Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

«ΜΗΔΕΝ ΝΟΘΟΝ ΔΟΓΜΑ Τῼ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΙ ΠΑΡΑΔΕΧΕΣΘΕ» (5o ΜΕΡΟΣ)


Προωθεῖται ἡ Οὐνία

῾Ο πάπας Παῦλος-᾿Ιωάννης Β´ εἶχε ζητήσει συγγνώμη γιά τά ὄντως ἀνήκουστα κακά καί τούς βανδαλισμούς πού διέπραξαν οἱ παπικοί σταυροφόροι, τά ὁποῖα στιγματίζουν ἀκόμη καί ὁμόδοξοί τους ἱστορικοί. ᾿Αλλά τί νόημα ἔχει ἡ δήλωση μετανοίας καί ἡ αἴτηση συγγνώμης, ὅταν οἱ ἴδιες ἀγριότητες ἐπανα λήφθηκαν καί ἐξακολουθοῦν νά ἐπαναλαμβάνονται; ᾿Αρκεῖ νά ὑπενθυμίσω τά ἐγκλήματα τῶν παπικῶν Οὔστασι ἐναντίον τῶν ὀρθοδόξων Σέρβων στήν Κροατία κατά τόν περασμένο αἰώνα. Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι οἱ Οὔστασι δροῦσαν μέ τίς εὐλογίες τοῦ διαβόητου ἀρχιεπισκόπου Στέπινατς, τόν ὁποῖο κατόπιν οἱ παπικοί ἁγιοποίησαν. Καί μάλιστα τήν ἁγιοποίηση εἰσηγήθηκε ὁ ἴδιος πάπας, πού μᾶς ζήτησε συγγνώμη!
Καί τί νά πεῖ κανείς γιά τόν ὕπουλο θεσμό τῆς Οὐνίας, τήν ὁποία τό Βατικανό ἐπίσημα ἐπικυρώνει καί μεθοδικά προωθεῖ1; Εἶναι χαρακτηριστικό τό ἀπόσπασμα ἀπό ἐπιστολή τοῦ σημερινοῦ πάπα Βενεδίκτου Ράτσιγκερ πρός τόν οὐνίτη ἀρχιεπίσκοπο Οὐκρανίας, καρδινάλιο Λιουμπομίρ Χούζαρ: «᾿Επιβάλλεται νά ἐξασφαλίσουμε τήν παρουσία καί τῶν δύο μεγάλων φορέων τῆς μοναδικῆς παραδόσεως (τοῦ λατινικοῦ καί τοῦ ἀνατολικοῦ)... Διπλή εἶναι ἡ ἀποστολή πού ἔχει ἀνατεθεῖ στήν ῾Ελληνοκαθολική (ἐν. Οὐνιτική) ᾿Εκκλησία, πού βρίσκεται σέ πλήρη κοινωνία μέ τόν διάδοχο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου (ἐν. τόν πάπα)· ἀπό τή μία πλευρά νά διατηρήσει ὁρατή μέσα στήν καθολική ἐκκλησία τήν ἀνατολική παράδοση· ἀπό τήν ἄλλη πλευρά νά εὐνοήσει τήν σύγκλιση τῶν δύο παραδόσεων, μαρτυρώντας ὅτι αὐτές ὄχι μόνο συνδυάζονται μεταξύ τους, ἀλλά καί ἀποτελοῦν μία βαθειά ἑνότητα μέσα στήν ποικιλία τους»2.
Αὐτή, λοιπόν, εἶναι ἡ ἀγάπη καί ἑνότητα γιά τήν ὁποία «καίγεται» τό Βατικανό· τό σφιχταγκάλιασμά του μέ τήν ᾿Ορθοδοξία καί ὁ πνιγμός της μές στά πλοκάμια τῆς Οὐνίας. «᾿Εκμεταλλευόμενοι τήν δυστυχίαν τῶν λαῶν τῆς ᾿Ανατολῆς, μέ δοράς προβάτων ὑπεισῆλθον οἱ φοβεροί αὐτοί λύκοι (οἱ οὐνῖτες) εἰς τάς μάνδρας καί ἀπεδεκάτισαν τά πρόβατα»3, γράφει χαρακτηριστικά ὁ ἀείμνηστος ὑπερ αιωνόβιος ἐπίσκοπος Φλωρίνης π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης. ᾿Απευθυνόμενος δέ στό Βατικανό ὁ μακαριστός γέροντας τονίζει: «᾿Εάν θέλετε, κύριοι, νά ἔλθῃ ἡ ποθητή ἐκείνη ἡμέρα “τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως”, παύσατε νά μεταχειρίζεσθε τοιαύτας μεθόδους, πού... προκαλοῦν φρίκην εἰς πᾶσαν ἀδιάφθορον συνείδησιν καί εὐρύνουν τό ἀνοιγέν χάσμα μεταξύ ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως. ῾Η ὁδός ἡ ἄγουσα πρός τήν ἕνωσιν δέν διέρχεται διά τῆς οὐνίας ἀλλά διά τῆς ὁδοῦ ἐκείνης, τήν ὁποίαν ἐχάραξεν ὁ Θεάνθρωπος εἰπών· “Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς” (᾿Ιω 8,32)»4.
᾿Εμεῖς ὄχι μόνο δέν τολμοῦμε νά ἀπαιτήσουμε ἀπό τούς παπικούς εἰλικρινῆ μετάνοια, ἀλλά τούς ἀποκλείουμε κάθε δυνατότητα ἐπιστροφῆς στήν ᾿Ορθόδοξη πίστη, ἀφοῦ ὅπως διακηρύχθηκε ἤδη τό 1993, μέ τήν συμφωνία τοῦ Balamand, τήν ὁποία συνυπέγραψαν ᾿Ορθόδοξοι Οἰκουμενιστές μέ ἐκπροσώπους τοῦ Βατικανοῦ· «῾Εκατέρωθεν ἀναγνωρίζεται ὅτι ὅσα ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστός εἰς τήν ᾿Εκκλησίαν του -ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, μετοχή εἰς τά αὐτά μυστήρια, κυρίως εἰς τήν μίαν ἱερωσύνην τήν τελοῦσαν τήν μίαν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολικήν διαδοχήν τῶν ἐπισκόπων- δέν δύνανται νά θεωρηθοῦν ὡς ἀποκλειστική ἰδιοκτησία μιᾶς τῶν ἡμετέρων ᾿Εκκλησιῶν. Εἶναι σαφές ὅτι ἐντός τοῦ πλαισίου τούτου ἀποκλείεται πᾶς ἀναβαπτισμός»5.
Καί πρός ἐπίρρωση τῆς συμφωνίας, κατά τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης μας προσέφερε ὡς δῶρο ἕναν σταυρό στόν ἀρχηγό τῶν οὐνιτῶν καρδινάλιο ᾿Ιγνάτιο. ῎Ετσι δώσαμε στόν πάπα τό δικαίωμα νά διακηρύξει, λίγο ἀργότερα, ὅτι ἡ «ρωμαϊκή ἐκκλησία» εἶναι ἡ μοναδική πραγματική ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι «οἱ ᾿Ορθόδοξες τοπικές ἐκκλησίες εἶναι ἐλλειμματικές, ἐπειδή δέν ἔχουν κοινωνία μέ τόν διάδοχο τοῦ Πέτρου»!6.

Στήν γραμμή τῶν πατέρων

Αὐτή εἶναι ἡ τακτική τῶν πατέρων μας πού ἐπί αἰῶνες τόνιζαν ὅτι εἶναι νόθον τό παπικό δόγμα;
Μήπως ἐμεῖς ἔχουμε περισσότερη ἀγάπη ἀπό τόν Μέγα Φώτιο, ὁ ὁποῖος ἀσφάλισε τήν ᾿Εκκλησία
ἀπό τήν δικτατορία τοῦ πάπα καί ἔμεινε σύμβολο ᾿Ορθοδοξίας γιά τόν εὐσεβῆ λαό7;
᾿Ασφαλῶς δέν διέθετε λιγότερη ἀγάπη ἀπό ἐμᾶς ὁ ᾿Ιωσήφ Βρυέννιος. Στούς χαλεπούς καιρούς του θεωρεῖ τήν ἕνωση μέ τούς παπικούς ὡς γεγονός πολύ σπουδαῖο καί σωτήριο γιά τήν ταλανιζόμενη Ρωμανία, δηλαδή τήν βυζαντινή αὐτοκρατορία, ὡς «δευτέραν οἰκονομίαν Θεοῦ μετά τήν ἔνσαρκον». Τονίζει ὅμως ὅτι, ἄν δέν διευθετηθοῦν οἱ διαφορές πού ἀπομάκρυναν ἀπό τήν ᾿Εκκλησία τούς παπικούς, ὁποιαδήποτε ἕνωση εἶναι «τοῦ προτέρου σχίσματος σχίσμα χεῖρον καί διαίρεσις καί κατατομή καί ἀπάτη». Καί στιγματίζοντας ἐκείνους πού ἔσπευδαν πρός τήν ἐπαίσχυντη ἕνωση, γράφει: «Μή δέ νομίσῃς ὅτι ἐξουσιάζεται ἡ πίστις ἡμῶν Πατριαρχικῷ τινι ἤ Βασιλικῷ προσώπῳ κἄν τις ἰσχύσῃ τούτους μεταβαλεῖν καί τούς λοιπούς διά τούτων μεταπεῖσαι δυνήσεται... Καί τοῦτο πολλάκις ἡ πεῖρα παρέστησεν· ὅτι ἀφ᾿ οὗπερ χριστιανοί ἐπεκλήθημεν, Πατριάρχαι πολλοί καί Βασιλεῖς σύν αὐτοῖς, αἱρεσιῶται γεγόνασι καί τούτοις συναπήχθησάν τινες τῶν ὑπ᾿ αὐτούς· ἡ μέν τοι πίστις ἀσάλευτος ἔμεινε»8.
Δέν εἴμαστε πιό φιλάδελφοι ἐμεῖς ἀπό τόν μαθητή τοῦ Βρυεννίου, τόν ἅγιο Μᾶρκο Εὐγενικό, ὁ ὁποῖος τοποθετώντας τήν ἐλευθερία τῆς ᾿Εκκλησίας πάνω ἀπό τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία διακήρυξε ὅτι: «Σέ καμία περίπτωση δέν πρέπει νά ἑνωθοῦμε μέ τούς λατίνους, ἄν αὐτοί δέν ἀποβάλουν ἀπό τό Σύμβολο τῆς πίστεως τήν προσθήκη καί δέν ὁμολογήσουν τό Σύμβολο, ὅπως ἐμεῖς»9.
Θά ἀναφέρω ἀκόμη·
Τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, πού μέ τήν ἁπλοϊκή διδαχή του ἐπεσήμαινε στούς χριστιανούς νά φοβοῦνται τόν πάπα, διότι αὐτός ἐνσαρκώνει τήν ὕπουλη μορφή τοῦ ἀντιχρίστου10.
Τόν ἅγιο Νικόδημο ῾Αγιορείτη, κατά τόν ὁποῖο οἱ Λατῖνοι «εἶναι παμ πάλαιοι αἱρετικοί», ὅπως δείχνουν «τά βιβλία τοῦ ἁγιωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κυρίου Δοσιθέου τοῦ παπομάστιγος», στά ὁποῖα παραπέμπει11.
Τόν ἅγιο τοῦ περασμένου αἰώνα, τόν Πενταπόλεως Νεκτάριο, πού μελετώντας τήν ἱστορία τοῦ παπικοῦ σχίσματος γράφει: «῾Η ἑνότης τῆς ᾿Εκκλησίας οὐχί ἐν ἑνιαίῳ προσώπῳ ἑνός τῶν ἀποστόλων θεμελιοῦται καί ἑδράζεται, ἀλλ᾿ ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ... ᾿Εκ τῆς Οἰκουμενικῆς ᾿Εκκλησίας μόνη ἡ ῾Ρωμαϊκή ᾿Εκκλησία ἄλλως ἀντελάβετο τό πνεῦμα τῆς ἑνότητος καί δι᾿ ἄλλων ἐπεζήτησε καί ἐπεδίωξε ταύτην μέσων. ῾Η διάφορος αὕτη ἀντίληψις τοῦ τρόπου τῆς ἑνότητος προὐκάλεσε τό σχίσμα, ὅπερ λαβόν τήν ἀρχήν ἀπό τῶν πρώτων αἰώνων ηὐξάνετο σύν τῷ χρόνῳ καί προέβαινε κατά τό μέτρον τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἀρχῶν τῆς ῾Ρωμαϊκῆς ᾿Εκκλησίας, μέχρις οὗ ἀφίκετο εἰς τήν τελείαν ἀπόσχισιν, ἕνεκα τῆς ἀπαιτήσεως τῶν παπῶν τῆς ὑποταγῆς τῆς Οἰκουμενικῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς μίας καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Έκκλησίας, τῇ ἐπισκοπῇ τῆς Ρώμης. ᾿Εν τούτῳ δέ κεῖται ὁ λόγος τοῦ σχίσματος, ὅστις ἀληθῶς εἶναι μέγιστος, διότι ἀνατρέπει τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, καί ὁ σπουδαιότατος δογματικός λόγος, διότι εἶναι ἄρνησις τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ λοιποί δογματικοί λόγοι, καίτοι σπουδαιότατοι, δύνανται νά θεωρηθῶσιν ὡς δευτερεύοντες καί ἀπόρροια τοῦ πρώτου τούτου λόγου»12.
Παρατρέχω τόν Μιχαήλ Κηρουλάριο, τόν Γεννάδιο Σχολάριο καί τόσους ἄλλους ἁγίους πατέρες
καί διδασκάλους τῆς ᾿Εκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μέσα στούς δώδεκα αἰῶνες πού μεσολάβησαν ἀπό τήν
ἀπόσχιση τῶν παπικῶν μέχρι σήμερα, χωρίς ἐμπάθεια καί κακία ἀλλά μέ σεμνότητα καί παρρησία καταδικάζουν τήν παπική αἵρεση. Θά σταθῶ μόνο στό ὄνομα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού προανέφερα. Μέ σθένος ὁ Παλαμᾶς ξεσκέπασε τόν φιλοπαπικό ἐκπρόσωπο τῶν ᾿Ορθοδόξων Βαρλαάμ τόν Καλαβρό, ἕνα εἶδος οὐνίτη ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. ᾿Ασυμβίβαστος καί ἀκαταγώνιστος ὁ ἅγιος Γρηγόριος καταδικάζει ἔντονα τήν «ἔκφυλον προσθήκην» τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ κι ὅλες τίς παπικές κακοδοξίες καί καλεῖ ὅλους τούς πιστούς νά ἐπαγρυπνοῦν στά θέματα τῆς πίστεως. ῾Η σιγή, λέγει, σέ θέματα πίστεως εἶναι τρίτο εἶδος ἀθεΐας μετά ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀπόρριψη τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ13.
Ποιά ἀπήχηση εἶχε στήν ζωή και παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας ὁ ἀγώνας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι, ὅπως εἶπα14, ἡ ᾿Εκκλησία θέσπισε νά τιμᾶται ἡ μνήμη του κατά τήν δεύτερη Κυριακή τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. Κι ἐνῶ κατά τήν πρώτη, τήν Κυριακή τῆς ᾿Ορθοδοξίας, μέ τήν ἀναστήλωση τῶν ἁγίων εἰκόνων ἡ ᾿Εκκλησία πανηγυρίζει τήν νίκη της ἐναντίον τῶν αἱρέσεων τῶν ὀκτώ πρώτων αἰώνων, μέ τήν Κυριακή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ γιορτάζει τήν κατατρόπωση τῆς αἱρέσεως τοῦ παπισμοῦ, πού πάσχισε νά στηλώσει τήν εἰκόνα τοῦ πάπα-πλανητάρχη. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι τήν μεγάλη αὐτή ἡμέρα δέν τιμᾶ ἡ ᾿Εκκλησία κάποιον ἀπό τούς ἀρχαίους μεγάλους πατέρες καί θεολόγους της, ὅπως Μ. ᾿Αθανάσιο, Μ. Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο κ.ἄ., οὔτε καί τόν Μέγα Φώτιο διότι στήν δική τους ἐποχή δέν εἶχε ἀποσκιρτήσει ἀκόμη ἡ Δύση, ἀνῆκε στήν μία ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. ᾿Αργότερα, τόν 11ο αἰώνα, ἐπί Κηρουλαρίου, οἱ παπικοί προσπαθώντας νά στηρίξουν τό θεμελιῶδες καί κυρίαρχο δόγμα τους περί πρωτείου τοῦ πάπα, πού πρόβαλλε σάν ἀθεμελίωτος ἑτοιμόρροπος μιναρές, προσκόλλησαν σ᾿ αὐτό σάν ἀντερείσματα ἕνα ὁλόκληρο ἀστερισμό αἱρετικῶν δογμάτων. ῎Ετσι ἀποστασιοποιήθηκαν καί ἀποκόπηκαν ἀπό τήν Ορθοδοξία. Τιμᾶται, λοιπόν, ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς ὡς ἐκφραστής καί ἐνσαρκωτής τῆς ᾿Ορθοδοξίας, διότι κατατρόπωσε τόν παπισμό, πού ἐκείνη τήν ἐποχή εἶχε ἤδη διαμορφώσει τίς αἱρετικές του πλάνες. Ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1341, ἡ ὁποία κατεδίκασε τόν Βαρλαάμ τόν Καλαβρό καί τίς κακοδοξίες του καί δικαίωσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἐπέχει θέση Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (μέ Η΄ ἐκείνη τοῦ Φωτίου τό 879-880μ.Χ.) στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Βέβαια στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία προκειμένου νά διατηρηθεῖ ὁ ἱερός ἀριθμός ἑπτά τῶν Συνόδων δέν συγκαταριθμήθηκαν στίς Οἰκουμενικές οὔτε ἡ Σύνοδος ἐπί Φωτίου οὔτε ἡ ἐπί Γρηγορίου.


Ὑποσημειώσεις:

1 Σύντομες ἀλλά πολύ κατατοπιστικές γιά τό θέμα εἶναι οἱ μελέτες τοῦ ἐκλεκτοῦ συναδέλφου π. Θεοδώρου Ζήση, Οὐνία. ῾Η καταδίκη της, Θεσσαλονίκη 1993. Τοῦ αὐτοῦ, Οὐνία. Νεώτερες ἐξελίξεις, Θεσσαλονίκη 1994.
2 ᾿Εφ. Καθολική, ἀ.φ. 3046/18-4-2006.
3 Αὐ. Καντιώτη, ᾿Αντιπαπικά, σελ. 44.
4 Αὐτόθι, σελ. 51.
5 «῾Η Οὐνία ὡς μέθοδος ἑνώσεως κατά τό παρελθόν καί σημερινή ἀναζήτησις τῆς πλήρους κοινωνίας», ᾿Εφ. Καθολική ἀρ. φύλ. 2705/20-7-1993.
6 Βλ. περ. ᾿Απολύτρωσις, ἀρ. φύλ. 741 (Σεπτ. 2007), 240.
7 «Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἔμπνευσις αὐτοῦ τοιοῦτον φῶς δέδωκεν εἰς τήν καθαράν ψυχήν τοῦ ἁγιωτάτου πατριάρχου, ὅτι λαμπρύνει καί φωτίζει πᾶσαν τήν κτίσιν» (J. D. Mansi, Sacrorum Consiliorum nova et amplissima collectio, 17Α, 484) ὁμολογοῦσαν καί αὐτοί ἀκόμη οἱ τοποτηρητές τῆς Ρώμης.
8 ᾿Ιωσήφ Βρυεννίου, Τά εὑρεθέντα, τόμ. Α´, σελ. 452-453.
9 J. D. Mansi, Sacrorum Consiliorum nova et amplissima collectio 31Α,885 DΕ.
10 Βλ. Αὐγ. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἔκδ. 16η, ᾿Αθῆναι 1993, σελ. 286-287. Πρβλ. Σ. Ν. Σάκκου, ῾Ο ἀπό στολος τοῦ σκλαβωμένου γένους, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 205.
11 Πηδάλιον, σ. 55.
12 Μελέτη ἱστορική περί τῶν αἰτίων τοῦ σχίσματος, τόμ. 1ος, ᾿Αθῆναι 1911, σελ. 69. Ἐπʼ αὐτοῦ βλ. καί παλαιότερο ἄρθρο μου «Ὁ ἅγιος Νεκτάριος καί ὁ Παπισμός » ἐφ. Ὀρθόδοξος Τύπος, ἀρ. φύλ. 1813 (1/1/2010).
13 Γρηγορίου Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. 2ος, ἔκδ. Π. Χρήστου, Θεσ/νίκη 1966, σελ. 482.
14 Στό Β΄ ἄρθρο τῆς σειρᾶς αὐτῆς.


ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1923

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου