Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Διάλογοι περί Οικουμενισμού (α΄μέρος)


ΚΑΤ' ΑΡΧΑΣ,
είπεν εγερθείς ο παπα-Νεόφυτος, εκφράζω την βαθείαν μου θλίψιν, διότι η Ιερά ημών Σκήτη παρουσιάζεται διχασμένη απο την ανατολήν ήδη του 1966. Συνεχίζω να φρονώ, ώς εδήλωσα και παλαιότερον, ότι η αιτία μιάς τοιαύτης διαιρέσεως δεν ήτο, ουδέ είναι, τόσον σοβαρά, ώς εκλαμβάνεται υπό τινων αδελφών. Δεν επιτρέπεται επ΄ ουδενί λόγω να διχαζώμεθα (σ.σ. ομιλούν για την περίοδο του διχασμού δια τα οικουμενιστικά ανοίγματα του Πατριάρχου Αθηναγόρα), ενώ θα έλθη οπωσδήποτε η ώρα της απο κοινού δράσεως και αντιδράσεως. Θα γνωρίζης ασφαλώς παπα-Θεόδουλε, ότι τα της Εκκλησίας και Αυτήν την ιδίαν διακρίνει η τάξις. Συνεπώς, δεν θα έπρεπε να αναμείνη η πανοσιότης σου, ώς και οι ακολουθήσαντες σε πατέρες, ώστε συγχρόνως μεθ΄ ημών, οίτινες αναμένομεν παρατηρούντες και εξετάζοντες, να εγερθώμεν κατά των κενοφωνούντων (οικουμενιστών); Δεν θα έπρεπε, επίσης, άμα τή εγέρσει των επισκόπων, οίτινες ώς <<αξιωματικοί>> της Εκκλησίας καθορίζουν και τον χρόνον της <<επαναστάσεως>>, να ηκολουθεί και η ιδική μας εξέγερσις, ώστε πάντες <<μιά ψυχή, συναθλούντες>> να δώσωμεν το παρόν και ουχί έκαστος κατά το δοκούν; Διότι, τώρα, σας ερωτώ, με την διακοπή του <<μνημοσύνου>>, και την διακοπήν της μεθ΄ ημών κοινωνίας, πρό της αποφάσεως της Εκκλησίας, δεν ευρίσκεσθε εκόντες άκοντες έν επαναστάσει και ανταρσία;

Η απάντησις του παπα-Θεοδούλου ηκολούθησεν ήρεμος και πραεία

_Συμφωνώ
, είπεν, ότι οι επίσκοποι αποτελούν τους <<αξιωματικούς>> και <<στρατηγούς>> άν επιθυμήτε, έν τη Εκκλησία, ουδόλως όμως παραδέχομαι ότι ΜΟΝΟΝ αφού εγερθούν εκείνοι πρώτον, δικαιούμεθα ακολουθούντες ημείς, να αντιδράσωμεν κατά της α΄ ή β΄ κηρυττομένης αιρέσεως. Διότι, σας ερωτώ, εάν εκείνοι ΔΕΝ ΕΓΕΡΘΟΥΝ πρέπει να σιγώμεν, πρέπει ν αδρανώμεν και ημείς αναμένοντες υποτιθεμένας εξεγέρσεις; Ασφαλώς δεν θα αγνοή η πανοσιότης σου ότι πολλάκις έν τη ιστορία της Εκκλησίας η ακρίβεια του πιστεύω Της και η σωστική αντίδρασις κατά των παραβάσεων είς τά της πίστεως και κανονικής τάξεως θέματα, συνήθως, ουχί υπό επισκόπων, και καθ΄ ημάς <<αξιωματικών>>, ετηρήθη!
Θα σας αναγνώσω ευθύς αμέσως απόσπασμα έκ της Εικονομαχικής έριδος, συγγραφέν υπό ουχί φιλίως πρός τον Μοναχισμόν διακείμενον συγγραφέα, ένθα περιτράνως και εκφραστικώτατα επιβεβαιούνται τα ανωτέρω.

Επλησίασε έν συνεχεία τον π. Παίσιον και αφού έλαβε τον φάκελο των σημειώσεων, τον οποίον εκείνος εκράτει, εδιάλεξε ένα τετράγωνο φύλλο χάρτου, έκ του οποίου ανέγνωσε ζωηρώς
<<Όλοι οι επίσκοποι του Βυζαντινού Κράτους εδέχθησαν τάς αποφάσεις της Συνόδου, (του 754, Εικονομαχικής), διότι πολλοί έξ αρχής ήσαν εικονομάχοι, πολλοί τοιούτοι είχον έν τω μεταξύ διορισθή, οι δέ άλλοι ηναγκάσθησαν να υποκύψωσιν. Αντίδρασις κατά της Εικονομαχίας εντός του Βυζ. Κράτους παρουσιάσθη κυρίως ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ, διά τούτο ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος έλαβε μέτρα κατά του μοναχικού βίου...>> (Εκκλ. Ιστ. Στεφανίδου, σελ. 259, έκδ. β΄).
Επίσης, συνέχισεν ο π. Θεόδουλος πρίν ή συνέλθη τώ 787 ή Ζ΄ Οικ. Σύνοδος έν Νικαία, συνήλθεν έν έτος προηγουμένως έν Κων/λει, <<έν τώ Ναώ των Αγίων Αποστόλων, έκ δε του γυναικωνίτου η Αυτοκράτειρα Ειρήνη και υιός αυτής Κωνσταντίνος παρηκολούθουν τάς εργασίας αυτής. Οι ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ επίσκοποι και ο στρατός ήσαν εικονομάχοι προυκλήθησαν ταραχαί και η Σύνοδος διελύθη... (Αυτ.). Επίσης η δευτέρα εικονομαχική Σύνοδος συνήλθε έν Κων/λει τώ 815 υπό τον Πατριάρχην Θεόδωρον, η οποία ακύρωσε την Ζ΄ Οικ. Σύνοδον, αποκατέστησε το κύρος της πρώτης εικονομαχικής Συνόδου (754) και αφώρισε τους διαφωνούντας επισκόπους. Οι Ορθόδοξοι αντέδρασαν. Επικεφαλής αυτών ίστατο ο Θεόδωρος ο Στουδίτης (Κάτι παρόμοιον σχεδόν παρατηρείται και είς τα τραγικά γεγονότα της Φλωρεντινής Συνόδου (1438-9). Η ψευδής ένωσις της Φλωρεντίας πρός καιρόν εδίχασεν την Ορθόδοξον Ανατολήν. Ο αυτοκράτωρ, οι αυλικοί, οι ανώτεροι αξιωματούχοι της κοινωνίας, οι διανοούμενοι, ο Πατριάρχης Κων)πόλεως και οι πλείστοι των επισκόπων απετέλουν την παράταξιν των Ενωτικών. Οι ιερείς, οι μοναχοί, αί μοναχαί και ο λαός, ο φύλαξ ούτος της Ορθοδοξίας, ετάχθησαν ανεπιφυλάκτως υπό την σημαίαν του αποφασισμένου αρχηγού Μάρκου του Ευγενικού).
Ιδού ή έν προκειμένω γνώμη του μεγάλου πατρός.

Ώστε ότε περί πίστεως ο λόγος, ούκ έστιν ειπείν εγώ τις είμι; Ιερεύς; άλλ΄ ουδαμού. Άρχων, και ούδ΄ ούτως. Στρατιώτης; και πού; Γεωργός; και ούδ΄ αυτό τούτο. Πένης, μόνον την εφήμερον τροφήν ποριζόμενος. Ουδείς μοι λόγος και φροντίς περί του προκειμένου. Ουά, οι λίθοι κράξουσι και σύ σιωπηλός και άφροντις; (PG. 99, 1321 B).
Ώς βλέπετε ΠΑΝΤΕΣ υπάρχομεν έν ευθύνη και πάντες θα λογοδοτήσωμεν διά τυχόν ολιγωρίαν και αμέλειαν...

Μετά τους λόγους του παπα-Θεοδούλου σιγή ηπλώθη δι΄ ολίγον είς την αίθουσαν. Η απάντησίς του ήτο τόσον ταχεία, ήρεμος και πειστική, ώστε όλοι ήρχισαν να παρακολουθούν μετ΄ ηυξημένης εντάσεως και προσοχής. Ο παπα-Νεόφυτος, ταραγμένος κάπως, συνέσφιγξεν ισχυρώς το χαρτί το οποίον εκράτει είς τα χείρας του και ηγέρθη.
Ώστε απορρίπτετε, είπε, την οικονομίαν, παπα- Θεόδουλε, έν τή Εκκλησία; Ή αγνοείτε ότι <<άχρι καιρού>> πολλάκις ού μόνον είς επίσκοπος, αλλά και Συνόδοι υπέμειναν και ωκονόμησαν τους αναφανέντας αιρετικούς, ώστε να δοθή αυτοίς καιρός μετανοίας ή, άν θέλετε, ακριβούς εξετάσεως υπό της Εκκλησίας της κηρυττομένης αιρέσεως; Πρός απόδειξιν των ανωτέρω, σας καταγινώσκω τμήμα της επιστολής του θείου Κυρίλλου Αλεξανδρείας πρός τον λαόν της Κων-πόλεως, έν τή οποία ηναγκάσθη να απολογηθή διά την τηρηθείσαν στάσιν του είς την υπόθεση Νεστορίου! τίς οίδεν, ίσως και τότε να εμέμφοντο αυτόν οι πανταχού και πάντοτε παρόντες συναδελφοί υπερζηλωταί...
<<Αιτιάσθω δέ μηδείς την μέλλησιν (καθυστέρησιν). Ού γάρ ενυστάξαμεν... εμιμησάμεθα δέ τους ιατρικήν έχοντας εμπειρίαν, οί τά έν τοίς σώμασι γινόμενα των παθών ούκ ευθύς ταίς διά σιδήρου και πυρός υποφέρουσιν ανάγκαις, άλλ' ηπίοις έν αρχαίς φαρμάκοις καταμαλάσσουσι, περιμένοντες ΤΟΝ ΤΑΙΣ ΤΟΜΑΙΣ ΠΡΕΠΟΝΤΑ ΚΑΙΡΟΝ>> (
Μ.P.G, 76. 124 εξ.).
Ακούεις, αγαπητέ παπα-Θεόδουλε; Τίς δέ θα προσδιορίση αυθεντικώς τον ταίς τομαίς πρέποντα καιρόν; Βεβαίως ούτε σύ ούτε εγώ, αλλά η ανά την Οικουμένην Ορθόδοξος του Χριστού Εκκλησία, εάν πιστεύωμεν ότι υπάρχει αυτή...

Νέα έκπληξις είς το ακροατήριον. Ο Βησσαρίων εφαίνετο ιδιαίτερως ενθουσιασμένος. Το επιχείρημα ήτο τόσο ισχυρόν, ώστε και ο ίδιος ο Πρόεδρος, όστις εφέρετο συμπαθώς πρός τον παπα-Θεόδουλον και την συντροφιάν του, συνωφρυώθη.

_Αλλά και κάτι σπουδαιότερον ακόμη, εσυνέχισεν ο παπα-Νεόφυτος. Σας αναγινώσκω μέρος της επιστολής του αυτού Κυρίλλου πρός τον πάπα Ρώμης Καιλεστίνον, διά να γίνη καταφανές το πόσον επεθύμει και των άλλων Πατριαρχών την γνώμην και το σύμψηφον, προκειμένου να καθαιρεθή ο Νεστόριος, και δεν επανεστάτει όπως μερικοί σήμερον...
<
<Εγώ δε ομολογώ, καίτοι βουληθείς Συνοδικώ γράμματι φανερόν αυτόν καταστήσαι, ότι ταύτα λέγοντι (τώ Νεστορίω) και φρονούντι κοινωνείν ού δυνάμεθα τούτο μεν ού πεποίηκα λογισάμενος δέ, ότι χρή τοίς ολισθήσασι χείρα διδόναι και ώς αδελφούς πεσόντας εγείραι, παρήνεσα διά γραμμάτων αποσχέσθαι της τοιαύτης κακοδοξίας, Άλλ' ωνήσαμεν ουδέν... Ού πρότερον δέ της πρός αυτόν κοινωνίας εκβάλλομεν εαυτούς μετά παρρησίας, πρίν άν ταύτα την σή θεοσεβεία ανακοινωσώμεθα. Διό δή καταξίωσον τυπώσαι το δοκούν και πότερόν ποτε χρή κοινωνείν αυτώ ή λοιπόν απειπείν μετά παρρησίας ότι τοιαύτα φρονούντι και διδάσκοντι ουδείς κοινωνεί. Τον δέ επί τούτοις σκοπόν της σής θεοσεβείας χρ'η γενέσθαι διά γραμμάτων καταφανή και τοίς ευσεβεστάτοις και θεοφιλεστάτοις επισκόποις τοίς κατά Μακεδονίαν και άπασι τοίς κατά Ανατολήν.

Επιθυμούσι γάρ αυτοίς δώσομεν αφορμάς του πάντας μιά ψυχή και μιά γνώμη στήναι και επαγωνίσασθαι τή ορθή πίστει πολεμουμένη>> (Αυτ. στλ. 81 έξ).
Ακούεις, αγαπητέ παπα-Θεόδουλε; Ολόκληροι Πατριάρχαι ολόκληροι Σύνοδοι, σωρεία επισκόπων έν Μακεδονία και έν τούτοις δεν απεφάσιζον να ενεργήσουν μόνοι! Και υμείς; Υμείς απλοί Ιερείς ή μοναχοί, αποκηρύσσετε το Πατριαρχείον, τί λέγω, ολόκληρον την Ελλαδικήν Εκκλησίαν, διότι δεν απεκήρυξε τον Πατριάρχην...


Η έντασις της εκπλήξεως, μετά τους τελευταίους λόγους του ομιλητού, απεκορυφώθη, ουδέποτε είχε προκληθή τοιούτον ενδιαφέρον είς τους πατέρας διά γενικά θέματα εκκλησιαστικής φύσεως, ώς το ανωτέρω. Όλοι ήρχισαν να αισθάνωνται ότι κάτι πολύ σοβαρόν συνέβαινεν έν τη Εκκλησία, ελάχιστοι όμως ήσαν είς θέσιν να προσδιορίσουν και το τί ακριβώς.

Πραεία ηκούσθη και πάλιν η φωνή του γηραιού παπα-Θεοδούλου
_Ωμιλήσατε, πάτερ, έν τή αρχή του λόγου σας περί <<οικονομίας>>. Δι΄ αυτήν πιστεύω μετά των πατέρων τα ακόλουθα
<<Έν γάρ τοίς θείοις δόγμασιν ουδαμού χώραν έχει ποτέ η οικονομία ή συγκατάβασις ταύτα γάρ απαρασάλευτα είσι και υπό πάντων ορθοδόξων ώς απαράβατα έν πάση ευλαβεία διαφυλλάτονται και ο μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ώς σχισματικός και αιρετικός κατακρίνεται και αναθεματίζεται και ακοινώνητος παρά πάσι λογίζεται>> (Απόκρισις των Ανατολικών Ορθοδόξων πρός τους απο Βρεττανίας αποσταλείσας υπέρ ενώσεως και ομονοίας μετά της Ανατ. Εκκλησίας προθέσεις. 'Ορα και Ι. Καρμίρη, Μνημεία, Β, 808-809).
Επίσης, η Συνοδική Πράξις του 1828 αναφέρει ότι
<<Επί... των δογματικών και όσα οι ιεροί Κανόνες διακελεύονται, περί εκείνων, ούτε φρονήσαι τι εναντίον όλως ημίν δυνατόν, ούτε προσθήκην ή αφαίρεσιν μέχρι και της κεραίας αυτής διαπράξαι θεμιτόν>>
Συνεπώς, προσέθεσεν ο παπα-Θεόδουλος, ενώ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΣ η Εκκλησία δεν επιτρέπει ουδεμίαν οικονομίαν είς τα δογματικής φύσεως θέματα, έν τούτοις ΠΡΑΚΤΙΚΩΣ μεσολαβεί πάντοτε χρόνος τις μέχρις ότου ν΄ αρχίση η αντίδρασις των ορθοδόξων φρουρών και ποιμένων.
Θεωρητικώς ο χρόνος αυτός, δεν θα πρέπη να υφίσταται κάν, διότι άμα τή κηρυττομένη αιρέσει θα πρέπη έν τώ άμα να εμφανίζεται και η αντίδρασις.
Αλλά πρακτικώς, ώς ανέφερον, πλήν όμως με ορθόδοξον αντιμετώπισιν, θα μεσολαβή πάντοτε ο απαιτούμενος χρόνος, ο οποίος και θα ΕΠΙΤΡΕΠΗ διάγνωσιν της νόσου. Απο της στιγμής εκείνης η ευθύνη ΑΡΧΕΤΑΙ να βαρύνη πάντα ορθόδοξον ποιμένα και πιστόν.
_Αναφορικώς δέ με την επιστολήν του θείου Κυρίλλου πρός τον λαόν της Κων/λεως, ήν ανεφέρατε προηγουμένως, έχω να παρατηρήσω τα ακόλουθα

α) Εσιγήσατε σπουδαιότατον σημείον αυτής, όπερ ιδιαιτέρως ενδιαφέρει ημάς σήμερον και το οποίον θα μοι επιτρέψετε να αναγνώσω

<<
ταύτην έν εαυτοίς αναζωπυρούντες αεί την πίστιν, ασπίλους και αμώμους εαυτούς τηρήσαντες. ΜΗΤΕ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΕΣ τώ μνημονευθέντι (Νεστορίω), μήτε μήν ώς διδασκάλω προσέχοντες, εί μένει λύκος αντί ποιμένος... Τοίς δέ γε των κληρικών, είτε λαικών διά την ορθήν πίστιν ΚΕΧΩΡΙΣΜΕΝΟΙΣ ή ΚΑΘΑΙΡΕΘΕΙΣΙ παρ΄ αυτού, κοινωνούμεν ημείς, ού την εκείνου κυρούντες άδικον ψήφον, επαινούντες δέ μάλλον τους πεπονθότας, κακείνο λέγοντες αυτοίς εί ονειδίζεσθε έν Κυρίω, μακάριοι ότι της δυνάμεως και το του Θεού πνεύμα είς υμάς αναπέπαυται...>>
(Mansi IV, 1096).

Ώς γίνεται, λοιπόν, τοίς πάσιν δήλον, παπα-Νεόφυτε, οι διαχωρίσαντες εαυτούς του ψευδούς ποιμένος, ΕΠΑΙΝΟΥΝΤΑΙ υπό του αγίου μετά πολλής της δυνάμεως και δέχεται πάντας τούτους είς εκκλησιαστικήν κοινωνίαν, ώς ΓΝΗΣΙΟΥΣ ορθοδόξους και της <<παρακαταθήκης>> φύλακας πιστοτάτους. Επίσης, εφιστώ ιδιαιτέρως την προσοχήν σας, είς την φράσιν <<τοίς δέ γε των κληρικών, είτε λαικών διά την ορθή πίστιν κεχωρισμένοις ή καθαιρεθείσι παρ΄ αυτού...>> Γνωρίζετε τι σημαίνουν αί ανωτέρω μετοχαί; Απλούστατα, αυτό το οποίον αρνείσθαι υμείς ότι δηλαδή ΔΥΝΑΝΤΑΙ να εγερθούν κατά του επισκόπου των, όταν κηρύσση βεβαίως αίρεσιν, και οι κληρικοί του και το απλούν ποίμνιον, ΧΩΡΙΣ να αναμένουν το σύνθημα των υμετέρων αξιωματικών. Πλείον όμως περί τούτων επιφυλλάσσομαι να είπω αργότερον.

2) Προκειμένου δέ περί της <<τομής>>, ήτοι της καθαιρέσεως του Νεστορίου, καλώς και αγίως έπραξεν ο Κύριλλος αναμένων και την γνώμην των άλλων τοπικών Εκκλησιών. Προηγουμένως όμως, ήτοι απο την απαρχήν της αιρέσεως και μέχρι της στιγμής της ετοιμαζομένης <<τομής>>, ουδόλως έπαυσε να ενεργή ιδιωτικώς όσα θα συνέβαλον πρός μετάνοιαν και επιστροφήν του κακοδοξούντος. ΤΡΕΙΣ ΣΧΕΔΟΝ ΜΗΝΑΣ μετά την κήρυξιν της κακοδοξίας ήρξατο η αντίδρασις του θείου πατρός, ή οποία ηκολούθησεν την εξής πορείαν


1) Απέστειλε δύο επιστολάς προσωπικής διαμαρτυρίας πρός τον Νεστόριον. (Mansi 4/885-892)

2)Μή ικανοποιηθείς έκ των απαντήσεών του, έγραψε πρός τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιον και τάς Βασιλίσσας Ευδοκίαν και Πουλχερίαν. (Mansi 4/618-684.)

3) Συνεκάλεσεν Αιγυπτιακήν Σύνοδον επισκόπων, ήτις και κατέκρινε την διδασκαλία του Νεστορίου. (Ι. Καρμίρη, Μνημεία, Α΄, 141.)

4)Τή συνεργία του, και η τοπική Σύνοδος της Ρώμης υπό τον Καιλεστίνον κατεδίκασε την Νεστοριανήν κακοδοξίαν, (ένθ. άνωτ.).
Συνεπώς έπραξε πάντα όσα ηδύνατο, ώς Ορθόδοξος Πατριάρχης και ποιμήν γνησιώτατος...


(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
)

Ανοιχτή επιστολή πρός τους Αρχιερείς της Κύπρου

«Πῦρ ἀνήφθη εἰς Κύπρον, ὕβρεις πυροπαθῶν Ἀρχιερέων…
(Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν! Καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη;) (Λουκ. 12,49) τά θλιβερά ἀποτελέσματα, πού ἔγιναν στήν Κύπρο τόν Ὀκτώβριο 2009, πρός καταισχύνην τῶν αἱρετικῶν καί δόξαν τῶν Ὀρθοδόξων κληρικῶν καί λαϊκῶν!…
«Τό Πῦρ εἶναι εὐλογημένον, πού ἄναψε ὁ Χριστός στή Γῆ». Ἐγώ, λέγει ὁ Κύριος, ἦλθα νά βάλω φωτιά εἰς τήν Γῆν… Φλογερόν ζῆλον καί ἅγιον ἐνθουσιασμόν στίς καρδιές τῶν καλοπροαιρέτων, αὐτός ὁ ζῆ λος θά ἀνάψη πυρκαγιά στίς καρδιές τῶν διεστραμμένων, γεμάτες μίσους ἐναντίον μου καί κατά τῶν ὀπαδῶν μου. Καί τί ἄλλο θέλω…
Ἐγώ ἔχω τό βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου καί πόσον κατέχομαι ἀπό τόν πόθον καί ἀνυπομονῶ πότε νά πραγματοποιηθῆ γιά ν᾽ ἀνάψει αὐτή ἡ φωτιά εἰς ὅλην τήν Οἰκουμένην, αὐτό τό πῦρ τῆς πίστεως, τοῦ θείου ζήλου. Δέν ἦλθα στή Γῆ νά δώσω ὑποκριτικήν εἰρήνην, ὅπως φαντάζονται οἱ Ἑβραῖοι, ὄχι! Ἀλλά ἦλθα νά προκαλέσω διχασμόν καί διαίρεσιν μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί ὑπεύθυνοι θά εἶναι οἱ πονηροί, οἱ ἄπιστοι καί οἱ ἀμετανόητοι…
Διότι ἀπό τώρα θά εἶναι εἰς ἕνα σπίτι χωρισμένοι πέντε, οἱ τρεῖς ἐναντίον τῶν δύο καί οἱ δύο ἐναντίον τῶν τριῶν… καί ὁ πατέρας ὁ ἄπιστος, κατά τοῦ πιστοῦ παιδιοῦ του, καί ὁ ἄπιστος υἱός κατά τοῦ πιστοῦ πατρός. Ἡ μητέρα, κατά τῆς κόρης καί αὐτή κατά τῆς μητρός της· ἡ πεθερά ἐναντίον τῆς νύμφης, καί ἡ νύφη σφόδρα, κατά τῆς πεθερᾶς της. Δηλ. τά ἄπιστα μέλη τῆς οἰκογένειας, κατά τῶν πιστῶν.
Τοῦ το θά συνεχίζεται στόν κόσμον, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος, καί ὁ πόλεμος αὐτός μεταξύ τῶν δύο, δηλ. τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ σατανᾶ, θά ἐντείνεται ὅλο καί περισσότερον, μέ λυσσώδη μανίαν. Ἀλλά, ὁ Κύριος, πού ἄναψε τή φωτιά σ᾽ ὅλην τήν Οἰκουμένην, θά κατακαύση καί θά ἀποτεφρώση ὅλους τούς ἐχθρούς τῶν πιστῶν καί εὐσεβῶν, μαζί μέ τόν ἀρχηγόν τους καί τούς ὀπαδούς τους…
Αὐτό τό πῦρ ἄναψε ὁ Χριστός, ἐκεῖνες τίς ἡμέρες, στήν Κύπρο, δι᾽ ἀγωνιστῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Στήν Ραβέννα εἶχε τεθῆ θέμα πρωτείου τοῦ πάπα κατά τήν πρώτη χιλιετία τῆς Ἐκκλησίας… καί στήν Πάφο τῆς Κύπρου, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2009, συνῆλθε ἡ μικτή ἐπιτροπή διαλόγου Ὀρθοδόξων καί τῶν λεγομένων ρωμαιοκαθολικῶν, πού λάθρα αὐτοτιτλοφοροῦνται, γιατί δέν εἶναι οὔτε Ρωμαῖοι, οὔτε καθολικοί, παρά εἶναι μόνο, Φράγκοι καί Λατίνοι. Ποιός ὁ σκοπός;
Θέμα: τό πρωτεῖον τοῦ Πάπα…
Ὁ Χρυσόστομος, μετά τήν ἐκλογήν του, μετέβη πάραυτα καί προσκύνησε τόν πάπα, καί πῆρε τίς εὐλογίες του, γιά νά συνεχίσουν τό ἔργον τους, ὑπέρ τοῦ οἰκουμενισμοῦ…
Ὦ! Χρυσόστομε, εἶσαι ἐσύ Ἀρχιερεύς Ὀρθόδοξος; Δέν εἶσαι, ὄχι!
Γιατί ἄν ἤσουν, δέν θά λησμονοῦσες ποτέ, τούς ἑκατοντάδες χιλιάδες μάρτυρες τῆς «Καντάρας» καί τόσα ἄλλα δεινά τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού ἐπέφεραν, οἱ φίλοι σου παπικοί…
Τήν ἐπάθατε τήν «χανταβάρα» καί γίνατε ρεζίλι στόν κόσμο· ὁ διάλογος στήν Πάφο συνάντησε μεγάλη ἀντίδρασιν ἀπό τούς λαμπρούς ἀστέρες τῆς Ἁγίας μας Ὀρθοδοξίας, κληρικούς καί λαϊκούς, ὁ πότε διακόψατε τό συνέδριον ἄνευ ἀποτελέσματος, πήρατε ἕνα γερό μάθημα ἀπό τούς πιστούς ἀγωνιστές ὀρθοδόξους ἀδελφούς Χριστιανούς…
Τό κακό τέλος τοῦ συνεδρίου πολύ στοίχισε στόν Ἀρχιεπίσκοπον Κύπρου, καί στόν ὁμόφρονά του Μητροπολίτη Πάφου Γεώργιο, καί ἐπειδή ἡ ἔντονη ἀντίδρασις τῶν ὀρθοδόξων ἀγωνιστῶν, κατετρόπωσε τόν ἐγωϊσμόν τους, ἐξετράπησαν σέ ὕβρεις κατά τῶν ὀρθοδόξων ἀγωνιστῶν…
Ὁ Πάφου χαρακτήρισε τούς πιστούς ὡς ἡμιμαθεῖς καί φανατικούς.Ὅμως, ὅπως ἔγραψε ὁ καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Δημήτρης Τσελεγγίδης: δέν ἔχει νόημα νά γίνεται Διάλογος γιά πρωτεῖον τοῦ πάπα στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ὁ πάπας εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας.

Ἀπειλὲς καὶ χειροδικίες


Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου καί ὁ Μητροπολίτης Πάφου δέν τούς ἔφτασαν οἱ τόσες ὕβρεις κατά τῶν Ὀρθοδόξων ἀγωνιστῶν, ὁ πρῶτος ἀπείλησε νά θέση σέ ἀργία τούς ἀγωνιστές κληρικούς καί νά διακόψη τή μισθοδοσία τους. Ὁ δέ δεύτερος προέβη σέ χειροδικία κατά τῶν τιμίων Ὀρθοδόξων ἀγωνιστῶν…
Ἅπλωσε τά χέρια του, ὄχι νά εὐλογήση, ἀλλά νά δείρη, καί νά φέρη στήν μνήμη Ὀρθοδόξων τήν διαμαρτυρία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν κόλαξ τοῦ Ἀρχιερέως, τόν ἐράπισε: «Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περί τοῦ κακοῦ· εἰδέ καλῶς, τί μέ δέρεις;» (Ἰωάν 18-23). Π. Χρυσόστομε καί π. Γεώργιε δέ θυμᾶσθε τήν Ἁγία ἐκείνη ἡμέρα τῆς χειροτονίας σας, πού ὁ Παράκλητος σᾶς ἀνέδειξεν Ἀρχιερεῖς, καί σᾶς ἐμπιστεύθη, τήν Ἁγίαν καί Ἱεράν Παρακαταθήκη; «Αὐτήν καλῶς…»(Τιμ. 6,20)…
Μέ ἀπειλές καί χειροδικίες, κατά τῶν πιστῶν, ἀγωνιστῶν ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων, τά προβλήματα δέν λύονται, ὅπως ἐσεῖς φέρεσθε, ὄχι! Ἀλλά μέ διάλογο ταπεινώσεως, ἀληθείας, δικαιοσύνης καί ἀγάπης, καί πειθώ.
Αὐτά πού ἔγραψα μέ πόνο καρδίας μου ἐδῶ, δέν παρουσιάζω τόν ἑαυτόν μου ὡς κριτήν, οὔτε συνήθισα νά κολακεύω, οὔτε καί νά ἐπαινῶ, ἀλλά δέν περίμενα ποτέ, νά ἴδω καί νά ἀκούσω, στά 89 χρόνια τῆς ἐπιγείου μου ζωῆς καί στά 58 χρόνια ἐλέῳ Θεοῦ τῆς ἱερωσύνης μου, αὐτά τά ἀλλόκοτα γεγονότα, πού δυστυχῶς σπιλώνουν τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας.
Πραγματοποιήθηκε τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ἡ προφητεία, πού ἀναφέρει ὅτι τόν 20 αἰῶνα, οἱ ἀσεβέστεροι θά εἶναι οἱ κληρικοί!…
Ἀλλοίμονόν μας!… Ζοῦμε ἡμέρες κρίσιμες διά τήν ἀποστασίαν τοῦ κόσμου, ἀπό τόν Χριστόν καί τήν Ἐκκλησίαν καί διά τοῦτο, θά ἔλθη ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τάς κεφαλάς τῶν υἱῶν τῆς ἀσεβείας!…
Ἡ μετάνοια μᾶς σώζει!… Ἐμπρός λοιπόν ἐπιστροφή στόν Χριστόν, πού εἶναι τό Φῶς, ἡ Ἀλήθεια
καί ἡ Ζωή.
Μετά τοῦ προσήκοντος πρός τήν Ἀρχιερωσύνην σας Σεβασμοῦ διατελῶν,
ὁ Γέρων 90τούτης ἐλέῳ Θεοῦ
Ἱερεύς Γεώργιος Δημ. Θεολογίτης

ΑΠΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΤΥΠΟ

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

''TO XPONIKON'' (ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ ΥΠΟ ΓΕΩΡΓΙΟΥ (Σ)ΦΡΑΝΤΖΗ)


Στὶς 24 Μαΐου (1453) ἀκούστηκε ὅτι ὁ ἀμηρᾶς ἔχει σκοπὸ στὶς 29 Μαΐου ἀπὸ ξηρὰ καὶ θάλασσα νὰ ἐπιτεθῆ μὲ σφοδρότητα, κάμνοντας συμπλοκἐς καὶ συγκρούσεις. Γι’ αὐτὸ ὅλοι οἱ στρατηγοὶ καὶ οὶ δήμαρχοι, καὶ μάλιστα ὁ Ἰωάννης ὁ Ἰουστινιανός, δὲν ἔπαυαν νὰ ἑτοιμάζουν κάθε τέχνασμα γιὰ νὰ ἀντιπαραταχθοῦν στὸν ἐχθρό· ὅλη τὴν νύκτα προσπαθοῦσαν μὲ κάθε τρόπο νὰ διορθώνουν τὰ τείχη στὰ σημεῖα ποὺ εἶχαν καταρρεύσει ἀπὸ τὰ κτυπήματα τῶν τηλεβόλων. Ἔπειτα ὁ Ἰουστινιανὸς ἔστειλε ἀνθρώπους πρὸς τὸν μέγα δοῦκα Νοταρᾶ καὶ ζητοῦσε νὰ τοῦ στείλη μερικὰ τηλεβόλα, ποὺ ὑπῆρχαν στὰ μέρη τὰ ὁποία φρουροῦσε ἐκεῖνος. Ὁ κύρ Λουκᾶς ὅμως ὁ Νοταρᾶς δὲν θέλησε νὰ τοῦ δώση, λέγοντας ὅτι αὐτὰ χρειάζονται καὶ στὸν δικό του τομέα. Καὶ ὁ Ἰουστινιανὸς τοῦ ἀπάντησε ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ βρίσκωνται τόσα πολλὰ τηλεβόλα στὰ μέρη ἐκεῖνα ὅπου ὑπάρχουν νερά. Καὶ ἔτσι ἄρχισαν νὰ φιλονεικοῦν σὰν παιδιὰ καὶ νὰ ἀνταλλάζουν βρισιές. Ὁ Ἰουστινιανὸς ἀπεκάλεσε τὸν Νοταρᾶ ἄχρηστο, καταστροφέα καὶ ἐχθρὸ τῆς πατρίδος· ἐκεῖνος πάλι ἔλουσε τὸν Ἰουστινιανὸ μὲ ἀνάλογες βρισιές. Ὅταν τὰ ἄκουσε αὐτὰ ὁ βασιλιὰς τοὺς κάλεσε ἰδιαιτέρως καὶ τοὺς εἶπε: "Ἀδελφοί, δὲν εἶναι καιρὸς νὰ συμβαίνουν τέτοια πράγματα μεταξύ μας καὶ νὰ λέμε καὶ νὰ φιλονεικοῦμε, ἀλλὰ νὰ συγχωρήσουμε ἐκείνους ποὺ μᾶς μισοῦν καὶ νὰ παρακαλέσουμε τὸν θεὸ νὰ μᾶς λυτρώση ἀπὸ τὸ φοβερὸ στόμα τοῦ δράκοντος ποὺ μᾶς ἀπειλεῖ φανερά". Εἶπε καὶ ἄλλα παρόμοια λόγια σ’ αὐτοὺς καὶ τοὺς συμφιλίωσε. Καὶ τότε ὁ καθένας τους ἐπέστρεψε στὸν τόπο ποὺ τοῦ εἶχαν ἐμπιστευθῆ καὶ ἀνέλαβε τὴν ὑπηρεσία του. Ὁ Ἰουστινιανὸς ἀποδείχθηκε φοβερὸς στοὺς ἐχθρούς, καὶ μάλιστα κατὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες, τόσο μὲ τὰ λόγια ὅσο καὶ μὲ τὶς πράξεις του. Κάθε μέρα ἔκαμνε ἐπιθέσεις καὶ εφόδους κατὰ τῶν ἐχθρῶν, καὶ πολλοὺς αἰχμαλώτιζε, ἐνῶ ἄλλους τοὺς περνοῦσε ἀπὸ τὸ μαχαίρι. Ὅλοι θαύμαζαν τὰ κατορθώματα καὶ τὶς πράξεις τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὸν ἀποκαλοῦσαν λυτρωτὴ καὶ σωτῆρα τῆς πόλεως. Ἀλλὰ δὲν παρέμεινε τέτοιος μέχρι τέλους· τὴν φήμη ποὺ μὲ τὴν ἀνδρεία του εἶχε κερδίσει, ὕστερα τὴν κατέστρεψε ἡ δειλία του. Καὶ ἐνῶ ἔτσι εἶχαν τὰ πράγματα γιὰ μᾶς, διαδόθηκε μιὰ ψεύτικὴ πληροφορία στὸ στρατόπεδο τῶν ἐχθρῶν, ὅτι δῆθεν ἔρχεται στόλος ἀπὸ τὴν Ἰταλία πρὸς βοήθειά μὰς, καθὼς καὶ ὁ ἀρχηγὸς τῶν Οὕγγρων Ἴαγκος μὲ πάρα πολὺ μεγάλο στράτευμα ἀπὸ ἱππεῖς καὶ πεζούς. Σὰν τὸ ἄκουσαν οἱ Ἀγαρηνοί, τοὺς κυρίευσε μεγάλος φόβος· ἐκστόμιζαν κατάρες κατὰ τοῦ ἀμηρᾶ καὶ γόγγυζαν, λέγοντας ὅτι αὐτὸ θὰ εἶναι ὁ ἀφανισμὸς τοῦ γένους των, γιατὶ καταπιάστηκαν μὲ ἕνα ἔργο χωρὶς ἐλπίδα ἐπιτυχίας. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀμηρᾶς περιέπεσε σὲ διαλογισμούς, ταραχὴ καὶ δειλία, καὶ ὅλοι οἱ σύμβουλοί του ἦταν περίλυποι. Πρῶτον, διότι ἄκουσαν γιὰ τὴν ἄφιξι τῆς βοηθείας, καὶ δεύτερον, διότι τόσο μεγάλο καὶ φοβερὸ στράτευμα ἐπὶ τόσες ἡμέρες τίποτε δὲν κατώρθωσε στὴν ξηρὰ καὶ τὴν θάλασσα· πολλές φορὲς μάλιστα μὲ τόσες πολλὲς πολιορκητικὲς μηχανὲς καί δυνάμεις, ἄν καὶ τοποθέτησαν κλίμακες στὰ τείχη, ἐκδιώχθηκαν οἰκτρά, καὶ καταγκρεμίστηκαν, ἀλλὰ καὶ φονικὸ μεγάλο τοὺς βρῆκε, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κυριεύση ἡ δειλία τοὺς Τούρκους ποὺ ἦταν κοντὰ στὰ τείχη. Τρίτον, διότι ἔβλεπαν ἕνα φαινόμενο: Ἕνα ἀστραφτερὸ φῶς κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸν οὐρανό στεκόταν ἐπάνω ἀπὸ τὴν Πόλι καὶ ὅλη τὴν νύκτα τὴν ἔσκεπε ἀπὸ ψηλά. Μόλις οἱ Τοῦρκοι εἶδαν τὸ φῶς αὐτό, στὴν ἀρχὴ ἔλεγαν ὅτι ὁ θεὸς ὠργίσθηκε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καὶ θέλει νὰ τοὺς κατακαύση καὶ νὰ τοὺς παραδώση σ’ αὐτοὺς ὡς δούλους. Ἔπειτα ὅμως, ὅταν εἶδαν ὅτι πάντοτε ντροπιασμένοι γκρεμίζονταν ἀπὸ τὰ τείχη καὶ τὶς κλίμακες καὶ ὅτι, ἄν καὶ ἐφάρμοζαν τόσα πολεμικὰ τεχνάσματα, τίποτε δὲν κατώρθωναν, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἄκουσαν τὴν ψεύτικη φήμη περὶ τοῦ στόλου τῆς Ἰταλίας καὶ περὶ τοῦ Ἰάγκου, ἄρχισαν πλέον νὰ λένε γιὰ τὸ φῶς ἐκεῖνο ὅτι ὁ θεὸς πολεμάει μὲ τὸ μέρος τῶν Χριστιανῶν, τοὺς προστατεύει καὶ εἶναι συμμαχός τοὺς. Γι’ αὐτὲς τὶς αιτίες ὁ ἀμηρᾶς, ὅπως εἴπαμε, καὶ ὅλος ὁ στρατὸς ἦταν λυπημένος καὶ σκυθρωπός. Σκεπτόταν λοιπόν νὰ σηκωθῆ τὴν ἑπόμενη καὶ νὰ λύση τὴν πολιορκία. Τὸ ἴδιο ὅμως βράδυ τὴν ἑπομένη τοῦ ὁποίου σχεδίαζαν νὰ φύγουν, βλέπουν πάλι, ὅπως συνήθιζε τὸ φῶς νὰ κατεβαίνη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἀλλὰ δὲν ἁπλωνόταν, ὅπως συνήθιζε προηγουμένως, ὥστε νὰ σταθῆ ἐπάνω ἀπὸ τὴν Πόλι ὅλη τὴν νύκτα· φάνηκε μόνον ἀπὸ μακριὰ καὶ ἀμέσως διασκορπίστηκε καὶ ἔγινε ἄφαντο. Μόλις τὸ εἶδαν αὐτὸ ὁ ἀμηρᾶς καὶ ὅλοι οἱ δικοί του, χάρηκαν πολὺ καὶ ἔλεγαν: "τώρα ὁ θεὸς τοὺς ἐγκατέλειψε ". Τὸ ἴδιο ἀποφάνθηκαν οἱ σοφοὶ καὶ οἱ γραμματιζούμενοι τῆς μιαρῆς, τῆς ἄπιστης καὶ πλανημένης θρησκείας, ὅτι δηλαδὴ τὸ φῶς φανέρωνε πῶς θὰ κερδίσουν τὴν Πόλι. Καὶ ἔτσι ὅλοι εἶχαν καλὲς ἐλπίδες, οἱ ὁποῖες πραγματοποιήθηκαν ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Τὸ βράδυ τῆς 27ης Μαΐου ὁ ἀμηρᾶς πρὸσταξε, ὅλη τὴ νύκτα καὶ τὴν ἑπομένη ἡμέρα νὰ ἀνάψουν φωτιὲς καὶ φανάρια, νὰ νηστεύσουν ὅλη τὴν ἡμέρα καὶ νὰ λουστοῦν ἑπτὰ φορές, γιὰ νὰ παρακαλέσουν τὸν θεὸ νηστικοὶ καὶ καθαροὶ νὰ νικήσουν τὴν Πόλι· αὐτὸ καὶ ἔγινε. Τὸ ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας, κατὰ τήν δύσι τοῦ ἡλίου καὶ ἀφοῦ ἐδείπνησαν, ὁ ἀμηρᾶς στάθηκε στὴν μέση τοῦ στρατοῦ καὶ μιλώντας εἶπε τὰ ἑξῆς:

" Πολυαγαπημένα μου παιδιά, στὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ, τοῦ προφήτου Μωάμεθ καὶ ἐμοῦ τοῦ δούλου του σᾶς προτρέπω αὔριο νὰ κάμετε ἔργο ἀξιομνημόνευτο στὴν αἰωνιότητα, ὅπως ἔκαμαν καὶ οἱ πρόγονοί μας μέχρι τώρα, ὅπως εἶναι φανερό, καὶ μὲ προθυμία καὶ γενναιότητα καὶ μεγαλοψυχία νὰ περάσετε μὲ σκάλες ἐπάνω ἀπὸ τὰ τείχη σὰν πουλιά, καὶ τὴν φήμη ποὺ οἱ πρόγονοί μας κέρδισαν, καὶ ὁ θεός τοὺς τὴν χάρισε, νὰ μὴ τὴν χάσουμε ἐμεῖς· ἀντίθετα ἦλθε ἡ ὥρα νὰ τὴν αὐξήσουμε ἐμεῖς στὸ πολλαπλάσιο" Τοὺς ἀπηὺθυνε καὶ ἄλλους πολλοὺς λόγους κατάλληλους γιὰ στρατιῶτες καὶ ξύπνησε μέσα τους τὴν μεγαλοψυχία γιὰ νὰ πολεμήσουν μὲ γενναιότητα. Κὶ ἐκεῖνοι σὰν τ’ ἄκουσαν αὐτὰ χάρηκαν πάρα πολὺ καὶ μὲ μιὰ φωνὴ ὅλοι τους ἀλάλαζαν στὴν γλῶσσα τους: "Ἀλλάχ ἀλλάχ, μεεμὲτ ρεσοὺλ ἀλλάχ", ποὺ σημαίνει: " Ὁ θεὸς τῶν θεῶν καὶ ὁ Μωάμεθ ὁ προφήτης αὐτοῦ".

Ὅταν ἐμεῖς στὴν Πόλι άκούσαμε τὴν τόσο δυνατὴ κραυγή, ποὺ ἔμοιαζε μὲ βοητὸ μεγάλο τῆς θαλασσας, ἀναρρωτιώμασταν τί ἄραγε συμβαίνει. Σὲ λίγο βεβαιωθήκαμε γιὰ τὴν ἀλήθεια, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἀμηρᾶς ἑτοίμαζε γιὰ τὴν ἑπομένη πόλεμο ἀπὸ στεριὰ καὶ θάλασσα ὅσο πιὸ σφοδρό μποροῦσε κατὰ τῆς Πόλεως. Κι ἐμεῖς βλέποντας τὸ τόσο μεγάλο πλῆθος τῶν ἀπίστων, πού, ὅπως μοῦ φαίνεται ἐμένα, ἀντιστοιχοῦσαν πεντακόσιοι καὶ περισσότεροι στὸν καθένα μας, ἀναθέσαμε τὶς ἐλπίδες μας στὴν θεία Πρόνοια. Ὁ βασιλιὰς τότε πρόσταξε, οἱ ἱερεῖς, οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ μοναχοί, οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ μὲ τὶς ἅγιες καὶ ἱερὲς εἰκόνες καὶ μὲ τὶς θεῖες ἀπεικονίσεις στὰ χέρια καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια νὰ περιέρχωνται τὰ τείχη τῆς Πόλεως, νὰ ψάλλουν τὸ " κύριε ἐλέησον", γιὰ νὰ μὴ μᾶς παραδώση ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας στὰ χέρια ἀπίστων, ἀποστατῶν καὶ κακούργων ὅσο κανεὶς ἄλλος στὴ γῆ, ἀλλὰ νὰ μᾶς λυπηθῆ, ἐμᾶς ποὺ εἴμαστε οἱ κληρονόμοι του. Καὶ μὲ κλάματα ἔδιναν θάρρος ὁ ἕνας στὸν ἄλλο νὰ ἀντισταθοῦν γενναῖα στοὺς ἐχθροὺς τὴν ὥρα τῆς συμπλοκῆς. Ὁ βασιλιάς ἐπίσης τὸ ἀπόγευμα τῆς ὀδυνηρῆς ἐκείνης Δευτέρας, ἀφοῦ συγκέντρωσε ὅλους, ἄρχοντες, ἀρχομένους, δημάρχους, ἑκατόνταρχους καὶ ἐκλεκτοὺς στρατιῶτες, εἶπε τὰ ἐξῆς:

" Ἐσεῖς, εὐγενέστατοι ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι συστρατιῶτες καὶ ὅλος ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, γνωρίζετε καλὰ ὅτι ἔφθασε ἡ ὥρα ποὺ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεώς μας θέλει νὰ μᾶς πιέση περισσότερο μὲ κάθε πολεμικὸ τέχνασμα καὶ τρόπο, καὶ μὲ ὅλη του τὴν δύναμι νὰ μᾶς ἐπιτεθῆ ἀπὸ στεριὰ καὶ θάλασσα καὶ νὰ μᾶς πολεμήση μὲ σφροδρότητα. Σκοπὸς του εἶναι νὰ χύση τὸ δηλητήριό του σὰν φίδι καὶ νὰ μᾶς καταπιῆ σὰν ἀνήμερο λεοντάρι. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ σταθῆτε ἀνδρεῖοι καὶ μὲ γενναία ψυχή, ὅπως πάντοτε μέχρι τώρα κάματε κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεώς μας. Γνωρίζετε καλά, ἀδελφοί, ὅτι ὀφείλουμε ὄλοι ἀπὸ κοινοῦ γιὰ τέσσερις λόγους νὰ προτιμήσουμε τὸν θάνατο ἀπὸ τὴν ζωή. Πρῶτον γιὰ τὴν πίστι καὶ τὴν θρησκεία μας, δεύτερον γιὰ τὴν πατρίδα, τρίτον γιὰ τὸν κύριόν σας τὸν χρισμένο βασιλιά καὶ τέταρτον γιὰ τοὺς συγγενεῖς καὶ φίλους. Νὰ θεωρήσετε τὸν πόλεμο σὰν κυνήγι ἐναντίον ἀγριόχοιρων, γιὰ νὰ καταλάβουν οἱ ἄπιστοι ὅτι δὲν ἀντιμετωπίζουν ζῶα χωρὶς λογική, ὅπως εἶναι οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ κυρίους καὶ ἐξουσιαστὲς τῶν ζώων αὐτῶν καὶ ἀπογόνους Ἑλλήνων καὶ Ρωμαίων". Ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ καὶ τελεὶωσε τὴν δημηγορία του καὶ μὲ δάκρυα καὶ στεναγμοὺς εὐχαρίστησε τὸν θεό, ὅλοι μαζὶ μὲ ἕνα στόμα ἀποκρίθηκαν κλαίγοντας: "Ἄς πεθάνουμε γιὰ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν πατρίδα μας".

Ὁ βασιλιὰς πῆγε στὸν πάνσεπτο ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, προσευχήθηκε μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ κοινώνησε τὰ ἄχραντα μυστήρια. Τὸ ἴδιο ἔκαμαν καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἐκείνη τὴν νύκτα. Κατόπιν μετέβη στὰ ἀνάκτορα, ὅπου ἔμεινε γιὰ λίγο καὶ ζήτησε συγχώρησι ἀπὸ ὅλους. Ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ διηγηθῆ τὰ κλάματα καὶ τοὺς θρήνους τῆς ὥρας ἐκείνης στὸ παλάτι; Ἀκόμη κι ἄν ἦταν κανεὶς ἀπὸ ξύλο ἤ ἀπὸ πέτρα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴ θρηνήση.

Οἱ φρουροὶ μᾶς εἶπαν ὅτι ὅλη τὴν νύκτα συνέβαινε θόρυβος καὶ πολλὲς ὁμιλίες, διότι ἔσερναν τὶς πολεμικὲς μηχανὲς ποὺ εἶχαν ἑτοιμάσει γιὰ τὴν ἐπίθεσι στὰ τείχη. Ἀκόμη ὅτι τὴν ἴδια στιγμή βρίσκονται σὲ κίνηση τὰ πιὸ μεγάλα ἀπὸ τὰ πλοῖα τῶν ἐχθρῶν στὴν θάλασσα καὶ ὅτι οἱ τριήρεις καὶ οἱ γέφυρες πλησιάζουν στὶς ἀκτὲς καὶ τὰ τείχη.

Κατὰ τὸ δεύτερο λάλημα τῶν πετεινῶν, χωρὶς κανένα σύνθημα, πρᾶγμα ποὺ ἔκαμναν τὶς προηγούμενες ἡμέρες, ἄρχισαν τὸν πόλεμο μὲ μεγάλη βιασύνη καὶ σφοδρότητα. Ὁ ἀμηρᾶς διέταξε νὰ ξεκινήσουν τὸν πόλεμο οἱ μὴ τόσον ἔμπειροι στοὺς πολέμους, μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς καταπονήσουν κάπως. Οἱ δικοί μας ὅμως ἀπάντησαν μὲ γενναιότητα καὶ τοὺς ἔκαμναν κακὴ ὑποδοχή· τοὺς γκρέμιζαν ἀπὸ τὰ τείχη καὶ τὰ ἐξαρτήματα τῶν ἐχθρῶν τὰ κατέσπαζαν. Ἡ μάχη κράτησε δύο ὧρες καὶ ἦταν πολυστένακτη καὶ φρικτή· καὶ φαινόταν ὅτι ἐπικρατοῦσαν οἱ Χριστιανοί. Οἱ δικοί μας ἔριχναν ὑγρὸν πῦρ ἀπὸ τὶς μηχανὲς ποὺ εἶχαν κατασκευάσει καὶ ἔκαιγαν τοὺς ἐχθρους, τσάκιζαν τὶς ἐξέδρες μαζὶ

μὲ τοὺς ἀναβάτες τους ρίχνοντας βαρειὲς πέτρες, καὶ μὲ τὰ τηλεβόλα σκότωναν πολλούς. Μερικοί τολμηροί, δυνατοὶ καὶ ριψοκίνδυνοι ἀνέβαιναν ὁ ἕνας στοὺς ὤμους τοῦ ἄλλου καὶ ὁ τρίτος στοῦ δευτέρου, ὅπως μποροῦσε, γιὰ νὰ φθάσουν στὴν κορυφὴ τῶν τειχῶν. Καὶ τὴ στιγμὴ ποὺ ἡ παράταξί μας ἄρχισε νὰ λυγίζη, ὁ Θεόφιλος Παλαιολόγος καὶ ὁ Δημήτριος Καντακουζηνὸς, ἄνδρες γενναιότατοι, πήδησαν μπροστά, νίκησαν τοὺς Ἀγαρηνούς, τοὺς ἔτρεψαν σὲ φυγή καὶ τοὺς διέλυσαν. Ὁ βασιλιάς ἔφιππος ἔλεγε: "Συστρατιῶτες καὶ ἀδελφοί, κρατῆστε μὲ γενναιότητα· σᾶς παρακαλῶ στὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ. Βλέπω ὅτι τὸ πλῆθος τῶν ἐχθρῶν κουράζεται καὶ σὲ λίγο θὰ διαλυθῆ". Καὶ ἐνῶ ὁ βασιλιάς ἔλεγε αὐτά, ὁ στρατηγὸς Ἰωάννης πληγώθηκε ἀπὸ βέλος στὸ σκέλος τοῦ δεξιοῦ ποδιοῦ. Αὐτὸς ὁ τόσο ἐμπειροπόλεμος, ὅταν εἶδε τὸ αἷμα νὰ τρέχη ἀπὸ τὸ σῶμα του, πανικοβλήθηκε τελείως· ἀπὸ τὸν φόβο του ἔχασε τὴν ἀνδρεία ποὺ εἶχε ἐπιδείξει προηγουμένως καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ φέρθηκε ταπεινωτικά. Ἐγκατέλειψε τὴν θέσιν του. Ἔτρεχε κρυφὰ πέρα-δῶθε ἀναζητώντας γιατρούς, χωρὶς νὰ θυμίζη τίποτε ἀπὸ τὸν προηγούμενο γενναῖο καὶ ἱκανὸ ἄνδρα. Συνέπεσε ὅμως τὴν στιγμὴ ἐκείνη νὰ βρίσκεται καὶ πάλι ὁ βασιλιάς ἐκεῖ. Εἶδε τοὺς στρατιῶτες ταραγμένους καὶ φοβισμένους, ἔμαθε τὴν αἰτία καὶ σὰν πῆρε τὸ μάτι του τὸν Ἰουστινιανὸ νὰ φεύγη, τὸν σταμάτησε καὶ τοῦ εἶπε: "Ἀδελφέ, γιατί τὸ ἔκαμες αὐτό; Γύρνα πίσω στὴν θέσι σου. Τὸ τραῦμα εἶναι ἀσήμαντο. Γύρνα πίσω, γιατὶ τώρα εἶναι ἡ πιὸ κρίσιμη στιγμή. Ἡ σωτηρία τῆς Πόλεως κρέμεται ἀπὸ τὰ χέρια σου". Καὶ ἄλλα πολλὰ τοῦ εἶπε ὁ βασιλιάς, ἀλλὰ ἐκεῖνος τίποτε δὲν ἀπεκρίθη· πέρασε στὸν Γαλατᾶ καὶ ἐκεῖ πέθανε πικραμένος καὶ περιφρονημένος. Ἕνας γενίτσαρος, ὀνόματι Χασὰν, μὲ τὸ ἀριστερό του χέρι κράτησε ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του τὴν ἀσπίδα, ἔσυρε μὲ τὸ δεξί του τὸ ξίφος καὶ ὥρμησε ἐναντίον τοῦ τείχους, στὸ σημεῖο ποὺ ἔβλεπε τὴν σύγχυσι. Τὸν ἀκολουθοῦσαν καὶ ἄλλοι τριάντα περίπου, οἱ ὁποῖοι φιλοτιμηθήκαν ἀπὸ τὴν ἀνδρεία του. Ὅσοι δικοί μας εἶχαν παραμείνει στὸ τεῖχος τοὺς κτυποῦσαν μὲ ἀκόντια καὶ βέλη καὶ κυλοῦσαν τεράστιες πέτρες ἐναντίον τους. Δέκα ὀκτὼ ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τοὺς γκρέμισαν. Ὁ Χασὰν ὅμως δὲν ἀναχαιτίστηκε· ἀνέβηκε στὸ τεῖχος καὶ ἔτρεψε σὲ φυγὴ τοὺς δικούς μας. Μαχόμενος ὁ Χασὰν κτυπήθηκε ἀπὸ μία πέτρα καἰ ἔπεσε κάτω. Οἱ δικοί μας ἐπέστρεψαν καὶ σὰν εἶδαν τὸν Χασὰν πεσμένο κάτω, τὸν κτυποῦσαν μὲ πέτρες ἀπὸ παντοῦ. Ἐκεῖνος ἀνασηκώθηκε στὸ γόνατο καὶ ἐξακολουθοῦσε νὰ ἀμύνεται, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν τραυμάτων ποὺ δέχθηκε παρέλυσε τὸ δεξί του χέρι καὶ θάφτηκε κυριολεκτικὰ κάτω ἀπὸ βέλη. Ἔπειτα ὅμως ἀνέβηκε στὸ τεῖχος τόσο πλῆθος ἐχθρῶν, ποὺ σκόρπισαν τοὺς δικούς μας, οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν τὰ ἐξωτερικὰ τείχη καὶ ἔτρεχαν μέσα διὰ μέσου τῆς πύλης καταπατῶντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Καὶ ἐνῶ αὐτὰ συνέβαιναν, ἀκούστηκε μία φωνὴ ἀπὸ μέσα καὶ ἀπὸ ἔξω, ἀπὸ τὴν μεριὰ τοῦ λιμανιοῦ: "Πατήθηκε τὸ φρούριο· πάνω στοὺς πύργους στήθηκαν τὰ λάβαρα καὶ οἱ σημαῖες". Η φωνὴ ἔτρεψε σὲ φυγὴ τοὺς δικούς μας καὶ ἔκαμε τοὺς ἐχθροὺς νὰ άναθαρρήσουν.

Ὅταν ὁ βασιλιάς καὶ αὐθέντης μου ἀντίκρυσε αὐτὴν τὴν κατάστασι, χύνοντας δάκρυα παρακαλοῦσε τὸν θεὸ καὶ προέτρεπε τοὺς στρατιῶτες νὰ δείξουν μεγαλοψυχία. Ἀλλὰ δὲν ὑπῆρχε καμμιὰ ἐλπίδα συνδρομῆς καὶ βοηθείας. Τότε κέντησε τὸ ἄλογό του, ἔτρεξε καὶ ἔφθασε ἐκεῖ ὅπου τὸ πλῆθος τῶν ἀπίστων ὡρμοῦσε, καὶ ἔκανε ὅτι ὁ Σαμψὼν στοὺς ἀλλοφύλους. Στὴν πρώτη συμπλοκὴ γκρέμισε πολλοὺς ἀπίστους ἀπὸ τὰ τείχη καὶ γιὰ ὅσους ἦταν ἐκεῖ καὶ ἔβλεπαν ἔμοιαζε αὐτὸ μὲ θαῦμα ἀσυνήθιστο. Μὲ βρυχηθμοὺς λεονταριοῦ καὶ μὲ γυμνὸ σπαθὶ στὸ δεξί του χέρι κατέσφαξε πολλοὺς ἐχθρούς· καὶ τὸ αἷμα ἔτρεχε σὰν ποτάμι ἀπὸ τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια του. Καὶ ὁ Δὸν φραγκίσκος Τολέδος, ποὺ προαναφέραμε, ἔκαμε ἔργα ἀνώτερα καὶ ἀπὸ τὸν Ἀχιλλέα. Ἔτυχε νὰ βρίσκεται στὰ δεξιὰ τοῦ βασιλιᾶ καὶ σὰν ἀετὸς καταξέσχιζε τοὺς ἐχθροὺς μὲ τὰ νύχια καὶ τὰ δόντια του. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Θεόφιλος ὁ Παλαιολόγος. Ὅταν εἶδε τὸν βασιλιᾶ νὰ μάχεται καὶ τὴν Πόλι νὰ κινδυνεύη, φώναξε δυνατὰ μέσα σὲ κλάματα καὶ εἶπε: "Προτιμῶ νὰ πεθάνω παρὰ νὰ ζῶ". Ἀμέσως μετὰ ὥρμησε ἀνάμεσα στοὺς ἐχθροὺς μὲ κραυγὲς καὶ ὅσους βρῆκε μπροστὰ του τοὺς διεσκόρπισε, τοὺς διέλυσε καὶ τοὺς θανάτωσε. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἰωάννης Δαλμάτης, ποὺ παρεβρισκόταν ἐκεῖ, πολεμοῦσε ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν πιὸ γενναῖα ἀπὸ κάθε ἄλλον στρατιώτη. Καὶ ὅσοι ἔτυχαν ἐκεῖ καὶ ἔβλεπαν, ἔμεναν κατάπληκτοι μὲ τὴν δύναμι καὶ τὴν γενναιότητα τῶν ἀνδρῶν αὐτῶν.

Ἦλθαν οἱ Τοῦρκοι καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ εἶχαν ἀπομείνει στὸ ἐσωτερικὸ τῶν τειχῶν μὲ μικρὰ τηλεβόλα, βέλη, τόξα καὶ πέτρες τοὺς ἔδιωξαν. Ἔτσι ἔγιναν κύριοι ὅλης τῆς περιοχῆς, ἐκτὸς τῶν πύργων τοῦ Βασιλείου Λέοντος καὶ τοῦ Ἀλεξίου, μέσα στοὺς ὁποιους ἦταν οἱ ναῦτες ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν ἔλθει ἀπὸ τὴν Κρήτη. Αὐτοὶ μάχονταν γενναῖα καὶ σκότωσαν πολλοὺς Τούρκους, ἔλεγαν ὅτι εἶναι προτιμότερο νὰ πεθάνουν παρὰ νὰ ζήσουν. Ὅταν ὅμως κάποιος Τοῦρκος ἀνέφερε στὸν ἀμηρᾶ τὴν γενναία τους ἀντίστασι, ἐκεῖνος πρότεινε νὰ κατεβοῦν, μὲ τὴν συμφωνία νὰ εἶναι ἐλεύθεροι οἱ ἴδιοι, τὸ πλοῖο καὶ ὅλος ὁ ἐφοδιασμός ποὺ εἶχαν. Μόλις καὶ μετὰ βίας τοὺς ἔπεισαν νὰ φύγουν. Δύο Ἰταλοί, τὰ ἀδέλφια Παῦλος καὶ Τρωΐλος, μάχονταν γενναῖα καὶ ἀπέκρουαν μὲ σφοδρότητα τοὺς ἐχθροὺς. Πολλοὶ σκοτώθηκαν καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρές. Ὅταν ὅμως ὁ Παῦλος ἔστρεψε τὰ μάτια του καὶ εἶδε τοὺς ἐχθροὺς μέσα στὴν Πόλι, εἶπε στὸν ἀδελφό του: "Φρίξε ἥλιε! Στέναζε γῆ! Ἡ Πόλι ἔπεσε! Ἀνώφελο νὰ πολεμοῦμε πλέον. Ἄς φροντίσουμε λοιπὸν γιὰ τὴν δική μας σωτηρία, ἄν εἶναι δυνατόν".

Καὶ ἔτσι οἱ ἐχθροὶ ἔγιναν κύριοι ὅλης τῆς Πόλεως στὶς 29 Μαΐου τοῦ ἔτους 6961 (1453 μ.Χ.), ἡμέρα Τρίτη καὶ ὥρα δύο καὶ μισή.


(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΕΚΔ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ Β΄ ΤΟΜΟΣ ΣΕΛ. 187-207)

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ



Η Πόλη κατελήφθη στις 29 Μαϊου 1453 και ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄, σε μία κίνηση αυτοθυσίας, προτίμησε να πέσει ως απλός στρατιώτης στο πεδίο της μάχης, παρά να διαφύγει. Και αυτή η ύστατη θυσία του τον τοποθέτησε στο πάνθεον των αθανάτων ηρώων της Φυλής. Αφότου σκοτώθηκε, γράφτηκαν πολλές διηγήσεις σχετικά με τον θάνατό του και τον πιθανολογούμενο τόπο ταφής του. Το βέβαιο είναι ότι ο Ασιάτης κατακτητής ερεύνησε το τι απέγινε ο αυτοκράτορας, θέλοντας, αν μη τι άλλο, να βεβαιωθεί ότι ο αντίπαλος του δεν ζούσε πια και ότι, συνεπώς, τα κεκτημένα του δεν κινδύνευαν. Οι μαρτυρίες που έφθασαν μέχρι τον ίδιο ήταν συγχεχυμένες και αντικρουόμενες. Κανείς δεν ήξερε με βεβαιότητα πού ήταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Καποιοί υποστήριζαν με βεβαιότητα ότι είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια της μάχης και άλλοι ότι διέφυγε με ένα πλοίο των Γενουατών. Δεν έλειψαν και εκείνοι που υποστήριζαν ότι κρυβόταν μέσα στην ίδια την Πόλη. Οσο παράλογο και να ακούγεται αυτό, η Κωνσταντινούπολη είχε αρκετά υπόγεια περάσματα και καταφύγια όπου θα μπορούσε κάποιος να κρυφτεί για καιρό. Ετσι, ο σουλτάνος έδωσε διαταγή να γίνει έρευνα μεταξύ των πτωμάτων που κείτονταν στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, την οποία υπερασπιζόταν ο Κωνσταντίνος, προκειμένου να βρεθεί το πτώμα του. Μετά από επισταμένες έρευνες βρέθηκε ένα ακέφαλο σώμα, το οποίο έφερε τα βασιλικά υποδήματα με τους χρυσούς αετούς που φορούσε μόνο ο αυτοκράτορας. Η αποτμηθείσα κεφαλή του πτώματος δεν βρέθηκε. Σύμφωνα με τον Σφρατζή, ο σουλτάνος διέταξε κάποιους Χριστιανούς, οι οποίοι βρέθηκαν ζωντανοί και ελεύθεροι, να τον θάψουν με βασιλικές τιμές.

Αντιθέτως, ο Δούκας αναφέρει πως εμφανίσθηκαν στον Μωάμεθ δύο Τούρκοι ισχυριζόμενοι πως εκείνοι είχαν φονεύσει τον αυτοκράτορα και, προς επιβεβαίωση, του πήγαν και το κεφάλι που είχαν κόψει, λαμβάνοντας έτσι την αμοιβή τους.

Με αυτήν την εκδοχή και μέχρις αυτού του σημείου συμφωνεί και ο Ουμπερτίνος Πούσκουλος. Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με τον Δούκα, η αποτμηθείσα κεφαλή του αυτοκράτορα, την οποία αναγνώρισε μεταξύ των άλλων και ο μέγας δούκας Λουκάς Νοταράς, εκτέθηκε επί μερικές ημέρες σε μια κολόνα της πλατείας του Αυγουσταίου. Κατόπιν, αφού την έγδαραν, τη γέμισαν με άχυρα και την περιέφεραν ως τρόπαιο στις χώρες της Ανατολής.

Κάτι παρόμοιο διηγείται και το «Σλαβονικό Χρονικό», το οποίο παρουσιάζει κάποιον Σέρβο στρατιώτη, έναν από τους χιλιάδες Ορθοδόξους Σέρβους που πολέμησαν στο πλευρό του Μωάμεθ εναντίον του Κωνσταντίνου για τη δόξα του Προφήτη, να παρουσιάζει πρώτα την κεφαλή και μετά το ακέφαλο πτώμα του αυτοκράτορα στον σουλτάνο, αναπέμποντας ταυτόχρονως «πολυχρονισμούς» στον Οθωμανό δυνάστη. Ο Μωάμεθ, αφού κάλεσε τον Λουκά Νοταρά να αναγνωρίσει τη σορό του Παλαιολόγου, κατόπιν εξέθεσε την κεφαλή του επί μιας κολόνας απέναντι από τα ανάκτορα και στη συνέχεια επέτρεψε στον Ορθόδοξο κλήρο να τον θάψει με τις προσήκουσες τιμές.

Ο Μοντάλδος αναφέρει περίπου την ίδια εκδοχή, με τη διαφορά ότι στην θέση του Σέρβου στρατιώτη εμφανίζεται κάποιος γενίτσαρος, ο οποίος φέρεται να έχει σκοτώσει τον αυτοκράτορα. Και σε αυτή την διήγηση η κεφαλή του αυτοκράτορα στέλνεται στη Βαβυλώνα για διαπόμπευση μεταξύ των πιστών του Κορανίου.

Υπάρχει και μία ακόμη διήγηση κάποιου ανωνύμου Μοσχοβίτη η οποία πρέπει να είναι εντελώς πλαστή, γιατί φέρει τον Μωάμεθ να αντιμετωπίζει με σεβασμό την κεφαλή του νεκρού αυτοκράτορα και στη συνέχεια να τη στέλνει στον πατριάρχη για να την ενταφιάσει, τοποθετημένη εντός αργύρης υδρίας υπό την Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας. Ούτε πατριάρχης υπήρχε την εποχή εκείνη όμως, αλλά ούτε και ο σουλτάνος θα έκανε μια κίνηση η οποία θα συνέδεε ακόμη περισσότερο την Αγία Σοφία με τον τελευταίο αυτοκράτορα και το ελληνικό έθνος.

Άλλες τόσες αφηγήσεις και εκδοχές υπάρχουν ακόμη για τον τόπο στον οποίο ετάφη ο αυτοκράτορας, με επικρατέστερη εκείνη του ιερού του ναού των Αγίων Αποστόλων, όπου αρχικά έδρευε το πατριαρχείο μετά την εξωσή του από την Αγία Σοφία, την οποία κατέλαβαν οι Μουσουλμάνοι. Λέγεται μάλιστα ότι, αφότου γκρεμίσθηκε ο ναός των Αγίων Αποστόλων για να κτισθεί από τον Μωάμεθ το τζαμί που βρίσκεται σήμερα στη θέση του (το έτος 1457), ο Ελληνας αρχιτέκτονας Χριστόδουλος συνέλεξε τα οστά του αυτοκράτορα, μαζί με εκείνα των Αγίων Αποστόλων, και τα τοποθέτησε στην κρύπτη του τζαμιού όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα. Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι τη σορό του αυτοκράτορα την πήραν μαζί τους οι Κρήτες, οι οποίοι πολεμούσαν υπερασπιζόμενοι την Πόλη, και την κήδευσαν με τις δέουσες τιμές στο νησί τους. Ο επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Σφρατζής, ανφέρει ότι με διαταγή του Μωάμεθ αναζήτησαν το σώμα του αυτοκράτορα: «πλείονας κεφαλάς των αναιρεθέντων έπλυναν, ει τύχοι και την βασιλικήν γνωρίσωσι, και ούκ ηδυνήθησαν γνωρίσαι αυτήν, ει μη το τεθνεώς πτώμα του Βασιλέως ευρόντες ό εγνώρισαν εκ των βασιλικών περικνημίδων, η και πεδίλων ένθα, χρυσοί αετοί ήσαν γεγραμμένοι, ως έθος υπήρχε τοις βασιλεύσι».

Αυτή η άγνοια για την τύχη του αυτοκράτορα, οσο και για τον τόπο τον οποίο ετάφη, συνετέλεσε ώστε να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις ο θρύλος ο οποίος ήθελε τον αυτοκράτορα να παραλαμβάνεται την ύστατη στιγμή από έναν άγγελο Κυρίου και να τοποθετείται μέσα σε κάποια κρύπτη εντός του ιερού ναού της Αγίας Σοφίας, όπου και θα περιμένει έως ότου το «βασιλικόν έθνος» αναστηθεί και ζητήσει την ελευθερία του εκδικούμενο τους κατακτητές. Οι μυστικοί πόθοι του λαού συνέδεσαν τον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά με την ελπίδα για την απελευθέρωση και την αποκατάσταση της αυτοκρατορίας. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, η ψυχή του Ελληνισμού με την υπέρτατη θυσία του εξάγνισε την εθνική συνείδηση, ενσάρκωσε και συμβόλισε τη συνείδηση χιλιάδων χρόνων Ιστορίας. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, στο πρόσωπο του οποίου η λαϊκή παράδοση έπλασε τον μύθο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, θα αναστηθεί κάποα ημέρα και τότε η Κωνσταντινούπολη θα ξαναγίνει ελληνική. Και όμως κάπου εκεί στα βάθη της μνήμης και του χρόνου, υπάρχει πάντα η ένθεη εικόνα του Κωνσταντίνου, και περιμένει καρτερικά να έλθει το «πλήρωμα του χρόνου», έτοιμη να υποστασιάσει το όραμα του πολεμιστή που θα εισέρχεται απελευθερωτής και πάλι στη Βασιλεύουσα, στην πόλη του Κωνσταντίνου…


(ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ εκδόσεις ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ, σελ. 72-75)