Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

Η ΣΤΑΣΙΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΑΙΡΕΣΕΩΣ (1ον μέρος)


Είναι σημαντικό να γνωρίζωμε ποία είναι η σωστή αντιμετώπισις των αιρετικών εν καιρώ αιρέσεως εκ μέρους των Ορθοδόξων και πως πορεύεται και λειτουργείη Εκκλησία σε αυτές τις περιπτώσεις.

Ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης ετήρησε απαράμιλλον εκκλησιαστική στάσι στις δύο αιρέσεις της εποχής του,
την μοιχειανική και την εικονομαχική και ως εκ τούτου η θέσις του στα θέματα αυτά είναι λίαν διαφωτιστική και καθοδηγητική και διά την αίρεσι της ιδικής μας εποχής, η οποία έχει ονομασθεί «Οικουμενισμός».
Η απομάκρυνσις απο την αίρεσι εσήμαινε δι΄ αυτόν ότι δεν έπρεπε να απομακρυνθή (κληρικός ή λαικός) μόνο θεωρητικά, δηλαδή να έχει ορθόδοξο φρόνημα, αλλά και πρακτικά, δηλαδή να απομακρυνθή απο τους αιρετικούς, οι οποίοι ήταν (και είναι) οι φορείς της αιρέσεως. Αυτό το αναφέρει χαρακτηριστικά σε επιστολή του στον ηγούμενο Θεόφιλο.

Λέγει συγκεκριμένα ότι, εφ΄ όσον γνωρίζη πως υπάρχει αίρεσις, πρέπει να φεύγη μακριά απο την αίρεσι, δηλαδή απο τους αιρετικούς. Έν συνεχεία δέ, με λακωνικότατο και αληθινά μεγαλοπρεπή τρόπο, του υποδεικνύει πως να φεύγη μακρυά απο τους αιρετικούς. Του αναφέρει χαρακτηριστικά και επί λέξει «μήτε κοινωνεῖν αὐτοῖς μήτε ἀναφέρειν ἐν τῆ εὐαγεστάτη αὐτῆς μονῆ ἐπί τῆς θείας Λειτουργίας». Δηλαδή διά να φεύγωμε απο την αίρεσι, πρέπει να φεύγωμε μακρυά απο τους αιρετικούς. Και διά να φεύγωμε μακρυά απο τους αιρετικούς δεν χρειάζεται τίποτα άλλο, παρά μόνον να μην έχωμε καμμία εκκλησιαστική επικοινωνία μαζί των και να μην τους μνημονεύωμε στη θεία Λειτουργία. Διότι, καταλήγει ο Όσιος, υπάρχουν πολύ μεγάλες απειλές απο τους Αγίους, δι΄ αυτούς οι οποίοι συγκαταβαίνουν με τους αιρετικούς, όχι μόνον στην μεγάλη αμαρτία της μνημονεύσεώς των, αλλά ακόμη και στην πολύ μικρότερη της κοινής μαζί των συνεστιάσεως (Επιστολή 39. Θεοφίλω ηγουμένω, Φατούρος σελ. 113, στιχ. 51 PG. 99, 1048D).
Στην ίδια επιστολή, επίσης, υπενθυμίζει στον εν λόγω ηγούμενο, ότι είναι δείγμα αληθινής αγάπης στον Θεό η απομάκρυνσις απο τους αιρετικούς. Χρησιμοποιεί δέ, διά να δείξη ότι αυτά τα οποία λέγει δεν είναι ιδικά του λόγια, αλλά Παράδοσις και παγία θέσις της Εκκλησίας, τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ότι δηλαδή εχθροί του Θεού δεν είναι μόνον οι αιρετικοί, αλλά και αυτοί οι οποίοι επικοινωνούν εκκλησιαστικά μαζί των (PG. 99, 1049A).
Έν καιρώ λοιπόν αιρέσεως __σύμφωνα με τον Όσιο__ η ασφαλής οδός σωτηρίας διά τους Ορθοδόξους είναι η εκκλησιαστική απομάκρυνσις απο τους αιρετικούς και η διακοπή της μνημονεύσεώς των. Στους εχθρούς του Θεού όχι μόνον οι αιρετικοί αλλά και όσοι έχουν οιανδήποτε εκκλησιαστική επικοινωνία μαζί των.
Πρέπει να επισημανθεί ότι καιρός αιρέσεως εννοείται κάθε περίοδος χρονική κατά την οποία αναφύεται μία αίρεσις, μέχρι ότου καταδικασθή τελεσιδίκως απο ορθόδοξο σύνοδο. Διά την σημερινή εποχή δυνάμεθα μετά βεβαιότητος να ισχυρισθούμε ότι η περίοδος της αιρέσεως του Οικουμενισμού άρχισε απο το 1920 με την βλάσφημο αιρετική εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και βεβαίως, όπως είναι ηλίου φαεινότερο, η αίρεσις μέχρι σήμερα όχι μόνον δεν κατεδικάσθη, αλλά ΔΙΑΡΚΩΣ ως λοιμική νόσος ΕΠΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ και τείνει διά των Επισκόπων και μέσω του ιερατείου να επικρατήση και στον λαό.
Πρέπει να αναφέρωμε ότι σε πάρα πολλές επιστολές του ο όσιος Θεόδωρος επαινεί τους παραλήπτες των επιστολών, κληρικούς και λαικούς, διά την τελεία απομάκρυνσί των απο τους αιρετικούς της εποχής των. Αναφέρομε πρός τούτο κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα. Σε επιστολή του πρός τον μοναχό Αρκάδιο ο Όσιος αναφέρει ότι εχάρη και εδόξασε τον Θεό, διότι ο Αρκάδιος δεν επλανήθηκε με αυτούς οι οποίοι επρόδωσαν την αλήθεια διά της κοινωνίας με τους αιρετικούς εικονομάχους. Αυτοί ανήκαν στην τάξι των ηγουμένων και επιφανών μοναχών. Αυτός όμως, λέγει ο Όσιος, απεσχίσθη απο αυτή την εκκλησιαστική συνάφεια, η οποία χωρίζει τον άνθρωπο απο τον Θεό και επροτίμησε να ζή στα όρη και τα σπήλαια και να τρέφεται αναλόγως των περιστάσεων μαζί με άλλους. Επροτίμησε δέ την κακουχία και ταλαιπωρία, παρά διά πρόσκαιρον ευχαρίστησι και ανάπαυσι να απωλέση την αιώνιο ζωή (Επιστολή 202. Αρκαδίω μοναχώ, Φατούρος σελ. 324, 1).
Σε επιστολή του επίσης σε κάποια Πατρικία, της οποίας δεν αναφέρει το όνομα, αφού την επαινεί διά την ακεραιότητά της στην πίστι και την θεοσέβεια, εύχεται ο Όσιος να την διαφυλάξη ο Κύριος μέχρι τέλους ακατάκριτο και αμέτοχο απο την κοινωνία με τους αιρετικούς εικονομάχους, η οποία κοινωνία, τονίζει, είναι χωρισμός απο το Θεό (Επιστολή 207. Πατρικία άλλη, Φατούρος σελ. 329, 15).
Στην ηγουμένη δέ των Ιγνών ο Όσιος, μετά την συνήθη διδασκαλία, αναφέρει ότι, μαζί με τα άλλα των πνευματικά καθήκοντα, έχουν ως υποχρέωσιν στη μονή το να περιφρουρήσουν τους εαυτούς των, ώστε να μην έχουν καμμία επικοινωνία με την αίρεσι. Την απομάκρυνσιν απο τους αιρετικούς πρέπει να την διαφυλάξουν έστω και αν χρειασθή χάριν αυτής να αποθάνουν, να μην προδώσουν όμως την πίστι των. «Διότι», επιλέγει ο Όσιος, «δεν υπάρχει τίποτε ανώτερο απο την αγάπη του Χριστού, όπως το απέδειξαν οι παλαιές μοναχές, αλλά και οι τωρινές. Επειδή και τώρα υπάρχουν διωκόμενες μοναχές, οι οποίες προτιμούν να διωχθούν απο τις μονές των παρά να μεταλάβουν απο την κοινωνία των αιρετικών» (PG. 99, 1425C).
Βασική λοιπόν προυπόθεση στη σχέσι των Ορθοδόξων με τους αιρετικούς θέτει ο Όσιος να μην έχουν καμμία επικοινωνία σε εκκλησιαστικό επίπεδο οι Ορθόδοξοι με αυτούς. Κάθε τέτοια επικοινωνία την θεωρεί χωρισμό απο τον Θεό, προδοσία της πίστεως και ανταλλαγή της αιωνίου ζωής με την πρόσκαιρο. Αυτό σημαίνει ότι διά τον Όσιο η επικοινωνία με τους αιρετικούς, αυτή καθ΄ εαυτήν, είναι θέμα πίστεως και ως εκ τούτου απαγορευέται κάθε παρέκκλισις και ολιγωρία.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου