Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ



Η Πόλη κατελήφθη στις 29 Μαϊου 1453 και ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄, σε μία κίνηση αυτοθυσίας, προτίμησε να πέσει ως απλός στρατιώτης στο πεδίο της μάχης, παρά να διαφύγει. Και αυτή η ύστατη θυσία του τον τοποθέτησε στο πάνθεον των αθανάτων ηρώων της Φυλής. Αφότου σκοτώθηκε, γράφτηκαν πολλές διηγήσεις σχετικά με τον θάνατό του και τον πιθανολογούμενο τόπο ταφής του. Το βέβαιο είναι ότι ο Ασιάτης κατακτητής ερεύνησε το τι απέγινε ο αυτοκράτορας, θέλοντας, αν μη τι άλλο, να βεβαιωθεί ότι ο αντίπαλος του δεν ζούσε πια και ότι, συνεπώς, τα κεκτημένα του δεν κινδύνευαν. Οι μαρτυρίες που έφθασαν μέχρι τον ίδιο ήταν συγχεχυμένες και αντικρουόμενες. Κανείς δεν ήξερε με βεβαιότητα πού ήταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Καποιοί υποστήριζαν με βεβαιότητα ότι είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια της μάχης και άλλοι ότι διέφυγε με ένα πλοίο των Γενουατών. Δεν έλειψαν και εκείνοι που υποστήριζαν ότι κρυβόταν μέσα στην ίδια την Πόλη. Οσο παράλογο και να ακούγεται αυτό, η Κωνσταντινούπολη είχε αρκετά υπόγεια περάσματα και καταφύγια όπου θα μπορούσε κάποιος να κρυφτεί για καιρό. Ετσι, ο σουλτάνος έδωσε διαταγή να γίνει έρευνα μεταξύ των πτωμάτων που κείτονταν στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, την οποία υπερασπιζόταν ο Κωνσταντίνος, προκειμένου να βρεθεί το πτώμα του. Μετά από επισταμένες έρευνες βρέθηκε ένα ακέφαλο σώμα, το οποίο έφερε τα βασιλικά υποδήματα με τους χρυσούς αετούς που φορούσε μόνο ο αυτοκράτορας. Η αποτμηθείσα κεφαλή του πτώματος δεν βρέθηκε. Σύμφωνα με τον Σφρατζή, ο σουλτάνος διέταξε κάποιους Χριστιανούς, οι οποίοι βρέθηκαν ζωντανοί και ελεύθεροι, να τον θάψουν με βασιλικές τιμές.

Αντιθέτως, ο Δούκας αναφέρει πως εμφανίσθηκαν στον Μωάμεθ δύο Τούρκοι ισχυριζόμενοι πως εκείνοι είχαν φονεύσει τον αυτοκράτορα και, προς επιβεβαίωση, του πήγαν και το κεφάλι που είχαν κόψει, λαμβάνοντας έτσι την αμοιβή τους.

Με αυτήν την εκδοχή και μέχρις αυτού του σημείου συμφωνεί και ο Ουμπερτίνος Πούσκουλος. Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με τον Δούκα, η αποτμηθείσα κεφαλή του αυτοκράτορα, την οποία αναγνώρισε μεταξύ των άλλων και ο μέγας δούκας Λουκάς Νοταράς, εκτέθηκε επί μερικές ημέρες σε μια κολόνα της πλατείας του Αυγουσταίου. Κατόπιν, αφού την έγδαραν, τη γέμισαν με άχυρα και την περιέφεραν ως τρόπαιο στις χώρες της Ανατολής.

Κάτι παρόμοιο διηγείται και το «Σλαβονικό Χρονικό», το οποίο παρουσιάζει κάποιον Σέρβο στρατιώτη, έναν από τους χιλιάδες Ορθοδόξους Σέρβους που πολέμησαν στο πλευρό του Μωάμεθ εναντίον του Κωνσταντίνου για τη δόξα του Προφήτη, να παρουσιάζει πρώτα την κεφαλή και μετά το ακέφαλο πτώμα του αυτοκράτορα στον σουλτάνο, αναπέμποντας ταυτόχρονως «πολυχρονισμούς» στον Οθωμανό δυνάστη. Ο Μωάμεθ, αφού κάλεσε τον Λουκά Νοταρά να αναγνωρίσει τη σορό του Παλαιολόγου, κατόπιν εξέθεσε την κεφαλή του επί μιας κολόνας απέναντι από τα ανάκτορα και στη συνέχεια επέτρεψε στον Ορθόδοξο κλήρο να τον θάψει με τις προσήκουσες τιμές.

Ο Μοντάλδος αναφέρει περίπου την ίδια εκδοχή, με τη διαφορά ότι στην θέση του Σέρβου στρατιώτη εμφανίζεται κάποιος γενίτσαρος, ο οποίος φέρεται να έχει σκοτώσει τον αυτοκράτορα. Και σε αυτή την διήγηση η κεφαλή του αυτοκράτορα στέλνεται στη Βαβυλώνα για διαπόμπευση μεταξύ των πιστών του Κορανίου.

Υπάρχει και μία ακόμη διήγηση κάποιου ανωνύμου Μοσχοβίτη η οποία πρέπει να είναι εντελώς πλαστή, γιατί φέρει τον Μωάμεθ να αντιμετωπίζει με σεβασμό την κεφαλή του νεκρού αυτοκράτορα και στη συνέχεια να τη στέλνει στον πατριάρχη για να την ενταφιάσει, τοποθετημένη εντός αργύρης υδρίας υπό την Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας. Ούτε πατριάρχης υπήρχε την εποχή εκείνη όμως, αλλά ούτε και ο σουλτάνος θα έκανε μια κίνηση η οποία θα συνέδεε ακόμη περισσότερο την Αγία Σοφία με τον τελευταίο αυτοκράτορα και το ελληνικό έθνος.

Άλλες τόσες αφηγήσεις και εκδοχές υπάρχουν ακόμη για τον τόπο στον οποίο ετάφη ο αυτοκράτορας, με επικρατέστερη εκείνη του ιερού του ναού των Αγίων Αποστόλων, όπου αρχικά έδρευε το πατριαρχείο μετά την εξωσή του από την Αγία Σοφία, την οποία κατέλαβαν οι Μουσουλμάνοι. Λέγεται μάλιστα ότι, αφότου γκρεμίσθηκε ο ναός των Αγίων Αποστόλων για να κτισθεί από τον Μωάμεθ το τζαμί που βρίσκεται σήμερα στη θέση του (το έτος 1457), ο Ελληνας αρχιτέκτονας Χριστόδουλος συνέλεξε τα οστά του αυτοκράτορα, μαζί με εκείνα των Αγίων Αποστόλων, και τα τοποθέτησε στην κρύπτη του τζαμιού όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα. Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι τη σορό του αυτοκράτορα την πήραν μαζί τους οι Κρήτες, οι οποίοι πολεμούσαν υπερασπιζόμενοι την Πόλη, και την κήδευσαν με τις δέουσες τιμές στο νησί τους. Ο επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Σφρατζής, ανφέρει ότι με διαταγή του Μωάμεθ αναζήτησαν το σώμα του αυτοκράτορα: «πλείονας κεφαλάς των αναιρεθέντων έπλυναν, ει τύχοι και την βασιλικήν γνωρίσωσι, και ούκ ηδυνήθησαν γνωρίσαι αυτήν, ει μη το τεθνεώς πτώμα του Βασιλέως ευρόντες ό εγνώρισαν εκ των βασιλικών περικνημίδων, η και πεδίλων ένθα, χρυσοί αετοί ήσαν γεγραμμένοι, ως έθος υπήρχε τοις βασιλεύσι».

Αυτή η άγνοια για την τύχη του αυτοκράτορα, οσο και για τον τόπο τον οποίο ετάφη, συνετέλεσε ώστε να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις ο θρύλος ο οποίος ήθελε τον αυτοκράτορα να παραλαμβάνεται την ύστατη στιγμή από έναν άγγελο Κυρίου και να τοποθετείται μέσα σε κάποια κρύπτη εντός του ιερού ναού της Αγίας Σοφίας, όπου και θα περιμένει έως ότου το «βασιλικόν έθνος» αναστηθεί και ζητήσει την ελευθερία του εκδικούμενο τους κατακτητές. Οι μυστικοί πόθοι του λαού συνέδεσαν τον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά με την ελπίδα για την απελευθέρωση και την αποκατάσταση της αυτοκρατορίας. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, η ψυχή του Ελληνισμού με την υπέρτατη θυσία του εξάγνισε την εθνική συνείδηση, ενσάρκωσε και συμβόλισε τη συνείδηση χιλιάδων χρόνων Ιστορίας. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, στο πρόσωπο του οποίου η λαϊκή παράδοση έπλασε τον μύθο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, θα αναστηθεί κάποα ημέρα και τότε η Κωνσταντινούπολη θα ξαναγίνει ελληνική. Και όμως κάπου εκεί στα βάθη της μνήμης και του χρόνου, υπάρχει πάντα η ένθεη εικόνα του Κωνσταντίνου, και περιμένει καρτερικά να έλθει το «πλήρωμα του χρόνου», έτοιμη να υποστασιάσει το όραμα του πολεμιστή που θα εισέρχεται απελευθερωτής και πάλι στη Βασιλεύουσα, στην πόλη του Κωνσταντίνου…


(ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, σελ. 72-75)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου