Πρώτος ό Κύριος, μετά οι Απόστολοι και στη συνέχεια οι Πατέρες μας έχουν προειδοποιήσει για τους ψευδοπροφήτες. Πρέπει, γράφει ό Μ. Βασίλειος, νά εξετάζουμε προσεκτικά τά λεγόμενα των ποιμένων μας (και εννοεί αυτούς κυρίως, πού έχουν δώσει στοιχεία πώς καινοτομούν εις τά της Πίστεως)· γιατί οι ψεδοπροφήτες υποκρίνονται και έχουν την ικανότητα νά συναρπάζουν τις ψυχές των απρόσεκτων. Και πώς θά καταλάβουμε, ερωτά, την γνησιότητα του ποιμένος; Άπό το αν ακολουθεί την Παράδοση της Εκκλησίας:
«Προσέχετε δε άπό των ψευδοπροφητών.Ότι ού δεί απλώς, ουδέ άνεξετάστως υπό των ύποκρινομένων την άλήθειαν συναρπάζεσθαι· άπό δέ του δεδομένου ήμίν παρά της Γραφής χαρακτήρος γνωρίζειν έκαστον». Και «ότι δεί τους μή πολλήν έχοντας την των Γραφών γνώσιν, έν τοίς καρποίς τον Πνεύματος γνωρίζειν τον χαρακτήρα των άγίων· και τους μέν τοιούτους δέχεσθαι, τους δέ άλλως έχοντας άποστρέφεσθαι» (Μ. Βασιλείου, Τα Ηθικά, όρος ΚΗ').
Και σέ άλλο σημείο: «"Βλέπετε τους κύνας, βλέπετε τους κακούς έργάτας". Πολλοί οί κύνες. Τί λέγω κύνες; Λύκοι μέν ούν βαρείς, έν επιφάνεια προβάτων τό δολερόν ύποκρύπτοντες, πανταχού τής οικουμένης τό Χριστού ποίμνιον διασπώσιν. Ους φυλακτέον ύμίν έγρηγορικού τίνος ποιμένος έπιστασία» (Μ. Βασιλείου, Επιστολές τη Εκκλησία Νεοκαισαρείας).
Και ό Θεοδώρητος γράφει γιά τη δολιότητα πού κρύβουν και την ζημιά πού κάνουν οί αιρετικοί: «Αινίττεται δέ... τούς ταίς έκκλησιαστικαίς ψυχαίς πολεμούντας αιρετικούς και ύπούλως και δολερώς ύποκλέπτειν πειρωμένους τούς μηδέπω παγίους τη πίστει γεγενημένους. Ούτοι γαρ τή πιθανότητι τών λόγων και ταίς τών συλλογισμών παγίσι τε και πλοκαίς, τούς άπλούστερον διακειμένους έξαπατώντες λυμαίνονται ταίς άμπέλοις. Διά τούτο παρακελεύεται τοις τό διδασκαλικόν είληφόσι χάριομα, άγρεύειν τούτους και θηρεύειν τοις τής αληθείας έλέγχοις και τάς κυπριζούσας αμπέλους τής τούτων βλάβης ελευθερούν» (Θεοδωρήτου Κύρου, Έρμην. Εις τό άσμα τών ασμάτων).
Και ό Δίδυμος ό Τυφλός εκφράζει τό φόβο του, μήπως ή δολιότης και ή πανουργία πού όλοι οί αιρετικοί διαθέτουν, απατήσει τούς απλούς πιστούς ώς ό όφις τήν Εύα: «Δέος δέ, μή ώς τήν μητέρα του γένους ημών έφθείρεν ό όφις πανουργία χρησάμενος, φθαρήτε και ύμείς ύπό ψευδοδιδασκάλων δι' ακεραιότητα ην έχετε· εύφήμως δέ ταύτην εύχέρειαν ούσαν απλότητα ώνόμασεν. γνώσεται δέ τις ώς πανουργία του όφεως έξηπατήθη Εύα, έπιστήσας ώς παρεποίησε τήν Θείαν έντολήν... ούτοι δέ περί ών γράφω, ενταύθα μέν έργάται δόλιοι, εν άλλη δε επιστολή έργάται κακοί ονομάζονται, μετασχηματίζονται ούν εις αποστόλους Χριστού, ούκ όντες τοιούτοι αλλά σχήματι μόνω άπατώντες, προαίρεσιν τήν αυτήν έχοντες τοις ψευδοπροφήταις οί τήν γνώμην λύκοι άρπαγες όντες περιβάλλονται κώδια, ίνα δόξωσιν είναι πρόβατα. τούτο ειπών περί αυτών δείκνυσιν ώς ού παράδοξον το ειρημένον· ει γάρ ό αίτιος τυγχάνων του τοιούτους αυτούς είναι -διάβολος δέ ούτος- υποκρίνεται άγγελος είναι φωτός, σκότους υπάρχων, ακολούθως οί προς αύτού εις τό πλανάν οδηγούμενοι μεταχαράττουσιν εαυτούς ώς ύποληφθήναι άκεραίοις, ότι διάκονοι δικαιοσύνης είσίν...».
Και ό άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Μύθοι γάρ όντως και ανθρώπινα σοφίσματα τών αιρετικών τά προβλήματα, ούστινας έκτρέπεσθαι βουλόμενος ημάς ό Παύλος γράφει: ''Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού'' και τά εξής. Άρχεται μέν ήδη τής κατά τών αιρετικών έπιδρομής· καθό εκείνοι, τήν άλήθειαν ούκ έχοντες, ποικίλοις λόγοις αναγκάζονται περιπλάττειν τό ψεύδος» (Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εις τάς Πράξεις και τις Έπιστολές).
Μά είναι δυνατόν -θά πούν κάποιοι- νά άντιμετωπίζούμε μέ τέτοιους χαρακτηρισμούς τούς Παπικούς και τούς Προτεστάντες πού κηρύττουν τό Χριστό και πολλοί άπό αυτούς κάτι θυσιάζουν γι' Αυτόν, μερικοί μάλιστα, στις χώρες πού εξασκούν στην ιεραποστολή, βάζουν σέ κίνδυνο και τη ζωή τους; Ή δική μου απάντηση θά είναι φτωχή. Άς δούμε τί γράφει ό φλογερός "μαθητής" του Αποστόλου Παύλου, άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος:
Ό ιερός Χρυσόστομος, στην αρχή τής 24ης ομιλίας του προς Κορινθίους τοποθετεί ώς τίτλο «Οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, έργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού» και ερωτά: «α. Τί λέγεις;». Είναι δυνατόν νά θεωρούνται ψευδαπόστολοι ακόμα και «οι Χριστόν κηρύττοντες, οί χρήματα μή λαμβάνοντες, οί Εύαγγέλιον έτερον μή έπεισάγοντες;». Και απαντά: «Ναί· καί δί αύτό μένουν ούν τούτο μάλιστα, ότι ταύτα ύποκρίνονται πάντα, ίνα άπατήσωσιν. Έργάται δόλιοι. Εργάζονται μέν γάρ, άλλ΄ άνασπώσι τά πεφυτευμένα. Επειδή γάρ ίσασιν, ότι έτέρως ούκ αν γένοιντο εύπαράδεκτοι, τό πρόσωπείον λαβόντες τής αληθείας, ούτω τό δράμα τής πλάνης υποκρίνονται. Και μέντοι χρήματα, φησίν, ού λαμβάνουσιν. ΄Ινα πλείονα λάβωσιν, ίνα ψυχήν άπολέσωσι. Μάλλον δέ και τούτο ψεύδος· και έλάμβανον, άλλ' έλάνθανον· και τούτο δείκνυσιν έν τοις έπιούσι» (Χρυσοστόμου Ιω.,Ύπόμνημα εις προς Κορινθίους Β', όμιλ. α', P.G. 61,563).
Οί Πατέρες, λοιπόν, άπό συμφώνου έχουν διαπιστώσει ότι οί αιρετικοί χρησιμοποιούν δολιότητα, πονηρίες, παλινδρομήσεις στις διδασκαλίες τους, ανειλικρίνεια και άμετανοησία, αφού ή αίρεση προκύπτει άπό τόν εγωϊσμό, αναπτύσσεται μέ εγωϊσμό και στηρίζεται στον εγωϊσμό, τήν απάτη και τό ψεύδος, και ό εγωισμός είναι πάλι εκείνος πού τελικά εμποδίζει τήν μετάνοια τών αιρετικών.
Ώς έκ τούτου είναι σύνηθες σ' αυτούς νά παραπληροφορούν, νά αποκρύπτουν διά περίτεχνων συλλογισμών τά πραγματικά τους πιστεύματα και μέ υποκριτική δεινότητα νά συσκοτίζουν τήν αληθινή τους ταυτότητα και νά παραπέμπουν γιά τήν κατοχύρωση τών λεγομένων στην Γραφή. Γράφει ό ί. Χρυσόστομος: «Καθάπερ και οί αίρετικοί ποιούσιν... Παρά μέν γάρ τήν αρχήν συσκιάζουσιν εαυτούς· έπειδάν δέ πολλήν λάβωσι τήν παρρησίαν και λόγου τις αυτοίς μεταδώ, τότε τόν ιόν έκχέουσι» (Χρυσόστομου Ίω.,Ύπόμνημα εις τό Κατά Ματθαίον, ομιλία Α΄ P.G. 58,477).
ΠΗΓΗ ''Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, ΣΕΛ. 108-109).
«Προσέχετε δε άπό των ψευδοπροφητών.Ότι ού δεί απλώς, ουδέ άνεξετάστως υπό των ύποκρινομένων την άλήθειαν συναρπάζεσθαι· άπό δέ του δεδομένου ήμίν παρά της Γραφής χαρακτήρος γνωρίζειν έκαστον». Και «ότι δεί τους μή πολλήν έχοντας την των Γραφών γνώσιν, έν τοίς καρποίς τον Πνεύματος γνωρίζειν τον χαρακτήρα των άγίων· και τους μέν τοιούτους δέχεσθαι, τους δέ άλλως έχοντας άποστρέφεσθαι» (Μ. Βασιλείου, Τα Ηθικά, όρος ΚΗ').
Και σέ άλλο σημείο: «"Βλέπετε τους κύνας, βλέπετε τους κακούς έργάτας". Πολλοί οί κύνες. Τί λέγω κύνες; Λύκοι μέν ούν βαρείς, έν επιφάνεια προβάτων τό δολερόν ύποκρύπτοντες, πανταχού τής οικουμένης τό Χριστού ποίμνιον διασπώσιν. Ους φυλακτέον ύμίν έγρηγορικού τίνος ποιμένος έπιστασία» (Μ. Βασιλείου, Επιστολές τη Εκκλησία Νεοκαισαρείας).
Και ό Θεοδώρητος γράφει γιά τη δολιότητα πού κρύβουν και την ζημιά πού κάνουν οί αιρετικοί: «Αινίττεται δέ... τούς ταίς έκκλησιαστικαίς ψυχαίς πολεμούντας αιρετικούς και ύπούλως και δολερώς ύποκλέπτειν πειρωμένους τούς μηδέπω παγίους τη πίστει γεγενημένους. Ούτοι γαρ τή πιθανότητι τών λόγων και ταίς τών συλλογισμών παγίσι τε και πλοκαίς, τούς άπλούστερον διακειμένους έξαπατώντες λυμαίνονται ταίς άμπέλοις. Διά τούτο παρακελεύεται τοις τό διδασκαλικόν είληφόσι χάριομα, άγρεύειν τούτους και θηρεύειν τοις τής αληθείας έλέγχοις και τάς κυπριζούσας αμπέλους τής τούτων βλάβης ελευθερούν» (Θεοδωρήτου Κύρου, Έρμην. Εις τό άσμα τών ασμάτων).
Και ό Δίδυμος ό Τυφλός εκφράζει τό φόβο του, μήπως ή δολιότης και ή πανουργία πού όλοι οί αιρετικοί διαθέτουν, απατήσει τούς απλούς πιστούς ώς ό όφις τήν Εύα: «Δέος δέ, μή ώς τήν μητέρα του γένους ημών έφθείρεν ό όφις πανουργία χρησάμενος, φθαρήτε και ύμείς ύπό ψευδοδιδασκάλων δι' ακεραιότητα ην έχετε· εύφήμως δέ ταύτην εύχέρειαν ούσαν απλότητα ώνόμασεν. γνώσεται δέ τις ώς πανουργία του όφεως έξηπατήθη Εύα, έπιστήσας ώς παρεποίησε τήν Θείαν έντολήν... ούτοι δέ περί ών γράφω, ενταύθα μέν έργάται δόλιοι, εν άλλη δε επιστολή έργάται κακοί ονομάζονται, μετασχηματίζονται ούν εις αποστόλους Χριστού, ούκ όντες τοιούτοι αλλά σχήματι μόνω άπατώντες, προαίρεσιν τήν αυτήν έχοντες τοις ψευδοπροφήταις οί τήν γνώμην λύκοι άρπαγες όντες περιβάλλονται κώδια, ίνα δόξωσιν είναι πρόβατα. τούτο ειπών περί αυτών δείκνυσιν ώς ού παράδοξον το ειρημένον· ει γάρ ό αίτιος τυγχάνων του τοιούτους αυτούς είναι -διάβολος δέ ούτος- υποκρίνεται άγγελος είναι φωτός, σκότους υπάρχων, ακολούθως οί προς αύτού εις τό πλανάν οδηγούμενοι μεταχαράττουσιν εαυτούς ώς ύποληφθήναι άκεραίοις, ότι διάκονοι δικαιοσύνης είσίν...».
Και ό άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Μύθοι γάρ όντως και ανθρώπινα σοφίσματα τών αιρετικών τά προβλήματα, ούστινας έκτρέπεσθαι βουλόμενος ημάς ό Παύλος γράφει: ''Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού'' και τά εξής. Άρχεται μέν ήδη τής κατά τών αιρετικών έπιδρομής· καθό εκείνοι, τήν άλήθειαν ούκ έχοντες, ποικίλοις λόγοις αναγκάζονται περιπλάττειν τό ψεύδος» (Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εις τάς Πράξεις και τις Έπιστολές).
Μά είναι δυνατόν -θά πούν κάποιοι- νά άντιμετωπίζούμε μέ τέτοιους χαρακτηρισμούς τούς Παπικούς και τούς Προτεστάντες πού κηρύττουν τό Χριστό και πολλοί άπό αυτούς κάτι θυσιάζουν γι' Αυτόν, μερικοί μάλιστα, στις χώρες πού εξασκούν στην ιεραποστολή, βάζουν σέ κίνδυνο και τη ζωή τους; Ή δική μου απάντηση θά είναι φτωχή. Άς δούμε τί γράφει ό φλογερός "μαθητής" του Αποστόλου Παύλου, άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος:
Ό ιερός Χρυσόστομος, στην αρχή τής 24ης ομιλίας του προς Κορινθίους τοποθετεί ώς τίτλο «Οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, έργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού» και ερωτά: «α. Τί λέγεις;». Είναι δυνατόν νά θεωρούνται ψευδαπόστολοι ακόμα και «οι Χριστόν κηρύττοντες, οί χρήματα μή λαμβάνοντες, οί Εύαγγέλιον έτερον μή έπεισάγοντες;». Και απαντά: «Ναί· καί δί αύτό μένουν ούν τούτο μάλιστα, ότι ταύτα ύποκρίνονται πάντα, ίνα άπατήσωσιν. Έργάται δόλιοι. Εργάζονται μέν γάρ, άλλ΄ άνασπώσι τά πεφυτευμένα. Επειδή γάρ ίσασιν, ότι έτέρως ούκ αν γένοιντο εύπαράδεκτοι, τό πρόσωπείον λαβόντες τής αληθείας, ούτω τό δράμα τής πλάνης υποκρίνονται. Και μέντοι χρήματα, φησίν, ού λαμβάνουσιν. ΄Ινα πλείονα λάβωσιν, ίνα ψυχήν άπολέσωσι. Μάλλον δέ και τούτο ψεύδος· και έλάμβανον, άλλ' έλάνθανον· και τούτο δείκνυσιν έν τοις έπιούσι» (Χρυσοστόμου Ιω.,Ύπόμνημα εις προς Κορινθίους Β', όμιλ. α', P.G. 61,563).
Οί Πατέρες, λοιπόν, άπό συμφώνου έχουν διαπιστώσει ότι οί αιρετικοί χρησιμοποιούν δολιότητα, πονηρίες, παλινδρομήσεις στις διδασκαλίες τους, ανειλικρίνεια και άμετανοησία, αφού ή αίρεση προκύπτει άπό τόν εγωϊσμό, αναπτύσσεται μέ εγωϊσμό και στηρίζεται στον εγωϊσμό, τήν απάτη και τό ψεύδος, και ό εγωισμός είναι πάλι εκείνος πού τελικά εμποδίζει τήν μετάνοια τών αιρετικών.
Ώς έκ τούτου είναι σύνηθες σ' αυτούς νά παραπληροφορούν, νά αποκρύπτουν διά περίτεχνων συλλογισμών τά πραγματικά τους πιστεύματα και μέ υποκριτική δεινότητα νά συσκοτίζουν τήν αληθινή τους ταυτότητα και νά παραπέμπουν γιά τήν κατοχύρωση τών λεγομένων στην Γραφή. Γράφει ό ί. Χρυσόστομος: «Καθάπερ και οί αίρετικοί ποιούσιν... Παρά μέν γάρ τήν αρχήν συσκιάζουσιν εαυτούς· έπειδάν δέ πολλήν λάβωσι τήν παρρησίαν και λόγου τις αυτοίς μεταδώ, τότε τόν ιόν έκχέουσι» (Χρυσόστομου Ίω.,Ύπόμνημα εις τό Κατά Ματθαίον, ομιλία Α΄ P.G. 58,477).
ΠΗΓΗ ''Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, ΣΕΛ. 108-109).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου