«Καθυστερημένοι» καὶ προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθὸν ὅσοι ἀντιστεκόμεθα εἰς τοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν.Ἡ προσκόλλησις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καὶ τῆς διδασκαλίας «ἀποκλίνει» ἀπὸ τὴν οὐσίαν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
ΠΑΡΑΜΟΝΑΣ Χριστουγέννων ἀπεκαλύφθη ὅτι ὄπισθεν τῆς διαβοήτου Ἀκαδημίας Θεολογικῶν
Σπουδῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος, ἡ ὁποία διεκήρυξεν ὅτι ὅλαι αἱ «Ἐκκλησίαι» σώζουν, ἀφοῦ προηγουμένως ἀνεκάλυψε τὴν Προτεσταντικὴν «θεολογικὴν συνάφειαν», τὴν χρεωκοπίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀνάγκην τῆς νεοπατερικῆς καὶ μεταπατερικῆς θεολογίας, εὑρίσκεται ἡ «κιβωτός» τῆς Παναιρέσεως τοῦΟἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον.Ἡ ἀποκάλυψις ἔγινε, κατὰ τὴν διάρκειαν ὁμιλίας τοῦ Μεγάλου Ἀρχιδιακόνου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κ. Μαξίμου, τὴν ὁποίαν ἐξεφώνησεν, ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου τὴν Κυριακὴν πρὸ τῶν Χριστουγέννων. ὉἈρχιδιάκονος κατηγορεῖ, ἐμμέσως πλὴν σαφῶς, ὅσους ἀντιδροῦν εἰς τὴν μεταπατερικὴν θεολογίαν ὡς ὀπισθοδρομικούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι προσκολλημένοι τυφλῶς καὶ ἄνευ ὅρων καὶ προϋποθέσεων εἰς τὸ παρελθόν. Ἔφθασε δὲ ἕως τοῦ σημείου νὰ λέγη ὅτι ἡ κατὰ γράμμα προσκόλλησις εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν, τὴν Ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν καὶ τὴν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας «ἀποκτείνει» τὸ πνεῦμα καὶ τὴν οὐσίαν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.Μᾶς ζητεῖ, δηλαδή, νὰ κάμνωμεν ἐκπτώσεις εἰς τὸ γράμμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας δι᾽ ἕνα καὶ μοναδικὸν λόγον, τὸν ὁποῖον ἀποκαλύπτει εἰς ἄλλον σημεῖον τῆς ὁμιλίας του. Αὐτὸς ἔχει σχέσιν μὲ τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν, τῶν Προτεσταντῶν, τῶν Ἀγγλικανῶν κ.λπ.. Τὸ Βατερλώ, προφανῶς, τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου ἐστοίχησεν εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, ἀπὸ τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πάπα εἰς τὸ Φανάρι, καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ κατὰ συνέπειαν τὴν ὈρθόδοξονΠίστιν μας. Ἀπὸ τὴν ὁμιλίαν τοῦ Ἀρχιδιακόνου γίνεται φανερὸν ὅτι καταβάλλεται προσπάθεια ὑπὸ τοῦ Φαναρίου, διὰ νὰ ἀνατρέψη τὸ δυσμενὲς κλῖμα εἰς βάρος του καὶ νὰ συνεχίση τὸ καταστροφικόν του ἔργον εἰς βάρος τῆς Ἀληθείας τῆς Πίστεώς μας, προβάλλον τὴν ἐνέργειαν τοῦ Θεανθρώπου νὰ συνομιλήση μετὰ τῆς Σαμαρείτιδος. Λησμονεῖ, ὅμως, τὸ Φανάρι ὅτι ἡ Σαμαρεῖτις ἐπίστευσεν εἰς τὸν Κύριόν μας, Τὸν ἠκολούθησε καὶ ἡγίασεν, ἐνῶ ὁ Παπισμὸς καὶ αἱ αἱρέσεις, αἱ προερχόμεναι ἀπὸ αὐτόν, ἀπεσπάσθησαν ἀπὸ τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως καὶ εὑρίσκονται εἰς διαρκῆ καὶ ἀμετανόητον πλάνην. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουν καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ τῶν ὀρθοδόξων χριστιανικῶν οἰκογενειῶν. Φαίνεται ὅμως πὼς ἀγνοεῖ τὸ Φανάρι, τὸ ὁποῖον ἄλλοτε καταφρονεῖ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, ἄλλοτε ἀποκαλεῖ ἀδελφὰς Ἐκκλησίας τὰς «Ἐκκλησίας» ὅλων τῶν πλανεμένων χριστιανῶν, ἄλλοτε συμπεριφέρεται εἰς τὸν Πάπαν ὡσὰν νὰ εἶναι κανονικὸς Πατριάρχης τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν αὐτὸς συμπεριφέρεται ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὸ Πρωτεῖον καὶ τὸ ἀλάθητον, τὸ ὁποῖον τὸν καθιστᾶ ἐπίγειον «Θεόν», ἀφοῦ μόνον ὁ Θεὸς εἶναι ἀλάθητος: Ὁ Ἀρχιδιάκονος μᾶς λέγει εἰς τὴν ὁμιλίαν του ὅτι ὅλοι ἐμεῖς οἱ «καθυστερημένοι», οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦ μεν εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους μετὰ τῶν Παπικῶν ἀγωνιζόμεθα διὰ νὰ καταστήσωμεν τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν «μουσειακὸν ἀπολίθωμα καὶ γκέττο». Ὁ μιλῶν δὲ ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὑπεστήριξεν ὅτι οὗτος θὰ συνεχίση τὸν διάλογον. Τίθενται ὅμως ὡρισμένα ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ αὐτὴ ἡ «ἀπολογία» περὶ τῶν διαλόγων, ὅταν αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἶναι μία μειοψηφία «ἀκραίων», «φονταμενταλιστῶν» ὡς τὴν ἀπεκάλεσε πρὸ τριῶν ἑβδομάδων ὁ Οἰκ. Πατριάρχης καὶ «καθυστερημένων», οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται προσκολλημένοι εἰς τὸ παρελθὸν καὶ εὑρίσκονται ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου; 2ον) Μήπως ἡ «ἀπολογία» καὶ οἱ ἀπαράδεκτοι χαρακτηρισμοὶ ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι προδίδουν τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως, (ἐνῶ ἔπρεπε νὰ τὴν διαφυλάσσουν καὶ νὰ τὴν ὑπερασπίζωνται) γίνονται διὰ νὰ δώσουν «ἐξετάσεις» εἰς τὰ «ὑπόγεια ρεύματα» τῆς Ἀμερικῆς καὶ εἰς κέντρα ἀποφάσεων, τὰ ὁποῖα ἐπιζητοῦν τὴν ἐξασθένησιν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Παραδόσεώς της; Ἔχει ἀντιληφθῆ τὸ Φανάρι ὅτι οἱ «ἀκραῖοι», οἱ «φονταμενταλισταὶ» καὶ οἱ «καθυστερημένοι» κρατοῦν τὴν Πίστιν καὶ συμμετέχουν εἰς τὰς Ἱεράς Ἀκολουθίας καὶ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ Φανάρι πρωταγωνιστεῖ ἀποδεδειγμένα εἰς τὴν ἀποστασίαν καὶ τὴν Προδοσίαν τῆς Πίστεως. Δι᾽ αὐτὸ καταφεύγει εἰς τοὺς ἀπαραδέκτους χαρακτηρισμοὺς εἰς βάρος Βαπτισμένων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀξιώνουν τὴν τήρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὸν τερματισμὸν τῶν πάσης φύσεως προκλήσεων.
Τίθενται, ὅμως, τέσσερα ἀκόμη ἐρωτήματα: 1ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ὡς ὁ κυριώτερος ἐκπρόσωπος τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας λαμβάνει ὑπ᾽ ὄψιν του ὅλους ἡμᾶς τοὺς «ἀκραίους», τοὺς «φονταμενταλιστὰς» καὶ τοὺς «καθυστερημένους» καὶ δὲν προχωρᾶ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν σχεδίων, τὰ ὁποῖα ἔχει ἀναλάβει εἰς τὸ πλαίσιον τῆς Οἰκουμενιστικῆς κινήσεως; 2ον) Δια τὶ τόσον τὸ ἴδιον ὅσον καὶ οἱ ἐκπρόσωποί του εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐτρομοκρατήθησαν ἀπὸ τὴν «Ὁμολογίαν Πίστεως» καὶ τὰς 25.000 ὑπογραφάς, τὴν ὁποίαν ἐσυνώδευον καὶ ἔσπευδον διὰ δηλώσεων νὰ διακηρύσσουν ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὰ δόγματα καὶ τὴν Πίστιν κατὰ τὸν θεολογικὸν διάλογον εἰς τὴν Κύπρον διὰ τὸ πρωτεῖον τοῦ Πάπα; 3ον) Διατὶ τὸ Φανάρι ἀπελογήθη ὅτι οἱ διάλογοι γίνονται μὲ τὴν σύμφωνον γνώμην καὶ ἄλλων Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν καὶ Ἱερῶν Συνόδων, ζητῶν νὰ μὴ τοῦ καταλογίζουν οἱ Ὀρθόδοξοι τὰς εὐθύνας διὰ τὸν διάλογον; 4ον) Διατὶ ὀλίγους μῆνας μετὰ τὴν προαναφερομένην ἀπολογίαν, ἐπιτίθεται χαρακτηρίζων «ἀκραίους», «φονταμενταλιστὰς» τοὺς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἀντιδροῦν εἰς τὰ Οἰκουμενιστικὰ του βήματα; Καὶ πῶς ἐπιτρέπει εἰς τὸν Ἀρχιδιάκονόν του νὰ χαρακτηρίζη καθυστερημένους καὶ ἐκτὸς παγκοσμιοποιημένης ἐποχῆς ὅσους ἀντιδροῦν; Ὁ Ἀρχιδιάκονός του, ὅμως, ἔχει «προοπτικάς», ἀφοῦ ὑπερασπίζεται τὰ οἰκουμενιστικὰ βήματα ἐκείνου, ὁ ὁποῖος καταφρονεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, διὰ νὰ δύναται νὰ προσέρχεται ἀνέτως εἰς τὰς Συναγωγάς, νὰ ἀποκαλῆ τὰς αἱρετικὰς
«ἐκκλησίας» ἀδελφὰς ἐκκλησίας, καὶ νὰ ἐξισώνη τὸ φῶς τῆς ἀληθοῦς πίστεως μὲ τὸ «φῶς» τῆς πλάνης.
Περὶ μεταπατερικῆς καὶ
νεοπατερικῆς θεολογίας
Ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος ἀνέλαβε νὰ στηρίξη, μὲ τὴν ἰδίαν ὁμιλίαν, τὴν Ἀκαδημίαν Θεολογικῶν Σπουδῶν καὶ τὰς αἱρετικάς της θέσεις. Ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος εἶπεν ὅτι εὐτυχῶς, ἐκτὸς τῶν «καθυστερημένων» ὑπάρχουν καὶ φωναί, αἱ ὁποῖαι δὲν ἐπιθυμοῦν τὴν ἀπομόνωσιν καὶ τὴν γκετοποίησιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Αἱ φωναὶ αὐταὶ ἐκφράζονται ἀπὸ τὸ Συνέδριον τῆς Ἀκαδημίας μὲ θέμα: «νεοπατερικὴ σύνθεση ἢ μεταπατερικὴ θεολογία». Συμφώνως μὲ τὸν Μέγαν Ἀρχιδιάκονον ἡ Ἀκαδημία διὰ τοῦ θέματος αὐτοῦ «ἔθεσε τὴν χεῖραν ἐπὶ τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ ἐδημιούργησεν, ὡς μὴ ὤφελεν, ἀντιδράσεις ὀρθοδόξων ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένων εἰς τὸ παρελθόν, ἀρνουμένων κατ᾽ οὐσίαν δημιουργικὸν διάλογον μὲ τὸν σύγχρονον πολιτισμὸν καὶ καθιστὼτων οὕτω τὴν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν γυμνὴν διαλόγου καὶ πτωχήν!».
Τὸ σημεῖον αὐτὸ τῆς ὁμιλίας προεκάλεσε ποικίλα σχόλια ὑπὸ θεολόγων καὶ ἱστοσελίδων εἰς τὸ Διαδίκτυον ( Ἴντερνετ). Ἕνα ἐξ αὐτῶν, τὸ ὁποῖον κατεχωρήθη εἰς τὴν ἱστοσελίδα «thriskeftika.blogspot.com» (ΘΕΟΛΟΓΟΣ 21–12–2010), ἔχει ὡς ἀκολούθως:
«Ὥστε, σύμφωνα μὲ τὸν Ἀρχιδιάκονον Μάξιμον, οἱ Μητροπολίτες Ναυπάκτου Ἱερόθεος, Γλυφάδος Παῦλος, Πειραιῶς Σεραφείμ, Κυθήρων Σεραφείμ, ὡς καὶ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁ μοναχὸς Μωυσῆς Ἁγιορείτης καὶ τόσοι ἄλλοι κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, ποὺ ἔλεγξαν τὰ ὅσα ἀκούστηκαν στὸ ἐν λόγῳ συνέδριο τοῦ Βόλου εἶναι “ἰδεολογικῶς προσκεκολλημένοι εἰς τὸ παρελθόν”. Ἀντιθέτως, ὅπως παρακάτω ἀποφαίνεται ὁ Ἀρχιδιάκονος, ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς εἶναι “διακρινόμενος ἐπὶ προφητικῇ ἐγρηγόρσει”! Ὁμοί ως ἀξιοθαύμαστος εἶναι “ὁ Μητροπ. Περγάμου κ. Ἰωάννης, εἷς ἐκ τῶν πιστῶν μαθητῶν τοῦ ἀειμνήστου π. Γεωργίου” (Φλωρόφσκυ).
Δὲν θὰ ἀπαντήσουμε τώρα στὸ ἐρώτημα πόσο “πιστὸς” μαθητὴς τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ εἶναι ὁ Μητρ. Περγάμου. Εἶναι ὅμως βέβαιον ὅτι κάνει μεγάλο λάθος ὁ Ἀρχιδιάκονος Μάξιμος ἀποφαινόμενος ὅτι ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ “πρῶτος ὡμίλησε περὶ τῆς ἀνάγκης νεοπατερικῆς συνθέσεως”.
Στοὺς ἁγίους Πατέρες συναντᾶ κανεὶς τὴν εὐλογημένη, λόγῳ τῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἑνότητα καὶ συνέχεια. Παραδόξως ὅμως ἑνότητα μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει καὶ μεταξύ τῶν ἐν Φαναρίῳ καὶ Ἑλλάδι ὑποστηρικτῶν τῆς “μεταπατερικῆς θεολογίας”. Μόνο ποὺ ὁ συνδετικός τους κρίκος δὲν εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀλλὰ τὸ ἴδιο πνεῦμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμίκευσης. Ὅπως φαίνεται ἡ παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ γέννησε τὸ πρῶτο της τέκνο, τὴν “μετὰπατερικὴ θεολογία” ἢ καλύτερα τὴν πατρομάχο παραθεολογία».
Ὁ «Ο.Τ.» ὑπενθυμίζει ὅτι οἱ Μητροπολῖται Ναυπάκτου, Γλυφάδας, Πειραιῶς, Κυθήρων, ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης καὶ ὁ Μωυσῆς Ἁγιορείτης Μοναχός κατέδειξαν ἐνυπογράφως ὅτι ἡ θεολογικὴ συνάφεια, ἡ νεοπατερικὴ καὶ μεταπατερικὴ συνιστοῦν αἵρεσιν. Διὰ τοὺς οἰκουμενιστὰς ὅλοι προαναφερόμενοι Μητροπολῖται, ὁ πρωτοπρεσβύτερος Θ. Ζήσης καὶ ὁ Ἁγιορείτης Μοναχὸς εἶναι «ἀνεγκέφαλοι». Ὁ χαρακτηρισμὸς ἀνήκει εἰς τὸν οἰκουμενιστὴν καθηγητὴν τῆς θεολογίας κ. Πέτρον Βασιλειάδην. Τὸν διετύπωσεν εἰς ἄρθρον του, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ «amen». Εἰς τὸ ἄρθρον ἐξυμνεῖ μεταξὺ ἄλλων τὴν Ἀκαδημίαν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καὶ τὰς θέσεις της περὶ μεταπατερικῆς θεολογίας.
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1860
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου