Η τρίτη Παγκόσμια Κίνηση «Πίστη και Τάξη», όπως και η Κίνηση «Ζωή και Εργασία», υποστηρίχθηκε απευθείας από τις εκκλησίες. Στόχο είχε την αμοιβαία συνεννόηση και συμφωvία των εκκλησιών στην ορθή κατανόηση του Ευαγγελίου και της Παράδοσης, στα μυστήρια, στην οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας, στη φύση της ενότητας της Εκκλησίας. Απώτερος στόχος της ήταν η προετοιμασία δια του θεολογικού διαλόγου του κατάλληλου κλίματος για την επίτευξη της ορατής ενότητας στην κοινή πίστη, στα μυστήρια και στην κοινή εν Χριστώ ζωή. Στην Κίνηση αυτή συμμετείχαν από την αρχή όλες οι εκκλησίες εκτός από τη Ρωμαιοκαθολική. Κύριος εμπνευστής αυτής της ενωτικής κίνησης ήταν ο επίσκοπος της Επισκοπιανής (αγγλικαvικής) Εκκλησίας στις Η.Π.Α. Ch. Brent. To γεγονός ότι στο Παγκόσμιο Ιεραποστολικό Συνέδριo του Εδιμβούργου το 1910 τα ζητήματα της πίστης έμειναν έξω από τον κατάλογο των προς συζήτηση θεμάτων έδωσε την αφορμή στον Brent να τονίσει ότι ακριβώς αυτά τα θέματα ήταν που δεν θα έπρεπε να αποκλειστούν από τη συζήτηση, εάν οι χριστιανοί πραγματικά επιζητούν την ορατή ενότητα.
Κατά βάση τα θέματα της πίστης και της οργάνωσης της εκκληοίας ήταν που οδήγησαν στη διαίρεση των εκκλησιών και τις χωρίζουν ακόμη, εξηγούσε ο Brent. Επέμενε ότι θα έπρεπε πρωτευόντως να διασαφηνιστούν τα προβλήματα αυτά και γι΄αυτό πρότεινε την προετοιμασία ενός παγκόσμιου συνεδρίου για θέματα πίστης και τάξης. Ένα τέτοιο συνέδριο, πίστευε ο Brent, θα ήταν το πρώτο βήμα στην πορεία της επανένωσης των εκκλησιών. Από τότε άρχισαν προκαταρκτικές εργασίες και συσκέψεις που μετά από μια μακρά πορεία κατέληξαν το 1927 το A' Παγκόσμιο Συνέδριο της κίνησης «Πίστη και Τάξη» στη λωζάννη. To Συνέδριο έθεσε τις βάσεις της Κίνησης και έδωσε τον προσανατολισμό της θεολογικής έρευνας που αναπτύχθηκε αργότερα στο Π.Σ.Ε. Ως εργαλείο οικουμενικού διαλόγου η «Πίστη και Τάξη» χρησιμοποίησε τη συγκριτική μέθοδο ή τη μέθοδο της «περιγραφικής εκκλησιολογίας».
To Συνέδριο της Λωζάννης υπήρξε στην ιστορία της οικουμεvικής κίνησης το πρώτο παγκόσμιο συνέδριο, στο οποίο οι αντιπρόσωποι των εκκλησιών μελέτησαν από κοινού και συζήτησαν προβλήματα δογματικά και θεολογικά. Η συμμετοχή των ορθοδόξων στο Συνέδριο, σημειώνει ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Τσέτσης, ήταν επιβλητική, περισσότερο ποιοτικά πάρα αριθμητικά. Η παρουσία τους άνοιξε νέους ορίζοντες, λέει ο ίδιος, φέρνοντας στη μνήμη των συνέδρων τις ημέρες που οι χριστιανοί ήταν ενωμένοι, τονίζοντας τον οικουμενικό χαρακτήρα του Συνεδρίου και υψώνοντας το επίπεδο του. Στο Συνέδριο της Λωζάννης το οικουμενικό κλίμα που άρχισε να διαμορφώνεται από τα προηγούμενα έτη έγινε θερμότερο. Η οικουμενική κίνηση άρχισε να εξελίσσεται και μέσω των μεγάλων Παγκόσμιων Κινήσεων να βρίσκει τους ορθούς προσανατολισμούς της.
Έτσι, εκπρόσωποι των δύο κινήσεων συγκεντρώθηκαν τον Ιούλιο του 1937, λίγο πριν τη σύγκληση των δύο Παγκόσμιων Συνεδρίων της Οξφόρδης («Ζωή και Εργασία») και του Εδιμβούργου («Πίστη και Τάξη»), και πρότειναν τη συγχώνευσή τους σε μία κίνηση. Στην πρόταση αυτή παρακινήθηκαν από τρεις διαπιστώσεις: α) ότι για να γίνει η οικουμενική κίνηση πραγματικότητα στη ζωή των εκκλησιών, έπρεπε να μετατραπεί από κίνηση για τις εκκλησίες σε κίνηση των ίδιων των εκκλησιών, β) ότι ήταν καιρός να δημιουργηθούν μόνιμες σχέσεις μεταξύ των εκκλησιών, και να διαμορφωθεί ένα Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών ως μόνιμο όργανο των εκκλησιών για την επίτευξη του κοινού οικουμενικού καθήκοντος και γ) ότι οι δύο κινήσεις «Ζωή και Εργασία» και «Πίστη και Τάξη» συμπλήρωναν η μία την άλλη.
Η πρόταση για τη συγχώνευση των δύο Κινήσεων και τη δημιουργία ενός Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών έγινε αποδεκτή από τα δύο Παγκόσμια Συνέδρια της Οξφόρδης και του Εδιμβούργου. To έργο αυτό ανέλαβε το Συνέδριο της Ουτρέχτης το 1938. To συνέδριο ασχολήθηκε με τη ρύθμιση ζητημάτων όπως του κύρους, της φύσης και της βάσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. Από το συνέδριο αυτό αρχίζει η ιστορία του Π.Σ.Ε. και οι διεργασίες διαμόρφωσης του καταστατικού λειτουργίας του, που λόγω του δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου ολοκληρώθηκαν το 1948, έτος σύγκλησης της A' Γενικής Συνέλευσης του Π.Σ.Ε. στο Άμστερνταμ.
Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, πρωτοστατούντος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αισθάνθηκαν από την αρχή του 20ού αιώνα, εν μέσω ραγδαίων κοινωνικοπολιτικών αλλαγών και κρίσεων, την αναγκαιότητα της ενότητας των εκκλησιών και της κοινής τους μαρτυρίας σε έναν κόσμο που έψαχνε νέο προσανατολισμό. Οπως έχουν δείξει δόκιμοι ιστορικοί και κορυφαίοι θεολόγοι, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες συνέβαλαν καθοριστικά στη γένεση της οικουμενικής κίνησης, πρώτα στη διαμόρφωση των Κινήσεων «Ζωή και Εργασία» και «Πίστη και Τάξη» και ακολούθως στην ίδρυση του Π.Σ.Ε.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου