Στό ἑβδομαδιαῖο «Μήνυμα τῆς Κυριακῆς», πού τήν περασμένη Κυριακή ἦταν ἀφιερωμένο στήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναφερόμενος διαχρονικά στίς ποικιλώνυμες αἱρέσεις, ὡμίλησα εἰδικότερα καί γιά τήν σύγχρονη παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἔκαμα χρῆσι τοῦ ὅρου παναίρεσις, τόν ὁποῖο ἐχρησιμοποιοῦσε ὁ σύγχρονος ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ὁμιλώντας ἀκριβῶς γιά τόν ψευδο-οἰκουμενισμό, τόν αὐθαίρετο, ἀντικανονικό καί ἀπροϋπόθετο καί ὄχι γιά τήν θεοδίδακτη Οἰκουμενική Κίνησι τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία βασίζεται στά λόγια τοῦ Θεανθρώπου Ἱδρυτοῦ της˙ «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν...» (Ματθ. κα', 19-20) καί τό ἄλλο ἐδάφιο : «καί ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἅ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης, κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν, καί τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσι, καί γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Ἰωαν. ι', 16).
Ἐτόνισα στό Κυριακάτικο αὐτό μήνυμα ὅτι, βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀσυμβίβαστη ἡ συμπροσευχή καί ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ἑτεροδόξους καί αἱρετικούς - κακοδόξους, ἐφ' ὅσον προηγουμένως δέν ἐξομαλυνθοῦν οἱ δογματικές διαφορές, θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές, καί δέν ἀποκηρυχθοῦν οἱ αἱρετικές δοξασίες, πλάνες καί καινοτομίες τους καί ἑπομένως ἔτσι καθίσταται ἀδύνατη μαζί τους ἡ ἕνωσις καί ἑνότης ἐν τῇ πίστει καί τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ. Καί, κατόπιν τούτων, ἐξέφρασα τήν λύπην μου ὅταν ἐν ὥρᾳ Θείας Λατρείας λαμβάνουν χώραν περιστατικά συμπροσευχῆς μέ ἀκοινώνητα κανονικῶς πρόσωπα, ὡς τό μνημονευόμενο περιστατικό τῆς τελέσεως τῆς Ἀκολουθίας τῆς Ἀρτοκλασίας σέ Πατριαρχική Θεία Λειτουργία, κατά τήν ὁποία ὁ Παπικός Ἀρχιεπίσκοπος καί ὁ Νούντσιος μέ θρασύτητα προσεγγίζουν μαζί μέ τούς Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους καί Κληρικούς τόν εὐλογούμενο ἀπό τόν Πατριάρχη τῶν Σέρβων ἄρτο! Γιατί ἡ λειτουργική αὐτή πρᾶξις μόνο μέ Ὀρθοδόξους Κληρικούς γίνεται καί δηλώνει τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μεταξύ των.
Ἀναφερόμενος δέ στήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, (τήν ὁποία, ὅπως εἴπαμε, κατεδίκασε ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς), ἐξ ἀφορμῆς τοῦ πιό πάνω περιστατικοῦ, ἀλλά καί τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Μακ. Πατριάρχου Σερβίας κ.Εἰρηναίου μετά τοῦ Σεβ.Ἐπισκόπου Μπάτσκας κ.Εἰρηναίου εἰς τήν ἑβραϊκήν συναγωγήν Sukat Salom τοῦ Βελιγραδίου γιά τήν παραδοσιακή ἑβραϊκή ἑορτή Hanuka, κατά τήν ὁποία ἀμφότεροι ἄναψαν δύο ἀπό τά ὀκτώ κεριά τῆς λυχνίας, προσέθεσα ὅτι , δυστυχῶς, σήμερα ὡρισμένα παιδιά τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου, ὄχι μόνον δέν ἐνστερνίζονται τά κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ λεχθέντα τοῦ ἁγίου αὐτῶν πνευματικοῦ Πατρός, ἀλλά ἀνέχονται καί τήν καθαίρεσι ἐναρέτου καί ὁμολογητοῦ Ἀδελφοῦ των Ἐπισκόπου, δεινοῦ πολεμίου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί Κανονικοῦ Ἐπισκόπου Ράσκας καί Πριζρένης κ.Ἀρτεμίου, γενομένης ἄνευ ἐξαγγελίας τοῦ κατηγορητηρίου, κανονικῆς δίκης, ἐξετάσεως μαρτύρων, ἀπολογίας καί συμφώνου πρός τούς Ἱερούς Κανόνας καταδίκης.
Πρίν ἀπαντήσω στή βαρειά κατηγορία τῆς ψευδολογίας καί τῆς διαδόσεως τοῦ ψεύδους, θά ἤθελα νά ἐπισημάνω τό ἑξῆς. Τόσον ὁ Σεβασμιώτατος κ.Ἀθανάσιος Γιέφτιτς, ὅσο καί τά ἄλλα τέκνα - Ἐπίσκοποι τοῦ ἁγίου Πατρός ἡμῶν Ἰουστίνου Σεβ.κκ. Ἀμφιλόχιος, Εἰρηναῖος καί Ἀρτέμιος χαίρουν τῆς βαθείας τιμῆς καί τοῦ πηγαίου μου σεβασμοῦ ἀπό τριῶν καί πλέον δεκαετιῶν χάρις στό ἁγιασμένο καί καταξιωμένο πρόσωπο τοῦ μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένου ἀειμνήστου Γέροντός μου Μητροπολίτου Ὕδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης κυροῦ Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος τούς περιέβαλλε μέ περισσή τιμή καί ἀγάπη. Οἱ ἐν θέματι Σεβ. Ἐπίσκοποι κατά τόν χρόνον τῶν σπουδῶν των εἰς τήν πατρίδα μας, ἀλλά καί ἀργότερα, εἶχαν συχνή ἐπικοινωνία μέ τόν ἀοίδιμο Μητροπολίτη Ἱερόθεο, ὁ ὁποῖος καί τούς ἐκάλεσε ὡς εἰσηγητάς εἰς τά κατά τό ἔτος 1996 Διορθόδοξα Συνέδρια (Μοναχικό καί Θεολογικό) στήν Αἴγινα ἐπί τῇ συμπληρώσει 150ετίας ἀπό τῆς γεννήσεως τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, Ἐπισκόπου Πενταπόλεως. Μάλιστα τότε τό θέμα τοῦ Σεβ. κ.Ἀρτεμίου ἦταν περί Οἰκουμενισμοῦ.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων δέν εἶπα, οὔτε τό διενοήθην, ὅτι τά πνευματικά τέκνα τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου τόν ἐπρόδωσαν, ἀλλ' ὅτι δέν στοιχοῦν εἰς τήν αὐστηράν στάσιν τοῦ Ἁγίου Πατρός ἔναντι τοῦ ψευδο-οἰκουμενισμοῦ καί ἀνέχθηκαν τήν ἀντικανονική καταδίκη σέ καθαίρεσι τοῦ δεινοῦ πολεμίου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ Σεβ. κ.Ἀρτεμίου. Τί θά ἔλεγε, ἐάν ἐζοῦσε σήμερα ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος γιά τά δύο περιστατικά οἰκουμενιστικῶν ἐκδηλώσεων, πού προαναφέραμε; Πῶς θά ἐχαρακτήριζε τόν οἰκουμενισμό αὐτό; Θά τόν ὠνόμαζε ὀρθόδοξη οἰκουμενική κίνησι; Ἀσφαλῶς ὄχι. Θά συμφωνοῦσε μέ τήν οὕτω πως γενομένη καθαίρεσι τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου (ἀφοῦ προηγήθηκε προσωρινή ἀπομάκρυνσις - ἔκπτωσις - πλήρωσις τῆς Ἐπισκοπῆς του); Ἐκτός καί ἄν ἐτηρήθησαν οἱ προβλεπόμενες κανονικές διαδικασίες καί ἐφηρμόσθησαν οἱ ἀπαραίτητοι δικονομικοί ὅροι κατά τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί δέν τό γνωρίζουμε.
Εἰς αὐτό τό σημεῖο ἐπικεντρώνεται ἡ ἀνησυχία καί ἡ ἐνώδυνος καί ἀγωνιώδης φωνή μου. Ὁ Σεβ. κ.Ἀθανάσιος ὁμιλεῖ γιά «οἰκονομικές καί ἄλλες παραβάσεις». Ἐάν ἐκλήθη εἰς ἀπολογίαν ὁ Σεβ.Ἀρτέμιος ἤ καί ἀπέρριψε τρεῖς ἐπιτροπές ὑπάρχει ἡ κανονική καί νόμιμος δικαστική διαδικασία, ὁπότε, τηρουμένης αὐτῆς ἐπακριβῶς, ἐάν δέν προσέλθῃ καταδικάζεται ἐρήμην, ἡ δέ καταδίκη εἶναι κανονική καί τελεσίδικος, βασιζομένη εἰς συγκεκριμένους Ἱερούς Κανόνας. Ἐάν ἔτσι εἶχαν τά πράγματα καί κατεδικάζετο κανονικῶς ὁ Σεβ. Ἀδελφός δέν θά εἴχαμε κρίσιν συνειδήσεως οἱ ὀρθόδοξοι συνεπίσκοποί του.
Τήν ἀγωνιώδη αὐτή ἀνησυχία μου ἐξεδήλωσα τρεῖς φορές (δύο ἀνεπισήμως καί μία ἐπισήμως, μέσῳ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου διά τοῦ ὑπ΄ ἀριθ. 28/14-1-2011 ἐγγράφου μου πρός τόν Μακ. Πατριάρχην τῶν Σέρβων κ.Εἰρηναῖον), δύο φορές εἰς τόν Μακ. Πατριάρχην καί μία εἰς τόν Σεβ.Ἐπίσκοπον Μπάτσκας κ.Εἰρηναῖον.
Εἰς τόν Μακ.Πατριάρχην, ἐκτός ἀπό τό ἐν θέματι ἐπίσημο ἔγγραφό μου ἔγραψα σέ ὑστερόγραφο, μετά τίς Πασχάλιες εὐχές μου κατά τό Ἅγιο Πάσχα 2010, τά ἑξῆς : Μακαριώτατε, βαθύτατα μᾶς ἐλύπησε ἡ βαρυτάτη ἀναίτιος τιμωρία τοῦ ἀξίου Μητροπολίτου Ράσκας κ.Ἀρτεμίου. Σᾶς παρακαλοῦμεν θερμότατα ἀποκαταστήσατε τόν ὑπεράξιον αὐτόν Ἐπίσκοπον. Καί εἰς τόν Σεβ. Μπάτσκας, ὁ ὁποῖος εὐγενῶς μοῦ ἀπέστειλε τίς ἀδελφικές ἑόρτιες εὐχές του διά τό Ἅγιο Δωδεκαήμερο 2010-2011, ἔγραψα σέ ὑστερόγραφο τά ἑξῆς : Σᾶς εὐχαριστῶ θερμότατα, ἅγιε Ἀδελφέ, διά τάς θερμάς ἑορτίους εὐχάς τῆς Ὑμετέρας Σεβασμιότητος. Ἐπιτρέψατέ μου νά ἐκφράσω, κατ' αὐτάς τάς ἁγίας ἡμέρας, τόν βαθύτατον πόνον τῆς ψυχῆς μου διά τήν ἄνευ δίκης, ἀπολογίας καί ἐπισήμου δικαστικῆς καταδίκης, κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἐπιβολήν τῆς ἐσχάτης τῶν ποινῶν εἰς τόν ἅγιον Ἀδελφόν Σεβ. Ράσκας κ.Ἀρτέμιον. «Ἀπόντα οὐδείς κατακρίνει» (Δ' Οἰκουμ.Σύνοδος). Συγχωρήσατέ μοι.
Ἔπειτα ἀπό τά δύο αὐτά ἀνεπίσημα ὑστερόγραφα κείμενα δέν ἔλαβα καμμία ἀπάντησι -ἔστω καί δι' ἑνός κληρικοῦ ἤ γραμματέως- , ἡ ὁποία θά μέ διεφώτιζε σέ περίπτωσι πού ἐκρίνετο ὅτι δέν ἔχω σαφῆ καί ἐπαρκῆ γνῶσιν τοῦ θέματος. Δι' αὐτό δέν δύναται νά εὐσταθήσῃ ὁ λόγος τοῦ σεβαστοῦ μοι ἁγίου πρ.Ἐρζεγοβίνης κ.Ἀθανασίου : «αὐτά τά ψέμματα πού διαδίδει καί ὁ Ἅγιος Κυθήρων δέν ὑπηρετοῦν τήν Ὀρθοδοξία καί πραγματικά λυπᾶμαι πού τό λέω ἀνήμερα τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἀλήθεια καί τιμιότητα καί ὄχι ψέμα καί ὑποκρισία ...». Εἶναι πολύ βαρειά αὐτά τά λόγια!
Εὔχομαι ὁλόψυχα νά λάμψῃ τηλαυγῶς ἡ ἀλήθεια ἐπί τοῦ σοβαροτάτου αὐτοῦ θέματος (τήν ὁποία καί ἀνεπιφύλακτα θά ἀσπασθοῦμε), τό φῶς τοῦ Χριστοῦ νά διαλύσῃ τό σκότος καί τήν σύγχυσι (ἀφοῦ ἡ κάθε πλευρά προτάσσει τά ἐπιχειρήματα καί τάς αἰτιάσεις της ἔναντι τῆς ἄλλης) καί νά ἐπέλθῃ ἡ εἰρήνευσις καί κατάστασις τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Σερβικῆς Ἐκκλησίας, τό καί ποθούμενο καί ἐπιδιωκόμενο, ἀφοῦ πρῶτον ἀποφευχθῆ τό ὀδυνηρό γιά ὅλους τούς Ὀρθοδόξους -καί ἰδιαίτερα γιά τήν ὁμόδοξη Σερβική Ἐκκλησία- σχίσμα.
Μέ αὐτό τό πνεῦμα ἔγραψα πρό διμήνου καί ἀπέστειλα νά ὑποβληθῇ μέσῳ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τό προμνημονευθέν ἔγγραφόν μου πρός τόν Μακ.Πατριάρχην καί τήν Ἱεράν Πατριαρχικήν Σύνοδον. Θερμότατα παρακαλῶ ἀμφότερες τίς πλευρές νά ἀκουσθῇ καί ἡ ταπεινή καί θερμή ἔκκλησις ἐμοῦ, τοῦ ἐλαχιστοτέρου τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, μέσα στό ἱερό καί κατανυκτικό κλῖμα τῆς πενθίμου καί νηστίμου περιόδου τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τῆς περιόδου τῆς μετανοίας, τῆς καταλλαγῆς καί τῆς αὐτοκριτικῆς. Καί τοῦτο νά ἀποβῇ εἰς δόξαν Θεοῦ, εἰρήνευσιν καί εὔκλειαν τῆς Σερβικῆς ὁμοδόξου Ἐκκλησίας καί σωτηρίαν ψυχῶν.
Καί μέ τόν ἱερόν αὐτόν πόθον καί στόχον δημοσιεύω στή συνέχεια τό ἐν θέματι ἔγγραφο -ἔκκλησι πρός τό Σεπτό Πατριαρχεῖο τῆς Σερβίας, ἔχων τήν πεποίθησιν ὅτι ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, πού δέν ἀνήκω μόνον εἰς τήν Ἱεράν Ἐπισκοπήν μου καί τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί εἰς τό Ἱερόν Σῶμα τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπιβάλλεται, ὅταν παρίσταται ἀνάγκη, νά καταθέτω τήν μαρτυρίαν μου ἐπί ἱεροκανονικῶν καί δογματικῶν θεμάτων, διότι τοιούτων (θεμάτων) ὑφισταμένων παρακωλύεται ἡ ἐκκλησιαστική καί μυστηριακή κοινωνία ἐν τῷ Χριστεπωνύμῳ τῆς Ἁγιωτάτης μας Ἐκκλησίας Πληρώματι.
† Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ
Τό ἔγγραφον πρός τήν Ὁμόδοξον Σερβικήν Ἐκκλησίαν
Μακαριώτατε Πατριάρχα,
Σεβασμιώτατοι καί Πανιερώτατοι ἅγιοι Συνοδικοί Ἀρχιερεῖς,
Εὐλογημένος καί κεχαριτωμένος εἴη παρά Κυρίου ὁ νέος σωτήριος ἐνιαυτός τῆς χρηστότητος Αὐτοῦ.
Ἐν συνοχῇ καρδίας καί μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ προάγομαι ὡς ὁ ἐλαχιστότερος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, διά τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, νά ὑποβάλω πρός Ὑμᾶς καί τήν περί Ὑμᾶς Ἱεράν Πατριαρχικήν Σύνοδον τήν ἀκόλουθον θερμοτάτην ἔκκλησιν, μηδόλως προτιθέμενος νά ὑπεισέλθω εἰς τά interna corporis, οὐδέ νά ἀναμειχθῶ εἰς τά ἐσωτερικά τῆς καθ' Ὑμᾶς Ἁγιωτάτης κατά Σερβίαν Ἐκκλησίας. Ἁπλῶς καί μόνον, ἀναφερόμενος εἰς τήν πρόσφατον ἔκπτωσιν ἐκ τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Θρόνου τῆς Ἱερᾶς Ἐπισκοπῆς Ράσκας καί Πριζρένης τοῦ Πανιερωτάτου Ἐπισκόπου κ.Ἀρτεμίου καί τήν ἐν συνεχείᾳ καθαίρεσιν αὐτοῦ ἀπό τοῦ Ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος καί ἐξαγορευόμενος ταπεινῶς τήν βαθεῖαν λύπην καί ὀδύνην τῆς καρδίας μου διά τά γενόμενα, δίχα τῆς ὑπό τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας προβλεπομένης κανονικῆς διαδικασίας (ἀπαγγελία κανονικοῦ παραπτώματος, ἀνακριτική διαδικασία, παροχή ἐξηγήσεων, εἰσαγωγή εἰς δίκην, κανονική δίκη, προσαγωγή μαρτύρων, ἀπολογία καί καταδίκη ἐρειδομένη εἰς τήν παράβασιν συγκεκριμένων Ἱερῶν Κανόνων ἤ πολιτειακῶν νόμων), παρακαλῶ καί ἱκετεύω τήν Μακαριότητα καί τήν Σεβασμιότητα ἤ Πανιερότητα Ὑμῶν ὅπως, «ἐκθέμενοι φιλανθρωποτέραν ψῆφον», κατά τούς Ἱερούς Κανόνας, εὐαρεστηθῆτε καί στέρξητε εἰς ἀναψηλάφησιν τῆς ὑποθέσεως τοῦ καθαιρεθέντος Ἱεράρχου, προκειμένου ὅπως τηρηθῇ ἡ κατά τά ὡς ἄνω ὁριζομένη ἱεροκανονική διαδικασία, ἥτις καί ἐναρμονίζεται εἰς τήν ἀπ' αἰώνων ἁγίαν ἡμῶν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν.
Μακαριώτατε, Ἅγιοι Συνοδικοί,
Δέν θεωρῶ ἐμαυτόν ἁρμόδιον νά ὑποδείξῃ εἰς Ὑμᾶς τάς σχετικάς ἐπιταγάς τοῦ Εὐαγγελικοῦ Νόμου καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς κατ' Ἀνατολάς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας, εἰς ἥν ἀπό κοινοῦ ἀνήκομεν. Δέν ἐπιτρέπω εἰς τόν ἑαυτόν μου νά κρίνῃ ἤ ἐπικρίνῃ τά πρό καί ἄχρι τῆς γενομένης καταδίκης τοῦ εἰς ὅν ἐπεβλήθη ἡ ἐσχάτη τῶν ποινῶν Ἀδελφοῦ μας Ἀρτεμίου. Εἶναι σοβαρότατα θέματα, ἀφορῶντα εἰς τήν εὐθύνην καί τήν θείῳ δικαίῳ ὀρθήν ἀντιμετώπισιν τῆς καθ' Ὑμᾶς Ἁγιωτάτης Αὐτοκεφάλου Σερβικῆς Ἐκκλησίας. Δέν δύναμαι, ὅμως, ὡς Ἐπίσκοπος μέν τῆς μικροτέρας Μητροπολιτικῆς Ἐπαρχίας, ἀλλ' ἐν ταὐτῷ καί τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, νά μή ἐπισημάνω εὐλαβῶς τήν προδήλως ζημιογόνον ὑπέρβασιν τῶν σχετικῶν ἱεροκανονικῶν διατάξεων καί τῆς κανονικῆς τάξεως, οὐδέ νά ἀποκρύψω τό ἀποκυηθέν συνειδησιακόν μου πρόβλημα ἐκ τῶν συμβεβηκότων τῷ οὕτω πως καταδικασθέντι συνεπισκόπῳ μου, μεθ' οὗ δέν προϋπῆρξε ἤ ὑπάρχει γνωριμία τις ἤ ἐπικοινωνία καί ἐπαφή. Δέν μοῦ εἶναι δυνατόν, προσέτι, νά ἀποσιωπήσω τήν προαίσθησιν τοῦ φόβου προκλήσεως ἑνός νέου σχίσματος εἰς τούς κόλπους τῆς Ἁγιωτάτης Ὑμῶν Ἐκκλησίας, τό ὁποῖον, κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον «οὐδέ αἷμα μαρτυρίου δύναται νά ἀποπλύνῃ»˙ γίνεται εὐκόλως καί ἀπογίνεται οὐ ῥαδίως. Καί, τέλος, δέν δύναμαι νά παραβλέψω καί νά μή ἐπισημάνω προσηκόντως τά ὀλέθρια ἀποτελέσματα καί τά ἀνεπούλωτα εἰσέτι τραύματα, τά προελθόντα ἐκ τῆς ἐπιβολῆς ἀντικανονικῶν νόμων τῆς περιόδου τοῦ ὁλοκληρωτικοῦ - δικτατορικοῦ καθεστῶτος (1967-1974) εἰς τήν Ἑλλαδικήν ἡμῶν Ἐκκλησίαν, ὡς ἦσαν ὁ Α.Ν. 214/1968 καί αἱ Συντακτικαί πράξεις 3 καί 7/1974, ἐξ ὧν ἐπί 40ετίαν περίπου δέν ἔπαυσε νά ταλανίζεται μέχρι καί σήμερον ἡ Ἐκκλησία τῆς χώρας μας.
Σύγγνωτέ μοι, Μακαριώτατε καί ἅγιοι Συνοδικοί, διά τήν τοιαύτην ἐν φόβῳ Θεοῦ καί ὑπαγορεύσει τῆς ἐπισκοπικῆς μου συνειδήσεως γινομένην κατάθεσιν ψυχῆς, κινουμένην μόνον καί μόνον ἐξ ἁγνῶν καί θεοκινήτων ἐλατηρίων.
Συγκλείων τήν παροῦσαν θερμοτάτην φιλάδελφον ἔκκλησιν ἐκφράζω τήν ἐκ μέσης καρδίας διάπυρον εὐχήν, ὅπως ἀγαθυνόμενοι ἐπανίδητε φιλαδέλφως, κατά τήν ἱεροκανονικήν τάξιν καί τάς θείας ἐπιταγάς τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τό θέμα τοῦ Πανιερωτάτου Ἀδελφοῦ, ἀγωνιζομένου σθεναρῶς, συμφώνως πρός τε τήν κατά τῆς «παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» διδασκαλίαν τοῦ ἡγιασμένου Γέροντος αὐτοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς καί πρός τάς ἀντιπαπικάς θεολογικάς θέσεις αὐτοῦ.
Καί ἐπί τούτοις, ἀσπαζόμενος τήν Πατριαρχικήν Ὑμῶν δεξιάν καί ἅπαντας τούς Συνοδικούς ἁγίους Ἀρχιερεῖς φιλήματι ἁγίῳ, διατελῶ,
Μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ
Ὁ Μητροπολίτης
†Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου