμβεύεις, νὰ ἀνθεῖς καὶ νὰ λάμπεις μέσα στὴ θεωρία τῆς ἀληθείας σου, μέσα στὴν πράξη τῆς ἁγνότητάς σου.
»Ραββὶ θειότατε διδάσκαλε, σὺ ποὺ κατέβηκες ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ μᾶς δίδαξες τέτοια πίστη, ἐμεῖς ὁμολογοῦμε καὶ πιστεύουμε μαζὶ μὲ τὸν ἄδολο Ἰσραηλίτη, τὸν Ναθαναήλ, πὼς “σὺ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ”. Ὅμως ἐμεῖς δὲν καταλαβαίνουμε τί ὁμολογοῦμε. Ἐμεῖς δὲν ζοῦμε ὅπως πιστεύουμε. Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἁγία σου πίστη, τὴν ὁποία πήραμε μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα, ἀλλὰ στὴ θεωρία τῆς πίστεως εἴμαστε τυφλοὶ καὶ στὴν πράξη τῆς πίστεως εἴμαστε νεκροί. Καὶ μεῖς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα τὴν Ὀρθοδοξία, αὐτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν ἔχουμε τίποτα ἄλλο παρὰ τὸ ὄνομα.
»Αὐτὸ ποὺ εἶναι πέρα γιὰ πέρα ἀληθινό, μὲ παρακινεῖ ἀγαπητοὶ νὰ μιλήσω γιʼ αὐτὴν τὴν πίστη, ποὺ ἔχουμε σήμερα ἐμεῖς οἱ χριστιανοί. Θὰ ἀποδείξω πὼς αὐτὴ ἡ πίστη εἶναι πολὺ ἀτελής, ἐπειδὴ ὑπολείπεται κατὰ πολὺ καὶ ἀπὸ τὴν θεωρία καὶ ἀπὸ τὴν πράξη τῆς πίστεως. Ὑπολείπεται στὴν θεωρία, γιατί δὲν γνωρίζουμε αὐτὰ ποὺ πιστεύουμε. Ὑπολείπεται στὴν πράξη, γιατί δὲν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας»...
Ὁ ὑπομνηματογράφος τοῦ Μηνιάτη ἀρχιμανδρίτης Δοσίθεος, ἡγούμενος Ἱ. Μ. Παναγίας Τατάρνης Εὐρυτανίας, σχολιάζει ὡς ἑξῆς τὸ κείμενο ποὺ παραθέσαμε· «Θὰ ἦτο εὐχάριστο νὰ εἶναι ρητορικὴ ὑπερβολὴ αὐτὰ ποὺ λέγει ὁ Ἠλίας Μηνιάτης. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἦσαν ὑπερβολὴ γιὰ τότε, γιὰ τώρα δὲν εἶναι. Διερωτῶμαι· πόσοι ἀπὸ τὸ περίφημο 97% τῶν Ἑλλήνων ὀρθοδόξων γνωρίζουν τί πιστεύουν, τί εἶναι Ὀρθοδοξία, τί εἶναι Ἐκκλησία; Φοβοῦμαι ὅτι οὐδὲ τὸ 5% ἔχει σαφῆ γνώση καὶ σωστὴ μετοχὴ εἰς τὰ τῆς Ἐκκλησίας.
»Καὶ τότε μὲν ἡ ἄγνοια ἴσως ἦταν δικαιολογημένη. Σχολεῖα λίγα ὑπῆρχαν, οἱ δάσκαλοι σπανίζαν, ἡ φτώχεια ἦταν ἀποτρεπτικὴ μαθήσεως, οἱ δυνάστες πιέζαν. Ὅλα ἦσαν δύσκολα. Τάσκιαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε σκλαβιά. Τώρα ὅμως ποὺ ἡ γνῶσις ἐπληθύνθη (ὅρα καὶ Δανιὴλ 12,4) καὶ οὐδεὶς δύναται νὰ προφασισθῆ σοβαρῶς ἄγνοια, πόσοι ἐγκύπτουν γιὰ νὰ μάθουν ποιὰ εἶναι ἡ πίστις των, ποιὸν θησαυρὸν πολύτιμον κατέχουν, ποιὰ εἶναι τὰ καθήκοντά τους, ποιὰ εἶναι ἡ ὁδὸς ποὺ πρέπει νὰ πορεύωνται κατὰ τὸ δαυϊτικὸν «γνώρισόν μοι ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι (Ψαλμ. 142, 8) καὶ «τὰς ὁδούς σου, Κύριε, γνώρισόν μοι, καὶ τὰς τρίβους σου δίδαξόν με, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ σωτήρ μου» (Ψαλμ. 24,4-5); Οἱ πλεῖστοι εἶναι παγεροὶ καὶ ἀδιάφοροι, ξένοι πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Τὸ μόνο μὲ τὸ ὁποῖο μετὰ μανίας ἀσχολοῦνται εἶναι τὸ κουτσομπολιό, τί κάνει ἡ Ἐκκλησία, τί κάνουν οἱ δεσποτάδες, τί κάνουν οἱ καλόγεροι καὶ οἱ παπάδες».
Τὸ «δὲ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας» ὁ Μηνιάτης τὸ ἐξηγεῖ, σὺν τοῖς ἄλλοις, εἰς τὸν Α´ Λόγο του εἰς τὴν Μ. Παρασκευή· «Ὅταν εἰς τὸν κῆπον (ὁ Χριστὸς) ἄρχισε νὰ λυπᾶται καὶ νὰ ἀδημονεῖ, δὲν τόκανε γιατί πρόβλεπε τὸ θάνατό του, μὰ γιατί πρόβλεπε τὴν ἀχαριστία μας. Ὄχι τὸ βάρος τοῦ σταυροῦ ποὺ φανταζόταν, ἀλλὰ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, ποὺ σὰν Θεὸς προγνώριζε. Αὐτὸ τὸν ἔκανε νὰ ἱδρώσει, χύνοντας ἀντὶ γιὰ ἱδρῶτα αἷμα... Γιὰ ποιοὺς ἔπαθα καὶ γιὰ ποιοὺς πέθανα; Γιὰ ἀνθρώπους ἀχαρίστους ποὺ δὲν γνωρίζουν ἢ δὲν θέλουν τὴν εὐεργεσία μου. Ἄχ! “τὶς ἡ ὠφέλεια ἐν τῷ αἵματί μου”; (Ψαλ. 29,9). Ἄχ! Διά τοῦτο ʻπερίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτουʼ».
Κι ἂν ὁ Κύριος λυπόταν καὶ συνεχίζει νὰ λυπᾶται ἀνὰ τοὺς αἰῶνες μὲ θλίψη ἄφατη καὶ ἀπερίγραπτη, τὸ ἴδιο πάσχουν καὶ οἱ κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου. Ὁ μεγαλύτερος σταυρός τους καὶ ἡ μεγαλύτερη δοκιμασία τους εἶναι ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀκηδία καὶ ὁ ὕπνος τῶν χριστιανῶν. Κανένας δὲν ὑπολογίζει τοὺς κόπους του, ὅταν βλέπει ἀποτέλεσμα στὶς προσπάθειες. Ἀλλὰ ἀποκαρδιώνεται καὶ ἀπελπίζεται, ὅταν βλέπει τὴν ἀδιαφορία τῶν χριστιανῶν. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ πάντοτε λίγους ἥλκυε καὶ ἑλκύει. Οἱ περισσότεροι εἶναι κατʼ ἐπίφασιν χριστιανοί. Χριστιανοὶ τῶν ἐθίμων καὶ τῆς συνή-
θειας, τῆς δεισιδαιμονίας καὶ τῆς συγκεκαλυμμένης μαγείας καὶ εἰδωλολατρίας.
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτης καὶ δευτέρας νουθεσίας παραιτοῦ» λέγει ὁ Ἀπόστολος. Μὲ τοὺς «ὀρθοδόξους χριστιανοὺς» τί γίνεται ἅγιε ἀπόστολε Παῦλε;
Ἀρχιμανδρίτης Μελέτιος Ἀπ. Βαδραχάνης
ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1992
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου