ΣΚΟΠΙΜΩΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΤΑΙ Η «ΑΠΟΨΙΣ» ΟΤΙ ΟΙ ΖΗΛΩΤΑΙ
ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΓΑΠΗΝ
ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΓΑΠΗΝ
Ἀπάντησις εἰς τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην ὑπό τοῦ Μητροπολίτου πρώην Ἐρζεγοβίνης π.
Ἀθανασίου Γιέφτιτς, ὁ ὁποῖος ἀναδεικνύει τόν ἀντιπαπισμόν τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου
Εἶναι γνωστόν ὅτι τό Πατριαρχεῖον Σερβίας ἔχει ἀποστατήσει ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς. Τά πνευματικά τέκνα τοῦ Ἁγίου συμπροσεύχονται μετά τῶν Παπικῶν καί τῶν Ἑβραίων ἤ ἐπιτρέπουν ὁμαδικάς βαπτίσεις κατά τόν παπικόν τρόπον. Δι᾽ ὅλα αὐτά ὡς καί διά τήν στάσιν των ἔναντι τοῦ κανονικοῦ Μητροπολίτου Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου, τόν ὁποῖον ἐσυκοφάντησαν καί κατεδίωξαν, ὁ «Ο.Τ.» τά ἔχει ἐπικρίνει. Μέ ἀφορμήν ὅμως τήν «ἐπιστράτευσιν» κειμένου τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, διά τοῦ ὁποίου ἐπιχειρεῖ νά καταδείξη ὅτι ὅσοι ἀντιδρῶμεν εἰς τούς θεολογικούς διαλόγους εἴμεθα κακοί καί δέν ἔχομεν ἀγάπην ὡς ζηλωταί, δημοσιεύομεν ἕν κείμενον-ἀπάντησιν τοῦ Μητροπολίτου πρώην Ἐρζεγοβίνης π. Ἀθανασίου Γιέφτιτς (μέ τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά ἀλλάξη θέσιν), διά τοῦ ὁποίου ἀφήνει νά ἐννοηθῆ ὅτι σκοπίμως καλλιεργεῖται ἡ ἄποψις ὅτι οἱ ζηλωταί εἶναι κακοί καί στερούμενοι ἀγάπης, ἐνῶ εἰς τήν πραγματικότητα οἱ οἰκουμενισταί δέν ἔχουν ἀληθινήν ἀγάπην, διότι ὁμιλοῦν περί τῆς ἀγάπης ἄνευ τῆς ἀγάπης τῆς ἀληθείας (προφανῶς τῆς πίστεως).
Ἐπισημαίνει δέ ὅτι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἦτο ὑπέρ τοῦ διαλόγου μετά τῶν ἑτεροδόξων, ἀλλά ἦτο ἀντιπαπικός. Γράφει σχετικῶς:
«Εἶναι χαρακτηριστικὸ πὼς στὸν ἅγιό μας δὲν κυριαρχεῖ οὔτε ζῆλος οὔτε ἀδιαφορία. Καὶ στὴν ἐποχή μας, σήμερα, πρέπει νὰ προσέξουμε πολὺ στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ μὴ καλλιεργεῖται μία ἄποψη: ὅτι μόνον οἱ ζηλωτὲς εἶναι κακοὶ καὶ δὲν ἔχουν ἀγάπη. Διότι καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ λεγόμενοι Οἰκουμενιστές, δὲν ἔχουν ἀληθινὴ ἀγάπη μὲ τὸ νὰ μιλᾶνε γιὰ ἀγάπη χωρὶς τὴν ἀγάπη τῆς ἀληθείας. Ἡ πόλωση αὐτὴ δὲν εἶναι καλή.
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος τονίζει ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ πᾶν. Δὲν φταῖνε τὰ δόγματα. Ἐὰν ἕνας μισεῖ τὸν αἱρετικό, φταίει περισσότερο τὸ πνεῦμα του, ἡ τοποθέτησή του. Ὁ ἅγιος, χωρὶς νὰ καταργεῖ τὴν ἀγάπη, θεωρεῖ τὴν παπικὴ ἐκκλησιολογία σὰν ἕνα εἶδος φιλοσοφικοῦ θεσμοῦ, μία φιλοσοφικὴ θεωρία, ποὺ παραδέχεται τὸν Θεὸν ὡς Δημιουργό τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ὄχι καὶ σὰν Προνοητὴ αὐτοῦ. Ἡ παπικὴ Ἐκκλησία θέτει σὲ δεύτερη μοῖρα τὸν ἴδιο τὸν Χριστόν. Αὐτὸ τὸ ἔχει τονίσει καὶ ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλὰ ἔχει τονιστεῖ καὶ στὴ Σερβικὴ Θεολογία, στὸν π. Ἰουστῖνο Πόποβιτς. Ὁ πάπας ἐκτοπίζει τὴν Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἔρχεται αὐτὸς νὰ κυριαρχήσει, ἐνῶ ὁ Χριστὸς βρίσκεται κάπου πίσω καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν ἔχει τὴν κεντρικὴ θεοπρεπῆ θέση Του. Ὁ Φλωρόφσκυ ἔλεγε ὅτι πράγματι χωλαίνει ἡ ἐκκλησιολογία τῆς Ρώμης, μὰ περισσότερο ἡ Χριστολογία τους. Τὸ ʻχει γράψει καὶ ἡ μηδαμινότητά μου ὅτι δὲν ἔχει Χριστοκεντρισμὸ ἡ ρωμαϊκὴ θεολογία, ἔχει περισσότερο Χριστομονισμό, χωλαίνει στὴ Χριστολογία. Καὶ ὁ ἅγιος Νεκτάριος, χωρὶς νὰ τὸ λέει ἐπὶ λέξει, τὸ ἐννοεῖ, πὼς τὸ νὰ ἀπωθεῖται ὁ Χριστὸς καὶ νὰ γίνεται ὁ πάπας ἀντικαταστάτης του εἶναι ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ ὡς Ἀπαρχῆς καὶ Κεφαλῆς καὶ Ἀκρογωνιαίου Λίθου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Πρωτοτόκου ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς. [...]
Τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου εἶναι λίαν σημαντικά. Δὲν εἶναι γραμμένα μὲ μῖσος, ἀλλὰ ἀποτελοῦν ἔκφραση τῆς ἴδιας ἀγάπης καὶ μέριμνας τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καὶ προῆλθαν ἀπὸ μία σπουδαία μελέτη, ἀπὸ ἕνα ἄνθρωπο, ποὺ ἤθελε πραγματικὰ τὸ διάλογο: “Διά τοῦ δόγματος τοῦ ἀλαθήτου ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία ἀπώλεσε τὴν πνευματική της ἐλευθερία, τὸν στολισμόν της, ἐκλονίσθη ἐκ βάθρων, ἐστερήθη τοῦ πλούτου τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἀπὸ πνεύματος καὶ ψυχῆς κατέστη ἄναυδον σῶμα [...]. Ἀπὸ καρδίας θλιβόμεθα γιὰ τὴν γενομένην ἀδικίαν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἐκ τῶν μυχίων [...] εὐχόμεθα νὰ φωτίση τὸ νοῦν καὶ τὴν καρδίαν τοῦ Μακαριωτάτου Ποντίφηκος τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπως ἀποδόση τιμὴ τῇ Ἁγίᾳ Καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ, ὅ,τι παρ' αὐτῆς ἀφήρεσεν ὡς μὴ ὤφειλεν”.
Εἶναι μεγάλος ὁ πόνος τοῦ ἁγίου μας γιὰ τὴν πτώση καὶ τή μὴ μετάνοια τῆς Ρώμης. Λέει στὸ βιβλίο του: “...ὅπως ἔχουν στὴν πρώτη σειρὰ τὸ πρωτεῖο, τὴν ἐξουσία τοῦ Πέτρου, μακάρι νὰ εἶχαν καὶ στὴν πρώτη σειρὰ τὴ μετάνοια τοῦ Πέτρου, γιὰ νὰ εἶναι ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ εἶναι πράγματι εὐαγγελικὴ ἡ Ἐκκλησία”».
Εἶναι γνωστόν ὅτι τό Πατριαρχεῖον Σερβίας ἔχει ἀποστατήσει ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς. Τά πνευματικά τέκνα τοῦ Ἁγίου συμπροσεύχονται μετά τῶν Παπικῶν καί τῶν Ἑβραίων ἤ ἐπιτρέπουν ὁμαδικάς βαπτίσεις κατά τόν παπικόν τρόπον. Δι᾽ ὅλα αὐτά ὡς καί διά τήν στάσιν των ἔναντι τοῦ κανονικοῦ Μητροπολίτου Ράσκας καί Πριζρένης κ. Ἀρτεμίου, τόν ὁποῖον ἐσυκοφάντησαν καί κατεδίωξαν, ὁ «Ο.Τ.» τά ἔχει ἐπικρίνει. Μέ ἀφορμήν ὅμως τήν «ἐπιστράτευσιν» κειμένου τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, διά τοῦ ὁποίου ἐπιχειρεῖ νά καταδείξη ὅτι ὅσοι ἀντιδρῶμεν εἰς τούς θεολογικούς διαλόγους εἴμεθα κακοί καί δέν ἔχομεν ἀγάπην ὡς ζηλωταί, δημοσιεύομεν ἕν κείμενον-ἀπάντησιν τοῦ Μητροπολίτου πρώην Ἐρζεγοβίνης π. Ἀθανασίου Γιέφτιτς (μέ τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά ἀλλάξη θέσιν), διά τοῦ ὁποίου ἀφήνει νά ἐννοηθῆ ὅτι σκοπίμως καλλιεργεῖται ἡ ἄποψις ὅτι οἱ ζηλωταί εἶναι κακοί καί στερούμενοι ἀγάπης, ἐνῶ εἰς τήν πραγματικότητα οἱ οἰκουμενισταί δέν ἔχουν ἀληθινήν ἀγάπην, διότι ὁμιλοῦν περί τῆς ἀγάπης ἄνευ τῆς ἀγάπης τῆς ἀληθείας (προφανῶς τῆς πίστεως).
Ἐπισημαίνει δέ ὅτι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἦτο ὑπέρ τοῦ διαλόγου μετά τῶν ἑτεροδόξων, ἀλλά ἦτο ἀντιπαπικός. Γράφει σχετικῶς:
«Εἶναι χαρακτηριστικὸ πὼς στὸν ἅγιό μας δὲν κυριαρχεῖ οὔτε ζῆλος οὔτε ἀδιαφορία. Καὶ στὴν ἐποχή μας, σήμερα, πρέπει νὰ προσέξουμε πολὺ στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ μὴ καλλιεργεῖται μία ἄποψη: ὅτι μόνον οἱ ζηλωτὲς εἶναι κακοὶ καὶ δὲν ἔχουν ἀγάπη. Διότι καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ λεγόμενοι Οἰκουμενιστές, δὲν ἔχουν ἀληθινὴ ἀγάπη μὲ τὸ νὰ μιλᾶνε γιὰ ἀγάπη χωρὶς τὴν ἀγάπη τῆς ἀληθείας. Ἡ πόλωση αὐτὴ δὲν εἶναι καλή.
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος τονίζει ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ πᾶν. Δὲν φταῖνε τὰ δόγματα. Ἐὰν ἕνας μισεῖ τὸν αἱρετικό, φταίει περισσότερο τὸ πνεῦμα του, ἡ τοποθέτησή του. Ὁ ἅγιος, χωρὶς νὰ καταργεῖ τὴν ἀγάπη, θεωρεῖ τὴν παπικὴ ἐκκλησιολογία σὰν ἕνα εἶδος φιλοσοφικοῦ θεσμοῦ, μία φιλοσοφικὴ θεωρία, ποὺ παραδέχεται τὸν Θεὸν ὡς Δημιουργό τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ὄχι καὶ σὰν Προνοητὴ αὐτοῦ. Ἡ παπικὴ Ἐκκλησία θέτει σὲ δεύτερη μοῖρα τὸν ἴδιο τὸν Χριστόν. Αὐτὸ τὸ ἔχει τονίσει καὶ ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλὰ ἔχει τονιστεῖ καὶ στὴ Σερβικὴ Θεολογία, στὸν π. Ἰουστῖνο Πόποβιτς. Ὁ πάπας ἐκτοπίζει τὴν Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἔρχεται αὐτὸς νὰ κυριαρχήσει, ἐνῶ ὁ Χριστὸς βρίσκεται κάπου πίσω καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν ἔχει τὴν κεντρικὴ θεοπρεπῆ θέση Του. Ὁ Φλωρόφσκυ ἔλεγε ὅτι πράγματι χωλαίνει ἡ ἐκκλησιολογία τῆς Ρώμης, μὰ περισσότερο ἡ Χριστολογία τους. Τὸ ʻχει γράψει καὶ ἡ μηδαμινότητά μου ὅτι δὲν ἔχει Χριστοκεντρισμὸ ἡ ρωμαϊκὴ θεολογία, ἔχει περισσότερο Χριστομονισμό, χωλαίνει στὴ Χριστολογία. Καὶ ὁ ἅγιος Νεκτάριος, χωρὶς νὰ τὸ λέει ἐπὶ λέξει, τὸ ἐννοεῖ, πὼς τὸ νὰ ἀπωθεῖται ὁ Χριστὸς καὶ νὰ γίνεται ὁ πάπας ἀντικαταστάτης του εἶναι ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ ὡς Ἀπαρχῆς καὶ Κεφαλῆς καὶ Ἀκρογωνιαίου Λίθου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Πρωτοτόκου ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς. [...]
Τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου εἶναι λίαν σημαντικά. Δὲν εἶναι γραμμένα μὲ μῖσος, ἀλλὰ ἀποτελοῦν ἔκφραση τῆς ἴδιας ἀγάπης καὶ μέριμνας τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καὶ προῆλθαν ἀπὸ μία σπουδαία μελέτη, ἀπὸ ἕνα ἄνθρωπο, ποὺ ἤθελε πραγματικὰ τὸ διάλογο: “Διά τοῦ δόγματος τοῦ ἀλαθήτου ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία ἀπώλεσε τὴν πνευματική της ἐλευθερία, τὸν στολισμόν της, ἐκλονίσθη ἐκ βάθρων, ἐστερήθη τοῦ πλούτου τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἀπὸ πνεύματος καὶ ψυχῆς κατέστη ἄναυδον σῶμα [...]. Ἀπὸ καρδίας θλιβόμεθα γιὰ τὴν γενομένην ἀδικίαν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἐκ τῶν μυχίων [...] εὐχόμεθα νὰ φωτίση τὸ νοῦν καὶ τὴν καρδίαν τοῦ Μακαριωτάτου Ποντίφηκος τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπως ἀποδόση τιμὴ τῇ Ἁγίᾳ Καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ, ὅ,τι παρ' αὐτῆς ἀφήρεσεν ὡς μὴ ὤφειλεν”.
Εἶναι μεγάλος ὁ πόνος τοῦ ἁγίου μας γιὰ τὴν πτώση καὶ τή μὴ μετάνοια τῆς Ρώμης. Λέει στὸ βιβλίο του: “...ὅπως ἔχουν στὴν πρώτη σειρὰ τὸ πρωτεῖο, τὴν ἐξουσία τοῦ Πέτρου, μακάρι νὰ εἶχαν καὶ στὴν πρώτη σειρὰ τὴ μετάνοια τοῦ Πέτρου, γιὰ νὰ εἶναι ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ εἶναι πράγματι εὐαγγελικὴ ἡ Ἐκκλησία”».
ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1905
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου