ΟΣΟΙ ΠΑΡΑΘΕΩΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ, αγνοούν ή παραβλέπουν μια σημαντική αλήθεια: ΄Οτι ή ιστορία της σωτηρίας μας δεν αρχίζει με τήν Γέννησι του Σωτήρος Χριστού και τήν θεία ένσάρκωσί Του. Ό σπόρος της σωτηρίας του κόσμου και του ανθρώπου, πού ήταν μέσα στο πάνσοφο και φιλάνθρωπο σχέδιο της προαιωνίου και πανάγαθου βουλής του άιδίου Τριαδικού Θεού — το «μυστήριον χρόνοις αίωνίοις σεσιγημένον» (Ρωμ. ιζ' [16] 25), όπως το αποκαλεί ό απόστολος Παύλος — έπεσε με το «πρωτευαγγέλιον». Το «πρωτευαγγέλιον» όμως εδόθη στον Παράδεισο άπό τόν Δημιουργόν, όταν έτιμωρούσε τόν διάβολον, ό όποίος ύπό την μορφήν του όφεως παρέσυρε τους πρωτοπλάστους στην παράβασι τής θείας εντολής. Ό Θεός είπε στον όφιν, ό όποίος ήταν τό όχημα του παγκάκου διαβόλου, μεταξύ άλλων και τούτο: Αυτός, ό απόγονος τής γυναικός (δηλαδή ό Ίησούς Χριστός, πού θά γεννηθή άπό τήν Παρθένον Μαρίαν), θά σού καταπάτηση, θά σού συντρίψη τήν κεφαλή, θά σε άφανίση ολοσχερώς- και σύ, ό διάβολος, θά του δαγκώσης μόνο τήν «πτέρναν»· δηλαδή απλώς θά τόν μωλωπίσης, με τό νά προσβάλης τήν άνθρωπίνη φύσι του (Γεν. γ' 15).
Τό «μυστήριον» τής σωτηρίας μας, τό πάνσοφο σχέδιο τής άπολυτρώσεώς μας διά Ίησού Χριστού πού συνέλαβεν ό αγαθός Θεός πρό καταβολής κόσμου, ύπεκρύπτετο, όπως άνεπτύξαμε εκτενώς σε προηγούμενο κεφάλαιο, στους τύπους και στις σκιές τής Παλαιάς Διαθήκης και στις προρρήσεις τών Προφητών, οι όποίες όμως δέν ήταν δυνατόν νά κατανοηθούν επαρκώς στα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης. Αφού ακόμη και αυτοί οι μαθηταί του Κυρίου δέν μπορούσαν νά τό εννοήσουν πρίν άπό τήν Άνάστασι και τήν 'Ανάληψί του και πρίν άπό τήν έπ αυτούς κάθοδο του 'Αγίου Πνεύματος. Τό «μυστήριον» τής σωτηρίας μας έφανερώθη και άρχισε νά ένεργοποιήται με τήν Γέννησι του Σωτήρος Χριστού. Τό επιβεβαιώνουν οι προφητικές γραφές, έγινε δέ γνωστόν κατά διαταγήν του αιωνίου Θεού σέ όλα τά έθνη, ώστε νά δείξουν αυτά τήν ύπακοή που απαιτεί άπό ήμάς ή πίστη (Ρωμ. .ς' [16] 26).
Ό βαθύς ερμηνευτής τών Αγίων Γραφών, ό θεοφώτιστος Χρυσόστομος, μάς αναλύει με τή χρυσή του γλώσσα: Πρέπει νά διψώμεν τά θεία και νά πεινώμεν τά ούράνια και νά έχωμεν «άφθονον τήν άπόλαυσιν έκ τής βασιλικής του Χριστού τραπέζης», νά κρατώμεν δέ γερά τό «Εύαγγέλιον τής σωτηρίας», τό οποίον δέν άρχισε τώρα, στους χρόνους τής Καινής Διαθήκης, άλλ' έθεμελιώθη «εν τοις Προφήταις» και οίκοδομήθη «έν τοις Άποστόλοις». «Ού γάρ άφ' ου έφάνη Χριστός, τό Εύαγγέλιον ήρξατο- άλλ' έρριζώθη μεν έν ταίς βίβλοις τών Προφητών, έβλάστησε δέ έν τω κηρύγματι τών Αποστόλων». Δηλαδή: Τό Ευαγγέλιο τής σωτηρίας δέν άρχισε άπό τότε πού έφανερώθη στον κόσμον ώς άνθρωπος ό Χριστός. 'Αλλ' αυτό έρριζοβόλησε μεν στά βιβλία τών θεοπνεύστων Προφητών, έβλάστησε δέ στό κήρυγμα τών θεοπνεύστων αγίων Αποστόλων. Και ό θεοφόρος Πατήρ, γιά νά άποδείξη ορθό και βέβαιο τόν ισχυρισμό του, προσθέτει: «Δια τούτο ό Παύλος» θέλων νά δείξη «ότι τό Εύαγγέλιον ούκ άπό τής οικονομίας ήρξατο» (=δέν άρχισε με τήν ένσάρκωσί του Σωτήρος Χριστού) «άλλ' άπό τών Προφητών έλαμψε», τό διακηρύσσει μέ αυτόν τόν τρόπο· «Παύλος δούλος Ίησού Χριστού, κλητός Απόστολος», ξεχωρισμένος άπό τόν Θεόν «είς εύαγγέλιον Θεού», τό όποιον ό Θεός ύπεσχέθη πρό πολλού διά τών Προφητών του στις άγιες και θεόπνευστες Γραφές γιά τόν άναρχο και μονογενή Υιόν του, ό όποιος έγεννήθη ώς άνθρωπος είς ώρισμένον χρόνον άπό απόγονο του Δαβίδ (Ρωμ. α' 1-3).
"Ολη λοιπόν ή Ιστορία πού προηγήθη τής Καινής Διαθήκης, και ή οποία περικλείεται στις θεόπνευστες σελίδες τής Παλαιάς Διαθήκης, ήταν προετοιμασία για τήν σωτήρια μας, την οποία προ καταβολής κόσμου είχεν έργασθή ό Πλάστης και Δημιουργός μας. Πώς μπορούμε επομένως νά διαγράψωμε τήν ιστορία αυτήν και νά τήν άγνοήσωμε, παραθεωρούντες τήν Παλαιά Διαθήκη;
Αλλωστε στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν 160 άμεσες παραθέσεις άπό τό κείμενο τών Έβδομήκοντα (Ο') άπό τις όποίες οι 78 συναντώνται στις επιστολές του αποστόλου Παύλου. Ή δέ Καινή Διαθήκη παραθέτει τά χωρία αυτά μέ τή φράσι «ούτω γέγραπται» ή «καθώς γέγραπται» η με το «είπεν η γραφή»· η «λέγει ή γραφή». Πέραν όμως αυτών τών 160 άμεσων παραθέσεων υπάρχουν στην Καινή Διαθήκη και έμμεσες αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη ή «άπηχήματα» (= άντηχήματα, άντιλαλήματα) λόγων τής Παλαιάς Διαθήκης.
Ολα όμως αυτά μάς οδηγούν και είς ένα άλλο σπουδαιότατο συμπέρασμα: Δέν έχουμε δικαίωμα νά απορρίπτουμε τήν Παλαιά Διαθήκη μέ τόν αυθαίρετο και όλως διόλου αστήρικτο ισχυρισμό Οτι είναι τάχα βιβλίο τών... Εβραίων! Και ότι άφορά δήθεν μόνον αυτούς και τό έθνος τους! Ή Παλαιά Διαθήκη — και τό υπογραμμίζουμε μέ έμφασι — είναι βιβλίο παγκόσμιο, διαχρονικό, υπερεθνικό· έστω κι αν στις σελίδες της προβάλλει ή ιστορία ενός λαού, ό όποίος, όπως αναλύσαμε διεξοδικά στις προηγούμενες σελίδες, διεδραμάτισε σέ κάποια ιστορική περίοδο κατά τήν απόρρητη βουλή του Θεού ένα ρόλο στό πάνσοφο σχέδιο τής θείας Οίκονομίας γιά τήν σωτηρία του κόσμου.
Γι΄ αυτό είναι αυτόχρημα τραγικό τό γεγονός ότι τό έθνος αυτό παρέμεινε τελικώς έξω άπό τήν Έκκλησίαν τοΰ Χριστού, τόν Όποϊον επί αιώνες ανέμενε. Διότι υπήρξε έθνος «σκληροτράχηλον και άπερίτμητον τη καρδία και τοις ώσίν», δηλαδή δυσπειθές και ίσχυρογνώμον, αναίσθητο κατά τήν καρδιά και κυριευμένο άπό πνευματική κουφαμάρα — οί χαρακτηρισμοί ανήκουν στον Ίουδαίο πρωτομάρτυρα Στέφανο (βλ. Πράξ. ζ' 51). "Εμεινεν έξω άπό τήν Έκκλησίαν, διότι ανέκαθεν άντετάσσετο στό Πνεύμα τό ΄Αγιον, όπως συνεπλήρωσε ό ίδιος πρωτομάρτυς. Αλλά και διότι «τόν Κύριον τής δόξης έσταύρωσαν» (Α' Κορ. β' 8), όπως επισημαίνει ό άλλος συμπατριώτης τους, απόστολος Παύλος. "Ετσι ό άλλοτε «περιούσιος λαός» του Θεού δέν έχει δυστυχώς συγκαταριθμηθή στό «γένος (τό έκλεκτόν), (στό) βασίλειον ιεράτευμα, (στό) έθνος (το) αγιον», στον λαόν πού αποτελεί ίδιαίτερο κτήμα και περιουσίαν του Θεού (Α' Πέτρ. β' 9). Καθ' όν χρόνον ακόμη και οι είδωλολάτραι, τούς οποίους τόσον πολύ περιφρονούσαν οι Ιουδαίοι, άφού και αυτήν τήν μετ' αυτών συναναστροφήν έθεωρούσαν άφορμήν «μολυσμού» (βλ. Ίω. ιη' [18] 28), έπίστευσαν στον Χριστόν!
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (1ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (2ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (3ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (4ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (5ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (6ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (7ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (8ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (9ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (10ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (11ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (12ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (13ο ΜΕΡΟΣ)
- ΔΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ (14ο ΜΕΡΟΣ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου