Αἱ οἰκουμενιστικαὶ ἀπόψεις τῶν κεφαλῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας εἶναι τοῦ σημερινοῦ Πατριάρχου Μόσχας, τὰς ὁποίας εἶχε κάνει ὡς Μητροπολίτης Σμολένσκ τὸ 1991 καὶ τοῦ Μητροπολίτου Βολοκολάσμκ Ἱλαρίωνος, τὰς ὁποίας εἶχε κάνει εἰς τηλεοπτικὸν σταθμὸν τῆς Ρωσίας κατὰ τὴν 17ην Ὀκτωβρίου 2002. Ὁ τότε Μητροπολίτης Σμολένσκ καὶ νῦν Πατριάρχης Μόσχας κ. Κύριλλος ἔλεγε τὰ ἀκόλουθα τὸ 1991:
«“—Ἐρώτ: Καὶ ἡ εὐχαριστιακὴ κοινωνία μὲ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία;
—Ἀπάντ: Τὴ δεκαετία τοῦ 1970 ἡ Σύνοδος ἔλαβε τὴν ἀπόφαση νὰ ἐπιτρέψει τὴν κοινωνία τῶν Καθολικῶν καὶ τῶν Παλαιόπιστων σὲ περιπτώσεις ἀπόλυτης ἀνάγκης. Γιατί ἔλαβαν αὐτὴ τὴν ἀπόφαση; Γιὰ ποιμαντικοὺς λόγους. Σὲ ἀρκετὲς περιοχὲς κατοικοῦσε μεγάλος ἀριθμὸς Καθολικῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν δικούς τους ναοὺς καὶ ἐπισκέπτονταν τακτικά τούς ὀρθόδοξους, συμμετεῖχαν σὲ ὅλες τὶς ἀκολουθίες, συμπεριφέρονταν ὡς «καλοὶ Ὀρθόδοξοι», ἐνεργὰ μέλη τῶν ὀρθοδόξων ἐνοριῶν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ κοινωνήσουν. Καθολικοὶ ναοὶ δὲν ὑπῆρχαν σὲ ἀπόσταση πολλῶν χιλιομέτρων. Αὐτὸ ἀφοροῦσε ἰδιαίτερα τὴν Οὐκρανία. Ἡ Σύνοδος ἔλαβε ὑπόψη τὴν κατάσταση καὶ ἐπέτρεψε νὰ τοὺς μεταλαμβάνουν σὲ ἀκραῖες περιπτώσεις. Ἐκτὸς αὐτοῦ ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος εἶχε ἐπιτρέψει στοὺς Καθολικοὺς νὰ κοινωνοῦν σὲ ὀρθόδοξους ναούς. Τὴ δεκαετία τοῦ 1970 εἴχαμε ἕνα ἐντατικὸ διάλογο μὲ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, στὰ πλαίσια τοῦ ὁποίου συζητούσαμε καὶ τὸ πρόβλημα τῆς Οὐνίας. Ἐπισήμως ὅλοι ἔλεγαν ὅτι στὴ Δ. Οὐκρανία δὲν ὑπῆρχε οὐνιτικὴ ἐκκλησία. Ὅμως ἦταν γνωστὸ ὅτι πάντα ὑπῆρχαν ἄνθρωποι, ποὺ ὑποστήριζαν τὶς ἀπόψεις τῶν Ἑλληνοκαθολικῶν. Ἀπευθυνόμενος σὲ αὐτοὺς ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ´ εἶχε πεῖ ὅτι αὐτοί, παραμένοντας Καθολικοί, ποιμαίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας λόγω τῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν. Καὶ γιὰ νὰ δώσει τὴ δυνατότητα σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ συμμετέχουν σὲ μυστήρια ἡ Σύνοδος ἔλαβε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση. Νομίζω ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ σωστὴ ὁδὸς γιὰ τὴν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος τῆς Οὐνίας. Τὴ δεκαετία τοῦ 1980 ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου ἀκυρώθηκε, μάλιστα δὲ γινόταν λόγος μόνο γιὰ τοὺς Καθολικούς. Ἔπαιξαν ρόλο δυὸ παράγοντες. Πρῶτον, ἀσκήθηκε ἰσχυρὴ πίεση στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἐκ μέρους τῆς Ἑλληνικῆς, καὶ ἰδιαίτερα τῶν μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, οἱ ὁποῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου εἶναι λανθασμένη. Βεβαίως ἐκείνη τὴν περίοδο ἀρχίζει νὰ ἀλλάζει καὶ ἡ κατάσταση στὸ ἐσωτερικὸ τῆς χώρας μας. Τότε ἀκόμα δὲν εἶχε μὲν ἀρχίσει ἡ μαζικὴ ἵδρυση καθολικῶν ναῶν, ὅμως ὑπῆρχε ἤδη τὸ προαίσθημα τῆς ἀρχῆς αὐτῆς τῆς διαδικασίας. Καὶ ἡ Σύνοδος ἀκύρωσε τὴν ἀπόφαση.
—Ἐρώτ: Οἱ Ὀρθόδοξοι μποροῦν νὰ κοινωνοῦν στὶς καθολικὲς ἐκκλησίες ὅταν εὑρίσκονται μετανάστες στὸ ἐξωτερικό, ἐκεῖ ὅπου δὲν ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι Ἱ. Ναοὶ ἢ εἶναι τουρίστες;
—Ἀπάντ: Σύμφωνα μὲ τὴν ἐπίσημη θέση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ κοινωνοῦν σὲ καθολικὴ ἐκκλησία. Σὲ ὅ,τι δὲ ἀφορᾶ τὴν πραγματικότητα γνωρίζω ὅτι ὑπῆρξαν διάφορες περιπτώσεις. Σὲ κάποιες ἀπὸ αὐτὲς ἑτοιμοθάνατοι Ρῶσοι λάμβαναν τὴν κοινωνία ἀπὸ τοὺς Καθολικούς, ἂν καὶ αὐτὸ συνέβαινε σπάνια”.
Ὁ δὲ Μητροπολίτης Βολοκολὰμσκ Ἱλαρίων ἔλεγε τὰ ἀκόλουθα (ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐκπομπὴ τοῦ τηλεοπτικοῦ σταθμοῦ ΡΩΣΙΑ τῆς 17ης Ὀκτωβρίου 2009): “Οὐσιαστικὰ καὶ σὲ ἐμᾶς (ὅπως καὶ στοὺς Καθολικοὺς) ὑπάρχει ἡ ἀμοιβαία ἀναγνώριση τῶν Μυστηρίων. Δὲν ἔχουμε Μυστηριακὴ κοινωνία, ὅμως ἀναγνωρίζουμε τὰ Μυστήρια... Ἂν ἕνας καθολικὸς κληρικὸς προσέλθει στὴν Ὀρθοδοξία, ἐμεῖς τὸν δεχόμαστε ὡς κληρικό, δὲν τὸν χειροτονοῦμε ἐκ νέου. Καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι de facto ἀναγνωρίζουμε τὰ Μυστήρια τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας”». ( Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἐδημοσιεύθησαν εἰς τὸ ἐκκλησιαστικὸν πρακτορεῖον «amen.gr» τὴν 30.8.10).
Μὲ ἀφορμὴν τὴν ἐπαναφορὰν τῶν ἀνωτέρω Οἰκουμενιστικῶν ἀντιλήψεων τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι σχολιάζουν: «Εἶναι σαφὲς ὅτι ἤδη ἀπὸ τὸ παρελθὸν ἔχει ξεκινήσει προσπάθεια ἀπὸ τοὺς Ρώσους Οἰκουμενιστὲς προσέγγισης τοῦ Πάπα, ἄμβλυνσης τῶν διαφορῶν καὶ ἀναγνώρισης τῆς παπικῆς κακοδοξίας ὡς “Ἐκκλησίας”. Ἡ ἀναγνώριση τῶν παπικῶν “μυστηρίων” εἶναι πρακτικὴ πλήρως ἀντίθετη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη ἁγιοπατερικὴ Παράδοση καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Καμία “οἰκονομία” δὲν χωρεῖ στὸ ζήτημα αὐτό. Οἱ Παπικοὶ δὲν ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια, ἐπειδὴ βρίσκονται σὲ πλάνη καὶ αἵρεση, λαθεύουν στὴν Πίστη καὶ ἀμετανόητοι ἐμμένουν στὴν κακοδοξία. Δὲν μπορεῖ ἀπὸ τὴ μιὰ “νὰ μὴ ἔχουμε μυστηριακὴ κοινωνία” καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ “ἀναγνωρίζουμε τὰ μυστήρια” τῶν Παπικῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ στάση τῶν Παπικῶν ἔναντι τῶν Ὀρθοδόξων. Τὴν ἴδια γραμμὴ προωθοῦν ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας οἱ φιλοπαπικοὶ Οἰκουμενιστὲς —ἐν προκειμένῳ οἱ Ρῶσοι— ἀλλὰ μιὰ τέτοια τακτικὴ εἶναι ἀπορριπτέα ἀπὸ τὴν Ὀρθ.Ἐκκλησιολογία, Θεολογία καὶ πρακτική. Ἡ δημοσιοποίηση τῶν ἀπόψεων οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων εἶναι χρήσιμη, ὥστε νὰ γνωρίζει κανεὶς τί μπορεῖ νὰ προετοιμάζουν οἱ ἴδιοι αὐτοὶ Ἐπίσκοποι σχετικὰ μὲ τὴν ἀναγνώριση τῶν παπικῶν “μυστηρίων” ἀπὸ τὴν λεγόμενη Μεγάλη Σύνοδο, γιὰ τὴν ὁποία τόση σπουδὴ ἐπιδεικνύουν οἱ δύο προαναφερθέντες Ρῶσοι Ἐπίσκοποι».
Ἐπανῆλθον εἰς τὸ προσκήνιον, μέσῳ τοῦ διαδικτύου, παλαιότεραι ἀπόψεις τῶν κεφαλῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, αἱ ὁποῖαι εἶναι οἰκουμενιστικαὶ εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια. Αἱ ἀπόψεις ἐπανῆλθον εἰς τὸ προσκήνιον τὴν 30ην Αὐγούστου. Ἡ ἐπαναφορά των δὲν ἀποκλείεται νὰ συνδέεται μὲ τὸν ἐπικείμενον διάλογον μεταξὺ παπικῶν καὶ Ὀρθοδόξων διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα. Ἡ δὲ ἐπαναφορὰ νὰ γίνεται ὑπὸ Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν σκοπίμως, διὰ νὰ καταδειχθῆ ὅτι καὶ οἱ Ρῶσοι εὑρίσκονται εἰς παραλλήλους ὁδοὺς μετὰ τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, ὅταν εἶναι γνωστὸν ὅτι καὶ οἱ Ρῶσοι συμμετέχουν εἰς τὸν διάλογον διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα.
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1844
«“—Ἐρώτ: Καὶ ἡ εὐχαριστιακὴ κοινωνία μὲ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία;
—Ἀπάντ: Τὴ δεκαετία τοῦ 1970 ἡ Σύνοδος ἔλαβε τὴν ἀπόφαση νὰ ἐπιτρέψει τὴν κοινωνία τῶν Καθολικῶν καὶ τῶν Παλαιόπιστων σὲ περιπτώσεις ἀπόλυτης ἀνάγκης. Γιατί ἔλαβαν αὐτὴ τὴν ἀπόφαση; Γιὰ ποιμαντικοὺς λόγους. Σὲ ἀρκετὲς περιοχὲς κατοικοῦσε μεγάλος ἀριθμὸς Καθολικῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν δικούς τους ναοὺς καὶ ἐπισκέπτονταν τακτικά τούς ὀρθόδοξους, συμμετεῖχαν σὲ ὅλες τὶς ἀκολουθίες, συμπεριφέρονταν ὡς «καλοὶ Ὀρθόδοξοι», ἐνεργὰ μέλη τῶν ὀρθοδόξων ἐνοριῶν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ κοινωνήσουν. Καθολικοὶ ναοὶ δὲν ὑπῆρχαν σὲ ἀπόσταση πολλῶν χιλιομέτρων. Αὐτὸ ἀφοροῦσε ἰδιαίτερα τὴν Οὐκρανία. Ἡ Σύνοδος ἔλαβε ὑπόψη τὴν κατάσταση καὶ ἐπέτρεψε νὰ τοὺς μεταλαμβάνουν σὲ ἀκραῖες περιπτώσεις. Ἐκτὸς αὐτοῦ ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος εἶχε ἐπιτρέψει στοὺς Καθολικοὺς νὰ κοινωνοῦν σὲ ὀρθόδοξους ναούς. Τὴ δεκαετία τοῦ 1970 εἴχαμε ἕνα ἐντατικὸ διάλογο μὲ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, στὰ πλαίσια τοῦ ὁποίου συζητούσαμε καὶ τὸ πρόβλημα τῆς Οὐνίας. Ἐπισήμως ὅλοι ἔλεγαν ὅτι στὴ Δ. Οὐκρανία δὲν ὑπῆρχε οὐνιτικὴ ἐκκλησία. Ὅμως ἦταν γνωστὸ ὅτι πάντα ὑπῆρχαν ἄνθρωποι, ποὺ ὑποστήριζαν τὶς ἀπόψεις τῶν Ἑλληνοκαθολικῶν. Ἀπευθυνόμενος σὲ αὐτοὺς ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ´ εἶχε πεῖ ὅτι αὐτοί, παραμένοντας Καθολικοί, ποιμαίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας λόγω τῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν. Καὶ γιὰ νὰ δώσει τὴ δυνατότητα σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ συμμετέχουν σὲ μυστήρια ἡ Σύνοδος ἔλαβε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση. Νομίζω ὅτι αὐτὴ ἦταν ἡ σωστὴ ὁδὸς γιὰ τὴν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος τῆς Οὐνίας. Τὴ δεκαετία τοῦ 1980 ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου ἀκυρώθηκε, μάλιστα δὲ γινόταν λόγος μόνο γιὰ τοὺς Καθολικούς. Ἔπαιξαν ρόλο δυὸ παράγοντες. Πρῶτον, ἀσκήθηκε ἰσχυρὴ πίεση στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἐκ μέρους τῆς Ἑλληνικῆς, καὶ ἰδιαίτερα τῶν μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, οἱ ὁποῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου εἶναι λανθασμένη. Βεβαίως ἐκείνη τὴν περίοδο ἀρχίζει νὰ ἀλλάζει καὶ ἡ κατάσταση στὸ ἐσωτερικὸ τῆς χώρας μας. Τότε ἀκόμα δὲν εἶχε μὲν ἀρχίσει ἡ μαζικὴ ἵδρυση καθολικῶν ναῶν, ὅμως ὑπῆρχε ἤδη τὸ προαίσθημα τῆς ἀρχῆς αὐτῆς τῆς διαδικασίας. Καὶ ἡ Σύνοδος ἀκύρωσε τὴν ἀπόφαση.
—Ἐρώτ: Οἱ Ὀρθόδοξοι μποροῦν νὰ κοινωνοῦν στὶς καθολικὲς ἐκκλησίες ὅταν εὑρίσκονται μετανάστες στὸ ἐξωτερικό, ἐκεῖ ὅπου δὲν ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι Ἱ. Ναοὶ ἢ εἶναι τουρίστες;
—Ἀπάντ: Σύμφωνα μὲ τὴν ἐπίσημη θέση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ κοινωνοῦν σὲ καθολικὴ ἐκκλησία. Σὲ ὅ,τι δὲ ἀφορᾶ τὴν πραγματικότητα γνωρίζω ὅτι ὑπῆρξαν διάφορες περιπτώσεις. Σὲ κάποιες ἀπὸ αὐτὲς ἑτοιμοθάνατοι Ρῶσοι λάμβαναν τὴν κοινωνία ἀπὸ τοὺς Καθολικούς, ἂν καὶ αὐτὸ συνέβαινε σπάνια”.
Ὁ δὲ Μητροπολίτης Βολοκολὰμσκ Ἱλαρίων ἔλεγε τὰ ἀκόλουθα (ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐκπομπὴ τοῦ τηλεοπτικοῦ σταθμοῦ ΡΩΣΙΑ τῆς 17ης Ὀκτωβρίου 2009): “Οὐσιαστικὰ καὶ σὲ ἐμᾶς (ὅπως καὶ στοὺς Καθολικοὺς) ὑπάρχει ἡ ἀμοιβαία ἀναγνώριση τῶν Μυστηρίων. Δὲν ἔχουμε Μυστηριακὴ κοινωνία, ὅμως ἀναγνωρίζουμε τὰ Μυστήρια... Ἂν ἕνας καθολικὸς κληρικὸς προσέλθει στὴν Ὀρθοδοξία, ἐμεῖς τὸν δεχόμαστε ὡς κληρικό, δὲν τὸν χειροτονοῦμε ἐκ νέου. Καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι de facto ἀναγνωρίζουμε τὰ Μυστήρια τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας”». ( Ὅλα τὰ ἀνωτέρω ἐδημοσιεύθησαν εἰς τὸ ἐκκλησιαστικὸν πρακτορεῖον «amen.gr» τὴν 30.8.10).
Μὲ ἀφορμὴν τὴν ἐπαναφορὰν τῶν ἀνωτέρω Οἰκουμενιστικῶν ἀντιλήψεων τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι σχολιάζουν: «Εἶναι σαφὲς ὅτι ἤδη ἀπὸ τὸ παρελθὸν ἔχει ξεκινήσει προσπάθεια ἀπὸ τοὺς Ρώσους Οἰκουμενιστὲς προσέγγισης τοῦ Πάπα, ἄμβλυνσης τῶν διαφορῶν καὶ ἀναγνώρισης τῆς παπικῆς κακοδοξίας ὡς “Ἐκκλησίας”. Ἡ ἀναγνώριση τῶν παπικῶν “μυστηρίων” εἶναι πρακτικὴ πλήρως ἀντίθετη μὲ τὴν Ὀρθόδοξη ἁγιοπατερικὴ Παράδοση καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Καμία “οἰκονομία” δὲν χωρεῖ στὸ ζήτημα αὐτό. Οἱ Παπικοὶ δὲν ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια, ἐπειδὴ βρίσκονται σὲ πλάνη καὶ αἵρεση, λαθεύουν στὴν Πίστη καὶ ἀμετανόητοι ἐμμένουν στὴν κακοδοξία. Δὲν μπορεῖ ἀπὸ τὴ μιὰ “νὰ μὴ ἔχουμε μυστηριακὴ κοινωνία” καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ “ἀναγνωρίζουμε τὰ μυστήρια” τῶν Παπικῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ στάση τῶν Παπικῶν ἔναντι τῶν Ὀρθοδόξων. Τὴν ἴδια γραμμὴ προωθοῦν ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας οἱ φιλοπαπικοὶ Οἰκουμενιστὲς —ἐν προκειμένῳ οἱ Ρῶσοι— ἀλλὰ μιὰ τέτοια τακτικὴ εἶναι ἀπορριπτέα ἀπὸ τὴν Ὀρθ.Ἐκκλησιολογία, Θεολογία καὶ πρακτική. Ἡ δημοσιοποίηση τῶν ἀπόψεων οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων εἶναι χρήσιμη, ὥστε νὰ γνωρίζει κανεὶς τί μπορεῖ νὰ προετοιμάζουν οἱ ἴδιοι αὐτοὶ Ἐπίσκοποι σχετικὰ μὲ τὴν ἀναγνώριση τῶν παπικῶν “μυστηρίων” ἀπὸ τὴν λεγόμενη Μεγάλη Σύνοδο, γιὰ τὴν ὁποία τόση σπουδὴ ἐπιδεικνύουν οἱ δύο προαναφερθέντες Ρῶσοι Ἐπίσκοποι».
Ἐπανῆλθον εἰς τὸ προσκήνιον, μέσῳ τοῦ διαδικτύου, παλαιότεραι ἀπόψεις τῶν κεφαλῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, αἱ ὁποῖαι εἶναι οἰκουμενιστικαὶ εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια. Αἱ ἀπόψεις ἐπανῆλθον εἰς τὸ προσκήνιον τὴν 30ην Αὐγούστου. Ἡ ἐπαναφορά των δὲν ἀποκλείεται νὰ συνδέεται μὲ τὸν ἐπικείμενον διάλογον μεταξὺ παπικῶν καὶ Ὀρθοδόξων διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα. Ἡ δὲ ἐπαναφορὰ νὰ γίνεται ὑπὸ Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν σκοπίμως, διὰ νὰ καταδειχθῆ ὅτι καὶ οἱ Ρῶσοι εὑρίσκονται εἰς παραλλήλους ὁδοὺς μετὰ τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, ὅταν εἶναι γνωστὸν ὅτι καὶ οἱ Ρῶσοι συμμετέχουν εἰς τὸν διάλογον διὰ τὸ Πρωτεῖον τοῦ Πάπα.
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΡ. ΦΥΛ. 1844
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου