Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009
Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009
ΠΟΙΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΥΡΗΤΤΕΙ ΤΟ Π.Σ.Ε.
"Σε ποιά εκκλησία καλεί η κοινή ιεραποστολή του Π.Σ.Ε. και ποιόν χριστό κυρήσει;" Ομιλία του Πανοσ. Αρχιμ. Αυγουστίνου Μύρου, Ιεροκύρηκος Ι. Μ. Κοζάνης, στην θεολογική ημερίδα "Η Ιεραποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και το Π.Σ.Ε.", Α.Π.Θ.
Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009
ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Η έννοια του όρου «κανόνας»
Κανόνας, πως είναι γνωστό, κατά πρώτον και κυριολεκτικώς σημαίνει την ξύλινη ράβδο, τον χάρακα, τον οποίο μεταχειριζόμαστε, για να σύρουμε μία ευθεία γραμμή, ή αντιθέτως, για να ελέγξουμε την ευθύτητα μιας γραμμής. Μεταφορικώς όμως κανόνας λέγεται και κάθε ορισμός, ή νόμος, γενικώς κάθε τι πού χρησιμεύει ως πρότυπο και οδηγός για την ορθή εκτέλεση ή αντιμετώπιση μιας πράξεως, μιας καταστάσεως, ή αντιθέτως ως κριτήριο για να ελέγχουμε «την ευθύτητα», την ορθότητα, αυτής της πράξεως. Π.χ. ένας κανόνας της γραμματικής χρησιμεύει ως οδηγός, για να κλίνουμε ορθώς ένα όνομα ή για να ελέγχουμε, εάν έχουμε κλίνει ορθώς αυτό το όνομα.
Κατά τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο (ή μάλλον μείζονα) λόγο κανόνες ονομάσθηκαν και οι διατάξεις εκείνες, οι οποίες θεσπίσθηκαν ή υιοθετήθηκαν από την Εκκλησία και αφορούν
α) στην ορθή διοργάνωση, λειτουργία, διατήρηση, διάδοση και δραστηριότητα (ενότητα, αγιότητα, αποστολικότητα και καθολικότητα της Εκκλησίας, και
β) στην ορθή και αυθεντική κατά Χριστόν ζωή των πιστών-μελών της Εκκλησίας διά μέσου αυτής.
Η αυθεντικότητα των I. Κανόνων
Στο σημείο αυτό τίθεται δικαιολογημένα το εξής θεμελιώδες ερώτημα: Δίνουν πράγματι οι κανόνες της Εκκλησίας το αυθεντικό, το ορθό, και αποτελούν την πηγή τού δικαίου, τού όντως δικαίου; Εδώ μάλιστα παρεμπιπτόντως θα θέλαμε να σημειώσουμε, ότι σήμερα ακριβώς η υπάρχουσα γύρω από τους ιερούς κανόνες αμφισβήτηση και αμφιβολία ή και διαφωνία βασικώς αναφέρεται και επικεντρώνεται σ’ αυτό το θεμελιώδες ερώτημα. Στο ερώτημα της αυθεντικότητας, ή αλλιώς τού κύρους των ί. κανόνων1. Άλλοι δέχονται μόνο το πρόσκαιρο ή σχετικό κύρος των ιερών κανόνων και άλλοι πιστεύουν στο αιώνιο ή απόλυτο κύρος των ιερών κανόνων.
Το ερώτημα και η απάντηση σ' αυτό το ζήτημα για την αυθεντία και το απόλυτο κύρος των ι. κανόνων, τα οποία συνυφαίνονται αμέσως και προς την ορθότητα αυτών, είναι στενώς συνδεδεμένο και προς το θέμα της προελεύσεως των ί. κανόνων2. Είναι δηλ. αυτοί θείες εντολές ή είναι εντάλματα και κατασκευάσματα ανθρώπων;
Εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε ρητώς, κατηγορηματικώς και επιγραμματικώς τα εξής: Ότι οι κανόνες της Εκκλησίας υποδεικνύουν πράγματι το ορθό. Επ' αυτού δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία. Αυτό συμβαίνει, γιατί οι ί. κανόνες:
α) στηρίζονται στη θεόπνευστη Αγία Γραφή και στην αυθεντική αποστολική και εκκλησιαστική παράδοση, στην αποκαλυφθείσα δηλ. εκ μέρους τού Θεού αλήθεια, και
β) θεσπίσθηκαν η επικυρώθηκαν (εγκρίθηκαν) από την Εκκλησία και μάλιστα με Οικουμενικές Συνόδους πού εκφράζουν το αλάθητο της Εκκλησίας.
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να εξηγήσουμε, ότι η αυθεντία και το κύρος των Οικουμενικών Συνόδων είναι σε απόλυτο βαθμό, γιατί αποτελούν το στόμα της Εκκλησίας, το όργανο εκφράσεως της καθόλου Εκκλησίας, η οποία «είναι στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. 3,15). Είναι αλάθητες3 γιατί αποφαίνονται (αποφασίζουν), καθοδηγούμενες από το Άγιο Πνεύμα. Αλλά, ας δούμε τί λένε οι ίδιοι οι κανόνες επί του προκειμένου, ή περί το αυτό, τι λένε οι θεοκίνητοι Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι θέσπισαν ή επικύρωσαν αυτούς τους κανόνες σε Οικουμενικές Συνόδους:
Ο α' καν. της Ζ' Οίκουμ. Συνόδου διακηρύσσει σχετικώς τα εξής: «Τούτων ούν όντως όντων... ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων τού Πνεύματος, των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων, οικουμενικών συνόδων, και των τοπικώς συναθροισθεισών επί εκδόσει διαταγμάτων, και των αγίων Πατέρων ημών. Εξ ενός γαρ άπαντες και τού αυτού Πνεύματος αυγασθέντες ώρισαν τα συμφέροντα». Σύμφωνα δηλαδή με τη μαρτυρία αύτη οι ιεροί κανόνες είναι θείοι, γιατί θεσπίστηκαν με το φωτισμό και με την επιστασία τού Άγ. Πνεύματος, με τη θεία επιστασία.
Γι’ αυτό το λόγο οι κανόνες της Εκκλησίας αποτελούν τους αυθεντικούς φορείς της ορθής εκφράσεως της εν Χριστώ αποκαλυφθείσης αληθείας και του ευαγγελικού μηνύματος της εν Χριστώ πραγματοποιούμενης ελευθερίας και σωτηρίας. Και γι' αυτό το λόγο ενισχύεται και «κρατύνεται» και διατηρείται ασάλευτη ολόκληρη η διαταγή τους, όπως λέει ο ανωτέρω κανόνας. Και γι' αυτό ακόμη το λόγο αποδοκιμάζεται και απαγορεύεται κάθε αλλοίωση και παραχάραξη τους, όπως φαίνεται και από τον ακόλουθο κανόνα.
Πράγματι, στο β' καν. της Πενθέκτης Οικουμ. Συνόδου, ο οποίος μάλιστα αποτελεί και ένα είδος επίσημης συνοπτικής κωδικοποιήσεως των ί. κανόνων της Εκκλησίας4, διαβάζουμε: «Έδοξε δε και τούτο τη αγία ταύτη συνόδω... ώστε μένειν και από τον νύν βέβαιους και ασφαλείς, προς ψυχών θεραπείαν και ιατρείαν παθών, τους... ιερούς κανόνας, τους υπό των αγίων και μακαρίων Πατέρων ημών εκτεθέντας5. Και μηδενί έξ είναι τους προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ή αθετείν, ή έτερους παρά τους προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας, ψευδεπιγράφως υπό τίνων συντεθέντας, των την αλήθειαν καπηλεύειν έπιχειρησάντων»6.
Ο κανόνας αυτός αναφέρεται διά μέσου του γράμματος και στο πνεύμα και στο περιεχόμενο των ιερών κανόνων, το οποίο δεν πρέπει να νοθεύεται ή να αλλοιώνεται με την παραχάραξη του γράμματος του κανόνα. Και τούτο, γιατί αυτό το γράμμα αποτελεί το όχημα, τον αυθεντικό φορέα του πνεύματος. Αναφέρεται δηλ. ο κανόνας στη δόλια αλλαγή των λέξεων των κανόνων με σκοπό την παραποίηση και τη νόθευση του νοήματος. Δεν απαγορεύει την ορθή ερμηνεία των λέξεων και τη διακρίβωση του ορθού νοήματος του κειμένου.
Αυτή, λοιπόν, η απαγόρευση της παραχαράξεως ή αλλοιώσεως ή ανατροπής των ί. κανόνων υποδηλώνει, -ότι οι ιεροί κανόνες είναι αλάθητοι, ότι υποδεικνύουν το ορθό, ότι είναι διαχρονικοί, ότι έχουν απόλυτο κύρος, -ότι περιέχουν την αλήθεια. Εάν οι ιεροί κανόνες δεν παρείχαν το ορθό αλλά περιείχαν εσφαλμένες θέσεις, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να μη δέχονταν εκ των υστέρων κάποια διόρθωση. Δίνουν, λοιπόν, τη μαρτυρία οι ί. κανόνες, ότι παρέχουν την αλήθεια. Και τούτο, διότι συγχρόνως έχουν την αυτομαρτυρία, ότι θεσπίσθηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους με το φωτισμό και την επιστασία του Άγιου Πνεύματος, του πνεύματος της αλήθειας (πρβλ. Ιω. 14, 17-15, 26-16, 13).
Αυτοί, λοιπόν, είναι οι θείοι και ιεροί κανόνες της Εκκλησίας. Αυτοί είναι και λέγονται ορθώς και δικαίως, κατά ακρίβεια και ακριβολογία κανόνες. Είναι οι κανόνες πού έχουν θεσπισθεί από Οικουμενικές Συνόδους ή πού έχουν διατυπωθεί από τοπικές Συνόδους και Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά έχουν υιοθετηθεί και επικυρωθεί από τις Οικουμενικές Συνόδους.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Το ερώτημα αυτό είναι συνδεδεμένο με το σύγχρονο ζωτικότατο πρόβλημα της αναζητήσεως μιας αυθεντίας από μέρους των ανθρώπων γενικώς και από μέρους των χριστιανών ειδικώς. Στο σημείο αυτό αξίζει να μεταφέρουμε μία παρατήρηση του πατρός Ιωάννου Μάγεντορφ: «Η διάκρισις μεταξύ απολύτου και σχετικού είναι, νομίζω, το περισσότερον επείγον απ’ όλα τα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν σήμερον οι Ορθόδοξοι θεολόγοι... Μόνον εάν ανακαλύψωμεν και γνωρίσωμεν επαρκώς το Απόλυτον, θα κατορθώσωμεν να προσανατολισθώμεν ασφαλώς μέσα εις την μάζαν των ανθρωπίνων παραδόσεων και συνηθειών και θα ημπορέσωμεν να κάμωμεν τους αναγκαίους διαχωρισμούς και τας απαραιτήτους εκκαθαρίσεις» (Ιω. Μάγεντορφ, Παράδοσις της Εκκλησίας και παραδόσεις των ανθρώπων, εν «Θεολογία - Αλήθεια και Ζωή», Αθήναι 1962, σελ. 133).
2. Ο καθηγητής Λ. Φιλιππίδης έγραφε σχετικώς: «Ορθόν είναι το Αληθές και Αληθές είναι ,ότι ο Θεός απεκάλυψεν ό,τι ο Θεός θέλει... Τούτο -,τι ο Θεός απεκάλυψε- κείται ενώπιον ημών εφ' άπαξ δεδομένον, άλλα δι’ αιωνίου ισχύος» (Λέων. Φιλιππίδου, Η από Παλαιάς και Νέας Ρώμης κίνησις προς επάνοδον τού πληρώματος της Εκκλησίας τού Χριστού εις την αρχικήν ενότητα, Αθήναι 1970, σελ. 32.
3. Πρβλ. Παν. Τρεμπέλα, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Β', Αθήναι 1959, σελ. 402. Άνδρ. Θεοδώρου, Η ουσία της Ορθοδοξίας, Εν Αθήναις 1961, σελ. 238 και Ίω. Καρμίρη, Ορθόδοξος Εκκλησιολογία, Αθήναι 1973, σελ. 638, 685 έξ. Γι’ αυτό ορθώς ο Μεγ. Αθανάσιος στην επιστολή του προς τους εν Αφρική επισκόπους λέει: «Το δε ρήμα τού Κυρίου το διά της οικουμενικής συνόδου εν τη Νικαία γινόμενων μένει εις τον αιώνα» (Μίgηe Ρ.Ο. 26, 1032Β). Ο Μ. Αθανάσιος ( 373) αναφέρει μόνο την Α' Οίκουμ. Σύνοδο, γιατί οι άλλες δεν είχαν συγκληθεί ακόμη.
4. Πρβλ. Βαρθολομαίου Αρχοντώνη (Άρχιμ. και νύν Οικουμενικού Πατριάρχου), Περί την κωδικοποίησα των ιερών κανόνων και των κανονικών διατάξεων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 19.
5. Και αναφέρει εν συνεχεία ποιοι είναι οι κανόνες αυτοί (Γ. Ράλλη - Μ. Ποτλη, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τόμ. Β', Αθήνησι 1852, σελ. 308 έξ.).
6. Ράλλη-Ποτλη, τόμ. Β', σελ. 309-310. Στους ανωτέρω μνημονευομένους κανόνες της μικρής άλλ' επίσημης κωδικοποιήσεως των ί. κανόνων της Εκκλησίας οφείλουν να συμπεριληφθούν και οι κανόνες της Ζ' Οίκουμ. Συνόδου, καθ’ σον είναι ισόκυροι προς αυτούς.
(Παν. Ι. Μπούμη
Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών
ΑΝΤΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ)
Μακράν από τα Φρατορίδια Τους ψευδοαποστόλους Του Βατικανού (Αρχιεπισκόπου Ευγενίου Βουλγάρεως)
Αγαπητοί αδελφοί, Αν η ευλογημένη παρά Θεού άμπελος της Εκκλησίας μας ήτο κεχωρισμένη από τους επιβουλεύοντας και ευρίσκετο εις παντελή ασφάλειαν, δεν είχετε τόσο μεγάλη την φροντίδα να τη φυλάττετε. Αυτή όμως η άμπελος, την οποίαν ο ουράνιος αμπελουργός εξ Αιγύπτου μετεφύτευσεν, είναι φυτευμένη ανάμεσα εις τους Χαναναίους, οι οποίοι με μάτι άγριο την βλέπουν και άγρυπνο την παραφυλάττουν δια να την αφανίσουν ωσάν πολλάκαι ποικίλα θηρία. Λοιπόν πρέπει να προσέχετε, να αποσοβήτε και να κρατήτε αυτά μακράν από την θεοφύτευτον αυτήν άμπελον, της οποίας τα καρποφόρα και καλά κλήματα είσθε σεις... Προ πάντων πρέπει να φοβήσθε τας αλώπεκας όπου πλησιάζουν με δόλον, και κλέπτουν με πανουργίαν, και κατά την νουθεσίαν του άσματος, «πιάσατε υμίν αλώπεκας μικρούς αφανίζοντας αμπελώνας». Αυτά τα μικρά αλωπούδια τα δολερά και πανούργα και απατηλά, αυτά είναι τα φοβερότερα όπου δεν σας πλησιάζουν με αγριότητα και με βίαν, αλλά με επίπλαστον ημερότητα και πειθώ, είναι τα πλέον ζημιώδη. Αυτά τα αλωπέκια του σκότους, δηλαδή της Δύσεως, εφάνισαν πάντοτε πλέον ολέθρια εις τας αμπέλους του φωτός, δηλαδή της Ανατολής. Αυτά λέγω τα Φρατορίδια, οι απόστολοι της Ρώμης, δια να μην είπω τίποτε δυσφημότερον, όπου περιέρχονται με σχήμα τάχα σεμνόν, με κίνημα ταπεινόν της υποκρίσεως, με ζήλον τάχα ένθεον, με βλέμμα ήμερον, με γλώσσαν απαλήν, με ομιλίαν γλυκείαν, με υποσχέσεις μεγάλας αυτά άνωθεν και εξαρχής επιβουλεύθηκαν της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας τα κλήματα. Και εζήτησαν όχι μόνον να αφανίσουν τους καρπούς αλλάκαι να τους μαδήσουν τα φύλλα, και να ανασπάσουν αν ήτο δυνατόν, και αυτάς τας ρίζας. Αυτοί είναι οι ψευδόχριστοι και οι ψευδοπροφήται, όπου περιέρχονται εις τον κόσμον όχι δια να κηρύξουν εις τούς ευσεβείς το όνομα του Χριστού, αλλά δια να καταπείσουν εις τους ευσεβείς Χριστιανούς τον εωσφορικόν θρόνον, ότι και νυν εν τω κόσμω εστί ο του αντιχρίστου θρόνος. Αδελφοί, μακράν από τους τοιούτους ψευδαποστόλους οπού ζητούν να σας σαλεύσουν από την ασάλευτον πέτραν της διδασκαλίας του Χριστού, εις την οποίαν είσθε καλά θεμελιωμένοι. Εμφράξατε τα αφτιά σας εις τας ψευδείς και ατόπους διδασκαλίας των, με τας οποίας τεχνεύονται να σας σαγηνεύσουν. Έχετε Μωσέα και τους Προφήτας, έχετε τους Αποστόλους και Διδασκάλους, άνδρας θεοφωτίστους, αυτών ακούετε. Έχετε Ευαγγέλιον, κανόνας και δόγματα Συνόδων, υποθήκας και διδασκαλίας των Πατέρων, εις αυτάς μένετε προσηλωμένοι δια να μη σφάλετε. «Κάν Άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίσητε υμίν (βοά ο Παύλος) παρ΄ο υμίν ευηγγελισάμεθα, ανάθεμα έστω». Και οι άγγελοι αυτοί οι εκ της Ρώμης, του σκότους είναι οι σκοτισταί, ή Δομενικανοί, ή Ιησουίται, ή άλλου τινος τάγματος της Δυτικής Ιεραρχίας. Ανάθεμα έστωσαν, διατί άλλα ευαγγελίζονται εις εσάς, παρ' ο οι Απόστολοι και οι Πατέρες ημών ευαγγελίσαντο, το Ευαγγε΄λιον του Ευαγγελίου δια στόματος Χριστού. Καινοτομίαι των παπικών 1) Εις παπικούς φανερά Ευαγγελίζεται ότι το Πνεύμα το Άγιον παρά του Πατρός εκπορεύεται και αυτοί οι άγγελοι του σκότους ευαγγελίζουν: «και εκ του Υιού». Η πρώτη Σύνοδος η Οικουμενική, Θεολογεί εις το σύμβολον της Πίστεως, το Πνεύμα παρά του Πατρός εκπορεύται, και αυτή η συναγωγή των πονηρευομένων, ασεβολογούν: «παρά του Πατρός και Υιού». Και αναθεματίζει η Σύνοδος, όσους τολμήσουν τι το παρά μικρόν εις αυτό το σύμβολο να προσθέσουν και το πρόσωπον του Υιού και Λόγου, ως εκπορευτικόν του Κυρίου. Οι θεοφόροι Πατέρες συμφώνως εν ενί στόματι με το αυτό Πνεύμα, διδάσκουν τρανώς, ότι μόνος αίτιος ο Πατήρ. Και αυτοί οι νέοι Πατέρες διορθούμενοι τους παλαιούς διδάσκουν, ότι αίτιος «όχι μόνον ο Πατήρ αλλά και ο Υιός». Οι Πατέρες λέγουν: Πνεύμα Υιού μεν λέγομεν, εξ Υιού Δε ου λέγομεν, οι Φράτορες και εξ Υιού είναι λέγουν. 2) Οι πατέρες δια Συνόδου Οικουμενικής διορίζουν, ο Ρώμης να έχει την Εκκλησιαστικήν διοίκησιν, καθώς και οι λοιποί επίσκοποι, μέσα εις τα όρια μόνης της επαρχίας του, και οι Φράτορες εν τοις αυτών συλλόγοις απλώνουν την εξουσίαν του Ρώμης Πάπα, εις όλα τα πέρατα της γης. Και αν ήτο δυνατόν και επάνω εις την σεληναίαν σφαίραν (καθώς δια τον Μακεδόνα Αλέξανδρον ιστορήθη) λυπούμενοι πως δεν έφθασε και εις άλλους κόσμους παρά το παπικόν κράτος. 3) Οι Πατέρες αποφασίζουν ότι τας κλεις του ουρανού, δηλαδή την εξουσίαν του δεσμείν και λύειν τας αμαρτίας, τας έλαβον παρά του Χριστού οι Απόστολοι, και οι Φράτορες διϊσχυρίζονται, ότι τας έλαβε μόνον ο Πέτρος, και τας ενεχείρισεν μόνον εις τον Πάπαν. Ο Πέτρος υποκείμενος εις την Σύνοδον, και μέλος και συνάδελφος μέσα εις την Αποστολικήν σύγκλητον, καθώς φαίνεται εις τας Πράξεις των Αποστόλων, και ο Πάπας υπέρ νέφελος, και υπέρ τας Συνόδους, κατ' αυτούς μονοκράτωρ της Εκκλησίας. 4) Οι Πατέρες εις το επί ταύτη τη Πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν, η δε Πέτρα (εξηγούν) ο Χριστός, και η εις αυτόν ομολογία, και οι Φράτορες: «η δε Πέτρα (αντιλέγουν) είναι ο Πάπας». 5) Οι Πατέρες άνωθεν και εξαρχής ετέλουν το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, με άρτον ένζυμον, οι Φράτορες με επιστολών σφραγιστηρίους κύκλους χαρτοειδείς μάλλον ή αρτοειδείς, θέλουν να το επιτελούν. 6) Οι Πατέρες εκ παλαιάς παραδόσεως, παραγγέλουν εις τους ιερείς, να προσεγχέουν και ζέον ύδωρ, οι Φράτορες αποβάλουν και το ζέον αυτό. 7) Οι Πατέρες μας άφησαν τύπον απαράβατον, να τελειούτε ειδοποιούμενον το μυστήριον διά της του Αγίου Πνεύματος επικλήσεως, προηγουμένων ιστορικώς των Κυριακών λογίων, μεθ' α εισέτι τα προκείμενα δώρα ως μήποτε τελειωμένα, καλούν άρτον και οίνον. Οι Φράτορες εξ εναντίας τελειωτικά έχουν τα Κυριακά λόγια, το «λάβετε δηλαδή, και το πίετε εξ αυτού πάντες». 8) Οι Πατέρες καθαρτήριον πυρ μετά θάνατον ούτε εστοχάσθηκαν, ούτε είπον. Οι Φράτορες άναψαν εις τα σπλάγχνα της γης, εξω από την αιώνιαν κάμινον της γεένης, άλλην μίαν χρονικήν κάμινον του Πουργατορίου, η οποία δίδει περισσότερον κέρδος εις τα θησαυροφυλάκια των φιλοχρημάτων ποντιφίκων, από όλας τας καμίνους των πλουσιοτέρων χρυσοχοϊκών χωνευτηρίων. 9) Οι Πατέρες τέλος πάντων ακολουθούντες εις τα λόγια του Ευαγγελίου, την απόλαυσιν των μακαρίων, και την κόλασιν των κατακρίτων την αποταμιεύουν εις την δευτέραν Παρουσίαν του Χριστού, μετά την κρίσιν. Οι Φράτορες καθήμενοι αυτοί κριταί, και προαρπάζοντες οιονεί την κρίσιν, την οποίαν ο Πατήρ, ουδένα κρίνων, πάσαν αυτήν δέδωκε τω Υιώ αυτού, αυτοί άλλους μακαρίζουν, άλλους κολάζουν κατά την αρέσκιάν τους, και πριν γίνει παρά του ουρανίου Κριτού η κρίσις. Και με τόσα και τοιαύτα λοιπόν δόγματα, εις την διδασκαλίαν του Χριστού και της Εκκλησίας, αντίφθογγα ευαγγελίζονται φανερά αυτοί, παρ' ο οι Απόστολοι και οι Πατέρες ευαγγελίζονται. Δεν φάινεται προφανώς, ότι αυτοί οι δυτικοί, επίτηδες ζητούν την καινοτομίαν και εις τα της πίστεως, καθώς συχνά καινοτομούν και εις τα φορέματα και εις τα ήθη των; Ωσάν να εδυσαρεστούντο καθόλου εις τα παλαιά και ωσάν να ήθελαν να αντινομοθετήσουν οι τολμηροί και εις τας νομοθεσίας του Πνεύματος. Ποίον από τα παλαιά άφησαν αυτοί ανενόχλητον; Ποίον αμετακίνητον; 10) Εξ αρχής οι αρχιερείς ποίαν εξουσίαν είχον; Δεν είχον μόνην την εξουθσίαν του πνεύματος; Ναι. Αλλά τώρα από πολλού οι αρχιερείς αυτών συνάπτουν το πνεύμα με τον κόσμον, το εκκλησιαστικόν με το πολιτικόν. Και ακούοντες «απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, και τα του Θεού τω Θεώ», αυτοί οικειοποιούνται και τα του Θεού, ακι τα του Καίσαρος, και τη διοίκησιν των ψυχών και των σωμάτων. Και οι επίσκοποι άμα οι αυτοί και βασιλείς, και δυνάσται, κρατούν μετο ένα χέρι την ποιμαντορικήν ράβδον, και με το άλλο το σπαθί. Και ωσάν τινες σύμμικτοι και τερατώδεις ιπποκένταυροι, και τραγέλαφοι γενόμενοι, αμφότερα είναι, κυρίως ουδέτερον έχουν. Φευ εκείνοι οι ίδιοι όπυ εδιορίσθησαν να προσφέρουν εις τον Θεόν την αναίμακτον θυσίαν, ανακατώνονται με την εξωτερικήν εξουσίαν εις τα ανθρώπινα αίματα. Ο Θεός αγκαλά υπεραγαπά τον Δαβίδ, περί ου είπεν: «εύρον άνδρα κατα την καρδίαν μου, Δαβίδ τον δούλον μου», δεν εδέχθη όμως να γίνει του ναού η οικοδομή παρ' εκείνου, δια τούτο και μόνον, ότι αι χείραι αυτού αίμα εξέχεαν. Αυτότο έργον δια τούτο απεταμιεύθη εις τον Σολομώντα τον ειρηναίον και ήσυχον βασιλέα. Και αν ουδέ τον υλικόν ναόν και χειροποίητον του Θεού δεν είναι άξιοι να οικοδομήσουν όσοι αίμα εκχέουν, πόσον μάλλον τον ζωντανόν ναόν και αχειροποίητον του Θεανδρικού σώματος; Τι μείζων ο ναός ή το δώρον το αγιάζον τον ναόν; 11) Αλλά τι άφησαν οι Δυτικοί καινοτόμητον; Αποστολικοί και Συνοδικοί κανόνες επιτρέπουν εις τους κοσμικούς ιερείς να είναι άνδρες νόμιμοι μιας γυναικός, και αυτοί απηγόρευσαν τον γάμον των κοσμικών Ιερέων...] 12) Οι νόμοι κωλύουν το ιεράσθαι, οποιοι περιπέσουν καθώς εις φόνον,ούτω και εις σαρκικά αμαρτήματα, και αυτοί τους συγχωρούν. 13) Δι' ευταξίαν και σεμνοπρέπειαν επικράτησεν έθος επαινετόν, οι Εκκλησιαστικοί να τρέφουν και της κεφαλής την κόμην, και του προσώπου τον πώγωνα. Ο θείος Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ιερόν κόσμον τούτο ονόμασε.Και αυτοί και οι ιερείς και οι αρχιερείς των, ξυρίζουν ομού με αυτά και τον μύστακα, και παριστάνουν εις ημάς την κεφαλήν της Λατινικής Εκκλησίας εξυρισμένην. 14) Διορίζει η Εκκλησία ναμη χειροτονή Επισκόπους ή Ιερείς ο Επίσκοπος εν μια λειτουργία περισσότερους παρά ένα, και αυτοί χειροτονούν άμα και κατά το αυτό πεντεκαί δεκα ή και πλείονας. 15) Παράδοσις είναι ότι η οικοδομή της Εκκλησίας να είναι προς Ανατολάςς, και προς αυτό το μέρος διορίζει να επιστρέφωμεν προσευχόμενοι, οιονεί αφορώντες εις την αρχαίαν Πατρίδα, εκ της οποίας εξεπέσαμεν. Και αυτοί τους ναούς των τρέπουν αδιαφόρως κατά παν μέρος. 16) Η παράδοσις συγχωρεί εις μίαν Εκκλησίαν να είναι ένα θυσιαστήριον, και μία καθεκάστην ημέραν να προσφέρεται μόνον αναίμακτος Θυσία. Και αυτοί εις τους ναούς των κατασκευάζουν Θυσιαστήρια πολλά, και εν εκάστω της αυτής ημέρας επιτελούν πολλάς λειτουργίας. 17) Εικόνας παρεδόθημεν να σεβώμεθα γεγραμμένας (ζωγραφισμένας), και αυτοί προσκυνούν γλυπτά είδωλα. 18) Την Παρθένον Μαριάμ πρεπόντως εμείς ζωγραφούμεν αιδέσιμον εις το πρόσωπον, και ενδεδυμένη με σεμνά, κατά τοπαλαιόν έθος, ιμάτια. Καυτοί ιδρύοντες, εις τύπον αυτής αναίσχυντον άγαλμα, της ψιμυθίζουν το πρόσωπον, της τημελούν με δακτυλοειδείς ασέμνους έλικας των τριχών τους πλοκάμους. Κρεμούν τρυπώντες εις τα αυτία της πολύτιμα ενώτια, διατρούν εις τον τράχηλόν της χρυσόν και λιθοκόλλητον περιδέραιον, την ενδύουν με φορέματα άτακτα και άσεμνα, οία εις τους Ευρωπαίους ο περί τον γυναικείον ιματισμόν συχνός νεωτερισμός εφευρίσκει, καιμε τα οποία όχι ευπρεπώς καλλωπίζονται και αι γυναίκες αυτών, και περιζωνύοντες, δια να είπω έτσι, μετον κεστόν των σωματικών χαρίτων, την άμωμον, την υπέραγνον Μητέρα του Θεού, παρασταίνουν ως εικόνα της Παρθένου (φείσαι μου Δέσποτα) μίαν ακόλαστον Αφροδίτην. 19) Πότε η Εκκλησία των Χριστιανών, από τον καιρόν των Αποστόλων έως ημάς, εμεταχειρίσθει εις τας ακολουθίας της Σάλπιγγας Ελατάς και Κερατίνας, και Κινύρας, και Κιθάρας, και Αυλούς, και Τύμπανα, και παν είδος μουσικών οργάνων; Πότε εισήνεγκεν εις τους θείους ύμνους, τους μουσικους και ευνούχους και υποκριτάς της σκηνής, δια να υμνολογούν τον Κύριον με τα θεατρικά, ηδονικά και ακόλαστα, αισχρότατα άσματα; Και όμως αυτοί κατέστησαντους ναούς τους με αυτά, τόσα Θέατρα. 20) Έτσι αν εξετάσης, με θαυμαστή πρόνοια και οικονομία η Εκκλησία άνωθεν διέταξε να είναι χωριστό από τους άνδρας, το γυναικείον, εις στάσιν των γυναικών δια να εμποδίζητε το σκάνδαλον και η αταξία, που ακολουθεί εις τας των αρρένων και των θηλέων κατά τας αυτάς συνελεύσεις. Και αυτοί ώσπερ επίτηδες εις όλα τα παρ' ημών καλά, γενναίως αντιφερόμενοι, ηθέτησαν και την τάξιν αυτήν, και πλσιάζουν, και εν καιρώ προσευχής, πολλά συμά εις το πυρ τα στρυπία τα έυκατάφλεκτα. 21) Μεταβήτε με τον λογισμό συντόμως και εις τα επίλοιπα. Απαραίτητοι νόμοι της Εκκλησίας απαγορεύουν: α) το κλίνειν γόνυ εν Σαββάτω, αυτοί γονατίζουν β) το νηστεύειν το Σάββατο, αυτοί νηστεύουν γ) το καταλύειν Τετράδα και Παρασκευή, αυτοί καταλύουν δ) το εσθίειν αίμα και πνικτά και ακάθαρτα, αυτοί τρώγουν ε) το συνάπτειν εις γάμου κοινωνίαν τους ή κατά σάρκικήν συγγένειαν ή πνευματικήν, οικειουμένους, αυτοί τους συνάπτουν στ) το προσέρχεσθαι τη Θεία Μεταλήψει τους εις δεινά αμαρτήματα περιπεσόντας, αυτοί τους μεταλαμβάνουν. 22) Και δια να μήν αφήσουν ουδέ το κεφαλαιώδες, και αναγκαιότατον εις σωτηρίαν μυστήριον, αμετακίνητον και απαρασάλευτον, αυτό λέγω το βάπτισμα, με όλον οπού οι Απόστολοι, αι Σύνοδοι, οι Πατέρες όλοι, φωνάζουν διδάσκοντες, να βαπτίζονται οι πιστοί εν τρισί καταδύσεσιν, αυτοί μόνον ψιλώς ραντίζουν. 23) Και ούτε χρίουν ευθύς τον βαπτιζόμενον, αλλάαμελούντες το χρίσμα, αμελούν την δι' αυτού του Πνεύματος επιφοίτησιν. Και ούτως εν ύδατι μόνον, και όχι εν Πνεύματι βαπτίζουν. Αν πρέπει να ειπή τινας Βάπτισμα, εκείνο οπού δεν έχει τα συστατικά του Βαπτίσματος, ούτε σημείον την τριημερόνυκτον του Σωτήρος Ταφήν και Ανάστασιν, ανάγκη είναι να μην έχη ουδέ του καθαρτικού των ψυχών λουτρού την τελειότητα και την δύναμιν. *** Τίς δύναται να εξαριθμήσει ακριβώς όλα; Αλλά ως τόσον και από αυτά καθένας συμπεραίνει πόσον το πνεύμα της καινοτομίας και του νεωτερισμού, τους δολίους τους εξετύφλωσε. Και λοιπόν αδελφοί, αυτοί είναι οδηγοί τυφλοί, μη τους ακολουθήτε δια να μη κρημνισθήτε εις τον λάκκον της κακοδοξίας και της αιρέσεως. Εις το στόμα αυτών κάθεται το πνεύμα του ψεύδους και της απάτης. Μη πιστεύητε εις τα λόγια τους δια να μη κινδυνεύσητε. Έχετε φανερόν σημείον, ότι είναι ψεύσται και απατεώνς, το να λέγουν τα ενάντια από εκείνα οπού εθέσπισε το Πνεύμα της αληθείας, δια των θεραπόντων αυτού. Ενθυμηθήτε το πάθος του απλού και ακάκου και ευκολοπίστου εκείνου Ανθρώπου του Θεού, του οποίου την συμφοράν διαβάζομεν εις ιγ΄ του γ' Βιβλίου των Βασιλειών. Ο Θεός στέλλοντάς τον να ελέγξη τον βασιλέα Ιεροβοάμ, τω παρήγγειλε να μη φάγη άρτον και να μη πίειν ύδωρ και να μη γυρίση από την στράταν όπου επορεύθη. Ένας όμως γέρων ψευδοπροφήτης, ο οποίος είχε την κατοικίαν του εις Βαιθήλ, μανθάνοντάς το, έδραμε οπίσω του, τον έφθασε, τον επαρακίνησε: «Δεύρο του είπε και εγώ Προφήτης είμαι καθώς και συ. Άγγελος Κυρίου ελάλησεν εις εμέ καθώς και εις εσέ και μου παρρήγγειλε να σε επιστρέψω εις το σπίτι μου, και να σε γεύσω. Δεύρο μετ' εμού και φάγε άρτονκαι πίε ύδωρ». Τέλος πάντων τον εκατέπεισεν. Αλλά τι; Επιστρέφοντας ο παραβάτης άνθρωπος του Θεού μετά ταύτα, εύρεν ευθύς την αξίαν ποινήν της παραβάσεώς του κατασπαραχθείς από ένα θηρίον : εύρεν αυτόν λέων εν τη οδώ και εθανάτωσεν αυτόν. Άνθρωποι του Θεού, δούλοι του Χριστού, μάθετε από τούτο το παράδειγμα να διακρίνετε τους ψευδοπροφήτας. Ακούετε; Άνθρωπος οπού ομιλεί το ενάντιον εκείνου οπού ομίλησεν ο Θεός, ο τοιούτος βεβαιότατα είναι ψευδοπροφήτης. Ο Θεός λέγει δια της Εκκλησίας Αυτού: νήστευσον, μη φάγης. Και αυτός ο ψευδοπροφήτης λέγη : «Μη νηστεύσης αλλά φάγε». Φθάνη τόσον, ψευδοπροφήτης είναι, δεν είναι αμφιβολία. Ο Θεός παραγγέλη : « Μη επιστρέυσης εν τη οδώ ή επορεύθης, αλλά περιπάτη ίσα τον δρόμον σου. Και αυτός ο ψευδοπροφήτης ζητεί να σας φέρη έξω από την στράταν όπου περιπατείτε και να σας σύρη ομού με λόγου του εις την στράταν την εδική του. Δεν χρειάζεται άλλο σημείον δια να τον γνωρίσετε. Ψευδοπροφήτης είναι, ας λέγη αυτός ότι και εγώ Προφήτης ειμί, ότι Άγγελος Κυρίου ελάλησεν εις εμέ. Ας λέγει. Μη πλανηθήτε,μη πιστεύσητε εις αυτόν, ας τον ελάλησε και Άγγελος Κυρίου. Όταν άλλα από εκείνα οπού εκ μέρους του Θεού οι Απόστολοι ευηγγελίσαντο εις ημάς, ο τοιούτος ευαγγελίζεται, ανάθεμα έστω. *** Ποιούς τρόπους προσηλυτισμού, μεταχειρίζονται Πολλούς και ποικίλους τρόπους μεταχειρίζονται αυτοί οι απόστολοι της Ρώμης, δια να αρπάσουν από τας αγκάλας της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, εις τον Παπισμόν, τα γνήσιά της τέκνα. Είναι δυνατόν όμως τους πολλους τρόπους να τους ανακεφαλαιώση τινας εις τρείς, δια να προσέχη και να φυλάττεται. Έρχονται αυτοί εις τον αγώνα αυτόν, α0 ή με την δύναμιν του λόγου β) ή με τα θέλγητρα των υποσχέσεων γ) ή με την βίαν των απειλών. Α) Με τον διάλογον Αγωνίζονται με τα επιχειρήματα τάχα και με αποδείξεις να καταπείσουν, ή με χαρίσματα και ευεργεσίες να σύρουν, ή με φοβερισμούς και απειλάς να αναγκάσουν. Αλλ΄ υμείς, αδελφοί αγαπητοί, στέκετε στερεοί και ακαταγώνιστοι έμπροσθεν εις αυτούς τους εχθρούς των ψυχών σας, και με τη βοήθεια του Θεού, θέλουν αναχωρήσει από σας μάταιοι και κατησχυμένοι, οι λόγοι τους θέλουν σκορπισθεί ματαίως εις τον αέρα ώς ψόφοι διάκενοι, αι δολεραί αυτών υποσχέσεις θέλουν μένει ανενέργητοι, οι φοβερισμοί τους θέλει πέσουν αδύνατοι. Όταν έρχονται προς υμάς με τα όπλα του λόγου, και με τη δύναμη των σοφιστικών επιχειρημάτων, και μεγαλοφρονούν εις σύστασιν των δογμάτων τους, μη θαυμάζητε, ας είναι σοφοί αυτοί, τι θαυμαστόν; Σοφοί ήσαν και ο Άριος, σοφός και ο Μακεδόνιος και ο Απολλινάριος, και προ πάντων θαυμάσιος ήτον εις την σοφίαν ο Ωριγένης. Αλλά με όλην τους την σοφίαν έπεσαν εις τα βάραθρα τόσον και τόσον βλασφημιών και αιρέσεων. Σοφοί ήσαν ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Επίκουρος και τόσοι άλλοι. Αλλά με όλη τους την σοφίαν επλανώντο οι άθλιοι ως τυφλοί εις τα βάθη της ειδωλολατρίας, και εμωρολόγησαν περί Θεού, και της Θείας δυνάμεως και Προνοίας, μύρια ατοπήματα. Τόσα άλλα έθνη είναι εις τους καιρούς μας σοφώτατα, αλλά είναι τα αυτά ομού, και κατά τη γνώμη των Λατίνων αιρετικότατα. Εις τους τοιούτους της ανθρωπίνης σοφίας, τους ετοιμάζει βαθύτερον τον λάκκον της κατακρίσεως, διότι εμπιστευόμενοι εις την σοφίαν τους, έγιναν τυφλοί εις την της αληθούς πίστεως κατανόησιν, δοξάζοντες γαρ είναι σοφοί περί την σύνεσιν της Αληθείας, αθλίως εξετυφλώθησαν. Τι κοινόν έχει η σοφία του κόσμου; Είναι πλάνη είναι αφροσύνη, είναι μωρία κατά τον Παύλον, όταν είναι κεχωρισμένη από τη σοφία του Θεού. Η σοφία του Θεού, η οποία είναι αληθινή Πίστις, αυτή είναι η όντως Σοφία, η ασφαλής και άπταιστως, Σοφία ορθή. Εκείνην (την σοφίαν του κόσμου) την μανθάνει κανείς εις τας νεώτερας Ακαδημίας, ταύτην εις την παλαιάν Εκκλησίαν. Εκείνην, εις τα βιβλία των φιλοσόφων, ταύτην ( την σοφίαν του Θεού) εις τα συγγράματα των Πατέρων. Εκείνην, με την οξύτητα της Αγχινοίας, ταύτην με την θερμότητα της καθαράς και ευδιαθέτου ψυχής. Εκείνην, με πολυπλόκους συλλογισμούς πολυτρόπων επιχειρημάτων, ταύτην, με στερεάν συγκατάθεσιν αδιστάκτου πίστεως. Εκείνην, με περίεργον έρευναν και εξέτασιν, ταύτην με απράγμονα του νου αιχμαλωτισμόν. Τι αγωνίζονται να μας καταπείσουν οι Φράκτορες με την διάλεξιν; Ημείς και οι Πατέρες αυτών, εξ αρχής οι Χριστιανοί όλοι και οι Πατέρες ημών, δεν εδέχθημεν αυτήν την Πίστιν με την διάλεξιν, αλλά την ησπάσθημεν με την αποκάλυψιν. Τι βιάζονται να μας παρασαλεύσουν από τα δόγματα, τα οποία ο Χριστός εδίδαξεν, οι Απόστολοι εκήρυξαν, αι Οικουμενικαί Σύνοδοι εκύρωσαν, οι Πατέρες εξήγησαν, όλη η Εκκλησία χωρίς ούτε να προσθέση ποτέ, ούτε να αφαιρέση ιώτα έν ή μία κεραίαν, απαρατρέπτως εδογμάτισεν; Η πίστις δεν αλλάζει με τους καιρούς, δεν αλλοιούτε από περιστάσεις, δεν μαραίνεται, δεν γηράσκει, αλλά μένει πάντοτε η αυτή, και παλαιά και νέα. Τι τολμούν αυτοί οι νέοι θεολόγοι να κινήσουν τα ακίνητα; Ημείς ηξεύρομεν ότι τα της πίστεως δόγματα όσον είναι νεώτερα τόσο είναι επισφαλέστερα, όσον παλαιότερα, τόσον γνησιώτερα και βεβαιότερα, καθώς τα νερά όσον μακρύτερα από τας πηγάς των, τόσον ρυπαρώτερα και τθολωμένα μάλλον, όσον πλησιέστερα, τόσον καθαρώτερα. Δεν ημπορούμεν να αφήσωμεν ημείς ένα Ιεροφάντην Διονύσιον, έναν Μέγα Βασίλειον, έναν Θεολογικώταον Γρηγόριον, έναν θαυμαστόν Χρυσόστομον, και τους τόσους θεοφορήτους άνδρας, θεσπεσίους Πατέρας, σκεύηυ του Αγίου Πνεύματος (των οποίων δεν ηξεύρει να διορίσει τινας, αν η Αγιότης ήτον μεγαλυτέρα της Σοφίας ή η Σοφία της Αγιότητος), και να ακολουθήσομεν τον Ακινάτην Θωμάν, Ιωάννην τον Σκώτον, Δουράνδον, Όχαμον και άλλους πόσους, τι ηξέυρω, εις την Εκκλησιαστικήν Ιεραρχίαν, ονόματα παντελώς αφανή και αγνώριστα. Αν άλλο τεκμήριον δεν έχωμεν, δια να προκρίνωμεν τους εδικούς μας, έφθανεν εις ημάς και τούτο, όπου οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας εις όλα τα δόγματα συνάδουν, εις όλα ομοφρονούν, εις κανένα δεν διαφέρονται, αλλά συσταίνουν ως εκ πολλών φθόγγων, εις την Εκκλησίαν ένα μέλος σύμφωνον, ακριβώς και εναρμόνιον, διατί η Αλήθεια είναι μία, και δεν χωρεί ποτέ εις αυτήν διαφωνία. Όπου είναι ο φωτισμός και η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, εκεί είναι συμφωνία. Εξ εναντίας οι θεολόγοι και διδάσκαλοι των Λατίνων εις πολλότατα ανάμεσον τους απαιτούν και διαμάχονται, όσαι κεφαλαί παρ΄αυτής, τόσαι γνώμαι, όσα τάγματα,τόσα συστήματα. Θωμισταί, Σκωτισταί, Οχαμήται αδιάφοροι, οι Ιησουϊται τόσαις φοραίς κατ' αλλήλων φιλονικούντες προφέρουν ανενδότως το άρα, όσαις φορίς ήτον άξιοι να προφέρη τινάς εναντίον τους την Αράν, διότι το ψεύδως είναι πολισχιδές, και προς εαυτόν ήκιστα σύμφωνον. Τους εδικούς μας Θεολόγους τους βλέπει ωσάν ταις πύρινες γλώσσαις της Πεντηκοστής, όπου όλαι συμπνέουν εις το κήρυγμα μιας και της αυτής Πίστεως. Τους Θεολόγους των Λατίνων, ωσάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων του πύργου του Βαβυλωνιακού, όπου η μία εφώναζε πέτραν και η άλλη νερόν. Εις ένα μόνον συμφωνούν οι γενναίοι αυτοί των Λατίνων διδάσκαλοι, εις το να κινούν τας γλώσσας εναντίον μας. Δεν μεταχειρίζονται την σοφίαν τους, δια να επιστρέψουν τα έθνη τα πεπλανημένα εις την ευσέβειαν, όχι εις το να φωτίσουν τον τυφλόν Ιουδίον, όχι εις το να διδάξουν τον άφρονα Αγαρηνόν, όχι εις το να επιστρέψουν τον ισχυρογνώμονα αιρετικόν, αμή εις τον να σύρουν λατρευτήν του Πάπα τον απλούν Ανατολικόν (Ορθόδοξον), και να τον μακρύνουν από τα δόγματά του, τα οποία παρέλαβε και φυλλάτει ως κόρην όφθαλμού από τον καιρόν των Πατέρων του, με αδιάλειπτον ακολουθίαν. Ηξεύρω τι λέγουν μερικοί, ότι από τας γραφάς και τους Πατέρας και αυτοί στήνουν και αποδείχνουν τα νεώτερα δόγματά τους. Αδελφοί, μη πλανηθήτε. Φορούν αυτοί των προβάτων το δέρμα εις το φαινόμενον, αμήν υποκάτωθεν είναι λύκοι και λέοντες. Δείχνουν και αυτοί ότι ομιλούν με τας γραφάς και τους θείους Πατέρας, αλλά όποιος τους εξετάση ακριβώς, τους ευρίσκει ότι ομιλούν όλο το ενάντιον της διδασκαλίας των ιερών Γραφών και των θείων Πατέρων. Τι παράδοξον; Και ο διάβολος όταν επείραζεν τον Χριστόν, τον Κύριον ημών, ωμιλούσε και αυτός με την θείαν Γραφήν. Αλλά με την θείαν Γραφήν εζήτει να τον εγκρεμνήσει! Βάλε σεαυτόν κάτω έλεγεν. Και αυτοί οι νέοι και νεώτεροι θεολογοι ομιλούν και εις εσέ, αδελφέ, με τας Γραφάς, αμή ο σκοπός τους είναι να σε εγκρεμνήσουν εις το ιδικόν τους βάραθρον, «βάε σεαυτόν κάτω» λέγοντες.Και οι Φαρισαίοι ωμιλούσαν εις τον Χριστόν με νομικά κεφάλαια, αλλά διατί; Δια να παγιδεύσουν αυτόν. Ομοίως και αυτοί οι Φαρισαίοι, τω όντι διακεκομένοι και διεσχισμένοι από την μητέραν Εκκλησίαν, και αυτοί οι υποκριταί αναφέρουν και κανόνας Συνόδων. Αλλά διατί; Δια να σε πιάσουν εις την παγίδα των, δια να σε παγιδευσουν. Και οι αιρετικοί όλοι τέλος πάντων με τα ιερά λόγια ετεχνεύσαντο να συστήσουν την ιδία αιρεσιν. Και ένας άθεος απεδείκνυε με ένα ρητό της θείας Γραφής εις τους ψαλμούς ότι «ουκ έστι Θεός», πλην εσιώπα το γεγραμένον παραπάνω το «είπε άφρων». Τοιάυτην έχουν συνήθειαν και οι Δυτικοί νέοι διδάσκαλοι. Γραφάς φέρουν, κανόνας Συνόδων ομοίως, Πατέρας εις πλήθος. Αλλά πως; Άλλα σιωπούν και άλλα παρατρέχουν, άλλα διαστρέφουν και αλλοιούν, άλλα ουδέ την αρχήν εννοούν, όντες εστερημένοι της Ελληνικής διαλέκτου την δύναμιν. Αλλά ουδέ ποσώς γεγραμμένα θέλουν. Τι Δε μεθοδεύονται οι πανούργοι; Έπειτα έως το ύστερον, αν απαντήσουν και κανένα ρητό Πατρός, το οποίον φανερά απελέγχει το δόγμα τους, εδά θέλεις τους ιδεί γενναιότερους εαυτόν τους γενναίους, θερμαινομένους και εκκεκαυμένους εις την απάντησιν. Εδώ παίζει η λεπτότης της φρενός και της αγχινοίας η οξύτης. Εδώ η πολύπλοκος διαλεκτική και της σχολαστικής κωφότητος η φλυαρία. Εδώ αι διαιρέσεις και επιδιαιρέσεις αι σοφιστικαί και παράλογοι , οπού θολώνουν τον νουν και σκοτίζουν τον εγκέφαλον. Εδώ οι όροι και αι φωναί αι αλλόκοτοικαι ξέναι της ιερά Θεολογίας και ανήκουσται εις τας Θείας Γραφάς και της φράσεως των αγίων Πατέρων παντί αλλότριαι. Είδε και τόσον είναι σαφής η προβαλλόμενη αυτοίς τινός Πατρός μαρυρία, ώστε οπού να μην έχουν να δώσουν τινά απόκρισιν, τότε λησμονούν και το οφειλόμενον εις τον Πατέρα σέβας, οι τολμηροί και αναίσχυντοι, και δεν εντρέπονται να αποκριθούν , ότι εις αυτό η Πνευματοκίνητος του Πατρός γλώσσα επλανήθη και έσφαλεν. Ο μεν Θεοδώρητος λέγουν «ήτο αιρετικός Νεστοριανός», ο Δε Δαμασκηνός «εις αυτό δεν ωμίλησεν ορθά» , ο θεσπέσιος Μάξιμος ο Ομολογητής «εις αυτό εξετράπη του ορθού φρονήματος», ο ιερός Θεοφύλακτος «είχεν αυτήν την αίρεσιν». Και τα παρόμοια αυτά λέγουν, οι περιττοί εις τας αιρέσεις αληθώς και τυφλοί και πεπλανημένοι, δια να πλανήσουν του Χριστού τα απλά και άκακα πρόβατα. Αλλ' υμείς μακράν από αυτά του άδου τα στόματα, οπού πνέουν φλόγας και ζοφώδεις καπνούς, και έως τέλους πλησιαζόμενα, ή καίουν ή καταζοφούν τας ψυχάς και τας ανατεθραμμένας εις την ευσέβειαν. Μακράν απ' αυτούς τους ασκούς του Αιόλου, όπου πνέουν παντί ανέμω διδασκαλίας, δια να εκσπάσουν ρίζοθεν τα κατάκαρπα δένδρα της Εκκλησίας της Ορθοδόξου και Αγίας, ή δια να προξενήσουν εις τους πλέοντες την αλμυράν του βίου θάλασσαν πιστούς, ολέθριον το ναυάγιον. Μάθετε από τον θείον διδάσκαλον τον Κύριον ημών και Θεόν, να φεύγετε τους τοιούτους διαβόλους, Οπού με τας αυτάς Γραφάς, οπού σας εδόθησαν εις σωτηρίαν, αυτοί ζητούν να σας κρημνίσουν εις την απώλειαν. Είπατε και υμείς εις αυτούς παρ΄αυτών πειραζόμενοι: «Ύπαγε οπίσω μου Σατανά, ότι σκάνδαλόν μου ει». Β) Τον δόλον Όχι ολιγωτέραν προσοχήνκαι φύλαξιν χρειάζεσθε, Αδελφοί μου, προς αυτούς τους απατεώνας, όταν έρχωνται με το μέλι εις στο στόμα και σας ομιλούν, όταν τεχνεύονται με τον δόλον των ευεργεσιών και χαρίτων να σας αγκισρώνουν και με τας υποσχέσεις και ελπίδας να σας σαγηνεύουν. Φοβερώτερος εχθρός δεν είναι από εκείνον οπού υποκρίνεται φίλος. Επικυνδυνωδέστερος και ολεθριώτερος πόλεμος δεν είναι, από εκείνον οπού με την ελπίδα της ελευθερίας φέρνει την τυρραννίδα. Πιστεύσατέ μοι ότι περισσότερους Ανατολικούς επλάνησαν και έσυραν προς εαυτούς οι Λατίνοι με την δόσιν πάρεξ με την διάλεξιν. Περισσοτέρους λέγω έσυραν προς εαυτούς με τας κολακίας, με τας υποσχέσεις, με τας χάριτας, με τας ευεργεσίας, με τας κοσμικάς βοηθείας, με την άδειαν, με την άνεσιν και τρυφήν, με τας ελπίδας, παρά με τους λόγους και τας κατηχήσεις. Μάρτυρες εις τούτο η Αντιόχεια, η Αλεξάνδρεια, πολλά μέρη της Συρίας, και πολλοί νήσοι του Αιγαίου Πελάγους, όπου με πολλά χρήματα ηύξησεν η Ρώμη τον Παπισμόν, συναθροίζουσα τους πιστούς ωσάν στράτευμα μισθοφόρων. Δεν ήθελαν δυνηθούν να σύρουν και τον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως και τον Πατριάρχην και τους τόσους Αρχιερείς εις την Φλωρεντίαν τότε, να συγκατανεύσουν εις την ψευδή εκείνην και ανυπόστατον ένωσιν, πάρεξ με την ελπίδα της συνδρομής των και βοηθείας εις τον κατά βαρβάρων επικείμενον πόλεμον. Δεν ήθελον ισχύσουν να ελκύσουν εις το μέρος των και τον μάλλον φιλοχρήματον και φιλόδοξον, πάρεξ φιλόσοφον Αρχιερέα εκείνον Βησαρίωνα, πάρεξ με την εκκλησιαστικήν παρ' αυτών πορφύραν, με τον Καρδιναλικόν Καπάσιον. Αλλ' αύται είναι αι μεθοδίαι και μηχαναί του εχθρού των ψυχών, να απατά τους πιστούς με τα πρόσκαιρα, δια να τους υστερήση τα αιώνια. Εξ αρχής πως ίσχυσεν ο δόλιος να πλανέση τους ιδκούς μας προπάτορες; Δεν το κατόρθωσε με μίαν μεγάλην υπόσχεσιν; «Φάγετε από το ξήυλον τους είπεν, αν θέλετε να ανοιχθούν τα μάτια σας, να διακρίνετε το καλόν από το κακόν, και τέλος πάντων να θεωθήτε, και έσεσθε ως θεοί». Με ποιούς τρόπους εμεθοδεύετο πάλιν το πονηρόν πνεύμα, ο αΔιάβολος εις το όρος εκείνο, τον Θεάνθρωπον Ιησούν; Δεν εμεθοδεύετο με τας υποσχέσεις, με τα χαρίσματα, με τας αξίας; Να, λέγει, πέσε να με προσκυνήσης, και να σου χαρίσω όσα βλέπεις, αυτά τα βασίλεια. «Ταύτα πάντα σοι δώσω, εάν πεσών προσκυνλήσης με». Και οι υπηρέται του διαβόλου, οι διώκται της Ορθοδόξου Εκκλησίας και τύρρανοι δεν μετεχειρίσθησαν ίσως κατά καιρούς την αυτήν μέθοδον; Όλοι προεβίβαζαν εις αξίας, υπόσχοντο πλούτον, επηγγέλοντο ευτυχίαν, και ότι άλλο ημπορεί να θέλξη την ασθενήν και ευκαταφρόνητον του ανθρώπου θέλησιν, μόνον δια να σύρουν τους πιστούς από την ευσέβειαν εις την απιστίαν. Οι Μωαβίται δεν ίσχυον να τροπωσουν τους Εβραίους με τα άρματα, αμή πως τους ετρόπωσαν; Έστειλαν εις αυτούς τας γυναίκας και τας θυγατέρας των, με ευωχίας και συμπόσια, με ποτά και φαγητά, με ακολάστους συναναστροφάς και συνουσίας. Εξεθήλυναν των ανικήτων ανδρών τα αρρενωπά πρότερον και γενναία φρονήματα, και τους απομάκρυναν από την λατρείαν του Θεού αυτών, εις την προσκύνησιν των θεών Μωάβ, και τοιουτοτρόπως τους ενίκησαν, και σχεδόν τους αφάνισαν. Με τρόπον παρόμοιον συναρπάζουν, βοηθούμενοι, ευεργετούμενοι υπ' αυτών, φευ! Και τους απλούστερους εις τον Παπισμόν, της Ρώμης οι θεράποντες. «Έλθετε» τους λέγουν, «κοινωνήσατε με ημάς, ενωθήτε με την Εκκλησίαν μας, ομολογήσατε άκρον Αρχιερέα, Μονάρχην της Εκκλησίας, κεφαλήν του Σώματος του Χριστού, αυτοδέσποτον νομοδότην, και διοριστήν, και κριτήν των Συνόδων, Άπταιστον, Αλάθητον, Αναμάρτητον, τον Πάπαν. Αν αγαπάτε σιμάν εις την σωτηρίαν των ψυχών σας και την ευτυχίαν σας, ούτω γίνεσθε βασιλεύον έθνος, και όχι βασιλευόμενοι, ελεύθεροι και όχι αιχμάλωτοι. Αποκτάται την ασφάλειαν, την άνεσιν, την υπεροχήν, την δεξίωσιν, την δόξαν, την τιμήν, οπού απολαμβάνομεν και ημείς, την βοήθειαν ων πλουσίων, την ευνοιαν των μεγάλων, την περιποίησιν των Ηγεμόνων, τον υπερασπισμόν όλου του γένους σας, μάλλον Δε τόσων και τόσων Βασιλέων της Ευρώπης. Αν χρειάζεσθε κυβέρνησιν, θέλει την λάβετε. Αν κανένα οφφίκιον, σας δίδεται. Αν καμμιάν επικερδή επιστασίαν, την επιτυγχάνετε. Ανωτέραν και λαμπροτέραν αξίαν, κατ' ολίγον, και αυτήν μπορείτε να την ελπίσετε. Όλα αυτά σας υποσχόμεθα, και προς τούτοις περισσότερα. «Ταύτα πάντα σοι δώσω». Θέλετε είσθε εις το εξής άνετοι εις τους δεσμούς, ελεύθεροι από τα βάρη, ανενόχλητοι εις τας δημόσιας υπηρεσίας, προτιμώμενοι εις τας συναναστροφάς, αγαπώμενοι, βοηθούμενοι, ευεργετούμενοι υπό πάντων, έντιμοι, σεμνοί, περίβλεπτοι, περίδοξοι, «έσεσθε ως Θεοί». Εις την Εκκλησίαν μας, με την δύναμιν και εξουσίαν, την οποίαν παρά Θεού λαβών έχει ο Πάπας, ημπορείτε να τύχετε της σωτηρίας και με ευκολίαν και ανάπαυσιν, χωρίς τόσας σκληραγωγίας και ταλαιπωρίας, χωρίς τόσας αγρυπνίας και νηστείας, χωρίς τόσους αυστηρούς κανόνας και ανυποφορήτους αγώνας, θέλει φθάσετε εις το επιθυμητόν τέλος της δικαιοσύνης και του μακαρισμού... Η στράτα είναι πλατεία και ευκολοπερπάτητος εις ημάς. Και τα εγκόσμια καλά οπού ο Θεός εδημιούργησεν εις απόλαυσιν του ανθρωπίνου γένους, ικανώς θέλει τα χορτάσετε. Και άν ποτέ ως άνθρωποι αμαρτήσετε, ετοίμην θέλει εύρετε την ιατρείαν και την συγχώρησιν παρά του δούλου των δούλων του Θεού, του αλληγορικού Σαμαρείτου, και παρά των λειτουργών αυτού, περισσότερον με τον γλυκασμόν του ελαίου της ευσπλαγχνίας, παρά με τον οίνον της αυστηρότητος. Αι κλεις του παραδείσου είναι εις χείρας του μεγάλου διαδόχου του Πέτρου, αυτός εύκολα ημπορεί να σας επιτρέψη και χωρίς κόπους την είσοδον». Όταν με τοιαύτας επαγγελίας και υποσχέσεις σας ψάλλουν αδελφοί Χριστιανοί, αυταί αι σειρήνες, εμφράξατε ευθύς τα αφτιά σας, δια να μη κινδυνεύσητε. Μην αφήνετε αυτό το μέλι να σταλλάξη δια της ακοής εις την καρδία σας, αν αγαπάτε την σωτηρίαν σας. Είπατε παρ' ευθύς με τον Δαυίδ, πως τα λόγια του θείου Νόμου είναι γλυκήτερα υπέρ μέλι και κηρίον, και πλέον επιθυμητά από όλας τας ευτυχίας του κόσμου, από όλας τας απολαύσεις του σώματος, από όλας τας αναπαύσεις της ζωής, τας οποίας αυτοί σας υπόσχονται. Εσείς, ω καλοί Πατέρες, αποκριθήτε εις αυτούς: «Μας θέλγετε με το μέλι των παρόντων αγαθών και ευτυχημάτων, αλλ' ημείς στοχαζόμεθα πόση πίκρα αυτό το μέλι ύστερον μας γεννά την χολήν. Δεν στέργομεν, διά να βρέξωμεν με ολίγον μέλι το στόμα, να πλησιάσωμεν ως ο Ιωνάθαν εκείνος εις του θανάτου το στόμα. Δεν ευχαριστούμεθα δια να χορτάσωμεν με ολίγον νερό την δίψαν, να υστερηθούμε ως ο Λυσίμαχος εκείνος της βασιλείας, και όχι μιας βασιλείας προσκαίρου, αλλά βασιλείας ατελευτήτου. Προτιμώμεν ημείς τον Νόμον, τον οποίον παρά των Πατέρων ημών παρά του Θεού ελάβαμεν, απ' όλα τα καλά όπου μας υπόσχεσθε. Προκρίνομεν την ευσεβή και θεόδοτον πίστιν οπού κρατούμεν, απ' όλας τας ευτυχίας της παρούσης ζωής. Πλούτους, τιμάς, αναπαύσεις, με αυτά μας δελεάζετε; Και τι συγκρισιν έχουν αυτά, προς εκείνα τα ουράνια και ανέκφραστα αγαθά, τα οποία ελπίζωμεν; Τι μας ωφελούν αυτά εις τον ολίγον καιρόν οπού επάνω εις την γην θέλει ζήσωμεν, όταν ζημιωθούμε με αυτά την ψυχήν μας; «Τι ωφελήσει άνθρωπον, εαν όλον τον κόσμον κερδίση, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» Τι πράγμα πολύτιμον όσον πολύτιμος είναι η ψυχή μας, όπου εξηγοράσθη με το απειροτίμητον αίμα ενός Θεού, έχετε να μας δώσετε; «Τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» Αυτά τα καλά είναι άνθη ευκολομάραντα, είναι φθαρτά, είναι προσωρινά και εφήμερα, ενώ η ψυχή είναι άφθαρτος, αμάραντος αιώνιος. Και λοιπόν ποίον είδος πραγματείας ανοήτου και άφρονος, είναι αυτό οπού μας καταπείθετε να κάμωμεν; Αν η Πίστις μας έχει σκληραγωγίας, στενοχωρίας και θλίψεις, ημείς ευχαριστούμεθα. Τι μας πληροφορεί το αψευδές στόμα του Νομοθέτου μας; ότι εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, ότι η Βασιλεία των ουρανών βιάζεται, ότι στενή και τεθλιμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν. Αύται αι άκανθαι είναι αρεσταί εις ημάς, διότι μας βλαστάνουν της αιωνίου τροφής τα ρόδα. Αυτή η πικρία είναι εις ημάς υπερήδιστος, διότι μας ευφραίνει με της ψυχικής σωτηρίας τα μύρα. Αύται αι τραχύτητες μας φαίνονται ομαλαί και λείαι, διότι μας φέρουν εις τον τόπον της αναπαύσεως, εις την άνω Ιερουσαλήμ, εις την ποθεινήν μας πατρίδα. Ω, ποίος τρόπος διδασκαλίας είναι ο εδικός σας , Ω καλοί φράτορες; Να έλκετε το πνεύμα με τα ήδεα του σώματος. Να κερδάνετε τας ψυχάς με τα αγαθά του κόσμου. Να εγγυάσθε τα πρόσκαιρα με τα αιώνια. Τις των Αποστόλων ούτω εκήρυξεν; Τις των Πατέρων ούτω εδίδαξεν; Τις των Αγίων ποτε ούτω καμμίαν ψυχήν εκέρδισεν; Από τούτο και μόνον καλώς γνωρίζεσθε, ότι δεν έχετε ζήλον υπέρ Χριστού, αλλά ζήλον υπέρ του Πάπα. Καιλοιπόν μακράν από ημάς,υπάγετε οπίσω μας. Δεν θέλετε δυνηθεί ποτέ, να δελεάσετε ως μωρά νήπια ημάς τους άνδρας της χάριτος. Γ) Την βίαν και τας διώξεις Και αυτά μεν, άν ζητούν να σας πλανήσουν με τας κολακίας και τας υποσχέσεις. Έχουν όμως αυτοί οι απόστολοι και άλλον τρόπον με τον οποίον αγωνίζονται να σύρουν προς εαυτούς τα τέκνα της Εκκλησίας μας, και σεις πρέπει και εις αυτό να είσθε έτοιμοι και προσεκτικοί, δια να φυλλάτεσθε. Αυτοί αν δεν ισχύσουν με τα ήμερα και γλυκά και θελκτικά λόγια, μεταχειρίζονται την ανάγκην και την βίαν, όταν ίδουν οπού πίπτει ματαίως αυτών ο λόγος και ανενέργητος. Έρχονται εις τα πράγματα, και εκείνο οπού δεν κατορθώνει αυτών η γλώσσα, ζητεί να κατορθώσει η ράβδος. Θέλω να ειπώ, ότι όταν δεν καταπείσουν, τότε κατατρέχουν τους φτωχούς Ορθοδόξους,και με το μέσον των ηγεμόνων και των αρχόντων, σιμά εις τους οποίους έχουν παρρησίαν και δύναμιν, κινούν εναντίον των (Ορθοδόξων) Χριστιανών ανυπόφορον την καταδρομήν. Το τυρρανικόν και βίαιον των παλαιών διωκτών του Χριστιανισμού και τούτο διαφέρει: όσον μεν εκείνοι τον διωγμόν των ευσεβών ανυποστόλως και παρρησία, ούτοι Δε κρυφίως δημοσιεύουν και συγκεκαλυμμένως. Πλην και αυτοί διώκουν, εξορίζουν, δεσμεύουν τι δεν κάνουν. Έχομεν πρόσφατο παράδειγμα εις τους καιρούς μας,όπου όταν τα γερμανικά στρατεύματα έφθασαν τροπαιοφόρα εις την Ουγγαροβλαχίαν και κατεκυρίευσαν αρκετό μέρος της επαρχίας, ευθύς έδραμον οι εν τη στρατεία συνεκστρατέυσαντες Φράτορες, και εζήτησαν να διώξουν από τα μοναστήρια τους μονάζοντας εκείνους θεοφιλείς άνδρας, ως τάχα σχισματικούς και αποφεύγοντας την μετ' αυτών ένωσιν. Και αντί υποκάτω εις τας νικηφόρους σημαίας των χριστιανών βασιλέων να εύρουν οι ταλαίπωροι Χριστιανοί άνεσιν και ασφάλειαν, καθώς ήλπιζαν, εκινδύνευσαν δια την επήρειαν την δυσμενή και δυσμαχίαν των αποστόλων της Ρώμης, να χάσουν και εκείνην την ελευθερίαν, την οποίαν εις τους υποχείριούς τους Χριστιανούς, οι πολέμιοι του χριστιανικού ονμόματος Αγαρηνοί, μετριώτεροι από τους Φράτορας εις τούτο διακριτικότεροι, χαρίζουν εις τα της Πίστεως. Όταν τοιουτοτρόπως σας πολεμούν, Αδελφοί Χριστιανοί, άλλην συμβουλήν δεν έχω να σας δώσω, πάρεξ να υπομένετε και να φέρεσθε μεγαλόψυχοι εις τους κατά της Ορθοδοξίας διωγμούς, διατί έτσι όχι μόνον σώζεσθε, ως απλώς Χριστιανοί, αλλά και στεφανώνεσθε ωσάν Μάρτυρες. Δύο πράγματα στοχασθήτε, ότι έχετε εις κίνδυνον : την ψυχήν και το σώμα. Τι είναι της φρονήσεως να φυλάξητε; Βέβαια την ψυχήν, οπού είναι το τιμιώτερον. Ο πλέων πραγματετυτής, όταν βλέπη άφνω το ναυάγιον, προκρίνη να ρίψη εις την θάλασσαν όλον του τον πλούτον, δια vα φυλάξη τη ζωή του. Και υμείς ρίψατε και αρνηθήτε, όταν σας εγείρονται τοιαύται καταιγίδες από τα σφοδρά και βίαια πνεύματα της Ρώμης. Ρίψατε καθώς είπα και υπάρχοντα, και πλούτη και τιμάς, και αξίας δια να φυάξητε την ουράνιον ζωήν, την οποίαν ελπίζετε δια να απολαύσητε. Όταν ο άνθρωπος βλέπη να κατεβαίνη η πληγή (πλήγμα) εις την κεφαλήν του, την απαντά με το χέρι και δίδει εις την πληγήν το ατιμότερον μέλος, δια να φυλάξη το τιμιώτερον. Και δια να σώση την ψυχήν του, πως να μην κακοπαθήση κατά το σώμα; Έτσι εγράφη περί του Ιώβ, «δέρμα υπέρ δέρματος, και πάντα όσα εστί τω ανθρώπω δίδωσιν ένεκα της ψυχής αυτού». Ούτω και υμείς, δότε δέρμα υπέρ δέρματος. Ας κινδυνεύσει όλον το κορμί, αν το φέρη η ανάγκη, μόνον η ψυχή να φυλαχθή. Ένεκα της ψυχής υμών ο Κύριος ημών σας παραγγέλει να γίνεσθε φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί. Το φίδι, όταν κτυπάς δια να το θανατώσεις, αυτό όσον ημπορεί φυλλάτη την κεφαλήν του. Έτσι και εσείς και ανάμεσα εις τους διωγμούς, εις τα μάστιγας, εις τας βασάνους, την κεφαλήν τον Νόμον σας, την κεφαλήν την Πίστιν σας, την κεφαλήν την Ορθοδοξίαν και ευσέβειαν πρέπει να φροντίζητε δια να φυλάξητε. Έχετε μύρια παραδείγματα μυριάδων Μαρτύρων, όπου μετά χαράς ενηγκαλίσθησαν φρικτά είδη κολαστηρίων, και δριμυτάτους θανάτους, μόνον δια να μην αθετήσουν ουδέ το παραμικρόν την εις Χριστόν ομολογίαν. Έχετε εις τους καιρούς σας τα παραδείγματα τόσον συναδέλφων σας Χριστιανών, οι οποίοι υποκάτω εις την τυρρανίδα των Αγαρηνών, δοκιμάζουν οι τρισάθλιοι, ή να είπω καλλιότερα , οι μακάριοι, τα πάνδεινα, μόνον δια να μην προδόσουν την ευσέβειαν. Έχετε το μέγα παράδειγμα και υψηλόν του Υιού του Θεού και Θεού σας, ο οποίος δια την αγάπην σας εφόρεσε σάρκα, και επείνασε, και εδίψασε, και υβρίσθη, και ητιμάσθη, και εδεσμεύθη, και εκρίθη, και ακανθοφόρεσε την κεφαλήν, και εσταυρώθη, και απέθανε δια την σωτηρίαν σας. Τι αντάξιο δύνασθε εσείς δι' αυτόν να πάθετε, οπού να εξισωθή με τα τόσα πάθη, τα οποία έπαθεν αυτός υπέρ ημών όταν αυτός δι' ημάς τους εχθρούς του τόσα εκατεδέχθη, τόσα υπέμεινε, τόσα έπαθε; Τι Δε πρέπει να υποφέρωμεν ημείς δι΄αυτόν τον λυτρωτή και σωτήρα μας; Τι κακόν θέλη ευρεθή τόσον μέγα εις αυτόν τον κόσμον , οπού να υνηθή να μας χωρίση από την ομολογίαν του, την Εκκλησίαν του, από την αγάπην του; «Τις ημάς χωρίση από της αγάπης του Χριστούς» (Ρωμ. 8,35), λέγει ο Απόστολος Παύλος. Ουδέν, Ουδέν. Δι' αυτό κάθιε κακόν χρωστούμεν να υπομείνωμεν, δια να είμεθα εις την παρούσαν ζωήν θεμελειωμένοι εις την ομολογίαν της αληθούς Πίστεώς Του, και εις την μέλουσαν να αξιωθώμεν της αιωνίου μακαριότητος, ής αξιωθείημεν άπαντες, τη χάριτι και φιλανθρωπία Αυτού, ώ η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων Αμήν!
Ο ΔΕ ΠΑΠΑΣ ΜΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΝΑ ΜΗΝ ΕΜΠΟΔΙΖΩ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΔΙΟΤΙ ΘΑ ΥΠΑΓΩ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΙΝ! (ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ)
Ότε κατ’ αρχάς ο μη δια της θύρας εισελθών εις την αυλήν των προβάτων, αλλά αλλαχόθεν εκ της θύρας της μασσωνίας εισελθών Αρχιμασσώνος Αθηναγόρας. Ο μη ούτε Θεόν φοβούμενος ούτε ανθρώπους εντρεπόμενος εις τον ενθρονιστήριον λόγον του εν μέσω της Εκκλησίας ομολόγησε ότι είναι Τούρκος και θα ενδιαφερθή πρώτον δια τους συμπατριώτας του και έπειτα δια τους ξένους Έλληνας. Ο μεταβάς εις Ρώμην προς τον Πάπαν Ρώμης τον οποίον ανεγνώρισε ως πρώτον άρχοντα και κεφαλήν της Εκκλησίας και πεσών εις τας αγκάλας του τον εξελειπάρει, ως ο Άσωτος Υιός, να τον δεχθή και τον καταξιώση της κοινωνίας εκ του ακαθάρτου ποτηρίου της παπικής αιρέσεως.
Ταύτα πληροφορηθείς εστοχάσθην, ότι δεν έπρεπε να σιωπήσω, αλλά να κηρύξω την αλήθειαν και χωρίς να χάσω καιρόν τω έγραψα επιστολήν. Εις οποίαν τω γράφω, Μακαριώτατε, εάν αληθώς ηγάπας τον Πάπα έπρεπε να του είπης την αλήθειαν. Άκουσον φίλε Πάπα, συ είσαι πρώτος εις την υπερηφάνειαν και δεύτερος εγώ, διότι συ λέγεσαι Αλάθητος και εγώ Παναγιώτατος, η αλήθεια εστίν ότι ούτε συ είσαι αλάθητος ούτε εγώ Παναγιώτατος.
Μέρη της επιστολής εδημοσίευσα εις το φυλλάδιον 4ον σωτήριον σάλπισμα η Ταπείνωσις. Αλλ’ ούτε ο Πατριάρχης ούτε ο Πάπας ωφελήθησαν εκ της αληθείας.
Ο μεν Πατριάρχης μου επέστρεψε την επιστολήν με παράπονον ότι δεν υποφέρεται τοιαύτη επιστολή από τον Ηγούμενον Λογγοβάρδας και τοιαύτη επιστολή δεν έπρεπε να φυλαχθή εις τα αρχεία της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο δε Πάπας μοι έγραψε όχι ο ίδιος αλλά διά τινός ιδικού του. Ότι να μη εμποδίζω την ένωσιν διότι θα υπάγω εις την κόλασιν. Εγώ τω απήντησα να είπη εις τον πάτρωνά του Πάπαν, εφ’ όσον ο Θεός τον έκανε άνδρα, έπρεπε να ακούση τον Θεόν και ουχί τον διάβολον που τον εδίδαξε να μεταφορφωθή εις γυναίκα όπως εκείνος μεταμορφώνεται. Να επανέλθη εις την ανδρικήν του μορφήν να βαπτισθή εις το βάπτισμα που μας παρέδωκαν οι στύλοι της Εκκλησίας, και εις όλα όσα μας παρέδωσαν να φυλάξωμεν και εκείνος ηθέτησε.
(http://egolpio.wordpress.c
Ο Π. ΠΑΙΣΙΟΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Ιδιαιτέρως σεβόταν τον Οικουμενικό θρόνο. Αναγνώριζε την πανορθόδοξη αποστολή του και κατανοούσε την δύσκολη θέση που βρίσκεται. Προσευχόταν πολύ και τον υπερασπίστηκε δημόσια σε πολλές περιπτώσεις. Από το Στόμιο είδαμε τον Γέροντα σφοδρό πολέμιο των αιρέσεων. Στα θέματα της πίστεως ήταν ακριβής και ασυγκατάβατος. Είχε μεγάλη ορθόδοξη ευαισθησία, γι' αυτό δεν δεχόταν συμπροσευχές και κοινωνία με πρόσωπα μη ορθόδοξα. Τόνιζε: «Για να συμπροσευχηθούμε με κάποιον, πρέπει να συμφωνούμε στην πίστη». Διέκοπτε τις σχέσεις του ή απέφευγε να δη κληρικούς που συμμετείχαν σε κοινές προσευχές με ετεροδόξους. Τα «μυστήρια» των ετεροδόξων δεν τα αναγνώριζε και συμβούλευε οι προσερχόμενοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, να κατηχούνται καλά πριν βαπτισθούν. Καταπολέμησε τον οικουμενισμό και μιλούσε για το μεγαλείο και την μοναδικότητα της Ορθοδοξίας, την πληροφορία του αρυόμενος από την εν καρδία του θεία χάρι. Ο βίος του αποδείκνυε την υπεροχή της Ορθοδοξίας. Για ένα διάστημα είχε διακόψει, μαζί με όλο σχεδόν το υπόλοιπο Άγιον Όρος, το μνημόσυνο του πατριάρχου Αθηναγόρα για τα επικίνδυνα ανοίγματά του προς τους Ρωμαιοκαθολικούς. Αλλά το έκανε με πόνο: «Κάνω προσευχή», είπε σε κάποιον, «για να κόβη ο Θεός μέρες από μένα και να τις δίνη στον πατριάρχη Αθηναγόρα, για να ολοκληρώση την μετάνοιά του». Για τους Αντιχαλκηδονίους (μονοφυσίτες) είπε: «Αυτοί δεν λένε ότι δεν κατάλαβαν τους αγίους Πατέρες, αλλ' ότι οι άγιοι Πατέρες δεν τους κατάλαβαν. Δηλαδή σαν να έχουν αυτοί δίκαιο και τους παρεξηγήσανε».Χαρακτήρισε ως βλασφημία κατά των αγίων Πατέρων την προτεινόμενη κάθαρση των Λειτουργικών βιβλίων από τον χαρακτηρισμό του αιρετικού για τον Διόσκορο και Σεβήρο. Είπε: «Τόσοι άγιοι Πατέρες που είχαν θείο φωτισμό και ήταν σύγχρονοι δεν τους κατάλαβαν και τους παρεξήγησαν, και ερχόμαστε εμείς μετά από τόσους αιώνες να διορθώσουμε τους αγίους Πατέρες; Αλλά και το θαύμα της αγίας Ευφημίας δεν το υπολογίζουν; Και αυτή παρεξήγησε τον τόμο των αιρετικών;». Χωρίς να επιδιώκη να φαίνεται ομολογητής, με τον τρόπο του, αντιδρούσε, μιλούσε και έγραφε σε εκκλησιαστικά πρόσωπα. «Η Εκκλησία», έλεγε, «δεν είναι καράβι του κάθε επισκόπου να κάνει ότι θέλει». Οι αντιδράσεις του αυτές συνωδεύονταν από πολλή προσευχή και αγάπη για την Εκκλησία, αλλά και για τους παρεκτρεπομένους, και προϋπέθεταν απάθεια, διάκριση και άνωθεν φωτισμό. († Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004, σ.690-691)
Ο διάβολος έχει τρία πλοκάμια. Για τους φτωχούς τον κουμμουνισμό, για τους πιστούς τον οικουμενισμό και για τους πλουσίους την μασσωνία.
(† Μακαρίου Ιερομονάχου, Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι σοφίας και χάριτος, Άγιον Όρος, σελ. 73)
Μου έκανε εντύπωση αυτό που μου είπε ένας επίσκοπος από το Πατριαρχείο. Του είχα πεί: « Μα τι κατάσταση είναι αυτή; Από την μια ο Οικουμενισμός, από την άλλη ο Σιωνισμός, ο σατανισμός!...Σε λίγο θα προσκυνούμε τον διάβολο με τα δυό κέρατα αντί για τον δικέφαλο αετό».
(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, έ.ά., σ.230-232
ΠΡΩΤΑ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ
ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΙΣΙΟΥ.
«Εν Αγίω Όρει τη 3η Ιανουαρίου 1969
…Επειδή βλέπω τον μεγάλον σάλον, που γίνεται εις την Εκκλησίαν μας, εξ αιτίας των διαφόρων φιλενωτικών κινήσεων και των επαφών του Πατριάρχου μετά του Πάπα, επόνεσα κι εγώ σαν τέκνον της και εθεώρησα καλόν, εκτός από τις προσευχές μου, να στείλω»αυτή της Επιστολή.
Όπως φαίνεται, (ο Πατριάρχης Αθηναγόρας) αγάπησε μίαν άλλην γυναίκα μοντέρνα, που λέγεται Παπική Εκκλησία, διότι η Ορθόδοξος Μητέρα μας δεν του κάμνει καμμίαν εντύπωσι, επειδή είναι πολύ σεμνή...
Με μία τέτοια περίπου κοσμική αγάπη και ο Πατριάρχης μας φθάνει στη Ρώμη.
Ενώ θα έπρεπε να δείξη αγάπη πρώτα σε μας τα παιδιά του και στη Μητέρα μας Εκκλησία, αυτός, δυστυχώς, έστειλε την αγάπη του πολύ μακριά.
Τα αποτέλεσμα ήταν να αναπαύση μεν όλα τα κοσμικά παιδιά, που αγαπούν τον κόσμον και έχουν την κοσμικήν αυτήν αγάπην, να κατασκανδαλίση όμως όλους εμάς, τα τέκνα της ΟρΘοδοξίας, μικρά και μεγάλα, που έχουν φόβο Θεού.
Μετά λύπης μου, από όσους φιλενωτικούς έχω γνωρίσει, δεν είδα να έχουν ούτε ψίχα πνευματική ούτε φλοιό.
Ξέρουν όμως να ομιλούν για αγάπη και ενότητα, ενώ οι ίδιοι δεν είναι ενωμένοι με τον Θεόν, διότι δεν Τον έχουν αγαπήσει…
Ας ευχηθούμε να δώση ο Θεός τον φωτισμόν Του σε όλους μας και εις τον Πατριάρχην μας κ. Αθηναγόραν, δια να γίνη πρώτον η ένωσις αυτών των «εκκλησιών», να πραγματοποιηθή η γαλήνη ανάμεσα στο σκανδαλισμένο ορθόδοξο πλήρωμα, η ειρήνη και η αγάπη μεταξύ των Ορθοδόξων Ανατολικών Εκκλησιών, και κατόπιν ας γίνη σκέψις δια την ένωσιν μετά των άλλων «Ομολογιών», εάν και εφ’ όσον ειλικρινώς επιθυμούν ν’ ασπασθούν το Ορθόδοξον Δόγμα».
(ΕΡΑ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ" Φεβρουάριος 2007, σελ.6).
Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009
ΚΑΤΑΠΑΤΕΙ ΚΑΙ ΤΟΝ 65ον ΚΑΝΟΝΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
Μὲ τὴν παρουσίαν του καὶ τὴν ὁμιλίαν του εἰς τὴν Ἑβραϊκὴν Συναγωγὴν τῆς Νέας Ὑόρκης
Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος λειτουργεῖ ὡς «ὁδοστρωτήρ» εἰς τό θέμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Ὑπεράνω αὐτῶν εὑρίσκονται αἱ προσωπικαί του ἀπόψεις, αἱ προσωπικαί του φιλοδοξίαι. Ἐνεργεῖ ὡς «παγκόσμιος δικτάτωρ» εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ τήν θερμήν
συμπαράστασιν Ὀρθοδόξων Προκαθημένων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καί Μητροπολιτῶν. Οἱ Ἱεροί
Κανόνες ὑφίστανται τυπικῶς καί ἰσχύουν δι᾽ ὅλους τούς ἄλλους Ὀρθοδόξους, ἀλλά ὄχι διά τάς κεφαλάς τῆς Ὀρθοδοξίας καί διά τούς Ἐπισκόπους. Δι᾽ αὐτό ἔχομεν τάς συμπροσευχάς καί τά συλλείτουργα μετά τῶν Παπικῶν, τήν νόθευσιν τῶν μυστηρίων καί τήν ἀναγνώρισιν τῶν μυστηρίων τῶν πλανεμένων Χριστιανῶν, τήν ἐξίσωσιν τῆς Ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τό Σκότος τῶν ἑτεροδόξων, τήν ἀποδοχήν τῆς διαστρεβλώσεως τοῦ Εὐαγγελικοῦ Λόγου, τήν ἔμμεσον ἀναγνώρισιν τῆς δαιμονικῆς Οὐνίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ θύρα εἰσόδου εἰς τόν Παπισμόν, τήν ἀποδοχήν τῆς θεωρίας τῶν «κλάδων» καί τῶν δύο «πνευμόνων» (Παπισμοῦ–Ὀρθοδοξίας) κ.λπ.. Ὅλα τά προαναφερόμενα ἀποτελοῦν ἀποστασίαν ἐκ τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί καταφρόνησιν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Εἰς αὐτά ἔρχεται νά προστεθῆ ἕν ἀκόμη γεγονός, τό ὁποῖον εἶναι ἀντίθετον μέ τούς Ἱερούς Κανόνας. Ἡ ἐπίσκεψις καί ἡ ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τήν Ἑβραϊκήν Συναγωγήν East Park Avenue τῆς Νέας Ὑόρκης (κατά τήν πρόσφατον πολυήμερον ἐπίσκεψίν του εἰς τήν Ἀμερικήν). Ἡ ἐπίσκεψίς του αὐτή προκαλεῖ ἀπορίας καί ἐρωτηματικά εἰς τόν πιστόν λαόν, ὁ ὁποῖος διερωτᾶται πλέον διά τόν ρόλον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἀλλά καί διά τόν ρόλον τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖοι συμπορεύονται μαζί του. Εἰς ἄλλας στήλας ἀποδεικνύομεν ὅτι αἱ πράξεις του συμπίπτουν μέ τά σχέδια τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων καί τῆς Παγκοσμιοποιήσεως. Ἡ «τριάδα» αὐτή ἀποδεδειγμένως κτυπᾶ τήν Ἐθνικήν καί θρησκευτικήν ταυτότητα τῶν λαῶν εἰς τό πλαίσιον τῆς παγκοσμιοποιήσεως, τοῦ πολυφυλετισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας. Ἡ παρουσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τήν Ἑβραϊκήν συναγωγήν προκαλεῖ ὀργισμένας ἀντιδράσεις.
Καταπέλτης ο Καλαβρύτων
Ἡ πλέον χαρακτηριστική εἶναι τοῦ Μητροπολίτου Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας κ. Ἀμβροσίου, ὁ ὁποῖος εἰς σχόλιον, τό ὁποῖον ἀνήρτησεν εἰς τήν προσωπικήν του ἱστοσελίδα τήν Παρασκευήν 13 Νοεμβρίου ὑπό τόν τίτλον: «Τουρίστας; Προσκυνητής; Σέ διατεταγμένη Ἀποστολή;» σημειώνει μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς:
«Τὴν 6ην Νοεμβρίου 2009 ὁλοκληρώθηκε ἡ πολυήμερη ἐπίσημη ἐπίσκεψη τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου μας κ. Βαρθολομαίου στὴν Ἀμερική. Ἐκεῖ ἔγινε δεκτὸς μὲ ἰδιατέρως μεγάλες τιμές, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἱκανοποιεῖ ὅλους μας, διότι ἀντανακλᾶ σὲ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθοδοξία. Ὅ ταν ὁ Πατριάρχης τῶν Ὀρθοδόξων τιμᾶται, ἡ Ὀρθοδοξία μας τιμᾶται!
Μεταξὺ ἄλλων ἐγένετο δεκτὸς ἀπὸ τὸν Πρόεδρο τῶν ΗΠΑ κ. Μπάρακ Ὀμπάμα καὶ ἀπὸ τὴν Ὑπουργὸ τῶν Ἐξωτερικῶν κα. Χίλαρυ Κλίντον.
Παρὰ ταῦτα τὴν ὑπερηφάνεια τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν τῆς Ἀμερικῆς, καὶ ὄχι μόνον, ἐπλήγωσε μιὰ
ἄστοχη, κατὰ τὴν γνώμην μας, ἐνέργεια τοῦ Πατριάρχου μας. Ἐπισκέφθηκε τὴν Ἑβραϊκὴ Συναγωγὴ East Park τῆς Νέας Ὑόρκης, ὅπου ἔτυχε ἐπισήμου ὑποδοχῆς. Δὲν γνωρίζουμε τὴν σκοπιμότητα τῆς ἐπισκέψεως αὐτῆς. Οὔτε καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν προσφωνήσεων, οἱ ὁποῖες ἀντηλλάγησαν.
Γνωρίζουμε βεβαίως, ὅτι μεταξύ τῶν ἄλλων διαθρησκειακῶν Διαλόγων διεξάγεται διάλογος καὶ μὲ
τοὺς Ἑβραίους, δηλ. ἐκείνους τῶν ὁποίων οἱ πρόγονοι ἐσταύρωσαν τὸν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστόν. Καὶ
βεβαίως δὲν ἀντιτιθέμεθα στὸ Διάλογο αὐτό, παρὰ τὸ γεγονός, ὅτι δέν ἐλπίζουμε ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχει
κάποιο καλὸ ἀποτέλεσμα. Διότι “ὁ λύκος τρίχα ἀλλάζει, γνώμη δὲν ἀλλάζει!”, ὅπως θυμόσοφα λέγει ὁ
Λαός μας.
Ἀλλὰ ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ μέχρι τοῦ νὰ ἐπισκέπτεται ὁ Κορυφαῖος Πατριάρχης τῶν Ὀρθοδόξων τό Ναὸ τῶν Ἑβραίων (ἡ Συναγωγὴ εἶναι ὁ ἑβραϊκὸς τόπος λατρείας τοῦ Θεοῦ) τὸ θέμα παίρνει πολὺ σοβαρὲς διαστάσεις. Φαντασθῆτε τὸ ἀντίθετο γιὰ νὰ κατανοήσετε τὸ πρόβλημα. Θὰ μποροῦσε ἆραγε ὁ
Ἀρχισυνάγωγος τῶν Ἑβραίων τῶν Ἀθηνῶν νὰ ἐπισκεφθῆ τὸν Μητροπολιτικὸ Ἱ.Ναὸ Ἀθηνῶν καὶ νὰ τύχει
μεγάλης ὑποδοχῆς καὶ μάλιστα σὲ ὥρα χριστιανικῆς λατρείας;
Θεωροῦμε λοιπόν, ὅτι τό βῆμα αὐτό ἦταν πολύ–πολύ τολμηρό ἐκ μέρους τοῦ Πατριάρχου μας καί μόνον ζημίαν θά ἐπιφέρει στήν Ὀρθοδοξία μας…
Τὸ ἐρώτημα πού τίθεται ἐνώπιόν μας εἶναι: μὲ ποιὰ ἰδιότητα ὁ Πατριάρχης μας ἐπισκέφθηκε τὴν
Ἑβραϊκὴ Συναγωγή; Ὡς τουρίστας; Ὡς προσκυνητής; Ὡς ἱκέτης; Μὲ διατεταγμένη ἀποστολή;
Στοὺς διαπιστευμένους δημοσιογράφους καὶ φωτορεπόρτερς, οἱ ὁποῖοι Τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἀπαγορεύθηκε ἡ μετάδοση τῆς ἐπισκέψεως. Γιατί ἆραγε;».
Ἡ πρόκλησις τοῦ Ἰωαννουπόλεως
Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἔχει, ὅμως, ἔνθερμον συμπαραστάτην τόν Μητροπολίτην Ἰωαννουπόλεως κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε ζητεῖ τήν χειροτονίαν γυναικῶν (ἀπέρριψε τήν πρότασίν του τό Πατριαρχεῖον Ἀλεξανδρείας) καί τήν εὑρίσκει σύμφωνον μέ τούς Ἱερούς Κανόνας καί τήν Ἀποστολικήν Διδαχήν, ἄλλοτε ἐλέγχει τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον διά τήν ἀπόφασίν του νά συζητῆ διά τό Πρωτεῖον τοῦ Πάπα, ἐφ ὅσον ὁ Πάπας εὑρίσκεται ἐκτός Ἐκκλησίας. Τώρα ἐλέγχει τόν Μητροπολίτην Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας διά τήν κριτικήν, τήν ὁποίαν ἤσκησεν εἰς βάρος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου διά τήν παρουσίαν τοῦ τελευταίου εἰς τήν Ἑβραϊκήν Συναγωγήν. Ὁ Ἰωαννουπόλεως, ἀφοῦ χαρακτηρίζει τόν Καλαβρύτων «ἄλλον Κέλσον», ὁ ὁποῖος στρέφεται κατά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, τόν ἐλέγχει, διότι ἀπουσιάζει ἡ ἀγάπη πρός τό πρόσωπον τοῦ Οἰκουμενικοῦ. Ἀκολούθως
τάσσεται ὑπέρ τοῦ διαθρησκειακοῦ διαλόγου, καταφεύγει εἰς κοινόν μήνυμα τῶν Προκαθημένων τῶν
Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν κατά τό 2000 εἰς τήν Βηθλεέμ, εἰς τό ὁποῖον ἐτόνιζον μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς:
«Οἱ Προκαθήμενοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, στὸ Μήνυμά τους τὸ 2000 στὴ Βηθλεέμ, ἐκεῖ ποὺ γεννήθηκε τὸ Θεῖο Βρέφος, τόνισαν μὲ σαφήνεια: “Προσβλέπομεν πρὸς τὰς ἄλλας μεγάλας θρησκείας, ἰδία δὲ τὰς μονοθεϊστικάς τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καὶ τοῦ Ἰσλάμ, προτιθέμενοι νὰ οἰκοδομήσωμεν ἔτι πλέον τὰς προϋποθέσεις διαλόγου μετʼ αὐ τῶν ἐπὶ τῷ τέλει τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως ὅλων τῶν λαῶν. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπορρίπτει τὴν μισαλλοδοξίαν καὶ καταδικάζει τὸν θρησκευτικὸν φανατισμόν, ὁπονθεδήποτε ἤθελον ἐκδηλωθῆ τοιαῦτα φαινόμενα” (Βλέπε ἐφημερίδες Ἀ -
πογευματινή, Ἐλευθεροτυπία, Τὰ Νέα καὶ Καθημερινὴ ἡμερ. 8.1.2000).
Δυστυχῶς οἱ προφητικοὶ αὐτοὶ λόγοι δὲν βοήθησαν στὴν ἀποφυγή τῆς ἀνθρώπινης τραγωδίας τῆς
Ἀμερικῆς ἐννέα μῆνες μετὰ, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 2001.
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀκολουθεῖ ὅ,τι ὅλοι μαζὶ οἱ Προκαθήμενοι μᾶς διεκήρυξαν, τίποτα
περισσότερο καὶ τίποτα λιγότερο. Γιʼ αὐτὸ πρέπει ὅσοι κατὰ καιροὺς κάνουν ἄδικες ἐπιθέσεις σὲ βάρος
τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου, ὄχι μόνο πρέπει νὰ σταματήσουν, ἀλλὰ νὰ δείξουν ἔμπρακτη
μετάνοια μὲ τὴ δημόσια ἀπολογίαν τους καὶ τὴ συγνώμη τους».
Εἰς ἄλλον σημεῖον τῆς ἀπαντήσεώς του πρός τόν Καλαβρύτων ὑποστηρίζει τήν παρουσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τήν Ἑβραϊκήν Συναγωγήν γράφων:
«Ἡ τελευταία λοιπὸν παρουσία του στὴν συναγωγὴ τῶν Ἑβραίων στὴν Νέα Ὑόρκη ἔγινε πιστεύω μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐφαρμογῆς τῆς Θείας ἐντολῆς νὰ ἀγαποῦμε τὸν κάθε ἄνθρωπο, γιατί ὁ Ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς «εἶναι τὸ Φῶς τὸ Ἀληθινὸν, ποὺ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάννου 1, 8).
Ὁ Οἰκουμενικός μας Πατριάρ- χης δὲν εἶναι κανένα παιδάκι, ποὺ χρειάζεται τὴν καθοδήγησή μας.
Εἶναι τὸ ζωντανὸ Φῶς τῆς Ὀρθο- δοξίας, ποὺ μᾶς σβήνει τὰ σκοτάδια, ποὺ ἔχουμε μέσα μας, γιὰ νὰ
μπορέσουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς βρέθηκε στὴ Συναγωγὴ τῶν Ἑβραίων ὅταν ἦταν δώδεκα ἐτῶν καὶ ξαναπῆγε καὶ λίγο
πρὶν τὴ Σταύρωσίν Του, ἡ πρόθεσή του νὰ σώσει ἀνθρώπινες ψυχές.
Αὐτὸ τὸ πνεῦμα καλλιεργεῖ κι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Ὅλα τά ἀνεύθυνα σχόλια, ποὺ λένε σὲ βάρος
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ, κι ἄλλοι τὰ λένε ἀπὸ ἄγνοια κι ἄλλοι ἀπὸ κακία καὶ ὑποκρισία. Στὴν κατηγορία τὴν δεύτερη ἀνήκουν κληρικοὶ καὶ θεολόγοι».
Ἔχουν ἰσχύν οἱ Ἀποστολικοί Κανόνες;
Εἶναι φανερόν ὅτι ὁ Ἰωαννουπόλεως εἶναι ὀπαδός τοῦ Διαθρησκειακοῦ Διαλόγου. Ἐκτός αὐτῶν εὑρίσκεται εἰς σύγχυσιν. Καί διά νά ὑπηρετήση τούς σκοπούς τοῦ Διαθρησκειακοῦ Διαλόγου καταφεύγει
εἰς ἐπιλεκτικά χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης, τά ὁποῖα προσαρμόζει καταλλήλως εἰς τάς ἀνάγκας τῶν
σκοπῶν, τούς ὁποίους ὑπηρετεῖ τόσον ὁ ἴδιος ὅσον καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης. Ὑπερασπίζεται τούς
Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων ᾽Εκκλησιῶν διά τήν ἀπόφασίν των νά καταφύγουν εἰς τόν Διαθρησκειακόν Διάλογον εἰς τό ὄνομα τῆς καταπολεμήσεως τοῦ θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ, τῆς θρησκευτικῆς μισαλοδοξίας καί τῆς εἰρηνικῆς συμπορεύσεως. Τόν ἐ ρωτῶμεν καί δι᾽ αὐτοῦ ἐρωτῶμεν τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν:
Ἔπαυσε ἡ Ὀρ θόδοξος Ἐκκλησία νά εἶναι ἡ Ἐκ κλησία τῆς πραγματικῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης; Εἰς ποίους
τόπους καί χώρας οἱ Ὀρθόδοξοι πρωταγωνίστησαν εἰς ἐγκληματικάς ἐνεργείας, εἰς θρησκευτικούς πολέμους, εἰς λογοκρισίαν ἤ εἰς ἐγκλήματα ἐναντίον ἑτεροδόξων καί ἀλλοδόξων; Μᾶλλον ὁ Ἰωαννουπόλεως ὡς καί οἱ Προκαθήμενοι τῶν Ἐκκλησιῶν διαστρέφουν τήν κηρυχθεῖσαν ὑπό τοῦ Κυρίου μας καί τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἐντολήν τῆς ἀγάπης καί λέγουν δι᾽ ἄλλας σκοπιμότητας, ἐμμέσως πλήν σαφῶς, ὅτι καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκ κλη- σία εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς μισαλοδοξίας καί τοῦ φανατισμοῦ. Ὑπάρχει, ὅμως, ἕν πολύ σοβαρώτερον ἐρώτημα καί διά τόν Ἰωαννουπόλεως καί τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Προκαθημένους τῶν Ἐκ κλησιῶν: Ἔχει ἰσχύν ὁ 65ος Κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ὁρίζει:
«Εἴ τις Κληρικός ἤ Λαϊκός εἰσέλθοι εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι καί καθαιρείσθω καί ἀφοριζέσθω».
Ἐάν εἶναι εἰς ἰσχύν, τότε καταπατεῖται ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί ὅσων ὑποστηρίζουν τάς ἐνεργείας του, ὡς οἱ Προκαθήμενοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ὁ Ἰωαννουπόλεως. Οἱ Ἱεροί Κανόνες φαίνεται ὅτι διά τούς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην εἶναι…«πατσαβοῦρες».
Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΤΗΝ ΣΥΝΑΓΩΓΗ!!!
65ος Αποστολικός κανόνας:
«Εί τις κληρικός, ή λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών προσεύξασθαι, ο μεν καθαιρείσθω, ο δε αφοριζέσθω».
10ος Αποστολικός κανόνας:
«Εί τις ακοινωνήτω, κάν εν οίκω συνεύξηται, ούτος αφοριζέσθω».
45ος Αποστολικός κανόνας:
«Επίσκοπος ή πρεσβύτερος, ή διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον αφοριζέτω· ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρήσθω».
ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΙ ΤΟΥΣ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΕΙ ΚΑΙ ΩΣ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΛΟΓΙΣΘΗΣΟΝΤΑΙ!
Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ!!!
ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΧΡΙΣΜΑ ΠΡΩΗΝ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΣΤΟΝ Ι. Ν. ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΗΤΕΙΑΣ
Την Κυριακή Δ´ Λουκά, 11 Οκτωβρίου, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κ.κ. Ευγένιος χοροστάτησε στην ακολουθία του Όρθρου και στη συνέχεια ιερούργησε και κήρυξε επίκαιρα για την ευαγγελική περικοπή της ημέρας στον Ιερό Ενοριακό Ναό Αγίου Γεωργίου Σητείας.
Ο Σεβασμιώτατος, λίγο πριν το τέλος της ακολουθίας του Όρθρου, τέλεσε το Μυστήριο του Χρίσματος στον πρώην Ρωμαιοκαθολικό ............., ο οποίος και κοινώνησε των Αρχάντων Μυστηρίων κατά την Αρχιερατική Λειτουργία.
(ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΟΡΙΖΟΥΝ 46ος Αποστολικός κανόνας προστάζει·
«Επίσκοπον ή πρεσβύτερον, ή διάκονον, αιρετικών δεξαμένους βάπτισμα ή θυσίαν, καθαιρείσθω προστάσσομεν, τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς βελίαρ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου». ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΒΙΑΖΟΥΝ ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥΣ!)
ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Ο ιερός Χρυσόστομος ανήκει στις πλέον επιφανείς και εξέχουσες πατερικές προσωπικότητες. Υπήρξε συν τοις άλλοις ο ανυπέρβλητος ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, «ο γαρ των του Θεού απορρήτων σοφός προφήτης» κατά τον άγιο Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη (Επισ. Ι, 156. ΡG 78, 288 Β). Το ερμηνευτικό του έργο είναι μοναδικό μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας τόσο για τον όγκο του όσο και για το βάθος, τον πλούτο, τον ρεαλισμό και τη σαφήνεια του (Βλ. H. F. von Campenhausen, Griechische Kirchenväter, 8η έκδ, 1993, σ. 137. B. Altaner - A. Stuiber, Patrologie, Sonderausgabe, 1993, σ. 324).
Ο ιερός Χρυσόστομος δεν υστέρησε φυσικά και στην υπεράσπιση της Ορθοδόξου πίστεως εναντίον των διαφόρων αιρετικών. Η πτυχή αυτή του έργου του μαρτυρείται με σαφήνεια και στις ερμηνευτικές του παρατηρήσεις σε διάφορα χωρία της Αγ. Γραφής που διαστρέβλωναν οι αιρετικοί της εποχής του.
Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτό, τόσο της ερμηνευτικής του εργασίας όσο και της υπεράσπισης της Εκκλησιαστικής διδαχής ο Ι. Χρυσόστομος έχει περιγράψει βασικές πρακτικές των αιρετικών που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο οι αιρετικοί χρησιμοποιούν την Αγ. Γραφή στην προσπάθειά τους να παρασύρουν ανύποπτους και ακατάρτιστους ανθρώπους σε θέματα πίστεως. Και στο σημείο, όμως, αυτό έχει παραμείνει μοναδικός και ανυπέρβλητος. Όσα επισήμανε τότε για τις αιρετικές μεθοδεύσεις έχουν διαχρονική επικαιρότητα, καθώς οι ίδιες πρακτικές, με τις ίδιες συνέπειες, χρησιμοποιούνται και σήμερα από το πλήθος των σύγχρονων αιρετικών ομάδων.
α) Η πρώτη βασική επισήμανσή του σχετίζεται με τα γενεσιουργά αίτια των διαφόρων αιρέσεων. Ενώ η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού αντιθέτως η αφετηρία των διαφόρων αιρέσεων σχετίζεται με την ύπαρξη ενός νοσηρού και πνευματικά επικίνδυνου φαινομένου. Λέγει ο Ι. Χρυσόστομος: «Τούτο το δένδρον (σ. σ της αιρέσεως) εφύτευσεν μεν λογισμών άκαιρος περιέργεια, επότισε δε απόνοιας τύφος, ηύξησε δε φιλοδοξίας έρως» (PG 48, 719).
β) Θεμελιώδης πρακτική των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων αποτελεί η διαστροφή του νοήματος των αγιογραφικών χωρίων και η κατανόησή τους εκτός των συμφραζομένων και της ευρύτερης νοηματικής τους συνάφειας. Τέτοιου είδους πρακτικές τις συνδυάζουν με την μόνιμη επωδό, ότι οι ισχυρισμοί τους είναι η άποψη της Αγ. Γραφής. Επισημαίνει σχετικά ο Ι. Χρυσόστομος γι' αυτό: «Ου τοίνυν αρκεί το ειπείν, ότι εν τη Γραφή γέγραπται, αλλά χρη και την ακολουθίαν αναγνώναι πάσαν, επεί ει μέλλοιμεν διακόπτειν την προς άλληλα συνέχειαν αυτών και συγγένειαν, πολλά τεχθήσονται πονηρά δόγματα» (PG 56,156)
Στην ίδια συνάφεια επισημαίνει πάλι: «Ου’ δει απλώς τας των Γραφών ρήσεις παραφέρειν, ουδέ εκκόπτοντας της ακολουθίας, ουδέ της συγγενείας αποσπώντας, ουδέ έρημα και γυμνά τα ρήματα της των επομένων ή προλαβόντων βοηθείας λαμβάνοντας συκοφαντείν απλώς και επηρεάζειν» (ΡG 56,158).
γ) Ο κάθε αιρετικός που παρουσιάζει τις πλάνες του ως απόψεις της Αγ. Γραφής θεωρείται κατά τον Ι. Χρυσόστομο ως «ο δόγματα φρικτά και απόρρητα λυμηνάμενος» (PG 61, 622-623). Την αλήθεια αυτή την κάνει πιο σαφή με ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αναφέρει: «Καθάπερ γαρ εν τοις βασιλικοίς νομίσμασιν ο μικρόν του χαρακτήρος περικόψας, όλον το νόμισμα κίβδηλο ειργάσατο, ούτω και ο της υγιούς πίστεως και το βραχύτατον ανατρέψας, τω παντί λυμαίνεται» (PG 61, 622 ).
δ) Καθώς απουσιάζουν απ’ αυτούς οι πνευματικές προϋποθέσεις ορθής ερμηνείας, οι διάφοροι αιρετικοί παρουσιάζουν ως διδασκαλία της Αγ. Γραφής «τη των οικίων λογισμών ασθενεία» (PG 59, 146). Πως επιτυγχάνεται αυτό; Με το «διεστραμμένως απαγγέλειν τα εν ταις Γραφαίς κείμενα, ή προστιθέντας ή υφαιρούντας». Αποτέλεσμα αυτών των αιρετικών πρακτικών είναι το «επιζοφούν την αλήθεια» (PG 56, 156) και «Τη αληθεία αεί παρεισάγειν την πλάνην πολλά επιχρωννύντα αυτή τα ομοιώματα, ώστε ευκόλως κλέψαι τους ευεξαπατήτους». (PG 58, 475).
ε) Ο Ι. Χρυσόστομος έχει αναφερθεί επίσης και στα διάφορα προσωπεία τα οποία χρησιμοποιούν οι αιρετικοί. Συνήθως αποκρύπτουν την πραγματική τους ταυτότητα και παραπληροφορούν, παρότι επικαλούνται την Αγ. Γραφή. Με τον ρεαλισμό που τον διακρίνει επισημαίνει: «Παρά μεν την αρχήν συσκιάζουσιν εαυτούς, επειδάν δε πολλήν λάβωσι την παρρησίαν και λόγου τις αυτοίς μεταδώ τότε τον ιόν εκχέουσιν» (PG 58, 477). Και αλλού: «Εργάζονται μεν γαρ, αλλ’ ανασπώσι τα πεφυτευμένα. Επειδή γαρ ίσασιν, ότι ετέρως ουκ αν γένοιντο ευπαράδεκτοι, το προσωπείον λαβόντες της αληθείας, ούτω το δράμα της πλάνης υποκρίνονται. (. . . ). Σχήμα μόνον αυτοίς, η δορά του προβάτου επίκειται». (PG 61, 563). Το προσωπείο, όμως, δεν δηλώνει ειλικρίνεια αλλά δόλο και μεθόδευση.
στ) Επανειλημμένα μέσα στις ομιλίες του ο ιερός πατέρας είχε τονίσει την αναγκαιότητα και τη σπουδαιότητα της συστηματικής, προσεκτικής και συνεχούς μελέτης της Αγ. Γραφής από τους χριστιανούς. Την προτροπή αυτή τη συνοψίζει ο λόγος του «Παρακαλώ μετά πολλής σπουδής την ανάγνωσιν των θείων Γραφών ποιώμεθα. Ούτω γαρ και της γνώσεως επιτευξόμεθα, ει συνεχώς επίωμεν τα εγκείμενα» (PG 53, 321). Και τούτο γιατί μεταξύ των πολλών πνευματικών καρπών που προέρχονται από την αγιογραφική κατάρτιση των χριστιανών, συναριθμεί και τη δυνατότητα απάντησης και αναίρεσης των αιρετικών ισχυρισμών.
Εν προκειμένω ο Ι. Χρυσόστομος είναι εξαιρετικά σαφής: «Κάτασχε αυτόν, και περίστηθι, και μη αφής αποπηδήσαι, μηδέ αναχωρήσαι εις τον λαβύρινθον των λογισμών αλλά κάτασχε, και απόπνιξον, μη τη χερί, αλλά τω ρήματι, μη δως αυτώ διαστολάς και διαφυγάς, ας βούλεται. Εκείθεν θόρυβον εμποιούσι τοις διαλεγομένοις, επειδή ημείς αυτοίς ακολουθούμεν, και ουχ άγομεν υπό τους νόμους των θείων Γραφών. Περίθες τοίνυν αυτώ τειχίον πάντοθεν, τας από των Γραφών μαρτυρίας, και ουδέ χάναι δυνήσεται». (PG 56, 167).
Θα ολοκληρώσουμε την μικρή αυτή αναφορά μας στη διδασκαλία του ιερού πατέρα με μία καίριας σπουδαιότητας επισήμανση, η οποία αποτελεί ταυτοχρόνως και θεμελιώδη και αναντικατάστατη ορθόδοξη ποιμαντική αρχή. Ο ορθόδοξος χριστιανός στο πρόσωπο του κάθε αιρετικού βλέπει ένα θύμα του πονηρού. Ένα άρρωστο πνευματικά άνθρωπο. Γι' αυτό λέγει ο Ι. Χρυσόστομος «τω λόγω διώκω ου τον αιρετικόν, αλλά την αίρεσιν, ου τον άνθρωπο αποστρέφομαι αλλά την πλάνην μισώ, και επισπάσασθαι βούλομαι» (PG 50, 701).
ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ
Η άσκηση της αρετής στηρίζεται στη δογματική πίστη της Εκκλησίας. Τα δόγματα προσδιορίζουν την πνευματική ζωή των πιστών και αποτελούν γι’ αυτούς γνώμονα και σημείο προσανατολισμού. “Η δογματική συνείδηση συνδέεται οργανικά με την απλή πορεία της πνευματικής ζωής”, λέγει ο π. Σωφρόνιος και καταλήγει: “Αλλάξτε κάτι από τη δογματική σας συνείδηση και αναπόφευκτα θα αλλάξει στο αντίστοιχο μέτρο και η πνευματική σας πράξη, και γενικά η μορφή της πνευματικής σας υπάρξεως. Και αντιστρόφως, παρέκκλιση από την αλήθεια στην εσωτερική πνευματική ζωή θα επιφέρει μεταβολή στην πνευματική συνείδηση”. Το ευαγγέλιο του Χριστού είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα” (Ρωμ. α' 16). Η Αγία Γραφή υπογραμμίζει πως “ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσέβειας μυστήριον Θεός εφανερώθη εν σαρκί... ανελήφθη εν δόξη” (Α' Τιμ. γ'16) “αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκουσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν” (Ιω. ιζ' 3) “και ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω” (Α' Κορ. ιβ' 2). Το Τριαδικό και το Χριστολογικό δόγμα ταυτίζεται με το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, στις οποίες διατυπώθηκε από την Εκκλησία η πίστη που εκηρύττετο πάντοτε σ' αυτήν, ονομάζονται “όροι”, όρια δηλαδή, μέσα στα οποία πρέπει να βρίσκεται κανείς εάν επιθυμή την εν Χριστώ σωτηρία. Εάν αυτή η πίστη δεν προσεβάλλετο από τους αιρετικούς, δεν θα είχε η Εκκλησία κανένα λόγο να την οριοθετήσει, γιατί πάντοτε εκηρύττετο και επιστεύετο από τον λαό του Θεού ορθοδόξως. Ο κίνδυνος όμως νοθεύσεως της ορθοδόξου δογματικής συνειδήσεως, δηλαδή σοβαρά ποιμαντική φροντίδα, ανάγκασε την “Εκκλησία να διατυπώσει αυτήν την πίστη σε “όρους”. “Εκείνος που κινείται μέσα σ' αυτά τα όρια λογίζεται ορθόδοξος, όποιος βγαίνει έξω από αυτά, είναι αιρετικός. “Όποιος προσβάλλει τη δογματική πίστη της Εκκλησίας, προσβάλλει το “μυστήριον της ευσέβειας” και θέτει σε κίνδυνο τη σωτηρία του άνθρωπου. Γι’ αυτό και η Εκκλησία επολέμησε την αίρεση. Η αγία Γραφή μιλάει για καταστρεπτικές αιρέσεις, που προκαλούν “ταχινήν απώλειαν” (Β' Πέτρ. β' ι) η κρίση δεν θα γίνει μόνο με βάση τα έργα, αλλά και με βάση τη διδαχή και “κατά το ευαγγέλιον” (Ματθ. ε' 19. ζ' 24. Ρωμ. β' 16. Β' Θεσ. α'8 Ο απόστολος Παύλος μιλάει για “τύπον διδαχής”, ο οποίος παρεδόθη στις χριστιανικές Εκκλησίες από τους αποστόλους (Ρωμ. στ' 17). Ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος χαρακτηρίζει τα δόγματα της Εκκλησίας, τη “θεωρία”, όπως τα ονομάζει, “συνέκδημον”, δηλαδή σύντροφο της πράξεως, και την πράξη “θεωρίας επίβασιν”, δηλαδή υποστήριγμα του δόγματος. “Εις ημάς δε”, λέγει, “ευδοκιμούν και αι δύο παραλλήλως, διότι την θεωρίαν κάμνομεν σύντροφον προς την εκείθεν”, δηλαδή την άλλη, την πραγματική ζωή, “την δε πράξιν υποστήριγμα της θεωρίας, διότι δεν είναι δυνατόν να μετέχωμεν της σοφίας χωρίς να έχωμε συναναστροφή με σοφίαν”. “Απόκτα βίον ενάρετον μετά ορθής πίστεως διότι τις των ανθρώπων δεν μακαρίζει τον τοιούτον άνθρωπον;” (Ισαάκ ο Σύρος). “Δέχου και εργάζου το καλόν επάνω σ' αυτό το θεμέλιον των δογμάτων. Διότι “πίστις χωρίς έργων νεκρά” (Ιακ. β' 20), όπως και τα έργα χωρίς την πίστιν” (Γρηγ. Θεολ.). Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει πως τα δόγματα είναι ο στολισμός της Εκκλησίας. Σχολιάζοντας το Ψαλμ. μδ'10/με' 9 λέγει πως η “βασίλισσα” που παρέστη εκ δεξιών σου”, είναι η “Εκκλησία, η οποία τοποθετεί τους ευσεβείς στα δεξιά του Χριστού, εκείνους που έχουν ολόχρυσον ενδυμασία τα “θεία καλοϋφασμένα δόγματα”, που είναι “ποικίλα και πολύπλοκα και περιέχουν τους ηθικούς και φυσικούς και τους λεγόμενους εποπτικούς λόγους”. Δια τούτο λέγει ότι ο ιματισμός της νύμφης είναι πεποικιλμένος”. Κατά τον Ιωάννη το Χρυσόστομο, σε τίποτε δεν ωφελεί “ο καθαρός βίος, εάν τα διδάγματα είναι διεφθαρμένα, όπως ακριβώς βέβαια ούτε και το αντίθετον δεν ωφελούν τα υγιή δόγματα, εάν ό βίος είναι διεφθαρμένος”, “ουδέν γαρ όφελος βίου καθαρού, δογμάτων διεφθαρμένων ώσπερ ουν ουδέ τουναντίον, δογμάτων υγιών, εάν βίος η διεφθαρμένος . Ο ίδιος πατέρας παρακινεί τους πιστούς να πιστεύουν στην Αγία Γραφή και να αποθηκεύουν στις ψυχές των “τας ορθάς διδασκαλίας και μαζί με αυτάς να επιδεικνύουν και ακρίβειαν εις την ζωήν, ώστε και η ζωή μας να επιβεβαιώνη τας διδασκαλίας και αι διδασκαλίαι να αποδεικνύουν περισσότερον αξιόπιστον την ζωήν μας. Διότι ούτε εάν έχωμεν μεν τας ορθάς διδασκαλίας, και αδιαφορούμε δε δια την ζωήν, θα πρόκυψη δι' ημάς κάποιο όφελος, ούτε εάν έχοντες ενάρετον ζωήν, αδιαφορούμε δια τας ορθάς διδασκαλίας, θα ημπορέσωμε να κερδίσωμε κάτι χρήσιμον και δια την σωτηρίαν μας... πρέπει να κοσμούμεθα και από τα δύο, δηλαδή και από ορθότητα διδασκαλιών και από φροντίδα ενάρετου ζωής. Διότι ειπέ μου, ποιον το όφελος, όταν το δένδρον δεν φέρη καρπούς, αν και είναι πολύ υψηλόν και έχη πλούσιον φύλλωμα; Έτσι και τον χριστιανόν δεν ωφελούν καθόλου αι ορθαί διδασκαλίαι εάν αδιάφορη δια την συμπεριφοράν κατά την ζωήν του. Δι' αυτό και ο Χριστός εμακάριζεν αυτούς λέγων “ος δ' αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών” (Ματθ. ε' 19) (Χρυσ). Η αρετή του άνθρωπου, λέγει ο ίδιος Πατέρας, είναι η ακριβής εμμονή εις την αληθινήν πίστιν και ο ορθός τρόπος ζωής. Αυτά δε ούτε ο Διάβολος θα ημπορέση να τα αφαιρέση, αν αυτός που τα έχει τα διαφυλάττη με την πρέπουσαν προσοχήν”. Με αυτή τη βάση κατανοούμε αυτό που οι Πατέρες της Εκκλησίας υπογραμμίζουν ότι η αίρεση έχει την πηγή της στο Διάβολο, καθώς και τον όλο αγώνα τους εναντίον των αιρέσεων, που νόθευαν τα δόγματα της Εκκλησίας. Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο Γαλ. α' 7 και υπογραμμίζει γι' αυτούς που μεταστρέφουν το ευαγγέλιο του Χριστού: “Διότι όπως και εις τα βασιλικά νομίσματα όποιος κόψει ολίγον από ότι έχει χαραχθεί επάνω, καθιστά κίβδηλον όλον το νόμισμα, έτσι και εκείνος που διαστρέφει και το ελάχιστον από την υγιή πίστιν, καταστρέφει τα πάντα, εκπίπτων εις χειρότερα από ό,τι πριν πιστέψη. Που είναι λοιπόν όσοι μας κατηγορούν δια φιλονικίαν εξ αιτίας της προς τους αιρετικούς διαστάσεως; Που είναι τώρα όσοι λέγουν ότι ουδεμίαν διαφοράν έχομεν με εκείνους άλλ' η διαφορά δημιουργείται από φιλαρχίαν; Ας ακούουν τι λέγει ο Παύλος, ότι διέστρεψαν το ευαγγέλιον και κατ' ελάχιστον μόνον καινοτομούντες”. Ο Διάβολος χρησιμοποιεί τις αιρέσεις για να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απώλεια, λέγει ο ίδιος πατέρας της Εκκλησίας. Αυτούς που πείθονται σ' αυτόν τους “βγάζει έξω από τα όρια που μας εδόθησαν από τον Θεόν, δήθεν δια πολύ ανώτερα” και αφού τους δελεάσει με τέτοιες ελπίδες, “τους βγάζει έξω από την χάριν του Θεού” και δεν τους επιτρέπει να επιστρέψουν στην προηγούμενη ασφάλεια και βεβαιότητα, “αλλά τους περιφέρει πλανωμένους παντού χωρίς να έχουν που να σταθούν”, όπως ακριβώς έκαμεν και με τον πρωτόπλαστο. “Διότι, αφού τον εξηπάτησε με την προσδοκίαν μεγαλύτερας γνώσεως και τιμής, τον απεγύμνωσε έπειτα με ευκολίαν και από εκείνα που είχε. Διότι όχι μόνον ισόθεος δεν έγινε, αλλά υπετάγη και εις την τυραννίαν του θανάτου. Και όχι μόνον δεν επήρε τίποτε περισσότερον από την βρώσιν του δένδρου, αλλά έχασε και μέγα μέρος από την γνώσιν που είχε, με την ελπίδα της περισσότερης γνώσεως” Τα ίδια περίπου υπογραμμίζει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος για όσους δεν διαθέτουν σταθερό έδαφος κάτω από τα πόδια τους και αφήνονται να καθοδηγούνται “από κάθε λόγον και από κάθε διδασκαλίαν, δια να διαλέξουν τάχα από όλα αυτά το καλύτερον και το πιο σωστό”, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους σε “κακούς κριτάς της αληθείας”. Αυτοί, λέγει, στρέφονται και γυρίζουν από τη μία πιθανότητα στην άλλη και υφίστανται πλύση εγκεφάλου, με αποτέλεσμα να συντρίβουν “από λογής λογής διδασκαλίες (Εφεσ. δ' 14) και αφού αλλάξουν πολλούς διδασκάλους και πολλά σχολεία, αποτινάσσουν τα πάντα με ευκολίαν, όπως διώχνει ο άνεμος την σκόνην, και τέλος καταλήγει ο νους και η ακοή των εις αποχαύνωσιν, ώστε να αποστρέφονται το ίδιο κάθε λόγον, να γεμίζουν από μοχθηρίαν και να περιφρονούν και να ειρωνεύωνται την ιδίαν την πίστιν μας”. Η χριστολογική αίρεση για τον Μ. Βασίλειο και τους άλλους πατέρες της Εκκλησίας ήταν το πιο φρικτό έγκλημα κατά του Θεού, το οποίο θα μπορούσε να διάπραξη ο άνθρωπος. Γι’ αυτό και κανονίζει: “Ο αρνηθείς τον Χριστόν και παραβιάσας το μυστήριον της σωτηρίας, οφείλει να προσκλαίη ολόκληρον το χρόνον της ζωής του, και χρεωστεί να είναι εν μετάνοια, θ' αξιωθή δε των μυστηρίων κατά τον χρόνον της εξόδου του από τον παρόντα βίον με την πεποίθησιν εις την φιλανθρωπίαν του Θεού”. Άγιοι άνθρωποι και γεμάτοι ταπείνωση ήσαν έτοιμοι να παραδεχθούν πως είναι οι χειρότεροι από όλους τους αμαρτωλούς, όμως δοκίμαζαν φρίκη στην σκέψη πως θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν αιρετικοί. Έτσι μερικοί, που ήθελαν να δοκιμάσουν τον Αββά Αγάθωνα, του είπαν: “Συ είσαι ο Αγάθων; Ακούσαμε για σένα ότι είσαι ακόλαστος και περήφανος. Και εκείνος τους λέγει: ναι, έτσι είναι. Και του λέγουν Συ είσαι ο Αγάθων ο φλύαρος και φιλοκατήγορος; Και τους αποκρίνεται: εγώ είμαι, του λέγουν πάλι: Συ είσαι ο Αγάθων ο αιρετικός; Και αποκρίθηκε: Δεν είμαι αιρετικός. Τον παρεκάλεσαν λοιπόν, λέγοντας: Πες μας γιατί τόσα σου είπαμε και τα παραδέχθηκες και το τελευταίο δεν το άντεξες; Τους λέγει: Τα πρώτα τα παίρνω επάνω μου. Αλλά το αιρετικός είναι χωρισμός από τον Θεό. Και εκείνοι, ακούοντάς τον, εθαύμασαν τη διάκρισή του και έφυγαν οικοδομημένοι”. Το δόγμα λοιπόν προσδιορίζει τη ζωή του πιστού, αποτελεί σημείο προσανατολισμού του στη ζωή και εγγυάται το γεγονός της σωτηρίας. Έξω από τα όρια της δογματικής διδαχής της Εκκλησίας υπάρχει μόνο η καταστρεπτική αίρεση, που οδηγεί στην απώλεια.