Τοῦ κ. Σταύρου Ἰω. Κουρούση, τ. καθηγητοῦ Πανεπιστημίου
ΚΑΙ πάλιν τὸ ἄμωμον πρόσωπον τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ ὁ χορὸς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στόχος χλεύης καὶ ἠθικοῦ διασυρμοῦ ὑπὸ τῶν «προοδευτικῶν» τῆς Τέχνης τοῦ θεάτρου, τῆς Ἐνημερώσεως, τοῦ Πολιτικοῦ βίου καὶ τοῦ Κυβερνητικοῦ χώρου, οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται, ὅπως διατείνονται, διὰ τὴν βελτίωσιν τῆς ποιότητος τῆς ζωῆς! Καὶ τὸ ὑπόβαθρον τῆς καταφορᾶς εἶναι ἡ ἐπίκλησις τῶν ἰδιαιτέρων κανόνων τῆς τέχνης καὶ τῆς ἐλευθερίας ἐκφράσεως, ἡ ὁποία ἔχει κατοχυρωθῆ ἤδη ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, ὡς μᾶς διδάσκουν, καὶ ὅτι τοῦτο ἀνήκει εἰς τὰ χαρακτηριστικὰ ἀνωτέρου ἐπιπέδου πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος παράγει καὶ προβάλλει εἰς τὸ κοινὸν θεατρικὰ ἔργα οἷον τὸ κατάπτυστον Corpus Christi τοῦ «Χυτηρίου» τῶν Ἀθηνῶν, καὶ λόγῳ τῆς «εὐγενοῦς» προελεύσεώς των πρέπει νὰ γίνωνται ἀναντιρρήτως ἀνεκτά. Καὶ εἰς τὸν βωμὸν αὐτῆς τῆς «κατακτήσεως» τοῦ πνεύματος δὲν ἀπασχολεῖ ἂν θυσιάζεται ἡ ἀλήθεια, ἂν δηλ. ἡ ἐλευθερία αὐτὴ συμβαδίζει καὶ μὲ τὴν διαστροφὴν τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας, τὴν ὁποίαν τοὐλάχιστον ὁ Διαφωτισμὸς δὲν ἠθέλησε νὰ ἀθετήσῃ.
Ἀλλὰ διατυποῦται τὸ εὔλογον ἐρώτημα· ἐὰν ἐνεφάνιζε κάποιος ἐν ὀνόματι τῶν ἀρχῶν τοῦ «πολιτισμοῦ» καὶ τῆς καλλιτεχνικῆς ἐλευθερίας θεατρικὸν ἔργον ὑμνητικὸν τοῦ Χίτλερ ἢ πρωτεργατῶν τῆς τελευταίας Ἑλληνικῆς Δικτατορίας, θὰ ἐγίνετο τοῦτο ἀνεκτὸν ὑπὸ τῶν ἀνωτέρω
ὑποστηρικτῶν τοῦ ἐλευθέρου θεατρικοῦ λόγου; Ἢ μήπως θὰ διετυποῦντο ἔντονοι ἀντιρρήσεις κατὰ παραγωγῶν καὶ διαμαρτυρίαι, πῶς τέτοια μυαλὰ ἐξακολουθοῦν νὰ ὑπάρχουν σήμερα καὶ νὰ παρασύρουν, ἀφοῦ ὁ Χίτλερ ἔβλαψε (καὶ ὄντως ἔβλαψε) τὴν ἀνθρωπότητα καὶ οἱ ἄλλοι ἔβλαψαν τὴν δημοκρατίαν, καὶ εἶναι διαστροφὴ ὁ περὶ αὐτῶν ὑμνητικὸς λόγος; Διατί ὅμως ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος μόνον εὐεργεσίας προσέφερε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ προσφέρῃ διὰ τῶν γνησίων ὑπηρετῶν Του, πρέπει νὰ βλασφημῆται κατὰ τρόπον ἀσύστολον καὶ στρεβλωτικὸν τῆς ἱστορικῆς
ἀληθείας ἐν ὀνόματι τῶν ἀρχῶν τῆς «τέχνης»;
Τὴν ἱστορικὴν ἀλήθειαν καλεῖται νὰ σέβεται καὶ νὰ ἐκφράζῃ ἡ τέχνη, ἐφ᾽ ὅσον ἐπιθυμεῖ νὰ ἀπευθύνεται ὑπευθύνως εἰς τὸν κόσμον, διὰ νὰ εἶναι ἡ προσφορά της ἐποικοδομητικὴ εἰς τὴν κοινωνίαν, ἡ ὁποία ἀναζητεῖ στηρίγματα καὶ πρότυπα βίου.Δὲν θὰ ἦτο ἀπαράδεκτος ἀσέβεια ἐὰν π.χ. οἱονδήποτε ἔργον τέχνης προσέδιδεν εἰς τὸν Λεωνίδαν τῶν Θερμοπυλῶν συμπεριφορὰν Ἐφιάλτου ἢ εἰς τὸνΠλάτωνα διδασκαλίαν σοφιστοῦ καὶ εἰς τὴν ᾽Ιφιγένειαν τῆς τραγῳδίας δειλίαν καὶ ἀφιλοπατρίαν; Ἡ προσφορὰ θὰ ἦτο ἀρνητικὴ καὶ ἀπὸ πάσης ἀπόψεως κοινωνικῶς ἀπαράδεκτος. Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ τὰ διακωμῳδούμενα ὑπὸ τῆς θεατρικῆς ἢ τῆς εἰκαστικῆς τέχνης πρόσωπα τῆς ἐπικαιρότητος ἢ τῆς εὐκαιριακῆς ἐξουσίας πάντοτε προσφέρουν λαβήν τινα ἐξάρσεως ἀστοχιῶν ἢ ἐλαττωμάτων, τῶν ὁποίων δὲν εἶναι ἄμοιροι ὡς ἀσθενεῖς ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἰδίως λόγῳ τῶν σκοτεινῶν καὶ ὑστεροβούλων ἐπιδιώξεών των.
Βεβαίως δὲν ξενίζει ἡ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ ὅλως ἀναίτιος αἰσχρὰ ἀπρέπεια, ἐφ᾽ ὅσον κατὰ τὴν προφητικὴν ῥῆσιν τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Θεοδόχου Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν (Λουκ. β΄ 34), οὔτε μειοῦται ἡ μεμαρτυρημένη ἄμεμπτος ἠθικὴ ὑπόστασις τοῦ Κυρίου (τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας; Ἰω. η΄ 46) διὰ τῶν ὑποπροϊόντων τῆς θολοκουλτούρας· ἀλλ᾽ αὐ τὸ τὸ ὁποῖον θλίβει εἶναι πῶς ψυχαὶ τὰς ὁποίας προορίζει ὁ Χριστὸς εἰς σωτηρίαν καὶ κοινωνίαν τῆς δόξης Του φθάνουν εἰς αὐτὸ τὸ ἐπίπεδον τῆς ἀρνήσεως καὶ διαστροφῆς τῆς Ἀληθείας. Καὶ παρὰ ταῦτα ὁ Ἀνεξίκακος ἀναμένει τὴν μετάνοιάν των διὰ νὰ χαρίσῃ τὴν ἄφεσιν, ὅπως ὁ ἴδιος διεκήρυξεν (ὃς ἐὰν εἴπῃ λόγον κα τὰ τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἀφεθήσεται αὐτῷ,Ματθ. ιβ΄ 32, Λουκ. ιβ΄ 10).
Ποῖον ἆρά γε μήνυμα ἐκ τοῦ εἰσαχθέντος τούτου εἰς τὴν χειμαζομένην πατρίδα μας ἀμερικανικοῦ θεατρικοῦ ἔργου προσφέρεται εἰς τὸν σύγχρονον Ἕλληνα, ὁ ὁποῖος ἰδιαιτέρως σήμερον ἐπιζητεῖ νὰ στηριχθῇ εἰς σταθεράς, ἐλπιδοφόρους καὶ ἀναλλοιώτους ἀξίας καὶ εἰς πρόσωπα ἀκέραια καὶ ἀδιάβλητα; Ὅτι δηλ. δὲν ὑπάρχει τίποτε ὑγιὲς καὶ σωτήριον καὶ ὅτι τὰ περὶ Χριστοῦ ὡς Σωτῆρος καὶ νομοθέτου τοῦ ὑγιοῦς κοινωνικοῦ καὶ ἀτομικοῦ βίου εἶναι φληναφήματα καὶ εὐκόλως διακωμῳδοῦνται. Δυστυχῶς ἡ ἐκτροπὴ τῆς Τέχνης, ὥστε νὰ ἀποδέχεται τὰ σκύβαλα τῆς νοσηρᾶς φαντασίας τοῦ οἱουδήποτε ὡς μέσα ἐκφράσεώς της, εἶναι σημεῖον τῶν καιρῶν, εἶναι ἀπότοκος τῆς πολιτικῆς, οἰκονομικῆς καὶ παιδευτικῆς παρακμῆς, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς ἀλλοίωσιν τῆς ἐθνικῆς καὶ πνευματικῆς συνειδήσεως τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀπουσίας ὑπευθύνων ἡγητόρων ἱκανῶν νὰ ἀντιτάξουν ἐθνικὸν ἀνάστημα ἀκόμη καὶ εἰς τὰ ἐπὶ τοῦ πνευματικοῦ ἢ τοῦ παιδευτικοῦ χώρου ὑπούλως διαδραματιζόμενα.
Ὅσον ἀφορᾷ δὲ εἰς τὸ διατυμπανιζόμενον θέμα τῆς ἐλευθερίας ἡ ὁποία καταστρατηγεῖται δῆθεν, ἂν ἀπαγορευθῇ παράστασις ἑνὸς βλαπτικοῦ τῶν συνειδήσεων ἔργου, ὁ Χριστιανισμὸς ὁ ὁποῖος τὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας ἔχει πολλαπλῶς ἐξάρει, ἀναγνωρίζει ὅτι ὑπάρχουν καὶ ὅρια διὰ νὰ μὴ θίγεται τὸ κοινωνικὸν συμφέρον· αἱ ῥήσεις τοῦ Ἀπ. Παύλου καὶ τοῦ Ἀπ. Πέτρου π.χ. ἔχουν αἰώνιον ἀξίαν:
πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ (Α΄ Κορ. ι΄ 23), ὑμεῖς γὰρ ἐπ᾽ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί,… ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις (Γαλ. ε΄ 13), ὡς ἐλεύθεροι καὶ μὴ ὡς ἐπικάλυμμα ἔχοντες τῆς κακίας τὴν ἐλευθερίαν (Α΄ Πέτρου β΄ 16). Ἀλλὰ καὶ ἂν αὐτοὺς τοὺς λόγους τοῦ Θεοῦ παρακάμπτουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἂς ἀκούσουν τοὐλάχιστον τοὺς λόγους τοῦ Πλάτωνος περὶ τῆς κολασίμου ἀκρίτου ἐλευθερίας: τῷ ὄντι τὸ ἄγαν τι ποιεῖν μεγάλην φιλεῖ εἰς τοὐναντίον μεταβολὴν ἀνταποδιδόναι… ἡ γὰρ ἄγαν ἐλευθερία ἔοικεν οὐκ εἰς ἄλλο τι ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν… ἐξ οἶμαι τῆς ἀκροτάτης ἐλευθερίας δουλεία πλείστη τε καὶ ἀγριωτάτη (Πολιτεία 563e-564a), καὶ ἂς κρίνουν ἂν ὄντως δουλείαν εἰς ἐμπάθειαν καὶ ἀντικοινωνικὴν ἀνελευθερίαν μαρτυρεῖ ἡ ἐμμονὴ εἰς τὴν ἀπαξιωτικὴν τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ἀχειραγωγήτου τῆς συνειδήσεως προσβολὴν τῆς Ἑλληνικῆς πνευματικῆς παραδόσεως.
Καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ δεινῶς δοκιμαζομένου σήμερον πιστοῦ λαοῦ τρωθεῖσα βαναύσως εἰς ὅ,τι πολυτιμότερον διαθέτει ὑπὸ τῶν ποικίλων ταγῶν του, ἔχουσα ἐπίγνωσιν τοῦ μεγέθους τοῦ διαπραχθέντος ὀλισθήματος, βλέπει τὴν μόνην λύτρωσιν εἰς τὴν παρηλλαγμένην ἐπανάληψιν τῆς ἱκεσίας τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου: Κύριε μὴ στήσῃς ἡμῖν τὴν ἁμαρτίαν ταύτην (Πράξ. ζ΄ 60).
ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1947
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου