Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ


Η ΟΡΓΗ

Σαφής, αλλά και φοβερή, είναι η προειδοποίησις του Κυρίου: «Πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική, ένοχος έσται τη κρίσει» (Ματθ. 5. 22). Μην οργίζεσαι εναντίον κανενός ανθρώπου, έστω κι αν πραγματικά έχης απ' αυτόν αδικηθή. «Οργή γαρ ανδρός δικαιοσύνην Θεού ου κατεργάζεται» (Ιακ. 1. 20). Γι' αυτό «ο ήλιος μη επιδυέτω επί τω παροργισμώ υμών... πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία αρθήτω αφ' υμών συν πάση κακία. Γίνεσθε δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς καθώς και ο Θεός εν Χριστώ εχαρίσατο υμίν» (Εφ. 4. 26, 31-32).

Μην οργίζεσαι ποτέ εναντίον κανενός και για καμμιά αιτία, εκτός κι αν κάποιος θελήση να σε χωρίση από τον Θεό και την αγάπη Του. Ποιός όμως έχει τη δύναμι να το κατορθώση αυτό, αν δεν το θέλης εσύ ο ίδιος; «Τίς ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; ...Ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε τις κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. 8. 35, 38-39).


«Παύσαι από οργής και εγκατάλιπε θυμόν, μη παραζήλου ώστε πονηρεύεσθαι· ότι οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται, οι δε υπομένοντες τον Κύριον αυτοί κληρονομήσουσι γην» (Ψαλμ. 36. 8-9). Γράψε μέσα στην καρδιά σου αυτή τη σαφή εντολή που δίνει ο Θεός με το στόμα του προφήτου, και διώξε μακριά σου το πάθος της οργής. Δεν υπάρχει σ' αυτό τον κόσμο καμμιά εύλογη αιτία για να οργίζεσαι και να θυμώνης, εκτός από τις περιπτώσεις που προσβάλλεται η δόξα του Θεού και περιφρονείται ο νόμος Του. Αλλά και τότε πρέπει να συζεύξης την οργή με τη διάκρισι, για να μη βλάψης την ψυχή σου. «Οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε» (Εφ. 4. 26), παραγγέλλει με σοφία ο απόστολος.


Ο Κύριός μας δεν ήταν θυμώδης και οργίλος, αλλά πάντοτε πράος και μακρόθυμος με τους αμαρτωλούς. «Μάθετε απ' εμού ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11. 29). Όταν οι μαθητές Του, ωργισμένοι κατά των Σαμαρειτών που δεν Τον δέχθηκαν, είπαν «Κύριε, θέλεις είπωμεν πυρ καταβήναι από ουρανού και αναλώσαι αυτούς;», ο Κύριος «επετίμησεν αυτοίς και είπεν· ουκ οίδατε ποίου πνεύματός εστε υμείς» (Λουκ. 9. 54-55). Άλλοτε πάλι, διδάσκοντας, έλεγε: «Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος· εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Ματθ. 6. 14-15).


Θα μου πης: Μα ο τάδε με αδίκησε, με προσέβαλε, με συκοφάντησε, μ' έβλαψε χωρίς λόγο...
Αλλά πες μου κι εσύ, ποιός αδικήθηκε περισσότερο από τον ίδιο τον Θεό; Ποιός κακολογήθηκε, ποιός συκοφαντήθηκε, ποιός χλευάσθηκε, ποιός ατιμάσθηκε περισσότερο, αν και αναμάρτητος; Ποιός ραπίσθηκε, ποιός εμπτύσθηκε, ποιός μαστιγώθηκε, ποιός τέλος σταυρώθηκε σαν κακούργος, αν και τελείως αθώος; Κι όμως, με όλα αυτά, Εκείνος δεν ωργίσθηκε και δεν κάκισε τους ανόμους σταυρωτές του. Αλλά και πάνω στον Σταυρό ακόμη προσευχόταν λέγοντας: «Πάτερ, άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23. 34).


Η πραότητα μαλακώνει και τις πιο πέτρινες καρδιές. Η οργή σκληραίνει και τις πιο μαλακές. Αν έχης εξουσία, μην επιβάλλεσαι ποτέ με την οργή, προκαλώντας στους υφισταμένους σου τον φόβο. Είναι καλύτερο να σ' αγαπούν παρά να σε φοβούνται. Από τον φόβο προέρχονται το ψεύδος και η υποκρισία, από την αγάπη η ειλικρίνεια και η εγκαρδιότητα.


Ο ωργισμένος άνθρωπος είναι τυφλός και τρελλός. Δεν συναισθάνεται τι λέει και τι κάνει. Συχνά, μετά το ξέσπασμά του, μετανοεί πικρά για όσα άτοπα είπε και έκανε. Γιατί η οργή που δεν δαμάζεται συγχύζει τον νου, ταράζει την ψυχή, καταστρέφει τη λογική, φυγαδεύει το Πνεύμα του Θεού και αφήνει τον άνθρωπο έρμαιο στα χέρια του διαβόλου. Όποιος δαμάζει τον θυμό του, εύκολα θα συγκρατήση τον εαυτό του απ' όλα τα κακά.


Αν λοιπόν συμβή ποτέ να οργισθής με κάποιον, μην πης τίποτα. Σιώπησε ή φύγε, και μην επιτρέψης να βγη από μέσα σου η φλόγα της οργής, που θα κατακαύση και σένα κι εκείνους που σε περιβάλλουν. Και όταν η καρδιά σου ειρηνεύση, τότε πες, αν χρειάζεται, δυο λόγια αγάπης για την «οικοδομήν της χρείας». Ένας ειρηνικός και πράος λόγος είναι πιο καρποφόρος και πειστικός από χίλια λόγια οργισμένα, έστω και σωστά.


Τέλος, πάντα να θυμάσαι πως αν ήσουν ταπεινός δεν θα ωργιζόσουν. Η οργή είναι η πιο εκλεκτή θυγατέρα του εγωισμού. Όπου εμφανισθή η ταπείνωσις εξαφανίζεται σαν καπνός ο θυμός.


Γέννημα της οργής είναι η μνησικακία. Μνησικακία είναι η συντήρησις της οργής, μια διαρκής κακία, σαράκι της ψυχής, ένα καρφί μπηγμένο μόνιμα στην ψυχή, φονευτής της αγάπης, της προσευχής, της μετανοίας και όλων των αρετών. Αν θέλης να νικήσης τη μνησικακία, πολέμησε το πάθος της οργής, που τη γεννά. Αν θέλης όμως να τη φονεύσης, τότε πρέπει πρώτα να παλαίψης για την άποκτησι της αγάπης και της ταπεινώσεως. Μέχρι τότε, χρησιμοποίησε σαν προσωρινό βάλσαμο για την κατασίγασι του πάθους την ανάμνησι των παθημάτων του Κυρίου Ιησού Χριστού. Η ανάμνησις των φρικτών παθών και του σταυρικού Του θανάτου θα μαλακώση την ψυχή σου που μνησικακεί, γιατί θα αισθανθής υπερβολική ντροπή αναλογιζόμενος τη δική Του ανεξικακία.


Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ


Λύτρωσι από τις αμαρτίες σου ποτέ δεν θα βρης, όσο δεν εφαρμόζεις την εντολή και την προειδοποίηση του Κυρίου: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε· εν ω γαρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν» (Ματθ. 7. 1-2). Ποτέ να μην κρίνης, γιατί ένας είναι μόνο ο Κριτής, που θα κρίνη ζώντας και νεκρούς. Κοίτα μόνο τον εαυτό σου και τα έργα σου, για τα οποία θα κριθής. Δεν βλέπεις πόσες αμαρτίες έχεις; Πώς τολμάς λοιπόν να κατακρίνης τον άλλον;

Μην κρίνης αν δεν θέλης να κατακριθής. Μην κρίνης, γιατί είσαι κι εσύ ένοχος της ίδιας αμαρτίας. «Αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε, πας ο κρίνων· εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις· τα γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων» (Ρωμ. 2. 1).


Ερεύνησε και καλλιέργησε τον εαυτό σου, και μην ασχολείσαι με τα ξένα αμαρτήματα. Δεν θα δώσης λόγο στον Θεό γι΄ αυτά, αλλά για τα δικά σου. Σου ζήτησε κανείς να παρατηρής και να καταγράφης τις αμαρτίες των ανθρώπων; Αντίθετα, έχεις υποχρέωσι να παρακολουθής τη δική σου πνευματική πορεία: Ευαρεστείς τον Κύριο; Εκτελείς τις εντολές Του; Ακολουθείς τα ίχνη Του; Μιμείσαι τη ζωή των αγίων; Είναι κάθε πράξις, κάθε λόγος, κάθε σκέψις σου αρεστά στον Θεό;


Ποιός, αλήθεια, είναι απαλλαγμένος από την αμαρτία; Ποιός θα βρεθή ανένοχος; Μήπως εσύ; Προφήτης του Θεού ήταν ο βασιλιάς Δαβίδ, κι όμως εβόησε: «Εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50. 7). Ο ένας είναι ένοχος σε τούτο, ο άλλος σ' εκείνο. Ο ένας στο μεγάλο, ο άλλος στο μικρότερο. Όλοι αμαρτωλοί, όλοι ένοχοι, όλοι άνομοι, όλοι αναπολόγητοι. Όλοι έχουμε ανάγκη από το έλεος του Θεού, όλοι ελπίζουμε στη φιλανθρωπία Του. Διότι «ου δικαιωθήσεται ενώπιον του Κυρίου πας ζων» (Ψαλμ. 142. 2).


Γι΄ αυτό μην κατακρίνης αυτούς που σφάλλουν. Μη σφετερίζεσαι το έργο του Θεού. Μη γίνεσαι αντίπαλος του Κυρίου, αρπάζοντας το αξίωμα που κράτησε για τον εαυτό Του. Και με τα ίδια σου τα μάπα αν δης κάποιον να αμαρτάνη, μην τον καταδικάσης, μην τον κακολογήσης, μην τον διασύρης, μην τον εξουθενώσης. Καταδίκασε τον διάβολο που τον εξαπάτησε και τον έριξε στην αμαρτία. Αν όμως καταδικάσης τον αδελφό σου, θα επιβεβαιώσης τον μεγάλο και άλογο εγωισμό σου. Και πρόσεξε, γιατί θα πέσης κι εσύ στο ίδιο αμάρτημα. Κατά κανόνα, όποιος κρίνει τον άλλον για κάτι, πέφτει κατόπιν στο ίδιο. Κάλυψε λοιπόν σπλαχνικά με τη σιωπή το σφάλμα του αδελφού σου. Κι αν μπορής διόρθωσέ τον με αγάπη και ταπείνωσι. Αν δεν μπορής, μείνε στη σιωπή σου και καταδίκασε τον εαυτό σου για τα δικά σου αμαρτήματα. Σου αρκούν αυτά.


«Τί βλέπεις το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου, την δε εν τω σω οφθαλμώ δοκόν ου κατανοείς;» (Ματθ. 7. 3). Τα μάτια σου πέφτουν πάντα στα ξένα αμαρτήματα και όχι στα δικά σου. Είσαι τυφλός όπως ο Φαρισαίος, που έλεγε: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης» (Λουκ. 18. 11). Να όμως που δικαιώθηκε ο κατηγορούμενος και καταδικάσθηκε ο κατήγορος.


Σου θυμίζω ένα περιστατικό από το Γεροντικό, και κράτησέ το στη μνήμη σου:
Πήγε κάποτε ο αββάς Ισαάκ ο Θηβαίος σε κάποιο μοναστήρι. Εκεί είδε έναν αδελφό να σφάλλη και τον κατέκρινε. Μόλις όμως έφυγε και βγήκε στην έρημο, παρουσιάσθηκε ένας άγγελος Κυρίου, στάθηκε μπροστά στην πόρτα του κελιού του και δεν τον άφηνε να μπη. Εκείνος τότε τον παρακαλούσε να του εξήγηση την αιτία. Και ο άγγελος του αποκρίθηκε: «Ο Θεός με έστειλε να σε ρωτήσω: Πού προστάζεις να βάλω τον αδελφό που έκρινες;». Αμέσως ο αββάς Ισαάκ κατάλαβε το νόημα των λόγων του αγγέλου και του έβαλε μετάνοια λέγοντας: «Αμάρτησα, συγχώρησέ με». Ο άγγελος τότε του είπε: «Σήκω, σε συγχώρησε ο Θεός. Και φυλάξου από δω και πέρα, να μην κρίνης κανένα πριν τον κρίνη ο Θεός».




(Από το βιβλίο "Πνευματικό Αλφάβητο" του Αγίου Δημητρίου Ροστώφ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, 1996)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου