Ἐάν, σημειώνει ὁ Μέγας πατήρ, γίνει ἐμπόδιο τό βάπτισμα, γιά νά προσέλθουν στήν Ἐκκλησία, λόγῳ τῆς αὐστηρότητος τῆς ἀκρίβειας, τότε (σ.σ. τοὔλάχιστον) νά χρίονται, καί ἔτσι νά προσέρχονται οἱ πιστοί στά μυστήρια:
"μήποτε ὡς βουλόμεθα ὀκνηρούς αὐτούς
περί τό βαπτίζειν ποιῆσαι ἐμποδίσωμεν τοῖς σωζωμένοις διά τό τῆς προτάσεως αὐστηρόν"...
"παντί δέ τῷ λόγῳ
τυπωθήτω, τούς ἐπί τῷ βαπτισμῷ ἐκείνων
προσερ-χομένους χρίεσθαι, ἐπί τῶν πιστῶν δηλονότι, καί οὕτως προσιέναι τοῖς
μυστηρίοις."
Μετά ἀπό ἔγγραφον
ἀναθεματισμόν τῆς αἱρέσεως
ἔγιναν δεκτοί οἱ αἱρετικοί, κατά τόν
ὅρον τῆς ἁγίας Τρίτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου κατά τῶν δυσεβῶν Μασσαλιανῶν καί
Εὐχιτῶν:
"τούς ὄντας κατά
πᾶσαν ἐπαρχίαν Μασσαλιανῶν, ἤγουν ἐνθουσιαστῶν αἱρέσεως, ἤ καί ἐν ὑποψίαις τῆς
τοιαύτης νόσου γεγενημένους, εἴτε κληρικοί εἶεν, εἴτε λαϊκοί, μεθ-οδεύεσθαι. "καί ἀναθεματίζοντας κατά τά ἐν τῷ μνημονευθέντι συνοδικῷ διηγορευμένα
ἐγγράφως, μένειν τούς μέν κληρικούς ἐν τῷ κλήρῳ, τούς δέ λαϊκούς ἐν
τῇ κοινωνίᾳ τῆς ἐκκλησίας."
Διαβάστηκε καί ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Μεγάλου Ἀθανασίου πρός Ρουφι-νιανόν, σχετικά μέ αὐτούς πού
δέν ἐφθάρησαν ἐντελῶς ἀπό τήν κακοπιστία, ἀλλά σύρθηκαν ἐξ ἀνάγκης σ' αὐτήν, στήν
ὁποίαν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος
διαλαμβάνει, ποιά γνώμη εἶχαν οἱ Σύνοδοι σέ ὅλο τόν τότε χριστιανικό κόσμο γι'
αὐτούς, ἄν θά ἔπρεπε δηλαδή νά γίνουν δεκτοί.
Ὅταν εἰρήνευσε ἡ Ἐκκλησία, διδάσκει ὁ Μέγας πατήρ, ἔγινε Σύνοδος καί
ἀπεφάσισε, νά μήν γίνουν δεκτοί στούς
ἐπισκοπικούς θρόνους τους ἐκεῖνοι πού ἐξέπεσαν στήν πίστη καί ἦσαν προϊστάμενοι
τῆς ἀσέβειας. Ὡστόσο νά τούς δίνεται συγχώρηση, ἀφοῦ μετανοοῦν.
Σέ ἐκείνους, ὅμως, πού παρασύρ-θηκαν ἐξ ἀνάγκης καί βιάσθηκαν νά
ἀκολουθήσουν τήν αἵρεση, θεώρησε ἡ Σύνοδος ὅτι θά πρέπει νά τούς δοθοῦν οἱ θέσεις
πού εἶχαν στόν κλῆρο, καί αὐτό ἔγινε μέ κάποια οἰκονομία,
ἀφοῦ μετανόησαν καί κατ' ἐξοχήν,
γιατί ἀφ' ἑνός μέν δέν αὐθεντοῦσαν στήν ἀσέβεια (αἵρεση), ἀλλά καί γιά ἕνα λόγο παραπάνω,
ὅτι ἔφεραν ὡς δικαιολογία, τό ὅτι δηλαδή αὐτοί διαβεβαίωσαν, πώς δέν
διεφθάρησαν παντελῶς ἀπό τήν αἵρεση καί προτίμησαν νά βαστάσουν τό βάρος τῆς
βίας, (παρά τήν συνείδησή τους, πού προφανῶς τούς ἔλεγχε), γιά νά μήν γίνουν
ἄλλοι ἀσεβέστατοι ἐπίσκοποι στόν τόπο τους, πού θά διέφθειραν μέ τήν αἵρεσή τους
τίς ἐκκλησίες καί θά χάνονταν οἱ λαοί!
Τό ἴδιο ἔγινε, ὅπως διαβεβαιώνει ὁ Μέγας πατήρ καί στήν Ρώμη καί στήν Ἑλλάδα, πρᾶγμα πού τό δέχτηκε ἡ Ἐκκλησία.
Ἔτσι καί ὁ Ἀαρών ἔδειξε συγκατά-βαση στήν παράβαση τοῦ λαοῦ! Καί σάν δικαιολογία εἶχε τό ὅτι, ἄν ἐπέστρεφαν πίσω στήν Αἴγυπτο, θά αὔξαναν τήν ἀσέβειά τους, ἐνῶ στήν ἔρημο πού βρίσκονταν, θά ἦταν εὐκολότερο νά παύσουν τήν ἀσέβεια (τήν εἰδωλολατρεία). (Πρακτικά, σελ. 735 (235)
Δηλαδή παρομοιάζεται ἡ Εἰκονο-μαχική αἵρεση, ἀλλά καί κάθε αἵρεση, ἀπό τόν Μέγα πατέρα μας Ἀθανάσιον ὡς εἰδωλολατρική ἀσέβεια, ὅμοια μέ τήν ἀσέβεια πού ἔδειξαν οἱ Ἰσραηλίτες μέσα στήν ἔρημο, πού ἀρνήθηκαν τόν Θεόν καί ἔφτιαξαν χρυσό μοσχάρι καί τό λάτρευαν ὡς θεό, ξεχνῶντας τόν ἀληθινό Θεό τῶν Πατέρων τους.
Στήν Ζ΄ Οἰκουμενική οἱ μετανοοῦντες καί ἀναθεματίζοντες τήν εἰκονομαχικήν αἵρεση, κλήθηκαν ἐκτός ἀπό τόν ἀναθεματισμό τῆς αἱρέσεως νά βεβαιώσουν ὅτι δέν κινοῦνταν καί μέ ὑπουλότητα, γιά νά ξαναπάρουν καί πάλι τούς θρόνους τους καί νά μή χάσουν τήν ἐξουσία τους.
Καί αὐτό τό ἔκαναν ἀνα-θεματίζοντας τούς ἑαυτούς τους καί λέγοντας, ὅτι δέν κινούμαστε μέ ὑπουλότητα, καί ἐάν δέν ὁμολογοῦμε τήν ὀρθή πίστη, ὅπως ἡ Καθολική Ἐκκλησία, νά ἔχουμε τό ἀνάθεμα ἀπό τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα!(Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Οἱ μοναχοί, κυρίως οἱ Στουδίτες, πίστευαν, καί σέ κάθε εὐκαιρία τόνιζαν, ὅτι οἱ ἄλλες Σύνοδοι καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος δέν τούς δέχεται στήν ἱερωσύνη, ὅσους ἐξέπεσαν ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, γι' αὐτό καί ὑποβάλλονταν σέ συνεχῆ ἀνάκριση οἱ Εἰκονομάχοι, καί ἐξεταζόμενοι, ἔπρεπε νά δώσουν ὅλες τίς διαβεβαιώσεις, καί μάλιστα νά τίς πιστοποιήσουν καί μέ λιβέλλους, ὅπως εἴδαμε.
Ἀπό τόν Πέτρο τόν θεοφιλέστατο πρεσβύτερο καί τοποτηρητήν τοῦ Ἀδριανοῦ πάπα Ρώμης, ὡς παράδειγμα ἐξαιρέσεως ἀποδοχῆς στήν Ἐκκλησία, ἀναφέρθηκε ὁ Ἅγιος Μελέτιος, πού εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τούς Ἀρειανούς καί δέν ἀποδοκιμάσθηκε ἡ χειροτονία του.
Αὐτό ἀποτέλεσε ἐξαίρεση, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο. Καί πάντως, πρίν γίνει δεκτός, ἐκήρυξε ἀπό ἄμβωνος τήν ὁμοουσιότητα τοῦ Υἱοῦ πρός τόν Πατέρα καί ἔγινε δεκτός. (Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Καί κατά τόν Ἅγιο Ταράσιο ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἐπινοῶντας κάποια οἰκονομία, ἔκρινε, ὅτι θά πρέπει νά γίνουν δεκτοί οἱ πρώην αἱρετικοί στόν κλῆρον, καί πάλιν ὄχι ὅλοι, παρά μόνον ὅσοι δέν εἶναι διδάσκαλοι τῆς αἱρέσεως. (Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Καί ὁ Ἅγιος Ἀνατόλιος ἔγινε δεκτός ἀπό τήν Δ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον καί μάλιστα ἔγινε πρόεδρος τῆς Συνόδου, παρά τό γεγονός ὅτι εἶχε χειροτονηθεῖ ὡς πατριάρχης ἀπό τόν αἱρετικό Διόσκουρο, παρόντος μάλιστα καί τοῦ Εὐτυχοῦς.
Ὁ ἅγιος ὅμως, εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τόν Ἅγιον Κύριλλον Ἀλεξανδρείας ὡς διάκονος καί εἶχε διαπρέψει στήν ἐν Ἐφέσῳ Σύνοδον, πλήττοντας θανάσιμα τόν αἱρετικόν Νεστόριον. Συντάχθηκε ἀμέσως μέ τό μέρος τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀποδείχθηκε ὀρθοδοξότατος, συνετός καί μαχητής. ("Τῆς Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου προεξάρχων ὁ Ἀνατόλιος, συμμετεχόντων 630 Ἀρχιερέων, κατηύθυνε τάς ἐργασίας καί ἐπέτυχε τήν καταδίκην τοῦ Εὐτυχοῦς καί τήν ἀναγνώρισιν τοῦ ἀσυγχύτου τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ ἀδιαιρέτως συνηνωμένων, ὡς καί διά κανόνων 30 διατύπωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας". Ράλλη καί Ποτλῆ, Σύνταγμα ..., Β΄σελ. 216 κ. ἑξ.)
Πῶς ἔγιναν δεκτοί οἱ μετανοοῦντες καί ἀναθεματίζοντες τήν εἰκονομαχικήν αἵρεση αἱρετικοί Εἰκονομάχοι ἐπίσκοποι στήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον; (1ο ΜΕΡΟΣ)
Τό ἴδιο ἔγινε, ὅπως διαβεβαιώνει ὁ Μέγας πατήρ καί στήν Ρώμη καί στήν Ἑλλάδα, πρᾶγμα πού τό δέχτηκε ἡ Ἐκκλησία.
Ἔτσι καί ὁ Ἀαρών ἔδειξε συγκατά-βαση στήν παράβαση τοῦ λαοῦ! Καί σάν δικαιολογία εἶχε τό ὅτι, ἄν ἐπέστρεφαν πίσω στήν Αἴγυπτο, θά αὔξαναν τήν ἀσέβειά τους, ἐνῶ στήν ἔρημο πού βρίσκονταν, θά ἦταν εὐκολότερο νά παύσουν τήν ἀσέβεια (τήν εἰδωλολατρεία). (Πρακτικά, σελ. 735 (235)
Δηλαδή παρομοιάζεται ἡ Εἰκονο-μαχική αἵρεση, ἀλλά καί κάθε αἵρεση, ἀπό τόν Μέγα πατέρα μας Ἀθανάσιον ὡς εἰδωλολατρική ἀσέβεια, ὅμοια μέ τήν ἀσέβεια πού ἔδειξαν οἱ Ἰσραηλίτες μέσα στήν ἔρημο, πού ἀρνήθηκαν τόν Θεόν καί ἔφτιαξαν χρυσό μοσχάρι καί τό λάτρευαν ὡς θεό, ξεχνῶντας τόν ἀληθινό Θεό τῶν Πατέρων τους.
Στήν Ζ΄ Οἰκουμενική οἱ μετανοοῦντες καί ἀναθεματίζοντες τήν εἰκονομαχικήν αἵρεση, κλήθηκαν ἐκτός ἀπό τόν ἀναθεματισμό τῆς αἱρέσεως νά βεβαιώσουν ὅτι δέν κινοῦνταν καί μέ ὑπουλότητα, γιά νά ξαναπάρουν καί πάλι τούς θρόνους τους καί νά μή χάσουν τήν ἐξουσία τους.
Καί αὐτό τό ἔκαναν ἀνα-θεματίζοντας τούς ἑαυτούς τους καί λέγοντας, ὅτι δέν κινούμαστε μέ ὑπουλότητα, καί ἐάν δέν ὁμολογοῦμε τήν ὀρθή πίστη, ὅπως ἡ Καθολική Ἐκκλησία, νά ἔχουμε τό ἀνάθεμα ἀπό τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα!(Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Οἱ μοναχοί, κυρίως οἱ Στουδίτες, πίστευαν, καί σέ κάθε εὐκαιρία τόνιζαν, ὅτι οἱ ἄλλες Σύνοδοι καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος δέν τούς δέχεται στήν ἱερωσύνη, ὅσους ἐξέπεσαν ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, γι' αὐτό καί ὑποβάλλονταν σέ συνεχῆ ἀνάκριση οἱ Εἰκονομάχοι, καί ἐξεταζόμενοι, ἔπρεπε νά δώσουν ὅλες τίς διαβεβαιώσεις, καί μάλιστα νά τίς πιστοποιήσουν καί μέ λιβέλλους, ὅπως εἴδαμε.
Ἀπό τόν Πέτρο τόν θεοφιλέστατο πρεσβύτερο καί τοποτηρητήν τοῦ Ἀδριανοῦ πάπα Ρώμης, ὡς παράδειγμα ἐξαιρέσεως ἀποδοχῆς στήν Ἐκκλησία, ἀναφέρθηκε ὁ Ἅγιος Μελέτιος, πού εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τούς Ἀρειανούς καί δέν ἀποδοκιμάσθηκε ἡ χειροτονία του.
Αὐτό ἀποτέλεσε ἐξαίρεση, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο. Καί πάντως, πρίν γίνει δεκτός, ἐκήρυξε ἀπό ἄμβωνος τήν ὁμοουσιότητα τοῦ Υἱοῦ πρός τόν Πατέρα καί ἔγινε δεκτός. (Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Καί κατά τόν Ἅγιο Ταράσιο ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἐπινοῶντας κάποια οἰκονομία, ἔκρινε, ὅτι θά πρέπει νά γίνουν δεκτοί οἱ πρώην αἱρετικοί στόν κλῆρον, καί πάλιν ὄχι ὅλοι, παρά μόνον ὅσοι δέν εἶναι διδάσκαλοι τῆς αἱρέσεως. (Πρακτικά, σελ. 237 (737).
Καί ὁ Ἅγιος Ἀνατόλιος ἔγινε δεκτός ἀπό τήν Δ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον καί μάλιστα ἔγινε πρόεδρος τῆς Συνόδου, παρά τό γεγονός ὅτι εἶχε χειροτονηθεῖ ὡς πατριάρχης ἀπό τόν αἱρετικό Διόσκουρο, παρόντος μάλιστα καί τοῦ Εὐτυχοῦς.
Ὁ ἅγιος ὅμως, εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τόν Ἅγιον Κύριλλον Ἀλεξανδρείας ὡς διάκονος καί εἶχε διαπρέψει στήν ἐν Ἐφέσῳ Σύνοδον, πλήττοντας θανάσιμα τόν αἱρετικόν Νεστόριον. Συντάχθηκε ἀμέσως μέ τό μέρος τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀποδείχθηκε ὀρθοδοξότατος, συνετός καί μαχητής. ("Τῆς Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου προεξάρχων ὁ Ἀνατόλιος, συμμετεχόντων 630 Ἀρχιερέων, κατηύθυνε τάς ἐργασίας καί ἐπέτυχε τήν καταδίκην τοῦ Εὐτυχοῦς καί τήν ἀναγνώρισιν τοῦ ἀσυγχύτου τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ ἀδιαιρέτως συνηνωμένων, ὡς καί διά κανόνων 30 διατύπωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας". Ράλλη καί Ποτλῆ, Σύνταγμα ..., Β΄σελ. 216 κ. ἑξ.)
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ
Πῶς ἔγιναν δεκτοί οἱ μετανοοῦντες καί ἀναθεματίζοντες τήν εἰκονομαχικήν αἵρεση αἱρετικοί Εἰκονομάχοι ἐπίσκοποι στήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον; (1ο ΜΕΡΟΣ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου