Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Δήλωσις π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ


Παρατηρῶ τελευταῖα, ὅτι διάφορες ὁμάδες, αἱρετικές ἤ αἱρετίζουσες, δημοσιεύουν ἀποσπάσματα ἀπό κείμενα ἤ ὁμιλίες μου, σέ ἐφημερίδες, περιοδικά ἤ στό διαδίκτυο ἤ παραποιώντας ἤ παρερμηνεύοντας τά λεγόμενα καί γραφόμενά μου, γιά νά μέ παρουσιάσουν ὡς συμφωνοῦντα μέ τίς ἰδικές των θέσεις. Ἄλλοι, στά περί ἐμοῦ δημοσιεύματά τους, βάζουν τίτλους, πού διαστρέφουν πλήρως τό νόημα τῶν λόγων μου, γιά τήν παραπλάνηση τῶν ἀναγνωστῶν ἤ ἀκροατῶν τους.
Ὡς ἐκ τούτου, παρακαλῶ πολύ νά μή λαμβάνουν οἱ ἀγαπητοί ὀρθόδοξοι συναγωνιστές ὑπόψει παρόμοια δημοσιεύματα, παρά μόνον ἐκεῖνα, πού φέρουν τήν ὑπογραφή μου ἤ εἶναι μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες καί διαλέξεις μου. Διά ὁποιαδήποτε ὅμως διευκρίνηση παρακαλῶ νά ἐρωτῶμαι ἐγώ ὁ ἴδιος ἤ διά γράμματος (Ταϋγέτου 56, 15234 Χαλάνδρι) ἤ τηλεφωνικῶς: 210.6718445, πού λειτουργεῖ καί ὡς τηλεμοιότυπο (ΦΑΞ). Εἴμασθε σέ πονηρούς καιρούς καί γιά χάρη τῆς Πίστεως, πού ταπεινά διακονοῦμε, ὀφείλουμε νά λαμβάνουμε τά κατάλληλα μέτρα, διά νά μή «μωμηθῇ ἡ διακονία» μας (Β´ Κορ. 6,3).


Πρωτ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός


ΠΗΓΗ ''ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ'' ΑΡ. ΦΥΛ. 1965

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ; ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ!!


Μεταλαμβάνουν με ρίψη της Θείας Κοινωνίας στο στόμα!!! 
Δείτε ΑΠΟ ΤΟ 1:53:30 ΚΑΙ ΜΕΤΑ: πως κοινωνούν! με ρίψη της Θείας Κοινωνίας στο στόμα!!!





ΠΗΓΗ ''ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ''




Ομιλία εις την κατά τον Τελώνην και τον Φαρισαίον του Κυρίου παραβολήν. Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς



Ομιλία εις την κατά τον Τελώνην και τον Φαρισαίον του Κυρίου παραβολήν



Το σύνολο του ανθρωπίνου γένους διαχωρίζεται σε δύο τάξεις, διά της παρουσιάσεως του Τελώνου και του Φαρισαίου, την των ταπεινών και την των υπεροπτών. Το παράδειγμα του πρώτου δεικνύει ότι οφείλει ο άνθρωπος όχι μόνον ν’ απαρνηθεί την κακίαν, αλλά και να φθάσει στο σημείον ταπεινώσεως ώστε ν’ αυτοκατακριθεί.

1. Εφευρετικός είναι για το κακό ο νοερός προστάτης της κακίας· ικανός ν' αφαιρέσει ευθύς από την αρχή τα θεμέλια της αρετής που ήδη κατατίθενται στην ψυχή, δια της ανελπιστίας και της απιστίας, αλλ' επίσης ικανός πάλι να επιτεθεί δια της αδιαφορίας και της ραθυμίας εναντίον των τοίχων της οικίας της αρετής, την ώρα που ανεγείρονται, ακόμη δε και να κρημνίση δια της υπερηφανείας και της παραφροσύνης τον όροφο των αγαθών έργων οικοδομημένον ήδη. 
Αλλά κρατηθήτε, μη πτοηθήτε· διότι ο επιμελής είναι ευμηχανώτερος στα αγαθά και η αρετή έχει περισσότερη ισχύ γι' αντιπαράταξη προς την κακία, αφού διαθέτει την άνωθεν χορηγία και συμμαχία από τον ίδιο τον δυνάμενο τα πάντα και ενδυναμώνοντα από αγαθότητα όλους τους εραστάς της αρετής.
Έτσι η αρετή όχι μόνο παραμένει αδιάσειστος από ποικίλα πονηρά μηχανήματα που παρασκευάζει ο Αντικείμενος, αλλά μπορεί και να σηκώσει και επαναφέρη όσους έπεσαν στον βυθό των κακών και να τους προσαγάγη εύκολα στον Θεό με την μετάνοια και την ταπείνωση. 

Εάν δε και ο Φαρισαίος για λόγο καταδικάζεται, παθαίνει τούτο διότι είναι φαρισαίος και νομίζει ότι είναι κάποιος αφ' εαυτού, και όχι διότι είναι πραγματικά δίκαιος· καταδικάζεται διότι εκφέρει αυθάδη λόγια, ανάμεσα στα οποία εκείνα που παροργίζουν τον Θεό δεν ειναι λιγώτερα από αυτά τα λόγια.

3. Γιατί δε η μεν ταπείνωσις ανεβάζει στο ύψος της δικαιοσύνης, η δε υπεροψία κατεβάζει προς τον βυθό της αμαρτίας; Διότι αυτός που νομίζει ότι είναι κάποιος σπουδαίος, και μάλιστα ενώπιον του Θεού, δικαίως εγκαταλείπεται από τον Θεό, αφού έχει την γνώμη ότι δεν χρειάζεται την βοήθειά του· αυτός δε που θεωρεί τον εαυτό του μηδαμινό και γι' αυτό αποβλέπει στην άνωθεν ευσπλαγχνία, δικαίως επιτυγχάνει την από τον Θεό συμπάθεια και βοήθεια και χάρη· διότι λέγει, "ο Κύριος αντιτάσσεται στους υπερηφάνους, ενώ στους ταπεινούς δίδει χάρη".

4. Αποδεικνύοντας τούτο ο Κύριος με παραβολή λέγει· "δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ιερό· ο ένας φαρισαίος και ο άλλος τελώνης". Θέλοντας να παραστήσει εναργώς το από την ταπείνωση κέρδος και την από την υπερηφάνεια ζημία, διήρεσε σε δύο όλους τους προσερχομένους στο ναό, μάλλον δε τους ανερχομένους σ' αυτόν, που είναι οι προσερχόμενοι για προσευχή στον ναό του Θεού· διότι τέτοια είναι η φύσις της προσευχής· ανεβάζει τον άνθρωπο από την γη στον ουρανό και υπερβαίνοντας κάθε επουράνιο, όνομα και ύψωμα και αξίωμα, τον παρουσιάζει στον ίδιο το Θεό του παντός.
Αλλωστε και ο παλαιός εκείνος ναός ευρισκόταν σε ύψωμα, σε λόφο της πόλεως. 
Επάνω σ' αυτόν τον λόφο, όταν κάποτε το θανατικό αφάνιζε την Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ είδε τον θανατηφόρο άγγελο να κινεί την ρομφαία κατά της πόλεως, ανέβηκε εκεί και οικοδόμησε θυσιαστήριο στον Κύριο· προσέφερε στον Θεό θυσία και εσταμάτησε η φθορά. 
Αυτά αποτελούσαν τύπο της σωτηριώδους και πνευματικής αναβάσεως κατά την ιερά προσευχή και του δι' αυτής ιλασμού (διότι όλα εκείνα ήσαν προτυπωτικά για την σωτηρία μας), εάν δε θέλης, και τύπο της ιεράς αυτής Εκκλησίας μας, η οποία πραγματικά ευρίσκεται επάνω σε ύψος, σαν άλλος αγγελικός και υπερκόσμιος χώρος, επάνω στον οποίο, προς εξιλασμόν όλου του κόσμου, καταστροφή του θανάτου και αφθονία αθάνατης ζωής, προσφέρεται άνω στον Θεό η αναίμακτη, η μεγάλη και πραγματικά ευπρόσδεκτη θυσία. 

5. Γι' αυτό λοιπόν δεν είπε, ότι δύο άνθρωποι "προσήλθαν" στον ναό, αλλά "ανέβηκαν" στον ναό. Υπάρχουν βέβαια και τώρα μερικοί που, ερχόμενοι στην Εκκλησία, δεν ανεβαίνουν αυτοί, αλλά μάλλον καταρρίπτουν την Εκκλησία που εικονίζει τον ουρανό· αυτοί είναι όσοι προσέρχονται για χάρη συναναστροφής και συνομιλίας μεταξύ των, καθώς και όσοι προσφέρουν και αγοράζουν ψώνια· πραγματικά ομοιάζουν μεταξύ τους, αφού δίδοντας αυτοί μεν ψώνια, εκείνοι δε λόγους, παίρνουν αντί αυτών τα κατάλληλα. 
Αυτούς ο Κύριος, όπως παλαιά τους εξέβαλε εντελώς από τον ναό εκείνον, λέγοντάς τους, "ο οίκος μου καλείται οίκος προσευχής, σεις όμως τον κατεστήσατε σπήλαιο ληστών", έτσι τους εξέβαλε και από τα λόγια τους αυτά, διότι δεν ανεβαίνουν καθόλου στον ναό, έστω και αν έρχονται καθημερινώς. 

6. Ο Φαρισαίος πάντως και ο Τελώνης ανέβηκαν στον ναό· διότι ένα σκοπό είχαν και οι δύο, να προσευχηθούν, αν και ο Φαρισαίος μετά την άνοδο κατέρριψε τον εαυτό του, ανατρεπόμενος από τον τρόπο. Διότι ήταν μεν ο σκοπός της αναβάσεώς των ο ίδιος, αφού ανέβηκαν να προσευχηθούν, αλλ' ο τρόπος της προσευχής ήταν αντίθετος.
Ο ένας δηλαδή ανέβαινε συντετριμμένος και ταπεινωμένος, διότι εδιδάχθηκε από τον ψαλμωδό προφήτη ότι ο Θεός δεν θα περιφρονήσει μια συντετριμμένη και ταπεινωμένη καρδιά, αφού και αυτός ο προφήτης λέγει για τον εαυτό του, γνωρίζοντάς το φυσικά από την πείρα του, "εταπεινώθηκα, και μ' έσωσε ο Κύριος". Και τι περιορίζομαι στον προφήτη; Διότι ο Θεός των προφητών προς χάρη μας εταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος σαν εμάς, καθώς λέγει ο απόστολος, "γι' αυτό ο Θεός τον υπερύψωσε". 
Ο δε Φαρισαίος ανεβαίνει υπερβολικά φουσκωμένος και αλαζονευόμενος, με την ιδέα ότι θα αυτοδικαιωθεί· και μάλιστα ενώπιον του Θεού, εμπρός στον οποίο όλη η δική μας δικαιοσύνη είναι σαν ράκος εμμηνορροούσης· διότι δεν άκουσε τον λέγοντα, "κάθε υπερόπτης είναι ακάθαρτος ενώπιον του Κυρίου", και "ο Κύριος αντιτάσσεται στους υπερηφάνους", και "αλλοίμονο σ' αυτούς που αυτοδικαιώνονται και κατά τον εαυτό τους είναι επιστήμονες". 

7. Δεν τους διεχώρισε μόνο το ήθος αλλά και ο τρόπος, που ήταν διάφορος σ' αυτούς, αλλά και το είδος της προσευχής, που ήταν επίσης διπλό. Πραγματικά η προσευχή δεν είναι θέμα δεήσεως μόνο, αλλά και ευχαριστίας. Ο ένας από τους προσευχομένους ανεβαίνει στο ναό του Θεού για να δοξάσει κι ευχαριστήσει τον Θεό για όσα έλαβε από αυτόν, ο δε άλλος για να ζητήσει όσα δεν έλαβε ακόμη, μεταξύ των οποίων είναι και η άφεσις των αμαρτημάτων, και μάλιστα για τους αμαρτάνοντας κάθε ώρα στις ημέρες μας. 
Από το άλλο μέρος η υπόσχεσις των από εμάς ευσεβώς προσφερομένων στον Θεό δεν ονομάζεται προσευχή αλλά ευχή· και τούτο το εδήλωσε εκείνος που είπε, "κάμετε ευχή, και αποδώσετέ την στον Κύριο τον Θεό μας", και αυτός που λέγει "καλύτερο είναι να μη κάμεις ευχή, παρά να κάμεις και να μην την εκτελέσεις".

8. Αλλά το διπλό εκείνο είδος της προσευχής έχει διπλή και την αχρείωση για τους απροσέκτους. Δηλαδή την μεν μία την καθιστά αποτελεσματική υπέρ αφέσεως των αμαρτημάτων προσευχή και δέηση η πίστις και η κατάνυξις μετά την αποχή από τα κακά, ανενεργό δε η απόγνωσις και η πώρωσις. 
Την άλλη την κάμουν ευπρόσδκετη ευχαριστία για όσα έχομε ευεργετηθεί από τον Θεό η ταπείνωσις και η αποφυγή επάρσεως απέναντι στους στερουμένους, απαράδεκτη δε η έπαρσις γι' αυτά, σαν να αποκτήθηκαν με ιδική μας προσπάθεια και γνώση, και η κατάκρισις εναντίον αυτών που δεν έχουν πράγματα. Ότι δε είναι άρρωστος και στα δύο αυτά ο Φαρισαίος, ελέγχεται από τον εαυτό του και τα λόγια του. Διότι, ενώ ανέβηκε στον ναό για να ευχαριστήσει, όχι να δεηθεί, με την ευχαριστία προς τον Θεό ανέμιξε αφρόνως και αθλίως έπαρση και κατάκριση. Διότι, λέγει, αφού εστάθηκε καθ' εαυτόν, προσευχήθηκε τα εξής· "Θεέ, σ' ευχαριστώ, που δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί".

9. Η στάσις του Φαρισαίου δεν δηλώνει την δουλική παράσταση, αλλά την αδιάντροπη υπεροψία που είναι αντίθετη προς εκείνον που έχει ταπείνωση δεν έχει το θάρρος ούτε τους οφθαλμούς να υψώσει προς τον ουρανό. Ευλόγως δε προσευχόταν καθ' εαυτόν ο Φαρισαίος· διότι δεν ανέβηκε προς τον Θεό, αν και δεν αγνοούσε τον καθήμενο επάνω στα Χερουβείμ και επιβλέποντα τα τελευταία σημεία των αβύσσων. 
Η προσευχή του ήταν ως εξής: Αφού είπε "σ' ευχαριστώ", δεν προσέθεσε, διότι από ευσπλαγχνία, σαν σε ασθενή ν' αντιπαραταχθεί, μου έδωσες δωρεάν την απαλλαγή από τις παγίδες του πονηρού. Διότι, αδελφοί, είναι ανδρείο κατά την ψυχή, το να κατορθώσει κανείς, αφού επιάσθηκε στις παγίδες του εχθρού και έπεσε στους βρόχους της αμαρτίας, να διαφύγει με την μετάνοια. 
Γι' αυτό οι υποθέσεις μας διευθύνονται από ανωτέρα πρόνοια και πολλές φορές, ενώ καταβάλλαμε μικρή ή καθόλου προσπάθεια, εμμείναμε με την βοήθεια του Θεού ανώτεροι πολλών και μεγάλων παθημάτων, ανακουφισθέντες από συμπάθεια λόγω της ασθενείας μας. Και πρέπει να αναγνωρίζουμε την δωρεά και να ταπεινωνόμαστε ενώπιον αυτού που την έκαμε, αλλά να μην κομπάζωμε.

10. Ο Φαρισαίος όμως λέγει, "σ' ευχαριστώ, Θεέ", όχι διότι έλαβα καμμιά βοήθεια από σένα, αλλά "διότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι"· σαν να διέθετε αφ' εαυτού και από προσωπική του ικανότητα το προσόν ότι δεν ήταν άρπαξ, μοιχός και άδικος, αν φυσικά τα διέθετε κιόλας. 
Δεν επρόσεχε πραγματικά στον εαυτό του, αλλά έβλεπε περισσότερο όλους τους άλλους παρά τον εαυτό του, κι εξουδενώνοντας όλους -ποια παραφροσύνη -, έναν μόνο εθεωρούσε δίκαιο και σώφρονα, τον εαυτό του· "δεν είμαι" λέγει, "όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή όπως αυτός ο τελώνης". 
Πόση μωρία, θα μπορούσε κανείς να του ειπεί. Και αν όλοι εκτός από σένα είναι άδικοι και άρπαγες , τότε ποιος είναι αυτός που υφίσταται την αρπαγή και την κάκωση; Τι συμβαίνει δε και με αυτόν τον τελώνη και την κατ' εξοχήν αυτού προσθήκη στη διήγηση; 
Αφού είναι και αυτός ένας από όλους δεν έχει συμπεριληφθεί μαζί με τους άλλους στην από σένα κοινή και θα ελέγαμε οικουμενική κατάκριση; Ή έπρεπε αυτός να υποστεί διπλή καταδίκη, κρινόμενος από τους φαρισαϊκούς οφθαλμούς σου, αν και εστεκόταν μακριά σου;
Άλλωστε ότι ήταν άδικος, το εγνώριζες, αφού ήταν φανερά τελώνης, ότι όμως ήταν μοιχός, από που το εγνώριζες; Ή μήπως δικαιούσαι να τον αδικείς και να τον προπηλακίζεις, επειδή αυτός αδικούσε άλλους; Δεν είναι έτσι, δεν είναι· αλλ' αυτός μεν βαστάζοντας με ταπεινό φρόνημα την υπερήφανη κατηγορία σου και προσφέροντας στον Θεό με αυτομεμψία την ικεσία, θ' απαλλαγεί από αυτόν της καταδίκης, δικαίως δι' όσα αδίκησε, εσύ δε θα καταδικασθείς δικαίως, διότι κατηγορείς υπεροπτικώς εκείνον και όλους τους ανθρώπους, και από όλους μόνο τον εαυτό σου δικαιώνεις. "Δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί".

11. Αυτά τα λόγια αποδεικνύουν την υπεροψία του Φαρισαίου και προς τον Θεό και προς όλους τους ανθρώπους, αλλ' επίσης και το ψευδολόγο της συνειδήσεώς του· διότι αφ' ενός μεν εξουθενώνει σαφώς όλους μαζί τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε αποδίδει την αποφυγή των κακών όχι στη δύναμη του Θεού, αλλά στην ιδική του. 
Ο λόγος για τον οποίο ευχαριστεί είναι αυτός· ότι εκτός από τον εαυτό του νομίζει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ακόλαστοι και άδικοι και άρπαγες, ωσάν ο Θεός να μην αξίωσε κανένα άλλον πλην αυτού να του παράσχει την αρετή. 
Αλλ' αν όλοι ήσαν τέτοιοι, έπρεπε σε όλους αυτούς να ευρίσκωνται εμπρός των προς διαρπαγή τα αγαθά του Φαρισαίου τούτου. Δεν φαίνεται όμως κάτι τέτοιο· διότι προσθέτει αυτός, "νηστεύω δυο φορές το Σάββατο, δίνω το δέκατο από όλα όσα αποκτώ". 
Δεν λέγει ότι δίνει το δέκατο από όσα κατέχει, αλλά από όσα αποκτά, δηλώνοντας με αυτό τις προσθήκες και επαυξήσεις της περιουσίας του. Επομένως είχε μεν όσα κατείχε, προσελάμβανε δε ανεμποδίστως όσα μπορούσε. Πώς λοιπόν όλοι οι άνθρωποι πλην αυτού άρπαζαν και αδικούσαν; Τόσο αυτοέλεγκτο και αυτεπίβουλο πράγμα είναι η κακία! Τόσο πολύ ανάμικτο με την παραφροσύνη είναι πάντοτε το ψεύδος!

12. Την μεν αποδεκάτιση των εισοδημάτων του προέβαλλε για ν' αποδείξει πλήρως την δικαιοσύνη του· διότι πώς μπορεί να είναι άρπαξ των ξένων αγαθών αυτός που αποδεκατίζει τα δικά του; Την δε νηστεία προέβαλλε για την επίδειξη της σωφροσύνης· διότι η νηστεία είναι πρόξενος της αγνείας. 
Έστω λοιπόν, είναι σώφρων και δίκαιος, αν δε θέλεις και σοφός και νουνεχής και ανδρείος και ό,τι άλλο παρόμοιο· αν μεν το απέκτησες από τον εαυτό σου, και όχι από τον Θεό, γιατί προσφεύγεις ψευδώς στο σχήμα της προσευχής κι ανεβαίνεις στον ναό και λέγεις ματαίως ότι προσφέρεις ευχαριστία; Αν δε το απέκτησες από τον Θεό, δεν το έλαβες για να κομπάζεις, αλλά για να ενεργείς προς οικοδομή των άλλων σε δόξα αυτού που το έδωσε. 
Έπρεπε λοιπόν πραγματικά να χαίρεσαι με ταπείνωσι και να προσφέρεις ευχαριστίες, και σ' αυτόν που το έδωσε και σ' αυτούς χάριν των οποίων το έλαβες· διότι η λαμπάδα παίρνει το φως όχι για τον εαυτό της, αλλά για τους βλέποντας. Σάββατο δε ονομάζει ο Φαρισαίος όχι την εβδόμη ημέρα, αλλά την εβδομάδα ημερών, στις δύο από τις οποίες νηστεύει, όπως μεγαλαυχεί, αγνοώντας ότι αυτές μεν είναι ανθρώπινες αρετές, η δε υπερηφάνεια είναι δαιμονική. Γι' αυτό, όταν συζευχθεί με αυτές, τις αχρηστεύει και τις συγκαταρρίπτει, ακόμη και αν είναι αληθινές· πόσο μάλλον αν είναι κίβδηλες.

13. Αυτά είπε ο Φαρισαίος. «Ο δε Τελώνης, στεκόμενος απόμακρα, δεν ήθελε ούτε τους οφθαλμούς να σηκώσει προς τον ουρανό, αλλ' εκτυπούσε το στήθος του λέγοντας· Θεέ, ευσπλαγχνίσου με τον αμαρτωλό». Βλέπετε πόση είναι η ταπείνωσις και η πίστις και η αυτομεμψία; 
Βλέπετε την άκρα συστολή της διανοίας και των αισθήσεων, συγχρόνως δε και την συντριβή της καρδίας αναμεμιγμένες με την προσευχή του τελώνη τούτου; Διότι όταν ανέβηκε στο ναό, για να προσευχηθεί υπέρ της αφέσεως των αμαρτημάτων του, έφερε μαζί του καλά εφόδια μεσιτευτικά προς τον Θεό, την ακαταίσχυντη πίστι, την ακατάκριτη αυτομεμψία, την ακαταφρόνητη συντριβή της καρδίας, την εξυψωτική ταπείνωσι. Συνεδύασε δε με την προσευχή και την προσοχή άριστα. Διότι, λέγει, «ο Τελώνης αυτός στεκόμενος απόμακρα». 
Δεν είπε 'σταθείς', όπως στην περίπτωση του Φαρισαίου, αλλά «εστώς», δηλώνοντας με αυτό την επί πολύ παράταση της στάσεως, μαζί δε και το επίμονο της δεήσεως και των ικετευτικών λόγων· διότι, χωρίς να προβάλει ούτε να διανοηθεί τίποτε άλλο, επρόσεχε μόνο στον εαυτό του και τον Θεό, περιστρέφοντας στον εαυτό της και πολλαπλασιάζοντας μόνην την μονολόγιστη δέησι, που είναι το αποτελεσματικώτερο είδος προσευχής.

14. «Στεκόμενος λοιπόν ο Τελώνης απόμακρα, λέγει, δεν ήθελε ούτε τους οφθαλμούς να σηκώσει προς τον ουρανό». Αυτή η στάσις ήταν συγχρόνως και στάσις και υπόκυψις, και δείγμα όχι μόνο ευτελούς δούλου, αλλά και καταδίκου. Μαρτυρεί δε και την απαλλαγμένη από την αμαρτία ψυχή, που είναι μεν ακόμη μακριά από τον Θεό, διότι δεν έχει ακόμη την προς αυτόν παρρησία δια των έργων, αλλ' ελπίζει να εγγίσει τον Θεό, λόγω της αποχής από τα κακά και της αγαθής ήδη προθέσεώς της. 
Στεκόμενος λοιπόν έτσι απόμακρα ο Τελώνης δεν ήθελε ούτε τους οφθαλμούς να σηκώσει στον ουρανό, επιδεικνύοντας με τον τρόπο και το σχήμα την αυτοκατάκρισι και αυτομεμψία του· διότι εθεωρούσε τον εαυτό του ανάξιον και του ουρανού και του επιγείου ναού. Γι' αυτό του μεν ναού εστεκόταν στα πρόθυρα, προς τον ουρανό δε δεν ετολμούσε ούτε ν' ατενίσει, πόσο μάλλον προς τον Θεό του ουρανού- αλλά κτυπώντας το στήθος του από την σφοδρά κατάνυξι και παριστώντας έτσι τον εαυτό του άξιον τιμωρίας, αναπέμποντας από εκεί βαρυπενθής τους στεναγμούς και κλίνοντας σαν κατάδικος την κεφαλή, αποκαλούσε τον εαυτό του αμαρτωλό κι εζητούσε με πίστη τον ιλασμό, λέγοντας· «Θεέ, ευσπλαγχνίσου με τον αμαρτωλό». 
Διότι επίστευσε στον λέγοντα, «επιστρέψετε προς εμένα και εγώ θα επιστρέψω προς σας», και στον προφήτη που διεβεβαίωσε, «είπα, θα εξομολογηθώ στον Κύριο την ανομία μου εναντίον μου, και συ άφησες την ασέβεια της καρδίας μου».

15. Τί συνέβηκε λοιπόν έπειτα από αυτά; «Κατέβηκε αυτός δικαιωμένος», λέγει ο Κύριος, «και όχι εκείνος· διότι όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί». Πραγματικά, όπως ο Διάβολος είναι η ίδια η υπεροψία και η υπερηφάνεια είναι το ιδιαίτερο κακό του, γι' αυτό και συναπτομένη με οποιαδήποτε ανθρώπινη αρετή την νικά και την καταρρίπτει, έτσι η ταπείνωσις ενώπιον του Θεού είναι αρετή των αγαθών αγγέλων και νικά κάθε ανθρώπινη κακία που επέρχεται στον πταίστη. 
Διότι η ταπείνωσις είναι όχημα της αναβάσεως προς τον Θεό, όπως εκείνα τα σύννεφα, που πρόκειται ν' ανυψώσουν προς τον Θεό αυτούς που θα μείνουν σε απείρους αιώνες μαζί με τον Θεό, καθώς προεφήτευσε ο απόστολος, λέγοντας, «θ' αρπαγούμε στα σύννεφα για συνάντηση του Κυρίου στον αέρα, κι έτσι θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο». 
Ό,τι δηλαδή είναι η νεφέλη, είναι και η ταπείνωσις, που συστήνεται δια μετανοίας και αφήνει από τους οφθαλμούς ρυάκια με δάκρυα, εξάγει τους αξίους από τα ανάξια, τους ανεβάζει και τους συνάπτει με τον Θεό, δικαιωμένους δωρεάν λόγω της ευγνώμονος προαιρέσεως.

16. Και ο μεν Τελώνης σφετεριζόμενος πρωτύτερα κακοτέχνως τα ξένα πράγματα, αλλ' έπειτα, εγκαταλείποντας την διαστροφή και μη δικαιώνοντας τον εαυτό του, εδικαιώθηκε, ο δε Φαρισαίος, μη οικειοποιούμενος τα ανήκοντα σε άλλους, αλλά δικαιώνοντας τον εαυτό του, καταδικάσθηκε. Τώρα, εκείνοι που και οικειοποιούνται τα ανήκοντα στους άλλους και επιχειρούν να δικαιώσουν τους εαυτούς των, τι θα πάθουν;

17. Αλλ' ας αφήσωμε τώρα αυτούς, αφού και ο Κύριος τους άφησε, ως μη πειθομένους με τα λόγια. Μερικές φορές όμως και εμείς όταν προσευχώμαστε, ταπεινωνόμαστε, και ίσως νομίζομε ότι θα κερδίσωμε την δικαίωσι του Τελώνη. Δεν είναι όμως έτσι· διότι πρέπει να προσέχωμε τούτο, ότι ο Τελώνης, καταφρονούμενος από τον Φαρισαίο κατά πρόσωπο και μετά την απομάκρυνσή του από την αμαρτία, καταφρονούσε κι αυτός τον εαυτό του, όχι μόνο μη αντιλέγοντας αλλά και συνηγορώντας προς εκείνον εναντίον του εαυτού του.

18. Όταν λοιπόν και συ αφήσεις την κακία, δεν αντιλέγεις δε σ' αυτούς που σε καταφρονούν και σε λοιδορούν, αλλά καταδικάζοντας και συ τον εαυτό σου ως κακοήθη, καταφεύγεις με κατάνυξι δια της προσευχής προς την ευσπλαγχνία του Θεού μόνο, γνώριζε ότι είσαι λυτρωμένος Τελώνης. 
Πολλοί βέβαια λέγουν τους εαυτούς των αμαρτωλούς, και το λέγομε και το νομίζομε επίσης κι εμείς· αλλά η καταφρόνησις είναι που δοκιμάζει την καρδιά. Όπως δηλαδή ο μεγάλος Παύλος είναι μακριά από την φαρισαϊκή μεγαλαυχία, αν και έγραφε προς τους ανθρώπους που χρησιμοποιούσαν γλωσσολαλιά στην Κόρινθο, «ευχαριστώ τον Θεό μου που λαλώ γλώσσες περισσότερο από όλους σας» (γράφει αυτά τα πράγματα αυτός που αλλού δηλώνει ότι είναι περικάθαρμα όλων των ανθρώπων, για να συγκρατήσει το φρόνημα εκείνων που επαίρονται εναντίον αυτών που δεν έχουν το χάρισμα)· όπως λοιπόν ο Παύλος, γράφοντας εκείνα, είναι μακριά από την φαρισαϊκή μεγαλαυχία, έτσι είναι και το να λέγει κανείς τα λόγια του Τελώνη και να ταπεινολογεί σαν εκείνον, αλλά να μη δικαιωθεί καθώς εκείνος· διότι πρέπει με τα τελωνικά λόγια να συνυπάρχει και η μετάθεσις από τα κακά και η ψυχική διάθεσις, η κατάνυξις και η υπομονή εκείνου. 
Και ο Δαβίδ έδειξε εμπράκτως ότι πρέπει, αυτός που κρίνει τον εαυτό του ένοχο ενώπιον του Θεού και μετανοεί, να θεωρεί δικαία και υποφερτή την σε βάρος του ύβρη και ατιμία από άλλους. Διότι μετά την αμαρτία του, όταν ήκουε προσβλητικούς λόγους από τον Σεμεεί, έλεγε σ' αυτούς που ήθελαν ν' αντιδράσουν «αφήστε τον να με κακολογεί, διότι ο Κύριος του είπε να κακολογήσει τον Δαβίδ», λέγοντας ότι η συγχώρησις από τον Θεό για την προς αυτόν αμαρτία είναι πρόσταγμα εκείνου, αν και ο Δαβίδ επάλαιε τότε με δεινή και μεγάλη συμφορά, αφού μόλις προσφάτως είχε επαναστατήσει εναντίον του ο Αβεσσαλώμ.

19. Τότε μάλιστα, εγκαταλείποντας με αφόρητη οδύνη την Ιερουσαλήμ, όταν φεύγοντας έφθασε στις υπώρειες του όρους των Ελαιών, συνάντησε ως προσθήκη της συμφοράς τον Σεμεεί. Ο Σεμεεί έρριπτε εναντίον του λίθους, τον κακολογούσε ασταμάτητα και τον ύβριζε αναιδώς· τον αποκαλούσε άνδρα αιμοβόρο και παράνομο, επαναφέροντας στη μνήμη το σχετικό με την Βηρσαβεέ και τον Ουρία έγκλημα προς ονειδισμό του βασιλέως. 
Και δεν τον άφησε αφού καταράσθηκε μια και δυο φορές, και έρριπτε εναντίον του λίθους και με λόγια πληκτικώτερα από τους λίθους· αλλά, λέγει, προχωρούσε ο βασιλεύς και όλοι οι άνδρες του μαζί του, ενώ ο Σεμεεί εβάδιζε από την πλευρά του όρους πλησίον του βασιλέως, καταρώμενός τον και ρίπτοντας λίθους από τα πλάγια, και πασπαλίζοντάς τον με χώμα. Και δεν εστερείτο ανθρώπων που θα τον εμπόδιζαν ο βασιλεύς. 
Ο Αβεσσά λοιπόν ο στρατηγός, μη αντέχοντας, είπε προς τον Δαβίδ· «γιατί καταράται αυτός ο ψόφιος σκύλος τον κύριό μου τον βασιλέα; Θα μεταβώ λοιπόν να του κάψω το κεφάλι». Ο βασιλεύς όμως συνεκράτησε αυτόν και όλους τους άνδρες του, λέγοντας προς αυτούς· «αφήστε τον, για να ιδεί ο Κύριος την ταπείνωσή μου και μου ανταποδώσει αγαθά αντί της κατάρας αυτού».

20. Αυτό το πράγμα και τότε μεν ετελέσθηκε και επραγματοποιήθηκε, δεικνύεται δε και με την παραβολή γι' αυτόν τον Τελώνη και τον Φαρισαίο τελούμενο πάντοτε από την δικαιοσύνη. Διότι αυτός που θεωρεί τον εαυτό του αληθινά υπεύθυνο της αιωνίου κολάσεως, πως δεν θα υπομείνει γενναίως, όχι μόνο ατιμία, αλλά και ζημία και νόσο, και κάθε δυσπραγία και κακοπάθεια γενικώς; 
Αυτός δε που δεικνύει τέτοια υπομονή, ως χρεώστης και ένοχος, με ελαφρότερη, πρόσκαιρη και διακοπτομένη καταδίκη λυτρώνεται από την πραγματικά βαρειά εκείνη και αφόρητη και ατελείωτη τιμωρία· μερικές φορές δε λυτρώνεται και από τα τώρα βασανίζοντα δεινά, καθώς η θεία χρηστότης λαμβάνει αρχή από εδώ σαν να χρεωστείται λόγω της υπομονής. Γι' αυτό και κάποιος από τους παιδευομένους από τον Κύριο είπε· «θα υπομείνω την παίδευση από τον Κύριο, διότι ημάρτησα σ' αυτόν»".

21. Είθε κι' εμείς, παιδευόμενοι μ' ευσπλαγχνία, αλλ' όχι με οργή και θυμό Κυρίου, να μη καταβληθούμε από την τιμωρία του Θεού, αλλά κατά τον ψαλμωδό στο τέλος ν' ανορθωθούμε, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο αρμόζει δόξα, δύναμις, τιμή και προσκύνησις μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


(Ομιλία Β', Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ τ. 9, ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ" ΠΗΓΗ ''ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ'')

Λάμπρος Κ. Σκόντζος, Ο όλεθρος της εγωπάθειας και η ευλογία ταπεινώσεως. (Θεολογικό σχόλιο στην Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου)

  
 Ο ΟΛΕΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΓΩΠΑΘΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΩΣ
(Θεολογικό σχόλιο στην Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου)


Με τη χάρη και την ευσπλαχνία του Αγίου Θεού φθάσαμε για μια ακόμα φορά στο άγιο Τριώδιο, στην ιερότερη και κατανυκτικότερη εορτολογική περίοδο του εκκλησιαστικού έτους. Η μακρά αυτή περίοδος, η οποία αρχίζει την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο, είναι η πιο σημαντική χρονική περίοδος της Εκκλησίας μας, διότι δίνει την ευκαιρία σε μας τους πιστούς να συναισθανθούμε τη λαθεμένη πορεία της ζωής μας, να τη διορθώσουμε και να επανακαθορίσουμε τη στάση μας απέναντι στο Θεό και τους συνανθρώπους μας. Αυτή η προσωπική κάθαρση και διόρθωση της γήινης πορείας μας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουμε, κεκαθαρμένοι και αλλαγμένοι, να εορτάσουμε το άγιο Πάσχα, σύμφωνα με την παύλειο προτροπή, όχι όπως οι Ιουδαίοι, τυπικά, «άλλ' εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας», αποβάλλοντας την παλαιά ζύμη της κακίας και της πονηρίας μας (Α΄ Κορ.5,8).


Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την θεοφιλή αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την
εωσφορική έπαρση. Δίδαξε την παραβολή αυτή «προς τινας τους πεποιθότας αφ’ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι, και εξουθενούντας τους λοιπούς» (Λουκ.18,9). Δηλαδή πήρε αφορμή ο Χριστός από την υποκριτική στάση των Φαρισαίων, οι οποίοι ήθελαν να φαίνονται ως εκλεκτοί και αγαπητοί του Θεού, περιφρονώντας όσους δεν ανήκαν στην τάξη τους, ως ελεεινούς και μισητούς του Θεού.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προς ευατόν ταύτα προσηύχετο΄ ο Θεός ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης΄ νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων΄ ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος΄ ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»(Λουκ.18,10-14).
Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια. Τα μέλη της, απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Ήταν δε τέτοια η ατομική τους έπαρση και αλαζονεία, ώστε είχαν καταντήσει αληθινοί τύραννοι του λαού. Ο Κύριος δεν παρέλειπε να κατακεραυνώνει τους Φαρισαίους στο κήρυγμά του και να στηλιτεύει την τυραννική τους επιβολή στο λαό. «Τότε ο Ιησούς ελάλησε τοις όχλοις και τοις μαθηταίς αυτού λέγων· επὶ της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. πάντα ουν όσα εὰν είπωσιν υμίν τηρείν, τηρείτε και ποιείτε, κατὰ δε τα έργα αυτών μη ποιείτε· λέγουσι γαρ, και ου ποιούσι.δεσμεύουσι γαρ φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επὶ τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλῳ αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά. πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ.23,1-5).
Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε
δικαιολογημένα ο λαός. Ήταν πλούσιοι από τις άνομες και άδικες δραστηριότητές τους και αυτό επέτεινε το φθόνο και την αγανάκτηση του λαού προς αυτούς.
Δύο αντίθετοι αντιπροσωπευτικοί τύποι της κοινωνίας, εκπρόσωποι των δύο αυτών κοινωνικών τάξεων, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα, εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Τις απαριθμούσε μία – μία, φωναχτά, να τις ακούνε και οι παραβρισκόμενοι στους χώρους του ναού, κάνοντας επίσης αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.
Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθανόμενος τη δεινή του αμαρτωλή κατάσταση, με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Δεν έχει να απαριθμήσει αρετές, αλλά και αν είχε, αυτές θα ήταν πνιγμένες στο πέλαγος των αμαρτιών του. Δεν έχει την τόλμη να κοιτάξει ψηλά το ουρανό, όπου βρίσκεται ο θρόνος του Θεού, αλλά κοιτά χαμηλά τη γη, όπου διαπράττεται η αμαρτία. Τα μάτια του τρέχουν δάκρια, ως ξεχείλισμα των κριμάτων της καρδιάς του. Ο τόνος της φωνής του είναι χαμηλός, τόσο χαμηλός ώστε να τον ακούει μόνο ο Θεός. Το μόνο που ακουγόταν ήταν οι αναστεναγμοί του, ως κραυγή απόγνωσης και απελπισίας. Δεν έχει το κουράγιο να υψώσει τα χέρια του, αλλά με αυτά χτυπά το στήθος του, σαν να δέρνει τον παλιό κακό εαυτό του για τις τόσες και μεγάλες αμαρτίες του. Μέσα στη συντριβή του δε μπορεί να δει τον εγωιστικά στεκάμενο δίπλα του Φαρισαίο και να ακούσει τις εγωιστικές φλυαρίες του . Ίσως να άκουσε μόνο την τελευταία φράση του, ότι δεν είναι σαν εκείνον δίκαιος, και ασφαλώς θα συμφώνησε μαζί του. Αυτή όμως η μετάνοιά του, η αληθινή συντριβή του, τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού. Πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια, η οποία είναι το χειρότερο εμπόδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, ως μια λίαν νοσηρή πνευματική κατάσταση, εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Εγωισμός και μετάνοια είναι δυο έννοιες εντελώς αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Η μία αναιρεί την άλλη. Οι πύλες της ψυχής του εγωπαθούς ανθρώπου είναι ερμητικά κλειστές για τη θεία χάρη και κατά συνέπεια είναι αδύνατη η σωτηρία του, όσο εμμένει στην εγωιστική του περιχάραξη.
Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός είναι καταστάσεις εωσφορικές. Πρώτος διδάξας ο Εωσφόρος, ο οποίος δε μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο από το Θεό και δημιουργό του και γι’ αυτό διανοήθηκε να στήσει το θρόνο του πάνω από το θρόνο της μεγαλοσύνης Του, «εις τον ουρανόν αναβήσομαι, επάνω των αστέρων του ουρανού θήσω τον θρόνον μου, αναβήσομαι επάνω των νεφών, έσομαι όμοιος τω Υψίστω» (Ησ.14,13-14). Αλλά αυτή η αλαζονική του απόφαση είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην πραγματοποιήσει το σκοπό του, αλλά να χάσει τη δόξα και την τιμή που του είχε χαριστεί από το Θεό και να καταπέσει στην έσχατη απαξία. Και ακόμη, από ανείπωτο μίσος και φθόνο, θέλησε να μεταδώσει και στον άνθρωπο, το κορυφαίο δημιούργημα του Θεού, τη φθοροποιά και καταστροφική έξη του εγωισμού. Έπεισε
τους πρωτοπλάστους ότι δήθεν ήταν ικανοί από μόνοι τους να γίνουν θεοί (Γεν. 3ο κεφ.), συμπαρασύροντάς τους στη δική του δίνη και καταστροφή.
Αυτή ακριβώς την κατάσταση έχει υπόψη της η Εκκλησία μας και θέσπισε την κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, η οποία σηματοδοτεί την μεταπτωτική κατάσταση του ανθρωπίνου γένους, αρχίζοντας από τη στηλίτευση του εγωισμού, ως την πρωταρχική αιτία της πτώσεως και της κατοπινής δραματικής πορείας του ανθρώπου. Μας καλεί να κάνουμε μια μεγάλη θυσία αυτές τις αγιασμένες μέρες που ακολουθούν. Να θυσιάσουμε τον εγωισμό μας, ως την πλέον ευάρεστη θυσία στο Θεό, διότι «θυσία τω Θεώ, πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουθενώσει» (Ψαλμ.50,19). Να θεωρήσουμε τον εγωιστικό εαυτό μας ως το χειρότερο και τον πλέον επικίνδυνο εχθρό μας, διότι αν δεν τον νικήσουμε, θα μας νικήσει εκείνος και θα μας στείλει εξάπαντος στην απώλεια.
Είναι θεμελιώδους σημασίας ο λόγος του Κυρίου μας: «ο μείζων υμών έσται υμών διάκονος. όστις δε υψώσει εαυτὸν ταπεινωθήσεται, και όστις ταπεινώσει εαυτὸν υψωθήσεται» (Ματθ.23,11-12)! Ο πραγματικά σπουδαίος, για το Χριστό, είναι αυτός που θέτει τον εαυτό του υπηρέτη των άλλων και τον θεωρεί κατώτερο από εκείνους. Εξίσου θεμελιώδους σημασίας είναι και η διαβεβαίωσή Του: «αμὴν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού»(Ματθ.21,32), που σημαίνει πως συγκάτοικοί μας στον παράδεισο θα είναι μετανοούντες αμαρτωλοί, ενώ θα απουσιάζουν οι αμετανόητοι νομιζόμενοι δίκαιοι!
Η περίοδος του Τριωδίου είναι κατ’ εξοχήν περίοδος αγώνα κατά της εγωπάθειας και άσκηση της αρετής της ταπείνωσης, ως μονόδρομος της σωτηρία μας. Αποτελεί το προπαρασκευαστικό χρονικό διάστημα πριν το Πάσχα, για την οντολογική προετοιμασία ημών των πιστών για την ύπατη και λαμπρότατη εορτή της Εκκλησίας μας. Για την ψυχοσωματική μας κάθαρση από όλους εκείνους τους ρίπους, που μολύνουν την ύπαρξή μας και μας καθιστούν οντότητες νοσηρές, έκπτωτες από την αυθεντικότητά μας. Η μετοχή μας στη φωτοφόρο πανήγυρη των πανηγύρεων απαιτεί προσωπική ανακαίνιση και ιδιαίτερα απόρριψη του εγωισμού μας, ειδάλλως το ανέσπερο αναστάσιμο φως θα καταδείξει την ψυχική μας ρυπαρότητα και δε θα δυνηθούμε να γίνουμε κοινωνοί του Αναστάντος Λυτρωτή μας, αφήνοντάς μας ανέγγιχτους οι άρρητες δωρεές της Αναστάσεως. Είναι ανάγκη, λοιπόν, όπως μας παροτρύνει ο απόστολος Παύλος, να «μορφωθεί ο Χριστός» στην ύπαρξή μας (Γαλ.4,19). Και η μόρφωσή μας εν Χριστώ ξεκινά με την αποβολή της εγωπάθειάς μας και την απόκτηση της ταπείνωσης, η οποία, μόνη αυτή, μπορεί να μας υψώσει ως το θρόνο του Θεού. 


ΠΗΓΗ ''ΑΚΤΙΝΕΣ''

ΦΥΛΑΓΕ ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΣΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΕΧΕΙΣ ΤΑ ΜΙΣΑ (ΛΑΪΚΌ ΓΝΩΜΙΚΟ)


Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΒΡΑΒΕΥΕΙ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ!

«Θολοκουλτούρα»: Ἡ πληγή τῆς συγχρόνου θεολογίας


Φαίνεται ὅτι ἡ «θολοκουλτούρα» ἔβαλε πλώρη ὁλοταχῶς γιὰ τὴ Θεολογικὴ Ἐπιστήμη. Ἐμεῖς γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ὅτι ἡ Θεολογία εἶναι ἡ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας μας,ἡ ὁποία ἀποβαίνει σὲ δοξολογία γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Ὁ ἅγιος Νεῖλος ὁ ἀσκητὴς ἔγραψε πὼς «Εἰ θεολόγος εἶ,προσεύξῃ ἀληθῶς. Καὶ εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ».

Αὐτὰ ὅμως εἶναι «ψιλὰ γράμματα» γιὰ τοὺς θολοκουλτουριάρηδες νέους θεολόγους. Γιʼ αὐτοὺς ἡ Θεολογία εἶναι τρόπος νὰ «φιλοσοφήσουν» καὶ ὄχι νὰ διακονήσουν τὴν Ἐκκλησία. Δεῖτε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ συνέντευξη τοῦ Προέδρου τοῦ τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ., γιὰ νὰ καταλάβετε τί ἐννοοῦμε:

«Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε μία θεολογικὴ σχολή, δὲν ἔχουμε χαρακτηρισμὸ ὁμολογιακὸ ὀρθόδοξο ἢ κάτι ἄλλο ἐκ τοῦ νόμου, δὲν ἀνήκουμε στὴν Ἐκκλησία, ἀνήκουμε στὸ Ὑπουργεῖο καὶ στὸ Κράτος.Ὅμως ἀπʼ τὴν ἄλλη πλευρὰ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ νεοελληνικοῦ μας πολιτισμοῦ καὶ τοῦ πολιτισμοῦ μας εὐρύτερα καὶ ἐμεῖς διακονοῦμε γνωσιολογικὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε κάτι ἄλλο, (ὄντας)σὲ διάλογο μὲ τὴ δυτικὴ Χριστιανοσύνη καὶ τὰ θρησκεύματα τοῦ κόσμου»!
Ρωτᾶμε τὸν κ. καθηγητή, τὸν ὁποῖο ἀκριβοπληρώνουμε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά μας, γιὰ νὰ διδάσκει ὀρθόδοξη Θεολογία στὰ παιδιά μας: ἀπὸ πότε οἱ Θεολογικὲς Σχολὲς ἔπαψαν νὰ εἶναι ὁμολογιακὲς καὶ ἔγιναν διαθρησκειακές;Ἀπὸ πότε ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτέλεσε ἁπλὰ πολιτισμικὸ (καὶ μάλιστα) κομμάτι τοῦ πολιτισμοῦ μας; Ἀπὸ πότε ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία ἔγινε στείρα γνωσιολογία, στὰ πρότυπα προφανῶς τοῦ δυτικοῦ «χριστιανισμοῦ»;

Ξεχνάει μήπως ὅτι ὁ θεσμὸς τοῦ θεολόγου ἀνήκει στὴ διακονικὴ τάξη τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας μας;Μᾶς διακατέχει δυστυχῶς ἀνησυχία, διότι ἐμπιστευόμαστε τὴ θεολογικὴ παιδεία μας σὲ τέτοιας ἔκτασης «θολοκουλτούρα».
Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς βοηθήσει!


''Ὀρθόδοξος Τύπος'' ἀρ. φύλ. 1964 

ΤΡΙῼΔΙΟΝ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΝ


Ἀρχίζει τὸ Τριῴδιον. Ἡ περίοδος τῆς κατανύξεως καὶ τῆς καθάρσεως. Ἡ ἀνακαίνισις τῆς ψυχῆς. Ἡ ἔμπρακτος μετάνοια. Ὁ φωτισμὸς τῆς διανοίας καὶ τῆς καρδίας. Ἡ ἀπόρριψις τῶν ἔργων τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ἀνάστασις.
 Ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία πορεία. Μία πορεία πρὸς τὸ τέλος, τὴν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Σω τῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἰς τὴν πορείαν μας, ὅμως, αὐτὴν ἔχομεν καὶ ἐμπόδια, ἀλλὰ καὶ πτώσεις. Καὶ μάλιστα πτώσεις ὀδυνηράς. Διὰ τοῦτο ἔχομεν ἀνάγκην καθάρσεως. Ἀνάγκην μετανοίας.
Τὸ Τριῴδιον λοιπὸν εἶναι περίοδος μετανοίας καὶ συναισθήσεως τῆς ἁμαρτίας μας. «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα» ψάλλομεν. Τὸ πρόθυμον πνεῦμα τοῦ πιστοῦ ξαγρυπνᾶ εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φέρον μαζί του τὸν λερωμένον ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν ναὸν τοῦ σώματος καὶ παρακαλεῖ νὰ τοῦ ἀνοίξη ὁ Θεὸς τὴν θύραν τῆς μετανοίας. Εἰς τὸν ἅγιον ναὸν τοῦ Θεοῦ ἔχουν θέσιν μόνον οἱ καθαροί· αὐτὸς εἶναι ἀκάθαρτος, ἀλλὰ ἐλπίζει εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δύναμιν τῆς χάριτός του.
 Εἰς τὸ δεύτερον τροπάριον, «Τῆς σωτηρίας εὔθυνόν μοι, τρίβους, Θεοτόκε...» ὁ ἱερὸς ὑμνωδὸς παρακαλεῖ τὴν Θεοτόκον νὰ τὸν ὁδηγήση εἰς τὸν ἴσιον δρόμον τῆς σωτηρίας, αὐτὸν ποὺ διαβαίνων τὴν ζωήν του μὲ ραθυμίαν, ἐλέρωσε τὴν ψυχήν του μὲ αἰσχρὰς ἁμαρτίας· ἐλπίζει ὅμως καὶ πάλιν ὅτι αἱ πρεσβεῖαι τῆς Παναγίας μας θὰ τοῦ χαρίσουν τὴν ποθητὴν κάθαρσιν.
Εἰς τὸ τρίτον τροπάριον «Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν...» ὁ ταλαίπωρος ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος ἀναμετρᾶ τὰ πλήθη τῶν φοβερῶν του κριμάτων καὶ τρέμει ἀναλογιζόμενος τὴν ὥραν τῆς κρίσεως. Γεμᾶτος ὅμως καὶ πάλιν μὲ θάρρος καὶ ἐλπίδα εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, φωνάζει μαζὶ μὲ τὸν ψαλμωδὸν τὸ «Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου».
Μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι «φέρομεν τὸν Ναὸν τοῦ σώματός» μας «ὅλον ἐσπιλωμένον» καὶ «ἐννοοῦντες τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μας δεινῶν», τρέμομεν τὴν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεως, τὴν ἡμέραν τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Τὸ Τριῴδιον λοιπὸν εἶναι ἡ περίοδος τῆς μετανοίας, τῆς διορθώσεως τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ἡ ἀλλαγὴ τῆς νοοτροπίας. Εἶναι ἕνα νέον μυστικὸν πνευματικὸν βάπτισμα. Σταυρώνομεν τὰ πάθη. Τὰ νεκρώνομεν. Τὰ βυθίζομεν τρὶς καὶ πολλάκις εἰς τὸ νερὸ τῶν δακρύων τῆς κατανύξεως. Ἔτσι ἡ ψυχὴ καθαίρεται. Λαμπρύνεται. Λευκαίνεται. Γίνεται ὁλόφωτος, φωτόμορφος, ὅπως εἶναι ὅλα τὰ ἀληθινὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ συνεπῶς Ἀνασταίνεται.
Τί εἶναι τὸ Τριῴδιον; Μία περίοδος ποὺ προηγεῖται τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως. Προπαρασκευὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως. «Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν περάση ἀπὸ τὸ μνῆμα τῆς μετανοίας καὶ ταπεινώσεως καὶ κατανύξεως, δὲν βλέπει τὴν δόξαν τῆς μυστικῆς Ἀναστάσεως», λέγει ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος.
Καθʼ ὅλην τὴν περίοδον αὐτὴν ὁ ἁμαρτωλὸς μπαίνει εἰς τὸ «μνῆμα» αὐτό. Σκοπὸς του εἶναι νὰ φθάση ἀκατακρίτως προσκυνῆσαι τὴν ἁγίαν Ἀνάστασιν. Πότε θὰ γίνη αὐτό; Ὅταν ἡ ψυχὴ του ἔχη ἀναστηθῆ ἀπὸ τὴν πτῶσιν τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς κατανύξεως ἔχη πλυθῆ. Ἰδοὺ ὁ σκοπὸς τοῦ Τριῳδίου. Ὅταν ἔλθη ἡ Ἀνάστασις, ψάλλοντες τὸ «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός», νὰ αἰσθανώμεθα κατὰ πρῶτον καὶ κύριον λόγον τὸ Φῶς αὐτό, τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως εἰς τὴν καρδίαν μας.

* * *

Τὴν πρώτην Κυριακὴν τοῦ Τριῳδίου ἀναγιγνώσκεται ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου.
Ἡ ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς πλέκεται γύρω ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιον. Μὲ αὐτὴν τὴν παραβολὴν ἀνοίγει ἡ
ἱερὰ πύλη τοῦ Τριῳδίου. Δὲν μποροῦσε νὰ εὑρεθῆ καταλληλότερο θέμα, ποὺ νὰ συνδυάζη κατὰ ἕνα τόσον πλήρη τρόπον τοὺς σκοποὺς τῆς περιόδου τοῦ Τριῳδίου. Ἡ προσευχή, ἡ νηστεία καὶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ ἐπιφανειακὰ δικαίου, κενοδόξου ὅμως καὶ ὑπερηφάνου Φαρισαίου, ἀποδοκιμάζονται ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἀντιθέτως δικαιώνεται ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος, ἀλλὰ μετανοημένος καὶ συντετριμμένος Τελώνης, ποὺ κτυπᾶ τὸ στῆθος του καὶ ταπεινὰ ἐπικαλεῖται τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Αὐτὸν λοιπὸν τὸν τύπον τῆς ὀρθῆς προσευχῆς θέτει εἰς τὸ στόμα τοῦ πιστοῦ ἡ Ἐκκλησία εἰς τὴν ἔναρξιν τῆς περιόδου τῆς προσευχῆς. Καλεῖ τοὺς πιστοὺς νὰ μὴ προσευχηθοῦν «φαρισαϊκῶς», ἀλλὰ μὲ ταπείνωσιν «τελωνικῶς» διότι, ὅπως εἶπεν ὁ Κύριος, «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται».
Ψάλλει λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ πρῶτον τροπάριον τοῦ Τριῳδίου: «Μὴ προσευξώμεθα φαρισαϊκῶς, ἀδελφοί, ὁ γὰρ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται· «ταπεινωθῶμεν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ τελωνικῶς, διὰ νηστείας κράζοντες· ἱλάσθητι ἡμῖν, ὁ Θεός, τοῖς ἁμαρτωλοῖς».
Ἡ ἀποφυγὴ λοιπὸν τῆς θεομισοῦς ὑπερηφανείας καὶ ἡ ἄσκησις τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως εἶναι ἡ
βάσις, τὸ θεμέλιον τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνος πάντοτε μέν, ἰδιαιτέρως δὲ κατὰ τὴν κατανυκτικὴν
περίοδον τοῦ Τριῳδίου.

* * *

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης εἰς τὸ περίφημον βιβλίον του «Κλῖμαξ» ἔχει ἀφιερώσει δύο λόγους διὰ τὴν πολύμορφον κενοδοξίαν, ποὺ ἀφανίζει ὅλα τὰ καλὰ εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν θεομισῆ ὑπερηφάνειαν, ποὺ κάμνει τὸν ἄνθρωπον ἄθεον καὶ ὅμοιον μὲ τὸν Διάβολον. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ Κενοδοξίας καὶ Ὑπερηφανείας, λέγει ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος, εἶναι ὅση μεταξὺ μικροῦ καὶ ἀνηλίκου παιδιοῦ καὶ τελείου ἀνδρὸς καὶ ὅσο τὸ σιτάρι ἀπὸ τὸ ψωμί. Ἡ κενοδοξία θεωρεῖται ὡς ἡ ρίζα, ἡ δὲ ὑπερηφάνεια κρίνεται ὡς κλάδος καὶ κορυφή, ἀπὸ τὴν ὁποίαν γεννῶνται ὅλοι οἱ καρποὶ τῆς ἀδικίας καὶ τῆς ἀσεβείας. Ἀλλὰ τί εἶναι ὑπερηφάνεια; Εἶναι ἄρνησις τοῦ Θεοῦ, ἐφεύρεσις τῶν δαιμόνων, μητέρα τῆς κατακρίσεως, θυγάτηρ, ποὺ θηλάζει τὴν δόξαν καὶ τὸν ἔπαινον, σημεῖον ἀκάρπου ψυχῆς, φυγαδευτήριον τῆς θείας βοηθείας, σάλευμα τῆς καρδίας, πρόξενος πτώσεων, παραλογισμός, πηγὴ τοῦ θυμοῦ, θύρα τῆς ὑποκρίσεως, δαιμόνων στήριγμα, φύλαξ τῆς ἁμαρτίας, ἐχθρός τῆς ἐξομολογήσεως, πρόξενος τῆς ἀσπλαχνίας, ἄγνοια τῆς ἐλεημοσύνης καὶ συμπαθείας, ἐξεταστὴς πικρὸς τῶν ξένων ἔρ γων, δικαστὴς τρομερὸς καὶ ἀπάνθρωπος, ἀντίπαλος τοῦ Θεοῦ, ρίζα τῆς βλασφημίας. Εἶδον κάποιον ποὺ εὐχαρίστει ψευδῶς μὲ τὸ στόμα του τὸν Θεὸν καὶ μὲ τὴν καρδίαν ὑπερυψοῦτο· καὶ μαρτυρεῖ τοῦτο σαφῶς ὁ Φαρισαῖος ἐκεῖνος, περὶ τοῦ ὁποίου διηγεῖται τὸ Εὐαγγέλιον πὼς ἔλεγεν εἰς τὸν Θεὸν «Ὁ Θεὸς εὐχαριστῶ σοι» (Λουκ. ιη΄ 11). Ὅμως δὲν τὸ ἔλεγε μὲ καθαρὰν καρδίαν καὶ ταπείνωσιν, ἀλλὰ μὲ εἰρωνείαν καὶ ὑπερηφάνειαν ἄμετρον. Διὰ τοῦτο κατακρίνων ὅλον τὸν κόσμον ἔλεγε, ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ ἄνθρωποι, οἵτινές εἰσι ἅρπαγες, ἄδικοι καὶ μοιχοί, οὔτε εἶμαι, ὅπως αὐτὸς ὁ Τελώνης· καὶ ἐπαινοῦσε καὶ ἐδόξαζε τὸν ἑαυτόν του καὶ ἔλεγε: Νηστεύω δὶς τοῦ Σαββάτου, ἀποδεκατῶ ὅλα μου τὰ πράγματα, καὶ τὰ δίδω εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς ὅσους ἔχουν ἀνάγκην.
• «Ὅπου πτῶμα κατέλαβεν, ἐκεῖ ὑπερηφανείᾳ προεσκήνωσε· μήνυμα γὰρ τοῦ προτέρου τὸ δεύτερον». Δηλαδὴ δὲν δύναται κανεὶς νὰ πέση εἰς τὴν λάσπην τῆς ἁμαρτίας, ἂν δὲν πέση πρῶτα εἰς τὸν κρημνὸν τῆς ὑπερηφανείας.
• Ὑπόθεσε ὅτι εἶναι δώδεκα τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας. Καὶ ἂν νικήσης τὰ ἕνδεκα καὶ σὲ νικήση τὸ ἕνα, ἡ ὑπερηφάνεια, καὶ γίνης δοῦλος αὐτῆς, ἐκείνη μόνη εἶναι ἱκανὴ καὶ ἀρκετὴ νὰ σοῦ προξενήση, ὅσον κακὸν ἤθελον προξενήσει τὰ δώδεκα.
• Ὁ ὑψηλόφρων ἀντιλέγει σφοδρῶς, ὁ δὲ ταπεινόφρων, οὔτε νὰ ἀντικοιτάξη γνωρίζει. Δὲν ὑποκλίνεται τὸ κυπαρίσσι, οὔτε ὁ ὑπερήφανος ταπεινοῦται.
• Ὁ ὑπερήφανος ἀγαπᾶ νὰ ἐξουσιάζη τοὺς ἄλλους. «Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται». Καὶ ποιὸς λοιπὸν δύναται νὰ ἐλεήση αὐτούς; «Ἀκάθαρτος παρὰ Κυρίῳ πᾶς ὑψηλοκάρδιος». Ποιὸς θὰ μπορέση νὰ τὸν καθαρίση;
• Τιμωρία τοῦ ὑπερηφάνου ἡ πτῶσις, ἀφήνει τὸν Διάβολον νὰ τὸν τυραννῆ (ἐνοχλῆ). Ἐγκατάλειψις Θεοῦ, χάνει τὰ λογικά του καὶ δὲν ξέρει τί κάνει. Καὶ τὰ μὲν δύο προηγούμενα θεραπεύονται πολλάκις ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ τελευταῖον μόνον ἀπὸ τὸν Θεόν.
• Ἐκεῖνος ποὺ δὲν δέχεται ἔλεγχον, φανερώνει ὅτι εἶναι ὑπερήφανος. Ὅστις δέχεται μὲ εὐμένεια τοὺς ἐλέγχους, ἐλύθη ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ὑπερηφανείας.
• Ἂν ἐξέπεσε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ Ἑωσφόρος, χωρὶς κανένα ἄλλο πάθος, παρὰ μόνον διὰ τὸ ἁμάρτημα τῆς ὑπερηφανείας, πρέπει νὰ ἰδοῦμε μήπως καὶ ἄνευ ἄλλης ἀρετῆς, παρὰ μόνον μὲ τὴν ταπείνωσιν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀνεβῆ εἰς τοὺς οὐρανούς, σὰν Ἄγγελος. Τὸ λέγει αὐτὸ τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον: «Ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται».
• Μὴ παύσωμεν νὰ ἀκούωμεν πάντοτε συν εχῶς τὴν ζωὴν καὶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων καὶ θὰ εὕρωμεν ὁπωσδήποτε πόσον ὑστεροῦμεν ἡμεῖς.
• Χριστιανὸς πραγματικὸς εἶναι ἄβυσσος ταπεινώσεως, μέσα εἰς τὴν ὁποίαν κρημνίζει καὶ ἀποπνίγει ὅλα τὰ διαβολικὰ πάθη καὶ κινήματα.
• Ἡ λήθη τῶν ἁμαρτιῶν μας προξενεῖ εἰς ἡμᾶς ὑπερηφάνειαν, ἡ δὲ συνεχὴς αὐτῶν μνήμη φέρει εἰς ἡμᾶς τὴν ταπείνωσιν.
• Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μία μεγάλη καὶ ἐσχάτη πτωχεία τῆς ψυχῆς. Καὶ νομίζει ὅτι εἶναι πλουσία ἀπὸ ἀρετὴν καὶ χάριτας. Ὄχι μόνον δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπον νὰ προκόψη εἰς τὴν ἀρετὴν ἀλλʼ ἀφοῦ ἀνεβῆ εἰς τὴν κορυφὴν τῆς ἀρετῆς, τὸν κρημνίζει εἰς τὸ χάος.
• Ὁ ὑπερήφανος μοιάζει σὰν τὸ ρόδι, ποὺ εἶναι σάπιον μέσα καὶ ἔξω φαίνεται ὡραῖον.

Πῶς θεραπεύεται
Κενοδοξία –
Ὑπερηφάνεια

Ἡμεῖς μπαίνομεν κρυφίως εἰς τὴν καρδίαν ἀπὸ τὴν θύραν τῆς ἀνευλαβείας καὶ φιλοδοξίας μὲ μεγάλην πονηρίαν. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς δεσμεύει εἶναι ἡ ὑπακοὴ καὶ ἐκεῖνο, ποὺ μᾶς δέρνει εἶναι ἡ ταπείνωσις, ἡ αὐτομεμψία


*Τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Μάρκου Κ. Μανώλη ''Ὁμιλία εἰς τὸν Ἱ. Ν. Ἁγ. Γεωργίου Διονύσου'' Ορθόδοξος Τύπος,'' αρ.φυλ. 1964

Σύρου Δωρόθεος, « Επί τῶν ἡμερῶν τῆς παπωσύνης του (Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ ) ἡ Ἐκκλησία τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης ἐπανῆλθεν είς τήν παραδοσιακήν αὐτῆς λαμπρότητα καί μεγαλοπρέπειαν.»


Ἀριθμ.Πρωτ.:413 Ἐν Ἑρμουπόλει τῇ 12ῃ Φεβρουαρίου 2013 

Πρός
τόν Σεβασμιώτατον κ. Φραγκῖσκον Παπαμανώλην
Πρόεδρον τῆς ἐν Ἑλλάδι ΡΚαθολικῆς Ἱεραρχίας / Εἰς Ἀθήνας

Σεβασμιώτατε αδελφέ,

Πληροφορηθέντες τήν γεναίαν ἀπόφασιν τοῦ Ἁγιωτάτου Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ΄ νά παραιτηθῇ τῶν ἄκρως ὑψηλῶν καί εὐθυνοφόρων καθηκόντων του, διά τοῦ παρόντος ἐκφράζομεν καί αὖθις εἰς αὐτόν, δι’ ὑμῶν, τά ἐκ τῆς προσωπικῆς μας μετ’ αὐτοῦ γνωριμίας, κατά τήν γενομένην ἐπίσημον εἰς Ρώμην ἐπίσκεψιν τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου, προκληθέντα πρός τό πρόσωπόν του ἡμέτερα αἰσθήματα τιμῆς καί ἀγάπης, ἐπισημαίνοντες ὅτι ἐπί τῶν ἡμερῶν τῆς παπωσύνης του ἡ Ἐκκλησία τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης ἐπανῆλθεν είς τήν παραδοσιακήν αὐτῆς λαμπρότητα καί μεγαλοπρέπειαν.

Ἐπί τούτοις, εὐχόμενοι ὅπως εἰς τήν τῶν Ρωμαίων Ἐκκλησίαν ἀναδειχθῇ εἰρήνης, ἀγάπης καί διαχριστιανικῆς καταλλαγῆς ποιμήν, διατελοῦμεν

Μετά τιμής και αγάπης
Ο Σύρου Δωρόθεος Β





ΠΗΓΗ ''ΑΚΤΙΝΕΣ''

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Μετέωροι



Η διακήρυξη για τη Μασονία από την Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών


Κυκλοφόρησε σε Ορθόδοξο Χριστιανικό φύλλο, αλλά και στο Διαδίκτυο, μια νέα διακήρυξη κατά της Μασονίας. Η πρωτοβουλία ανήκει στον μ. Πειραιώς Σεραφείμ και ο αναγνώστης μπορεί να τη διαβάσει στο αναφερθέν έντυπο (δεν γνωρίζω αν είναι η εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος") ή να την ακούσει, όπως ο γράφων, στο ιντερνέτ. Δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά, τα οποία θα ήταν ακόμη περισσότερα, αν η ανάρτηση δεν ήταν μόνο ακροαματική. (Αναφέρομαι στους ακροατές του Διαδικτύου). Ωστόσο, το κείμενο υπάρχει, οπότε μπορούν να δοθούν γραπτώς τα ερωτήματα ή οι παρατηρήσεις.

Εξ όσων μπόρεσα να συγκρατήσω - επαναλαμβάνω, δεν διάβασα την διακήρυξη, αρκέστηκα στην ακρόαση - θα ήθελα να αναφερθώ σε μερικές, κατά τη γνώμη μου, σημαντικές αντιφάσεις, που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν.

1) Πώς είναι δυνατόν να γράφουμε ορθά τη σχέση του τεκτονισμού με τον οικουμενισμό δεχόμενοι συμπροσευχές ή συλλειτουργίες με ιεράρχες, που αποδεδειγμένα, λόγω και έργω, συντάσσονται με τον οικουμενισμό; Η ευλογία που οι πιστοί δεχόμαστε, όταν κατά τη Θ. Λειτουργία μνημονεύεται οικουμενιστής επίσκοπος, μας αγιάζει ή μας καταδικάζει, ως συμμετέχοντες στον οικουμενισμό, άρα δε, όπως ορθά πάλι επισημαίνει ο π. Θεόδωρος, και στον τεκτονισμό;

2) Αγνοήθηκε να αναφερθεί μέσα στα 20 εδάφια της νέας διακήρυξης για τη μασονία, ότι οι μασόνοι συμπεριλαμβάνουν στη θρησκεία τους οποιονδήποτε συμπεριφέρεται, ακολουθεί, ή διαδίδει συναφή με τα δικά τους ιδεολογικά (φαλκιδευμένα) προτάγματα, όπως π.χ. φιλανθρωπία, αγάπη, δικαιοσύνη, ελευθερία, αλτρουισμός κλπ. Δεν θεωρούν απαραίτητο να χρισθεί επίσημα κάποιος μασόνος, όταν η εν γένει συμπεριφορά του ταυτίζεται πλήρως με τα μασονικά πρότυπα. Μπορεί αυτό να γίνεται μυστικά, όταν ένας βρίσκεται επικεφαλής ενός λαού ή μιας θρησκείας, τούτο όμως δεν γνωστοποιείται. Η μετά θάνατον συγκαταρίθμηση του στις μασονικές δέλτους, μπορεί να επαληθευθεί ή να διαψευσθεί, αφ΄ ενός εκ της μελέτης του βίου του, αφ΄ ετέρου δε από τα γραπτά που μας έχει αφήσει.

3) Εφόσον υπάρχει ανάγκη ποίμανσης στην αντιμετώπιση του τεκτονισμού, θα ήταν χρήσιμο οι ποιμένες να ομολογήσουν δημόσια ότι η Εκκλησία, όπως διαμορφώθηκε μετά το 1924, τέθηκε υπό τον πλήρη έλεγχο της μασονίας και υπό αυτόν τον έλεγχο τελούσα, συλλαμβάνεται αντιφάσκουσα εαυτής. Βρίσκεται υπό μασονικό καθεστώς, το επικρίνει, το κατηγορεί, αλλά παραμένει δέσμια αυτής της κατοχής έχοντας πλέον δυο στρατόπεδα αντιμαχόμενων πιστών. Άλλοτε εορτάζουν οι μεν, άλλοτε οι δε.

Παρά ταύτα, δηλώνει δια των ποιμένων της ότι επιταγή της συνοδικής παραδόσεως είναι να φεύγουμε από τους διαστροφείς της πίστεως. Οι ποιμένες, όμως, παραμένουν υπό το καθεστώς της μασονίας, όπου και το πρόταγμα της ελευθερίας. Αλλά και η ελευθερία, ας μη το λησμονούν, τελεί κάτω από τις (δι)ορισμένες προδιαγραφές και επιταγές του ελευθερο-τεκτονισμού.

Οπότε, το ερώτημα, τι πρέπει να κάνει το ποίμνιο; Που αντιλαμβάνεται καλώς ότι μετεωρίζεται. Θα έδινα την απάντηση, προτιμώ όμως να το αφήσω. Ελπίζω οι "μετεωριζόμενοι την διάνοιαν" να είναι μόνο οι περιγραφόμενοι από τον συγγραφέα του Β΄ Μακκαβαίων (ε΄ 17) και όχι οι ζώντες πιστοί.



ΠΗΓΗ ''ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ''


ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Συμμετοχή Ορθοδόξου κληρικού στο τσίρκο οικουμενιστικής συμπροσευχής

Διεθνές Φεστιβάλ Τσίρκο του Μόντε Κάρλο,
Ο Ορθόδοξος ιερέας Μιχαήλ Σεληνιωτάκης εκφωνεί την ευχή 
«Η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού…» (στο 5:10΄)
(Το βίντεο από simeronwordpress)

Ιωάννης Κορναράκης, Ποιός είναι ο Πάπας Βενέδικτος 16ος


Πάπας και Παπισμός

Του κ. Ιωάννου Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού του Πανεπ. Αθηνών

Ύστερα από την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου 16ου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, σε μια προσπάθειά του να επιταχυνθούν οι διαδικασίες της ενώσεως με την παπική εκκλησία, απηύθυνε επιστολή στον Πάπα με την οποία τον καλεί να συναντηθούν στη Ραβέννα της Ιταλίας, κατά το προσεχές φθινόπωρο, προκειμένου να ηγηθούν από κοινού του θεολογικού διαλόγου, που θα αρχίσει εκεί. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, σκοπός του κ. Βαρθολομαίου είναι να ευρεθεί ένας τρόπος, ένα οικουμενικό (δηλ. οικουμενιστικό) εκκλησιαστικό διοικητικό σχήμα, το οποίο θα εγκρίνει εκάστοτε τη λειτουργία του παπικού πρωτείου. Μια οικουμενική σύνοδος θα έχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει πότε το παπικό πρωτείο θα μπορεί να ενεργεί ως όργανο της οικουμενικής εκκλησίας ( Ορθοδόξου και παπικής) και πότε όχι!

Όπως δήλωσε σχετικώς ο διαβιβαστής της πατριαρχικής επιστολής προς το Βατικανό, επίσκοπος Περγάμου Ιωάννης, σε Ιταλό δημοσιογράφο, δεν μπορούν να υπάρχουν παρεμβάσεις χωρίς απόφαση, που να λαμβάνεται από κοινού με τους άλλους Επισκόπους. Με δυό λόγια ο Επίσκοπος της Ρώμης οφείλει να δρα μαζί με την σύνοδο. Επομένως, ερωτά ο εν λόγω δημοσιογράφος, « Ο ποντίφικας, όχι πλέον ως απόλυτος άρχων, αλλά σε συνεννόηση με ένα αντιπροσωπευτικό όργανο;». -« Ακριβώς (απαντά ο Περγάμου). Είναι ένα οικουμενικό πρωτείο, που δρα πάντα από κοινού με τη σύνοδο»! Και συμπληρώνει, « Οι ορθόδοξοι είναι έτοιμοι να δεχθούν την ιδέα ενός οικουμενικού πρωτείου. Σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας, Ο Επίσκοπος Ρώμης είναι πρώτος»!
Αν λοιπόν το σκεπτικό της Πατριαρχικής επιστολής προς τον Πάπα είναι σε κύριες γραμμές, η συγκρότηση οικουμενικής εκκλησίας, με ύψιστο όργανο συνοδική επιτροπή με εξουσία εγκρίσεως της λειτουργίας του παπικού πρωτείου ως οικουμενικού, η όλη υπόθεση μοιάζει με δονκιχωτικό μύθο ή, το χειρότερο, με έντεχνη υποδούλωση της Ορθοδοξίας στο παπικό πρωτείο, με τη μάσκα οικουμενικής συνόδου! Διότι δεν είναι δυνατόν να φανταστεί κανείς ποτέ τον Πάπα εξαρτώμενο, ως προς τη χρήση του εξουσιαστικού πρωτείου του, από μία οικουμενική αρχή, να στερηθεί δηλ. της απόλυτης εξουσίας του, να κάνει μία τέτοια χρήση εντελώς ελεύθερα και μόνο κατά τη δική του κρίση! Οπωσδήποτε βέβαια το πατριαρχικό εγχείρημα, όπως έχει σχεδιασθεί, εμφανίζει τον κ. Βαρθολομαίο και τους συμβούλους του να είναι σίγουροι για τη συνεργασία τους αυτή με τον Πάπα, προκειμένου η λειτουργία του πρωτείου του να υπαχθεί εγκριτικώς σε μια οικουμενική σύνοδο. Αλλά μία τέτοια σιγουριά δείχνει εύγλωττα ότι οι πρωτομάστορες του πατριαρχικού εγχειρήματος δεν γνωρίζουν τον Πάπα! ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Ο ΠΑΠΑΣ; Πόσο αξιόπιστος είναι στις επικοινωνιακές σχέσεις του; Πόσο ειλικρινής είναι στους λόγους του; Ποια εικόνα έχει δείξει, ο συγκεκριμένος Πάπας Βενέδικτος 16ος, στον παγκόσμιο περίγυρο, κατά το μικρό διάστημα της θητείας του στον παπικό θρόνο; ΙΔΟΥ λοιπόν ποιος είναι ο Πάπας!
Ο Πάπας Βενέδικτος ο 16ος έχει δείξει προς τα έξω το κάτωθι προφίλ, το οποίο συνθέτουν κάποια σχετικά δημοσιεύματα. Σε άρθρο δημοσιευμένο στην εφημερίδα « Καθημερινή», στο φύλλο της Κυριακής 29 Απριλίου τρ. έτ., με τίτλο, « Ο Άγνωστος Πάπας Βενέδικτος», το οποίο ελήφθη από την διεθνώς έγκριτη εφημερίδα « Herald Tribune », σκιαγραφεί βασικά χαρακτηριστικά της νοοτροπίας και της ψυχολογίας του Πάπα, τα οποία το παρουσιάζει ως άγνωστο, στο βαθμό που παραμένει αινιγματικά προσωπικότητα για την παγκόσμια κοινή γνώμη»! «Ήδη, σημειώνεται στο εν λόγω άρθρο, ότι αν και κλείνει δύο χρόνια στο παπικό αξίωμα δεν έχει καθιερωθεί στη συνείδηση των πιστών, πράγμα το οποίο επέτυχαν οι περισσότεροι από τους προκατόχους του». Αλλά και στο ευρύτερο φάσμα της πλανητικής σφαίρας, « βρίσκεται στη μέση του καταλόγου των σεβασμίων προσωπικοτήτων του πλανήτη... στη Γερμανία απ' όπου κατάγεται, οι δημοσκοπήσεις φέρουν τον Δαλάι Λάμα και τον προπονητή της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, να προηγούνται του νέου ποντίφικα ως «μοντέλα» συμπεριφοράς και θαυμαστής προσωπικότητας»!
Ως προς τον αινιγματικό χαρακτήρα της προσωπικότητας του Πάπα, προστίθεται ότι, « Δεν τίθεται ζήτημα αν ο Βενέδικτός είναι αρεστός, πλην όμως είναι σαφές ότι η παγκόσμια κοινή γνώμη δυσκολεύεται να κατανοήσει την προσωπικότητά του»!
Επί πλέον, ο συγγραφέας του εν λόγω άρθρου «Ο Άγνωστος Πάπας», David Gibson , επισημαίνει ένα εξαιρετικώς σημαντικό και συγχρόνως κρίσιμο για κάθε επικοινωνιακή σχέση του Ποντίφικα χαρακτηρολογικό στοιχείο της προσωπικότητός του, το οποίο σχετίζεται με την αξιοπιστία των λόγων του, « Ο κόσμος πείθεται από τις πράξεις που έπονται της ρητορικής και μέχρι σήμερα οι πράξεις του Πάπα Βενέδικτου δεν βρίσκονται σε αρμονία με τα λόγια του»! Εξάλλου η ασυμφωνία αυτή λόγων και πράξεων του Πάπα, έγινε αντιληπτή και κατά την επίσκεψή του στο Οικ. Πατριαρχείο, κατά την επικοινωνία του με Τούρκους παράγοντες, γεγονός που έγινε αφορμή να χαρακτηρισθεί ο Πάπας ως διπλωμάτης! Η εφημ. « Ημερησία» (2/3-12-06) έγραψε ότι ο Πάπας, κατά την επίσκεψή του αυτή, «εμφανίσθηκε ως διπλωμάτης ενωτικός και συμφιλιωτικός». Διαψεύδοντας χιλιάδες εθνικιστές αποκάλεσε την Τουρκία « γέφυρα θρησκειών». Ενώ όμως, σημειώνει ο αρθρογράφος, «Ο Ποντίφικας μίλησε για αλληλεγγύη των θρησκειών, απέφυγε να απευθύνει στους μουσουλμάνους ανοιχτή πρόσκληση για διάλογο». Αλλά και η εφημ. «Συνάντηση» (1-12-06) δίνει έμφαση στη διπλωματική πολιτική του Πάπα, όταν γράφει, « Ο Πάπας πήγε στην αρμενική μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης. Εκεί με διπλωματική γλώσσα και χωρίς να αναφέρει τη λέξη "γενοκτονία", μίλησε για τα δεινά των Αρμενίων στη διάρκεια του περασμένου αιώνα». Επίσης και η εφημ. «Το Έθνος» (1-12-06) αναφέρεται στη διπλωματική συμπεριφορά του Πάπα στο Μπλε τζαμί, σημειώνοντας ότι, « Όταν ο Μουφτής της Κωνσταντινουπόλεως, που τον συνόδευε, είπε τώρα θα προσευχηθώ, ο Πάπας, όπως μετέδωσαν τα ξένα πρακτορεία, έμεινε λίγο με τα μάτια κλειστά και τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, στη θέση της προσευχής των μουσουλμάνων, αλλά δεν πέρασε τα χέρια πάνω στο πρόσωπό του, όπως ορίζει το ισλαμικό τυπικό». Κατά την επίσκεψη του εντούτοις στην Αγία Σοφία, ο Πάπας, δε θέλησε να προσευχηθεί χριστιανικώς ενώπιον Τούρκων επισήμων!. Ως προς την πραγματική δε στάση του Πάπα απέναντι των λοιπών χριστιανών, ο Gibson σημειώνει στο δικό του άρθρο, ότι η ομιλία του Πάπα στο Regensburg ( που έθιξε τους ισλαμιστές) ήταν « μια ευθεία επίθεση κατά των μη καθολικών χριστιανών». Ως γνωστόν, στην ομιλία αυτή, ο Πάπας έθεσε στο περιθώριο των εξελίξεων, μέσω των οποίων ο Χριστιανισμός διαμορφώθηκε οριστικά στη Ρώμη, την Ανατολική Εκκλησία.
Η Ανατολική Εκκλησία, κατά τον Πάπα, δεν «εξελίχθηκε», γι' αυτό αποτελεί απλώς μια αρχαία μορφή χριστιανικής εκκλησίας. Τέλος, ο Πάπας στην ομιλία του, κατά την Θ. Λειτουργία, που ετέλεσε στην Έφεσο, ισχυρίσθηκε ότι, κατ' αυτόν, ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη της ενότητος στην Εκκλησία, είναι η μέθοδος της Ουνίας! Με τη θέση του αυτή ακυρώνει εκ των προτέρων τη σημασία του θεολογικού διαλόγου, για την ενότητα των Εκκλησιών! Ο Πάπας, λοιπόν, ο Βενέδικτος είναι και παραμένει για την παγκόσμια κοινότητα αινιγματική προσωπικότητα. Είναι διπλωμάτης και άρα ανειλικρινής και αναξιόπιστος στις επικοινωνιακές σχέσεις του και στους λόγους του, αφού η ρητορική του δεν επιβεβαιώνεται από τις πράξεις του. Επομένως στη Ραβέννα, αν πραγματοποιηθεί η συνάντηση του κ. Βαρθολομαίου με τον Πάπα, δεν θα προκύψει το αποτέλεσμα, που αναμένει και έχει σχεδιάσει ο Πατριάρχης με τους συμβούλους του. Ο Πάπας όπου προσκαλείται, δεν πηγαίνει για να τον «χειρισθούν». Αντίθετα, αν έχει συμφέρον από μια τέτοια ευκαιρία, θα προσέλθει, για να επιτύχει τους δικούς του σκοπούς. Ο Πάπας παντού θέλει να έχει «το πάνω χέρι»! Το αίτημά του αυτό, φανερό η μυστικό, θα το πραγματοποιήσει η απόλυτη ισχύς του εξουσιαστικού του πρωτείου! Στη Ραβέννα ο άγνωστος Πάπας θα χειρισθεί τον γνωστό κ. Βαρθολομαίο!

Του κ. Ιωάννου Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού του Πανεπ. Αθηνών