Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΑΟΣ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΣ



Οὐδεμία ἐποχή ἐμποδίζει νά ἀναδειχθοῦν ἐκλεκτοί ἀγωνιστές καί ἅγιοι. Πάντοτε, ἀλλά καί σήμερα, ὑπάρχουν ὅσιοι, πού πιθανόν νά βιοῦν ἀνάμεσά μας, ὑπό τό κάλυμμα ὅμως τῆς ταπεινοφροσύνης καί τῆς ἁπλότητος, τό ὁποῖον περιφρουρεῖ  καί ἀπο-κρύπτει τήν ἀρετήν τοῦ ἁγίου. Ἐπιτρέπει δέ ὁ Θεός, σέ μεγάλο βαθμό ἤ καί σέ ὅλη τήν ἔκταση, νά γίνεται γνωστή, νά ἀπο-καλύπτεται ἡ ἁγιότητα καί ἡ ἀρετή ὁρισμένων ἀγωνιστῶν, μετά τήν κοίμησή τους, μετά τήν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἀποδημία τους. Καί τοῦτο παραχωρεῖται, ὄχι γιά νά ἀνακηρύξουμε ἐμεῖς ὡς δίκαιον ἤ ἅγιον τόν ἐκλεκτόν του, ἀλλά γιά νά ὠφεληθοῦμε, νά ἐλεγχθοῦμε, νά παρηγορη-θοῦμε καί νά δοξάσουμε τό Ἅγιο ὄνομά Του "ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ".  Νά ἐλεγχθοῦμε, γιατί παραδείγματα τέτοιων ἀγωνιστῶν γιά τήν ἐποχή μας, ἀποτελοῦν "καυστικούς ἐλέγ-χους", τῆς δικῆς μας ματαιοδοξίας καί πνευματικῆς χλιαρότητος.

      Κατά τίς ἔσχατες ἡμέρες πού ζοῦμε, μία ἐμφάνιση, ὀκτώ ἔτη μετά τήν κοίμηση ἑνός ὁσίου Γέροντος, ἔλαβε χώρα, καί ὡς γεγονός παρηγορητικό γιά τά ἔσχατα χρόνια πού περνᾶμε, ὀφείλουμε νά τό προβάλλουμε.
      Πρόκειται γιά τόν ὅσιο ἱερομόναχο Γέροντα π. Ἰωάννη Βαξεβανόπουλο.
      Ὁ π. Ἰωάννης γεννήθηκε στήν Σμύρνη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τό ἔτος 1899. Γαλουχήθηκε ἀπό τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του τήν Μαρίαν, μετέπειτα μοναχή Μαρκέλλα, καί τόν Χαράλαμπον, τά νάματα τῆς εὐσεβείας καί τῆς ἀγάπης πρός τόν Χριστόν μας καί αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό τόν θεῖο ἔρωτα, καί σέ νεαρή ἡλικία ἀκόμη ἀναχώρησε γιά τό Ἅγιον Ὄρος.
            Ἡ μοναχική ἀφιέρωση καί ἡ ἀσκητική ζωή ἦσαν οἱ ἔμπυροι πόθοι του. Διακριτικοί ὅμως καί σεβάσμιοι Γέροντες, ἴσως καί προορατικοί, δέν τοῦ ἐπέτρεψαν νά παραμείνει στό Ἅγιον Ὄρος, λόγῳ τῶν πολλῶν οἰκογενειακῶν ὑποχρεώσεων καί καθηκόντων. Εἶχε τούς ἡλικιωμένους γονεῖς του καί τρεῖς κατά σάρκα ἀδελφές, πού χρειάζονταν τήν προστασία του.
      Μέ βαθύτατη λύπη καί πικρία, ἐπέστρεψε στόν κόσμο, θεωρώντας τήν προτροπή πρός ἐπιστροφήν του ὡς θείαν ἐπιταγήν, καί ὑπακούοντας εἰς αὐτήν, ἄφησε τήν ἔρημον τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους ἀλλά μέ σφοδρότερη τήν ἐπιθυμία τῆς ἀφιερώσεως.
      Ἀξιώθηκε μέ τήν πάροδο λίγων χρόνων, ὡς ἱερομόναχος πλέον, νά χειροθετήσει τήν μητέρα του ὁ ἴδιος ὡς μοναχήν καί τήν μετονόμασε Μαρκέλλα. Ἐν συνεχείᾳ καί διαδοχικά χειροθέτησε καί τίς τρεῖς κατά σάρκα ἀδελφές του ὡς μοναχές.
      Ἤδη ἡ μικρή συνοδεία καί μέ τήν προσέλευση καί ἄλλων δύο ψυχῶν, ἀποτελέσθηκε, ἱδρυθέντος, ὡστόσο, καί τοῦ πρώτου Ἡσυχαστηρίου στήν Ἀμφιάλη τοῦ Πειραιᾶ ἀπό τόν π. Ἰωάννη, μέ εὐρύχωρο Ἱερό Ναό, ἀφιερωμένον στόν Ἅγιο Δημήτριο τόν Μυροβλύτη.
Ὁ Γέροντας ἦταν μυστικός, αὐστηρό-τατατος ἀσκητής γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά πρότυπο ἀγαθοῦ ποιμένος καί στορ-γικοῦ πατρός, μέ βασικό χάρισμά του τό ὑπερβάλλον τῆς ἀγάπης του γιά τούς ἄλλους. Κατά τό τέλος τῆς ζωῆς του ἵδρυσε καί στήν Νέαν Πεντέλην Ἀττικῆς περικαλλῆ Ἱεράν Μονήν τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού κατακοσμεῖ τήν πυκνόφυτη βουνοπλαγιά.
            Σέ αὐτήν τήν ἱερά Μονή ὑπάρχει καί ὁ τάφος μέ τό σεπτόν σκήνωμά του.
            Ὁ μακάριος πατήρ ἡμῶν Ἰωάννης παιδιόθεν ὑπῆρξεν ὄντως ὑπόδειγμα ἀρετῆς, συνέσεως καί σοφίας Θεοῦ, καθότι ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἦτο ἔνοικος ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. Καθικετεύων τόν Θεόν μετά πολλῶν δακρύων, ἔλεγε: "Κύριε, Κύριε, ἀξίωσέ με νά φορέσω τό ἀγγελικόν σχῆμα καί τήν ἄλλη μέρα ἄς πεθάνω!" Ὦ μεγαλεῖο θείας ἀγάπης καί ὁλοκαυτώματος!
            Τά δῶρα τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἡ μακροθυμία, ἡ  ἐλεημοσύνη καί ἡ ἀγάπη κοσμοῦσαν τήν ψυχή του. Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή ἐφαρμόζονταν στόν πατέρα Ἰωάννη στό ἀκέραιο.
            Γιά ἕνα χρονικό διάστημα μάλιστα διάβαζε καθημερινά ὁλόκληρο τό ψαλτήρι!
            Ὅσοι συμμετεῖχαν ἔστω καί σέ μία ἀπό τίς Θεῖες Λειτουργίες τοῦ κατανυκτικοῦ Γέροντος, σίγουρα θά θυμοῦνται τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖο λειτουργοῦσε ὁ Ὅσιος πατήρ. Τό πρόσωπόν του ἔλαμπεν, οἱ δέ ὀφθαλμοί του ἦσαν παιδικοί καί ἐξώκοσμοι καί δέν ἠδύνατο κανείς ἄδακρυς νά ἀτενίζει.
            Ἦτο ὅλος "πυρός φλόγα"!
            Ὑπῆρξε ζηλωτής τῶν Πατρικῶν παραδόσεων, ὁμολογητής τῆς ἀλήθειας ἀλλά καί τῶν καλῶν ἔργων. Δέν δίσταζε νά ἐλέγχει τούς παρανομοῦντες ἄρχοντες τοῦ αἰῶνος τούτου τοῦ ἀπαταιῶνος, μή φοβούμενος ἀπολύτως οὐδένα καί ἦταν ἕτοιμος νά θυσιασθεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας καί Κυρίου μας.
            Λόγῳ τῆς καθαρότητος τῆς ζωῆς του καί τῆς μεγάλης ταπεινοφροσύνης του τόν προίκισε ὁ Θεός μέ τό χάρισμα τῶν ἰαμάτων. Πολλοί ἀσθενεῖς πού προσέρχονταν μέ πίστη, μέ τίς εὐχές τοῦ Ὁσίου ἐπέστρεφαν στό σπίτι τους ὑγιεῖς, ὄχι μόνον στό σῶμα ἀλλά καί στήν ψυχή, ἀγαλλόμενοι καί εὐφρανόμενοι καί δοξάζοντες τόν Θεόν!
            Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του ἵδρυσε καί τήν περικαλλῆ Ἱεράν Μονήν τῆς Ἁγίας Τριάδος στήν Νέαν Πεντέλην, ἡ ὁποία κατακοσμεῖ πυκνοπευκόφυτη βουνοπλαγιά τῆς Νέας Πεντέλης. Στήν Ἱεράν Μονήν αὐτήν ὑπάρχει ὁ τάφος του μέ τό σεπτόν σκήνωμά του.
Τά δύο Μοναστήρια του ἔγιναν καταφύγια πενήτων καί πονεμένων. Οὐδείς ἔφευγε λυπημένος ἀπό τόν π. Ἰωάννη ἤ ἄνευ ψυχικῆς ὠφελείας, οἱ δέ πτωχοί καί ἀδικημένοι, εὔρισκαν τόν στοργικό πατέρα καί ἀντιλήπτορα στό πρόσωπο τοῦ ὁσίου Γέροντος. Ἡ εἰρήνη καί ἡ πραότης, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐνοικήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐντός του ἦτο πάντοτε ἐμφανής στό πρόσωπον τοῦ Γέροντος. Τήν εἰρήνη δέ αὐτήν τήν μετέδιδε καί εἰρήνευε καί ζωοποιοῦσε ὅσους τόν πλησίαζαν.
            Ἐπισκέφθηκε κάποτε τόν ἄλλον μεγάλον ἀββᾶν τῶν παλαιοημερολογιτῶν ἅγιον Ἱερώνυμον τῆς Αἰγίνης γιά νά ἐξομολογηθεῖ καί νά εἴπουν πνευματικά, ὁ ὁποῖος μόλις τόν ἀτένισεν εἰς τό κελλί του, τοῦ λέγει :
            -Ἐγώ  δέν ἐξομολογῶ, κακῶς ἦλθες εἰς ἐμένα.
 -Ἐγώ δέν ἐξομολογῶ, γιατί νά κάμετε τόσον κόπον καί νά ἔλθετε ἐδῶ;
            Αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά φύγει δακρυσμένος ὁ Γέρων π. Ἰωάννης ὡς καί ἡ Γερόντισσα ἀδελφή του καί μία ἄλλη μοναχή, πού τόν συνόδευαν.
            Ὅταν ἔφυγαν, ἡ Γερόντισσα Εὐπραξία πού διακονοῦσε τόν π. Ἱερώνυμον τοῦ λέγει:
            -Γέροντα, τί εἶπες στόν π. Ἰωάννη καί ἔφυγεν λυπημένος; Κανείς δέν φεύγει ἀπό σένα μέ λύπη, γιατί τό ἔκανες αὐτό; Καί ὁ π. Ἱερώνυμος ἀπήντησεν:
            -Καλογραία, μέ εἶπεν νά ἐξομολογηθεῖ αὐτός εἰς ἐμέ. Πῶς νά ἐξομολογήσω αὐτόν, πού μόλις εἰσῆλθεν εἰς τό κελλίον μου, γέμισε τό κελλίον μου φῶς;      
            -Δέν εἶδες πῶς ἔλαμπεν τό πρόσωπόν του; Ὅταν κοιμηθεῖ ὁ π. Ἰωάννης σημεῖα θά δείξει!
      Ἤδη σημεῖα παράδοξα γιά τίς ἡμέρες μας, σημεῖα ἁγιότητος, ἐκδηλώνονται σποραδικά σέ διάφορους πιστούς.
"Τό πρωί τῆς Κυριακῆς 13ης τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, ὥρα 9 καί 30, πῆγα στό Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος (στή Ν. Πεντέλην). Ἀπό τό βράδυ εἶχα μεταφέρει μέ ἕναν συγγενή μου, τόν κ. Ἰωάννη, λαμαρίνες διά νά κάμω μίαν μεταλλικήν δεξαμενήν (διαστάσεις 1,25Χ2,50Χ1,25). Δέν μποροῦσε νά ἔλθει καμμία Γερόντισσα ἀπό τήν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καί ἀνέβηκα μόνος μου νά δουλέψω. Ἀφοῦ εἰσῆλθα, ἐκλείδωσα τήν πόρταν τοῦ αὐλόγηρου μέ τό κλειδί πού μοῦ εἶχαν δώσει, πῆγα εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί προσκύνησα τά Ἁγίας Εἰκόνας καί μετά πῆγα, γιά νά κατασκευάσω τήν δεξαμενή.
            Ἐπειδή οἱ λαμαρίνες ἦταν μεγάλες, ἔπεφταν καί παιδευόμουν μέχρι τρία τέταρτα τῆς ὥρας γιά νά τίς σηκώσω καί νά τίς κολλήσω. Ἔφτασα δέ σέ σημεῖο πού ἤθελα νά τίς ἀφήσω καί νά φύγω. Ξαφνικά ἀκούω βήματα (ἡ ὥρα ἦταν 10 καί τέταρτο περίπου). Κυττάζω πρός τά ἐκεῖ πού ἀκούονταν τά βήματα, (δηλ. πρός τήν σκάλα πού ἔρχεται ἀπό τό Ἱερόν τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ἀπό τούς τάφους).
            Βλέπω ἕναν ἡλικιωμένον ρασοφόρον μέ ἄσπρα γένια καί κανονικό ἀνάστημα νά ἔρχεται πρός ἐμένα.
            Σέ λίγο, μόλις πλησίασε, μοῦ λέει:
            -Γειά σου Νῖκο, θέλεις βοήθεια;
            Τοῦ λέγω:
            -Ποιός σέ ἔστειλε;
            Μοῦ ἀπαντᾶ:
            -Μέ ἔστειλαν ἀπό τόν Ἅγιον Δημήτριον.
            Εἶπα τότε μέ τόν νοῦν μου, Γέροντα ἄνθρωπον μοῦ ἔστειλαν νά μέ βοηθήσει;
            Ἀφοῦ ἐπλησίασε, σκέφτηκα, μήπως ἤτο κανένα σατανικό καί ἤθελα νά κάνω τόν Σταυρόν μου. Μόλις ὅμως πῆγε αὐτός νά μέ βοηθήσει στίς λαμαρίνες, ἔκανε τόν Σταυρόν του. Κατόπιν εἶδα, ὅτι καί στό σκουφάκι του εἶχε Σταυρό.
            Τόν ρωτάω, πῶς τόν λένε. Μοῦ ἀποκρίνεται:
            -Θά τήν κολλήσεις καλά τήν δεξαμενήν!
            Ἐν τῷ μεταξύ εἶχε ἀρχίσει νά μέ βοηθάει. Μετά ἀπό λίγο τόν ξαναρωτῶ, πῶς τόν λένε.
            Μοῦ λέγει:
            -Ἔχω καί ἐγώ βοηθήσει ἐδῶ στό Μοναστήρι.
            Τόν ρωτῶ:
            -Ποῦ μένετε;
            Μοῦ ἀπαντᾶ:
            -Ἐδῶ ἀπό πάνω.
            Σκέφτηκα τότε, ὅτι ἐδῶ κοντά μένει καί ἔχει βοηθήσει καί ἄλλοτε. Ἀφοῦ τελείωσε ἡ βοήθεια πού ἤθελα, μοῦ λέγει:
            -Μέ χρειάζεσαι ἄλλο;
            Τοῦ ἀποκρίνομαι:
            -Ὄχι.
            Τότε, λέγει, νά φύγω καί ἐγώ, γιατί ἔχω καί ἐγώ δουλειά!
            Τόν εὐχαρίστησα καί τοῦ εἶπα νά πάει στό καλό, ἀφοῦ, τότε, τοῦ φίλησα τό χέρι.
            Ξεκίνησε νά φύγει ἀπό ἐκεῖ πού ἦλθε.
            -Δέν φεύγετε ἀπό δῶ πού εἶναι ἴσωμα; τοῦ λέγω.
            Καί μοῦ ἀπαντᾶ:
            -Δέν πειράζει, θά φύγω ἀπό δῶ πού -ἦλθα!
            Τόν εἶδα, νά ἀνεβαίνει τήν σκάλα καί νά φεύγει προς τά ἐκεῖ, πού ἦταν τό Ἱερό καί οἱ τάφοι.
            Στίς 12 καί 30 μέ πῆραν τηλέφωνο ἀπό τόν Ἅγιον Δημήτριον, νά μάθουνε τί κάνω. Τό πρῶτο πού τούς εἶπα ἦταν:
            -Τί μοῦ στείλατε γέροντα ἄνθρωπον νά μέ βοηθήσει;
            Μοῦ ἀπάντησαν:
            -Ἐμεῖς δέν στείλαμε κανέναν!
            Τούς εἶπα ὅτι εἶχε ἔλθει ἕνας γέρων ρασοφόρος καί μέ βοήθησε. Μοῦ εἶπαν νά προσέξω, μήπως ἦταν κανένας κλέπτης καί κλέψει τό Μοναστήρι.
            Ἐγώ τούς εἶπα, δέν φαίνεται διά τέτοιος. Καί μοῦ ἀπεκρίθησαν:
            -Ἄφησε, τότε, τό βράδυ πού θά ἔλθουμε νά σέ πάρουμε, τότε μᾶς τά λές.
            Ἕως ἐκείνην τήν στιγμήν τό μυαλό μου σκεφτόταν, τό πῶς εἶχεν εἰσέλθει μέσα στό Μοναστήρι αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές καί ἡ μάντρα ψηλή, 3 μέτρα, πού ἀποκλείεται γιά ἄνθρωπον νά πηδήξει καί νά εἰσέλθει μέσα. Καί πόσον μᾶλλον, ἄν εἶναι γέρων(!) ἡ δέ φυσιογνωμία του μοῦ φαινόταν ὅτι ἦταν γνωστή, ἀλλά δέν μποροῦσα νά θυμηθῶ, ποῦ τόν εἶχα δεῖ!
            Τό βράδυ πού ἦλθαν νά μέ πάρουν, μέ ρώτησε ἡ Γερόντισσα:
            -Εἶχες ἐπισκέψεις;
            Τῆς εἶπα, ναί, ἀλλά δέν μπορῶ νά καταλάβω, πῶς μπῆκε αὐτός ὁ ἄνθρωπος μέσα, καί ἡ φυσιογνωμία του εἶναι γνωστή καί δέν μπορῶ νά θυμηθῶ, ποῦ τόν ἔχω δεῖ.
            Τότε μοῦ εἶπε:
            -Δέν τοῦ ἄνοιξες ἐσύ τήν πόρτα;
            Τῆς εἶπα, ὄχι!
            Μέ ρωτᾶ:
            -Ποιός νά ἦταν αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Ἄν τόν δεῖς σέ φωτογραφία, τόν γνωρίζεις;
            Καί πῆγε καί μοῦ ἔφερε μία φωτογραφία.
            Τότε διεπίστωσα, ὅτι ὁ εἰκονιζόμενος τῆς φωτογραφίας ἦτο ὁ ἴδιος ὁ πρωϊνός ἐπισκέπτης.
            Αὐτός, μοῦ εἶπε ἡ Γερόντισσα, εἶναι ὁ παπα-Γιάννης.
            Ἐγώ τῆς εἶπα, δέν γνωρίζω τό ὄνομά του. Αὐτό πού γνωρίζω εἶναι ὅτι εἶναι ὁ πρωϊνός ἐπισκέπτης. Καί περνοῦσα τόσες φορές ἐμπρός ἀπό τήν φωτογραφίαν του, (περί τίς 15 φορές εἶχα περάσει), πού ἦτο ἐπάνω εἰς τούς τοίχους καί δέν τόν ἔβλεπα, καί οὔτε τό μυαλό μου πῆγε κατ' αὐτόν τόν χρόνον ἀλλοῦ. Ἐγώ δέν γνώριζα τόν πατέρα Ἰωάννην ζωντανόν, ἄν τόν γνώριζα, θά τρόμαζα, ὅταν τόν εἶδα!"
Νικόλαος Βασιλόπουλος.

            Καί ὁ πατήρ Ἰωάννης τῆς Ἀμφιάλης καί ὁ πατήρ Ἱερώνυμος τῆς Αἰγίνης ἀκολουθοῦσαν τό Πάτριον Ἡμερολόγιον.
            Ὑπῆρξαν δύο ἀπό τούς μεγάλους Ἀββάδες τῆς Γνήσιας Ὀρθοδοξίας,  πού ἔλαμψαν στό στερέωμα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν καί πού τούς τιμοῦσαν καί τούς τιμοῦν ἀκόμη καί οἱ καινοτόμοι! Στά διάφορα δημοσιεύματά τους ὅμως ἀποκρύπτουν ἐντέχνως ὅτι ἀκολουθοῦσαν τήν γνήσια Ὀρθοδοξία καί δέν εἶχαν κοινωνία μέ τούς Νεο-ημερολογίτες-Οἰκουμενιστές...


1 σχόλιο:

  1. Διαβάστε και την πολύ ωραία εργασία του Δρος Ιω. Καλλιανιώτου εδώ:
    http://christianvivliografia.files.wordpress.com/2012/10/ceb1ceb3ceb9cebfceb9-20cebfe1bfa6-ceb9cf89ceb1cebd2.pdf
    Διδακτικότατο το εις την σελ. 16 αναφερόμενο όραμα του αγίου πατρός

    ΑπάντησηΔιαγραφή